ΜΕΡΟΣ VΙΙ ΕΤΗΣΙΟΙ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ - ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ - ΑΝΑΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ
Ετήσιοι λογαριασμοί και ισολογισμός κυπριακής ασφαλιστικής εταιρείας

87.—(1) Κάθε κυπριακή ασφαλιστική εταιρεία έχει υποχρέωση όπως, με τη λήξη του οικονομικού της έτους, καταρτίζει λογαριασμό εσόδων, ισολογισμό και λογαριασμό κερδών και ζημιών, ή, προκειμένου περί ασφαλιστικής εταιρείας που δεν ασκεί εργασίες χάριν κέρδους, λογαριασμό εσόδων και εξόδων.

(2) Με οδηγίες που εκάστοτε εκδίδονται από τον Έφορο, καθορίζεται ο τύπος και το περιεχόμενο των προβλεπόμενων στο προηγούμενο εδάφιο εγγράφων. Με τις οδηγίες αυτές καθορίζεται επίσης κατά πόσο οι πληροφορίες που περιέχονται στα έγγραφα αυτά θα υποβάλλονται υπό μορφή σημειώματος, κατάστασης ή έκθεσης επισυνημμένης στα έγγραφα αυτά. Με οδηγίες επίσης του Εφόρου δύναται να καθορίζεται και ο τύπος και το περιεχόμενο κάθε άλλου εγγράφου ή πιστοποιητικού, του οποίου η προσκόμιση απαιτείται, προκειμένου να επαληθευθούν οι πληροφορίες που περιέχονται στα προβλεπόμενα στο προηγούμενο εδάφιο έγγραφα, καθώς και ο τύπος και το περιεχόμενο κάθε άλλου εγγράφου προβλεπόμενου στο Μέρος αυτό του παρόντος Νόμου.

(3) Κάθε κυπριακή ασφαλιστική εταιρεία οφείλει να διατηρεί πλήρη λογιστικά βιβλία και δικαιολογητικά στοιχεία καθώς και μητρώα και άλλες πληροφορίες βάσει των οποίων ετοιμάζονται οι λογαριασμοί, ισολογισμοί καθώς και άλλα έγγραφα και καταστάσεις που προβλέπονται στο Μέρος αυτό του παρόντος Νόμου, για περίοδο τουλάχιστον επτά ετών, τα οποία θα τίθενται κατά πάντα χρόνο στη διάθεση του Εφόρου προς επιθεώρηση και έλεγχο.

Ειδικές διατάξεις για ασφαλιστική εταιρεία που ασκεί εργασίες τόσο στον Κλάδο Γενικής Φύσεως όσο και στον Κλάδο Ζωής

88. Κυπριακή ασφαλιστική εταιρεία, η οποία δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 24 του παρόντος Νόμου, ασκεί παράλληλα εργασίες τόσο στον Κλάδο Γενικής Φύσεως όσο και στον Κλάδο Ζωής, έχει υποχρέωση όπως—

(α) Απεικονίζει στους λογαριασμούς της, τις πηγές των αποτελεσμάτων για κάθε κατηγορία εργασιών, ασφαλίσεων Κλάδου Γενικής Φύσεως και ασφαλίσεων Κλάδου Ζωής. Για το σκοπό αυτό το σύνολο των εσόδων, ιδίως ασφάλιστρα, πληρωμές από αντασφαλιστές, πρόσοδοι επενδύσεων, και εξόδων, ιδίως ποσά που καταβάλλονται για διευθέτηση απαιτήσεων, προσθήκη τεχνικών αποθεμάτων, πληρωμή αντασφαλίστρων, έξοδα διαχείρισης σε σχέση με ασφαλιστικές εργασίες, αναλύεται ανάλογα με την πηγή προέλευσης.

Στοιχεία κοινά και για τους δύο Κλάδους, Κλάδο Γενικής Φύσεως, Κλάδο Ζωής, δύνανται να κατανέμονται, νοουμένου ότι γίνεται ειδική αναφορά στις σημειώσεις στους τύπους, που συνοδεύουν το λογαριασμό κερδών και ζημιών, υπό την αίρεση της σύμφωνης γνώμης του Εφόρου·

(β) συντάσσει, με βάση τους λογαριασμούς της, αναλυτική κατάσταση των στοιχείων με τα οποία συγκροτείται κάθε περιθώριο φερεγγυότητας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 66 του παρόντος Νόμου.

Δεσμοί μεταξύ ασφαλιστικών και άλλων εταιρειών. Ποινικό αδίκημα

89.—(1) Σε περίπτωση κατά την οποία μια κυπριακή ασφαλιστική εταιρεία έχει οικονομικούς, εμπορικούς ή διοικητικούς δεσμούς με άλλη κυπριακή εταιρεία, ανεξάρτητα αν η εταιρεία αυτή είναι ασφαλιστική ή όχι, η ασφαλιστική αυτή εταιρεία οφείλει όπως αποκαλύψει τους δεσμούς αυτούς στον Έφορο και υποβάλει προς έγκριση συμφωνία διαχείρισης, που υπογράφεται από τις δύο εμπλεκόμενες εταιρείες. Ο Έφορος βεβαιώνεται ότι οι λογαριασμοί των εταιρειών αυτών δε στρεβλώνονται με συμφωνίες που συνάπτονται μεταξύ τους ή με ρυθμίσεις οποιασδήποτε μορφής που ενδέχεται να επηρεάσουν την κατανομή εξόδων και εσόδων.

(2) Παράλειψη αποκαλύψεως των δεσμών αυτών κατά τα οριζόμενα στο προηγούμενο εδάφιο συνιστά ποινικό αδίκημα τιμωρούμενο με ποινή φυλακίσεως μέχρι δύο ετών ή με χρηματική ποινή μέχρι είκοσι χιλιάδων λιρών ή και με τις δύο αυτές ποινές.

Περιοδική έρευνα ορισμένων ασφαλιστικών εταιρειών από εντεταλμένο αναλογιστή

90.—(1) Κάθε κυπριακή ασφαλιστική εταιρεία, που ασκεί εργασίες στον Κλάδο Ζωής ή κάθε  αντασφαλιστική επιχείρηση ή ασφαλιστική επιχείρηση μεικτών δραστηριοτήτων όταν αυτή ασκεί κυρίως εργασίες αντασφάλισης, έχει υποχρέωση—

(α) Να μεριμνά, στη λήξη του οικονομικού της έτους, για τη διεξαγωγή ετήσιας έρευνας από εντεταλμένο αναλογιστή, που διορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο (ιβ) του εδαφίου (1) του άρθρου 21 του παρόντος Νόμου, για την οικονομική της κατάσταση, που να περιλαμβάνει και εκτίμηση των τεχνικών της αποθεμάτων

(β) μετά την αποπεράτωση τέτοιας έρευνας, ή οποιασδήποτε άλλης έρευνας που διεξάγεται σε οποιοδήποτε άλλο χρόνο για την οικονομική κατάσταση της εταιρείας σε σχέση με τη διανομή κερδών ή οποιασδήποτε έρευνας της οποίας τα αποτελέσματα γνωστοποιούνται στο κοινό, να μεριμνά για την κατάρτιση συνοπτικής κατάστασης της έκθεσης του εντεταλμένου αναλογιστή κατά τον καθορισμένο τύπο.

(2) Η ετήσια έρευνα, που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1), διεξάγεται σύμφωνα με κριτήρια, αρχές ή μεθόδους που καθορίζονται στο συνημμένο στον παρόντα Νόμο Τέταρτο Παράρτημα, διαλαμβάνει δε εκτίμηση των τεχνικών αποθεμάτων της εταιρείας αναφορικά με όλες τις εργασίες της σε κάθε κλάδο που εμπίπτει στον Κλάδο Ζωής ή στην περίπτωση αντασφαλιστικής εταιρείας, αναφορικά με όλες τις εργασίες που διεξάγει.

(3) Ανεξάρτητα από τις προηγούμενες διατάξεις του παρόντος άρθρου, ο Έφορος δύναται να απαιτήσει εγγράφως από οποιαδήποτε εταιρεία για την οποία έχει εύλογες υποψίες ότι δεν διεξάγει τις εργασίες της στον Κλάδο Ζωής ή τις εργασίες αντασφάλισης σύμφωνα με υγιείς ασφαλιστικές αρχές, όπως υποβάλει στον Έφορο, εντός δύο μηνών από τη βεβαιωμένη παραλαβή της απαίτησης του Εφόρου, εκτίμηση των τεχνικών αποθεμάτων που αναφέρονται στο εδάφιο (2) καθώς και της κατάστασης που αναφέρεται στο εδάφιο (1) του άρθρου αυτού.

Βεβαίωση κυπριακής ασφαλιστικής εταιρείας του κλάδου ζωής

91. Κάθε κυπριακή ασφαλιστική εταιρεία, που ασκεί εργασίες στον Κλάδο Ζωής, οφείλει όπως συνυποβάλλει, με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 92 του παρόντοςΝόμου έγγραφα, και βεβαίωση ότι έχει συμμορφωθεί πλήρως με τις οδηγίες του Εφόρου, που εκδίδονται δυνάμει του εδαφίου (5) του άρθρου 59 του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου. Η βεβαίωση αυτή πρέπει να υπογράφεται, εκτός από τα πρόσωπα που προβλέπονται στο άρθρο 92 του παρόντος Νόμου, και από τον λειτουργό συμμόρφωσης, που η εταιρεία οφείλει να διορίσει, σύμφωνα με το άρθρο 69 του περί της  Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από παράνομες Δραστηριότητες Νόμου.

Κατάθεση λογαριασμών και άλλων στοιχείων στον Έφορο

92.—(1) Οι λογαριασμοί, ο ισολογισμός και οι καταστάσεις που αναφέρονται στις προηγούμενες διατάξεις του Μέρους αυτού, κατατίθενται από κάθε κυπριακή ασφαλιστική εταιρεία στον Έφορο εντός πέντε μηνών από τη λήξη του οικονομικού της έτους. Τα έγγραφα αυτά υπογράφονται από τον Πρόεδρο και από δύο μέλη του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας καθώς και από το διευθύνοντα σύμβουλο, εάν η εταιρεία έχει διορίσει τέτοιο αξιωματούχο:

Νοείται ότι, ο Έφορος δύναται να παρατείνει την προθεσμία των πέντε μηνών κατά δύο το πολύ μήνες, σε εξαιρετικές περιπτώσεις και εφόσον η ενδιαφερόμενη ασφαλιστική εταιρεία αιτιολογήσει επαρκώς την αίτησή της προς παράταση της προθεσμίας, και εφόσον υποβάλει τη σχετική αίτηση ένα τουλάχιστο μήνα πριν την παρέλευση της προθεσμίας των πέντε μηνών.

(2) Μαζί με τους λογαριασμούς που προβλέπονται στο προηγούμενο εδάφιο και μέσα στην ίδια προθεσμία των πέντε μηνών, συνυποβάλλονται κατά τον καθορισμένο τύπο, και η κατάσταση αναφορικά με τα τεχνικά αποθέματα καθώς και η κατάσταση αναφορικά με το περιθώριο φερεγγυότητας τής εταιρείας, υπολογισμένα κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 63 ή, αναλόγως της περιπτώσεως, στο άρθρο 67 ή 68 του παρόντος Νόμου. Οι καταστάσεις αυτές επισυνάπτονται στον ισολογισμό της εταιρείας·

Νοείται ότι, μαζί με τις πιο πάνω αναφερόμενες καταστάσεις συνυποβάλλονται, εφόσον συντρέχει περίπτωση, και οι καταστάσεις προσαρμοσμένης φερεγγυότητας κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 70Α και 70Β.

(3) Ο Έφορος καθορίζει με εγκύκλιο του τον τρόπο υποβολής των προβλεπόμενων στα προηγούμενα εδάφια εγγράφων.

(4) Με το λογαριασμό εσόδων και τον ισολογισμό της η κυπριακή ασφαλιστική εταιρεία συνυποβάλλει στον Έφορο και την ετήσια έκθεση της εταιρείας για το αντίστοιχο οικονομικό έτος, η οποία περιλαμβάνει τις πληροφορίες που καθορίζονται στις οδηγίες του Εφόρου κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (2) του άρθρου 87 του παρόντος Νόμου.

(5) Εφόσον η κυπριακή ασφαλιστική εταιρεία καταθέσει τους λογαριασμούς και τον ισολογισμό της κατά τα οριζόμενα στο άρθρο αυτό και καταθέσει συγχρόνως αντίγραφο τους στον Έφορο Εταιρειών δυνάμει του περί Εταιρειών Νόμου τότε—

(α) Το άρθρο 122 του περί Εταιρειών Νόμου δε θα τυγχάνει εφαρμογής· και

(β) τα αντίγραφα που θα κατατίθενται στον Έφορο Εταιρειών θα λογίζονται από κάθε άποψη ως κατατεθέντα σύμφωνα με τις διατάξεις του ειρημένου άρθρου 122.

(6) Η κυπριακή ασφαλιστική εταιρεία οφείλει όπως, κατ' αίτηση οποιουδήποτε μετόχου, αποστέλλει προς αυτόν αντίγραφο των κατατεθέντων δυνάμει του άρθρου αυτού λογαριασμών, και του ισολογισμού, καθώς και της ετήσιας έκθεσης της εταιρείας. Αντίγραφα των πιο πάνω διατίθενται προς επιθεώρηση, από οποιοδήποτε μέτοχο ή κάτοχο ασφαλιστηρίου, που το επιθυμεί, στα κεντρικά γραφεία της εταιρείας.

(7) Για τους σκοπούς του Μέρους αυτού, οποιαδήποτε μνεία στο Μέρος αυτό σε λογαριασμούς και ισολογισμούς θα λογίζεται ως περιλαμβάνουσα καταστάσεις, εκθέσεις ή πιστοποιητικά, προβλεπόμενα στο εδάφιο (2) του άρθρου 87 και στο εδάφιο (2) του άρθρου αυτού.

(8) Κάθε κυπριακή ασφαλιστική εταιρεία οφείλει να παρέχει στον Έφορο, κατ' έτος ή οποτεδήποτε της ζητηθεί, στοιχεία που αποδεικνύουν την ύπαρξη επαρκούς αντασφάλισής της ή που αιτιολογούν το αίτημά της προς εξαίρεση από την υποχρέωση αυτή. Ο Έφορος καθορίζει με εγκύκλιο τον τρόπο υποβολής των εν λόγω στοιχείων.

Εξέταση λογαριασμών και καταστάσεων από τον Έφορο

93.—(1) Ο Έφορος εξετάζει τους λογαριασμούς, ισολογισμό και καταστάσεις που του υποβλήθηκαν δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) και (2) του άρθρου 92, και εφόσον κρίνει ότι τα έγγραφα αυτά περιέχουν ανακριβή ή ελλιπή στοιχεία, καλεί την ενδιαφερόμενη κυπριακή ασφαλιστική εταιρεία να παράσχει τις απαιτούμενες εξηγήσεις και να προβεί σε διόρθωση ή συμπλήρωση των στοιχείων αυτών μέσα στην προθεσμία που τάσσεται προς τούτο από τον Έφορο.

(2) Σε περίπτωση που η ενδιαφερόμενη ασφαλιστική εταιρεία παραλείψει να το πράξει μέσα στην τακτή προθεσμία, ο Έφορος δύναται να της επιβάλει κυρώσεις, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 196 και 201 του παρόντος Νόμου.

Έλεγχος λογαριασμών

94. Οι λογαριασμοί και ισολογισμοί κάθε κυπριακής ασφαλιστικής εταιρείας θα ελέγχονται από εγκεκριμένο ελεγκτή κατά τον καθορισμένο με Κανονισμούς τρόπο.

Τριμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις

95.—(1) Επιπλέον από τις άλλες υποχρεώσεις, που της επιβάλλουν οι προηγούμενες διατάξεις του Μέρους αυτού, κάθε κυπριακή ασφαλιστική εταιρεία, που συνιστάται μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου, έχει υποχρέωση όπως, κατά τη διάρκεια των τριών πρώτων εταιρικών της χρήσεων, ετοιμάζει, ανά τριμηνία, συνοπτικές οικονομικές καταστάσεις κατά τον καθορισμένο τύπο, τις οποίες υποβάλλει στον Έφορο μέσα σε ένα μήνα από τη λήξη της κάθε τριμηνίας.

(2) Οι τριμηνιαίες αυτές καταστάσεις υποβάλλονται προς το σκοπό ελέγχου της οικονομικής κατάστασης της εταιρείας αυτής, σε συνάρτηση με το τριετές πρόγραμμα δραστηριότητας, που έχει υποβάλει κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 21 του παρόντος Νόμου.

(3) Η υποχρέωση προς υποβολή τριμηνιαίων καταστάσεων κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (1) του άρθρου αυτού, ισχύει και στην περίπτωση κυπριακής ασφαλιστικής εταιρείας που επεκτείνει τις εργασίες της δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου σε άλλο ή άλλους ασφαλιστικούς κλάδους, εφόσον ο Έφορος κρίνει ότι η επέκταση αυτή ενδέχεται να επηρεάσει την οικονομική κατάσταση της εταιρείας.

Τερματισμός διορισμού εγκεκριμένου ελεγκτή

96.—(1) Σε περίπτωση σοβαρής παραβίασης των καθηκόντων του εγκεκριμένου ελεγκτή, ο Έφορος, με δεόντως αιτιολογημένη απόφασή του, δύναται να απαιτήσει από την ασφαλιστική εταιρεία, τον άμεσο τερματισμό του διορισμού, και η εταιρεία υποχρεούται να συμμορφωθεί.

(2) Η απόφαση αυτή του Εφόρου δύναται να προσβληθεί ενώπιον του Υπουργού, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 43 του παρόντος Νόμου.

Διορισμό εντεταλμένου αναλογιστή. Ποινικό αδίκημα

97.—(1) Κάθε κυπριακή ασφαλιστική εταιρεία, που κατέχει άδεια ασκήσεως εργασιών στον Κλάδο Ζωής, ή που ασκεί εργασίες του Κλάδου Γενικής Φύσεως και εκδίδει ασφαλιστήρια που καλύπτουν κινδύνους στους κλάδους ατυχημάτων και ασθενειών, με διάρκεια μεγαλύτερη του ενός έτους, κάθε κυπριακή αντασφαλιστική επιχείρηση και κάθε ασφαλιστική επιχείρηση μεικτών δραστηριοτήτων, όταν αυτή ασκεί κυρίως εργασίες αντασφάλισης, έχει υποχρέωση όπως εντός τριάντα ημερών από την έναρξη των εργασιών της προβεί στο διορισμό του εντεταλμένου αναλογιστή της. Ως εντεταλμένος αναλογιστής δύναται να διοριστεί και ο εσωτερικός αναλογιστής, που διορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 59 του παρόντος Νόμου, νοουμένου ότι ικανοποιεί τις προβλεπόμενες στο εδάφιο (2) προϋποθέσεις. Δεν επιτρέπεται να διοριστεί ως εντεταλμένος αναλογιστής ο γενικός διευθυντής της εταιρείας.

(2) Για το διορισμό του εντεταλμένου αναλογιστή απαιτείται—

(α) Το πρόσωπο αυτό να κατέχει τα καθορισμένα με Κανονισμούς προσόντα και να ικανοποιεί κάθε άλλη προϋπόθεση που τίθεται στους Κανονισμούς αυτούς·

(β) να είναι πρόσωπο ικανό και κατάλληλο κατά την έννοια του εδαφίου (5) του άρθρου 53 του παρόντος Νόμου·

(γ) ο διορισμός του προσώπου αυτού να τύχει της εγκρίσεως του Εφόρου.

(3) Ο διορισμός του εντεταλμένου αναλογιστή ανακοινώνεται εγγράφως στον Έφορο μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε ημερών από το διορισμό. Στο έγγραφο της ανακοίνωσης αναφέρονται η ημέρα του διορισμού, το όνομα και τα προσόντα του προσώπου που διορίζεται στη θέση εντεταλμένου αναλογιστή και το γεγονός ότι αυτός τυγχάνει αποδεδειγμένα ικανό και κατάλληλο πρόσωπο.

(4) Σε περίπτωση κατά την οποία τερματίζεται ο διορισμός του εντεταλμένου αναλογιστή από οποιαδήποτε αιτία, η ασφαλιστική εταιρεία έχει υποχρέωση μέσα σε προθεσμία τριάντα ημερών να προβεί στο διορισμό άλλου, εις αντικατάστασή του.

(5) Ο τερματισμός του διορισμού του εντεταλμένου αναλογιστή ανακοινώνεται εγγράφως στον Έφορο, από την ασφαλιστική εταιρεία και τον ίδιο τον εντεταλμένο αναλογιστή, μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε ημερών, αφότου επεσυνέβη ο τερματισμός. Στο έγγραφο της ανακοίνωσης καθορίζονται οι λόγοι για τους οποίους τερματίστηκε ο διορισμός και ο Έφορος δύναται να ζητήσει περαιτέρω διευκρινήσεις για τους λόγους αυτούς, είτε από τον ίδιο τον εντεταλμένο αναλογιστή είτε από την ενδιαφερόμενη ασφαλιστική εταιρεία.

(6) Σε περίπτωση κατά την οποία ο Έφορος ενίσταται στο διορισμό του εντεταλμένου αναλογιστή οφείλει να κοινοποιήσει εγγράφως την απόφασή του στην ασφαλιστική εταιρεία, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (2) του άρθρου 96, οι διατάξεις του οποίου ισχύουν κατά πάντα και στην προκειμένη περίπτωση.

(7) Κυπριακή ασφαλιστική εταιρεία, που υπέχει υποχρέωση προς διορισμό εντεταλμένου αναλογιστή κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (1) του άρθρου αυτού, και παραλείπει να το πράξει μέσα στις προθεσμίες που προβλέπονται στα εδάφια (1) και (4) του άρθρου αυτού, δεν επιτρέπεται να ασκεί νέες ασφαλιστικές εργασίες, μέχρις ότου προβεί στο διορισμό. Παράβαση της διάταξης αυτής συνιστά ποινικό αδίκημα τιμωρούμενο με χρηματική ποινή μέχρι είκοσι χιλιάδων λιρών.

Καθήκοντα εντεταλμένου αναλογιστή

98.—(1) Τα καθήκοντα του εντεταλμένου αναλογιστή περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων—

(α) Τον εντοπισμό και την παρακολούθηση των κινδύνων στους οποίους υπόκειται η εταιρεία, στην έκταση που αυτοί δύνανται να επηρεάσουν την ικανότητά της—

(i) να ικανοποιεί απαιτήσεις που προκύπτουν από ασφαλιστήρια του Κλάδου Ζωής, κατά το χρόνο που αυτές καθίστανται πληρωτέες· ή

(ii) να εκπληρώνει οποιεσδήποτε άλλες υποχρεώσεις που πηγάζουν από τέτοια ασφαλιστήρια, λαμβάνοντας υπ' όψη τα συμφέροντα των ασφαλισμένων

(β) την πληροφόρηση της διεύθυνσης της εταιρείας, στο επίπεδο που αυτός θεωρεί κατάλληλο, εάν έχει βάσιμους λόγους να πιστεύει ότι η εταιρεία—

(i) δεν εκπληρώνει ή αδυνατεί να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που πηγάζουν από ασφαλιστήρια του Κλάδου Ζωής, λαμβάνοντας υπ' όψη τα συμφέροντα των ασφαλισμένων έτσι ώστε αυτοί να τυγχάνουν δίκαιης μεταχείρισης· ή

(ii) συνάπτει ή δύναται να συνάψει νέα ασφαλιστήρια στον Κλάδο Ζωής με ανεπαρκείς όρους· ή

(iii) δεν έχει ή δυνατό να μην έχει ικανοποιητικούς οικονομικούς πόρους για να εκπληρώσει βάσιμες απαιτήσεις κατά το χρόνο που αυτές καθίστανται πληρωτέες, συμπεριλαμβανομένων και των εύλογων προσδοκιών των ασφαλισμένων ως προς την απόδοση κερδών

(γ) τη διεξαγωγή αναλογιστικών ερευνών και ετοιμασία καταστάσεων, όπως αυτές απαιτούνται από τις διατάξεις του παρόντος Μέρους·

(δ) την ετοιμασία και την παρακολούθηση της υλοποίησης του προγράμματος οικονομικής ανασυγκρότησης και του σχεδίου βραχυπρόθεσμης χρηματοδότησης που η εταιρεία οφείλει να υποβάλει σύμφωνα με το άρθρο 71 του παρόντος Νόμου·

(ε) να λαμβάνει από την εταιρεία πληροφορίες και επεξηγήσεις τις οποίες αυτός θεωρεί αναγκαίες για τη σωστή διεξαγωγή των καθηκόντων του και να συμβουλεύει, για το σκοπό αυτό, την εταιρεία ως προς τα αρχεία και τα συστήματα που είναι απαραίτητα, για τη λήψη των πληροφοριών και επεξηγήσεων αυτών.

(2) Κατά τη διεκπεραίωση των καθηκόντων του, ο εντεταλμένος αναλογιστής οφείλει να—

(α) Λαμβάνει υπ' όψη γενικά αποδεκτές αναλογιστικές αρχές·

(β) είναι αντικειμενικός·

(γ) παίρνει λογικά μέτρα, ώστε να ικανοποιείται ότι δεν είναι προκατειλημμένος ή δεν επηρεάζεται από οποιαδήποτε συγκρουόμενα συμφέροντα και στην αντίθετη περίπτωση να παίρνει τα κατάλληλα μέτρα.

(3) Για τη σωστή διεκπεραίωση των καθηκόντων του εντεταλμένου αναλογιστή, η εταιρεία οφείλει να—

(α) Του παρέχει, οποτεδήποτε αυτός το θεωρεί αναγκαίο, άμεση πρόσβαση στο Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας·

(β) τον τηρεί ενήμερο για τις εργασίες της και για οποιαδήποτε άλλα της σχέδια, συμπεριλαμβανομένων και εργασιών ή σχεδίων συνδεδεμένων εταιρειών, εάν αυτά θεωρούνται σχετικά·

(γ) του παρέχει ικανοποιητικά μέσα για τη διεξαγωγή των εργασιών του, στην περίπτωση που αυτός τυγχάνει υπάλληλος της·

(δ) τηρεί τέτοια αρχεία και διαθέτει τέτοια συστήματα που αυτός θεωρεί αναγκαία, στα οποία ο εντεταλμένος αναλογιστής θα έχει πρόσβαση κατά πάντα χρόνο·

(ε) ζητά τη συμβουλή του σε σχέση με τις πιθανές επιπτώσεις που ενδέχεται να προκύψουν από σημαντικές αλλαγές στο πρόγραμμα δραστηριότητάς της στις πρακτικές ή σε άλλα δεδομένα σε σχέση με τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των ασφαλισμένων στον Κλάδο Ζωής· και

(στ) λαμβάνει υπόψη τη συμβουλή του, είτε αυτή δόθηκε με βάση την παράγραφο (ε), είτε δόθηκε ύστερα από δική του πρωτοβουλία, την οποία συμβουλή ο εντεταλμένος αναλογιστής θα μπορεί να παρουσιάσει, εάν αυτός το ζητήσει, απευθείας στο Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας.

Εφαρμογή επί αλλοδαπών ασφαλιστικών επιχειρήσεων

99. Όλες οι προηγούμενες διατάξεις του Μέρους αυτού εφαρμόζονται και στην περίπτωση αλλοδαπών ασφαλιστικών επιχειρήσεων, που κατέχουν άδεια ασκήσεως ασφαλιστικών εργασιών δυνάμει του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι, τα υποβαλλόμενα κατά το άρθρο 92 έγγραφα υπογράφονται και από το γενικό αντιπρόσωπο της αλλοδαπής ασφαλιστικής επιχείρησης, επί πλέον από τα καθοριζόμενα στο εδάφιο (1) του άρθρου 92 πρόσωπα:

Νοείται περαιτέρω ότι, ως εντεταλμένος αναλογιστής μιας αλλοδαπής ασφαλιστικής επιχείρησης δύναται να διοριστεί και ο αναλογιστής που έχει διοριστεί σε ανάλογη θέση από τη μητρική ασφαλιστική επιχείρηση, εφόσον κατέχει τα καθορισμένα προσόντα ή άλλα ισότιμα κατά την κρίση του Υπουργού προσόντα.

Λογαριασμοί και οικονομικές καταστάσεις της Ένωσης Ασφαλιστών Λλόυδς Λονδίνου

100.—(1) Η Ένωση Ασφαλιστών Λλόυδς Λονδίνου, σε ό,τι αφορά τις ασφαλιστικές εργασίες που αυτή ασκεί στη Δημοκρατία, έχει υποχρέωση όπως—

(α) Τηρεί τακτικούς και ειδικούς λογαριασμούς·

(β) μέσα σε έξι μήνες από τη λήξη κάθε οικονομικού έτους υποβάλει, στον Έφορο, κατά τον καθορισμένο τύπο, έκθεση για το σύνολο των ασφαλιστικών εργασιών, που άσκησε στη Δημοκρατία· και

(γ) υποβάλει στον Έφορο, κατά τον καθορισμένο τύπο, κατάσταση αναφορικά με τα τεχνικά αποθέματα καθώς και κατάσταση αναφορικά με το περιθώριο φερεγγυότητάς της, υπολογισμένα κατά τη λήξη κάθε οικονομικού έτους, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 74 του παρόντος Νόμου. Οι καταστάσεις αυτές επισυνάπτονται στον υποβαλλόμενο ισολογισμό.

(2) Σε περίπτωση προσχώρησης της Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και από την ημερομηνία προσχώρησής της, οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου του άρθρου αυτού δε θα ισχύουν προκειμένου περί της Ενώσεως Ασφαλιστών Λλόυδς Λονδίνου, η οποία θα διέπεται κατά πάντα από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, που αφορούν στην άσκηση ασφαλιστικών εργασιών στη Δημοκρατία, από ασφαλιστικές επιχειρήσεις με έδρα σε Κράτη Μέλη της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., υπό καθεστώς ελεύθερης εγκατάστασης ή και ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.

Καταβολή τελών

101. Κατά την υποβολή των ετήσιων λογαριασμών δυνάμει των διατάξεων του Μέρους αυτού, καταβάλλονται τα καθορισμένα με Κανονισμούς, κατά περίπτωση, τέλη.