Προοίμιο

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Συνοπτικός τίτλος

1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρηται ως ο περί Οδικής Ασφάλειας Νόμος του 1986.

Ερμηνεία

2.-(1) Εν τω παρόντι Νόμω, εκτός εάν εκ του κειμένου προκύπτη διάφορος έννοια-

“αρμόδια αρχή πιστοποίησης” σημαίνει το Διευθυντή του Τμήματος Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών ή εκπρόσωπό του.

“αστυνομικός” σημαίνει κάθε μέλος της Αστυνομίας.

“δείγμα αίματος” σημαίνει ικανοποιητικήν ποσότητα αίματος δι’ εργαστηριακήν ανάλυσιν.

“δείγμα εκπνοής” σημαίνει τοιαύτην ποσότητα εκπνοής η οποία θα εκρίνετο ικανοποιητική προς διενέργειαν προκαταρκτικής ή τελικής εξετάσεως.

“εκπνοή” σημαίνει τον εκπνεόμενον αέρα κατά την φυσικήν λειτουργίαν της αναπνοής.

“έντυπον αποτέλεσμα” σημαίνει την ένδειξιν περί της ποσότητος ή του ποσοστού αλκοόλης του περιεχομένου εις εξετασθέν δείγμα εκπνοής, την αυτομάτως παραγομένην υπό συσκευής και αποτυπουμένην επί τεμαχίου χάρτου ή ετέρου υλικού.

“Επόπτης” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Εποπτών Οδικών Μεταφορών (Εξουσίες και Ευθύνες) Νόμο∙

“εργαστηριακή ανάλυσις” σημαίνει την συνήθως εφαρμοζομένην επιστημονικήν μέθοδον δι’ ανίχνευσιν αλκοόλης εις το αίμα.

“ζώνη ασφαλείας” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το Παράρτημα Ι της Οδηγίας 77/541/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1977, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στις ζώνες ασφαλείας και στα συστήματα συγκρατήσεως των οχημάτων με κινητήρα όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την Οδηγία 2005/40/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου·

“ιατρός” σημαίνει παν πρόσωπον το οποίον είναι εγγεγραμμένον ως ιατρός δυνάμει των διατάξεων των περί εγγραφής Ιατρών Νόμων.

“κάθισμα” σημαίνει μια κατασκευή που αποτελεί τμήμα ενσωματωμένο ή μη στο σκελετό του οχήματος, περιλαμβανομένης της επένδυσης, η οποία συνιστά μια θέση καθήμενου για ένα ενήλικα και περιλαμβάνει τμήμα ενιαίας ευρύτερης κατασκευής το οποίο αντιστοιχεί σε μια θέση καθήμενου.

“καθορισθέν όριο” σημαίνει το όριο που καθορίζεται στο άρθρο 5, ανάλογα με την περίπτωση.

“με μέτωπο προς τα πίσω” σημαίνει το κάθισμα να είναι τοποθετημένο αντίθετα από την κανονική κατεύθυνση κίνησης του οχήματος·

“μηχανοκίνητο όχημα” σημαίνει όχημα με κινητήρα των κατηγοριών Μ1, Μ2, Μ3 και Ν1, Ν2 και Ν3, όπως αυτές ορίζονται στο Δέκατο Πέμπτο Παράρτημα των περί Έγκρισης Τύπου Οχημάτων (Κατηγορίες Μ, Ν και Ο), των Κατασκευαστικών Στοιχείων, Συστημάτων και Χωριστών Τεχνικών Μονάδων τους, Κανονισμών, τα οποία προορίζονται για οδική κυκλοφορία, έχουν τουλάχιστο τέσσερις τροχούς και αναπτύσσουν εκ κατασκευής, μέγιστη ταχύτητα άνω των 25 km/h·

“νοσοκομείον” σημαίνει παν δημόσιον ή ιδιωτικόν υποστατικόν εις το οποίον παρέχεται αποκλειστικώς ιατρική περίθαλψις.

“όχημα” σημαίνει οιονδήποτε μέσον διά την μεταφοράν προσώπων ή φορτίου, είτε κινούμενον διά μηχανής είτε άλλως, περιλαμβάνει δε οιανδήποτε άμαξαν συρομένην υπό ζώων, οιονδήποτε δίκυκλον, τρίκυκλον ή τετράκυκλον κινούμενον διά της ανθρωπίνης ενεργείας ως και παν άλλο μέσον κατεσκευασμένον ή διεσκευασμένον προς τον ως άνω σκοπόν.

“προκαταρκτική εξέταση” σημαίνει την εξέταση δείγματος εκπνοής προσώπου με συσκευή προκαταρκτικής εξέτασης.

“προσθία θέσις” σημαίνει την θέσιν εις ην κάθηται ο οδηγός μηχανοκινήτου οχήματος και την ετέραν (εάν υπάρχη) πλην της του οδηγού θέσιν την ευρισκομένην εις το πρόσθιον μέρος του οχήματος. Εις ην περίπτωσιν μηχανοκίνητον όχημα διαθέτει πλείονας των δύο προσθίας θέσεις, λαμβάνονται υπ’ όψιν διά τους σκοπούς του παρόντος Νόμου μόνον η θέσις του οδηγού του οχήματος και η απωτέρα της του οδηγού θέσις, αγνοουμένης πάσης μεταξύ αυτών θέσεως.

“πρότυπον” κέκτηται την έννοιαν την αποδιδομένην εις τον όρον τούτον υπό των περί Κυπριακών Προτύπων και Ελέγχου Ποιότητος Νόμων.

“συσκευή προκαταρκτικής εξέτασης” σημαίνει κάθε συσκευή που παρέχει ενδεικτική μέτρηση της ποσότητας ή του ποσοστού αλκοόλης που περιέχεται στην εκπνοή προσώπου και η οποία πληροί ένα από τα πρότυπα τα οποία εγκρίνονται με διατάγματα του Υπουργού που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

“σύστημα ασφαλείας” περιλαμβάνει τις ζώνες ασφαλείας και τα συστήματα συγκράτησης ή και συστήματα συγκράτησης για παιδιά·

“συσκευή τελικής εξέτασης” σημαίνει κάθε συσκευή που προσδιορίζει την ποσότητα την ποσότητα ή το ποσοστό αλκοόλης που περιέχεται στην εκπνοή προσώπου, πληροί ένα από τα πρότυπα τα οποία εγκρίνονται με διατάγμα του Υπουργού που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και παράγει έντυπο αποτέλεσμα.

“τελική εξέταση” σημαίνει την εξέταση δείγματος εκπνοής προσώπου με συσκευή τελικής εξέτασης.

“τροχαίον αδίκημα” σημαίνει παν αδίκημα διαπραττόμενον κατά παράβασιν των διατάξεων των περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμων, των περί Ρυθμίσεως της Τροχαίας Μεταφοράς Νόμων και των δυνάμει τούτων εκδοθέντων Κανονισμών, ως και του παρόντος Νόμου.

“Υπουργός” σημαίνει τον Υπουργόν Συγκοινωνιών και Έργων.

(2)Οι εν τω παρόντι Νόμω χρησιμοποιούμενοι όροι, οι μη άλλως οριζόμενοι, κέκτηνται την υπό των περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμων αποδιδομένην εις αυτούς έννοιαν.

ΜΕΡΟΣ Ι ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΝ ΟΔΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Σύσταση Συμβουλίου Οδικής Ασφάλειας

3.-(1) Συνιστάται στο Υπουργείο Συγκοινωνιών και Εργων, Συμβούλιο Οδικής Ασφάλειας, το οποίο απαρτίζεται από τους ακόλουθους:

(α) τον Υπουργό Συγκοινωνιών και Εργων ως Προέδρο· και

(β) τους ακόλουθους ή εξουσιοδοτημένους εκπροσώπους αυτών, ως μέλη:

(i) το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων.

(ii) το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών.

(iii) το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού.

(iv) το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Υγείας.

(v) το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών.

(vi) τον Αρχηγό Αστυνομίας.

(vii) το Διευθυντή του Τμήματος Δημοσίων Έργων του Υπουργείου Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων.

(viii) το Διευθυντή του Τμήματος Οδικών Μεταφορών του Υπουργείου Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων. και

(ix) τον Πρόεδρο του Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου.

(2) Στο Συμβούλιο Οδικής Ασφάλειας συμμετέχει και ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως.

(3) Σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος του Υπουργού Συγκοινωνιών και Εργων, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Εργων εκτελεί χρέη Προέδρου.

(4) Κάθε θέμα διαδικασίας, περιλαμβανομένου και του θέματος της απαρτίας, ρυθμίζεται από το Συμβούλιο Oδικής Ασφάλειας.

Αρμοδιότητες Συμβουλίου Οδικής Ασφάλειας

4.-(1) Το Συμβούλιον Οδικής Ασφαλείας μελετά:-

(α) Τους τρόπους και τας διαδικασίας εφαρμογής του παρόντος Νόμου ως και ετέρων συναφών Νόμων και Κανονισμών, τα έχοντα σχέσιν προς την ασφαλή διακίνησιν του κοινού εις τας δημοσίας οδούς και άλλους δημοσίους χώρους.

(β) την αναγκαιότητα, σκοπιμότητα ή δυνατότητα υιοθετήσεως νέων θεσμικών ή πρακτικών μέτρων προς βελτίωσιν του επιπέδου οδικής ασφαλείας εν τη Δημοκρατία.

(γ) την αναγκαιότητα τροποποιήσεως ή καταργήσεως ή εισαγωγής νέων διατάξεων εν σχέσει προς την νομοθεσίαν την αναφερομένην εις την οδικήν ασφάλειαν ή την τροχαίαν κίνησιν.

(δ) οιαδήποτε άλλα θέματα ήθελον ανατεθή εις αυτό υπό του Υπουργού.

(2) Το Συμβούλιον Οδικής Ασφαλείας, μελετών τα εις το εδάφιον (1) αναφερόμενα θέματα, υποβάλλει σχετικάς αποφάσεις και εισηγήσεις προς το Υπουργείο Συγκοινωνιών και ΄Εργων.

(3) Κατά την διάρκειαν της εξέτασης των εν τω εδαφίω (1) αναφερομένων θεμάτων, το Συμβούλιον Οδικής Ασφαλείας δύναται να ζητήση τας επ’ αυτών απόψεις ατόμων ή οργανώσεων.

(4)Το Συμβούλιο Οδικής Ασφάλειας δύναται να αποφασίζει τη σύσταση διϋπηρεσιακών επιτροπών και ομάδων εργασίας για τεχνική επεξεργασία των θεμάτων που αναφέρονται στο εδάφιο (1).

ΜΕΡΟΣ ΙΑ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΕΝΤΑΞΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΩΝ ΜΗΝΥΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΔΙΚΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΣΕ ΔΙΑΦΗΜΙΣΕΙΣ ΚΑΘΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ
Καθορισμός υποχρέωσης για επικοινωνιακά μηνύματα

4Α. Ο Υπουργός δύναται, με διάταγμά του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να καθορίσει απαιτήσεις για σκοπούς βελτίωσης της οδικής ασφάλειας, με τη συμπερίληψη επικοινωνιακών μηνυμάτων σε διαφημίσεις προώθησης αγοράς οχημάτων ή διαφημίσεις που αφορούν στην κατανάλωση αλκοόλ ή να καθορίσει άλλους τρόπους ένταξης τέτοιων επικοινωνιακών μηνυμάτων σε διαφημίσεις προώθησης αγοράς τέτοιων οχημάτων ή διαφημίσεις που αφορούν  στην κατανάλωση αλκοόλ.

Αδικήματα και ποινές

4Β.-(1) Πρόσωπο, εκ μέρους του οποίου διενεργείται η διαφήμιση ή άλλος τρόπος προώθησης των προϊόντων που προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 4Α, το οποίο δεν συμμορφώνεται με τις πρόνοιες του διατάγματος που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του εν λόγω άρθρου, είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή/και σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες ευρώ (€3.000) ή/και στις δύο αυτές ποινές.

(2) Σε περίπτωση κατά την οποία νομικό πρόσωπο διαπράττει αδίκημα δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), κάθε πρόσωπο που αντιπροσωπεύει αυτό και κάθε Διευθυντής ή μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου ή διευθύνων σύμβουλος ή γραμματέας ή άλλος αξιωματούχος του νομικού αυτού προσώπου ή οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο εμφανίζεται ότι κατέχει οποιαδήποτε από τις προαναφερθείσες ιδιότητες και το οποίο εξουσιοδοτεί ή παρακινεί  ή  επιτρέπει  την  τέλεση  της  πράξης  ή  την  παράλειψη  η  οποία συνιστά το εν λόγω αδίκημα, είναι ένοχο του αδικήματος αυτού ταυτόχρονα με το νομικό πρόσωπο, και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται στις ποινές που προβλέπονται στις διατάξεις του εδαφίου (1) για το εν λόγω αδίκημα.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΟΔΗΓΗΣΙΣ ΥΠΟ ΤΗΝ ΕΠΗΡΕΙΑΝ ΑΛΚΟΟΛΗΣ
Καθορισθέν όριο και οδήγηση σε χρόνο που η αναλογία αλκοόλης στην εκπνοή ή στο αίμα υπερβαίνει το καθορισθέν όριο

5.-(1) Κάθε πρόσωπο που οδηγεί ή αποπειράται να οδηγήσει οποιοδήποτε όχημα σε οποιοδήποτε δρόμο ή άλλο δημόσιο χώρο έχοντας καταναλώσει τόση ποσότητα αλκοόλης σε οποιαδήποτε μορφή, ώστε η αναλογία αλκοόλης στην εκπνοή ή στο αίμα του να υπερβαίνει το όριο που καθορίζεται στο εδάφιο (2) του παρόντος άρθρου, είναι ένοχο αδικήματος.

(2) Το όριο στην αναλογία αλκοόλης στην εκπνοή ή στο αίμα που αναφέρεται στο εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου καθορίζεται ως ακολούθως:

(α) Για όλες τις περιπτώσεις, πλην των περιπτώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο (β) του παρόντος εδαφίου, 22 εκατομμυριοστά του γραμμαρίου (microgrammes) αλκοόλης σε 100 χιλιοστά του λίτρου (milliliters) εκπνοής ή 50 χιλιοστά του γραμμαρίου (milligrams) αλκοόλης σε 100 χιλιοστά του λίτρου (milliliters) αίματος.

(β) για τις περιπτώσεις που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (i) μέχρι (vi) της παρούσας παραγράφου, 9 εκατομμυριοστά του γραμμαρίου (microgrammes) αλκοόλης σε 100 χιλιοστά του λίτρου (milliliters) εκπνοής ή 20 χιλιοστά του γραμμαρίου (milligrams) αλκοόλης σε 100 χιλιοστά του λίτρου (milliliters) αίματος. οι περιπτώσεις αυτές περιλαμβάνουν:

(i) Πρόσωπο που οδηγεί οποιοδήποτε μηχανοκίνητο όχημα και για το οποίο έχει εκδοθεί άδεια οδήγησης για οποιαδήποτε κατηγορία, όπως οι όροι αυτοί ερμηνεύονται στους περί Άδειας Οδήγησης Νόμους του 2001 έως 2014, για πρώτη φορά εντός χρονικού διαστήματος μικρότερου από τρία έτη από την ημέρα διάπραξης του αδικήματος που αναφέρεται στο εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου.

(ii) πρόσωπο που κατέχει άδεια οδήγησης μαθητευομένου, όπως αυτή ορίζεται στους περί Άδειας Οδήγησης Νόμους του 2001 έως 2014 και οδηγεί μηχανοκίνητο όχημα που επιτρέπεται να οδηγεί με βάση την άδεια οδήγησης μαθητευομένου που κατέχει.

(iii) πρόσωπο που οδηγεί μηχανοκίνητο όχημα της κατηγορίας L1e μέχρι L7e, όπως αυτές καθορίζονται στην παράγραφο (1) του Κανονισμού 13 των περί Έγκρισης Τύπου Οχημάτων (Κατηγορίες L1e μέχρι L7e), των Κατασκευαστικών Στοιχείων, Συστημάτων και Χωριστών Τεχνικών Μονάδων τους Κανονισμών του 2005 έως (Αρ. 2) του 2014.

(iv) πρόσωπο που οδηγεί μηχανοκίνητο όχημα της κατηγορίας Ν2, Ν3, Μ2 ή Μ3, όπως αυτές ορίζονται στο Μέρος Α του Παραρτήματος ΧΙΙΙ των περί Έγκρισης Τύπου Οχημάτων (Κατηγορίες Μ, Ν και Ο), των Κατασκευαστικών Στοιχείων, Συστημάτων και Χωριστών Τεχνικών Μονάδων τους Κανονισμών του 2010.

(v) πρόσωπο που οδηγεί ταξί εν ώρα υπηρεσίας, όπως αυτό ορίζεται στους περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμούς του 1984 έως 2014.

(vi) πρόσωπο που οδηγεί όχημα που μεταφέρει επικίνδυνο εμπόρευμα, όπως αυτό ορίζεται στους περί Οδικής Μεταφοράς Επικίνδυνων Εμπορευμάτων Νόμους του 2004 έως 2013. και

(vii) Πρόσωπο το οποίο στερείται του δικαιώματος να κατέχει ή να λαμβάνει άδεια οδήγησης μηχανοκίνητου οχήματος από Δικαστήριο:

Νοείται ότι, για πρόσωπο που εμπίπτει στις διατάξεις της παρούσας υποπαραγράφου, οι διατάξεις αυτής ισχύουν για τρία (3) έτη από την ημερομηνία της στέρησης του δικαιώματος να κατέχει ή να λαμβάνει άδεια οδήγησης μηχανοκίνητου οχήματος:

Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση που πριν από τη λήξη των τριών (3) ετών, το ίδιο πρόσωπο στερηθεί εκ νέου του δικαιώματος να κατέχει ή να λαμβάνει άδεια οδήγησης μηχανοκίνητου οχήματος από δικαστήριο, η περίοδος των τριών ετών λογίζεται ότι αρχίζει από την ημερομηνία της νέας στέρησης.

Καθορισμός των προτύπων για τις συσκευές ανίχνευσης της ακοόλης στην εκπνοή

5Α.-(1) Ο Υπουργός, με διάταγμά του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, καθορίζει τα πρότυπα τα οποία πρέπει να πληρούν οι συσκευές προκαταρκτικής και τελικής εξέτασης.

(2) Ο Υπουργός δύναται να εκδίδει διατάγματα με τα οποία προστίθενται, ακυρώνονται ή τροποποιούνται πρότυπα για τις συσκευές ανίχνευσης ή προσδιορισμού αλκοόλης στην εκπνοή.

(3) Η πιστοποίηση ότι οι συσκευές προκαταρκτικής και τελικής εξέτασης πληρούν τα πρότυπα τα οποία έχουν καθοριστεί από τον Υπουργό, γίνεται από την αρμόδια αρχή πιστοποίησης.

(4) Η χρήση κάθε συσκευής προκαταρκτικής και τελικής εξέτασης γίνεται μόνο αν έχει εκδοθεί γι' αυτήν πιστοποίηση από την αρμόδια αρχή πιστοποίησης.

Προκαταρκτική Εξέτασις Εκπνοής

6.-(1) Εις περίπτωσιν καθ’ ην αστυνομικός έχει εύλογον υποψίαν ότι-

(α) πρόσωπον το οποίον οδηγεί ή πειράται να οδηγήση οιονδήποτε όχημα επί τινος οδού ή ετέρου δημοσίου χώρου έχει εις το σώμα αυτού οιανδήποτε ποσότητα αλκοόλης ή έχει διαπράξει τροχαίον αδίκημα καθ’ ον χρόνον το όχημα ευρίσκεται εν κινήσει. ή

(β) πρόσωπον ωδήγει ή επειράτο να οδηγήση οιονδήποτε όχημα επί τινος οδού ή ετέρου δημοσίου χώρου καθ’ ον χρόνον είχεν εις το σώμα αυτού οιανδήποτε ποσότητα αλκοόλης και ότι το τοιούτο πρόσωπον εξακολουθεί να έχη εις το σώμα αυτού αλκοόλην. ή

(γ) πρόσωπον το οποίον ωδήγει ή επειράτο να οδηγήση οιονδήποτε όχημα επί τινος οδού ή ετέρου δημοσίου χώρου είχε διαπράξει τροχαίον αδίκημα καθ’ ον χρόνον το όχημα ευρίσκετο εν κινήσει.

δύναται, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 9, να ζητήση παρά του προσώπου αυτού όπως παράσχη δείγμα εκπνοής διά προκαταρκτικήν εξέτασιν.

(2) Ανεξαρτήτως της υπάρξεως της εις το εδάφιον (1) αναφερομένης ευλόγου υποψίας, αστυνομικός δύναται, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 9, να ζητήση παρ’ οιουδήποτε προσώπου το οποίον οδηγεί ή πειράται να οδηγήση οιονδήποτε όχημα επί τινος οδού ή ετέρου δημοσίου χώρου, όπως παράσχη δείγμα εκπνοής διά προκαταρκτικήν εξέτασιν.

(3) Εις ην περίπτωσιν επισυμβεί τροχαίον ατύχημα, λόγω της παρουσίας οιουδήποτε οχήματος επί τινος οδού ή ετέρου δημοσίου χώρου, αστυνομικός δύναται να ζητήση παρ’ οιουδήποτε προσώπου διά το οποίον έχει εύλογον αιτίαν να πιστεύη ότι ωδήγει ή επειράτο να οδηγήση το όχημα κατά τον χρόνον του ατυχήματος, όπως παράσχη δείγμα εκπνοής διά προκαταρκτικήν εξέτασιν τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 9.

(4) Δύναται να ζητηθή παρά προσώπου όπως παράσχη, δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (1), (2) ή (3) δείγμα εκπνοής, είτε εις τον τόπον ένθα τούτο εζητήθη ή εάν τούτο δεν είναι δυνατόν, εις τον πλησιέστερον αστυνομικόν σταθμόν.

(5) Πας όστις, άνευ ευλόγου αιτίας, αρνείται ή αποφεύγει όπως μεταβή εις τον δυνάμει του εδαφίου (4) καθοριζόμενον αστυνομικόν σταθμόν ή αρνείται ή αποφεύγει καθ’ οιονδήποτε τρόπον να παράσχη δείγμα εκπνοής, όταν τούτο ζητηθή παρ’ αυτού δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, είναι ένοχος αδικήματος.

(6) Αστυνομικός δύναται να συλλάβη οιονδήποτε πρόσωπον άνευ δικαστικού εντάλματος εάν το πρόσωπον τούτο αρνείται ή αποφεύγη δι’ οιουδήποτε τρόπου να παράσχη το ζητηθέν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου δείγμα εκπνοής και ο αστυνομικός έχει εύλογον υποψίαν ότι υπάρχει αλκοόλη εις το σώμα του προσώπου αυτού, αλλ’ ουδείς συλλαμβάνεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος εδαφίου εάν ούτος ευρίσκεται εις νοσοκομείον τυγχάνων ιατρικής περιθάλψεως.

Τελική εξέτασις δειγμάτων εκπνοής

7.-(1) Προς τον σκοπόν διερευνήσεως κατά πόσον οιονδήποτε πρόσωπον, εις δείγμα εκπνοής του οποίου εγένετο προκαταρκτική εξέτασις, έχει διαπράξει αδίκημα κατά παράβασιν των διατάξεων του άρθρου 5, οιοσδήποτε αστυνομικός δύναται, τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου ως και των διατάξεων του άρθρου 9, να ζητήση παρά του προσώπου τούτου όπως παράσχη δύο δείγματα εκπνοής διά τελικήν εξέτασιν μετά παρέλευσιν δέκα τουλάχιστον λεπτών της ώρας από της χρονικής στιγμής κατά την οποίαν είχε παρασχεθή το δείγμα εκπνοής διά την προκαταρκτικήν εξέτασιν:

Νοείται ότι, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 9, εάν το πρόσωπον παρά του οποίου ζητείται η παραχώρησις δείγματος εκπνοής διά τελικήν εξέτασιν έχει υποστή οιονδήποτε τραυματισμόν, η τοιαύτη παραχώρησις δείγματος εκπνοής δύναται να πραγματοποιηθή μόνον τη συγκαταθέσει ιατρού:

Νοείται περαιτέρω ότι, εάν η παραχώρησις δείγματος εκπνοής δεν ενδείκνυται δι’ ιατρικούς λόγους, τούτο δε πιστοποιείται υπό ιατρού, οιοσδήποτε αστυνομικός ενεργών δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) δύναται να ζητήση όπως, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 9, το πρόσωπον παράσχει δείγμα αίματος δι’ εργαστηριακήν ανάλυσιν.

(2) Η παραχώρησις δείγματος εκπνοής, συμφώνως προς τας διατάξεις του εδαφίου (1), δέον όπως γίνεται εις τον πλησιέστερον χώρον όπου υπάρχει ο αναγκαίος προς τούτο τεχνικός εξοπλισμός.

(3) Εάν κατά την τελικήν εξέτασιν των δύο δειγμάτων εκπνοής των παραχωρηθέντων δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου προκύψωσι διάφοροι ενδείξεις περί της ποσότητος αλκοόλης εις την παραχωρηθείσαν εκπνοήν, λαμβάνεται υπ’ όψιν διά τους σκοπούς του παρόντος Νόμου η χαμηλοτέρα ένδειξις.

(4) Πας όστις, άνευ ευλόγου αιτίας, αρνείται ή αποφεύγει όπως μεταβή εις τον χώρον όπου υπάρχει ο αναγκαίος τεχνικός εξοπλισμός προς διενέργειαν τελικής εξετάσεως ή αρνείται ή αποφεύγει δι’ οιουδήποτε τρόπου να παράσχη δείγμα εκπνοής όταν τούτο ζητηθή παρ’ αυτού δυνάμει του παρόντος άρθρου, είναι ένοχος αδικήματος.

(5) Εις περίπτωσιν καθ’ ην αστυνομικός ζητεί παρ’ οιουδήποτε προσώπου όπως παράσχη δείγμα εκπνοής δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ούτος υποχρεούται όπως επιστήση την προσοχήν του τοιούτου προσώπου ότι η άρνησις ή αποφυγή παραχωρήσεως του ζητηθέντος δείγματος δυνατόν να συνιστά ποινικόν αδίκημα.

Εύλογος αιτία διά την άρνησιν παροχής δείγματος εκπνοής

8.-(1) Διά τους σκοπούς του εδαφίου (5) του άρθρου 6 και του εδαφίου (4) του άρθρου 7, εύλογος αιτία διά την οποίαν πρόσωπον δύναται να αρνηθή να παράσχη δείγμα εκπνοής θεωρείται η αιτία η οποία έχει σχέσιν με ιατρικούς λόγους, πιστοποιουμένη δι’ ενυπογράφου βεβαιώσεως ιατρικού λειτουργού. Η τοιαύτη βεβαίωσις επιδεικνύεται προς τον αστυνομικόν κατά τον χρόνον κατά τον οποίον ζητείται η υπό του προσώπου τούτου παροχή δείγματος εκπνοής ή, το βραδύτερον, εντός τριών ημερών από του χρόνου τούτου εις τον πλησιέστερον προς την κατοικίαν του αστυνομικόν σταθμόν.

(2) Εάν το πρόσωπον το οποίον ηρνήθη ή απέφυγε να παράσχη δείγμα εκπνοής δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) δεν δυνηθή να προσκομίση την δυνάμει του αυτού εδαφίου προνοουμένην ιατρικήν βεβαίωσιν εντός του ούτω καθοριζομένου χρονικού διαστήματος, θα τεκμαίρεται ότι τούτο ηρνήθη ή απέφυγε να παράσχη το ζητηθέν δείγμα εκπνοής άνευ ευλόγου αιτίας.

Προστασία προσώπων ευρισκομένων εις νοσοκομείον διά περίθαλψιν

9.-(1) Δεν επιτρέπεται να ζητηθή παρά προσώπου ευρισκομένου εις νοσοκομείον διά περίθαλψιν, η παροχή δείγματος εκπνοής ή αίματος διά τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, εκτός εάν ο ιατρός ο έχων υπό την άμεσον ιατρικήν παρακολούθησιν του το τοιούτο πρόσωπον επιτρέψη, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), την παραχώρησιν του ζητουμένου δείγματος και υπό τον όρον ότι η τοιαύτη παραχώρησις του δείγματος θα πραγματοποιηθή εντός του νοσοκομείου εις το οποίον ευρίσκεται διά περίθαλψιν το πρόσωπον.

(2) Ιατρός, έχων υπό την άμεσον αυτού ιατρικήν παρακολούθησιν οιονδήποτε πρόσωπον παρά του οποίου ζητείται η παροχή δείγματος εκπνοής ή αίματος διά τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, δύναται όπως αρνηθή να επιτρέψη την υπό του τοιούτου προσώπου παροχήν του ζητουμένου δείγματος εκπνοής ή αίματος, μόνον εάν κρίνη ότι, είτε αυτή ταύτη η παροχή του δείγματος, είτε η προειδοποίησις η οποία προνοείται εις το εδάφιον (5) του άρθρου 7 δυνατόν να επηρεάσωσιν αρνητικώς την θεραπευτικήν αγωγήν ή την κατάστασιν της υγείας του προσώπου.

(3) Δείγμα αίματος ζητούμενον δυνάμει των διατάξεων της δευτέρας επιφυλάξεως του εδαφίου (1) του άρθρου 7, παραχωρείται μόνον τη συγκαταθέσει του προσώπου παρά του οποίου τούτο ζητείται:

Νοείται ότι εις περίπτωσιν καθ’ ην το πρόσωπον παρά του οποίου ζητείται η παραχώρησις δείγματος αίματος αρνείται ή δεν είναι εις θέσιν, λόγω της καταστάσεως της υγείας του να συγκατατεθή εις την τοιαύτην παραχώρησιν, δύναται να χρησιμοποιηθή δι’ εργαστηριακήν ανάλυσιν δείγμα αίματος εκ ποσότητος αίματος το οποίον δυνατόν να έχη ληφθή παρά του προσώπου τούτου διά τας ανάγκας της ιατρικής αυτού παρακολουθήσεως, τούτου πιστοποιουμένου υπό του ιατρού του έχοντος το πρόσωπον υπό την άμεσον αυτού παρακολούθησιν.

Απόδειξις διά την ποσότητα αλκοόλης εις την εκπνοήν ή το άιμα κατηγορύμενου

10.-(1) Διά σκοπούς αποδείξεως αναφορικώς προς την ποσότητα αλκοόλης ήτις περιείχετο εις την εκπνοήν ή το αίμα προσώπου το οποίον κατηγορείται διά παράβασιν των διατάξεων του άρθρου 5 του παρόντος Νόμου, θα λαμβάνεται υπ’ όψιν η ποσότης αλκοόλης ήτις περιείχετο εις το δείγμα εκπνοής ή αίματος, το παρασχεθέν υπ’ αυτού δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου θα θεωρήται δε, διά σκοπούς εφαρμογής του παρόντος Νόμου, ότι η ποσότης αλκοόλης ήτις περιείχετο εις την εκπνοήν ή το αίμα του κατηγορουμένου κατά τον χρόνον καθ’ ον ωδήγει ή επειράτο να οδηγήση δεν ήτο μικροτέρα της ποσότητος αλκοόλης ήτις περιείχετο εις το υπ’ αυτού παρασχεθέν δείγμα εκπνοής ή αίματος.

(2) Αι διατάξεις του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται εάν ο κατηγορούμενος αποδείξη-

(α) ότι είχε καταναλώσει οινοπνευματώδες ποτόν εις χρόνον μεταγενέστερον του χρόνου κατά τον οποίον έπαυσε να οδηγή ή επειράτο να οδηγήση οιονδήποτε όχημα εν όσω τούτο ευρίσκετο επί τινος οδού ή ετέρου δημοσίου χώρου και προτού παρασχεθή το δείγμα εκπνοής ή αίματος, και

(β) ότι εάν δεν έπραττε ούτω, το ποσοστόν αλκοόλης εις την εκπνοήν ή το αίμα αυτού δεν θα υπερέβαινε το καθορισθέν όριον.

(3) Αποδεικτικόν της ποσότητος αλκοόλης ήτις περιέχεται εις δείγμα εκπνοής ή αίματος εις ποινικήν διαδικασίαν δι’ αδίκημα διαπραχθέν κατά παράβασιν των διατάξεων του παρόντος Νόμου, αποτελεί-

(α) το έντυπον αποτέλεσμα το παραγόμενον αυτομάτως υπό της συσκευής διά της οποίας διενεργείται η τελική εξέτασις δείγματος εκπνοής, συνοδευόμενον υπό πιστοποιήσεως, γενομένης είτε επ’ αυτού τούτου του εντύπου αποτελέσματος είτε άλλως και υπογραφομένης υπό αστυνομικού, διά της οποίας πιστοποιείται ότι το τοιούτον έντυπον αποτέλεσμα είναι σχετικόν προς το δείγμα εκπνοής το παρασχεθέν υπό του κατηγορουμένου κατά την ημερομηνίαν και ώραν την αναγραφομένην επ’ αυτού. ή

(β) πιστοποιητικόν υπογραφόμενον υπό οιουδήποτε χημικού υπηρετούντος εις το Γενικόν Χημείον του Κράτους αναφορικώς προς το ποσοστόν αλκοόλης ήτις ανευρέθη κατά την εργαστηριακήν ανάλυσιν εις το δείγμα αίματος το καθοριζόμενον εις το πιστοποιητικόν.

(4) Παν έγγραφον το οποίον αποτελεί το έντυπον αποτέλεσμα ή το πιστοποιητικόν ή αμφότερα το έντυπον αποτέλεσμα και το πιστοποιητικόν, τα αναφερόμενα εις την παράγραφον (α) του εδαφίου (3), είναι αποδεκτόν υπό του Δικαστηρίου ως αποδεικτικόν στοιχείον εκ μέρους της κατηγορούσης αρχής, της προσωπικής παρουσίας του εξετάσαντος το δείγμα εκπνοής και υπογράψαντος τα εν τω παρόντι εδαφίω έγγραφα αστυνομικού ενώπιον του Δικαστηρίου μη ούσης αναγκαίας, εκτός εάν το Δικαστήριον ήθελεν άλλως διατάξει:

Νοείται ότι το Δικαστήριον δύναται να αρνηθή όπως αποδεχθή ως αποδεικτικόν στοιχείον οιονδήποτε πιστοποιητικόν ή έτερον έγγραφον παρουσιαζόμενον ως πιστοποιητικόν, εφ’ όσον ο κατηγορούμενος ήθελεν επιδώσει, τρεις τουλάχιστον ημέρας προ της ημερομηνίας εκδικάσεως της υποθέσεως ή εντός τοιαύτης προθεσμίας οίαν το Δικαστήριον ήθελεν εις ειδικάς περιπτώσεις επιτρέψει, προς το Δικαστήριον και την κατηγορούσαν αρχήν ειδοποίησιν διά της οποίας θα εζητείτο η προσωπική ενώπιον του Δικαστηρίου παρουσία του προσώπου το οποίον υπέγραψεν ή φέρεται ως υπογράψαν το πιστοποιητικόν ή άλλο έγγραφον.

(5) Στις περιπτώσεις εντύπων αποτελεσμάτων που παράγονται αυτόματα μετά την 1η Ιανουαρίου του 2000 από συσκευές που έχουν εισαχθεί και λειτουργούν από την 1η Ιανουαρίου 1999, το έτος της ημερομηνίας που αναγράφεται στα έντυπα αυτά διαβάζεται ωσάν οι δύο πρώτοι αριθμοί του έτους ήσαν 20 (δηλαδή 2000) αντί 19 (δηλαδή 1900) που δυνατόν οι συσκευές αυτές να αναγράφουν.

Απαγόρευση οδήγησης και κατακράτηση οχήματος

10A.-(1) Σε περίπτωση που-

(i) μηχανοκίνητο όχημα οδηγείται από πρόσωπο κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 5∙

(ii) οδηγός αρνείται ή αποφεύγει καθ’ οιονδήποτε τρόπον να παράσχει δείγμα εκπνοής, κατά παράβαση των διατάξεων του εδαφίου (5) του άρθρου 6∙

(iii) οδηγός αρνείται ή αποφεύγει να μεταβεί στο χώρο όπου υπάρχει ο αναγκαίος τεχνικός εξοπλισμός για διενέργεια τελικής εξέτασης ή αρνείται ή αποφεύγει με οποιοδήποτε τρόπο να παράσχει δείγμα εκπνοής, κατά παράβαση των διατάξεων του εδαφίου (4) του άρθρου 7,

μέλος της Αστυνομίας ή Επόπτης απαγορεύει τη συνέχιση της οδήγησης του εν λόγω μηχανοκίνητου οχήματος από το πρόσωπο που προβαίνει στην παράβαση και δύναται να κατακρατήσει το όχημα για  περίοδο μέχρι είκοσι τέσσερις (24) ώρες, εκτός εάν το μηχανοκίνητο όχημα μπορεί να οδηγηθεί νόμιμα από άλλο πρόσωπο.

(2) Όχημα που κατακρατείται με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (1), δύναται να μεταφερθεί από μέλος της Αστυνομίας ή Επόπτη ή από άλλο εξουσιοδοτημένο από αυτούς πρόσωπο, σε κατάλληλο κατά την κρίση του Αρχηγού της Αστυνομίας χώρο.

(3) Όχημα που μεταφέρθηκε και βρίσκεται σε χώρο που αναφέρεται στο εδάφιο (2) δύναται να παραληφθεί από τον κάτοχό του ή τον ιδιοκτήτη του ή από αντιπρόσωπο του ιδιοκτήτη, ο οποίος δύναται νόμιμα να το οδηγήσει, εφόσον καταβληθούν τα πραγματικά έξοδα, εάν προκύψουν από τη μετακίνηση και φύλαξη του οχήματος στο χώρο αυτόν και τα οποία υπολογίζονται με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.

(4) Σε περίπτωση που δεν καταβάλλονται τα πραγματικά έξοδα, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (3), ή το όχημα δεν παραληφθεί εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία που ο ιδιοκτήτης ή ο κάτοχός του ενημερωθεί σχετικά από τον Αρχηγό της Αστυνομίας για να το παραλάβει, αυτό δύναται να διατεθεί ως αζήτητη περιουσία σύμφωνα με το άρθρο 32 του περί Αστυνομίας Νόμου.

(5) Πρόσωπο που εμποδίζει μέλος της Αστυνομίας ή Επόπτη να ασκήσει τις χορηγούμενες στο εδάφιο (1) εξουσίες είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή/και σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα δύο χιλιάδες ευρώ (€2.000).

Αδικήματα και ποινές

11.-(1) Οδηγός για τον οποίο εφαρμόζεται το άρθρο 5(2)(α), ο οποίος διαπράττει αδίκηµα δυνάµει των διατάξεων του άρθρου 5, είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται-

(α) σε περίπτωση που η αναλογία αλκοόλης στην εκπνοή ή στο αίμα υπερβαίνει το καθορισμένο στον παρόντα Νόµο όριο αλλά είναι µικρότερη των 36 µg/100ml ή των 82 mg/100ml, αντίστοιχα, σε ποινή φυλάκισης για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τον έναν μήνα ή/και σε χρηµατική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια πεντακόσια ευρώ (€1,500),

(β) σε περίπτωση που η αναλογία αλκοόλης στην αναπνοή ή στο αίµα υπερβαίνει τα 35 µg/100ml ή τα 81 mg/100ml αντίστοιχα, αλλά είναι µικρότερη των 56µ g/100ml ή των 127 mg/100ml, αντίστοιχα, σε ποινή φυλάκισης για χρονικό διάστηµα που δεν υπερβαίνει τους τρεις (3) µήνες ή/και σε χρηµατική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες ευρώ (€3.000),

(γ) σε περίπτωση που η αναλογία αλκοόλης στην εκπνοή ή στο αίµα υπερβαίνει τα 55 µg/100ml ή τα 126 mg/100ml, αντίστοιχα, αλλά είναι µικρότερη των 71 µg/100ml ή των 161 mg/100ml, αντίστοιχα, σε ποινή φυλάκισης για χρονικό διάστηκα που δεν υπερβαίνει τους οκτώ (8) µήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) ή σε στέρηση του δικαιώματος να κατέχει ή να λαµβάνει άδεια οδήγησης για χρονικό διάστηµα που δεν υπερβαίνει τους τέσσερις (4) µήνες ή σε όλες ή οποιεσδήποτε από τις πιο πάνω αναφερόµενες ποινές,

(δ) σε περίπτωση που η αναλογία αλκοόλης στην εκπνοή ή στο αίµα υπερβαίνει τα 70 µg/100ml ή τα 160 mg/100ml, αντίστοιχα, σε ποινή φυλάκισης για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες  ευρώ (€10.000) ή σε στέρηση του δικαιώματος να κατέχει ή να λαμβάνει άδεια οδήγησης για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε όλες ή οποιεσδήποτε από τις πιο πάνω αναφερόμενες ποινές.

(2) Οδηγός για τον οποίο εφαρμόζεται το άρθρο 5(2)(β), ο οποίος διαπράττει αδίκηµα δυνάµει των διατάξεων του άρθρου 5, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται-

(α) σε περίπτωση που η αναλογία αλκοόλης στην εκπνοή ή στο αίμα υπερβαίνει το καθορισμένο στον παρόντα Νόμο όριο αλλά είναι μικρότερη των 23 µg/100ml ή των 52 mg/100ml, αντίστοιχα, σε ποινή φυλάκισης για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τον ένα μήνα ή/και σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια πεντακόσια ευρώ (€1.500),

(β) σε περίπτωση που η αναλογία αλκοόλης στην αναπνοή ή στο αίμα υπερβαίνει τα 22 µg/100ml ή τα 51mg/100ml, αντίστοιχα, αλλά είναι μικρότερη των 36 µg/100ml ή των 82mg/100ml, αντίστοιχα, σε ποινή φυλάκισης για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες ή/και σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες ευρώ (€3.000),

(γ) σε περίπτωση που η αναλογία αλκοόλης στην εκπνοή ή στο αίμα υπερβαίνει τα 35 µg/100ml ή τα 81 mg/100ml, αντίστοιχα, αλλά είναι μικρότερη των 56 µg/100ml ή των 127 mg/100ml, αντίστοιχα, σε ποινή φυλάκισης για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους οκτώ (8) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) ή σε στέρηση του δικαιώματος να κατέχει ή να λαμβάνει άδεια οδήγησης για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους τέσσερις (4) µήνες ή σε όλες ή οποιεσδήποτε από τις πιο πάνω αναφερόμενες ποινές,

(δ) σε περίπτωση που η αναλογία αλκοόλης στην εκπνοή ή στο αίμα υπερβαίνει τα 55 µg/100ml ή τα 126 mg/100ml, αντίστοιχα, σε ποινή φυλάκισης για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη, ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή σε στέρηση  του δικαιώματος να κατέχει ή να λαμβάνει άδεια οδήγησης για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε όλες ή οποιεσδήποτε από τις πιο πάνω αναφερόμενες ποινές.

(3) Πρόσωπο που διαπράττει αδίκημα δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (5) του άρθρου 6 ή του εδαφίου (4) του άρθρου 7, είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη, ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή σε στέρηση του δικαιώματος να κατέχει ή να λαμβάνει άδεια οδήγησης για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε όλες ή οποιεσδήποτε από τις πιο πάνω αναφερόμενες ποινές.

(4) Το Δικαστήριο δύναται, σε περίπτωση που καταδικάσει πρόσωπο με βάση τις παραγράφους (α) και (β) του εδαφίου (1) και τις παραγράφους (α) και (β) του εδαφίου (2), να επιβάλει σε αυτό, επιπρόσθετα με τις προβλεπόμενες στις εν λόγω παραγράφους ποινές,  στέρηση του δικαιώματος να κατέχει ή να λαμβάνει άδεια οδήγησης για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες.

(5) Σε περίπτωση που πρόσωπο που καταδικάστηκε με βάση τα εδάφια (1) ή (2) διαπράξει, εντός τριών (3) ετών από την καταδίκη του, οποιοδήποτε αδίκημα που τιμωρείται με βάση τα εν λόγω εδάφια, το Δικαστήριο δύναται να του επιβάλει ποινές διπλάσιες από τις προβλεπόμενες στα εδάφια αυτά.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΑ ΟΔΗΓΗΣH ΥΠΟ ΤΗΝ ΕΠΗΡΕΙΑ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ
Ερμηνεία

11Α.  Για τους σκοπούς του Μέρους αυτού:

“αποπειράται να οδηγήσει” σημαίνει βρίσκεται στη θέση του οδηγού και έχει θέσει τον κινητήρα του οχήματος σε λειτουργία·

“δείγμα σάλιου” σημαίνει ποσότητα σάλιου που κρίνεται ικανοποιητική για διενέργεια προκαταρκτικής ή και εργαστηριακής εξέτασης·

“εργαστηριακή εξέταση” σημαίνει την εφαρμοζόμενη από το επίσημο διαπιστευμένο εργαστήριο του Γενικού Χημείου του Κράτους στον τομέα της τοξικολογίας μέθοδο, για ανίχνευση ναρκωτικών σε δείγματα σάλιου·

“ναρκωτικά” σημαίνει ελεγχόμενες ουσίες, όπως αυτές καθορίζονται στους περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμους του 1977 μέχρι (Αρ. 2) του 2010·

“οδός” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τους περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμους του 1972 μέχρι 2016·

“προκαταρκτική εξέταση” σημαίνει την εξέταση δείγματος σάλιου προσώπου με συσκευή προκαταρκτικής εξέτασης·

“συσκευή προκαταρκτικής εξέτασης” σημαίνει συσκευή που ανιχνεύει την τυχόν ύπαρξη ναρκωτικών σε δείγμα σάλιου και η οποία πληροί τις προδιαγραφές οι οποίες καθορίζονται με διάταγμα του Υπουργού, το οποίο εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 11ΣΤ.

Οδήγηση υπό την επήρεια ναρκωτικών

11Β. Πρόσωπο το οποίο οδηγεί ή αποπειράται να οδηγήσει οποιοδήποτε όχημα σε οποιαδήποτε οδό ενώ τελεί υπό την επήρεια ναρκωτικών, διαπράττει αδίκημα.

Προκαταρκτικές εξετάσεις και εργαστηριακή εξέταση

11Γ.-(1) Σε περίπτωση που μέλος της Αστυνομίας έχει εύλογη υποψία ότι έγινε ή γίνεται χρήση ναρκωτικών από πρόσωπο που οδηγεί ή αποπειράται να οδηγήσει οποιοδήποτε όχημα σε οποιαδήποτε οδό, δύναται να ζητήσει από το πρόσωπο αυτό να παράσχει δείγμα σάλιου για προκαταρκτική εξέταση, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 11Δ.

(2) Σε περίπτωση που πρόσωπο που οδηγεί ή αποπειράται να οδηγήσει οποιοδήποτε όχημα σε οποιαδήποτε οδό, διέπραξε τροχαίο αδίκημα, μέλος της Αστυνομίας δύναται να ζητήσει από το πρόσωπο αυτό να παράσχει δείγμα σάλιου για προκαταρκτική εξέταση, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 11Δ.

(3) Σε περίπτωση που συμβεί τροχαίο ατύχημα λόγω της παρουσίας οποιουδήποτε οχήματος σε οποιαδήποτε οδό, μέλος της Αστυνομίας δύναται να ζητήσει από πρόσωπο για το οποίο έχει εύλογη υποψία ότι οδηγούσε ή αποπειράθηκε να οδηγήσει το συγκεκριμένο όχημα κατά το χρόνο του ατυχήματος, να παράσχει δείγμα σάλιου για προκαταρκτική εξέταση, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 11Δ.

(4) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 11Δ και ανεξάρτητα από την ύπαρξη της εύλογης υποψίας που αναφέρεται στο εδάφιο (1), μέλος της Αστυνομίας δύναται να ζητήσει από οποιοδήποτε πρόσωπο που οδηγεί ή αποπειράται να οδηγήσει οποιοδήποτε όχημα σε οποιαδήποτε οδό, να παράσχει δείγμα σάλιου για προκαταρκτική εξέταση.

(5) Μέλος της Αστυνομίας δύναται να ζητήσει από πρόσωπο, δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (1), (2), (3) ή (4) του παρόντος άρθρου, να παράσχει επιτόπου δείγμα σάλιου για προκαταρκτική εξέταση και αν αυτό δεν είναι δυνατό, μέλος της Αστυνομίας ζητά από το πρόσωπο αυτό, να παράσχει δείγμα σάλιου στον πλησιέστερο αστυνομικό σταθμό, δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (1), (2), (3) ή (4).

(6) Σε περίπτωση που η προκαταρκτική εξέταση ανιχνεύσει ναρκωτικά στο δείγμα σάλιου του προσώπου αυτού, μέλος της Αστυνομίας ζητά από το πρόσωπο αυτό, να παράσχει επιτόπου πρόσθετο δείγμα σάλιου για εργαστηριακή εξέταση ή ενημερώνει το πρόσωπο αυτό ότι το δείγμα του σάλιου του που έχει δοθεί για την προκαταρκτική εξέταση θα αξιοποιηθεί και για εργαστηριακή εξέταση.

(7) Πρόσωπο το οποίο αρνείται ή αποφεύγει να μεταβεί με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (5) στον καθοριζόμενο αστυνομικό σταθμό ή αρνείται ή αποφεύγει με οποιοδήποτε τρόπο να δώσει δείγμα σάλιου για προκαταρκτική ή εργαστηριακή εξέταση όταν αυτό του ζητηθεί με βάση τις διατάξεις του παρόντος άρθρου διαπράττει ποινικό αδίκημα:

Νοείται ότι αποτελεί υπεράσπιση του προσώπου αυτού η επίκληση ιατρικών λόγων που δικαιολογούν την πιο πάνω άρνηση.

(8) Το μέλος της Αστυνομίας που ζητά δείγμα σάλιου είτε για προκαταρκτική είτε για εργαστηριακή εξέταση, είτε επιτόπου είτε σε αστυνομικό σταθμό δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (5) και (6) εφιστά την προσοχή του προσώπου αυτού στο ότι η άρνηση ή αποφυγή παραχώρησης του ζητηθέντος δείγματος δυνατό να συνιστά ποινικό αδίκημα.

(9)(α) Η λήψη σάλιου για σκοπούς της εργαστηριακής εξέτασης και η καταγραφή των στοιχείων από την επεξεργασία αυτού διενεργείται μόνο για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου:

Νοείται ότι το δείγμα σάλιου στο οποίο δεν ανιχνεύονται ναρκωτικά καταστρέφεται αμέσως ενώ το δείγμα σάλιου στο οποίο ανιχνεύονται ναρκωτικά καταστρέφεται μετά την παρέλευση τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία ενημέρωσης του προσώπου ότι το εν λόγω δείγμα πρόκειται να καταστραφεί:

Νοείται περαιτέρω ότι η καταγραφή των στοιχείων που προέκυψαν από την επεξεργασία του δείγματος διαγράφεται από τα αρχεία φύλαξής τους αμέσως μετά την έκδοση τελεσίδικης απόφασης του δικαστηρίου.

(β) Πρόσωπο το οποίο παραβαίνει τις διατάξεις του εδαφίου αυτού διαπράττει ποινικό αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης μέχρι τρία (3) έτη και σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες πεντακόσια ευρώ (€3.500) ή και στις δύο αυτές ποινές.

(10) Μέλος της Αστυνομίας, σε περίπτωση που η προκαταρκτική εξέταση που διεξάγεται με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (5) του παρόντος άρθρου, ανιχνεύσει ναρκωτικά στο δείγμα σάλιου οποιουδήποτε προσώπου ή στην περίπτωση άρνησης ή αποφυγής παραχώρησης δείγματος σάλιου για προκαταρκτική εξέταση ή εργαστηριακή εξέταση, με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (7) του παρόντος άρθρου, μεριμνά για τη μεταφορά του οχήματος του προσώπου αυτού στον πλησιέστερο αστυνομικό σταθμό και απαγορεύει στον οδηγό να συνεχίσει την οδήγηση:

Νοείται ότι εάν υπάρχει εύλογη υποψία ότι, το πρόσωπο στο οποίο θα παραδοθεί το όχημα, βρίσκεται υπό την επήρεια ναρκωτικών, μέλος της Αστυνομίας δύναται να το υποβάλει σε προκαταρκτική εξέταση, το αποτέλεσμα της οποίας θα πρέπει να είναι αρνητικό για να επιτραπεί στο πρόσωπο αυτό να οδηγήσει το εν λόγω όχημα.

(11) Μέλος της Αστυνομίας στην περίπτωση που η προκαταρκτική εξέταση που διεξάγεται, με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (5) του παρόντος άρθρου, ανιχνεύσει ναρκωτικά στο δείγμα σάλιου οποιουδήποτε προσώπου, με το πέρας της διαδικασίας λήψης δείγματος σάλιου για εργαστηριακή εξέταση για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους από το πρόσωπο αυτό ή στην περίπτωση άρνησης ή αποφυγής παραχώρησης δείγματος σάλιου για προκαταρκτική εξέταση ή εργαστηριακή εξέταση από το πρόσωπο αυτό, με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (7), μεριμνά για την ασφαλή μεταφορά του προσώπου αυτού στον τόπο κατοικίας του.

Προστασία προσώπων τα οποία βρίσκονται στο νοσοκομείο για περίθαλψη

11Δ.-(1) Δεν επιτρέπεται να ζητηθεί από πρόσωπο το οποίο βρίσκεται για σκοπούς περίθαλψης στο νοσοκομείο η παροχή δειγμάτων σάλιου για προκαταρκτική εξέταση ή εργαστηριακή εξέταση για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους, εκτός αν ο ιατρός που έχει υπό την άμεση ιατρική παρακολούθησή του το πρόσωπο αυτό το επιτρέψει, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου:

Νοείται ότι η λήψη των δειγμάτων σάλιου για προκαταρκτική εξέταση ή για εργαστηριακή εξέταση διενεργείται εντός του χώρου του νοσοκομείου.

(2) Ιατρός ο οποίος έχει υπό την άμεση ιατρική του παρακολούθηση οποιοδήποτε πρόσωπο από το οποίο έχει ζητηθεί δείγμα σάλιου για προκαταρκτική εξέταση ή εργαστηριακή εξέταση για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους, δύναται να αρνηθεί να επιτρέψει την παραχώρηση από το πρόσωπο αυτό, δείγματος σάλιου για προκαταρκτική εξέταση ή εργαστηριακή εξέταση, μόνο αν κρίνει ότι η παραχώρηση αυτού του δείγματος δυνατό να επηρεάσει αρνητικά τη θεραπευτική αγωγή ή την κατάσταση της υγείας του προσώπου.

Απόδειξη παραβίασης του άρθρου 11Β

11Ε.-(1) Για σκοπούς απόδειξης της παραβίασης των διατάξεων του άρθρου 11Β λαμβάνονται υπόψη μόνο τα αποτελέσματα της εργαστηριακής εξέτασης, δεδομένου ότι σε αυτά έχουν εντοπιστεί ναρκωτικά ανεξάρτητα από την ποσότητα.

(2) Τα αποτελέσματα της εργαστηριακής εξέτασης περιλαμβάνονται σε εργαστηριακή έκθεση που υπογράφεται από χημικό που υπηρετεί στο Γενικό Χημείο του Κράτους, η οποία αποστέλλεται στην Αστυνομία για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου.

(3) Ο Διευθυντής Τμήματος Οδικών Μεταφορών ενημερώνεται από την Αστυνομία αναφορικά με την αναστολή του δικαιώματος κατοχής ή απόκτησης άδειας οδήγησης, μετά από σχετική απόφαση του Δικαστηρίου.

Καθορισμός των προτύπων για τις συσκευές ανίχνευσης ναρκωτικών

11ΣΤ.-(1) Ο Υπουργός, με διάταγμά του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, καθορίζει τις προδιαγραφές τις οποίες πρέπει να πληρούν οι συσκευές προκαταρκτικής εξέτασης.

(2) Ο Υπουργός δύναται να εκδίδει διατάγματα με τα οποία ακυρώνονται ή τροποποιούνται οι προδιαγραφές για τις συσκευές προκαταρκτικής εξέτασης.

Αδικήματα και ποινές

11Ζ.-(1) Πρόσωπο το οποίο διαπράττει αδίκημα δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 11Β και του εδαφίου (7) του άρθρου 11Γ, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) χρόνια ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει οκτώ χιλιάδες ευρώ (€8.000) ή σε στέρηση της ικανότητάς του να κατέχει ή να λαμβάνει άδεια οδήγησης για χρονική περίοδο που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) χρόνια ή σε όλες ή σε οποιαδήποτε ή σε οποιεσδήποτε από τις πιο πάνω ποινές:

Νοείται ότι, το Δικαστήριο δύναται, επιπρόσθετα των πιο πάνω ποινών και νοουμένου ότι το πρόσωπο αιτηθεί στο Δικαστήριο έκδοση διατάγματος θεραπείας, να εκδώσει διάταγμα θεραπείας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 του περί Θεραπείας Κατηγορούμενων Χρηστών ή Ουσιοεξαρτημένων Νόμου.

(2) Πρόσωπο το οποίο διαπράττει αδίκημα δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 11Β και του εδαφίου (7) του άρθρου 11Γ δεν διώκεται ποινικά δυνάμει των διατάξεων των περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμων του 1977 μέχρι (Αρ. 2) του 2010.

(3) Πρόσωπο που εμποδίζει μέλος της Αστυνομίας να ασκήσει τις χορηγούμενες στο εδάφιο (10) του άρθρου 11Γ εξουσίες είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή/και σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα δύο χιλιάδες (€2.000) ευρώ.

Ειδικό Ταμείο για σκοπούς απεξάρτησης ουσιοεξαρτώμενων προσώπων

11Η. (1) Τα έσοδα που προέρχονται από καταδίκες δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 11Ζ κατατίθενται σε Ειδικό Ταμείο και διατίθενται για σκοπούς απεξάρτησης ουσιοεξαρτώμενων προσώπων.

(2) Η ίδρυση, η λειτουργία και η διαχείριση του δυνάμει του εδαφίου (1) Ειδικού Ταμείου προβλέπεται σε Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι μέχρι την έναρξη της ισχύος των υπό αναφορά Κανονισμών τα έσοδα που προκύπτουν από τις διατάξεις του άρθρου 11Ζ κατατίθενται στο Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας.

Πληρωμή τελών για εργαστηριακή εξέταση

11Θ. Πρόσωπο το οποίο καταδικάζεται για αδίκημα δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 11Β, καταβάλλει τα νενομισμένα τέλη, ως αντίτιμο για το κόστος των εργαστηριακών εξετάσεων.

Έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου

11Ι. Ο παρών Νόμος τίθεται σε ισχύ με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ ΖΩΝΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Καθορισμός προτύπων διά ζώνας ασφαλείας και έλεγχος

12. [Διαγράφηκε]
Καθορισμός προτύπων διά ζώνας ασφαλείας και έλεγχος

13. [Διαγράφηκε]
Υποχρέωσις προς εγκατάστασιν ζωνών ασφαλείας

14. [Διαγράφηκε]
Υποχρέωσις προς χρήσιν ζωνών ασφαλείας

15. [Διαγράφηκε]
Εξαιρέσεις εκ της υποχρεώσεως προς χρήσιν ζώνηνς ασφαλείας

16. [Διαγράφηκε]
Αδικήματα και ποιναί

17. [Διαγράφηκε]
Αποστέρησις ικανότητος του κατέχειν ή λαμβάνειν άδειαν οδηγού

18. [Διαγράφηκε]
ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ ΖΩΝΕΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Καθορισμός προτύπων για ζώνες ασφαλείας και συστημάτων συγκράτησης και έλεγχος

12.-(1) Ο Υπουργός, με διάταγμα του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, καθορίζει τα πρότυπα, τις προδιαγραφές των οποίων πρέπει να πληρούν οι ζώνες ασφαλείας και τα συστήματα συγκράτησης που χρησιμοποιούνται για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου, καθώς επίσης και τους εθνικούς ή διεθνείς οργανισμούς των οποίων η πιστοποίηση για την τήρηση ή μη των εν λόγω προδιαγραφών σε σχέση με τις εγκεκριμένες ζώνες ασφαλείας και συστήματα συγκράτησης θα γίνεται δεκτή στη Δημοκρατία.

(2) Ο Υπουργός μπορεί να εκδίδει διατάγματα με τα οποία να ρυθμίζει θέματα εγκατάστασης ζωνών ασφαλείας και συστημάτων συγκράτησης σε οποιοδήποτε όχημα και θέματα χρήσης τους. Με διατάγματα αυτά μπορεί να γίνεται διαφορετική ρύθμιση σε σχέση με διαφορετικές κατηγορίες ατόμων και διαφορετικές περιστάσεις, να εισάγονται δε τέτοιες εξαιρέσεις οι οποίες, κατά την κρίση του Υπουργού, είναι σκόπιμες ή αναγκαίες, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 16 του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι η χρήση ζώνης ασφαλείας συστήματος συγκράτησης εγκεκριμένου από την αρμόδια αρχή κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης θεωρείται ότι πληροί τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(3) Διάταγμα που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου πρέπει, δεκαπέντε μέρες πριν την έκδοσή του, να αποστέλλεται στη Βουλή των Αντιπροσώπων για ενημέρωση.

Επιθεώρηση προτύπων για ζώνες ασφαλείας και συστημάτων συγκράτησης και έλεγχος

13. Ο Έφορος μπορεί, οποτεδήποτε, να καλεί τον ιδιοκτήτη οποιουδήποτε μηχανοκίνητου οχήματος ή τους ιδιοκτήτες οποιασδήποτε κατηγορίας μηχανοκίνητων οχημάτων να προσκομίσουν τα οχήματά τους για επιθεώρηση, με σκοπό τον έλεγχο των ζωνών ασφαλείας και συστημάτων συγκράτησης που είναι προσαρμοσμένα σ' αυτά, τόσο αναφορικά με το κατά πόσο πληρούν τις προδιαγραφές ενός από τα καθορισμένα πρότυπα, όσο και αναφορικά με την ασφαλή προσαρμογή τους στο όχημα.

Υποχρέωση για εγκατάσταση ζωνών ασφαλείας

14.-(1) Κανένα από τα μηχανοκίνητα οχήματα που καθορίζονται στο άρθρο 2 δε θα εγγράφεται στη Δημοκρατία, από την ημερομηνία που θα καθοριστεί για το σκοπό αυτό, με διάταγμα του Υπουργού που θα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, εκτός αν φέρει ζώνες ασφαλείας ή συστήματα συκγράτησης στερεά προσαρμοσμένα σε σταθερά σημεία του σκελετού του οχήματος, που προορίζονται για χρήση από τον οδηγό και τους καθήμενους σε όλα τα καθίσματα του οχήματος.

(2) Κάθε εγγεγραμμένο μηχανοκίνητο όχημα που υπάγεται στις κατηγορίες που καθορίζονται στο άρθρο 2 πρέπει, από την ημερομηνία που θα καθοριστεί από για το σκοπό αυτό με διάταγμα του Υπουργού, που θα δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να φέρει ζώνες ασφαλείας ή συστήματα συγκράτησης στερρά προσαρμοσμένα σε σταθερά σημεία του σκελετού του οχήματος, τα οποία προορίζονται για χρήση από τον οδηγό και τους καθήμενους σε όλα τα καθίσματα του οχήματος:

Νοείται ότι οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου εφαρμόζονται και στην περίπτωση που κυκλοφορεί στη Δημοκρατία με αριθμούς εγγραφής χώρας που δεν είναι κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(3) Μετά από άδεια του Εφόρου, οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου δεν εφαρμόζονται για τη μεταφορά στο έδαφος της Δημοκρατίας-

(α) στις περιπτώσεις οχημάτων στα οποία είναι κατά την κρίση του Εφόρου τεχνικά αδύνατη ή υπερβολικά δύσκολη η εγκατάσταση ζωνών ασφαλείας ή συστημάτων συγκράτησης·

(β) στις περιπτώσεις που υπάρχουν ειδικές φυσικές συνθήκες ή ειδικές περιστάσεις περιορισμένης διάρκειας·

(γ) στις περιπτώσεις που διασφαλίζεται η αποτελεσματική άσκηση ορισμένων επαγγελματικών δραστηριοτήτων·

(δ) στις περιπτώσεις που διασφαλίζεται η ορθή λειτουργία των δραστηριοτήτων που συνδέονται με υπηρεσίες δημόσιας τάξης, ασφάλειας ή αντιμετώπισης επειγόντων περιστατικών·

(ε) όταν η εγκατάσταση δύο συστημάτων συγκράτησης για παιδιά στο πίσω μέρος των οχημάτων των κατηγοριών Μ1 και Ν1 εμποδίζει, λόγω έλλειψης χώρου, την εγκατάσταση ενός τρίτου συστήματος, ένα τρίτο παιδί, ηλικίας τριών ετών και άνω και ύψους κάτω των 150cm να συγκρατείται από ζώνη για ενήλικες·

(στ) στις θέσεις, εκτός από τα εμπρόσθια καθίσματα οχήματος των κατηγοριών Μ1 και Ν1, όταν πρόκειται για περιστασιακή μεταφορά σε μικρή απόσταση και δε διατίθεται στο όχημα κανένα σύστημα συγκράτησης για παιδιά ή εάν διατίθενται τέτοια συστήματα όχι σε επαρκή αριθμό, τα παιδιά ηλικίας τριών ετών και άνω να συγκρατούνται από ζώνη ασφαλείας για ενήλικες·

(ζ) στις περιπτώσεις που υπάρχουν ιδιαίτερες συνθήκες κυκλοφορίας των οχημάτων των κατηγοριών Μ2 και Μ3 που προορίζονται για τοπικές μεταφορές και κυκλοφορούν σε αστικές περιοχές ή σε οικισμούς ή στα οποία επιτρέπονται θέσεις ορθίων:

Νοείται ότι, οποιοδήποτε χρησιμοποιούμενο σύστημα συγκράτησης για παιδιά πρέπει να είναι σύμφωνο με το περί Έγκρισης ΕΚ Τύπου (Ζώνες Ασφαλείας και Συστήματα Συγκρατήσεως Επιβατών των Οχημάτων) Διάταγμα του 2006.

Υποχρέωση χρήσης συστήματος ασφαλείας σε οχήματα των κατηγοριών Μ1, Ν1, Ν2 και Ν3

15.-(1) Οι επιβαίνοντες σε οχήματα κατηγοριών Μ1, Ν1, Ν2 και Ν3, τα οποία είναι σε χρήση, χρησιμοποιούν τα συστήματα ασφαλείας που είναι εγκαταστημένα στα οχήματα και που καθορίζονται στον παρόντα Νόμο.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (7), τα παιδιά ύψους κάτω των 150 cm που επιβαίνουν στα οχήματα των κατηγοριών Μ1, Ν1, Ν2 και Ν3, τα οποία είναι εξοπλισμένα με συστήματα ασφαλείας, στγκρατούνται με σύστημα συγκράτησης για παιδιά ολοκληρωμένου τύπου ή μή ολοκληρωμένου τύπου, κατά την έννοια του εδαφίου (3), προσαρμοσμένο στο βάρος του παιδιού σύμφωνα με:

(α) Την ταξινόμηση που προβλέπεται στο εδάφιο (4) για τα συστήματα συγκράτησης παιδιών που είναι εγκεκριμένα σύμφωνα με την παράγραο (α) του εδαφίου (5).

(β) την κλίμακα μεγέθους και της μέγιστης μάζας επιβαινόντων για τα οποία προορίζεται το σύστημα συγκράτησης για παιδιά, όπως ορίζεται από τον κατασκευαστή για συστήματα συγκράτησης παιδιών που είναι εγκεκριμένα σύμφωνα με την παράγραφο (β) του εδαφίου (5).

(3) Τα συστήματα συγκράτησης για παιδιά υποδιαιρούνται σε δύο κλάσεις:

(α) Την κλάση ολοκληρωμένου τύπου, η οποία περιλαμβάνει συνδυσμό ιμάντων ή εύκαμπτων κατασκευαστικών στοιχέιων με πόρπη ασφάλισης, συστήματα ρύθμισης, εξαρτήματα πρόσδεσης. και σε ορισμένες περιπτώσεις, συμπληρωματικό κάθισμα ή/και σύστημα προστασίας από τις κρούσεις το οποίο μπορεί να αγκιστρώνεται με δικό του ενσωματωμένο ιμάντα ή ιμάντες.

(β) την κλάση μη ολοκληρωμένου τύπου, η οποία περιλαμβάνει μερικό σύστημα συγκράτησης το οποίο χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με ζώνη ασφαλείας ενηλίκων που προσδένει στο σώμα του παιδιού ή συγκρατεί το σύστημα όπου έχει τοποθετηθεί το παιδί, αποτελέι πλήρες σύστημα συγκράτησης για παιδιά.

(4) Τα συστήματα συγκράτησης για παιδιά εντάσσονται σε πέντε "ομάδες μάζας" ως ακολούθως-

(α) Ομάδα 0 για παιδιά που ζυγίζουν κάτω των 10 kg.

(β) Ομάδα 0+ για παιδιά που ζυγίζουν κάτω των 13 kg.

(γ) Ομάδα Ι για παιδιά που ζυγίζουν από 9 έως 18 kg.

(δ) Ομάδα ΙΙ για παιδιά που ζυγίζουν από 15 έως 25 kg.

(ε) Ομάδα ΙΙΙ για παιδιά που ζυγίζουν από 22 έως 36 kg.

(5) Οποιοδήποτε χρησιμοποιούμενο σύστημα συγκράτησης για παιδιά πρέπει να είναι σύμφωνο με τα ακόλουθα πρότυπα:

(α) του Κανονισμού ΟΕΕ/ΗΕ 44/03 αναφορικά με τις ενιαίες διατάξεις σχετικά με την έγκριση συστημάτων συγκράτησης παιδιών για μηχανοκίνητα οχήματα ("συστήματα συγκράτησης παιδιών") ή της Οδηγίας 77/541/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1977 περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στις ζώνες ασφαλείας και στα συστήματα συγκρατήσεως των οχημάτων με κινητήρα, ή

(β) του Κανονισμού ΟΕΕ/ΗΕ 129 για ενιαίες διατάξεις σχετικά με την έγκριση ενισχυμένων συστημάτων συγκράτησης παιδιών τα οποία χρησιμοποιούνται στα μηχανοκίνητα οχήματα, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

(6) Το σύστημα συγκράτησης για παιδιά εγκαθίσταται σύμφωνα με τις οδηγίες τοποθέτησης που περιλαμβάνονται στο φυλλάδιο ή τις ηλεκτρονικές δημοσιεύσεις που παρέχονται από τον κατασκευαστή του συστήματος συγκράτησης παιδιών, στα οποία αναφέρονται σε ποιο βαθμό και σε ποιους τύπουε οχημάτων μπορεί το σύστημα να χρησιμοποιείται με ασφάλεια.

(7)(α) Στα οχήματα των κατηγοριών Μ1, Ν1, Ν2 και Ν3-

(i) που είναι εφοδιασμένα με συστήματα ασφαλείας σε όλα τα καθίσματα μεταφέρεται παιδί ύψους τουλάχιστον 135 cm σε οποιοδήποτε κάθισμα εκτός του πρόσθιου και συγκρατείται με ζώνη ασφαλείας,

(ii) που είναι εφοδιασμένα με συστήματα ασφαλείας μόνο στα πρόσθια καθίσματα-

(αα) μεταφέρεται παιδί ύψους τουλάχιστον 150 cm σε όλα τα καθίσματα και συγκρατείται με ζώνη ασφαλείας όταν επιβαίνει στα πρόσθια καθίσματα·

(ββ) μεταφέρεται παιδί ύψους κάτω των 150 cm μόνο σε πρόσθιο κάθισμα και συγκρατείται με σύστημα συγκράτησης για παιδιά σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2).

(β) Στα οχήματα των κατηγοριών Ν2 και Ν3 που δεν είναι εφοδιασμένα με συστήματα ασφαλείας, μεταφέρεται παιδί μόνο εάν αυτό έχει ύψος τουλάχιστον 150 cm.

(γ) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (α), παιδί ύψους κάτω των 150 cm μεταφέρεται με όχημα κατηγορίας Μ1 στο οποίο χορηγήθηκε άδεια οδικής χρήσης αγροτικού ή αστικού ταξί με βάση τις διατάξεις του περί Ρυθμίσεως της Τροχαίας Μεταφοράς Νόμου, στην περίπτωση μεταφοράς επί μισθώσει-


(i) σε οποιοδήποτε κάθισμα νοουμένου ότι γίνεται χρήση συστήματος συγκράτησης για παιδιά και τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (8)·

(ii) σε περίπτωση που δεν διατίθεται ή προσκομίζεται σύστημα συγκράτησης για παιδιά, σε οποιοδήποτε κάθισμα εκτός των πρόσθιων καθισμάτων νοουμένου ότι συγκρατείται με ζώνη ασφαλείας.

(8) Να μη χρησιμοποιείται σύστημα συγκράτησης παιδιών με τοποθέτηση του παιδιού με το μέτωπο προς τα πίσω σε θέση επιβάτη η οποία να προστατεύεται με μετωπικό αερόσακο, εκτός εάν ο αερόσακος αυτός έχει απενεργοποιηθεί ή απενεργοποιείται αυτομάτως κατά τρόπο επαρκή.

Υποχρέωση για χρήση συστήματος ασφαλείας σε οχήματα των κατηγοριών Μ2 και Μ3

15Α.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 15Γ και 15Δ, κάθε πρόσωπο ηλικίας τριών ετών και άνω που επιβαίνει καθήμενο σε οποιοδήποτε κάθισμα οχήματος κατηγορίας Μ2 και Μ3, πρέπει να χρησιμοποιεί όταν κάθεται, τα συστήματα ασφαλείας με τα οποία είναι εξοπλισμένα τα οχήματα αυτά:

Νοείται ότι, δεν επιτρέπεται η μεταφορά παιδιού σε πρόσθιο κάθισμα:

Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση που το όχημα είναι εξοπλισμένο με συστήματα συγκράτησης και διατίθεται ή προσκομίζεται σύστημα συγκράτησης για παιδιά που μπορεί να προσαρμοστεί στα συστήματα συγκράτησης του οχήματος, η μεταφορά παιδιού, ύψους κάτω των 135 cm, γίνεται με τη χρήση των εν λόγω συστημάτων.

(2) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και στην περίπτωση προσώπου που οδηγεί ή επιβαίνει σε όχημα, το οποίο κυκλοφορεί στη Δημοκρατία με αριθμούς εγγραφής χώρας που δεν είναι κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ενημέρωση αναφορικά με την υποχρέωση πρόσδεσης όταν το όχημα είναι εν κινήσει

15Β.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 15Γ και 15Δ, ο οδηγός ή ο συνοδηγός οχήματος κατηγορίας Μ2 και Μ3 ή το πρόσωπο που έχει ορισθεί αρχηγός της ομάδας και επιβαίνει επί του οχήματος πρέπει να ενημερώνει του επιβάτες ότι είναι υποχρεωτικό να προσδένονται εφόσον κάθονται και το όχημα είναι εν κινήσει:

Νοείται ότι, η ενημέρωση μπορεί να γίνει και με  οπτικοακουστικά μέσα, όπως βίντεο ή με πινακίδες ή/και το εικονόγραμμα, που απεικονίζεται στο Παράρτημα ΙΙ, ευκρινώς τοποθετημένο σε κάθε θέση καθήμενου.

(2) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και στην περίπτωση προσώπου που οδηγεί ή επιβαίνει σε όχημα, το οποίο κυκλοφορεί στη Δημοκρατία με αριθμούς εγγραφής χώρας που δεν είναι κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ειδικές ρυθμίσεις για μεταφορά παιδιών σε σχολικές εκδρομές και άλλες οργανωμένες δραστηριότητες

15Γ.-(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των άρθρων 15Α και 15Β, στις περιπτώσεις μεταφοράς παιδιών με οχήματα κατηγορίας Μ2 και Μ3 για σκοπούς σχολικής εκδρομής ή άλλης οργανωμένης σχολικής δραστηριότητας καθώς και στις περιπτώσεις μετακίνησης ομάδας παιδιών για πολιτιστικές, εκπαιδευτικές, κοινωνικές, αθλητικές ή άλλες δραστηριότητες που οργανώνονται από οποιοδήποτε νομικό ή φυσικό πρόσωπο ή φορέα, περιλαμβανομένων σχολικών μονάδων, σωματίων, ομίλων, οργανώσεων και επιχειρήσεων, εφαρμόζονται τα ακόλουθα:

(α) Τα οχήματα είναι εφοδιασμένα με συστήματα συγκράτησης.

(β) Δεν επιτρέπεται η μεταφορά παιδιού σε πρόσθιο κάθισμα.

(γ) Παιδιά ηλικίας έξι (6) ετών και άνω συγκρατούνται από τα υφιστάμενα συστήματα συγκράτησης, εκτός εάν προσκομιστεί από τον κηδεμόνα ή τον έχοντα την ευθύνη του παιδιού σύστημα συγκράτησης για παιδιά το οποίο προσαρμόζεται στο υφιστάμενο σύστημα συγκράτησης που διαθέτει το όχημα και σε τέτοια περίπτωση τα παιδιά συγκρατούνται από το σύστημα συγκράτησης για παιδιά.

(δ) Παιδιά ηλικίας κάτω των έξι (6) ετών συγκρατούνται από συστήματα συγκράτησης για παιδιά που προσκομίζονται για κάθε παιδί από τον κηδεμόνα ή τον έχοντα την ευθύνη του παιδιού και προσαρμόζονται στα υφιστάμενα συστήματα συγκράτησης που διαθέτει το όχημα:

Νοείται ότι, στην περίπτωση που δεν προσκομιστεί σύστημα συγκράτησης για παιδιά από τον κηδεμόνα ή τον έχοντα την ευθύνη του παιδιού, το παιδί δεν επιτρέπεται να μεταφερθεί με το εν λόγω όχημα.

(2) Νομικό ή φυσικό πρόσωπο ή φορέας που αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (1), για λογαριασμό του οποίου γίνεται η μεταφορά παιδιών, ορίζει ενήλικα συνοδό, ο οποίος βρίσκεται στο όχημα καθ’ όλη τη διάρκεια που αυτό βρίσκεται σε χρήση και υπάρχουν σε αυτό παιδιά και φέρει την ευθύνη της εφαρμογής των διατάξεων του εδαφίου (1) σε σχέση με τη χρήση των συστημάτων συγκράτησης που αναφέρονται σε αυτό.

Ειδικές ρυθμίσεις για μεταφορά παιδιών με λεωφορείο για το οποίο εκδόθηκε άδεια οδικής χρήσης ιδιωτικού λεωφορείου σε επιχείρηση με δραστηριότητες συναφείς με παιδιά

15Δ.-(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των άρθρων 15Α και 15Β, στις περιπτώσεις μεταφοράς παιδιών με οχήματα κατηγορίας Μ2 και Μ3 για τα οποία εκδόθηκε άδεια οδικής χρήσης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 του περί Ρυθμίσεως της Τροχαίας Μεταφοράς Νόμου, η οποία γίνεται για λογαριασμό επιχείρησης που έχει δραστηριότητες συναφείς με παιδιά, περιλαμβανομένων νηπιαγωγείων, βρεφοκομικών σταθμών, σχολών, σωματείων, ομίλων και άλλων σχετικών φορέων, εφαρμόζονται τα ακόλουθα:

(α) Τα οχήματα είναι εφοδιασμένα με συστήματα συγκράτησης.

(β) Δεν επιτρέπεται η μεταφορά παιδιού σε πρόσθιο κάθισμα.

(γ) Παιδιά ύψους τουλάχιστον 135 cm συγκρατούνται από τα υφιστάμενα συστήματα συγκράτησης, εκτός εάν προσκομιστεί από τον κηδεμόνα ή τον έχοντα την ευθύνη του παιδιού σύστημα συγκράτησης για παιδιά το οποίο προσαρμόζεται στο υφιστάμενο σύστημα συγκράτησης που διαθέτει το όχημα και σε τέτοια περίπτωση τα παιδιά συγκρατούνται από το σύστημα συγκράτησης για παιδιά.

(δ) Παιδιά ύψους κάτω των 135 cm συγκρατούνται από συστήματα συγκράτησης για παιδιά τα οποία προσαρμόζονται στα υφιστάμενα συστήματα συγκράτησης που διαθέτει το όχημα και την ευθύνη της εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας παραγράφου έχει ο κάτοχος της άδειας οδικής χρήσης του οχήματος.

(2) Ο κάτοχος της άδειας οδικής χρήσης του οχήματος που μεταφέρει παιδιά για λογαριασμό επιχείρησης που έχει δραστηριότητες συναφείς με παιδιά που αναφέρονται στις διατάξεις του εδαφίου (1) δύναται να ορίζει ενήλικα συνοδό, ο οποίος βρίσκεται στο όχημα καθ’ όλη τη διάρκεια που αυτό βρίσκεται σε χρήση και υπάρχουν σε αυτό παιδιά και φέρει την ευθύνη της τήρησης των διατάξεων του εδαφίου (1) σε σχέση με τη χρήση των συστημάτων συγκράτησης που αναφέρονται σε αυτό.

(3) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (2), σε περίπτωση που τα παιδιά που μεταφέρονται με το όχημα είναι ηλικίας κάτω των 6 ετών, ο κάτοχος της άδειας οδικής χρήσης του οχήματος που μεταφέρει παιδιά για λογαριασμό επιχείρησης που έχει δραστηριότητες συναφείς με παιδιά που αναφέρονται στις διατάξεις του εδαφίου (1) ορίζει ενήλικα συνοδό, ο οποίος βρίσκεται στο όχημα καθ’ όλη τη διάρκεια που αυτό βρίσκεται σε χρήση και υπάρχουν σε αυτό παιδιά και φέρει την ευθύνη της τήρησης των διατάξεων του εδαφίου (1) σε σχέση με τη χρήση των συστημάτων συγκράτησης που αναφέρονται σε αυτό.

Εξαιρέσεις

16.-(1) Πρόσωπο στο οποίο παραχωρείται βεβαίωση από ιατρικό λειτουργό ότι για σοβαρούς λόγους υγείας δεν ενδείκνυται να χρησιμοποιεί ζώνη ασφαλείας ή σύστημα συγκράτησης, μόνιμα ή για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, απαλλάσεται για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα από τις υποχρεώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 15 και στο άρθρο 15Α, με σχετικό πιστοποιητικό απαλλαγής που εκδίδεται από τον Έφορο.

(2) Κάθε ιατρική βεβαίωση για απαλλαγή για σοβαρούς λόγους υγείας που εκδίδεται από αρμόδια αρχή κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης θεωρείται ότι πληροί τις διατάξεις του εδαφίου (1).

(3) Κάθε πιστοποιητικό απαλλαγής φέρει ειδικό έμβλημα, όπως καθορίζεται στο Παράρτημα του παρόντος Νόμου.

(4) Πρόσωπο σε σχέση με το οποίο έχει εκδοθεί πιστοποιητικό απαλλαγής υποχρεούται να το επιδεικνύει οποτεδήποτε τούτο ζητηθεί από μέλος της Αστυνομίας ή άλλο αρμόδιο κρατικό λειτουργό:

Νοείται ότι πρόσωπο που αρνείται ή παραλείπει να επιδείξει πιστοποιητικό απαλλαγής, όταν τούτο του ζητηθεί κατά τις διατάξεις του παρόντος εδαφίου άμεσα ή μέσα σε προθεσμία που θα καθοριστεί από το μέλος της Αστυνομίας ή άλλο αρμόδιο κρατικό λειτουργό, θα θεωρείται ότι παραβαίνει τις διατάξεις του άρθρου 15 και του άρθρου 15Α.

Αδικήματα και ποινές

17.-(1) Ιδιοκτήτης ή κάτοχος μηχανοκίνητου οχήματος ο οποίος αρνείται ή παραλείπει ή αμελεί να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 14 είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια ευρώ (€1.000) ή σε αμφότερες τις ποινές της φυλάκισης και της χρηματικής ποινής.

(2) Πρόσωπο που ενεργεί κατά παράβαση του εδαφίου (1) του άρθρου 15 και των άρθρων 15Α και 15Β, είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες ευρώ (€2.000) ή σε αμφότερες τις ποινές της φυλάκισης και της χρηματικής ποινής.

(3) Πρόσωπο που οδηγεί μηχανοκίνητο όχημα σε οποιαδήποτε οδό ή άλλο δημόσιο χώρο το οποίο επιτρέπει ή ανέχεται τη μη συμμόρφωση παιδιού με τις διατάξεις των εδαφίων (2) ή (7) του άρθρου 15 ή της πρώτης επιφύλαξης του άρθρου 15Α, είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες ευρώ (€2.000), ή και στις δύο αυτές ποινές.

(4) Ενήλικο πρόσωπο, άλλο από τον συνοδηγό ή τον αρχηγό ομάδας που αναφέρονται στις διατάξεις του άρθρου 15Β, που συνοδεύει παιδί σε όχημα για το οποίο χορηγήθηκε άδεια οδικής χρήσης αγροτικού, αστικού ή υπεραστικού ταξί με βάση τις διατάξεις του περί Ρυθμίσεως της Τροχαίας Μεταφοράς Νόμου ή που συνοδεύει παιδί κατά τη διάρκεια μεταφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 15Α, το οποίο επιτρέπει ή ανέχεται τη μη συμμόρφωση παιδιού με τις διατάξεις των εδαφίων (2) ή (7) του άρθρου 15 ή του άρθρου 15Α είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια εφτακόσια ευρώ (€1.700), ή και στις δύο αυτές ποινές.

(5) Οποιοδήποτε πρόσωπο, παραλείπει, αμελεί, επιτρέπει ή ανέχεται παράβαση των διατάξεων των άρθρων 15Γ ή 15Δ είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια εφτακόσια ευρώ (€1.700), ή και στις δύο αυτές ποινές.

(6) Σε περίπτωση που πρόσωπο που καταδικάστηκε με βάση τα εδάφια (1), (2), (3), (4) και (5) διαπράξει, εντός τριών (3) ετών από την καταδίκη του, οποιοδήποτε αδίκημα που τιμωρείται με βάση το εν λόγω εδάφιο, το Δικαστήριο δύναται να του επιβάλει ποινές διπλάσιες από τις προβλεπόμενες στο εν λόγω εδάφιο.

-

17Α. Για τους σκοπούς των άρθρων 15, 15Α, 15Β, 15Γ, 15Δ και 17 του παρόντος νόμου, «παιδί» σημαίνει πρόσωπο ηλικίας κάτω των 16 ετών.

Αποστέρηση ικανότητας κατοχής ή λήψης άδειας οδηγού

18. Ανεξάρτητα από την επιβολή οποιασδήποτε ποινής, από αυτές που προνοούνται από τις διατάξεις του άρθρου 17, το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει όπως οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο καταδικάζεται για αδίκημα δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 17, στερηθεί της ικανότητας να κατέχει ή λαμβάνει άδεια οδήγησης για χρονική περίοδο που δεν θα υπερβαίνει τους τρεις μήνες από την ημερομηνία καταδίκης του.

ΜΕΡΟΣ IIIA ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΣΕ ΔΗΜΟΣΙΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ
Ερμηνεία

18. Α. Για τους σκοπούς του Μέρους αυτού:

«άδεια» σημαίνει την άδεια που εκδίδεται από την αρμόδια αρχή για τοποθέτηση διαφημιστικού κατασκευάσματος, κατόπιν γραπτής αίτησης του ενδιαφερόμενου˙

«αρμόδια αρχή» αναφορικά με κάθε δημόσιο δρόμο, αυτοκινητόδρομο ή δρόμο ταχείας κυκλοφορίας ή τμήμα τους, σημαίνει την Αρχή, τον Οργανισμό, την Κρατική Υπηρεσία, το Δημοτικό Συμβούλιο ή το Κοινοτικό Συμβούλιο που έχει την ευθύνη για δαπάνες επιδιόρθωσης ή συντήρησης του δρόμου μέσα στην περιοχή όπου βρίσκεται το επηρεαζόμενο τμήμα του δρόμου:

Νοείται ότι μετά την 1η Οκτωβρίου 2003 αρμόδια αρχή αναφορικά με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου που διέπουν τα διαφημιστικά κατασκευάσματα σε οποιοδήποτε δημόσιο δρόμο, εξαιρουμένου αυτοκινητόδρομου ή δρόμου ταχείας κυκλοφορίας, που βρίσκεται μέσα στα όρια ανάπτυξης δήμου, είναι ο δήμος στα όρια του οποίου βρίσκεται ο δημόσιος δρόμοςֹ

«αυτοκινητόδρομος» σημαίνει κάθε δρόμο ο οποίος προστατεύεται κατά το μήκος του και στα όρια της λωρίδας κατάληψης του δρόμου από περίφραξη, στον οποίο δεν υπάρχουν ισόπεδες διασταυρώσεις με οποιοδήποτε δρόμο, μονοπάτι ή πεζόδρομο και ο οποίος διαθέτει δύο ασφαλτοστρωμένα οδοστρώματα, ένα για κάθε κατεύθυνση κυκλοφορίας, τα οποία χωρίζονται μεταξύ τους από ειδική διαχωριστική λωρίδα που δεν προορίζεται για την κυκλοφορία, στην οποία υπάρχει διαχωριστικό στηθαίο ή άλλη διαχωριστική κατασκευή, καθένα δε από τα οδοστρώματα διαθέτει δύο τουλάχιστον λωρίδες κυκλοφορίας και στο οποίο το ανώτατο όριο ταχύτητας υπερβαίνει τα ογδόντα χιλιόμετρα ανά ώρα:

Νοείται ότι η απουσία ενός ή περισσοτέρων από τα χαρακτηριστικά που αναφέρονται στην ερμηνεία του όρου «αυτοκινητόδρομος» σε τμήμα του δρόμου ή τυχόν πρόσκαιρη διαφοροποίηση ενός ή περισσοτέρων από τα χαρακτηριστικά αυτά δεν επηρεάζει τον χαρακτηρισμό του δρόμου ως αυτοκινητόδρομο.

«δημόσιος δρόμος» έχει την ίδια έννοια όπως αυτή προσδιορίζεται από τις διατάξεις του περί Δημοσίων Οδών Νόμου.

«διαφημιστικό κατασκεύασμα» σημαίνει κάθε μορφής πινακίδα και κάθε μορφής κατασκεύασμα, τοποθετημένο σταθερά επί του εδάφους ή ρυμουλκούμενο ή αυτοκινούμενο πάνω στην οποία ή στο οποίο ενσωματώνεται ή τοποθετείται ή αναγράφεται ή επικολλάται ή προσαρμόζεται οποιοδήποτε διαφημιστικό μήνυμα ή οποιαδήποτε αγγελία ή πληροφόρηση:

Νοείται ότι από την ερμηνεία του όρου «διαφημιστικό κατασκεύασμα» εξαιρείται-

α)  κάθε πινακίδα η οποία τοποθετείται από αρμόδια αρχή, μόνιμα ή προσωρινά, για σκοπούς ρύθμισης ή διευκόλυνσης της τροχαίας κίνησης.

β)  κάθε επιγραφή οποιασδήποτε φύσης η οποία αποτελείται μόνο από το όνομα ή την εμπορική επωνυμία και το είδος εμπορικής επιχείρησης ή καταστήματος, βιοτεχνίας, βιομηχανίας, εργαστηρίου και γενικά εμπορικής στέγης, η οποία τοποθετείται στο υποστατικό της ή σε μεταφορικό της μέσο για σκοπούς προσδιορισμού ή αναγνώρισής της.

γ)  κάθε κατασκεύασμα το οποίο τοποθετείται ως στέγαστρο σε στάση λεωφορείων.

«δρόμος ταχείας κυκλοφορίας» σημαίνει δρόμο ο οποίος προστατεύεται κατά το μήκος του και στα όρια της λωρίδας κατάληψης του δρόμου από περίφραξη, διαθέτει δύο ασφαλτοστρωμένα οδοστρώματα, ένα για κάθε κατεύθυνση κυκλοφορίας, συνδέεται με το υπόλοιπο οδικό δίκτυο μόνο με ανισόπεδους κυκλοφοριακούς κόμβους ή με ισόπεδους κόμβους ειδικής διάταξης και δεν διαθέτει  οποιαδήποτε σύνδεση με δρόμο, μονοπάτι ή πεζόδρομο πλην των σημείων εισόδου σε αυτόν και εξόδου από αυτόν και στον οποίο το ανώτατο όριο ταχύτητας υπερβαίνει τα ογδόντα χιλιόμετρα ανά ώρα:

Νοείται ότι η απουσία ενός ή περισσοτέρων από τα χαρακτηριστικά που αναφέρονται στην ερμηνεία του όρου «δρόμος ταχείας κυκλοφορίας» σε τμήμα του δρόμου ή τυχόν πρόσκαιρη διαφοροποίηση ενός ή περισσοτέρων από τα χαρακτηριστικά αυτά, δεν επηρεάζει τον χαρακτηρισμό του δρόμου ως δρόμο ταχείας κυκλοφορίας.

«ενδιαφερόμενος» σημαίνει πρόσωπο που υποβάλλει αίτηση στην αρμόδια αρχή για έκδοση άδειας τοποθέτησης διαφημιστικού κατασκευάσματος και δύναται να είναι ο ιδιοκτήτης της γης εντός της οποίας τοποθετείται διαφημιστικό κατασκεύασμα, ο διαφημιστής και ο ιδιοκτήτης τέτοιου διαφημιστικού κατασκευάσματος˙

«εξαιρούμενο όχημα» σημαίνει κάθε όχημα το οποίο δεν επιτρέπεται να κινείται σε αυτοκινητόδρομο ή σε δρόμο ταχείας κυκλοφορίας δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου νόμου, ή κανονισμού που έχει εκδοθεί δυνάμει οποιουδήποτε νόμου.

«λωρίδα κατάληψης» σημαίνει την έκταση γης που χρησιμοποιείται για τις ανάγκες του δρόμου και περιλαμβάνει κάθε οδόστρωμα, κάθε έρεισμα, πεζοδρόμιο, αυλάκι, πρανές και κάθε γέφυρα, οχετό ή άλλη κατασκευή σχετική με το δρόμο, εκτείνεται δε μέχρι και την περίφραξη του δρόμου, όπου υπάρχει, γενικά δε σημαίνει την έκταση γης που αποτελεί περιουσία του δημοσίου και εξυπηρετεί τις ανάγκες του δρόμου.

«σήμα τροχαίας” σημαίνει οποιοδήποτε αντικείμενο ή μέσο,  μονίμως τοποθετημένο ή κινητό, ή οποιοδήποτε σημείο, σήμανση, σύμβολο ή γραμμή, με το οποίο σκοπείται η μετάδοση στην τροχαία κίνηση εν γένει ή σε ορισμένη κατηγορία αυτής, προειδοποιήσεων, πληροφοριών, κανόνων, περιορισμών ή απαγορεύσεων οποιασδήποτε φύσεως, καθώς και οποιοδήποτε σημείο, σήμανση, σύμβολο ή γραμμή επί ή πλησίον οποιασδήποτε οδού ή χαραγμένα επί του καταστρώματος οποιασδήποτε οδού προς μετάδοση τέτοιων προειδοποιήσεων, πληροφοριών, κανόνων, περιορισμών ή απαγορεύσεων.

Απαγόρευση κυκλοφορίας ορισμένων οχημάτων σε αυτοκινητόδρομο ή δρόμο ταχείας κυκλοφορίας

18.Β.-(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου ή κανονισμού, απαγορεύεται η κυκλοφορία σε αυτοκινητόδρομο ή σε δρόμο ταχείας κυκλοφορίας οποιουδήποτε εξαιρούμενου οχήματος, πεζού, ζώου, ποδηλάτου, μοτοποδηλάτου, και στην περίπτωση αυτοκινητόδρομου, κάθε μη μηχανοκίνητου οχήματος, ρυμουλκούμενου ή οποιουδήποτε μηχανοκίνητου οχήματος το οποίο δεν μπορεί, από την κατασκευή του, να διατηρήσει σε επίπεδο δρόμο ελάχιστη ταχύτητα εξήντα πέντε χιλιομέτρων ανά ώρα.

(2) Ο Αρχηγός Αστυνομίας μπορεί, ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), να επιτρέψει τη διακίνηση οποιουδήποτε εξαιρουμένου ή άλλου οχήματος σε αυτοκινητόδρομο ή δρόμο ταχείας κυκλοφορίας, υπό όρους τους οποίους δυνατό να επιβάλει αναφορικά με το χρόνο, τον τόπο και την πορεία της διακίνησης, τη σηματοδότηση του οχήματος και του ή των οχημάτων που ενδεχομένως το συνοδεύουν με οποιασδήποτε μορφής προειδοποιητική σήμανση, καθώς και για οποιοδήποτε άλλο θέμα το οποίο κρίνει ότι πρέπει σε κάθε περίπτωση να ρυθμιστεί για σκοπούς οδικής ασφάλειας.

Απαγόρευση πράξεων, ενεργειών ή παραλείψεων σε δημόσιο δρόμο

18.Γ. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, με βάση τις οποίες απαγορεύονται πράξεις ενέργειες ή παραλείψεις σε σχέση με τη χρήση οποιουδήποτε δημοσίου δρόμου, απαγορεύεται:

(α) η χρήση ή μεταφορά τσιμεντοκονιάματος, λίθων, σκύρων, άμμου, γύψου, ασβέστη ή προϊόντος ανάμειξης των εν λόγω υλικών είτε μεταξύ τους είτε με άλλο υλικό ή ουσία και γενικά οποιουδήποτε υλικού ή ουσίας, κατά τρόπο που να καθίσταται προβλεπτά ενδεχόμενη η πτώση ή διαρροή ή έκχυση οποιασδήποτε ποσότητας του υλικού, της ουσίας ή του προϊόντος της ανάμειξης στο οδόστρωμα δημοσίου δρόμου, με αποτέλεσμα να το καταστήσει ολισθηρό ή επικίνδυνο για οχήματα ή πεζούς που το χρησιμοποιούνֹ

(β) η αναγραφή, η χάραξη ή ο σχεδιασμός με χρωστικές ουσίες ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο λέξεων, γραμμάτων, παραστάσεων, σχημάτων, αριθμών, εικόνων ή συνθημάτων πάνω στο οδόστρωμα δημοσίου δρόμου, πάνω σε γέφυρα, σήραγγα, υπόγεια διάβαση ή σε οποιοδήποτε άλλο μέρος της λωρίδας κατάληψης δημοσίου δρόμουֹ

(β1) η αναγραφή, η χάραξη ή ο σχεδιασμός σε σήμα τροχαίας με χρωστικές ουσίες ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο λέξεων, γραμμάτων, παραστάσεων, σχημάτων, αριθμών, εικόνων ή συνθημάτων ή η πρόκληση ζημιάς σε σήμα τροχαίας ή σε πληροφοριακή - κατευθυντήρια πινακίδα που τοποθετείται από την αρμόδια αρχή, καθώς και η μετακίνηση, καταστροφή, παραμόρφωση ή αλλοίωσή τους·

(γ)  η κατά τρόπο που αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 18.Δ, 18.Ε και 18.Στ που διέπουν την τοποθέτηση διαφημιστικού κατασκευάσματος, ανεξάρτητα πότε αυτό τοποθετήθηκε, ανάρτηση ή επικόλληση ή πρόσδεση, ή συνέχιση ή ανοχή της ανάρτησης, επικόλλησης ή πρόσδεσης, σε οποιοδήποτε σημείο της λωρίδας κατάληψης δημοσίου δρόμου, τεμαχίου υφάσματος ή χάρτου ή οποιουδήποτε άλλου υλικού πάνω στο οποίο να αναγράφονται ή να είναι χαραγμένα ή σχεδιασμένα ή να απεικονίζονται γράμματα, παραστάσεις, σχήματα, αριθμοί, εικόνες ή συνθήματαֹ

(δ) η εγκατάλειψη, στάθμευση ή τοποθέτηση οχήματος ή ρυμουλκούμενου σε οποιοδήποτε σημείο της λωρίδας κατάληψης δημοσίου δρόμου, για χρονικό διάστημα πέραν του εύλογα απαιτουμένου υπό τις περιστάσεις για την ταχύτερη δυνατή μετακίνησή του, το οποίο χρονικό διάστημα δεν μπορεί σε κάθε περίπτωση να υπερβαίνει τις τρεις εργάσιμες μέρες.

Απαγόρευση τοποθέτησης διαφημιστικού κατασκευάσματος σε δρόμο ταχείας κυκλοφορίας ή αυτοκινητόδρομο

18.Δ.-(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, απαγορεύεται η τοποθέτηση, η διατήρηση ή ανοχή της τοποθέτησης διαφημιστικού κατασκευάσματος σε οποιοδήποτε σημείο της λωρίδας κατάληψης αυτοκινητοδρόμου ή δρόμου ταχείας κυκλοφορίας.

(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου,  απαγορεύεται η τοποθέτηση διαφημιστικού κατασκευάσματος σε σημείο το οποίο απέχει λιγότερο από σαράντα (40) μέτρα από το πλησιέστερο προς αυτό όριο της λωρίδας κατάληψης αυτοκινητοδρόμου ή δρόμου ταχείας κυκλοφορίας.

(3) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, απαγορεύεται η τοποθέτηση διαφημιστικού κατασκευάσματος σε σημείο το οποίο απέχει λιγότερο από σαράντα (40) μέτρα από το πλησιέστερο προς αυτό όριο της λωρίδας κατάληψης κυκλικού κυκλοφοριακού κόμβου ο οποίος συνδέει αυτοκινητόδρομο ή δρόμο ταχείας κυκλοφορίας με άλλο αυτοκινητόδρομο ή δρόμο ταχείας κυκλοφορίας ή με δημόσιο δρόμο.

(4)  Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, τα αναφερόμενα στα εδάφια (2) και (3) του παρόντος άρθρου διαφημιστικά κατασκευάσματα διέπονται από τις ακόλουθες διατάξεις:

α)  Οι διαστάσεις των πλαισίων τους που περιλαμβάνουν το διαφημιστικό μήνυμα ή αγγελία ή πληροφόρηση δεν υπερβαίνουν τα σαράντα (40) τετραγωνικά μέτρα:

Νοείται ότι η μέγιστη διάσταση είτε του ύψους είτε του πλάτους των πιο πάνω αναφερομένων πλαισίων τους δε θα υπερβαίνουν τα δέκα (10) μέτρα˙

β)  το ύψος τους δεν υπερβαίνει το επιτρεπόμενο με βάση τη σχετική νομοθεσία ύψος οικοδομήςֹ

γ)  η μεταξύ τους απόσταση είναι μεγαλύτερη των τριών (3) χιλιομέτρωνֹ

δ)  σε περίπτωση που είναι φωτιζόμενα, δύνανται να φωτίζονται με τεχνητό φωτισμό άμεσα ή μέσω ανάκλασης.

(5)  Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου νόμου, δεν επιτρέπεται η τοποθέτηση διαφημιστικού κατασκευάσματος εντός των επιτρεπομένων δυνάμει των εδαφίων (2) και (3) αποστάσεων σε περίπτωση που αυτό εκτείνεται κατά τρόπο που υπερβαίνει τη νοητή γραμμή που καθορίζει το επιτρεπόμενο όριο τοποθέτησής του.

Απαγόρευση τοποθέτησης διαφημιστικού κατασκευάσματος εκτός κατοικημένης περιοχής

18.Ε. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, απαγορεύεται η τοποθέτηση, η διατήρηση ή ανοχή της τοποθέτησης διαφημιστικού κατασκευάσματος, ανεξάρτητα πότε αυτό τοποθετήθηκε,  εκτός κατοικημένης περιοχής-

α)  σε σημείο το οποίο απέχει λιγότερο από τριάντα (30) μέτρα από το πλησιέστερο προς αυτό όριο της λωρίδας κατάληψης δημοσίου δρόμου ή από το πλησιέστερο προς αυτό όριο της λωρίδας κατάληψης κυκλικού κυκλοφοριακού κόμβου που συνδέει δημόσιους δρόμουςֹ

β)  κατά τρόπο που η μεταξύ τους απόσταση είναι μικρότερη των πεντακοσίων (500) μέτρων:

Νοείται ότι ανεξάρτητα από το επιτρεπόμενο με βάση την παράγραφο (α) όριο τοποθέτησης των τριάντα (30) μέτρων, απαγορεύεται η τοποθέτηση, η διατήρηση ή ανοχή της τοποθέτησης διαφημιστικού κατασκευάσματος, ανεξάρτητα πότε αυτό τοποθετήθηκε, σε περίπτωση που αυτό εκτείνεται κατά τρόπο που υπερβαίνει τη νοητή γραμμή που καθορίζει το εν λόγω όριο τοποθέτησής του.

Ρύθμιση τοποθέτησης διαφημιστικού κατασκευάσματος εντός κατοικημένης περιοχής

18.Στ.-(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, απαγορεύεται η τοποθέτηση διαφημιστικού κατασκευάσματος εντός κατοικημένης περιοχής:

(α)  σε απόσταση μικρότερη των είκοσι (20) μέτρων από κυκλικό κυκλοφοριακό κόμβο ή από φωτεινό σηματοδότη τροχαίας ή από τη νοητή γραμμή που ορίζει το όριο οδοστρώματος δημοσίου δρόμου, στο σημείο συμβολής ή διασταύρωσής του με άλλο δημόσιο δρόμο.

(β)  σε απόσταση μικρότερη των είκοσι (20) μέτρων από οποιαδήποτε πινακίδα τροχαίας ή διάβαση πεζών.

(γ)  πάνω σε πεζοδρόμιο, πεζόδρομο, ποδηλατόδρομο, νησίδα, κυκλικό κυκλοφοριακό κόμβο, φώτα τροχαίας, διάβαση πεζών, πάσαλο της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου ή της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου ή σε πινακίδα που τοποθετείται από αρμόδια αρχή μόνιμα ή προσωρινά για σκοπούς ρύθμισης ή διευκόλυνσης της τροχαίας κίνησηςֹ

(δ)  σε σημείο μέσα στη λωρίδα κατάληψης δημοσίου δρόμου˙

(ε)   σε σημείο το οποίο απέχει λιγότερο από τρία (3) μέτρα από το όριο της λωρίδας κατάληψης δημόσιου δρόμου.

(στ)  κατά τρόπο που η μεταξύ τους απόσταση είναι μικρότερη των τριάντα (30) μέτρων.

(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου τα αναφερόμενα στο παρόν άρθρο διαφημιστικά κατασκευασμένα διέπονται από τις ακόλουθες διατάξεις:

(α)(i) Οι διαστάσεις των πλαισίων τους που περιλαμβάνουν το διαφημιστικό μήνυμα ή αγγελία ή πληροφόρηση δεν υπερβαίνουν τα δώδεκα (12) τετραγωνικά μέτρα:

Νοείται ότι η μέγιστη διάσταση είτε του ύψους είτε του πλάτους των πιο πάνω αναφερομένων πλαισίων τους δε θα υπερβαίνει τα έξι (6) μέτρα.

(ii)  Σε περίπτωση που τα διαφημιστικά κατασκευάσματα τοποθετούνται σε σημείο που απέχει πέραν των δεκαπέντε (15) μέτρων από το όριο της λωρίδας κατάληψης δημοσίου δρόμου, οι διαστάσεις των πλαισίων τους που περιλαμβάνουν το διαφημιστικό μήνυμα ή αγγελία ή πληροφόρηση δε θα υπερβαίνουν τα είκοσι τέσσερα (24) τετραγωνικά μέτρα:

Νοείται ότι η μέγιστη διάσταση είτε του ύψους είτε του πλάτους των πιο πάνω αναφερομένων πλαισίων τους δε θα υπερβαίνει τα οκτώ (8) μέτρα˙

(β) το ύψος τους δεν υπερβαίνει το επιτρεπόμενο με βάση τη σχετική νομοθεσία ύψος οικοδομής.

(3) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου επιτρέπεται μετά από γραπτή άδεια της αρμόδιας αρχής η τοποθέτηση διαφημιστικού κατασκευάσματος μη εμπορικού περιεχομένου κατά μήκος πεζοδρομίου το πλάτος του οποίου υπερβαίνει το ένα μέτρο.

(4) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή  οποιουδήποτε άλλου νόμου, δεν επιτρέπεται η τοποθέτηση διαφημιστικού κατασκευάσματος εντός των επιτρεπομένων δυνάμει των εδαφίων (1), (2) και (3) του παρόντος άρθρου αποστάσεων σε περίπτωση που αυτό εκτείνεται κατά τρόπο που υπερβαίνει τη νοητή γραμμή που καθορίζει το επιτρεπόμενο όριο τοποθέτησής του.

Απαγόρευση πώλησης αγαθών σε δημόσιο δρόμο

18.Ζ. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να χρησιμοποιεί, για σκοπούς πώλησης ή διάθεσης ή έκθεσης προς πώληση οποιουδήποτε αγαθού, όχημα ή τροχοφόρο κατασκεύασμα ή παράπηγμα ή οποιαδήποτε σταθερή ή κινητή, μόνιμη ή προσωρινή κατασκευή ή εγκατάσταση ή οποιοδήποτε αντικείμενο, περιλαμβανομένου οποιουδήποτε είδους πάγκου, τραπεζιού, καρέκλας, κιβωτίου ή άλλου παρόμοιου αντικειμένου, το οποίο να είναι τοποθετημένο σε οποιοδήποτε σημείο της λωρίδας κατάληψης δημοσίου δρόμου:

Νοείται ότι οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν τυγχάνουν εφαρμογής όταν σε εξαιρετικές περιπτώσεις εντός κατοικημένων περιοχών η αρμόδια αρχή παραχωρεί γραπτή άδεια πώλησης ή έκθεσης προς πώληση οποιωνδήποτε αγαθών.

Εξουσία Υπουργού να εκδίδει διάταγμα για ρύθμιση της κυκλοφορίας κατηγορίας οχημάτων σε δημόσιο δρόμο

18.Η. Ο Υπουργός μπορεί, με διάταγμα που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να απαγορεύει ή να ρυθμίζει την κυκλοφορία οποιασδήποτε κατηγορίας οχημάτων σε οποιοδήποτε δημόσιο δρόμο, για χρονικό διάστημα και κατά τη διάρκεια των ωρών που θα καθορίζονται στο διάταγμα.

Εξουσία για κατεδάφιση ή απομάκρυνση διαφημιστικού κατασκευάσματος ή αντικειμένου

18.Θ.-(1) Σε περίπτωση ανέγερσης ή τοποθέτησης διαφημιστικού κατασκευάσματος κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 18.Δ, 18.Ε και 18.Στ ή διατήρησης ή ανοχής της διατήρησης διαφημιστικού κατασκευάσματος, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 18ΙΓ του παρόντος Μέρους, ή σε περίπτωση τοποθέτησης αντικειμένου κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 18.Ζ ή διατήρησης ή ανοχής της διατήρησης του αντικειμένου του παρόντος Μέρους, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιδώσει στον ιδιοκτήτη του γραπτή ειδοποίηση με την οποία να τον καλεί να κατεδαφίσει ή να μετακινήσει ή να απομακρύνει το διαφημιστικό κατασκεύασμα ή το αντικείμενο μέσα σε εύλογη προθεσμία η οποία καθορίζεται ανάλογα με το είδος της κατασκευής και η οποία δεν μπορεί να είναι μακρότερη των 30 ημερών από την επίδοση της ειδοποίησης.

(2) Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή αδυνατεί να εξακριβώσει την ταυτότητα ή τη διεύθυνση του ιδιοκτήτη, αφού εξασφαλίσει διάταγμα δικαστηρίου και αφού δημοσιεύσει στον ημερήσιο τύπο τις ενέργειες στις οποίες προτίθεται να προβεί, μπορεί να προβεί σε κατεδάφιση ή απομάκρυνση ή μετακίνηση διαφημιστικού κατασκευάσματος ή αντικειμένου χωρίς επίδοση της γραπτής ειδοποίησης που προνοείται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1). Το δικαστήριο μπορεί, κατά την έκδοση του εν λόγω διατάγματος να διατάξει και τον τρόπο διάθεσης του διαφημιστικού κατασκευάσματος ή του αντικειμένου.

(3) Σε περίπτωση κατά την οποία το πρόσωπο προς το οποίο έχει επιδοθεί ειδοποίηση δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) αρνείται ή αμελεί ή παραλείπει να συμμορφωθεί προς το περιεχόμενο της ειδοποίησης μέσα στην προθεσμία που καθορίζεται σ’ αυτή, η αρμόδια αρχή μπορεί να προβεί σε κατεδάφιση ή απομάκρυνση ή μετακίνηση του διαφημιστικού κατασκευάσματος ή του αντικειμένου, ανάλογα με την περίπτωση, και να απαιτήσει από το εν λόγω πρόσωπο την καταβολή όλων των εξόδων τα οποία συνεπάγεται η κατεδάφιση ή απομάκρυνση ή μετακίνηση.

(4) Σε περίπτωση τοποθέτησης ή ανέγερσης ή διατήρησης ή ανοχής της διατήρησης διαφημιστικού κατασκευάσματος σε σημείο μέσα στη λωρίδα κατάληψης δημοσίου δρόμου ή αυτοκινητοδρόμου ή δρόμου ταχείας κυκλοφορίας, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 18.Δ, 18.Ε και 18.Στ ή του άρθρου 18ΙΓ του παρόντος Μέρους, κατά τρόπο που δημιουργεί ή είναι δυνατό να δημιουργήσει προβλήματα ορατότητας ή ασφάλειας σε όσους διακινούνται σε αυτούς τους δρόμους, η αρμόδια αρχή, μπορεί, αν κατά την κρίση της, και μετά από λήψη συμβουλευτικής άποψης από το Διευθυντή Τμήματος Δημοσίων Έργων και τον Αρχηγό Αστυνομίας, πιστεύει ότι ο χρόνος που θα παρέλθει από τυχόν επίδοση γραπτής ειδοποίησης δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου πιθανό να δημιουργήσει κινδύνους για την οδική ασφάλεια, να προβεί σε άμεση κατεδάφιση ή απομάκρυνση ή μετακίνησή του και να απαιτήσει από τον ιδιοκτήτη του την καταβολή όλων των εξόδων τα οποία συνεπάγεται η κατεδάφιση ή απομάκρυνση ή μετακίνηση, αφού τον ειδοποιήσει γραπτώς, μέσα σε 48 ώρες ή στο συντομότερο δυνατό χρονικό διάστημα περί των ενεργειών της, αν η ταυτότητα και η διεύθυνσή του είναι δυνατό να εξακριβωθεί:

Νοείται ότι σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή αδυνατεί να εξακριβώσει την ταυτότητα ή τη διεύθυνση του ιδιοκτήτη, δημοσιεύει στον ημερήσιο τύπο τις ενέργειες στις οποίες προτίθεται να προβεί με βάση το παρόν εδάφιο καθώς και την περιγραφή της ιδιοκτησίας εντός της οποίας έχει ανεγερθεί ή τοποθετηθεί το διαφημιστικό κατασκεύασμα.

(5) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου η λέξη «ιδιοκτήτης» ερμηνεύεται ότι αναφέρεται και στο διαφημιστή και περιλαμβάνει:

(α) τον ιδιοκτήτη και τον κάτοχο της γης του εμπορικού υποστατικού ή της οικοδομής στην οποία εκτίθεται το διαφημιστικό κατασκεύασμα˙ και

(β) κάθε νομικό ή φυσικό πρόσωπο του οποίου εμπόρευμα, επιχείρηση ή άλλο συμφέρον εκτίθεται στο διαφημιστικό κατασκεύασμα.

Εξουσία για συντονισμό

18.Ι.-(1) Το Υπουργείο Συγκοινωνιών και Έργων ασκεί το συντονισμό για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Μέρους από τις αρμόδιες αρχές, ο δε Υπουργός εξουσιοδοτεί λειτουργό ή λειτουργούς του Υπουργείου για σκοπούς άσκησης των συναφών καθηκόντων και εξουσιών.

(2) Σε περίπτωση που διαπιστώνεται ότι οποιαδήποτε αρμόδια αρχή αρνείται ή παραλείπει ή αμελεί να προβεί στις αναγκαίες ενέργειες για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Μέρους, το ζήτημα αναφέρεται στον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, ο οποίος αποφασίζει για την άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον κάθε προσώπου που ενεργεί κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Μέρους.

Αδικήματα και ποινές

18.ΙΑ.-(1) Πρόσωπο το οποίο ενεργεί κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 18.Δ, 18.Ε, 18.Στ, 18.Ζ, 18ΙΒ και 18ΙΓ του παρόντος Μέρους ή αρνείται ή παραλείπει ή αμελεί να συμμορφωθεί με το περιεχόμενο γραπτής ειδοποίησης η οποία του έχει επιδοθεί δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 18.Θ του παρόντος Μέρους, είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους είκοσι τέσσερις μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων λιρών ή και στις δύο αυτές ποινές:

Νοείται ότι ένοχος αδικήματος δυνάμει των διατάξεων του παρόντος εδαφίου είναι και ο ιδιοκτήτης της γης εντός της οποίας τοποθετείται ή παραμένει ή διατηρείται διαφημιστικό κατασκεύασμα κατά παράβαση των άρθρων 18Δ, 18Ε, 18ΣΤ και 18ΙΓ, ο διαφημιστής και ο ιδιοκτήτης τέτοιου διαφημιστικού κατασκευάσματος, αν αποδειχθεί ότι τα εν λόγω πρόσωπα γνώριζαν ή μπορούσαν, καταβάλλοντας λογική επιμέλεια, να γνωρίζουν ότι το διαφημιστικό κατασκεύασμα τοποθετήθηκε κατά παράβαση των πιο πάνω άρθρων.

Για τους σκοπούς της παρούσας επιφύλαξης “διαφημιστής” σημαίνει το πρόσωπο που αναλαμβάνει την έκθεση ή διατήρηση της διαφήμισης αυτοπροσώπως ή μέσω αντιπροσώπου.

(2) Πρόσωπο το οποίο ενεργεί κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 18.Β ή 18.Γ του παρόντος Μέρους ή κατά παράβαση των όρων διατάγματος που έχει εκδοθεί δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 18.Η του παρόντος Μέρους είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει το ποσό των χιλίων λιρών ή και στις δύο αυτές ποινές.

(3) Δικαστήριο το οποίο καταδικάζει πρόσωπο για αδίκημα κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 18.Δ, 18.Ε, 18.Στ και 18.Ζ του παρόντος Μέρους, μπορεί να διατάξει το εν λόγω πρόσωπο να κατεδαφίσει, απομακρύνει ή μετακινήσει το διαφημιστικό κατασκεύασμα ή το αντικείμενο για την ανέγερση ή τοποθέτηση του οποίου έχει καταδικαστεί, μέσα σε συγκεκριμένη προθεσμία και να καταβάλει προς την αρμόδια αρχή χρηματικό ποσό ικανό να καλύψει τα έξοδα αποκατάστασης του δρόμου, αν η ανέγερση ή τοποθέτηση του διαφημιστικού κατασκευάσματος ή του αντικειμένου έχει προκαλέσει οποιαδήποτε ζημιά στη λωρίδα κατάληψης του δρόμου.

(4) Δικαστήριο το οποίο καταδικάζει πρόσωπο για αδίκημα κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 18.Γ του παρόντος Μέρους, μπορεί να διατάξει το εν λόγω πρόσωπο να καταβάλει προς την αρμόδια αρχή χρηματικό ποσό ικανό να καλύψει τα έξοδα αποκατάστασης ή καθαρισμού του επηρεασθέντος σημείου του δρόμου ή της λωρίδας κατάληψης του δρόμου.

Ειδικές διατάξεις

18.ΙΒ. (1)  Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου και από το ποια αρχή εκδίδει τη σχετική άδεια για την τοποθέτηση διαφημιστικών κατασκευασμάτων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, οποιαδήποτε τέλη ή δικαιώματα επιβάλλονται ή εισπράττονται για την τοποθέτησή τους σε δημόσιο δρόμο που βρίσκεται στα όρια ανάπτυξης δήμου ή κοινότητας  καταβάλλονται στο οικείο δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο, ανάλογα με την περίπτωση.

(2)  Από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου μέχρι την 1η Οκτωβρίου 2003 απαγορεύεται η τοποθέτηση διαφημιστικού κατασκευάσματος σε οποιοδήποτε δημόσιο δρόμο, αυτοκινητόδρομο ή δρόμο ταχείας κυκλοφορίας ή τμήμα τους.

Έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου

18.ΙΓ. (1)  Ο παρών Νόμος τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

(2)  Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1) παρέχεται χρονικό διάστημα μέχρι την 1η Οκτωβρίου 2003 για την κατεδάφιση, απομάκρυνση ή μετακίνηση διαφημιστικών κατασκευασμάτων τα οποία είχαν ανεγερθεί ή τοποθετηθεί πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου και κατά παράβαση των διατάξεών του.

(3) Πρόσωπο το οποίο, από της ενάρξεως της ισχύος του περί Οδικής Ασφάλειας (Τροποποιητικού) (Αρ. 3) Νόμου του 2003, παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται στις προβλεπόμενες από το άρθρο 18ΙΑ ποινές.

ΜΕΡΟΣ IV ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Ποιναί διά παράβασιν του παρόντος Νόμου

19. Πας όστις ενεργεί κατά παράβασιν των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των δυνάμει τούτου εκδιδομένων Κανονισμών είναι ένοχος αδικήματος και, εάν διά την τοιαύτην παράβασιν δεν προνοείται ετέρα ποινή, υπόκειται εις φυλάκισιν μη υπερβαίνουσαν τους εξ μήνας ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας £450 ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης.

Εξουσίαι Εκδόσεως Κανονισμών

20.-(1) Το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται να εκδώση Κανονισμούς διά την καλυτέραν εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος Νόμου και να προβή διά των Κανονισμών αυτών εις τον καθορισμόν ή ρύθμισιν παντός θέματος χρήζοντος ή δεκτικού καθορισμού ή ρυθμίσεως.

(2) Κανονισμοί γινόμενοι επί τη βάσει του παρόντος άρθρου κατατίθενται εις την Βουλήν των Αντιπροσώπων. Εάν εντός τριάκοντα ημερών από της τοιαύτης καταθέσεως η Βουλή των Αντιπροσώπων δι’ αποφάσεως αυτής δεν τροποποιήση ή ακυρώση τους ούτω κατατεθέντας Κανονισμούς εν όλω ή εν μέρει, τότε ούτοι αμέσως μετά την πάροδον της ως άνω προθεσμίας δημοσιεύονται εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας και τίθενται εν ισχύι από της τοιαύτης δημοσιεύσεως. Εν περιπτώσει τροποποιήσεως τούτων εν όλω ή εν μέρει υπό της Βουλής των Αντιπροσώπων, ούτοι δημοσιεύονται εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας ως ήθελον ούτω τροποποιηθή υπ’ αυτής και τίθενται εν ισχύι από της τοιαύτης δημοσιεύσεως.

Έναρξις ισχύος του παρόντος Νόμου

21. Η ισχύς του παρόντος Νόμου άρχεται εις ημερομηνίαν ορισθησομένην υπό του Υπουργικού Συμβουλίου διά γνωστοποιήσεως δημοσιευθησομένης εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας, δύνανται δε να ορισθώσι διάφοροι ημερομηνίαι διά την έναρξιν της ισχύος διαφόρων διατάξεων του παρόντος Νόμου.

Αναστολή της ισχύος των παραγράφων (γ) και (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 15Γ

22.-(1) Η ισχύς των διατάξεων των παραγράφων (γ) και (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 15Γ αναστέλλεται μέχρι την 30ή Ιουνίου 2019 και τα αναφερόμενα στις εν λόγω παραγράφους παιδιά συγκρατούνται από τα υφιστάμενα συστήματα συγκράτησης.

(2) Νομικό ή φυσικό πρόσωπο ή φορέας που αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 15Γ, για λογαριασμό του οποίου γίνεται η μεταφορά παιδιών, ορίζει ενήλικα συνοδό, ο οποίος βρίσκεται σε χρήση και υπάρχουν σε αυτό τα παιδιά και φέρει την ευθύνη της εφαρμογής των διατάξεων του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου σε σχέση με τη χρήση των συστημάτων συγκράτησης.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Άρθρο 16(3)

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

(Άρθρο 15Β)

ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
ΤΟΠΟΘΕΤΗΜΕΝΟ ΕΜΦΑΝΩΣ ΣΕ ΚΑΘΕ ΘΕΣΗ
ΚΑΘΗΜΕΝΟΥ ΕΞΟΠΛΙΣΜΕΝΗ ΜΕ ΖΩΝΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ
ΟΧΗΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΩΝ Μ2 ΚΑΙ Μ3, ΤΑ ΟΠΟΙΑ
ΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 91/671/ΕΟΚ.

(Χρώμα: λευκή παράσταση σε μπλέ φόντο).

 

Σημείωση
8 του Ν. 116(Ι)/2018Έναρξη της ισχύος των άρθρων 15Γ και 15Δ του βασικού νόμου

8.-(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (2), ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 116(Ι)/2018] τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία δημοσίευσης του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

(2) Τα άρθρα 15Γ και 15Δ του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 116(Ι)/2018] τίθενται σε ισχύ δύο μήνες μετά από την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 116(Ι)/2018] στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

Σημείωση
8 του Ν. 131(Ι)/2020Έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 131(Ι)/2020]

8.  Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 131(Ι)/2020] τίθενται σε ισχύ την 1η Οκτωβρίου 2020.