Συνοπτικός τίτλος

1. Οι περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμοι του 1985 μέχρι 2001 θα αναφέρονται μαζί ως οι περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμοι του 1985 μέχρι 2001.

Ερμηνεία

2. Εν τω παρόντι Νόμω, εκτός εάν εκ του κειμένου προκύπτη διάφορος έννοια-

“άδεια λειτουργίας” [Διαγράφηκε]·

“αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυµα” ή “ΑΠΙ” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου·

“αναγνωρισμένο συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα” [Διαγράφηκε]·

“αξιωματούχος” περιλαμβάνει τον πρόεδρον, γραμματέα, μέλος της επιτροπείας, μέλος του συμβουλίου ή έτερον πρόσωπον εξουσιοδοτημένον δυνάμει των διατάξεων των Θεσμών ή των ειδικών κανονισμών όπως δίδη οδηγίας αναφορικώς προς τας εργασίας εγγεγραμμένης εταιρείας·

“ασφαλιστική επιχείρηση” [Διαγράφηκε]·

“Δευτεροβάθμια Συνεργατική Εταιρεία” σημαίνει συνεργατική εταιρεία της οποίας έστω και ένα μέλος της είναι συνεργατική εταιρεία∙

“Δικαστήριον” σημαίνει το Επαρχιακόν Δικαστήριον της Επαρχίας όπου ευρίσκεται η εγγεγραμμένη διεύθυνσις της συνεργατικής εταιρείας·

“εγγεγραμμένη εταιρεία” σημαίνει συνεργατικήν εταιρείαν εγγεγραμμένην ή λογιζομένην ως εγγεγραμμένην δυνάμει του παρόντος Νόμου·

“εγκεκριμένος ελεγκτής” σημαίνει «νόμιμο ελεγκτή» ή «νόμιμο ελεγκτικό γραφείο», σύμφωνα με την έννοια που αποδίδεται στους όρους αυτούς από το άρθρο 2 του περί Ελεγκτών και Υποχρεωτικών Ελέγχων των Ετήσιων και Ενοποιημένων Λογαριασμών Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

“ειδικοί κανονισμοί” σημαίνει τους εκάστοτε εν ισχύι εγγεγραμμένους ειδικούς κανονισμούς εγγεγραμμένης εταιρείας και περιλαμβάνει εγγεγραμμένην τροποποίησιν των ειδικών κανονισμών·

“Επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες” [Διαγράφηκε].

“επιμέρισμα” σημαίνει μερίδιον εκ των κερδών εγγεγραμμένης εταιρείας το οποίον διανέμεται μεταξύ των μελών της αναλόγως του ύψους των συναλλαγών των γενομένων υπ’ αυτών μετά της τοιαύτης εταιρείας εκ των οποίων και προέκυψαν τα κέρδη της εταιρείας·

“επιτροπεία” και “συμβούλιον” σημαίνει το όργανον το επιφορτισμένον με την διοίκησιν εγγεγραμμένης εταιρείας εις το οποίον ανετέθη η διαχείρισις των υποθέσεων αυτής·

“Επιτροπή” σημαίνει την υπό του άρθρου 5 καθιδρυόμενη Επιτροπή της Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών·

“επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών” [Διαγράφηκε].

“εργασίες αποδοχής καταθέσεων” [Διαγράφηκε]·

“Έφορος” σημαίνει τον δυνάμει του άρθρου 4 διοριζόμενον Έφορον Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών·

“ηλεκτρονικό χρήμα” [Διαγράφηκε]·

“Θεσμοί” σημαίνει τους δυνάμει του παρόντος Νόμου εκδιδομένους Θεσμούς·

“κατάθεση” σημαίνει ποσό χρημάτων που καταβάλλεται ή εισπράττεται με όρους, βάσει των οποίων θα αποπληρωθεί με τόκο ή χωρίς τόκο ή υπέρ το άρτιο σε πρώτη ζήτηση ή σε τακτή προθεσμία ή υπό όρους που συμφωνούνται από ή εκ μέρους του προσώπου που καταβάλλει  και του  προσώπου που  εισπράττει  το  ποσό,  αλλά οι όροι αυτοί δε σχετίζονται με την πώληση ή τη διάθεση αγαθών ή περιουσιακών  στοιχείων, την  παροχή υπηρεσιών ή την έκδοση χρεωστικών ομολόγων ή μετοχών·

“Κεντρική Τράπεζα” σημαίνει την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου·

“Κεντρικός Φορέας“ σημαίνει τη Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ κατά τα οριζόμενα στον περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, και στις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες οδηγίες της Κεντρικής Τράπεζας·

“κράτος μέλος” σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

“κράτος μέλος καταγωγής” [Διαγράφηκε]·

“μέρισμα” σημαίνει κέρδη τα οποία διανέμονται επί τη βάσει του μετοχικού κεφαλαίου εγγεγραμμένης εταιρείας·

“συνήθεις μετοχές” σημαίνει μετοχές εκδιδόμενες από εγγεγραμμένη εταιρεία, οι οποίες κατέχονται αποκλειστικά από τα μέλη της ή προκειμένου περί ΣΠΙ και από μη μέλη και οι οποίες διέπονται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και τους δυνάμει αυτού εκδιδόμενους Θεσμούς·

“μετοχές τάξης Β΄” [Διαγράφηκε]·

“μετοχικό κεφάλαιο” σημαίνει το κεφάλαιο εγγεγραμμένης εταιρείας που αποτελείται από τις συνήθεις μετοχές και εάν η εταιρεία έχει εκδώσει και προνομιούχες μετοχές, το κεφάλαιο της εταιρείας αυτής περιλαμβάνει και τις μετοχές αυτές∙

“μέτρα εξυγίανσης”  [Διαγράφηκε]·

“μέλος” περιλαμβάνει πρόσωπον ή εγγεγραμμένην εταιρείαν το οποίον ή η οποία συνυπογράφει την αίτησιν διά την εγγραφήν εταιρείας, και παν πρόσωπον ή πάσαν εγγεγραμμένην εταιρείαν το οποίον ή η οποία εγένετο δεκτόν ή δεκτή ως μέλος μετά την εγγραφήν συμφώνως προς τους Θεσμούς και τους ειδικούς κανονισμούς·

“μητρική εταιρεία” και “θυγατρική εταιρεία” [Διαγράφηκε]·

“Οδηγία 2006/48/ΕΚ” [Διαγράφηκε]·

“Παρεπόμενες υπηρεσίες” [Διαγράφηκε]·

“περιουσία” σημαίνει παντός είδους κινητήν ή ακίνητον ιδιοκτησίαν κατεχομένην υπό εγγεγραμμένης εταιρείας και αναγκαίαν διά τους σκοπούς της τοιαύτης εταιρείας·

“πρόγραμμα δραστηριοτήτων” [Διαγράφηκε]·

“προνομιούχες μετοχές” σημαίνει μετοχές εκδιδόμενες από εγγεγραμμένη εταιρεία, οι οποίες δεν έχουν δικαίωμα ψήφου, δυνατό να κατέχονται και από πρόσωπα που δεν είναι μέλη της και διέπονται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και τους δυνάμει αυτού εκδιδόμενους Θεσμούς·

“Πρωτοβάθμιος Συνεργατική Εταιρεία” σημαίνει συνεργατικήν εταιρείαν της οποίας τα μέλη είναι φυσικά πρόσωπα·

“Συμβουλευτική Επιτροπή” [Διαγράφηκε]

“συνεργατική νομοθεσία” σημαίνει τον παρόντα Νόμο και τους Θεσμούς που εκδίδονται δυνάμει του Νόμου αυτού∙

“συνεργατικό πιστωτικό ίδρυµα” ή “ΣΠΙ” σηµαίνει εγγεγραµµένη εταιρεία η οποία κατέχει άδεια λειτουργίας πιστωτικού ιδρύµατος δυνάµει του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυµάτων Νόµου και περιλαµβάνει τη Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα Λτδ·

“τρίτη χώρα” σημαίνει κράτος άλλο από τη Δημοκρατία ή κράτος μέλος·

“Τριτοβάθμιος Συνεργατική Εταιρεία” [Διαγράφηκε]·

“Υπηρεσία” [Διαγράφηκε]·

“Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών” σημαίνει την προβλεπόμενη στο εδάφιο (4) του άρθρου 4 και στο άρθρο 4Α Υπηρεσία·

“υποκατάστημα” [Διαγράφηκε]·

“Υπουργός” σημαίνει τον Υπουργόν Εμπορίου και Βιομηχανίας·

“χρηματοδοτικό άνοιγμα” σε σχέση με πρόσωπο σημαίνει τη χορήγηση οποιουδήποτε δανείου ή το άνοιγμα τρεχούμενου χρεωστικού λογαριασμού για το πρόσωπο αυτό, ή τη χορήγηση οποιασδήποτε χρηματοδοτικής μίσθωσης (financial leasing), συμπεριλαμβανομένης και χρηματοδότησης με ενοικιαγορά, ή την προεξόφληση γραμματίου ή συναλλαγματικής για την οποία το πρόσωπο αυτό υπέχει ευθύνη είτε ως αποδέκτης είτε ως εκδότης είτε ως οπισθογράφος, ή τη χορήγηση οποιασδήποτε οικονομικής εγγύησης, ή την ανάληψη οποιασδήποτε άλλης οικονομικής ευθύνης ή υποχρέωσης για λογαριασμό του προσώπου αυτού, ή την ανάληψη οποιασδήποτε υποχρέωσης για τη χορήγηση οποιωνδήποτε από τα πιο πάνω και περιλαμβάνει οποιεσδήποτε από τις πιο πάνω πράξεις που γίνονται προς όφελος τρίτου με την εγγύηση του προσώπου αυτού, περιλαμβάνει δε οποιοδήποτε άλλο άμεσο ή έμμεσο στοιχείο ενεργητικού εντός ή εκτός ισολογισμού σε σχέση με το πρόσωπο αυτό∙

“Χρηματοοικονομικά μέσα” [Διαγράφηκε]·

Προηγούμενες επωνυμίες Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών

2Α. Όπου, σε οποιοδήποτε νόμο, θεσμούς, κανονισμούς, διατάγματα, αποφάσεις, οδηγίες και σχέδια υπηρεσίας που εκδίδονται δυνάμει αυτών, υπάρχει αναφορά:

(α) σε «Έφορο Συνεργατικών Εταιρειών και Συνεργατικής Ανάπτυξης», «Τμήμα Συνεργατικής Ανάπτυξης (Συνεργατική Ανάπτυξη)» ή «Λειτουργό του Τμήματος Συνεργατικής Ανάπτυξης», ή

(β) σε «Επιτροπή Υπηρεσίας  Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών», «Έφορο Υπηρεσίας Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών» και «Υπηρεσία  Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών», ή

(γ) σε «Επιτροπή Υπηρεσίας Εποπτείας Συνεργατικών Εταιρειών», «Έφορο Υπηρεσίας Εποπτείας Συνεργατικών Εταιρειών» και «Υπηρεσία Εποπτείας Συνεργατικών Εταιρειών»,

σημαίνει την «Επιτροπή Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών», τον «Έφορο Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών», την «Υπηρεσία  Συνεργατικών Εταιρειών» και «Λειτουργό της Υπηρεσίας  Συνεργατικών Εταιρειών».

Εξουσίαι Υπουργού

3.-(1) Η επί τη βάσει της παραγράφου (γ) του εδαφίου (3) του άρθρου 3 των περί Μεταβιβάσεως των Αρμοδιοτήτων της Ελληνικής Κοινοτικής Συνελεύσεως και περί Υπουργείου Παιδείας Νόμων του 1965 έως 1969 μεταβιβασθείσα αρμοδιότης ασκείται υπό του Υπουργού, τούτου ενεργούντος συνήθως διά του Εφόρου.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 4Γ, ο Υπουργός, εποπτεύει τη, με βάση  τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, λειτουργία των εγγεγραμμένων εταιρειών και δίδει στον Έφορο οδηγίες, αναφορικά με την άσκηση των αρμοδιοτήτων του με βάση τον παρόντα Νόμο, όπως κρίνει σκόπιμο για τα συμφέροντα του Συνεργατισμού.

(3) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 4Γ, ο Υπουργός έχει εξουσία να ζητά από τον Έφορο εκθέσεις, λογαριασμούς και άλλες πληροφορίες που σχετίζονται με τη λειτουργία των εγγεγραμμένων εταιρειών δυνάμει του παρόντος Νόμου και με την εν γένει άσκηση των αρμοδιοτήτων του Εφόρου δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(4) Ο Έφορος οφείλει να παρέχει εις τον Υπουργόν πάσαν διευκόλυνσιν προς εξέλεγξιν των εις το εδάφιον (3) αναφερομένων εκθέσεων, λογαριασμών και πληροφοριών, ως ο Υπουργός ήθελεν ευλόγως απαιτήσει.

(5) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 4Γ, ο Έφορος-

(α) ελέγχει την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των Θεσμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού και για το σκοπό αυτό ο ίδιος ή οποιοδήποτε πρόσωπο εξουσιοδοτημένο από αυτόν με γενική ή ειδική προς τούτο έγγραφη εξουσιοδότηση, έχει εξουσία να επιθεωρεί τα βιβλία, τους λογαριασμούς και τα έγγραφα εγγεγραμμένης εταιρείας και κάθε αξιωματούχος της εταιρείας αυτής οφείλει να παρέχει τις αναγκαίες διευκολύνσεις και όλες τις ζητούμενες πληροφορίες για την επιθεώρηση αυτή, και

(β) μεριμνά για την προώθηση και διάδοση των συνεργατικών αρχών, καθώς και την ομαλή λειτουργία του συνεργατικού θεσμού στην Κύπρο.

Έφορος

4.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο διορίζει για χρονική περίοδο   πέντε  ετών, η οποία είναι ανανεώσιμη, πρόσωπο ανωτάτου ηθικού και επαγγελματικού επιπέδου, με πείρα και αποδεδειγμένη ικανότητα στα οικονομικά συμπεριλαμβανομένων των χρηματοοικονομικών, τη διοίκηση επιχειρήσεων, τα νομικά ή τη λογιστική ως Έφορο της Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών:

Νοείται ότι, σε περίπτωση διορισμού ως Εφόρου, υπαλλήλου που κατέχει μόνιμη θέση στην κρατική υπηρεσία ή σε οργανισμό, ο υπάλληλος αφυπηρετεί  αυτοδικαίως από τη θέση που κατέχει, οπότε εφαρμόζονται οι διατάξεις του εκάστοτε σε ισχύ περί Συντάξεων  Νόμου για τα ωφελήματα αφυπηρέτησης σε περίπτωση πρόωρης οικειοθελούς αφυπηρέτησης, τα οποία όμως υπολογίζονται με βάση τις συντάξιμες απολαβές του υπαλλήλου κατά την ημερομηνία αφυπηρέτησής του, ως ακολούθως -

(α)Σε περίπτωση που ο υπάλληλος δεν έχει συμπληρώσει δεκαετή υπηρεσία λογίζεται ότι υπηρέτησε στην κρατική υπηρεσία ή στον οργανισμό για τόση επιπλέον περίοδο για όση είχε υπηρετήσει πριν από το διορισμό του ως Εφόρου ή για όση περίοδο θα υπηρετούσε εάν αφυπηρετούσε λόγω ορίου ηλικίας, οποιαδήποτε από τις δύο περιόδους θα ήταν η μικρότερη·

(β)σε περίπτωση που ο υπάλληλος έχει συμπληρώσει δεκαετή υπηρεσία, λογίζεται ότι υπηρέτησε στην κρατική υπηρεσία ή στον οργανισμό για περίοδο δέκα επιπλέον ετών ή για τόση περίοδο για όση θα είχε υπηρετήσει εάν αφυπηρετούσε λόγω ορίου ηλικίας, οποιαδήποτε από τις δύο περιόδους θα ήταν η μικρότερη.

Η πιο πάνω προστιθέμενη υπηρεσία λογίζεται ως υπηρεσία με εισφορές:

Νοείται περαιτέρω ότι, οι όροι “κρατική υπηρεσία” και “οργανισμός” στο παρόν εδάφιο έχουν την έννοια που αποδίδεται σε αυτούς από τον εκάστοτε σε ισχύ περί Συντάξεων Νόμο.

(2) Ο Έφορος δε δύναται να κατέχει οποιαδήποτε θέση ή αξίωμα στη Δημοκρατία ή να απασχολείται σε οποιαδήποτε άλλη εργασία έναντι αμοιβής.

(3) Ο Έφορος δε δύναται να διωχθεί πειθαρχικά και παύεται με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, εφόσον δεν πληροί πλέον τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την εκτέλεση των καθηκόντων του ή έχει υποπέσει σε βαρύ παράπτωμα.

(4) Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, ο Έφορος προΐσταται της Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών, τα μέλη του προσωπικού της οποίας είναι μέλη της Δημόσιας Υπηρεσίας που διορίζονται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο και υπηρετούν σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στους Θεσμούς, στα σχέδια υπηρεσίας και στο οργανόγραμμα της Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών.

(5) Ο Έφορος ή οποιοδήποτε πρόσωπο υπηρετεί στην Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών δεν υπέχει αστικής ευθύνης σχετικά με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη κατά την άσκηση των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων του δυνάμει του παρόντος Νόμου, εκτός εάν αποδειχθεί ότι η πράξη ή η παράλειψη έγινε κακόπιστα ή οφείλεται σε σοβαρή αμέλεια.

(6) Παρά τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου εκάστοτε σε ισχύ Νόμου, ο Έφορος δύναται -

(α) Να εξασφαλίζει απ’ ευθείας υπηρεσίες για  θέματα  που  σχετίζονται  με  την  άσκηση των δυνάμει του παρόντος Νόμου  αρμοδιοτήτων και εξουσιών του και την εκτέλεση των καθηκόντων του ή με την προς τούτο εκπαίδευση του προσωπικού της Υπηρεσίας  Συνεργατικών Εταιρειών·

(β) να συνάπτει για τους σκοπούς της παραγράφου (α) συμβάσεις παροχής υπηρεσιών ή να εξασφαλίζει από δικηγόρους, ελεγκτές ή άλλους ειδικούς την παροχή εξειδικευμένων υπηρεσιών·

(γ) [Διαγράφηκε].

(7) Η αντιμισθία και οι λοιποί όροι υπηρεσίας του Εφόρου καθορίζονται στο έγγραφο διορισμού του.

(8) Η άσκηση πειθαρχικής δίωξης δεν είναι δυνατή εναντίον οποιουδήποτε προσώπου αντικαθιστά τον Έφορο σχετικά με πράξη ή παράλειψή του, παρά μόνον κατόπιν εξασφάλισης της προς τούτο έγκρισης του Υπουργικού Συμβουλίου.

(9) Ο Έφορος, ως το ανώτατο εκτελεστικό όργανο της Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών –

(α) Εφαρμόζει την πολιτική που καθορίζει η Επιτροπή και που αφορά την Υπηρεσία αυτή κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 5Α·

(β) διευθύνει και ελέγχει τις εργασίες της Υπηρεσίας αυτής·

(γ) ενεργεί για όλα τα ζητήματα που αφορούν τις εργασίες της Υπηρεσίας αυτής, τα οποία δεν υπάγονται ρητά στην αρμοδιότητα της Επιτροπής· και

(δ) εκπροσωπεί την Επιτροπή σε κάθε σχέση της με άλλα πρόσωπα περιλαμβανομένης και της Δημοκρατίας·

(ε) [Διαγράφηκε].

Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών

4Α.-(1) Των Υπηρεσιών της Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών προΐστανται Πρώτοι Λειτουργοί Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών, ένας εκ των οποίων ορίζεται από τον Έφορο ως αντικαταστάτης του σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος στην άσκηση των καθηκόντων του σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο:

Νοείται ότι σε περίπτωση κένωσης της θέσης του Εφόρου για οποιοδήποτε λόγο, ο Υπουργός ορίζει αναπληρωτή Έφορο ο οποίος ασκεί καθήκοντα Εφόρου μέχρι το διορισμό νέου Εφόρου κατά τις διατάξεις του άρθρου 4.

(2) Η μετάθεση ή η άσκηση πειθαρχικής δίωξης εναντίον οποιουδήποτε προσώπου υπηρετεί στην Υπηρεσία  Συνεργατικών Εταιρειών είναι δυνατή μόνο με την συγκατάθεση του Εφόρου.

Ετήσιος προϋπολογισμός

4Β. Ο ετήσιος προϋπολογισμός της Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών καταρτίζεται από την Επιτροπή και υποβάλλεται μέσω του Υπουργείου Οικονομικών στο Υπουργικό Συμβούλιο για έγκριση.

Περιορισμοί και καταργήσεις στις αρμοδιότητες του Υπουργού και της Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών

4Γ.-(1) Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου ή των Θεσμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού, ο Υπουργός, ο Έφορος, η Επιτροπή και η Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών:

(α) δεν έχουν οποιαδήποτε αρμοδιότητα ή εξουσία σε σχέση με την προβλεπόμενη, στον περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, αδειοδότηση, ρύθμιση, εποπτεία και λήψη εποπτικών μέτρων στα ΣΠΙ ή σ’ άλλη εγγεγραμμένη εταιρεία που αποδέχεται καταθέσεις ή νομικό πρόσωπο ή ένωση προσώπων που συστάθηκε ως συνεργατικός οργανισμός σε κράτος μέλος ή τρίτη χώρα και ασκεί εργασίες πιστωτικού ιδρύματος στην Κύπρο, και

(β) δεν δύνανται να ασκούν οποιαδήποτε δραστηριότητα η οποία αποσκοπεί στην ανάπτυξη των εργασιών (business development) των ΣΠΙ.

(2)(α)Από την έναρξη ισχύος του περί Συνεργατικών Εταιρειών (Τροποποιητικού) (Αρ. 4) Νόμου του 2013 καταργούνται όλες οι κανονιστικές αποφάσεις, με εξαίρεση την κανονιστική απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου αυτού, και όλα τα διατάγματα που εκδόθηκαν δυνάμει των καταργούμενων διατάξεων του βασικού νόμου, με τον περί Συνεργατικών Εταιρειών (Τροποποιητικό) (Αρ. 4) Νόμο του 2013.

(β)(i) Η Επιτροπή της Υπηρεσίας Εποπτείας Συνεργατικών Εταιρειών προβαίνει με απόφαση της σε διάλυση του Ταμείου Αλληλεγγύης, Στήριξης και Ανάπτυξης των συνεργατικών εταιρειών που ασκούν εργασίες ΣΠΙ.

(ii) Στην απόφαση διάλυσης του ως άνω Ταμείου καθορίζονται η ημερομηνία διάλυσής του και η επιστροφή του αποθεματικού στα μέλη του.

(3) Από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Συνεργατικών Εταιρειών (Τροποποιητικού) (Αρ. 4) Νόμου καταργούνται όλες οι οδηγίες, κατευθυντήριες γραμμές και εγκύκλιοι του Εφόρου που εκδόθηκαν είτε δυνάμει των καταργούμενων, με αυτόν, άρθρων του βασικού νόμου είτε που αφορούν θέματα που εμπίπτουν στο εδάφιο (1).

(4) Οι περί Συνεργατικών Εταιρειών (Σύσταση και Λειτουργία Σχεδίου Προστασίας Καταθέσεων) Θεσμοί του 2000 έως 2009 καταργούνται.

(5) Οι περί Συνεργατικών Εταιρειών Θεσμοί εφαρμόζονται στην έκταση που δεν αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου και καθόσον αφορά τα ΣΠΙ στις διατάξεις του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων οδηγιών.

(6) Από την έναρξη ισχύος του περί Συνεργατικών Εταιρειών (Τροποποιητικού) (Αρ. 4) Νόμου του 2013 όπου σε οποιοδήποτε νόμο, κανονισμό ή οδηγία προβλέπονται αρμοδιότητες της Επιτροπής Υπηρεσίας Εποπτείας Συνεργατικών Εταιρειών, του Έφορου Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών ή της Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών, ανάλογες με τις προβλεπόμενες στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου αυτού, που αφορούν την αδειοδότηση, ρύθμιση, εποπτεία και λήψη εποπτικών μέτρων σε σχέση με οποιοδήποτε ίδρυμα, εταιρεία ή οργανισμό, αυτές ασκούνται από την Κεντρική Τράπεζα και οποιαδήποτε οδηγία εκδόθηκε δυνάμει των εν λόγω νόμων από την Επιτροπή Υπηρεσίας Εποπτείας Συνεργατικών Εταιρειών, τον Έφορο Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών ή την Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών καταργείται και εφαρμόζεται η αντίστοιχη οδηγία της Κεντρικής Τράπεζας.

Επιτροπή

5.-(1) Καθιδρύεται Επιτροπή Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών, η οποία απαρτίζεται από τον Έφορο ή τον αντικαταστάτη του κατά τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 4Α και από τέσσερα άλλα μέλη, τα οποία διορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο, εκ των οποίων τα δύο προέρχονται από κατάλογο διπλασίου τουλάχιστον αριθμού προσώπων, τον οποίο υποβάλλει η Παγκύπρια Συνεργατική Συνομοσπονδία.

(2) Ως μέλη της Επιτροπής διορίζονται πρόσωπα ανωτάτου ηθικού και επαγγελματικού επιπέδου.

(3) Κανένα πρόσωπο δεν προτείνεται για διορισμό ως μέλους της Επιτροπής, εφ’ όσον κατέχει οποιαδήποτε θέση ασυμβίβαστη με την ιδιότητα αυτή και ειδικότερα εφόσον -

(α) Είναι υπουργός ή μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων·

(β) είναι μέλος Δημοτικού Συμβουλίου, περιλαμβανομένου του Δημάρχου·

(γ) είναι μέλος των ενόπλων δυνάμεων ή των δυνάμεων ασφαλείας της Δημοκρατίας·

(δ) κατέχει δημόσια θέση ή θέση σε αρχή τοπικής αυτοδιοίκησης ή ενεργεί ως αναπληρωτής σε τέτοια θέση:

Νοείται ότι ‘δημόσια θέση’ σημαίνει οποιαδήποτε θέση με οικονομικό όφελος στην υπηρεσία της Δημοκρατίας, εφ’ όσον οι απολαβές της υπόκεινται στον έλεγχο της Δημοκρατίας και περιλαμβάνει οποιαδήποτε θέση σε οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή σε οργανισμό κοινής ωφελείας:

Νοείται περαιτέρω ότι, το ασυμβίβαστο δεν αναφέρεται σε πρόσωπο, το οποίο -

(i) κατέχει θέση καθηγητή σε πανεπιστήμιο ή άλλο ίδρυμα ανώτατης εκπαίδευσης στη Δημοκρατία·

(ii) εκτελεί, χωρίς να είναι μέλος της δημόσιας υπηρεσίας, χρέη αντιπροσώπου της Δημοκρατίας σε διεθνή νομισματικό ή οικονομικό οργανισμό, στον οποίο η Δημοκρατία είναι μέλος·

(ε) έχει κηρυχθεί σε πτώχευση, εφ’ όσον δεν έχει αποκατασταθεί ή τελεί υπό αναγκαστική διαχείριση ή βρίσκεται σε συμβιβασμό με τους πιστωτές του·

(στ) τελεί υπό δικαστική απαγόρευση λόγω φρενοβλάβειας ή έχει κηρυχθεί ως πρόσωπο μειωμένης νοητικής ικανότητας·

(ζ) είναι μέλος της Επιτροπείας ή του Εποπτικού Συμβουλίου, αξιωματούχος ή υπάλληλος εγγεγραμμένης εταιρείας.

(4) Η θητεία των μελών της Επιτροπής είναι πενταετής και δύναται να ανανεώνεται:

Νοείται ότι, κατ’ εξαίρεση, η θητεία  δύο μελών της Επιτροπής που  διορίζονται αμέσως μετά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, εκ των οποίων το ένα  προέρχεται από τον κατάλογο των προσώπων που  υποβάλλει η Παγκύπρια Συνεργατική Συνομοσπονδία  είναι τριετής, ενώ η θητεία των μελών της Επιτροπής που  διορίζονται μετέπειτα  είναι πενταετής.

(5) Η θέση μέλους της Επιτροπής κενούται –

(α)Σε περίπτωση θανάτου του·

(β)σε περίπτωση εγγράφου παραιτήσεώς του που υποβάλλεται προς το Υπουργικό Συμβούλιο·

(γ)σε περίπτωση ανάκλησης του διορισμού του με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, εφόσον δεν πληροί πλέον τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την εκτέλεση των καθηκόντων του ή έχει υποπέσει σε βαρύ παράπτωμα.

(6) Σε περίπτωση που η θέση κενούται κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (5), το Υπουργικό Συμβούλιο διορίζει νέο μέλος για το υπόλοιπο της θητείας του μέλους, του οποίου η θέση έχει κενωθεί.  Σε περίπτωση που ο διορισμός του μέλους, του οποίου η θέση  έχει κενωθεί έγινε από τον κατάλογο που υπέβαλε η Παγκύπρια Συνεργατική Συνομοσπονδία, κατά τις διατάξεις του εδαφίου (1), το Υπουργικό Συμβούλιο διορίζει νέο μέλος από κατάλογο διπλασίου αριθμού προσώπων, τον οποίο υποβάλλει η Παγκύπρια Συνεργατική Συνομοσπονδία για το σκοπό αυτό, εκτός εάν αυτή παραλείψει να το πράξει εντός τριάντα ημερών από την ημερομηνία που καλείται εγγράφως προς τούτο.

(7)  (α)  Η Επιτροπή συγκαλείται σε συνεδρία, με ειδοποίηση που αποστέλλεται σε όλα τα μέλη της από τον Έφορο ή, σε περίπτωση προσωρινής απουσίας του Εφόρου ή προσκαίρου κωλύματός του, από τον αντικαταστάτη του κατά τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 4Α:

Νοείται ότι, συνεδρίες συγκαλούνται όταν το επιβάλλει η διεξαγωγή των εργασιών και οπωσδήποτε τουλάχιστον μία φορά το μήνα·

(β) Ο Έφορος συγκαλεί συνεδρία της Επιτροπής εφ‘ όσον αυτό του ζητηθεί από δύο μέλη της Επιτροπής με γραπτό αίτημα, στο οποίο καθορίζονται τα θέματα, για τα οποία ζητείται η σύγκληση της συνεδρίας.

(8) Της Επιτροπής, προεδρεύει ο Έφορος ή ο αντικαταστάτης του κατά τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 4Α.

(9) Η παρουσία του Εφόρου ή του αντικαταστάτη του και δύο τουλάχιστον μελών της Επιτροπής συνιστά απαρτία.

(10) Οι αποφάσεις της Επιτροπής λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία των παρόντων μελών και σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του προεδρεύοντος της συνεδρίας.

(11) Τα πρακτικά των συνεδριάσεων της Επιτροπής τηρούνται κατά τον οριζόμενο από την Επιτροπή τρόπο και εφόσον δεν αποφασισθεί διαφορετικά από την Επιτροπή ή από αρμόδιο δικαστήριο ή από πειθαρχικό όργανο που έχει συσταθεί δια νόμου, τα πρακτικά της Επιτροπής δε δημοσιοποιούνται.

(12) Χηρεία θέσης στην Επιτροπή ή ελάττωμα στο διορισμό μέλους της δεν επιφέρει ακυρότητα των πράξεων ή διαδικασιών της Επιτροπής.

(13) Στις συνεδρίες της Επιτροπής δύνανται να μετέχουν υπάλληλοι της Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών ή άλλα πρόσωπα που η Επιτροπή δυνατόν να αποφασίσει, χωρίς δικαίωμα ψήφου.

(14) Στα μέλη της Επιτροπής καταβάλλεται αντιμισθία, το ύψος της οποίας καθορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο.

Αρμοδιότητες Επιτροπής

5Α.-(1) Η Επιτροπή -

(α) καθορίζει την πολιτική και εποπτεύει την εφαρμογή της πολιτικής της Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών·

(β) [Διαγράφηκε]·

(γ) υποβάλλει στο Υπουργικό Συμβούλιο προτάσεις για τη ρύθμιση θεμάτων που αυτό έχει εξουσία να ρυθμίζει κατά τον παρόντα Νόμο·

(δ) υποβάλλει στο Υπουργικό Συμβούλιο προτάσεις για τροποποιήσεις του παρόντος Νόμου ή των Θεσμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού· και

(ε) ασκεί οποιεσδήποτε άλλες αρμοδιότητες της ανατίθενται από τον παρόντα Νόμο ή από οποιοδήποτε άλλο Νόμο.

(2) Ο Έφορος  ενημερώνει την Επιτροπή για τα τρέχοντα ζητήματα της αρμοδιότητάς της και  παρέχει προς αυτήν τέτοια στοιχεία και πληροφορίες, τα οποία δύνανται να τη διευκολύνουν στη λήψη αποφάσεων και στον καθορισμό της πολιτικής της.

(3) [Διαγράφηκε].

Ευθύνη μελών της Επιτροπής

5Β.-(1) Η Επιτροπή και ένα έκαστο μέλος της δεν υπέχει οποιαδήποτε ευθύνη σε περίπτωση αγωγής, αίτησης ή άλλης νομικής διαδικασίας για αποζημιώσεις σχετικά με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της δυνάμει του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Θεσμών, εκτός εάν αποδειχθεί ότι η πράξη ή η παράλειψη δεν έγινε καλή τη πίστει ή είναι αποτέλεσμα σοβαρής αμέλειας.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (5) του άρθρου 4, η Επιτροπή και ένα έκαστο μέλος της δεν υπέχει οποιαδήποτε ευθύνη σε περίπτωση αγωγής, αίτησης ή άλλης νομικής διαδικασίας για αποζημιώσεις σχετικά με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών δυνάμει του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Θεσμών.

Εταιρείαι αι οποίαι δύνανται να εγραφώσι

6.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, εταιρεία έχουσα ως σκοπόν της προαγωγήν των οικονομικών συμφερόντων των μελών της συμφώνως προς τα συνεργατικάς αρχάς ή εταιρεία ιδρυθείσα με σκοπόν τη διευκόλυνσιν της λειτουργίας των τοιούτων εταιρειών δύναται να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι, από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Συνεργατικών Εταιρειών (Τροποποιητικού) Νόμου του 2010, δεν εγγράφονται παρά μόνο εταιρείες που διαθέτουν μετοχικό κεφάλαιο και των οποίων τα μέλη έχουν ευθύνη περιορισμένη στο ύψος του ποσού της συμμετοχής τους στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας.

(1Α)(α) Η ευθύνη εταιρείας, της οποίας μέλος είναι εγγεγραμμένη εταιρεία, θα είναι περιορισμένη.

(β) Σε  περίπτωση  εταιρείας απεριορίστου  ευθύνης, τα µέλη αυτής µόνο κατά την εκκαθάριση θα είναι υπεύθυνα από κοινού και κεχωρισµένως σε σχέση προς και δι’ απάσας τας υποχρεώσεις αυτής.

(γ) Στην περίπτωση εγγεγραμμένης εταιρείας περιορισμένης ευθύνης, δεν απαιτείται συνεισφορά από οποιοδήποτε μέτοχο, που να υπερβαίνει το ποσό, αν υπάρχει, που δεν καταβλήθηκε για τις μετοχές σχετικά με τις οποίες ευθύνεται ως  μέτοχος.

(2) Εις ουδεμίαν αγωγήν ή ετέραν δικαστικήν διαδικασίαν, στρεφομένην εναντίον εγγεγραμμένης εταιρείας εν σχέσει προς οιανδήποτε υποχρέωσιν της εταιρείας, θα προστίθεται ως διάδικος οιονδήποτε μέλος ή μέτοχος αυτής είτε προσωπικώς είτε υπό την ιδιότητα του ως μέλους ή μετόχου.

(3) Αι εις το εδάφιον (1) αναφερόμεναι “συνεργατικαί αρχαί” αποσκοπούσι, διά της εφαρμογής των αρχών της αυτοβοηθείας, αλληλεγγύης και αλληλοβοηθείας, αυτοδιοικήσεως και αυτοεποπτείας, εις την βελτίωσιν της οικονομικής, κοινωνικής και μορφωτικής θέσεως των μελών των συνεργατικών εταιρειών και εις την ενθάρρυνσιν του πνεύματος της αποταμιεύσεως, τον περιορισμόν της τοκογλυφίας και την υγιή χρήσιν της πίστεως.

(4) Άνευ βλάβης ή επηρεασμού της γενικότητος του εδαφίου (3) αι συνεργατικαί αποσκοπούσιν ειδικώτερον εις την, επί τη βάσει των εν αυτώ αρχών, οργάνωσιν και προαγωγήν της αγροτικής και εργατικής πίστεως και γεωργικής αναπτύξεως, επωφελεστέραν προμήθειαν των διά τους αγρότας και εργάτας αναγκαίων εφοδίων, πληρεστέραν χρησιμοποίησιν των φυσικών πόρων, παραγωγικωτέραν εκμετάλλευσιν της εγγείου ιδιοκτησίας, προσφορωτέραν διάθεσιν των προϊόντων αυτής και εξασφάλισιν τούτων, ανάπτυξιν βιομηχανιών υποστηριζομένων υπό τεχνοοικονομικής μελέτης, βελτίωσιν συνθηκών διαβιώσεως, λειτουργίαν κοινωνικών υπηρεσιών αφορωσών εις την οίκησιν και υγείαν και εν γένει ανύψωσιν του κοινωνικού, βιοτικού, μορφωτικού και πολιτιστικού επιπέδου των μελών αυτών.

Περιορισμός του συμφέροντος των μελών εταιρείας με περιωρισμένην ευθύνην και μετοχικόν κεφάλαιον

7. Εξαιρουμένων των ΣΠΙ, όταν η ευθύνη των μελών εταιρείας είναι περιορισμένη διά μετοχών, δεν δύναται οποιοδήποτε μέλος, εκτός από εγγεγραμμένη εταιρεία, να κατέχει μερίδιον επί του κεφαλαίου συνήθων μετοχών της εταιρείας που να υπερβαίνει το καθορισμένο με τους Θεσμούς ανώτατο όριο:

Νοείται ότι το ανώτατο όριο δεν δύναται να καθορισθεί σε ποσοστό που υπερβαίνει το ένα πέμπτον του κεφαλαίου συνήθων μετοχών της εταιρείας.

Προσόντα μελών και όροι εγγραφής..

8.-(1) Τα μέλη εγγεγραμμένης εταιρείας δύνανται να είναι-

(α) φυσικά πρόσωπα τα οποία συνεπλήρωσαν το δέκατον όγδοον έτος της ηλικίας των· και

(β) εγγεγραμμέναι εταιρείαι.

(2) Ουδεμία εταιρεία, πλην εταιρείας της οποίας μέλος τι είναι εγγεγραμμένη εταιρεία, θα εγγράφηται δυνάμει του παρόντος Νόμου εκτός εάν αποτελήται από δώδεκα τουλάχιστον πρόσωπα έκαστον των οποίων έχει συμπληρώσει το δέκατον όγδοον έτος της ηλικίας του και διαμένει ή είναι ιδιοκτήτης ακινήτου ιδιοκτησίας κειμένης εντός της περιοχής εις την οποίαν σκοπείται η διενέργεια των εργασιών της αιτουμένης την εγγραφήν εταιρείας.

(3) Οσάκις διά τους σκοπούς του παρόντος άρθρου εγείρεται ζήτημα ως προς την ηλικίαν, διαμονήν ή την ιδιοκτησίαν οιουδήποτε προσώπου, το τοιούτο ζήτημα θ’ αποφασίζηται υπό του Εφόρου.

(4) Δεν θα εγγράφεται εταιρεία η οποία έχει ιδρυθεί ως δευτεροβάθμια εγγεγραμμένη εταιρεία, εκτός εάν έχει ως μέλη της πέντε τουλάχιστον εγγεγραμμένες εταιρείες:

Νοείται ότι σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, ο Έφορος δύναται να επιτρέψει απόκλιση από την πιο πάνω διάταξη υπο τους όρους και για περίοδο που δυνατό να καθορίζει και νοουμένου ότι ένα τουλάχιστο μέλος είναι εγγεγραμμένη εταιρεία.

(5) Η λέξις “Συνεργατική” θ’ αποτελή μέρος της επωνυμίας πάσης εταιρείας και η λέξις “Λίμιτεδ” θα είναι η τελευταία λέξις εις την επωνυμίαν εκάστης εταιρείας εχούσης περιωρισμένην ευθύνην και εγγεγραμμένην δυνάμει του παρόντος Νόμου.

Αίτησις προς εγγραφήν

9.-(1) Διά την εγγραφήν εταιρείας απαιτείται η υποβολή αιτήσεως προς τον Έφορον.

(2) Η τοιαύτη αίτησις δέον να υπογράφηται-

(α) εις περίπτωσιν εταιρείας, της οποίας ουδέν μέλος είναι εγγεγραμμένη εταιρεία, υπό δώδεκα τουλάχιστον προσώπων πληρούντων τας απαιτήσεις του άρθρου 8(2)· και

(β) εις περίπτωσιν εταιρείας της οποίας μέλος τι τυγχάνει εγγεγραμμένη εταιρεία, υπό τινος δεόντως εξουσιοδοτημένου προσώπου ενεργούντος εκ μέρους πάσης τοιαύτης εγγεγραμμένης εταιρείας, και οσάκις τα μέλη της εταιρείας δεν είναι άπαντα εγγεγραμμέναι εταιρείαι, η αίτησις δέον να υπογράφηται υπό δώδεκα άλλων μελών, ή, όταν υπάρχουν ολιγώτερα των δώδεκα άλλων μελών, υφ’ όλων τούτων.

(3) Η αίτησις δέον να συνοδεύηται υπό δύο αντιγράφων των προτεινομένων ειδικών κανονισμών της εταιρείας και τα πρόσωπα υπό των οποίων ή εκ μέρους των οποίων υποβάλλεται η τοιαύτη αίτησις θα παρέχουν εις τον Έφορον τοιαύτας πληροφορίας εν σχέσει προς την εταιρείαν οίας ούτος ήθελεν απαιτήσει.

Εγγραφή

(1) Εάν η εταιρεία έχει τηρήσει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και των δυνάμει τούτου εκδιδόμενων Θεσμών, και οι προτεινόμενοι ειδικοί κανονισμοί αυτής δεν αντίκεινται προς τον παρόντα Νόμο ή τους Θεσμούς και τις συνεργατικές αρχές και νοουμένου ότι στην κοινότητα στην οποία λειτουργεί η εταιρεία δεν υφίσταται και δεν λειτουργεί άλλη εταιρεία η οποία έχει τους ιδίους σκοπούς, ο Έφορος εγγράφει την εταιρεία και τους ειδικούς κανονισμούς αυτής και εκδίδει πιστοποιητικό εγγραφής επί του καθορισμένου τύπου.

(2) Από την έκδοση από τον Έφορο του πιστοποιητικού, όπως προβλέπεται στο εδάφιο (1) πιο πάνω, η εταιρεία δικαιούται να διεξάγει εργασίες στην εγγεγραμμένη της διεύθυνση:

Νοείται ότι εγγεγραμμένη εταιρεία δικαιούται, με την έγκριση του Εφόρου, να διεξάγει εργασίες σε οποιαδήποτε άλλη διεύθυνση, εκτός της εγγεγραμμένης, μέσα στα όρια της περιοχής διεξαγωγής των εργασιών της.

(3) Άνευ επηρεασμού των διατάξεων του εδαφίου (1), ο 'Έφορος, πριν προβεί στην εγγραφή Δευτεροβάθμιας Συνεργατικής Εταιρείας, εξαιρουμένων των εταιρειών που προτίθενται να δραστηριοποιηθούν ως ΣΠΙ, δύναται, εφόσον θεωρεί τούτο σκόπιμο, να απαιτήσει την υποβολή σε αυτόν μελέτης βιωσιμότητας αναφορικά με τις οικονομικές και πρακτικές πτυxές δραστηριοτήτων στις οποίες αποσκοπεί η υπό ίδρυση εταιρεία και εγγράφει την εταιρεία αυτή μόνον εφ’ όσον πεισθεί για τη βιωσιμότητά της.

Εφαρμογή των προνοιών του άρθρου 8 και των εδαφίων (1) και (2) του άρθρου 10

10A. Οι διατάξεις του άρθρου 8 και των εδαφίων (1) και (2) του άρθρου 10 εφαρμόζονται τόσο κατά την εγγραφή συνεργατικής εταιρείας όσο και σε συνεχή βάση για κάθε εγγεγραμμένη εταιρεία.

Απόδειξις εγγραφής

11. Εκτός εάν αποδειχθή ότι η εγγραφή εταιρείας ηκυρώθη, το πιστοποιητικόν εγγραφής, υπογεγραμμένον υπό του Εφόρου, αποτελεί πλήρη απόδειξιν ότι η εν αυτώ αναφερομένη εταιρεία είναι δεόντως εγγεγραμμένη.

Δραστηριότητες εγγεγραμμένων εταιρειών που εγγράφονται για άσκηση εργασιών ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος

11Α. [Διαγράφηκε]
  • Ιστορικό Τροποποιήσεων
  • 130(I)/2012
Τροποποίησις ειδικών κανονισμών εγγεγραμμένης εταιρείας

12.-(1) Πάσα εγγεγραμμένη εταιρεία δύναται, τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των θεσμών, να τροποποιή τους ειδικούς κανονισμούς της.

(2) Ουδεμία τροποποίησις των ειδικών κανονισμών εγγεγραμμένης εταιρείας είναι έγκυρος εκτός εάν και μέχρις ότου αύτη εγγραφή δυνάμει του παρόντος Νόμου, διά τον σκοπόν δε τούτον θ’ αποστέλλωνται υπό της εταιρείας δύο αντίγραφα της τροποποιήσεως εις τον Έφορον.

(3) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 4Γ, εάν οιαδήποτε τροποποίηση των ειδικών κανονισμών-

(α) δεν αντίκειται προς τον παρόντα Νόμο ή τους Θεσμούς και τις συνεργατικές αρχές προκειμένου περί ΣΠΙ, ή

(β) δεν αντίκειται προς τον παρόντα Νόμο ή τους Θεσμούς και τις συνεργατικές αρχές, λαμβανομένης υπόψη της εύρυθμης λειτουργίας και της οικονομικής κατάστασης της εταιρείας, προκειμένου περί οποιασδήποτε εγγεγραμμένης εταιρείας που δεν είναι ΣΠΙ, και

(γ) σε αμφότερες τις περιπτώσεις (α) και (β) πιο πάνω λαμβανομένων υπόψη των γενικότερων συμφερόντων του συνεργατισμού,

ο Έφορος εγγράφει την τροποποίηση αυτή.

(4) Ουδεμία τροποποίησις των ειδικών κανονισμών, επιφέρουσα αλλαγήν εις την επωνυμίαν της εταιρείας ή συνεπαγομένη αλλαγήν της ευθύνης των μελών της εταιρείας από απεριόριστη σε περιορισμένη ευθύνη ή επιφέρουσα αλλαγήν εις οιονδήποτε άλλον σκοπόν ή διάταξιν, θα επηρεάζη οιονδήποτε δικαίωμα ή υποχρέωσιν της εταιρείας ή αξιωματούχων αυτής, και πάσα εκκρεμής δικαστική ή διαιτητική διαδικασία δύναται να συνεχίζηται υπό ή εναντίον της εταιρείας υπό την νέαν αυτής επωνυμίαν και υπό την νέαν αυτής ευθύνην:

Νοείται ότι οι αξιωματούχοι της εταιρείας της οποίας τροποποιούνται οι ειδικοί κανονισμοί, ώστε να επέλθη αλλαγή εις την ευθύνην των μελών, θα διατηρούν την θέσιν των μέχρι της λήξεως της θητείας των, ως επρονοείτο εις τους ειδικούς κανονισμούς προ της τοιαύτης τροποποιήσεως.

(5) Ουδεμία τροποποίηση των ειδικών κανονισμών εταιρείας διά της οποίας επιφέρεται αλλαγή στην ευθύνη των μελών της από απεριόριστη σε περιορισμένη, διά της δημιουργίας μετοχικού κεφαλαίου σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 12Α, θα εγγράφεται, εκτός εάν ληφθεί απόφαση σε γενική συνέλευση των μελών της και εγκριθεί υπό του Εφόρου.

(5Α)(α) Σε περίπτωση που η ευθύνη των μελών μετατρέπεται από απεριόριστη σε περιορισμένη σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (5), εκδίδεται προς τους δανειστές κατάλληλη γνωστοποίηση και παρέχεται σ’ αυτούς το δικαίωμα να ζητήσουν πριν την έναρξη ισχύος της μετατροπής ή και μετά από αυτήν εντός προθεσμίας που ορίζει η Επιτροπή, την άμεση εξόφληση των καθαρών αποδοτέων απαιτήσεών τους χωρίς οποιαδήποτε προς τούτο έξοδα ή χρεώσεις ή περιορισμό του αναλογούντος τόκου, ανεξάρτητα οποιωνδήποτε περί του αντιθέτου όρων που διέπουν τις απαιτήσεις τους, αλλά χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 28 και εν γένει των τυχόν ανταπαιτήσεων της εταιρείας οποιασδήποτε μορφής, περιλαμβανομένων δεσμεύσεων, εκχωρήσεων ή άλλων συμβατικώς αναληφθεισών υποχρεώσεων και γενικού δικαιώματος επίσχεσης (general preferential lien).

(β) Τα υφιστάμενα μέλη εξακολουθούν να θεωρούνται μέλη συμμορφούμενα με τις διατάξεις των ειδικών κανονισμών, όπως αυτοί τροποποιούνται ως ανωτέρω, εκτός εάν δηλώσουν εγγράφως στην εταιρεία την αντίθεσή τους και αποχωρήσουν.

(γ) [Διαγράφηκε].

(6) Οσάκις ο Έφορος εγγράφη τροποποίησιν των ειδικών κανονισμών εγγεγραμμένης εταιρείας, θα εκδίδη προς την εταιρείαν κεκυρωμένον υπ’ αυτού αντίγραφον της τροποποιήσεως, το οποίον θα αποτελή πλήρη απόδειξιν ότι η τροποποίησις ενεγράφη δεόντως.

(7) Εν τω παρόντι άρθρω “τροποποίησις” περιλαμβάνει την σύνταξιν νέου ειδικού κανονισμού και την μεταβολήν, αντικατάστασιν ή ακύρωσιν ειδικού κανονισμού.

Έκδοση μετοχών και άλλων τίτλων

12Α.-(1) Εγγεγραμμένες εταιρείες, των οποίων η ευθύνη των μελών είναι απεριόριστη, δύνανται με απόφαση γενικής συνέλευσης των μελών τους να τροποποιούν τους ειδικούς τους κανονισμούς, έτσι ώστε να προβλέπεται η δημιουργία κεφαλαίου συνήθων μετοχών με μετατροπή της ευθύνης των μελών από απεριόριστη σε περιορισμένη.

(2) Εγγεγραμμένη εταιρεία δύναται να προβαίνει χωρίς τροποποίηση των ειδικών κανονισμών της και μέχρι του εγκεκριμένου υπό των ειδικών κανονισμών κεφαλαίου συνήθων μετοχών, σε εκδόσεις κεφαλαίου συνήθων μετοχών με βάση όρους που καθορίζονται  από τη  γενική συνέλευση και εγκρίνονται από τον Έφορο:

Νοείται ότι αναφορικά με τα ΣΠΙ δεν απαιτείται έγκριση του Εφόρου:

Νοείται περαιτέρω ότι σε περίπτωση ΣΠΙ που είναι συνδεδεμένο με τον Κεντρικό Φορέα απαιτείται όπως το ΣΠΙ λάβει την έγκριση του Κεντρικού Φορέα.

(3)(α) Κάθε έκδοση συνήθων μετοχών θα απευθύνεται μόνο προς τα πρόσωπα που είναι ή έχουν τα προσόντα να εγγραφούν ως μέλη της εταιρείας με βάση το άρθρο 8 ή προκειμένου περί ΣΠΙ και σε πρόσωπα που δεν είναι μέλη.

(β) Οι όροι της έκδοσης δυνατό να προβλέπουν ότι η ονομαστική αξία των συνήθων μετοχών ή μέρος της μέχρι ενός ανωτάτου ορίου θα καλύπτεται μέσω κεφαλαιοποίησης αποθεματικών προσόδου, εφόσον τηρούνται τα ακόλουθα ανώτατα όρια:

(i) Ανώτατο όριο ως προς το μέρος της ονομαστικής αξίας που δυνατό να καλύπτεται μέσω κεφαλαιοποίησης αποθεματικών προσόδου, κατά την πρώτη δημιουργία κεφαλαίου συνήθων μετοχών θα είναι 100% με μέγιστη αξία τα €10 ανά υφιστάμενο μέλος,

(ii) ανώτατο όριο ως προς το μέρος της ονομαστικής αξίας που δυνατό να καλύπτεται μέσω κεφαλαιοποίησης αποθεματικών προσόδου σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση παραχώρησης μετοχών σε υφιστάμενους μετόχους πέραν της οριζόμενης στην υποπαράγραφο (i) θα είναι 20%∙

(iii) αναφορικά και με τις δύο ως άνω περιπτώσεις (i)-(ii) το ανώτατο όριο που δύναται να κεφαλαιοποιηθεί ως προς το συνολικό  αποθεματικό προσόδου θα είναι 10%.

(4) Εγγεγραμμένη εταιρεία δύναται, εφόσον παρέχουν σχετική εξουσιοδότηση οι ειδικοί κανονισμοί της, να εκδίδει προνομιούχες μετοχές, αξιόγραφα ή άλλους τίτλους ή κινητές αξίες, χωρίς δικαίωμα ψήφου και με όρους που αποφασίζονται από τη γενική συνέλευση και εγκρίνονται από τον Έφορο:

Νοείται ότι αναφορικά με τα ΣΠΙ δεν απαιτείται έγκριση του Εφόρου αλλά προκειμένου περί συνδεδεμένου με τον Κεντρικό Φορέα ΣΠΙ απαιτείται έγκριση του Κεντρικού Φορέα.

(5) Προνομιούχες μετοχές που εκδίδονται με βάση το εδάφιο (4) του άρθρου αυτού δικαιούνται-

(i) μερίσματος,

(ii) εξόφλησης μέχρι την ονομαστική τους αξία σε περίπτωση εκκαθάρισης,

(iii) εξόφλησης ή εξαγοράς, ενόσω λειτουργεί η εταιρεία, και

(iv) συμμετοχής σε άλλες διανομές (distributions),

σύμφωνα με τους όρους έκδοσής τους:

Nοείται ότι, εξαιρουμένης της περίπτωσης των ΣΠΙ, το σύνολο της ονομαστικής αξίας των προνομιούχων μετοχών δεν μπορεί να υπερβαίνει το 50% του συνόλου της ονομαστικής αξίας των εκδοθεισών συνήθων μετοχών, εκτός με προηγούμενη έγκριση του Εφόρου:

Νοείται περαιτέρω ότι, ως προς αυτή του την εξουσία, ο Έφορος ενεργεί κατόπιν της σύμφωνης γνώμης της Επιτροπής της Υπηρεσίας  Εποπτείας Συνεργατικών Εταιρειών και μέχρι ανωτάτου ορίου 100% του συνόλου της ονομαστικής αξίας των συνήθων μετοχών.

(6)(α) Σε σχέση με τις συνήθεις μετοχές και τις προνομιούχες μετοχές, η μη καταβολή μερίσματος   δεν  συνιστά πιστωτικό γεγονός (event of default) για τον εκδότη ούτε και η ακύρωση καταβολής μερίσματος δημιουργεί οποιοδήποτε περιορισμό στον εκδότη.

(β) Σε σχέση με τις συνήθεις μετοχές και τις προνομιούχες μετοχές, η άρνηση εξαγοράς ή ο περιορισμός της εξαγοράς δεν  συνιστά αθέτηση υποχρέωσης για τον εκδότη.

(γ)(i) Εξαιρουμένης της έκδοσης του ελάχιστου αριθμού συνήθων μετοχών που προβλέπεται στους ειδικούς κανονισμούς εγγεγραμμένης εταιρείας για την εγγραφή νέου μέλους και της έκδοσης συνήθων μετοχών προς υφιστάμενο μέλος για σκοπούς κατοχής από αυτό του ελάχιστου αριθμού συνήθων μετοχών,  η έκδοση νέων συνήθων μετοχών προσφέρεται κατά προτεραιότητα στους κατόχους συνήθων μετοχών κατ’ αναλογία των ήδη κατεχόμενων μετοχών (pro-rata), εκτός εάν με απόφαση γενικής συνέλευσης και, καθόσον αφορά εγγεγραμμένη εταιρεία που δεν είναι ΣΠΙ, με έγκριση του Εφόρου, ήθελε οριστεί διαφορετικά σε σχέση με την εν λόγω αναλογία.

(ii) Κάθε έκδοση προνομιούχων μετοχών προσφέρεται κατά προτεραιότητα  στους υφιστάμενους κατόχους συνήθων μετοχών και προνομιούχων μετοχών κατ’ αναλογία των ήδη κατεχόμενων μετοχών (pro-rata).

(δ) Οι συνήθεις μετοχές και, εάν το προβλέπουν οι όροι έκδοσης τους, οι προνομιούχες μετοχές-

(i) σε σύγκριση με άλλα κεφαλαιακά μέσα, που εκδίδει η εταιρεία, τα οποία δεν ταξινομούνται ως κύρια βασικά ίδια κεφάλαια, απορροφούν το πρώτο και μεγαλύτερο αναλογικά μερίδιο ζημιών όταν αυτές πραγματοποιούνται, και μεταξύ τους απορροφούν τις ζημιές στον ίδιο βαθμό,

(ii) ιεραρχούνται χαμηλότερα από όλες τις άλλες αξιώσεις σε περίπτωση αφερεγγυότητας ή εκκαθάρισης της εγγεγραμμένης εταιρείας.

(7) Για κάθε κατηγορία μετοχών ή άλλων τίτλων ή κινητών αξιών, τηρείται από την εγγεγραμμένη εταιρεία μητρώο στο οποίο καταχωρούνται τα στοιχεία προσδιορισμού ταυτότητας, η διεύθυνση και ο αριθμός των τίτλων που κάθε πρόσωπο κατέχει.

(8) Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου ή των Θεσμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού ή τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου ή Κανονισμού ή τις διατάξεις των ειδικών κανονισμών των εγγεγραμμένων εταιρειών, η κυριότητα των μετοχών ή άλλων τίτλων ή κινητών αξιών εγγεγραμμένης εταιρείας αποδεικνύεται με βάση τα στοιχεία που τηρούνται στο μητρώο που προβλέπεται στο εδάφιο (7), τα οποία αποτελούν επαρκή απόδειξη της κυριότητας αυτής για οποιοδήποτε σκοπό χωρίς να είναι απαραίτητη η έκδοση στον κάτοχο σχετικού πιστοποιητικού μετοχών ή άλλων τίτλων ή κινητών αξιών:

Νοείται ότι, η εγγεγραμμένη εταιρεία ενημερώνει τον κάτοχο των μετοχών ή άλλων τίτλων ή κινητών αξιών για τις οποιεσδήποτε μεταβολές στην κυριότητα των μετοχών ή άλλων τίτλων ή κινητών αξιών κατά τον τρόπο και τη διαδικασία που καθορίζει η επιτροπεία της:

Νοείται περαιτέρω ότι, ο κάτοχος των μετοχών ή άλλων τίτλων ή κινητών αξιών δύναται με γραπτό αίτημά του να ζητήσει οποτεδήποτε και για οποιοδήποτε σκοπό, επίσημη βεβαίωση από την εγγεγραμμένη εταιρεία, η οποία να αφορά την εκ μέρους του κυριότητα μετοχών ή άλλων τίτλων ή κινητών αξιών της εγγεγραμμένης εταιρείας και σε τέτοια περίπτωση, η  εταιρεία οφείλει εντός εύλογου χρονικού διαστήματος να εφοδιάσει τον κάτοχο με την εν λόγω βεβαίωση υπογεγραμμένη από τον πρόεδρο ή άλλο μέλος της επιτροπείας και το γραμματέα της.

Έκδοση καλυμμένων αξιογράφων από συνεργατικά πιστωτικά ιδρύματα

12Β.-(1) Οι διατάξεις των εδαφίων (4) και (7) του άρθρου 12Α εφαρμόζονται σε σχέση με την έκδοση καλυμμένων αξιογράφων από ΣΠΙ, κατά τα οριζόμενα στον περί Καλυμμένων Αξιογράφων Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

(2) Κάλυμμα, κατά την έννοια του άρθρου 2 του περί Καλυμμένων Αξιογράφων Νόμου, το οποίο συνιστά επιβάρυνση προς όφελος των πιστωτών καλύμματος σε σχέση με καλυμμένα αξιόγραφα που εκδίδονται από ΣΠΙ, κατά τα οριζόμενα στον πιο πάνω Νόμο, είναι έγκυρο για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, σ’ ό,τι αφορά τον εκκαθαριστή και οποιοδήποτε πιστωτή του ΣΠΙ, χωρίς υποχρέωση εγγραφής του σε μητρώο δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(3) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου, του εδαφίου (4) του άρθρου 47Α και του εδαφίου (5) του άρθρου 49Δ του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και σε σχέση με ΣΠΙ του οποίου περιουσιακά στοιχεία περιλαμβάνονται σε κάλυμμα δυνάμει του εδαφίου (7) του άρθρου 18 του περί Καλυμμένων Αξιογράφων Νόμου.

Αύξηση μετοχικού κεφαλαίου συνεργατικού πιστωτικού ιδρύματος

12Γ. [Διαγράφηκε]
  • Ιστορικό Τροποποιήσεων
  • 107(I)/2013
Μετατροπή απεριόριστης ευθύνης μελών υφιστάμενων εγγεγραμμένων εταιρειών σε περιορισμένη

12Δ.(1)  Σε σχέση με εγγεγραμμένες εταιρείες των οποίων η ευθύνη των μελών, κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του περί Συνεργατικών Εταιρειών (Τροποποιητικός) (Αρ.2) Νόμου του 2013, είναι απεριόριστη, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου ή των θεσμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού ή οποιωνδήποτε διατάξεων των ειδικών κανονισμών των εν λόγω εταιρειών, αυτή μετατρέπεται σε περιορισμένη μέχρι την ονομαστική αξία των κατεχόμενων από τα μέλη μετοχών.

(2)  Η κατά το εδάφιο (1) μετατροπή της ευθύνης τίθεται σε ισχύ  τριάντα (30) μέρες μετά τη δημοσίευση σχετικής γνωστοποίησης του Εφόρου στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

(3) Η κατά το εδάφιο (2) γνωστοποίηση περιλαμβάνει αναφορά στο ότι παρέχεται στους δανειστές των εγγεγραμμένων εταιρειών  το δικαίωμα,  σε περίπτωση που οι απαιτήσεις τους δεν είναι άμεσα εξοφλητέες, να ζητήσουν, εάν το επιθυμούν, την εξόφληση, πριν την έναρξη της ισχύος της μετατροπής, των καθαρών απαιτήσεών τους χωρίς οποιαδήποτε προς τούτο έξοδα ή χρεώσεις ή περιορισμό του αναλογούντος τόκου ανεξαρτήτως οποιωνδήποτε περί του αντιθέτου όρων που διέπουν τις απαιτήσεις τους, αλλά χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 28 και εν γένει των τυχόν ανταπαιτήσεων οποιασδήποτε μορφής, περιλαμβανομένων δεσμεύσεων, εκχωρήσεων ή άλλων συμβατικώς αναληφθεισών υποχρεώσεων προς όφελος των εγγεγραμμένων εταιρειών και γενικού δικαιώματος επίσχεσης (general preferential lien).

(4)  Τα υφιστάμενα μέλη εξακολουθούν να είναι μέλη υπό την νέα τους ευθύνη ως προβλέπεται στο εδάφιο (1).

(5)  Ταυτόχρονα με τη μετατροπή της ευθύνης των μελών σε περιορισμένη, όπως προβλέπεται στο εδάφιο (1), δημιουργείται στις εγγεγραμμένες εταιρείες κεφάλαιο συνήθων μετοχών μέρος του οποίου κατανέμεται σε κάθε υφιστάμενο μέλος μέσω της παραχώρησης προς αυτό μίας ή περισσοτέρων δωρεάν μετοχών, όπως ορίζει η επιτροπεία της εταιρείας, με χρέωση του αποθεματικού προσόδου της και τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (β) του εδαφίου (3) του άρθρου 12Α και το υπόλοιπο μετοχικό κεφάλαιο κατανέμεται σε νέα ή υφιστάμενα μέλη όπως ορίζουν οι ειδικοί κανονισμοί ή, μέχρι την τροποποίησή τους, η επιτροπεία της εταιρείας, έναντι καταβολής της αξίας τους.

(6)  Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του παρόντος άρθρου, οι εγγεγραμμένες εταιρείες τροποποιούν τους ειδικούς κανονισμούς τους για να συνάδουν με τα πιο πάνω, εντός δώδεκα (12) μηνών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Συνεργατικών Εταιρειών (Τροποποιητικού) (Αρ.2) Νόμου του 2013.

(7) Σε σχέση με τη μετατροπή της ευθύνης η διαδικασία παραχώρησης μετοχών σύμφωνα με το εδάφιο (5) ή τροποποίησης των ειδικών κανονισμών σύμφωνα με το εδάφιο (6), δεν επηρεάζει τη μετατροπή της ευθύνης η οποία παύει να είναι απεριόριστη αμέσως μετά από τριάντα (30) ημέρες από την προβλεπόμενη στο εδάφιο (2) γνωστοποίηση του Εφόρου.

Αναδιάρθρωση ΣΠΙ

12Ε. (1) Σε περίπτωση εφαρμογής του περί Αναδιάρθρωσης Χρηματοοικονομικών Οργανισμών Νόμου ή/και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων διαταγμάτων, η συμμετοχή της Κυπριακής Κυβέρνησης και του Κεντρικού Φορέα στο κεφάλαιο συνήθων μετοχών των ΣΠΙ πραγματοποιείται ανεξάρτητα των:

(α) προνοιών των ειδικών κανονισμών ή των δυνάμει του άρθρου 12Δ αποφάσεων της επιτροπείας του ΣΠΙ αναφορικά με το ύψος του εγκεκριμένου κεφαλαίου,

(β) προνοιών του παρόντος Νόμου ή των ειδικών κανονισμών ή των δυνάμει του άρθρου 12Δ αποφάσεων της επιτροπείας του ΣΠΙ αναφορικά με το προτιμησιακό δικαίωμα αγοράς (pre-emptive right) ή τον καθορισμό των όρων έκδοσης των μετοχών από τη γενική συνέλευση του ΣΠΙ και την έγκριση του Κεντρικού Φορέα ή από την επιτροπεία του ΣΠΙ.

(2) Σε περίπτωση εφαρμογής του περί Αναδιάρθρωσης Χρηματοοικονομικών Οργανισμών Νόμου ή/και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων διαταγμάτων, η μεταφορά μέσω των εν λόγω διαταγμάτων των μελών ΣΠΙ σε συνεργατική εταιρεία συμμετοχών είναι δυνατή τηρουμένων των πιο κάτω:

(α) κάθε μέλος αποκτά συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο της συνεργατικής εταιρείας συμμετοχών ανάλογη με τη συμμετοχή που έχει στο μετοχικό κεφάλαιο του ΣΠΙ,

(β) η συνεργατική εταιρεία συμμετοχών αποκτά συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο του ΣΠΙ ανάλογη με τη συμμετοχή που είχαν τα μέλη του ΣΠΙ στο μετοχικό του κεφάλαιο.

(γ) τα μέλη της συνεργατικής εταιρείας συμμετοχών θεωρούνται ως μέλη του ΣΠΙ για τους σκοπούς των άρθρων 6(1) και 23 του παρόντος Νόμου.

(3) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), σε περίπτωση εφαρμογής του περί Αναδιάρθρωσης Χρηματοοικονομικών Οργανισμών Νόμου και ανεξάρτητα των προνοιών του παρόντος Νόμου ή των Θεσμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού ή των ειδικών κανονισμών των ΣΠΙ, τα εκδιδόμενα δυνάμει του περί Αναδιάρθρωσης Χρηματοοικονομικών Οργανισμών Νόμου διατάγματα δύνανται να προβλέπουν ότι μέλος της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας Λτδ καθίσταται συνεργατική εταιρεία συμμετοχών και μέλη των λοιπών ΣΠΙ καθίστανται η Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ και μια συνεργατική εταιρεία συμμετοχών για κάθε ΣΠΙ.

(4) Σε περίπτωση εφαρμογής του περί Αναδιάρθρωσης Χρηματοοικονομικών Οργανισμών Νόμου ή/και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων διαταγμάτων, η μεταφορά μέσω των εν λόγω διαταγμάτων των συνεργατικών εταιρειών συμμετοχών που είναι μέλη και μέτοχοι των ΣΠΙ, κατά τα οριζόμενα στα εδάφια (2) και (3), στη Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ, ως μέλη και μέτοχοί της, είναι δυνατή, τηρουμένων των κατωτέρω και όπως ειδικότερα καθορίζεται στα εν λόγω διατάγματα -

(α) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος Νόμου, των Θεσμών και των ειδικών κανονισμών, κάθε συνεργατική εταιρεία συμμετοχών καθίσταται μέλος και αποκτά συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας Λτδ ανάλογη με τη συμμετοχή που η συνεργατική εταιρεία συμμετοχών έχει στο μετοχικό κεφάλαιο του ΣΠΙ,

(β) η Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ αποκτά εξ ολοκλήρου τη συμμετοχή που έκαστη συνεργατική εταιρεία συμμετοχών έχει στο ΣΠΙ,

(γ) λαμβάνονται οι ανάλογες αποφάσεις από τις επιτροπείες της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας Λτδ και έκαστης συνεργατικής εταιρείας συμμετοχών,

(δ) για τους σκοπούς του εδαφίου (1) του άρθρου 6 και του άρθρου 23, έκαστη συνεργατική εταιρεία συμμετοχών και τα μέλη αυτής θεωρούνται μέλη του αντίστοιχου ΣΠΙ στο οποίο η συνεργατική εταιρεία συμμετοχών ήταν μέλος,

(ε) για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, οι διατάξεις του άρθρου 40 δεν τυγχάνουν εφαρμογής.

(5) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «συνεργατική εταιρεία συμμετοχών» σημαίνει εγγεγραμμένη εταιρεία, η οποία ιδρύεται με σκοπό να καταστεί μέλος και να κατέχει συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο ΣΠΙ, περιλαμβανομένης της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας Λτδ, κατά τα οριζόμενα στα εδάφια (2), (3) και (4).

Μεταφορά των εργοδοτουμένων των ΣΠΙ στη Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ

12ΣΤ.-(1) Από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Συνεργατικών Εταιρειών (Τροποποιητικού) Νόμου του 2016 και ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου Νόμου ή Κανονισμών-

(α) Όλοι οι εργοδοτούμενοι των ΣΠΙ, οι οποίοι για τους σκοπούς τους παρόντος άρθρου θα αναφέρονται ως «οι εργοδοτούμενοι», ανεξαρτήτως μορφής εργασιακής σχέσης με το ΣΠΙ στο οποίο εργοδοτούνται, μεταφέρονται στη Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ, η οποία καθίσταται και θεωρείται ως ο μοναδικός εργοδότης τους και όπως περαιτέρω καθορίζεται στο παρόν άρθρο: 
Νοείται ότι, η απασχόληση των εργοδοτούμενων των ΣΠΙ στη Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ διέπεται από Θεσμούς που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 53,

Νοείται περαιτέρω  ότι, η μεταφορά των εργοδοτούμενων των ΣΠΙ στη Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ, τίθεται σε ισχύ από την πρώτη ημέρα του μήνα που έπεται της ημερομηνίας δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας των Θεσμών που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις της πιο πάνω επιφύλαξης∙

(β) με  τη  μεταφορά των εργοδοτουμένων από τα ΣΠΙ στη Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ δεν διακόπτεται το συνεχές της απασχόλησής τους, όπως αυτό καθορίζεται από τον περί Τερματισμού της Απασχόλησης Νόμο και κατοχυρώνονται όλα τα δικαιώματα, ωφελήματα και υποχρεώσεις τους, όπως πηγάζουν από την εργοδότησή τους στα ΣΠΙ, είτε μέσω εθίμου, νόμου, συλλογικής σύμβασης,  συμβάσεων εργοδότησης ή άλλως πως∙

(γ) ανεξαρτήτως οποιωνδήποτε άλλων δικαιωμάτων και εξουσιών που δημιουργούνται με βάση τις διατάξεις του παρόντος ή οποιουδήποτε άλλου Νόμου, η Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ, ως εργοδότης, έχει το δικαίωμα να αποσπά και/ή να παραχωρεί και/ή να τοποθετεί και/ή να μεταθέτει σε οποιοδήποτε ΣΠΙ εργοδοτούμενους για να παρέχουν υπηρεσίες, ανάλογα με τις ανάγκες και στη βάση συμφωνίας μεταξύ της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας Λτδ και εκάστου ΣΠΙ∙

(δ) εργοδοτούμενος που αποσπάται και/ή παραχωρείται και/ή τοποθετείται και/ή μετατίθεται σε ΣΠΙ δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (γ), συνεχίζει να λαμβάνει τις απολαβές και όλα τα ωφελήματά του από τη Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ.

(2) Όλοι ανεξαιρέτως οι εργοδοτούμενοι διέπονται από τις Πειθαρχικές Διατάξεις του Κώδικα της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας Λτδ.

(3) Η Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ έχει δικαίωμα να επιλαμβάνεται και να εξετάζει ενδεχόμενα πειθαρχικά αδικήματα τα οποία δυνατό να διαπράχθηκαν από εργοδοτούμενο σε ΣΠΙ κατά την εργοδότηση του εις αυτά, πριν από την προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) μεταφορά του στη Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ και να διεξάγει την αναγκαία πειθαρχική διαδικασία, εφόσον το κρίνει αναγκαίο, με βάση τις Πειθαρχικές Διατάξεις του Κώδικα της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας Λτδ.

(4) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου Νόμου, οποιεσδήποτε δικαστικές αποφάσεις ή δικαστικές διαδικασίες οι οποίες εκκρεμούν σε σχέση με την απασχόληση των εργοδοτουμένων σε ΣΠΙ προ της κατά το εδάφιο (1) μεταφοράς τους στη Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ αφορούν αποκλειστικά ή συνεχίζονται ως έχουν και οποιοδήποτε αποτέλεσμα προκύψει από αυτές αφορά αποκλειστικά τα ΣΠΙ, αντίστοιχα, και δεν μεταφέρονται στη Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΥΘΥΝΗ ΜΕΛΩΝ
Περιορισμοί εις την άσκησιν των δικαιωμάτων μέλους

13. Ουδέν μέλος εγγεγραμμένης εταιρείας θα ενασκή τα δικαιώματα μέλους, εκτός εάν ή μέχρις ότου προβή εις την τυχόν καθοριζομένην υπό των Θεσμών ή των ειδικών κανονισμών πληρωμήν αναφορικώς προς την απόκτησιν της ιδιότητος του μέλους ή αποκτήση το τυχόν καθοριζόμενον υπό των Θεσμών ή των ειδικών κανονισμών συμφέρον εις την εταιρείαν.

Απόκτηση ιδιότητας του μέλους σε εγγεγραμμένες εταιρείες

14.  Κάθε πρόσωπο δύναται να είναι μέλος σε περισσότερες από  μία εγγεγραμμένη εταιρεία η οποία είναι ΣΠΙ, εάν πληροί τους όρους που τίθενται στον παρόντα Νόμο, στους Θεσμούς και στους ειδικούς κανονισμούς κάθε εταιρείας.

Ψηφοφορία

15.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (1Α) και (2) ουδέν μέλος οιασδήποτε εγγεγραμμένης εταιρείας δύναται να έχη περισσοτέρας της μιας ψήφου εν τη διεξαγωγή των υποθέσεων της εταιρείας:

Νοείται ότι, εν περιπτώσει ισοψηφίας, ο πρόεδρος έχει δευτέραν ή νικώσαν ψήφον.

(1Α) Προκειμένου περί ΣΠΙ κάθε κάτοχος συνήθων μετοχών θα έχει μία ψήφο για κάθε συνήθη μετοχή που κατέχει κατά τη διεξαγωγή των γενικών συνελεύσεων και την εκλογή επιτροπείας της εταιρείας και όπου στον παρόντα Νόμο και στους εκδιδόμενους δυνάμει αυτού Θεσμούς γίνεται αναφορά σε μέλη σε σχέση με γενικές συνελεύσεις ή λήψη αποφάσεων σε αυτές ή εκλογή επιτροπείας ή απαρτία, σημαίνει τις εκδομένες συνήθεις μετοχές.

(1Β) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του Θεσμού 38, μέλη της επιτροπείας ΣΠΙ δύνανται να είναι και πρόσωπα που δεν είναι μέλη του.

(2) Εγγεγραμμένη εταιρεία η οποία λειτουργεί εις πόλιν ή εις περισσότερα του ενός χωρία, δύναται, διά των ειδικών κανονισμών της, να προνοήση περί επιτοπίων συνελεύσεων ή περί εταίρων τρόπων ψηφοφορίας περιλαμβανομένης της ψηφοφορίας δι’ αντιπροσώπου.

(3) Εγγεγραμμένη εταιρεία ήτις είναι μέλος άλλης εγγεγραμμένης εταιρείας δύναται να διορίζη οιονδήποτε εκ των μελών της ή των αξιωματούχων της ως αντιπρόσωπον της διά να ψηφίζη κατά την διεξαγωγήν των υποθέσεων της τοιαύτης άλλης εγγεγραμμένης εταιρείας.

Υπεροχή Οδηγίας Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου σε θέματα Εταιρικής διακυβέρνησης

15Α. Οδηγία που εκδίδεται από την  Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου για θέματα εταιρικής διακυβέρνησης και οι διατάξεις των ειδικών κανονισμών των ΣΠΙ που θεσπίζονται για την εφαρμογή της, υπερισχύουν οποιασδήποτε διάταξης των Θεσμών,  που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου.

Περιορισμοί εις την μεταβίβασιν μετοχών ή συμφερόντων

16.-(1) Εξαιρουμένων των ΣΠΙ, η μεταβίβαση των μετοχών ή του συμφέροντος μέλους ή πρώην μέλους ή αποβιώσαντος μέλους επί του κεφαλαίου συνήθων μετοχών εγγεγραμμένης εταιρείας υπόκειται, όσον αφορά το ανώτατο όριο συμμετοχής, στους περιορισμούς όπως ορίζεται στο άρθρο 7.

(2) Εν περιπτώσει εγγεγραμμένης εταιρείας εχούσης απεριόριστον ευθύνην, ουδέν μέλος θα μεταβιβάζη οιανδήποτε μετοχήν αυτού ή το συμφέρον του εις το κεφάλαιον της εταιρείας ή μέρος τούτων, εκτός εάν-

(α) είχε την τοιαύτην μετοχήν ή το τοιούτο συμφέρον διά περίοδον ουχί μικροτέραν του ενός έτους· και

(β) η μεταβίβασις γίνεται προς την εταιρείαν ή προς πρόσωπον του οποίου η αίτησις διά να καταστή μέλος της εταιρείας ενεκρίθη υπό της επιτροπείας.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΕΓΓΕΓΡΑΜΜΕΝΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ
Διεύθυνσις της εταιρείας

17. Εκάστη εγγεγραμμένη εταιρεία θα έχη διεύθυνσιν εγγεγραμμένην συμφώνως προς τους Θεσμούς εις την οποίαν θα αποστέλληται πάσα ειδοποίησις και θα ειδοποιή τον Έφορον περί οιασδήποτε αλλαγής της τοιαύτης διευθύνσεως της.

Αντίγραφον του Νόμου, των Θεσμών και των ειδικών κανονισμών ελεύθερα προς εξέτασιν

18. Εκάστη εγγεγραμμένη εταιρεία θα τηρή εις την εγγεγραμμένην διεύθυνσιν της αντίγραφον του παρόντος Νόμου, των Θεσμών, των ειδικών κανονισμών της και του καταλόγου των μελών της ελεύθερα προς εξέτασιν, άνευ πληρωμής δικαιωμάτων κατά πάντα εύλογον χρόνον.

ΜΕΡΟΣ IV ΕΛΕΓΧΟΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ
Έλεγχος των λογαριασμών των εγγεγραμμένων εταιρειών

19.(1)(α) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 27H του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, o υποχρεωτικός έλεγχος των ετήσιων λογαριασμών έκαστου ΣΠΙ περιλαμβανομένης της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας Λτδ, διενεργείται από εγκεκριμένο ελεγκτή που διορίζεται από τη γενική συνέλευση των μελών  εκάστου των ως άνω ιδρυμάτων και για τον οποίο εξασφαλίζεται η ρητή έγκριση της Κεντρικής Τράπεζας με βάση τις διατάξεις του άρθρου 27H του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου:

Νοείται ότι, ο υποχρεωτικός έλεγχος των ενοποιημένων λογαριασμών της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας Λτδ διενεργείται από τον ίδιο εγκεκριμένο ελεγκτή που διενεργεί και τον υποχρεωτικό έλεγχο των ετήσιων λογαριασμών της.

(β) Για σκοπούς της παραγράφου (α), η αναφορά σε “μέλος” έχει την έννοια που αποδίδεται σε αυτήν από το εδάφιο (1Α) του άρθρου 15.

(2) Ο υποχρεωτικός έλεγχος των ετήσιων λογαριασμών εγγεγραμμένης εταιρείας που δεν αποτελεί ΣΠΙ διενεργείται από εγκεκριμένο ελεγκτή που διορίζεται από τη γενική συνέλευση των μελών της εν λόγω εγγεγραμμένης εταιρείας και για το οποίο εξασφαλίζεται η ρητή έγκριση του Εφόρου.

(3) Ο υποχρεωτικός έλεγχος των ετήσιων και ενοποιημένων λογαριασμών των εγγεγραμμένων εταιρειών διενεργείται σύμφωνα με τον περί Ελεγκτών και Υποχρεωτικών Ελέγχων των Ετήσιων και Ενοποιημένων Λογαριασμών Νόμο.

(4) Κάθε εγγεγραμμένη εταιρεία οφείλει να έχει  έτοιμους τους λογαριασμούς της για έλεγχο μέσα σε τρεις (3) μήνες ή προκειμένου περί ΣΠΙ μέσα σε ένα (1) μήνα από τη λήξη εκάστου οικονομικού έτους.

(5) Ευθύς ως ο έλεγχος των λογαριασμών συμπληρωθεί, ο εγκεκριμένος ελεγκτής οφείλει να υποβάλει στην εγγεγραμμένη εταιρεία τους ελεγμένους λογαριασμούς και τη σχετική με αυτούς έκθεση ελέγχου και η εγγεγραμμένη εταιρεία οφείλει να υποβάλει άμεσα αντίγραφο τους στον Έφορο. προκειμένου περί ΣΠΙ, οφείλει να τους υποβάλει και στην Κεντρική Τράπεζα κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (1) του άρθρου 24 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου.

(6) Ο έλεγχος της οικονομικής διαχείρισης των εγγεγραμμένων εταιρειών που δεν είναι ΣΠΙ, τον οποίο μέχρι την έναρξη της ισχύος του περί Συνεργατικών Εταιρειών (Τροποποιητικού) (Αρ. 2) Νόμου του 2014, διενεργούσε η Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών, διενεργείται εφεξής από την Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών.

7.-(α) Η Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών διαλύεται από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Συνεργατικών Εταιρειών (Τροποποιητικού) (Αρ. 2) Νόμου του 2014 και όλα τα θέματα που αφορούν τα πρόσωπα που υπηρετούν στην υπηρεσία της ρυθμίζονται με βάση τις διατάξεις του περί Μεταφοράς Προσωπικού της Ελεγκτικής Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμου.

(β) Όλα τα στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού της Ελεγκτικής Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών μεταφέρονται στη Δημοκρατία, η οποία διαδέχεται την Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών ως προς όλα τα δικαιώματα και υποχρεώσεις αυτής, μέχρι την οριστική και πλήρη διευθέτησή τους:

Νοείται ότι, οποιεσδήποτε δικαστικές διαδικασίες ή βάσεις αγωγών εκκρεμούν ή έχουν δημιουργηθεί μεταξύ της Ελεγκτικής Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών και οποιουδήποτε προσώπου υπηρετεί ή έχει υπηρετήσει στην υπηρεσία της ή μεταξύ της Ελεγκτικής Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών και οποιουδήποτε άλλου, συνεχίζονται ή ασκούνται επί τη βάσει της διαδοχής της Ελεγκτικής Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών από τη Δημοκρατία, όπως προβλέπεται στην παράγραφο (β).

(8) Ως προς την Επιτροπή, το Διευθυντή και το προσωπικό που υπηρετούσε στην Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών, ισχύουν οι ακόλουθες διατάξεις:

(α) Η Επιτροπή και ένα έκαστο μέλος αυτής δεν υπέχουν οποιασδήποτε ευθύνης σε περίπτωση αγωγής, αίτησης ή άλλης νομικής διαδικασίας για αποζημιώσεις σχετικά με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη, η οποία έγινε πριν από τη διάλυση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους, εκτός εάν αποδειχθεί ότι η πράξη ή η παράλειψη δεν έγινε καλή τη πίστει ή ήταν αποτέλεσμα αμέλειας κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

(β) Τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (γ), η Επιτροπή και ένα έκαστο μέλος αυτής δεν υπέχουν οποιασδήποτε ευθύνης σε περίπτωση αγωγής, αίτησης ή άλλης νομικής διαδικασίας για αποζημιώσεις σχετικά με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη, η οποία έγινε πριν από τη διάλυση αυτής κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Ελεγκτικής Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών.

(γ) Ο Διευθυντής ή οποιοδήποτε πρόσωπο υπηρετούσε στην Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών δεν υπέχει αστικής ευθύνης σχετικά με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη επεσυνέβη κατά την άσκηση των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων του, πριν από τη διάλυση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών, εκτός εάν αποδειχθεί ότι η εν λόγω πράξη ή παράλειψη δεν έγινε καλή τη πίστει ή ήταν το αποτέλεσμα  αμέλειας στην άσκηση των καθηκόντων του.

(9) Οποιοιδήποτε Κανονισμοί εκδόθηκαν με βάση το άρθρο 19, το οποίο αντικαθίσταται με βάση τον περί Συνεργατικών Εταιρειών (Τροποποιητικό) (Αρ. 2) Νόμο του 2014, καταργούνται, εκτός από τους περί Ελεγκτικής Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών (Ταμείο Προνοίας) Κανονισμούς του 1991 και 2001, οι οποίοι παραμένουν σε ισχύ για σκοπούς της εκκαθάρισης και μέχρι την εκκαθάριση του Ταμείου Προνοίας, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 6 του περί Μεταφοράς Προσωπικού της Ελεγκτικής Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμου του 2014:

Νοείται ότι, αφού αφαιρεθούν οι υποχρεώσεις του Ταμείου Ευημερίας που συστάθηκε με βάση τους περί Ταμείου Ευημερίας Υπαλλήλων Ελεγκτικής Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών Κανονισμούς του 1995, τα περιουσιακά στοιχεία αυτού μεταφέρονται στη Δημοκρατία.

(10) Σε σχέση με οποιαδήποτε ισχύουσα διάταξη στους Θεσμούς που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή σε οποιοδήποτε άλλο νόμο, Κανονισμό ή Οδηγία, η οποία αφορά την Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών, εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος άρθρου.

Ετησία Έκθεσις

20.-(1) Το ταχύτερον δυνατόν μετά την λήξιν εκάστου έτους, ο Έφορος οφείλει να αποστείλη εις το Υπουργικόν Συμβούλιον, μέσω του Υπουργού, ετησίαν έκθεσιν αφορώσαν εις την κατά το διαρρεύσαν έτος ενάσκησιν των αρμοδιοτήτων αυτού.

(2) Αντίγραφον της ετησίας εκθέσεως του Εφόρου προς το Υπουργικόν Συμβούλιον, κατατίθεται υπό του Υπουργικού Συμβουλίου εις την Βουλήν των Αντιπροσώπων προς ενημέρωσιν της.

ΜΕΡΟΣ V ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΕΓΓΕΓΡΑΜΜΕΝΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ
Νομική προσωπικότης της εγγεγραμμένης εταιρείας

21. Η εγγραφή εταιρείας καθιστά αυτήν νομικόν πρόσωπον υπό την επωνυμία υπό την οποίαν ενεγράφη, με διηνεκή διαδοχήν, μετ’ εξουσίας να κατέχη περιουσίαν, να συμβάλληται, να εγείρη και υπερασπίζη αγωγάς και άλλας δικαστικάς διαδικασίας και να πράττη παν ό,τι είναι αναγκαίον διά τους σκοπούς της συστάσεως της.

Διάθεσις προϊόντων προς την εγγεγραμμένην εταιρείαν ή μέσω αυτής

22.-(1) Εγγεγραμμένη εταιρεία, έχουσα μεταξύ των σκοπών της την διάθεσιν οιουδήποτε προϊόντος, παραγομένου ή προερχομένου εκ της εργασίας ή της απασχολήσεως των μελών της, είτε τούτο είναι προϊόν της γεωργίας, κτηνοτροφίας, δασοκομίας, αλιείας, χειροτεχνίας ή άλλως πως, δύναται να προβλέψη διά των ειδικών αυτής κανονισμών ή διά συμβάσεως μετά των μελών της, όπως:

(α) Παν μέλος αυτής, το οποίον παράγει οιονδήποτε τοιούτο προϊόν, θα διαθέτη ολόκληρον ή οιανδήποτε καθωρισμένην ποσότητα, αναλογίαν ή είδος τούτου εις την εταιρείαν ή μέσω αυτής·και

(β) παν μέλος, το οποίον ήθελεν αποδειχθή ή ευρεθή, κατά τοιούτον τρόπον ως, ήθελε καθορισθή εις τους Θεσμούς, ως ένοχον παραβάσεως των ειδικών κανονισμών ή της συμβάσεως, θα καταβάλλη εις την εταιρείαν υπό μορφήν εκκαθαρισμένων αποζημιώσεων ποσόν υπολογιζόμενον ή εξευρισκόμενον κατά τοιούτον τρόπον ως ήθελε καθορισθή εις τους Θεσμούς.

(2) Από της παραδόσεως εις την αποθήκην της εγγεγραμμένης εταιρείας οιωνδήποτε εκ των εν τω εδαφίω (1) αναφερομένων ειδών, επί τω τέλει διαθέσεως των είτε εις την εταιρείαν είτε μέσω αυτής, ουδείς πιστωτής του μέλους, το οποίον παρέδωσε τα είδη, θα έχη εξουσίαν να κατάσχη ή επιβαρύνη οιαδήποτε των τοιούτων ειδών ή το προϊόν πωλήσεως των ειδών, το οποίον παραμένει εις χείρας της εταιρείας, μέχρις ότου εξοφληθή παν χρέος του τοιούτου μέλους προς την εταιρείαν.

(3) Ουδεμία σύμβασις καταρτισθείσα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου θα προσβάλληται ενώπιον οιουδήποτε Δικαστηρίου διά μόνον τον λόγον ότι αποτελεί σύμβασιν περιοριστικήν του εμπορίου.

Χορήγηση δανείων και σύσταση επιβαρύνσεων υπέρ εγγεγραμμένων εταιρειών

23.-(1)(α) Κάθε εγγεγραμμένη εταιρεία δύναται vα χορηγεί χρηματοδοτικά ανοίγματα στα μέλη της, σύμφωνα με τους εγγεγραμμένους ειδικούς κανονισμούς της.

(β) Eγγεγραμμένη εταιρεία που δεν είναι ΣΠΙ δύναται να χορηγεί χρηματοδοτικό άνοιγμα σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που δεν είναι μέλος της, περιλαμβανομένης συνεργατικής εταιρείας, μόνο με τη συγκατάθεση του Εφόρου, η οποία θα χορηγείται με κριτήρια την οικονομική κατάστασή της εγγεγραμμένης εταιρείας και την προσφερομένη από τα πιο πάνω πρόσωπα ασφάλεια.

(γ) Η χορήγηση χρηματοδοτικών ανοιγμάτων από ΣΠΙ σε νομικά πρόσωπα επιτρέπεται  υπό την προϋπόθεση ότι ικανοποιούνται κατά προτεραιότητα τα μέλη του.

(δ) Η χορήγηση χρηματοδοτικών ανοιγμάτων από ΣΠΙ σε φυσικά πρόσωπα που δεν είναι μέλη τους απαγορεύεται:

Νοείται ότι, η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται σε σχέση με χρηματοδοτικό άνοιγμα που -

(i) χορηγήθηκε πριν την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Συνεργατικών Εταιρειών (Τροποποιητικού) (Αρ. 4) Νόμου του 2013·

(ii) χορηγείται σε φυσικό πρόσωπο που δεν είναι μέλος με πλήρη εξασφάλιση τη δέσμευση κατάθεσης που  διατηρείται στο ίδιο ΣΠΙ· και

(iii) χορηγήθηκε ή χορηγείται σε μέλος ΣΠΙ, το οποίο μεταγενέστερα της χορήγησης διαγράφεται από μέλος, λόγω του ότι απώλεσε τα προσόντα του μέλους, όπως αυτά προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, στους Θεσμούς και στους ειδικούς κανονισμούς του ΣΠΙ.

(ε) Εγγεγραμμένη εταιρεία μπορεί, όταν χορηγεί χρηματοδοτικά ανοίγματα ή όταν συνάπτει με μέλος της ή με άλλο πρόσωπο συμφωνία για τη χορήγηση σε αυτό χρηματοδοτικού ανοίγματος ή όταν μέλος ή άλλο πρόσωπο οφείλει προς την εταιρεία αυτή, να απαιτήσει από το μέλος  ή το πρόσωπο αυτό να συστήσει επιβάρυνση προς όφελος της εταιρείας επί όλων των στοιχείων της κινητής του περιουσίας κατά τον τύπο που δυνατό να καθορίζεται από τους Θεσμούς, ανεξάρτητα από το αν κατά την ημερομηνία σύστασης της επιβάρυνσης η βεβαρημένη περιουσία υφίσταται ή μη ή αποκτήθηκε ή όχι από το πρόσωπο το οποίο παρέχει την επιβάρυνση.

(2) Εν όσω η επιβάρυνσις τελεί εν ισχύι παρέχει εις την εγγεγραμμένην εταιρείαν τα ακόλουθα δικαιώματα και επιβάλλει εις αυτήν τας ακολούθους υποχρεώσεις, ήτοι-

(α) δικαίωμα λήψεως της κατοχής της βεβαρημένης περιουσίας, άμα τη επελεύσει γεγονότος καθοριζομένου εν τη επιβαρύνσει ως παρέχοντος εξουσίαν κατασχέσεως της βεβαρημένης περιουσίας·

(β) εν περιπτώσει λήψεως της κατοχής οιασδήποτε βεβαρημένης περιουσίας και μετά παρέλευσιν από της λήψεως πέντε ημερών ή τοιούτου μικροτέρου χρονικού διαστήματος ως ενδέχεται να επιτρέπεται υπό της επιβαρύνσεως, δικαίωμα πωλήσεως της περιουσίας είτε διά πλειστηριασμού ή, εάν ούτω προβλέπεται υπό της επιβαρύνσεως, δι’ ιδιωτικής συμφωνίας και είτε διά πληρωμής του τιμήματος εφ’ άπαξ είτε διά πληρωμής του διά δόσεων·

(γ) εν περιπτώσει εξασκήσεως του τοιούτου δικαιώματος πωλήσεως, υποχρέωσιν διαθέσεως του προϊόντος της πωλήσεως διά ή έναντι εξοφλήσεως των χρημάτων και υποχρεώσεων τα οποία ή αι οποίαι διασφαλίζονται υπό της επιβαρύνσεως και των εξόδων της κατασχέσεως και πωλήσεως, και καταβολής του τυχόν εναπομένοντος υπολοίπου του προϊόντος της πωλήσεως εις το μέλος.

(3) Εν όσω η επιβάρυνσις τελεί εν ισχύι, το μέλος υπόκειται εις τας ακολούθους υποχρεώσεις:

(α) Υποχρέωσιν, οσάκις τούτο πωλή οιανδήποτε βεβαρημένην περιουσίαν ή εισπράττη οιαδήποτε χρήματα εν σχέσει προς την τοιαύτην περιουσίαν να καταβάλλη αμέσως εις την εγγεγραμμένην εταιρείαν το ποσόν του προϊόντος της πωλήσεως ή τα ούτως εισπραχθέντα χρήματα, εκτός εάν προβλέπεται άλλως υπό της επιβαρύνσεως· τα ούτω, καταβληθέντα ποσά θα διατίθενται υπό της εγγεγραμμένης εταιρείας διά ή έναντι εξοφλήσεως των διασφαλιζομένων υπό της επιβαρύνσεως χρημάτων και υποχρεώσεων·

(β) υποχρέωσιν, εν περιπτώσει καθ’ ην το μέλος ήθελεν εισπράξει οιαδήποτε χρήματα δυνάμει οιουδήποτε ασφαλιστικού συμβολαίου ή υπό μορφήν αποζημιώσεων δι’ οιανδήποτε βεβαρημένην περιουσίαν, να καταβάλλη αμέσως εις την εγγεγραμμένην εταιρείαν τα ούτως εισπραχθέντα ποσά, εκτός εάν προβλέπεται άλλως υπό της επιβαρύνσεως· τα ούτω καταβληθέντα ποσά θα διατίθενται υπό της εγγεγραμμένης εταιρείας διά ή έναντι εξοφλήσεως των διασφαλιζομένων υπό της επιβαρύνσεως χρημάτων και υποχρεώσεων.

Διακυμαινομένη και παγία επιβάρυνσις υπέρ εγγεγραμμένων εταιρειών

23Α.-(1) Κάθε χρηματοδοτικό άνοιγμα  παραχωρούμενο, υπό εγγεγραμμένης εταιρείας σε μέλος αυτής το οποίο είναι επίσης εγγεγραμμένη εταιρεία δύναται να διασφαλίζεται με διακυμαινόμενη επιβάρυνση εφ’ όλου του ενεργητικού της εγγεγραμμένης εταιρείας που δανείζεται και ανεξάρτητα από το γεγονός ότι κατά την ημερομηνία τnς σύστασης της επιβάρυνσης το βεβαρημένο ενεργητικό υπάρχει ή όχι καθώς επίσης και με πάγια επιβάρυνση επί συγκεκριμένων περιουσιακών στοιχείων κινητής ιδιοκτησίας τα οποία θα παραμένουν στην κατοχή της εγγεγραμμένης εταιρείας που δανείζεται χωρίς δικαίωμα αποξένωσής τους.

(2) Εφ’ όσον η διακυμαινομένη επιβάρυνσις ισχύη η βεβαρημένη περιουσία δύναται να διατίθεται μόνον κατά τον συνήθη κύκλον των εργασιών της εγγεγραμμένης εταιρείας.

(3) Εφ’ όσον η διακυμαινομένη ή παγία επιβάρυνσις τελή εν ισχύι η εγγεγραμμένη εταιρεία προς όφελος της οποίας εδόθη η επιβάρυνσις δύναται, κατόπιν γραπτής ειδοποιήσεως προς την παρέχουσαν την επιβάρυνσιν εγγεγραμμένην εταιρείαν συμφώνως των προνοιών της συμβάσεως δι’ ης συνεστήθη η επιβάρυνσις, να απαιτήση αποπληρωμήν του οφειλομένου ποσού λόγω παραλείψεως συμμορφώσεως προς τους όρους της συμβάσεως και εφ’ όσον δεν υπάρξη συμμόρφωσις η εγγεγραμμένη εταιρεία δικαιούται εις μεν την περίπτωσιν της διακυμαινομένης επιβαρύνσεως να διορίση Πληρεξούσιον Διευθυντήν διά τους σκοπούς και με εξουσίας ως αύται διαλαμβάνονται εις το εδάφιο (4) κατωτέρω και εις την περίπτωσιν της παγίας επιβαρύνσεως να προβαίνη εις την εκποίησιν διά πλειστηριασμού της βεβαρημένης περιουσίας.

(4) Πληρεξούσιος Διευθυντής διοριζόμενος δυνάμει της διακυμαινομένης επιβαρύνσεως ενεργεί ως αντιπρόσωπος της εγγεγραμμένης εταιρείας προς όφελος της οποίας εδόθη η επιβάρυνσις και πωλεί διά λογαριασμόν της διοριζούσης αυτόν εγγεγραμμένης εταιρείας τα βεβαρημένα στοιχεία, δύναται δε εάν κρίνη τούτο απαραίτητο να συνεχίση τας εργασίας της εγγεγραμμένης εταιρείας υποκαθιστών εν τοιαύτη περιπτώσει προς τον σκοπόν αυτόν την επιτροπείαν της εγγεγραμμένης εταιρείας.

(5) Ο διορισμός Πληρεξούσιου Διευθυντή δυνάμει της διακυμαινόμενης επιβάρυνσης θα επιδίδεται στην εγγεγραμμένη εταιρεία που παρέχει την επιβάρυνση  επί του καθορισμένου εντύπου και θα κοινοποιείται στον Έφορο και προκειμένου περί ΣΠΙ και στην Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου.

(6) Οιοσδήποτε αξιωματούχος ή επίτροπος εγγεγραμμένης εταιρείας ο οποίος αρνείται να αποδεχθή ειδοποίησιν περί διορισμού Πληρεξουσίου Διευθυντού δυνάμει διακυμαινομένης επιβαρύνσεως ή να συμμορφωθή με αυτήν ή εμποδίζει ή παρενοχλεί το έργον του Πληρεξουσίου Διευθυντού, είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις φυλάκισιν διά διάστημα μη υπερβαίνον το εν έτος ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .1000 ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης.

(7) Πληρεξούσιος Διευθυντής διοριζόμενος κατά τα ανωτέρω υποχρεούται όπως:

(α) εντός δύο μηνών από του διορισμού του υποβάλη εις τον Έφορον Έκθεσιν δεικνύουσαν την οικονομικήν κατάστασιν της εγγεγραμμένης εταιρείας κατά τον χρόνον του διορισμού του:

Νοείται ότι ο Έφορος δύναται εφ’ όσον ικανοποιηθή να παρέχη παράτασιν ή παρατάσεις διά την υποβολήν της Εκθέσεως·

(β) καθ’ έκαστον έτος διαρκούντος του διορισμού του υποβάλλη εις τον Έφορον κατάστασιν δεικνύουσαν τα υπ’ αυτού πωληθέντα περιουσιακά στοιχεία, τα εισπραχθέντα ποσά και γενικώς κατάστασιν της υπ’ αυτού διαχειρίσεως:

Νοείται ότι η υποβολή της ως άνω καταστάσεως υπό του Πληρεξουσίου Διευθυντού δεν απαλάττει την εγγεγραμμένην εταιρείαν της υποχρεώσεως της υποβολής των ετησίων λογαριασμών οίτινες προνοούνται υπό ετέρων διατάξεων του Νόμου και των Θεσμών.

(8) Ουδείς Πληρεξούσιος Διευθυντής διορισθείς κατά τα ανωτέρω απαλάττεται υπό του Εφόρου προτού υποβάλη τους τελικούς λογαριασμούς της διαχειρίσεως του.

Σύστασις και εγγραφή επιβαρύνσεων

24.-(1) Πάσα επιβάρυνσις συσταθείσα δυνάμει του άρθρου 23 λογίζεται δεόντως συσταθείσα εάν υπεγράφη εις διπλούν υπό του μέλους εις βάρος της περιουσίας του οποίου συνεστήθη παρουσία τριών τουλάχιστον μελών της επιτροπείας και του γραμματέως.

(2) Αι διά του εδαφίου (1) του άρθρου 23Α προβλεπόμεναι επιβαρύνσεις ως και οιαδήποτε άλλη εξασφάλισις η οποία δύναται να δοθή υπό εγγεγραμμένης εταιρείας είτε υπό τύπον ενεχύρου είτε υπό τύπον εκχωρήσεως συμβατικών δικαιωμάτων εγγράφεται παρά τω Εφόρω εντός χρονικού διαστήματος είκοσι και μιας ημερών υπό της Επιτροπείας της εταιρείας προς όφελος της οποίας εδημιουργήθη η επιβάρυνσις. Οιαδήποτε υποθήκη επί ακινήτου ιδιοκτησίας η οποία εγγράφεται εις το Κτηματολόγιον κοινοποιείται εις τον Έφορον.

(3) Ο Έφορος τηρεί Μητρώον Επιβαρύνσεως Συνεργατικών Εταιρείων εντός του οποίου καταχωρούνται λεπτομέρειαι όλων των υπ’ αυτού ληφθεισών επιβαρύνσεων και εκδίδει πιστοποιητικόν εγγραφής της επιβαρύνσεως προς την Εταιρείαν προς όφελος της οποίας δημιουργείται η επιβάρυνσις.

(4) Παν πρόσωπον δικαιούται, τη καταβολή του καθωρισμένου δικαιώματος, να επιθεωρή τον φάκελλον των επιβαρύνσεων και το Μητρώον Επιβαρύνσεων των Συνεργατικών Εταιρειών και να λαμβάνη αντίγραφον τούτων.

(5) Ο Έφορος, εάν πεισθή ότι η παράλειψις εκ μέρους της επιτροπείας να αποστείλη την επιβάρυνσιν προς αυτόν εντός της καθοριζομένης εις το εδάφιον (2) προθεσμίας ήτο τυχαία ή ωφείλετο εις παραδρομήν ή εις άλλην επαρκή αιτίαν ή δεν είναι τοιαύτης φύσεως ώστε να επηρεάζη τα συμφέροντα των δανειστών ή των μελών της εγγεγραμμένης εταιρείας ή ότι δι’ άλλους λόγους είναι δίκαιον και εύλογον να χορηγήση θεραπείαν διά την παράλειψιν δύναται, τη αιτήσει της εγγεγραμμένης εταιρείας ή παντός ενδιαφερομένου προσώπου, και υπό τοιούτους όρους οίους ούτος νομίζει σκόπιμον, να παρατείνη την ως άνω αναφερομένην προθεσμίαν.

(6)(α) Αι εγγραφαί επιβαρύνσεως εις το Μητρώον συμφώνως των ανωτέρω διατάξεων καταχωρούνται χρονολογικώς και εις περίπτωσιν εγγραφής πλέον της μιας επιβαρύνσεως υφ’ οιασδήποτε εγγεγραμμένης εταιρείας αποδίδεται εις εκάστην τοιαύτην επιβάρυνσιν η αντίστοιχος προτεραιότης.

(β) Η εγγραφή επιβαρύνσεως ως ανωτέρω λογίζεται ως καθιστώσα γνωστήν την επιβάρυνσιν εις παν πρόσωπον συναλλαττόμενον αναφορικώς προς οιανδήποτε βεβαρημένην περιουσίαν:

Νοείται ότι ουδέν των εν τω παρόντι διαλαμβανομένων επηρεάζει οιανδήποτε αξίωσιν της Δημοκρατίας δι’ οφειλήν φόρων πάσης φύσεως εφ’ όσον ούτοι κατέστησαν πληρωτέοι καθ’ οιανδήποτε περίοδον προ της δυνάμει της επιβαρύνσεως σκοπουμένης ή επιδιωκομένης εκποιήσεως των βεβαρημένων στοιχείων.

(7) Ευθύς ως αποπληρωθεί το χρηματοδοτικό άνοιγμα σε σχέση με το οποίο δόθηκε επιβάρυνση δυνάμει του παρόντος Νόμου, η επιτροπεία της εγγεγραμμένης εταιρείας θα αναγράφει αμέσως τούτο επί του αντιγράφου το οποίο καταχωρήθηκε στο γραφείο της εταιρείας και θα ειδοποιεί εντός είκοσι και μιας (21) ημερών από της ημερομηνίας της αποπληρωμής τον Έφορο και ο Έφορος με τη λήψη της ειδοποίησης αυτής, θα καταχωρεί αμέσως σημείωση, για την εξόφληση, στο Μητρώο Επιβαρύνσεων των Συνεργατικών Εταιρειών.

Αδίκημα υπό Πληρεξουσίου Διευθυντού

24Α.-(1) Παν πρόσωπον διοριζόμενον ως Πληρεξούσιος Διευθυντής δυνάμει διακυμαινομένης επιβαρύνσεως και το οποίον παραλείπει να συμμορφωθεί προς τας διατάξεις των εδαφίων (7)(α) και (β) και (8) του άρθρου 23Α είναι ένοχον αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις φυλάκισιν μη υπερβαίνουσαν τους τρεις μήνας ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας τριακοσίας λίρας ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης.

(2) Διά του παρόντος διευκρινίζεται ότι ο όρος “Πληρεξούσιος Διευθυντής” είναι αντίστοιχος του “Παραλήπτου-Διευθυντού” του διοριζομένου δυνάμει επιβαρύνσεως ήτις δημιουργείται συμφώνως του περί Εταιρειών Νόμου.

(3) Άνευ επηρεασμού των διατάξεων του εδαφίου (4) του άρθρου 23Α, η εκτέλεσις των καθηκόντων παντός Πληρεξουσίου Διευθυντού θα διέπηται υπό των αρχών αι οποίαι εφαρμόζονται εις την περίπτωσιν Παραλήπτου-Διευθυντού διοριζομένου κατ’ ακολουθίαν του εγγράφου επιβαρύνσεως και ουχί διά δικαστικού διατάγματος ως προνοείται εις τον περί Εταιρειών Νόμον.

Αδικήματα εν σχέσει προς τας επιβαρύνσεις

25. Εάν μέλος ή πρώην μέλος εγγεγραμμένης εταιρείας το οποίον συνέστησε επιβάρυνσιν εγγραφείσαν δυνάμει του παρόντος Νόμου-

(α) παραλείπη να συμμορφωθή προς τας υποχρεώσεις αι οποίαι επιβάλλονται υπό του παρόντος Νόμου αναφορικώς προς την καταβολήν εις την εταιρείαν παντός ποσού εισπραχθέντος υπ’ αυτού ως προϊόν πωλήσεως περιουσίας ή εν σχέσει προς περιουσίαν ή δυνάμει ασφαλιστικού συμβολαίου ή υπό μορφήν αποζημιώσεων· ή

(β) θέτη ή ανέχεται να τεθή εκτός του ελέγχου του οιαδήποτε βεβαρημένη περιουσία,

είναι ένοχον αδικήματος και υπόκειται, εν περιπτώσει καταδίκης του, εις φυλάκισιν μη υπερβαίνουσαν το εν έτος ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας χιλίας λίρας ή εις αμφοτέρας τας ποινάς ταύτας.

Εκχώρησις επιβαρύνσεων

26.-(1) Εγγεγραμμένη εταιρεία δύναται να δανείζεται χρήματα και να τυγχάνει οποιωνδήποτε άλλων χρηματοδοτικών ανοιγμάτων, από εταιρεία η οποία ιδρύθηκε ως δευτεροβάθμια εγγεγραμμένη εταιρεία με σκοπό τη διευκόλυνση της λειτουργίας συνεργατικών εταιρειών ή από οποιαδήποτε τράπεζα, που εγκρίθηκε για το σκοπό αυτό από τη Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα προκειμένου περί συνδεδεμένου με τον Κεντρικό Φορέα ΣΠΙ ή από τον Έφορο προκειμένου περί οποιασδήποτε εγγεγραμμένης εταιρείας που δεν είναι ΣΠΙ, και να παρέχει ως ασφάλεια οποιαδήποτε επιβάρυνση που κατέχει με βάση το εδάφιο (1) του άρθρου 23 και το εδάφιο (1) του άρθρου 23Α του παρόντος Νόμου εάν η επιβάρυνση αυτή συστήθηκε και εγγράφηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, και δύναται για το σκοπό αυτό να εκχωρεί οποιαδήποτε τέτοια επιβάρυνση προς οποιαδήποτε τέτοια εταιρεία ή τράπεζα.

(2) Πάσα εκχώρησις επιβαρύνσεως δυνάμει του παρόντος άρθρου θα εγγράφηται κατά τον αυτόν τρόπον ως εγγράφεται η επιβάρυνσις και αι διατάξεις του άρθρου 24 θα εφαρμόζωνται, τηρουμένων των αναλογιών, εις την εκχώρησιν ούτω εγγραφείσης επιβαρύνσεως.

(3) Πάσα εγγραφείσα κατά τον ως είρηται τρόπον εκχώρησις επιβαρύνσεως αποτελεί, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 24(6), πρώτην επιβάρυνσιν υπέρ του εκδοχέως.

(4) Όταν εκχωρείται με βάσει τις διατάξεις του άρθρου αυτού οποιαδήποτε επιβάρυνση σε δευτεροβάθμια εγγεγραμμένη εταιρεία η οποία ιδρύθηκε με σκοπό την διευκόλυνση της λειτουργίας των συνεργατικών εταιρειών, η εταιρεία αυτή δύναται να δανείζεται χρήματα από οποιαδήποτε τράπεζα, που εγκρίθηκε για το σκοπό αυτό από τον Έφορο  εξαιρουμένων των ΣΠΙ, και να παρέχει ως ασφάλειαν την επιβάρυνση αυτή, και δύναται, για το σκοπό αυτό, να επανεκχωρεί οποιαδήποτε τέτοια επιβάρυνση προς την τράπεζα αυτή και οι διατάξεις των εδαφίων (2) και (3) του παρόντος άρθρου θα εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, για επανεκχώρηση επιβάρυνσης δυνάμει του παρόντος εδαφίου.

Εκχώρηση δανειακών απαιτήσεων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων

26Α.-(1) Η Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα Λτδ, για σκοπούς εξασφάλισης ρευστότητας ή/και για οποιοδήποτε άλλο σκοπό, δύναται να επιβαρύνει ή/και να εκχωρεί ή/και να μεταβιβάζει, μέσω σχετικής σύμβασης ή όπως τυχόν καθορίζει νόμος, προς όφελος της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου ή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ή αδειοδοτημένου πιστωτικού ιδρύματος ή της Κυπριακής Δημοκρατίας, δανειακές απαιτήσεις ή άλλα περιουσιακά της στοιχεία.

(2) Επί των επιβαρύνσεων ή/και εκχωρήσεων των δανειακών απαιτήσεων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων της Συνεργατικής Κυπριακής Τράπεζας Λτδ προς όφελος της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, αδειοδοτημένου πιστωτικού ιδρύματος ή της Κυπριακής Δημοκρατίας, σύμφωνα με το εδάφιο (1), εφαρμόζονται τα ακόλουθα:

(α) Η επιβάρυνση ή/και εκχώρηση καθίσταται έγκυρη κατά το χρόνο σύναψης της σχετικής σύμβασης και έχει προτεραιότητα έναντι παντός τρίτου, χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε άλλη διατύπωση·

(β) από την επιβάρυνση ή/και την εκχώρηση δεν θίγονται τυχόν δικαιώματα που τρίτοι είχαν αποκτήσει έως την ημέρα που προηγείται της σύναψης της σύμβασης.

(3) Οι κατά το εδάφιο (1) συμβάσεις επιβαρύνσεων ή/και εκχωρήσεων κοινοποιούνται στον Έφορο και εγγράφονται στο Μητρώο Επιβαρύνσεων Συνεργατικών Εταιρειών που τηρείται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 24.

Πρώτη επιβάρυνσις υπέρ εγγεγραμμένης εταιρείας επί εσοδείας κλπ.

27. Οσάκις δεν υφίσταται επιβάρυνσις συσταθείσα υπό μέλους υπερεγγεγραμμένης εταιρείας δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 23 και 24, εν σχέσει προς οιαδήποτε των κατωτέρω εν τω παρόντι άρθρω αναφερομένων πραγμάτων, και τηρουμένης οιασδήποτε απαιτήσεως της Δημοκρατίας εν σχέσει προς φόρους ή χρήματα εισπρακτέα ως φόροι, ή απαιτήσεως ιδιοκτήτου ακινήτου εν σχέσει προς ενοίκιον ή χρήματα εισπρακτέα ως ενοίκιον, πάσα οφειλή η ετέρα εκκρεμούσα απαίτησις πληρωτέα εις εγγεγραμμένην εταιρείαν υπό οιουδήποτε μέλους ή πρώην μέλους λογίζεται ως πρώτη επιβάρυνσις-

(α) επί κάθε εσοδείας ή επί άλλων γεωργικών προϊόντων τα οποία είχαν παραχθεί εξολοκλήρου ή μερικώς με χρηματοδοτικό άνοιγμα που λήφθηκε, από το μέλος αυτό ή από πρώην μέλος, από την εγγεγραμμένη εταιρεία, και

(β) επί οποιωνδήποτε ζώων, ζωοτροφών, γεωργικών ή βιομηχανικών εργαλείων ή πρώτων υλών για βιομηχανία τα οποία είχαν προμηθευθεί για το μέλος αυτό ή για πρώην μέλος ή τα οποία είχαν αγορασθεί εξολοκλήρου ή μερικώς από το μέλος αυτό  ή από το πρώην μέλος από οποιοδήποτε χρηματοδοτικό άνοιγμα είτε τούτο ήταν χρήματα ή εμπορεύματα τα οποία δόθηκαν προς αυτό από την εγγεγραμμένη εταιρεία:

Νοείται ότι τίποτε, από τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο αυτό, επηρεάζει τις αξιώσεις οποιουδήποτε καλή τη πίστει αγοραστή επί αντιπαροχή που δεν είχε γνώση της επιβάρυνσης ή προγενεστέρου ενεχυρούχου δανειστή ή άλλου προσώπου προς όφελος του οποίου συστήθηκε προγενέστερη επιβάρυνση σε σχέση προς την εσοδεία αυτή ή τα γεωργικά προϊόντα, ζώα, ζωοτροφάς, ή γεωργικά ή βιομηχανικά εργαλεία ή πρώτες ύλες για βιομηχανία.

Επιβάρυνσις και συμψηφισμός εν σχέσει προς μετοχάς ή συμφέρον των μελών

28. Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 31Α, κάθε εγγεγραμμένη εταιρεία θα έχει επιβάρυνση επί του μετοχικού κεφαλαίου και επί των καταθέσεων μέλους ή πρώην μέλους ή αποβιώσαντος μέλους ή οποιουδήποτε μετόχου ή καταθέτη ή αποβιώσαντος μετόχου ή καταθέτη και επί οποιουδήποτε μερίσματος, επιμερίσματος ή κερδών πληρωτέων σε αυτούς ή στην κληρονομιά τους σε σχέση με οποιοδήποτε χρέος που οφείλεται σε τέτοια εταιρεία από αυτούς  ή από αυτή την κληρονομιά και δύναται να χρησιμοποιεί οποιοδήποτε ποσό που ευρίσκεται σε πίστη τους ή την κληρονομιά τους  για την πληρωμή ή έναντι της πληρωμής οποιουδήποτε τέτοιου χρέους.

Μετοχαί ή συμφέροντα δεν υπόκεινται εις κατάσχεσιν ή πώλησιν

29. Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 28, η μετοχή ή το συμφέρον μέλους επί του κεφαλαίου εγγεγραμμένης εταιρείας δεν υπόκειται εις κατάσχεσιν ή πώλησιν δυνάμει δικαστικής αποφάσεως ή διατάγματος Δικαστηρίου εν σχέσει προς οιονδήποτε χρέος ή υποχρέωσιν βαρύνουσαν το τοιούτο μέλος, ούτε οιοσδήποτε παραλήπτης ή σύνδικος πτωχεύσεως δικαιούται ή δύναται να έχη οιανδήποτε αξίωσιν επί της τοιαύτης μετοχής ή του τοιούτου συμφέροντος.

Μεταβίβασις συμφέροντος επί τω θανάτω μέλους

30.-(1) Σε περίπτωση θανάτου προσώπου, εγγεγραμμένη εταιρεία δύναται να μεταβιβάσει το μερίδιο  του αποβιώσαντος  επί του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας στο πρόσωπο που διορίζεται σύμφωνα με τους Θεσμούς ή ειδικούς κανονισμούς που θεσπίστηκαν για το σκοπό αυτό ή εάν δεν διορίσθηκε τέτοιο πρόσωπο, στα πρόσωπα τα οποία δυνατόν η επιτροπεία να κρίνει ότι είναι οι κληρονόμοι ή οι νόμιμοι αντιπρόσωποι του αποβιώσαντος προσώπου, ή δύναται, τηρουμένου του άρθρου 31Α, να καταβάλει στο ως ανωτέρω διοριζόμενο πρόσωπο, κληρονόμο ή νόμιμο αντιπρόσωπο, ανάλογα με την περίπτωση, ποσό που αντιπροσωπεύει την αξία  του συμφέροντος του αποβιώσαντος προσώπου στο κεφάλαιο, όπως αυτή η αξία υπολογίζεται με βάσει τους Θεσμούς ή τους ειδικούς κανονισμούς:

Νοείται ότι στην περίπτωση εγγεγραμμένης εταιρείας που δεν είναι ΣΠΙ η εταιρεία αυτή δύναται να μεταβιβάσει τις μετοχές του μέλους που απεβίωσε στο ως άνω διοριζόμενο πρόσωπο, κληρονόμο ή νόμιμο αντιπρόσωπο, ανάλογα με την περίπτωση, το οποίο έχει τα προσόντα να γίνει μέλος της εταιρείας αυτής, δυνάμει των Θεσμών και ειδικών κανονισμών, ή κατόπιν αίτησής του μέσα σε έξι (6) μήνες από τον θάνατο του αποβιώσαντος μέλους, σε οποιοδήποτε πρόσωπο που καθορίζεται στην αίτηση το οποίο έχει τα απαιτούμενα προσόντα για να γίνει μέλος της εταιρείας αυτής.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων  του άρθρου 31Α, κάθε εγγεγραμμένη εταιρεία θα καταβάλλει εις το ως εις το εδάφιο (1) διοριζόμενο πρόσωπο, κληρονόμο ή νόμιμο αντιπρόσωπο, ανάλογα με την εκάστοτε περίπτωση, όλα τα χρήματα τα οποία οφείλονται, στο πρόσωπο  που απεβίωσε.

(3) Πάσα μεταβίβασις και πληρωμή γενομένη υπό εγγεγραμμένης εταιρείας, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, είναι έγκυρος και αποτελεσματική κατά πάσης αξιώσεως υποβαλλομένης κατά της τοιαύτης εταιρείας υπό τινος ετέρου προσώπου.

Ευθύνη πρώην μέλους και της κληρονομίας αποβιώσαντος μέλους διά χρέη εγγεγραμμένης εταιρείας

31. [Διαγράφηκε]
Εξαγορά μετοχών

31Α. Το κεφάλαιο των συνήθων μετοχών εγγεγραμμένης εταιρείας δεν δύναται να μειωθεί ή να εξοφληθεί, περιλαμβανομένης και της περίπτωσης που ο κάτοχος συνήθων μετοχών παύει να είναι μέλος της εγγεγραμμένης εταιρείας, για οποιοδήποτε λόγο, εκτός εάν στην περίπτωση εξαγοράς πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) Παρέχεται, κατά περίπτωση εξαγοράς μετοχών, η προηγούμενη έγκριση της επιτροπείας της εγγεγραμμένης εταιρείας, η οποία δύναται να αρνηθεί εν όλω ή εν μέρει το αίτημα του κατόχου για εξαγορά των μετοχών του και προκειμένου περί συνδεδεμένου ΣΠΙ απαιτείται και έγκριση του Κεντρικού Φορέα,

(β) εξασφαλίζεται η εκ των προτέρων έγκριση του Εφόρου ή προκειμένου περί ΣΠΙ της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, και

(γ) προκειμένου περί ΣΠΙ τηρούνται οι όροι, προϋποθέσεις και διαδικασίες, που δυνατό να καθορίζει, με Οδηγία της, η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου που εκδίδεται με βάση τον περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, καθώς και οι όροι, προϋποθέσεις και διαδικασίες που προβλέπονται σε Κανονισμούς ή Ρυθμιστικά Τεχνικά Πρότυπα, που εκδίδονται από τα αρμόδια όργανα της ΕΕ που καθορίζουν τους όρους για την επιλεξιμότητα των μετοχών ως κύρια βασικά ίδια κεφάλαια (core equity tier 1 capital).

Καταθέσεις γενόμεναι υπό ή διά λογαριασμόν ανηλίκων

32. [Διαγράφηκε]
Μητρώον μελών

33. Παν μητρώον ή κατάλογος μελών τηρούμενος υπό οιασδήποτε εγγεγραμμένης εταιρείας αποτελεί εκ πρώτης όψεως απόδειξιν περί των ακολούθων λεπτομερειών αι οποίαι κατεχωρήθησαν εις αυτόν-

(α) της ημερομηνίας κατά την οποίαν κατεχωρήθη εις το τοιούτο μητρώον ή κατάλογον το όνομα οιουδήποτε προσώπου ως μέλους·

(β) της ημερομηνίας κατά την οποίαν το τοιούτο πρόσωπον έπαυσε να είναι μέλος.

Πιστοποίησις αντιγράφων καταχωρήσεων

34.-(1) Αντίγραφον πάσης καταχωρήσεως εις οιονδήποτε βιβλίον, μητρώον ή κατάλογον τηρούμενον τακτικώς υπό της εταιρείας κατά την διεξαγωγήν των εργασιών της και ευρισκόμενον εις την κατοχήν αυτής, είναι, εάν είναι δεόντως κεκυρωμένον κατά τον τυχόν καθοριζόμενον υπό των θεσμών τρόπον, δεκτόν προς απόδειξιν της υπάρξεως της καταχωρήσεως και είναι δεκτόν ως απόδειξις των γεγονότων και συναλλαγών των αναγραφομένων εις αυτό κατά την αυτήν έκτασιν καθ’ ην θα αποδεικνύοντο τα τοιαύτα γεγονότα και συναλλαγαί εάν παρουσιάζετο επί δικαστηρίω και εγένετο δεκτή εις απόδειξιν η αρχική καταχώρησις.

(2) Ουδείς αξιωματούχος εγγεγραμμένης εταιρείας θα εξαναγκάζηται να παρουσιάση εις οιανδήποτε δικαστικήν διαδικασίαν εις την οποίαν η εταιρεία δεν είναι διάδικος οιαδήποτε βιβλία της εταιρείας το περιεχόμενον των οποίων δύναται ν’ αποδειχθή δυνάμει του εδαφίου (1) ή να παραστή ως μάρτυς προς απόδειξιν των εις αυτά αναγραφομένων γεγονότων, συναλλαγών και λογαριασμών, εκτός διά διατάγματος δικαστηρίου ή δικαστού το οποίον εξεδόθη δι’ ειδικόν λόγον.

Ενεχυρίασις χρεωγράφων υπό εγγεγραμμένων εταιρειών

35. Ανεξαρτήτως των διατάξεων παντός ετέρου Νόμου, εγγεγραμμένη εταιρεία δύναται-

(α) να ενεχυριάζη προς ασφάλειαν γενικού υπολοίπου λογαριασμού οιαδήποτε χρεώγραφα τα οποία κατέχει· και

(β) να εξουσιοδοτή τον δανειστήν, εν περιπτώσει παραλείψεως πληρωμής κατά την ημερομηνίαν λήξεως της αποσταλείσης προς την εγγεγραμμένην εταιρείαν ειδοποιήσεως, να πωλή τα τοιαύτα χρεώγραφα ή οιονδήποτε τούτων, άνευ προσφυγής εις το δικαστήριον και να πιστώνη το προϊόν της πωλήσεως εις το υπόλοιπον του τοιούτου λογαριασμού.

Απαλλαγή τελών χαρτοσήμου και δικαιωμάτων εγγραφής

36. [Διαγράφηκε]
ΜΕΡΟΣ VI ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ ΚΑΙ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΕΓΓΕΓΡΑΜΜΕΝΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ
Περιορισμοί δανείων

37. [Διαγράφηκε]
Περιορισμοί ως προς το δανείζεσθαι

38. [Διαγράφηκε]
Περιορισμοί ως προς άλλας συναλλαγάς με μη μέλη

39. [Διαγράφηκε]
Επενδύσεις κεφαλαίων και συναλλαγές αναφορικώς προς τα κεφάλαια εγγεγραμμένης εταιρείας

40. Τηρουμένων οποιωνδήποτε καθορισμένων από τους Θεσμούς όρων και προϋποθέσεων, εγγεγραμμένη εταιρεία που δεν είναι ΣΠΙ δύναται να καταθέτει τα κεφάλαιά της στη Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ ή με την έγκριση του Εφόρου δύναται -

(α) Να καταθέτει ή να επενδύει τα κεφάλαιά της σε κυβερνητικά χρεόγραφα ή σε οποιαδήποτε άλλη τράπεζα ή με οποιοδήποτε άλλο καθορισμένο από τους Θεσμούς τρόπο ή να χρησιμοποιεί τα κεφάλαιά της για την αγορά, ανακαίνιση και επέκταση ακίνητης περιουσίας, όπως και για την απόκτηση κινητής ιδιοκτησίας που είναι αναγκαία για την εκτέλεση των σκοπών για τους οποίους έχει ιδρυθεί· ή

(β) να πωλεί ακίνητη ή κινητή ιδιοκτησία της.

Διάθεσις κερδών

41.-(1) Το ένα δεύτερο τουλάχιστον των καθαρών κερδών κάθε εγγεγραμμένης εταιρείας περιορισμένης ευθύνης, όπως αυτό εξακριβώνεται με τον έλεγχο που καθορίζεται στο άρθρο 19, θα μεταφέρεται για τη δημιουργία αποθεματικού κεφαλαίου. Το υπόλοιπο των κερδών και οποιαδήποτε κέρδη τα οποία προέκυψαν κατά τα προηγούμενα έτη και τα οποία είναι διαθέσιμα για διανομή δύνανται να διανέμονται, κατά την έκταση και με τέτοιους όρους που θα καθορισθούν από τους Θεσμούς ή τους ειδικούς κανονισμούς, μεταξύ των κατόχων συνήθων μετοχών και προνομιούχων μετοχών  ως μέρισμα ή μεταξύ των μελών ως επιμέρισμα, ή να διατίθενται σε οποιοδήποτε άλλο ταμείο που ιδρύθηκε από την εγγεγραμμένη εταιρεία:

Νοείται ότι η ανωτέρω διανομή κερδών πραγματοποιείται νοουμένου ότι λαμβάνεται προς τούτο απόφαση της γενικής συνέλευσης των μελών, κατόπιν πρότασης της επιτροπείας και στην περίπτωση:

(α)   των συνδεδεμένων ΣΠΙ κατόπιν έγκρισης του Κεντρικού Φορέα, και

(β)   των ΣΠΙ κατόπιν έγκρισης της Κεντρικής Τράπεζας,

οι οποίοι δύνανται να ζητήσουν την ακύρωση οποιασδήποτε διανομής κερδών:

Νοείται περαιτέρω ότι, στην περίπτωση που εγγεγραμμένη εταιρεία έχει απεριόριστη ευθύνη, θα μεταφέρεται, για τη δημιουργία αποθεματικού κεφαλαίου, ολόκληρο το εξακριβωθέν ως ανωτέρω ποσό των καθαρών κερδών και ουδεμία διανομή κερδών θα γίνεται άνευ γενικού ή ειδικού διατάγματος του Υπουργού.

(2)  Κάθε εγγεγραμμένη εταιρεία, είτε περιορισμένης είτε απεριόριστης ευθύνης, δύναται, κατόπιν αποφάσεως της γενικής συνέλευσης των μελών της, να συνεισφέρει για φιλανθρωπικούς ή δημόσιους σκοπούς, ποσό που δεν υπερβαίνει το επτάμισυ επί τοις εκατόν του συνόλου των καθαρών κερδών του έτους.

ΜΕΡΟΣ VIA
Αδικήματα σε σχέση με εργασίες και όνομα των συνεργατικών πιστωτικών ιδρυμάτων.

41A. [Διαγράφηκε]
Αίτηση για άδεια λειτουργίας

41AA. [Διαγράφηκε]
  • Ιστορικό Τροποποιήσεων
  • 107(I)/2013
Προϋποθέσεις για απόκτηση άδειας λειτουργίας

41B. [Διαγράφηκε]
Εγκατάσταση ή παροχή υπηρεσιών στη Δημοκρατία από συνεργατικούς οργανισμούς κρατών μελών

41Γ. [Διαγράφηκε]
Αρμοδιότητες Εφόρου για συνεργατικά πιστωτικά ιδρύματα

41Δ. [Διαγράφηκε]
Συνεχείς υποχρεώσεις αναγνωρισμένων συνεργατικών πιστωτικών ιδρυμάτων κ.ά.

41Ε. [Διαγράφηκε]
Συνεργατικά πιστωτικά Ιδρύματα που εκδίδουν ηλεκτρονικό χρήμα

41ΕΑ. [Διαγράφηκε]
Εξουσία Εφόρου για παραχώρηση και ανάκληση άδειας λειτουργίας

41ΣΤ. [Διαγράφηκε]
Εξουσία Επιτροπής για έκδοση κανονιστικής φύσεως αποφάσεων

41Z. [Διαγράφηκε]
Υποχρέωση προς εχεμύθεια από Έφορο και Υπηρεσία Συνεργατικής Ανάπτυξης

41Η.-(1) Ο Έφορος, τα μέλη της Επιτροπής, οι υπάλληλοι της Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών, οποιαδήποτε πρόσωπα παρέχουν υπηρεσίες με βάση το εδάφιο (6) του άρθρου 4 και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο λαμβάνει γνώση ένεκα της θέσης του ή κατά την άσκηση των υπηρεσιακών του καθηκόντων, πληροφοριών εμπιστευτικής φύσεως, κατά τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, έχει υποχρέωση προς εχεμύθεια και οφείλει να χρησιμοποιεί τις πληροφορίες αυτές αποκλειστικά για την άσκηση των καθηκόντων του και να μην τις κοινοποιεί, παρά μόνο  στην  έκταση  που  η κοινοποίησή τους είναι αναγκαία στα πλαίσια διοικητικής  προσφυγής  που αφορά την άσκηση των καθηκόντων του ή εφ’ όσον συνιστούν αποδεικτικά της τέλεσης ποινικού ή πειθαρχικού αδικήματος, στοιχεία.

(2) Η εχεμύθεια συνεπάγεται ότι οι εμπιστευτικές πληροφορίες που πρόσωπο λαμβάνει κατά την άσκηση των καθηκόντων του δύνανται να ανακοινωθούν μόνο σε άλλες αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας, συμπεριλαμβανομένης και της Κεντρικής Τράπεζας, εφ’ όσον αναφέρονται σε θέματα που εμπίπτουν στις κατά νόμο αρμοδιότητές τους.

(3) Οι αρχές προς τις οποίες ανακοινώνονται οι κατά το εδάφιο (2) εμπιστευτικής φύσεως πληροφορίες υποχρεούνται σε εχεμύθεια:

Νοείται ότι οι αρχές αυτές δεν κωλύονται να κοινοποιούν πληροφορίες σε αρχές άλλου κράτους σε απάντηση νομίμου αιτήματος.

(4) Εάν συγκεκριμένη πληροφορία προέρχεται από  κράτος μέλος, δύναται να κοινοποιηθεί μόνο μετά από ρητή έγκριση των αρμόδιων αρχών που τη διαβιβάζουν και, όπου αυτό ισχύει, μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους δόθηκε η έγκριση αυτή.

(5) Επιτρέπεται από τα αναφερόμενα στο εδάφιο (1) πρόσωπα η ανακοίνωση εμπιστευτικών πληροφοριών -

(α) Εφ’ όσον η ανακοίνωση γίνεται υπό συνοπτική ή συγκεντρωτική μορφή κατά τρόπο που να μη διακριβώνεται το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, στο οποίο αυτή αναφέρεται, εκτός εάν συντρέχει περίπτωση ποινικής ευθύνης·

(β) στα πλαίσια αστικής διαδικασίας, σε περίπτωση πτώχευσης φυσικών προσώπων  ή αναγκαστικής εκκαθάρισης νομικών προσώπων νοουμένου ότι οι πληροφορίες αυτές δεν αφορούν τρίτους που λαμβάνουν μέτρα διάσωσής τους·

(γ) κατόπιν δικαστικού εντάλματος·

(δ) [Διαγράφηκε].

(6) Πρόσωπο, το οποίο εν γνώσει του παραβιάζει την υποχρέωση  προς εχεμύθεια διαπράττει αδίκημα που, σε περίπτωση καταδίκης τιμωρείται με φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη ή με  χρηματικό ποσό που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000)  ή και με τις δύο αυτές ποινές και, προκειμένου περί δημόσιου υπαλλήλου, η παραβίαση αυτή συνιστά και πειθαρχικό αδίκημα, που τιμωρείται μέχρι και με την ποινή της απόλυσής, με βάση τις διατάξεις του εκάστοτε σε ισχύ περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου.

Υποχρέωση προς τήρηση απορρήτου

41Θ. [Διαγράφηκε]
Εξουσία Υπουργικού Συμβουλίου προς έκδοση διαταγμάτων

41Ι. [Διαγράφηκε]
Περιορισμοί αναφορικά με χρηματοδοτικά ανοίγματα

41ΙΑ. [Διαγράφηκε]
Άσκηση εργασιών κατά παράβαση της άδειας λειτουργίας

41ΙΒ. [Διαγράφηκε]
  • Ιστορικό Τροποποιήσεων
  • 107(I)/2013
ΜΕΡΟΣ VIB
Εξουσία προς συλλογή πληροφοριών

41ΙΓ. [Διαγράφηκε]
  • Ιστορικό Τροποποιήσεων
  • 107(I)/2013
Εξουσία Εφόρου για είσοδο και έρευνα

41ΙΔ. [Διαγράφηκε]
  • Ιστορικό Τροποποιήσεων
  • 107(I)/2013
Διαδικασία εισόδου και έρευνας και επιβολή διοικητικού προστίμου

41ΙΕ. [Διαγράφηκε]
  • Ιστορικό Τροποποιήσεων
  • 107(I)/2013
Ενέργειες του Εφόρου σε περίπτωση παράβασης

41ΙΣΤ. [Διαγράφηκε]
  • Ιστορικό Τροποποιήσεων
  • 107(I)/2013
Διορισμός ερευνώντος λειτουργού

41ΙΖ. [Διαγράφηκε]
  • Ιστορικό Τροποποιήσεων
  • 107(I)/2013
Διοικητικές κυρώσεις

41ΙΗ. Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 4Γ, ο Έφορος, ανεξαρτήτως τυχόν ποινικής ευθύνης του ενεχομένου, έχει εξουσία σε περίπτωση που διαπιστώνεται ότι εγγεγραμμένη εταιρεία ή οποιοδήποτε πρόσωπο που είναι μέλος της επιτροπείας ή του οργάνου που έχει τον έλεγχο ή ασκεί τη διοίκηση ή είναι υπάλληλος συνεργατικού πιστωτικού ιδρύματος, παραβιάζει οποιαδήποτε από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Θεσμών, να επιβάλει διοικητική ποινή ποσού που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) και, σε περίπτωση επανάληψης της παράβασης διοικητικής ποινής, ποσού που δεν υπερβαίνει τις τριάντα χιλιάδες ευρώ (€30.000), ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης:

Νοείται ότι, διοικητική ποινή, σύμφωνα με το παρόν άρθρο, δυνατό να επιβάλλεται πλήρως αιτιολογημένα, πέραν από το ίδιο το νομικό πρόσωπο, και σε οποιοδήποτε από τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου ή της επιτροπείας, στο γενικό διευθυντή, στο γραμματέα ή οποιοδήποτε άλλο αξιωματούχο ή όργανο διοικήσεως ή διεύθυνσης του νομικού αυτού προσώπου που αποδεικνύεται ότι από πράξεις ή παραλείψεις του συνέβαλε στην παραβίαση εκ μέρους του νομικού προσώπου των υποχρεώσεων του, κατά τα ανωτέρω.

Κλήση σε απολογία και παραστάσεις

41ΙΘ.-(1) Προτού προβεί στην έκδοση απόφασης προς επιβολή διοικητικών κυρώσεων, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 41ΙΗ, ο Έφορος οφείλει να κοινοποιεί εγγράφως την πρόθεσή του προς διερεύνηση της παράβασης σε κάθε επηρεαζόμενο πρόσωπο, να παραθέτει τους λόγους που δικαιολογούν την πρόθεσή του προς διερεύνηση και προς επιβολή διοικητικών κυρώσεων και να επισημαίνει τα δικαιώματα που του παρέχονται δυνάμει του εδαφίου (2).

(2) Πρόσωπο, προς το οποίο κοινοποιείται έγγραφο με βάση το εδάφιο (1) έχει το δικαίωμα εντός προθεσμίας είκοσι μίας ημερών από της κοινοποιήσεως αυτής, να προβεί σε γραπτές και εάν το επιθυμεί, σε προφορικές παραστάσεις προς τον Έφορο:

Νοείται ότι είναι δυνατή η παράταση της πιο πάνω προθεσμίας σε περίπτωση κωλύματος ή άλλης εύλογης αιτίας.

(3) Ο Έφορος οφείλει να λαμβάνει υπόψη τις κατά το εδάφιο (2) παραστάσεις, προτού προβεί στην έκδοση της απόφασής του προς επιβολή διοικητικού προστίμου.

(4) Ο Έφορος καλεί κάθε επηρεαζόμενο να προβεί εντός ευλόγου προθεσμίας σε γραπτές και, εάν το επιθυμεί, σε προφορικές παραστάσεις σχετικά με το ύψος του διοικητικού προστίμου πριν την επιβολή του.

(5) Η απόφαση του Εφόρου προς επιβολή διοικητικού προστίμου πρέπει να είναι δεόντως αιτιολογημένη και να κοινοποιείται εγγράφως προς κάθε επηρεαζόμενο πρόσωπο:

Νοείται ότι, οι αποφάσεις του Εφόρου υπόκεινται στο ένδικο μέσο της προσφυγής ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατά το Άρθρο 146 του Συντάγματος.

(6) Ο Έφορος δύναται να δημοσιοποιεί την απόφασή του προς επιβολή διοικητικών κυρώσεων.

Είσπραξη διοικητικού προστίμου

41Κ.-(1) Διοικητικό πρόστιμο που επιβάλλεται από τον Έφορο κατά τις διατάξεις του παρόντος Νόμου λογίζεται έναντι των εσόδων της Δημοκρατίας.

(2) Το διοικητικό πρόστιμο που επιβάλλεται κατά τον παρόντα Νόμο από τον Έφορο εισπράττεται ως χρηματική ποινή επιβαλλόμενη από το Δικαστήριο κατά την άσκηση της ποινικής του δικαιοδοσίας.

Ψευδείς δηλώσεις και απόκρυψη στοιχείων

41ΚΑ. Πρόσωπο, το οποίο εν γνώσει του προβαίνει κατά την παροχή οποιασδήποτε πληροφορίας για οποιοδήποτε από τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Θεσμών, σε δήλωση ψευδή, παραπλανητική ή απατηλή ως προς ουσιώδες στοιχείο της ή αποκρύπτει ουσιώδες στοιχείο ή παραλείπει την υποβολή στοιχείων ή με οποιοδήποτε τρόπο παρεμποδίζει τη διενέργεια εξέτασης από τον Έφορο σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, διαπράττει αδίκημα που, σε περίπτωση καταδίκης, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη ή με πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες ευρώ (€200.000) ή και με τις δύο αυτές ποινές.

Ποινική και αστική ευθύνη για αδικήματα τελούμενα από νομικά πρόσωπα

41ΚΒ.-(1) Ποινική ευθύνη σε σχέση με οποιοδήποτε αδίκημα που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο και, το οποίο τελείται από νομικό πρόσωπο, υπέχει, εκτός από το ίδιο το νομικό πρόσωπο και οποιοδήποτε από τα μέλη του διοικητικού του   συμβουλίου ή της Επιτροπείας, ο γενικός διευθυντής, ο γραμματέας ή οποιοσδήποτε άλλος αξιωματούχος ή όργανο διοικήσεως του νομικού αυτού προσώπου που αποδεικνύεται ότι συναίνεσε ή συνέπραξε στην τέλεση του αδικήματος.

(2) Πρόσωπο, το οποίο σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) υπέχει  ποινική ευθύνη για το τελούμενο από το νομικό πρόσωπο αδίκημα, ευθύνεται αλληλεγγύως με το νομικό πρόσωπο ή κεχωρισμένως για κάθε ζημία που προσγίνεται σε τρίτους ένεκα της πράξεως ή παραλείψεως που στοιχειοθετεί το αδίκημα.

Άνοιγμα λογαριασμού και στοιχεία ταυτότητας πελάτη

41ΚΓ. [Διαγράφηκε]
Παροχή υπηρεσιών προς τους αξιωματούχους και τους υπαλλήλους συνεργατικού πιστωτικού ιδρύματος

41ΚΔ. [Διαγράφηκε]
  • Ιστορικό Τροποποιήσεων
  • 107(I)/2013
ΜΕΡΟΣ VII ΕΞΕΤΑΣΙΣ ΚΑΙ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΙΣ ΤΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΕΓΓΕΓΡΑΜΜΕΝΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ
Εξέτασις και επιθεώρησις

42.-(1)(α) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 4Γ, ο Έφορος δύναται, και οφείλει κατόπιν αίτησης της πλειοψηφίας της επιτροπείας ή του ενός τρίτου τουλάχιστον των μελών εγγεγραμμένης εταιρείας, να διενεργήσει εξέταση ή να εξουσιοδοτήσει, εγγράφως, πρόσωπον για να διενεργήσει εξέταση αναφορικά με τη σύσταση και γενικά με τη συμμόρφωση εγγεγραμμένης εταιρείας προς τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των Θεσμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού.

(β) Σε περίπτωση εγγεγραμμένης εταιρείας που δεν είναι ΣΠΙ επιπρόσθετα των όσων αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου αυτού ο Έφορος διενεργεί εξέταση και ως προς τη λειτουργία και οικονομική κατάστασή της.

(γ)  Για τους σκοπούς των παραγράφων (α) και (β) όλοι οι αξιωματούχοι και τα μέλη της εταιρείας θα παρέχουν τέτοιες πληροφορίες και στοιχεία, ως ο Έφορος ή το πρόσωπο που εξουσιοδοτήθηκε από αυτόν ήθελεν απαιτήσει.

(2) Ο Έφορος, κατόπιν αιτήσεως δανειστού εγγεγραμμένης εταιρείας, εξαιρούμενων των ΣΠΙ, θα επιθεωρεί ή θα εξουσιοδοτεί εγγράφως πρόσωπον να επιθεωρήσει τα βιβλία της εταιρείας αυτής, εάν ο αιτητής-

(α) ικανοποιήσει τον Έφορον ότι οφείλεται σε αυτόν ορισμένο χρηματικό ποσό και ότι παρόλον που έχει απαιτήσει την πληρωμήν του η απαίτηση του αυτή δεν ικανοποιήθηκε εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, και

(β) καταθέσει στον 'Έφορο τέτοιο ποσό ως ασφάλεια για τα έξοδα της σκοπουμένης επιθεωρήσεως ως ο Έφορος ήθελεν απαιτήσει.

(3) Ο Έφορος θα κοινοποιή τα αποτελέσματα οιασδήποτε τοιαύτης επιθεωρήσεως εις τον δανειστήν και την εγγεγραμμένην εταιρείαν αναφορικώς προς τας υποθέσεις της οποίας διενηργήθη η εξέτασις.

(4) Οσάκις διενεργήται εξέτασις δυνάμει του εδαφίου (1) ή διενεργήται επιθεώρησις δυνάμει του εδαφίου (2), ο Έφορος δύναται να κατανέμη τα έξοδα ή τοσούτον μέρος των εξόδων, ως ήθελε κρίνει ορθόν, μεταξύ της εγγεγραμμένης εταιρείας, των μελών τα οποία ητήσαντο την εξέτασιν, των αξιωματούχων ή πρώην αξιωματούχων της εγγεγραμμένης εταιρείας και του τυχόν δανειστού τη αιτήσει του οποίου εγένετο η εξέτασις.

(5) Παν ποσόν το οποίον επεδικάσθη δι’ έξοδα δυνάμει του παρόντος άρθρου δύναται να εισπραχθή κατά τον αυτόν τρόπον κατά τον οποίον εισπράττονται αι χρηματικαί ποιναί δυνάμει του εκάστοτε ισχύοντος Νόμου.

ΜΕΡΟΣ VIII ΠΑΥΣΙΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑΣ
Παύση της επιτροπείας

43.-(1) Αν, κατά τη γνώμη του Εφόρου, η επιτροπεία ή οποιοδήποτε μέλος της επιτροπείας εγγεγραμμένης εταιρείας, εξαιρούμενων των ΣΠΙ, παραβαίνει οποιαδήποτε από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των Θεσμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού, ο Έφορος μπορεί είτε να λάβει τα υπό τις περιστάσεις ενδεικνυόμενα μέτρα για τη διασφάλιση των γενικότερων συμφερόντων της εταιρείας είτε να παύσει την επιτροπεία ή το μέλος της και να διορίσει κατάλληλο πρόσωπο ή πρόσωπα, τα οποία να διευθύνουν τις υποθέσεις της εταιρείας για περίοδο που να μην υπερβαίνει τους τρεις μήνες:

Νοείται ότι το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί, με εισήγηση του Υπουργού, να παρατείνει από καιρό σε καιρό την πιο πάνω περίοδο, νοουμένου ότι αυτή δεν παρατείνεται συνολικά πέρα από τρεις εξαμηνιαίες θητείες:

Νοείται περαιτέρω ότι πριν από τη λήξη της ως άνω συνολικής περιόδου, ο Έφορος οφείλει να διατάξει τη διενέργεια εκλογών για την ανάδειξη άλλης επιτροπείας ή άλλων μελών σε αντικατάσταση των παυθέντων και η επιτροπεία ή τα μέλη που εκλέγονται με τον τρόπο αυτό κατέχουν το αξίωμά τους μέχρι τη λήξη της θητείας της επιτροπείας ή των μελών της που παύθηκαν:

Νοείται έτι περαιτέρω ότι κατά την εκλογή που διεξάγεται μετά την παύση της επιτροπείας ή των μελών της για την ανάδειξη αντικαταστατών τους δεν έχουν δικαίωμα υποβολής υποψηφιότητας τα μέλη της επιτροπείας που έχουν παυθεί.

(2)Εάν κατά την γνώμη του Εφόρου, η επιτροπεία εγγεγραμμένης εταιρείας, εξαιρούμενων των ΣΠΙ, δεν εργάζεται καλώς, αυτός δύναται, αφού προηγουμένως δώσει την ευκαιρίαν εις την επιτροπείαν να εκφέρει τις τυχόν ενστάσεις της, είτε να λάβει τα υπό τις περιστάσεις ενδεικνυόμενα μέτρα για τη διασφάλιση των γενικότερων συμφερόντων της εταιρείας είτε να παύσει την επιτροπεία και να διορίσει κατάλληλο πρόσωπο ή πρόσωπα τα οποία να διευθύνουν τις υποθέσεις της εταιρείας για περίοδο που να μην υπερβαίνει τους τρεις μήνες:

Νοείται ότι για την παράταση της διάρκειας της πιο πάνω θητείας της διορισθείσας επιτροπείας, όπως και για τη διαδικασία εκλογής νέας επιτροπείας ή για την αντικατάσταση των παυθέντων μελών, ισχύουν οι πρόνοιες του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου.

(3) Εάν καθ’ οιονδήποτε χρόνο προ της ενάρξεως ή κατά την διάρκεια της, δυνάμει του άρθρου 42, προβλεπομένης εξετάσεως ή επιθεωρήσεως, η επιτροπεία εγγεγραμμένης εταιρείας, εξαιρούμενων των ΣΠΙ, ή μέλη αυτής ήθελον παραιτηθεί ούτως ώστε τα εναπομείναντα μέλη να μην αποτελούν απαρτία, ο Έφορος οφείλει να διορίζει άλλα πρόσωπα για να διευθύνουν τις υποθέσεις της εγγεγραμμένης εταιρείας για περίοδο μέχρι τριών μηνών:

Νοείται ότι εντός της ως άνω περιόδου των τριών μηνών ο Έφορος θα διατάσσει τη διενέργεια εκλογών για την αντικατάσταση της παραιτηθείσας επιτροπείας ή των παραιτηθέντων μελών:

Νοείται περαιτέρω ότι η, σύμφωνα με  τα ως άνω, εκλεγείσα επιτροπεία ή τα μέλη της θα κατέχουν το αξίωμά τους μέχρι τη λήξη της θητείας της επιτροπείας που έχει παραιτηθεί.

Εφαρμογή άρθρων

43Α. Οι πρόνοιες των άρθρων 44 μέχρι 47, 49Α και 49Β εφαρμόζονται μόνο για εγγεγραμμένες εταιρείες που δεν είναι ΣΠΙ.

ΜΕΡΟΣ ΙΧ ΔΙΑΛΥΣΙΣ ΕΓΓΕΓΡΑΜΜΕΝΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ
Εκκαθάρισις

44. Εάν, μετά την δυνάμει του άρθρου 42 διενεργηθείσαν εξέτασιν ή επιθεώρησιν ή άμα τη λήψει αιτήσεως γενομένης υπό τριών τετάρτων των μελών εγγεγραμμένης τινος εταιρείας παρόντων εις ειδικήν συνέλευσιν συγκληθείσαν διά τον σκοπόν αυτόν, εφ’ όσον η τοιαύτη αίτησις υποστηρίζεται δι’ αποφάσεως της πλειοψηφίας των τριών τετάρτων των μελών της τοιαύτης εταιρείας, λαμβανομένης εις την ειδικήν ταύτην συνέλευσιν, ο Έφορος έχει την γνώμην ότι η τοιαύτη εταιρεία πρέπει να εκκαθαρισθή, ούτος δύναται να εκδίδη διαταγήν εκκαθαρίσεως ταύτης, διορίζων προς τούτο εκκαθαριστήν υπό τοιούτους όρους τους οποίους ήθελε καθορίσει.

Εξουσίαι του εκκαθαριστού

45.-(1) Ο διορισθείς υπό του Εφόρου εκκαθαριστής έχει εξουσίαν-

(α)  να λάβει υπό την άμεση κατοχή  του κάθε στοιχείο ενεργητικού που ανήκει στην εγγεγραμμένη εταιρεία και όλα τα βιβλία, σημειώσεις και άλλα έγγραφα τα οποία αφορούν τις εργασίες της και να συνεχίσει τις εργασίες της εταιρείας αυτής κατά την έκταση που αυτό είναι αναγκαίο για την επωφελή εκκαθάριση αυτής και για το σκοπό αυτό να συνάπτει χρηματοδοτικά ανοίγματα·

(β) να παραπέμπει εις διαιτησίαν, ως προνοείται εις το άρθρον 52, οιασδήποτε διαφοράς αφορώσας τας εις το εδάφιον (1) του άρθρου 52 αναφερομένας εργασίας της εταιρείας, πλην των αφορωσών τας συνεισφοράς διαφόρων, και να εγείρη και υπερασπίζη αγωγάς και ετέρας διαδικασίας εκ μέρους της εγγεγραμμένης εταιρείας υπό την ιδιότητα του ως εκκαθαριστού·

(γ) να εξετάζη τας κατά της εγγεγραμμένης εταιρείας αξιώσεις και, τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ν’ αποφασίζη διά διαταγής τα ζητήματα προτεραιότητος τα οποία εγείρονται μεταξύ των προσώπων τα οποία υπέβαλον αξίωσιν·

(δ) να πλήρώνη τας εναντίον της εγγεγραμμένης εταιρείας αξιώσεις (περιλαμβανομένων και των τόκων μέχρι της ημερομηνίας της διαταγής εκκαθαρίσεως) συμφώνως προς την τυχόν υπάρχουσαν σειράν προτεραιότητος αυτών εις το άρτιον ή κατ’ αναλογίαν ως θα επέτρεπε το ενεργητικόν της τοιαύτης εταιρείας. Το τυχόν εναπομένον μετά την πληρωμήν των αξιώσεων υπόλοιπον θα διατίθηται προς πληρωμήν των τόκων από της ημερομηνίας της τοιαύτης διαταγής, υπό τοιούτον επιτόκιον μη υπερβαίνον το συμβατικόν επιτόκιον ως ήθελε καθορισθή υπ’ αυτού·

(ε) να ορίζη την προθεσμίαν ή τας προθεσμίας εντός των οποίων οι δανεισταί θ’ αποδεικνύουν τας οφειλάς και αξιώσεις των ή θα αποκλείωνται εκ των ωφελημάτων οιασδήποτε διανομής γενομένης πριν ή αποδειχθούν αι εν λόγω οφειλαί ή αξιώσεις·

(στ) τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος νόμου περί εγγεγραμμένων εταιρειών των οποίων τα μέλη έχουν περιορισμένη ευθύνη, να καθορίζη από καιρού εις καιρόν διά διαταγής την συνεισφοράν η οποία θα καταβάλληται ή απομένη να καταβληθή εις το ενεργητικόν της εγγεγραμμένης εταιρείας υπό των μελών ή πρώην μελών ή υπό της κληρονομίας ή των διοριζομένων συμφώνως προς τους επί τούτω γενομένους θεσμούς ή ειδικούς κανονισμούς προσώπων ή των κληρονόμων αποβιωσάντων μελών ή υπό οιουδήποτε αξιωματούχου, η δε συνεισφορά αύτη θα περιλαμβάνη τα χρέη τα οποία οφείλονται υπό των τοιούτων μελών ή προσώπων. Αι τοιαύται συνεισφοραί καθορίζονται κατά την κρίσιν του εκκαθαριστού τόσον αναφορικώς προς τα πρόσωπα παρά των οποίων απαιτείται να καταβληθώσιν όσο και ως προς τα ποσά τα οποία θα καταβάλωσι, αλλ’ άνευ επηρεασμού οιουδήποτε δικαιώματος συνεισφοράς μεταξύ των:

Νοείται ότι ο εκκαθαριστής δεν θα καθορίζη την συνεισφοράν, το χρέος ή τας οφειλάς τα οποία θα εισπράττωνται από πρώην μέλος ή την κληρονομίαν αποβιώσαντος μέλους εκτός εάν δοθή ευκαιρία εις το τοιούτο μέλος ή εις τον νόμιμον αντιπρόσωπον της κληρονομίας να εκφέρη τας απόψεις του αναφορικώς προς την αξίωσιν·

(ζ) να καθορίζη διά διαταγής τα πρόσωπα τα οποία θα καταβάλλωσι και την αναλογίαν υπό την οποίαν θα καταβάλλωσι τα έξοδα της εκκαθαρίσεως·

(η) να προβαίνη εις διευθετήσεις διά την διανομήν κατά πρόσφορον τρόπον του ενεργητικού της εγγεγραμμένης εταιρείας οσάκις εγκρίνεται σχέδιον διανομής υπό του Εφόρου.

(2) Παν πρόσωπον το οποίον θεωρεί εαυτό ηδικημένον υπό οιουδήποτε διατάγματος του εκκαθαριστού εκδοθέντος δυνάμει των παραγράφων (γ), (στ) και (ζ) του εδαφίου (1), δύναται, εντός χρονικού διαστήματος, είκοσι και μιας ημερών από της ημερομηνίας του διατάγματος, να ασκήσει ιεραρχικήν προσφυγήν εις τον Υπουργόν.

(3) Πάσα διαταγή εκδιδομένη υπό εκκαθαριστού εκτελείται κατά τον αυτόν τρόπον ως εκτελείται διάταγμα του Δικαστηρίου.

(4) [Διαγράφηκε].

Εξουσίαι του Εφόρου να εξασκή έλεγχον επί της εκκαθαρίσεως

46.-(1) Αι εξουσίαι του εκκαθαριστού υπόκεινται εις τον έλεγχον και αναθεώρησιν του Εφόρου, ο οποίος δύναται-

(α) να ακυρώνη ή τροποποιή οιανδήποτε διαταγήν εκδοθείσαν υπό του εκκαθαριστού και να εκδίδη οιανδήποτε αναγκαίαν νέαν διαταγήν,

(β) να παύη τον εκκαθαριστήν,

(γ) να ζητή την παράδοσιν απάντων των βιβλίων, εγγράφων και του ενεργητικού της εγγεγραμμένης εταιρείας,

(δ) να περιορίζη διά διαταγής τας δυνάμει του άρθρου 45 παρεχομένας εις τον εκκαθαριστήν εξουσίας,

(ε) να απαιτή παρά του εκκαθαριστού να υποβάλλη εις τον Έφορον λογαριασμούς,

(στ) να μεριμνά διά τον έλεγχον των λογαριασμών του εκκαθαριστού και να εξουσιοδοτή την διανομήν του ενεργητικού της εγγεγραμμένης εταιρείας,

(ζ) να αποφασίζη επί παντός ετέρου εγειρομένου θέματος παρεμφερούς ή συμπληρωματικού προς την ενάσκησιν των εξουσιών του εκκαθαριστού.

(2) Άνευ επηρεασμού της γενικότητος των ως προείρηται διατάξεων, κατά την εκκαθάρισιν συνεργατικής εταιρείας εφαρμόζονται, κατ’ αναλογίαν, αι διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου αι αφορώσαι εις την δημιουργίαν επιβαρύνσεων κατά την εκκαθάρισιν εταιρειών.

Νοείται ότι για τα θέματα για τα οποία δεν υπάρχει ειδική πρόνοια στους περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμους και Κανονισμούς εφαρμόζονται οι διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου αναφορικά με την προτεραιότητα καταβολής οφειλών σε άτομα.

Κλήτευσις μαρτύρων

47. Ο Έφορος και παν πρόσωπον εξουσιοδοτηθέν υπ’ αυτού όπως διενεργήση εξέτασιν ή επιθεώρησιν δυνάμει του άρθρου 42 και οιοσδήποτε εκκαθαριστής ο οποίος διορίζεται υπό του Εφόρου δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των Θεσμών κέκτηται εξουσίαν να κλητεύση και να επιβάλη την παρουσίαν των ενδιαφερομένων και οιωνδήποτε μαρτύρων, να εξετάζη μάρτυρας ενόρκως και να εξαναγκάζη την παρουσίασιν βιβλίων και εγγράφων κατά τον αυτόν τρόπον, εφ’ όσον τούτο είναι δυνατόν, και με τας αυτάς εξουσίας τας οποίας κέκτηται το Δικαστήριον.

Εκκαθάριση ΣΠΙ

47Α.-(1) Τηρουμένων των προνοιών του άρθρου 49, η εκκαθάριση ΣΠΙ πραγματοποιείται βάσει των άρθρων 33Α μέχρι 33Ξ του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

(2) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1), «επίσημος παραλήπτης» και «Έφορος» σημαίνει τον Έφορο Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών.

(3) Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται για εκκαθαρίσεις ΣΠΙ που θα αρχίσουν μετά την έναρξη ισχύος του περί Συνεργατικών Εταιρειών (Τροποποιητικού) (Αρ. 4) Νόμου του 2013.

(4) Οι πιστωτές καλύμματος, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2 του περί Καλυμμένων Αξιογράφων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, δεν δύνανται να υποβάλλουν ατομικά τις απαιτήσεις τους στον εκκαθαριστή του ΣΠΙ και το δικαίωμα υποβολής αίτησης στον εκκαθαριστή παρέχεται μόνο στο διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 του περί Καλυμμένων Αξιογράφων Νόμου, ο οποίος υποβάλλει στον εκκαθαριστή τις απαιτήσεις των πιστωτών καλύμματος σε συνολική βάση.

Ακύρωσις εγγραφής

48. Με την εκκαθάριση των υποθέσεων εγγεγραμμένης εταιρείας, η Κεντρική Τράπεζα ενημερώνει τον Έφορο για την ολοκλήρωση της διαδικασίας εκκαθάρισης προκειμένου περί ΣΠΙ και ο Έφορος εκδίδει άμεσα διαταγή με την οποία ακυρώνεται η εγγραφή της και η εταιρεία αύτη διαλύεται από την ημερομηνία της διαταγής αυτής.

Λήξη εκκαθάρισης

49.-(1) Κατά την εκκαθάριση εταιρείας τα κεφάλαια, περιλαμβανομένου και του αποθεματικού κεφαλαίου, θα διατίθενται, πρώτον, έναντι των εξόδων της εκκαθαρίσεως, δεύτερον, έναντι της εξοφλήσεως των υποχρεώσεων της εταιρείας και ακολούθως έναντι της εξόφλησης μέχρι την ονομαστική αξία και στον ίδιο βαθμό των συνήθων μετοχών και των προνομιούχων μετοχών.

(2) Καθόσον αφορά τα ΣΠΙ, μετά τη διάθεση των κεφαλαίων για τους ως στο εδάφιο (1) καθοριζομένους σκοπούς, κάθε τυχόν εναπομένον υπόλοιπο θα διανέμεται στον ίδιο βαθμό στους κατόχους των συνήθων μετόχων και εάν το προβλέπουν οι όροι έκδοσης τους των προνομιούχων μετοχών.

(3) Καθόσον αφορά εγγεγραμμένη εταιρεία που δεν είναι ΣΠΙ μετά τη διάθεση των κεφαλαίων για τους, στο εδάφιο (1), καθοριζόμενους σκοπούς, κάθε τυχόν εναπομένον υπόλοιπο που αναλογεί στις συνήθεις μετοχές δεν θα διανέμεται μεταξύ των κατόχων συνήθων μετοχών, αλλά το υπόλοιπο αυτό θα διατίθεται για οποιοδήποτε σκοπό ή σκοπούς καθοριζομένους στους ειδικούς κανονισμούς της εγγεγραμμένης εταιρείας της οποίας ακυρώθηκε η εγγραφή, και, εάν δεν καθορίζεται σκοπός, θα κατατίθεται από τον Έφορο σε τράπεζα ή εγγεγραμμένη εταιρεία μέχρις ότου εγγραφεί  άλλη εταιρεία λειτουργούσα εντός της ίδιας περιοχής, οπότε το υπόλοιπο θα μεταφέρεται σε αυτή τη νέα εταιρεία με σκοπό τη δημιουργία αποθεματικού κεφαλαίου δυνάμει των Θεσμών:

Νοείται ότι σε περίπτωση εκκαθάρισης εγγεγραμμένης εταιρείας, τα μέλη της οποίας είναι εγγεγραμμένες εταιρείες, το υπόλοιπο δύναται να διανέμεται σε αυτές τις εγγεγραμμένες εταιρείες κατά τον προνοούμενο τρόπο από τους ειδικούς κανονισμούς της εταιρείας της οποίας ακυρώθηκε η εγγραφή:

Νοείται περαιτέρω ότι το τυχόν εναπομένον υπόλοιπο που αναλογεί, αν το προβλέπουν οι όροι έκδοσής τους, στις προνομιούχες μετοχές θα διανέμεται στους κατόχους τους.

Αναστολή διαταγής εκκαθαρίσεως

49Α.-(1) Ο Έφορος δύναται καθ’ οιονδήποτε χρόνον μετά την έκδοσιν διαταγής εκκαθαρίσεως, τη αιτήσει του εκκαθαριστού ή οιουδήποτε μέλους ή πιστωτού της εγγεγραμμένης εταιρείας να αναστείλη διά παντός ή δι’ ωρισμένον χρονικόν διάστημα την διαταγήν εκκαθαρίσεως υπό τοιούτους όρους τους οποίους ήθελε κρίνει πρέπον και εφ’ όσον ήθελε ικανοποιηθή ότι τα καλώς νοούμενα συμφέροντα τόσον των πιστωτών όσον και των μελών της εγγεγραμμένης εταιρείας καθώς και του συνεργατισμού εξυπηρετούνται καλύτερον εάν επιτραπή εις την υπό εκκαθάρισιν εταιρείαν να συνεχίση τας δραστηριότητας της.

(2) Πάσα αίτησις προς τον Έφορον διά την αναστολήν της διαταγής εκκαθαρίσεως θα πρέπει να συνοδεύηται υπό καταστάσεως η οποία να δεικνύη το ενεργητικόν και παθητικόν της εταιρείας και να συνοδεύηται υπό εκθέσεως η οποία να περιέχη όλα τα θέματα και γεγονότα άτινα συνηγορούν υπέρ της αναστολής της εκκαθαρίσεως.

(3) Διαταγή αναστολής εκκαθαρίσεως εκδιδομένη υπό του Εφόρου θα δημοσιεύηται πάραυτα εις τον Τύπον και θα ισχύη από της ημερομηνίας της δημοσιεύσεως αυτής.

Σχέδιον Διευθετήσεως

49Β.-(1) Ο Έφορος δύναται, τη αιτήσει εγγεγραμμένης εταιρίας ή μελών ή πιστωτών αυτής να διατάξη την σύγκλησιν εκτάκτου γενικής συνελεύσεως των Μελών της Εταιρείας κατά την οποίαν εάν κατ’ απόλυτον πλειοψηφίαν τα μέλη αποφασίσουν υπέρ της διευθετήσεως αντί της διαλύσεως τότε η επιτροπεία της Εταιρείας προχωρεί εις την ετοιμασίαν εγγράφου Σχεδίου Διευθετήσεως το οποίον και υποβάλλει εις τον Έφορον.

(2) Σχέδιον Διευθετήσεως υποβαλλόμενον εις τον Έφορον δέον όπως περιέχη όλας τας αναγκαίας πληροφορίας και λεπτομερείας ως προς το ενεργητικόν και παθητικόν της εταιρείας, το ποσοστόν το οποίον θα πληρωθή εις τους πιστωτάς εάν το Σχέδιον ήθελεν εγκριθή και τον χρόνον της αποπληρωμής καθώς και Έκθεσιν ως προς την βιωσιμότητα της εταιρείας.

(3) Ουδέν Σχέδιον Διευθετήσεως εγκρίνεται υπό του Εφόρου εφ’ όσον προκύπτη ότι δεν υπήρξε συμμόρφωσις προς τας προνοίας του Νόμου ή ότι δεν θα ήτο δίκαιον ή πρέπον υπό τας περιστάσεις να αποφευχθή η διάλυσις της εταιρείας διά του Σχεδίου Διευθετήσεως ή ακόμη διότι η διά του Σχεδίου προτεινομένη διευθέτησις είναι τοιαύτη ώστε να μην είναι λογικόν να αναμένεται ότι θα γίνη αποδεκτή.

(4) Εφ’ όσον ο Έφορος κρίνη λογικόν το προτεινόμενον Σχέδιον Διευθετήσεως συγκαλεί έκτακτον γενικήν συνέλευσιν των Μελών εις την οποίαν καλούνται να προσέλθουν και οι πιστωταί.

(5) Πάσα ειδοποίησις διά την σύγκλησιν της εις το εδάφιον (4) προβλεπομένης συνελεύσεως θα προβλέπη ότι έκαστον μέλος και έκαστος πιστωτής δύνανται να λάβουν από τα εγγεγραμμένα Γραφεία της εταρείας και καθ’ οιονδήποτε εργάσιμον χρόνον μετά την ειδοποίησιν αντίγραφον του Σχεδίου Διευθετήσεως.

(6) Εάν το Σχέδιον Διευθετήσεως εγκριθή υπό της κατά το εδάφιον (4) προβλεπομένης συνελεύσεως ως εν τη επιφυλάξει του παρόντος εδαφίου προβλέπεται, τότε το Σχέδιον Διευθετήσεως επικυρούται υπό του Εφόρου και δεσμεύει την εταιρείαν, τα μέλη και τους πιστωτάς αυτής από της δημοσιεύσεως αυτού εις τον Τύπον:

Νοείται ότι ουδέν Σχέδιον Διευθετήσεως θεωρείται ως εγκριθέν υπό της Συνελεύσεως εκτός εάν τούτο εγκριθή διά πλειοψηφίας τουλάχιστον εκ τριών τετάρτων των μελών και των πιστωτών των αντιπροσωπευόντων τα τρία τέταρτα του συνολικού ύψους των πιστώσεων ως εάν αι πλειοψηφίαι αύται ελαμβάνοντο εις ξεχωριστάς συνελεύσεις των μελών και των πιστωτών αυτής.

(7) Ουδέν των εν τω παρόντι διαλαμβανομένων επηρεάζει τα δικαιώματα των εξησφαλισμένων πιστωτών της εταιρείας:

Νοείται ότι οιοσδήποτε εξησφαλισμένος πιστωτής δικαιούται να συμμετάσχη του Σχεδίου Διευθετήσεως διά γραπτής συγκαταθέσεως αυτού προς την εταιρείαν και τον Έφορον.

(8) Πας εξησφαλισμένος πιστωτής ο οποίος συγκατατίθεται και επιθυμεί να συμμετάσχη εις το Σχέδιον Διευθετήσεως υποχρεούται όπως ευθύς ως τούτο ζητηθή μετά την δημοσίευσιν του εγκριθέντος Σχεδίου Διευθετήσεως και υπό τους όρους και αποζημιώσεις (indemnities), οι οποίοι ή αι οποίαι θα περιέχωνται εις το Σχέδιον εκχωρήση προς την Επιτροπείαν της Εταιρείας διά τους σκοπούς του Σχεδίου Διευθετήσεως τα δικαιώματα του δυνάμει οιασδήποτε επιβαρύνσεως την οποίαν κέκτηται επί της περιουσίας της Εταιρείας.

(9) Ο όρος “διευθέτησις” συμπεριλαμβάνει και την συνεισφοράν χρημάτων υπό των μελών διά τους σκοπούς της διευθετήσεως και την κατ’ ακολουθίαν μείωσιν ή αναδιάρθρωσιν του Μετοχικού Κεφαλαίου της Εταιρείας.

Ειδική εκκαθάριση συνεργατικού πιστωτικού ιδρύματος

49ΒΑ. [Διαγράφηκε]
  • Ιστορικό Τροποποιήσεων
  • 107(I)/2013
ΜΕΡΟΣ Χ ΑΝΑΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ
Συγχώνευση εταρειών

49Γ.-(1) Δύο ή περισσότερες εγγεγραμμένες εταιρείες που δεν είναι ΣΠΙ δύνανται να συγχωνευθούν σε μία εταιρεία με απόφαση της πλειοψηφίας των παρόντων μελών, είτε αυτά παρευρίσκονται αυτοπροσώπως, είτε δι’ αντιπροσώπου γραπτώς εξουσιοδοτημένου προς τούτο κατά τα οριζόμενα από τον Έφορο, που λαμβάνεται σε ειδικές γενικές συνελεύσεις όπως προβλέπεται πιο κάτω:

(α) Σε περίπτωση εταιρείας η οποία αποτελείται από λιγότερα από εκατό μέλη απαιτείται να παρίσταται τουλάχιστο το 80% των μελών.

(β) Σε περίπτωση εταιρείας η οποία αποτελείται από περισσότερα από εκατό αλλά όχι περισσότερα από διακόσια μέλη απαιτείται να παρίστανται τουλάχιστον ογδόντα μέλη.

(γ) Σε περίπτωση εταιρείας η οποία αποτελείται από περισσότερα από διακόσια αλλά όχι περισσότερα από πεντακόσια μέλη απαιτείται να παρίστανται τουλάχιστον εκατόν πενήντα μέλη.

(δ) Σε περίπτωση εταιρείας η οποία αποτελείται από περισσότερα από πεντακόσια αλλά όχι περισσότερα από χίλια μέλη απαιτείται να παρίστανται τουλάχιστο διακόσια πενήντα μέλη.

(ε) Σε περίπτωση εταιρείας η οποία αποτελείται από περισσότερα από χίλια αλλά όχι περισσότερα από δύο χιλιάδες μέλη απαιτείται να παρίστανται τουλάχιστο τετρακόσια μέλη.

(στ) Σε περίπτωση εταιρείας η οποία αποτελείται από περισσότερα από δύο χιλιάδες αλλά όχι περισσότερα από τέσσερις χιλιάδες μέλη απαιτείται να παρίστανται τουλάχιστον επτακόσια πενήντα μέλη.

(ζ) Σε περίπτωση εταιρείας η οποία αποτελείται από περισσότερα από τέσσερις χιλιάδες μέλη απαιτείται να παρίστανται τουλάχιστο χίλια μέλη.

(2) Δύο ή περισσότερα ΣΠΙ δύνανται να συγχωνευθούν σε ένα ΣΠΙ με απόφαση που λαμβάνεται από κάθε ΣΠΙ σε ειδική γενική του συνέλευση στην οποία, ανεξάρτητα από τις πρόνοιες του εδαφίου (1Α) του άρθρου 15, απαιτείται όπως :

(α) παρίστανται αυτοπροσώπως τουλάχιστον σαράντα πρόσωπα κάτοχοι συνήθων μετοχών σε περίπτωση ΣΠΙ το οποίο αποτελείται από λιγότερους από δύο χιλιάδες πρόσωπα  κατόχους συνήθων μετοχών, ή

(β) παρίστανται αυτοπροσώπως τουλάχιστον ογδόντα πρόσωπα κάτοχοι συνήθων μετοχών σε περίπτωση ΣΠΙ το οποίο αποτελείται από δύο χιλιάδες πρόσωπα κατόχους συνήθων μετοχών ή περισσότερους:

Νοείται ότι, σε περίπτωση ΣΠΙ που αποτελείται από λιγότερα από σαράντα (40) πρόσωπα κατόχους συνήθων μετοχών, απαιτείται όπως παρίσταται αυτοπροσώπως τουλάχιστον το ογδόντα τοις εκατόν (80%) των κατόχων των μετοχών αυτών:

Νοείται περαιτέρω ότι, χωρίς επηρεασμό των διατάξεων των παραγράφων (α) και (β) και της προηγούμενης επιφύλαξης, αποφάσεις κατά τις προβλεπόμενες στο παρόν εδάφιο ειδικές γενικές συνελεύσεις λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία των συνήθων μετοχών που εκπροσωπούνται σ’ αυτές είτε από τον κάτοχό τους είτε από, κατά τα οριζόμενα από τον Έφορο, αντιπρόσωπό του.

(2A) Μία ή περισσότερες εγγεγραμμένες εταιρείες που δεν είναι ΣΠΙ, οι οποίες αποτελούν επιχειρήσεις παροχής επικουρικών υπηρεσιών, κατά την έννοια του άρθρου 4 του Κανονισμού (ΕΕ) 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26.6.2013 σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, και μία ή περισσότερες εγγεγραμμένες εταιρείες που είναι ΣΠΙ δύνανται να συγχωνευθούν σε μία εταιρεία, με απόφαση που λαμβάνεται από την κάθε εγγεγραμμένη εταιρεία ξεχωριστά σε ειδική γενική συνέλευση, για την οποία -

(α) Στην περίπτωση εγγεγραμμένης εταιρείας που δεν είναι ΣΠΙ, εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου (1) και

(β) στην περίπτωση ΣΠΙ, εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου (2),

(3) Συγχωνεύσεις μεταξύ ΣΠΙ σύμφωνα με το παρόν Μέρος πραγματοποιούνται λαμβάνοντας υπόψη τη βιωσιμότητα των εμπλεκόμενων ΣΠΙ και τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 6 και γενικότερα  των προνοιών του παρόντος Νόμου.

(4) Συγχωνεύσεις εγγεγραμμένων εταιρειών που δεν είναι ΣΠΙ σύμφωνα με το παρόν Μέρος πραγματοποιούνται λαμβάνοντας υπόψη την οικονομική και λειτουργική κατάσταση της αποδεχόμενης και της μεταφέρουσας εταιρείας, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 6 και γενικότερα των προνοιών του παρόντος Νόμου και των γενικότερων συμφερόντων του συνεργατισμού.

(5) Συγχωνεύσεις μεταξύ εγγεγραμμένων εταιρειών  που δεν είναι ΣΠΙ και εγγεγραμμένων εταιρειών που  είναι ΣΠΙ κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (2Α), πραγματοποιούνται, λαμβάνοντας υπόψη -

(α) Σε ό,τι αφορά εγγεγραμμένη εταιρεία που δεν είναι ΣΠΙ, την οικονομική και λειτουργική της κατάσταση, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 6 και γενικότερα των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των γενικότερων συμφερόντων του συνεργατισμού και

(β) σε ό,τι αφορά ΣΠΙ, τη βιωσιμότητα του ΣΠΙ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 6 και γενικότερα  των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

Μεταφορά ενεργητικού και παθητικού εταιρείας σε άλλη εταιρεία

49Δ.-(1) Εγγεγραμμένη εταιρεία με βάση την απόφαση που λαμβάνεται σε ειδική γενική συνέλευσή της, όπως προβλέπεται στο άρθρο 49Γ, η οποία συγκαλείται από την επιτροπεία ή το συμβούλιό της, προβαίνει με έγγραφη συμφωνία στη μεταφορά σε άλλη εγγεγραμμένη εταιρεία, της οποίας ειδική γενική συνέλευση, η οποία συγκαλείται από την επιτροπεία ή το συμβούλιό της, έλαβε απόφαση όπως προβλέπεται στο άρθρο 49Γ για να αποδεχθεί τη μεταφορά, όλων ανεξαιρέτως των στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού της:

Νοείται ότι η μεταφέρουσα εταιρεία γνωστοποιεί στους καταθέτες και στους πιστωτές της την απόφαση αυτή της ειδικής γενικής συνέλευσης της:

Νοείται περαιτέρω ότι οι αποφάσεις των ειδικών γενικών συνελεύσεων της αποδεχόμενης και της μεταφέρουσας εταιρείας γνωστοποιούνται στον Έφορο εντός πέντε (5) ημερών από την πραγματοποίηση της κάθε συνέλευσης.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), η έγγραφη συμφωνία για τη μεταφορά και η έναρξη της ισχύος της μεταφοράς εγγράφονται από τον Έφορο, εφόσον έχουν τηρηθεί οι διατάξεις του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι ο Έφορος δεν δύναται να εγγράψει διαφορετική ημερομηνία έναρξη της ισχύος της μεταφοράς από την ορισθείσα από την Κεντρική Τράπεζα δυνάμει του εδαφίου (3).

(3)  Όταν πρόκειται περί ΣΠΙ, ο Έφορος προβαίνει στην εγγραφή της γραπτής συμφωνίας για τη μεταφορά, εφόσον παραχωρηθεί η έγκριση της Κεντρικής Τράπεζας και έχουν τηρηθεί οι διατάξεις του παρόντος Μέρους:

Νοείται ότι, η Κεντρική Τράπεζα, με την κατά τα ανωτέρω έγκρισή της, ορίζει και την ημερομηνία κατά την οποία αρχίζει η ισχύς της μεταφοράς, η οποία δύναται να είναι προγενέστερη, η ίδια ή μεταγενέστερη της ημερομηνίας εγγραφής της γραπτής συμφωνίας από τον Έφορο, ώστε να συνάδει με τα εκάστοτε δεδομένα που διέπουν τη δυνατότητα υλοποίησης της μεταφοράς.

(4) Αφού εγγραφεί η συμφωνία για τη μεταφορά και η ημερομηνία έναρξης της ισχύος της και ανακληθεί η άδεια λειτουργίας από την Κεντρική Τράπεζα προκειμένου περί ΣΠΙ, ο Έφορος εκδίδει διαταγή που ακυρώνει την εγγραφή της μεταφέρουσας εταιρείας, η οποία διαλύεται από την ημέρα της έκδοσης της διαταγής αυτής.

(5) Για σκοπούς του παρόντος άρθρου, στα στοιχεία ενεργητικού και παθητικού που μεταφέρονται από μία εγγεγραμμένη εταιρεία σε άλλη, περιλαμβάνεται και το κάλυμμα και οι υποχρεώσεις έναντι των πιστωτών καλύμματος, κατά τα οριζόμενα στον περί Καλυμμένων Αξιογράφων Νόμο του 2010.

Έγγραφη συμφωνία μεταφοράς

49Ε. (1) Για τους σκοπούς του άρθρου 49Δ του παρόντος Νόμου, αμέσως μετά την παρέλευση δεκαπέντε (15) ημερών από τη γνωστοποίηση της απόφασης της ειδικής γενικής συνέλευσης της μεταφέρουσας εταιρείας στους καταθέτες και στους πιστωτές της, η έγγραφη συμφωνία μεταφοράς υπογράφεται τουλάχιστον από την πλειοψηφία των μελών της επιτροπείας τόσο της αποδεχόμενης όσο και της μεταφέρουσας εταιρείας και κατατίθεται στον Έφορο μέσα σε δέκα (10) ημέρες από την υπογραφή της.

(2) Ανεξαρτήτως οποιασδήποτε άλλης διάταξης του παρόντος Μέρους, σε περίπτωση που δεν έχει υποβληθεί στον Έφορο η έγγραφη συμφωνία μεταφοράς υπογεγραμμένη όπως προβλέπεται στον παρόντα Νόμο ή/και εντός των προθεσμιών όπως ορίζεται στο εδάφιο (1), ο Έφορος δύναται να προβεί στην εγγραφή της μεταφοράς με βάση τις αποφάσεις των ειδικών γενικών συνελεύσεων της αποδεχόμενης και της μεταφέρουσας εταιρείας, οι οποίες για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους θα θεωρούνται μαζί ως να είναι η “έγγραφη συμφωνία μεταφοράς”:

Νοείται ότι για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου υποβάλλεται στον Έφορο ενυπογράφως από τον πρόεδρο της κάθε συνέλευσης το περιεχόμενο των αποφάσεων των ειδικών γενικών συνελεύσεων της αποδεχόμενης και της μεταφέρουσας εταιρείας, σε έντυπο και εντός προθεσμίας που ορίζονται από τον Έφορο.

Ισχύς της μεταφοράς

49ΣΤ.-(1) Η εγγραφή της συμφωνίας μεταφοράς μαζί με την έναρξη της ισχύος της μεταφοράς, όπως προβλέπεται στις διατάξεις των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 49Δ, αποτελούν επαρκή απόδειξη της μεταφοράς όλων των στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού της μεταφέρουσας εταιρείας στην αποδεχόμενη εταιρεία, καθώς και ότι η αποδεχόμενη εταιρεία  διαδέχεται τη μεταφέρουσα εξ ολοκλήρου σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της και ότι όλες οι πράξεις, τα συμβόλαια και τα άλλα έγγραφά της παραμένουν σε ισχύ:

Νοείται ότι, ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε νόμου ή κανονισμού, στις περιπτώσεις που εκκρεμεί οποιαδήποτε δικαστική ή διαιτητική διαδικασία ή διαδικασία ενώπιον επαρχιακού κτηματολογικού γραφείου, η αντικατάσταση της επωνυμίας της μεταφέρουσας εταιρείας με την επωνυμία της αποδεχόμενης εταιρείας, για τους σκοπούς της εκκρεμούσας διαδικασίας, πραγματοποιείται με την καταχώριση από την αποδεχόμενη εταιρεία σχετικής ειδοποίησης προς το οικείο πρωτοκολλητείο ή τον Έφορο ή το επαρχιακό κτηματολογικό γραφείο, αντίστοιχα.

(2) Τα μέλη και οι μέτοχοι της μεταφέρουσας εταιρείας καθίστανται μέλη και μέτοχοι της αποδεχόμενης εταιρείας με την έναρξη ισχύος της μεταφοράς.

(3) Η μεταφορά, σύμφωνα με το άρθρο 49Δ του παρόντος Νόμου, δεν επηρεάζει οποιοδήποτε δικαίωμα πιστωτή.

(4) Μέσα σε περίοδο δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία εγγραφής της συμφωνίας μεταφοράς, η αποδεχθείσα εταιρεία ενημερώνει με επιστολή της κάθε πιστωτή της μεταφέρουσας εταιρείας για τη μεταφορά και την ημερομηνία ισχύος της μεταφοράς, όπως και για το όνομα και τη διεύθυνση της αποδεχθείσας εταιρείας.

ΜΕΡΟΣ ΧΙ ΕΥΘΥΝΗ ΑΞΙΩΜΑΤΟΥΧΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΙΝ
Εξουσία του Εφόρου να διατάσση την επιστροφήν χρημάτων κ.λ.π.

50.-(1) Όταν, κατά την εκκαθάριση εγγεγραμμένης εταιρείας, εξαιρουμένων των ΣΠΙ, φανεί ότι οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο συμμετέσχε στην διοργάνωση ή διαχείριση της εταιρείας αυτής ή οποιοσδήποτε αξιωματούχος ή πρώην αξιωματούχος της εταιρείας διέθεσε εσφαλμένως ή κατεκράτησε ή κατέστη υπεύθυνος ή υπόλογος για οποιαδήποτε χρήματα ή περιουσία της εταιρείας αυτής ή βρέθηκε ένοχος αμέλειας καθήκοντος ή κατάχρησης εμπιστοσύνης σε σχέση με την εταιρεία αυτή, ο Έφορος δύναται, κατόπιν αιτήσεως του εκκαθαριστή ή οποιουδήποτε δανειστή ή προσώπου που υποχρεούται σε συνεισφορά για ζημιά, να εξετάσει τη διαγωγή του προσώπου αυτού και να εκδώσει διαταγή  με την οποία να τον καλεί να πληρώσει ή να επιστρέψει τα χρήματα ή την περιουσία ή οποιοδήποτε μέρος αυτών μαζί με τόκους και με τέτοιο επιτόκιο, που ο Έφορος θεωρεί δίκαιο, ή να συνεισφέρει τόσο ποσό στο ενεργητικό της εταιρείας αυτής υπό μορφή αποζημιώσεων σε σχέση προς την εσφαλμένη διάθεση, κατακράτηση, έλλειψη εντιμότητας ή κατάχρηση εμπιστοσύνης ως ο 'Έφορος ήθελε θεωρήσει ορθό και δίκαιο.

(2) Το παρόν άρθρον τυγχάνει εφαρμογής ανεξαρτήτως του ότι ο υπαίτιος δυνατόν να υπόκειται διά την τοιαύτην πράξιν εις ποινικήν δίωξιν.

ΜΕΡΟΣ ΧΙΙ ΚΑΤΑΣΧΕΣΙΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ
Έκδοσις προσωρινής διαταγής, κλπ.

51. Οσάκις ο Έφορος πεισθή ότι οιονδήποτε πρόσωπον με σκοπόν να ματαιώση ή καθυστερήση την εκτέλεσιν οιασδήποτε διαταγής η οποία δυνατόν να εξεδόθη εναντίον αυτού δυνάμει του άρθρου 45 ή 50, ή εις την περίπτωσιν διαιτησίας μέχρι της επιλύσεως της διαφοράς το πρόσωπο αυτό πρόκειται να διαθέσει όλη την περιουσία του ή μέρος της, ο Έφορος δύναται, εκτός εάν δοθή επαρκής ασφάλεια προς τούτο, να προβή εις την έκδοσιν προσωρινής διαταγής απαγορευούσης την αποξένωσιν της τοιαύτης περιουσίας.

Νοείται ότι ο Έφορος δύναται, κατά την κρίση του και αφού λάβει υπόψη τυχόν προφορικές ή γραπτές παραστάσεις του επηρεαζόμενου προσώπου, να ακυρώνει εν όλω ή εν μέρει τη διαταγή πριν αυτή εκπνεύσει:

Νοείται περαιτέρω ότι η προσωρινή διαταγή υπόκειται σε ιεραρχική προσφυγή δυνάμει του άρθρου 56, αλλά δεν αναστέλλεται η εκτέλεσή της, παρά τις διατάξεις του εδαφίου (5) του άρθρου 56.

ΜΕΡΟΣ ΧΙΙΑ ΜΕΤΡΑ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ
Μέτρα εξυγίανσης

51Α. [Διαγράφηκε]
  • Ιστορικό Τροποποιήσεων
  • 107(I)/2013
Έναρξη διαδικασίας εκκαθάρισης

51Β. [Διαγράφηκε]
  • Ιστορικό Τροποποιήσεων
  • 107(I)/2013
Συνέπειες μέτρων εξυγίανσης

51Γ. [Διαγράφηκε]
  • Ιστορικό Τροποποιήσεων
  • 107(I)/2013
Σχέδια ανάκαμψης και εξυγίανσης

51Δ. [Διαγράφηκε]
  • Ιστορικό Τροποποιήσεων
  • 107(I)/2013
ΜΕΡΟΣ ΧΙΙΙ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ
Διαιτησία προς επίλυση διαφορών

52.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του περί της Σύστασης και Λειτουργίας του Ενιαίου Φορέα Εξώδικης Επίλυσης Διαφορών Χρηματοοικονομικής Φύσεως Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, και του Κώδικα Δεοντολογίας που εκδίδεται από την Κεντρική Τράπεζα, με βάση τον περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, προς τα πιστωτικά ιδρύματα και τους δανειζόμενους σχετικά με τη διαχείριση των δανείων ή άλλων πιστωτικών διευκολύνσεων σε καθυστέρηση, οσάκις εγείρεται οιαδήποτε διαφορά αφορώσα τις εργασίες εγγεγραμμένης εταιρείας -

(α) μεταξύ μελών, πρώην μελών, προσώπων αξιούντων μέσω μελών, καταθετών, οφειλετών ή των εγγυητών τους∙ ή

(β) μεταξύ μέλους, πρώην μέλους ή προσώπου αξιούντος μέσω μέλους, πρώην μέλους ή αποβιώσαντος μέλους ή καταθέτη, χρεώστη ή πελάτη και της εταιρείας, της επιτροπείας ή του συμβουλίου αυτής ή οιουδήποτε αξιωματούχου, αντιπροσώπου ή υπαλλήλου της εταιρείας∙ ή

(γ) μεταξύ της εταιρείας ή της επιτροπείας ή του συμβουλίου αυτής και οιουδήποτε αξιωματούχου, αντιπροσώπου ή υπαλλήλου της εταιρείας∙ ή

(δ) μεταξύ της εταιρείας και οιασδήποτε άλλης εγγεγραμμένης εταιρείας,

η διαφορά αυτή θα παραπέμπεται από την εγγεγραμμένη εταιρεία ή από οποιοδήποτε από τα πιο πάνω πρόσωπα στον Έφορο:

Νοείται ότι –

(α) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου σε καμιά περίπτωση δεν κωλύουν εγγεγραμμένη εταιρεία ή οποιοδήποτε πρόσωπο να προσφύγει σε αρμόδιο δικαστήριο στη Δημοκρατία ή σε άλλο κράτος εναντίον οποιουδήποτε∙

(β) ως διαφορά που αφορά τις εργασίες εγγεγραμμένης εταιρείας κατά την έννοια του παρόντος άρθρου, λογίζεται και οποιαδήποτε οφειλή ή απαίτηση εγγεγραμμένης εταιρείας που έγινε αποδεκτή ή που δεν αμφισβητείται.

(2) Ο Έφορος δύναται, με τη λήψη της δυνάμει του εδαφίου (1) παραπομπής:

(α) να επιχειρήσει συνδιαλλαγή της διαφοράς ή

(β) να παραπέμπει τη διαφορά προς επίλυση σε διαιτησία, η οποία διεξάγεται σύμφωνα με τις διατάξεις των Θεσμών που εκδίδονται δυνάμει του εδαφίου (6) ή, μέχρι την έκδοσή τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Διαιτησίας Νόμου και τις διατάξεις των Θεσμών 78 και 79 των περί Συνεργατικών Εταιρειών Θεσμών του 1987 έως 2012.

(3) Σε περίπτωση παραπομπής από τον Έφορο, της διαφοράς σε διαιτητή ή διαιτητές για επίλυση, ο Έφορος κέκτηται εξουσία καθορισμού της αμοιβής αυτού του διαιτητή ή των διαιτητών.

(4) Οποιοσδήποτε θεωρεί τον εαυτό του αδικημένο από την απόφαση οποιουδήποτε διαιτητή ή διαιτητών δύναται να υποβάλει έφεση στο Δικαστήριο εντός είκοσι και μιας ημερών (21) από της ημερομηνίας της προς αυτόν γνωστοποιήσεως της απόφασης.

(5) Αν οποιαδήποτε απόφαση του διαιτητή ή των διαιτητών, με βάση το εδάφιο (2), δεν έχει εφεσιβληθεί στο δικαστήριο, σύμφωνα με το εδάφιο (4), ή αν η έφεση κατ’ αυτής εγκαταλειφθεί ή αποσυρθεί, η διαιτητική απόφαση είναι τελική και εκτελείται κατά τον ίδιο τρόπο ως εάν αυτή να ήταν απόφαση πολιτικού δικαστηρίου.

(6) Ο τρόπος διορισμού διαιτητού ή διαιτητών και ο τρόπος καθορισμού και είσπραξης των εξόδων αναφορικά με την επίλυση της διαφοράς και εν γένει οποιοδήποτε θέμα είναι δεκτικό καθορισμού για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ρυθμίζεται με Θεσμούς που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Συνεργατικών Εταιρειών (Τροποποιητικού) (Αρ. 2) Νόμου του 2014, εφόσον εξασφαλισθεί η σύμφωνη γνώμη της Κεντρικής Τράπεζας:

Νοείται ότι, οι διατάξεις του εδαφίου (3) του άρθρου 53 εφαρμόζονται και σε σχέση με Θεσμούς που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος εδαφίου.»

ΜΕΡΟΣ ΧΙV ΘΕΣΜΟΙ
Θεσμοί

53.-(1) Τηρουμένων των προνοιών του άρθρου 4Γ(5), το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται να εκδίδη Θεσμούς διά την καλυτέραν εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος Νόμου και διά τον καθορισμόν παντός θέματος το οποίον χρήζει ή είναι δεκτικόν καθορισμού.

(2) Ειδικώτερον και άνευ επηρεασμού της γενικότητος του εδαφίου (1), οι τοιούτοι θεσμοί δύνανται-

(α) να καθορίζωσι τους όρους οι οποίοι δέον να τηρώνται διά την εγγραφήν εταιρείας και την διαδικασίαν η οποία θα ακολουθήται κατά την υποβολήν αιτήσεως διά την εγγραφήν εταιρείας,

(β) να καθορίζωσι τους όρους οι οποίοι θα τηρώνται υπό των προσώπων τα οποία υποβάλλουν αίτησιν όπως γίνουν δεκτά ως μέλη ή τα οποία εγένοντο δεκτά ως μέλη εταιρείας και να προνοώσι περί της εκλογής και αποδοχής μελών και περί των πληρωμών αι οποίαι θα διενεργώνται και περί των συμφερόντων τα οποία θα αποκτώνται προ της ασκήσεως των δικαιωμάτων μέλους,

(γ) να προνοώσι περί της αποχωρήσεως και αποβολής μελών και περί των πληρωμών αι οποίαι θα διενεργώνται εις τα αποχωρήσαντα ή αποβληθέντα μέλη και περί της ευθύνης και των υποχρεώσεων των πρώην μελών.

(δ) να καθορίζωσι τον ελάχιστον αριθμόν μελών τα οποία δέον να έχη εταιρεία,

(ε) να προνοώσι περί του τρόπου υπολογισμού της αξίας του συμφέροντος αποβιώσαντος μέλους και περί του διορισμού προσώπου εις το οποίον θα πληρώνηται ή μεταβιβάζηται το ως είρηται συμφέρον,

(στ) τηρουμένης της επιφυλάξεως του άρθρου 7, να καθορίζωσι τον μέγιστον αριθμόν μετοχών ή το ανώτατον ποσοστόν του κεφαλαίου εγγεγραμμένης εταιρείας το οποίον δύναται να κατέχη μέλος,

(ζ) να καθορίζωσι τους όρους υπό τους οποίους θα διανέμωνται εις τα μέλη τα κέρδη εγγεγραμμένης εταιρείας εχούσης απεριόριστον ευθύνην και το ανώτατον όριον του μερίσματος το οποίον δύναται να καταβληθή υπό εγγεγραμμένων εταιρειών,

(η) να ρυθμίζωσι τον τρόπον κατά τον οποίον δύναται να εξευρεθούν χρηματικά κεφάλαια διά μετοχών ή άλλως πως,

(θ) να προνοώσι περί των γενικών συνελεύσεων των μελών και περί της κατά τας τοιαύτας συνελεύσεις ακολουθητέας διαδικασίας και περί των εξουσιών αι οποίαι θα ενασκώνται υπό των τοιούτων συνελεύσεων,

(ι) να προνοούν περί του διορισμού, της προσωρινής παύσης και της παύσης των μελών της επιτροπείας και των μελών του συμβουλίου και των άλλων αξιωματούχων, εξαιρουμένων των ΣΠΙ, περί της, κατά τις συνεδρίες της επιτροπείας και του συμβουλίου, ακολουθητέας διαδικασίας και περί των εξουσιών οι οποίες θα ενασκούνται και περί των καθηκόντων τα οποία θα εκτελούνται από την επιτροπεία και το συμβούλιο και από τους άλλους αξιωματούχους,

(ια) να καθορίζωσι τα θέματα αναφορικώς προς τα οποία εγγεγραμμένη εταιρεία δύναται ή οφείλει να εκδίδη ειδικούς κανονισμούς και την ακολουθητέαν διαδικασίαν διά την έκδοσιν, τροποποίησιν, αντικατάστασιν και ακύρωσιν των ειδικών αυτών κανονισμών ως και τους όρους οι οποίοι δέον να τηρώνται προ της τοιαύτης εκδόσεως, τροποποιήσεως, αντικαταστάσεως ή ακυρώσεως,

(ιβ) να καθορίζωσι τους λογαριασμούς και τα βιβλία τα οποία θα τηρή εγγεγραμμένη εταιρεία και να προνοώσι περί της περιοδικής δημοσιεύσεως ισολογισμού δεικνύοντος το ενεργητικόν και παθητικόν εγγεγραμμένης εταιρείας,

(ιγ) να προνοούν περί της εξελέγξεως των λογαριασμών εγγεγραμμένης εταιρείας και περί των τυχόν δικαιωμάτων τα οποία θα πληρώνονται για την εξέλεγξη αυτή, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 19,

(ιδ) να καθορίζωσι τας εκθέσεις αι οποίαι θα υποβάλλωνται υπό εγγεγραμμένων εταιρειών προς τον Έφορον, τα πρόσωπα υπό των οποίων θα υποβάλλωνται αι τοιαύται εκθέσεις καθώς και τον τύπον κατά τον οποίον αύται θα υποβάλλωνται,

(ιε) να προνοώσι περί των προσώπων υπό των οποίων θα βεβαιούνται αντίγραφα των εν τοις βιβλίοις των εγγεγραμμένων εταιρειών γενομένων καταχωρήσεων και περί του τρόπου της βεβαιώσεως τούτων,

(ιστ) να προνοώσι περί της δημιουργίας και της διατηρήσεως μητρώου μελών και, οσάκις η ευθύνη των μελών είναι περιωρισμένη διά μετοχών, περί μητρώου μετοχών,

(ιζ) να προνοώσι περί της δημιουργίας και της διατηρήσεως αποθεματικών κεφαλαίων και περί των σκοπών διά τους οποίους τα τοιαύτα κεφάλαια δύνανται να διατίθενται, και περί της επενδύσεως οιωνδήποτε χρηματικών κεφαλαίων τα οποία ευρίσκονται υπό τον έλεγχον οιασδήποτε εγγεγραμμένης εταιρείας,

(ιη) [Διαγράφηκε],

(ιθ) να καθορίζωσι την υπό του δυνάμει του άρθρου 44 διοριζομένου εκκαθαριστού ακολουθητέαν διαδικασίαν,

(κ) προκειμένου περί εγγεγραμμένων εταιρειών, που δεν είναι ΣΠΙ, να καθορίζουν τους όρους που θα τηρούνται από τα μέλη που αιτούνται την παροχή χρηματοδοτικών ανοιγμάτων, το χρονικό διάστημα για το οποίο τέτοια χρηματοδοτικά ανοίγματα δύνανται να χορηγούνται και το ποσό που δύναται να δανείζεται κάθε μέλος, και

(κα) προκειμένου περί εγγεγραμμένων εταιρειών, που δεν είναι ΣΠΙ, να προνοούν για τη διαγραφή των μη εισπράξιμων χρεών,

(κβ) [Διαγράφηκε],

(κγ) να καθορίζωσι τον τύπον οιασδήποτε αιτήσεως, επιβαρύνσεως, μητρώου ή εκχωρήσεως διά τους σκοπούς του παρόντος Νόμου και τα δικαιώματα τα οποία θα καταβάλλωνται εν σχέσει προς αυτά,

(κδ) να προνοώσι διά την καθίδρυσιν Συμβουλευτικών Συμβουλίων και Συντονιστικής Επιτροπής και περί των αρμοδιοτήτων και της λειτουργίας αυτών,

(κε) να προνοώσι περί της υποχρεωτικής μεταβιβάσεως μετοχών από μίαν εγγεγραμμένην εταιρείαν εις άλλην,

(κστ) να προνοώσι περί του διαχωρισμού του αποθεματικού κεφαλαίου εγγεγραμμένης εταιρείας μεταξύ δύο ή περισσοτέρων τοιούτων εταιρειών,

(κζ) να προνοώσι περί του τρόπου υποβολής και εξετάσεως ιεραρχικής προσφυγής δυνάμει οιασδήποτε των διατάξεων του παρόντος Νόμου,

(κη) να προνοούν για την ενημέρωη του Εφόρου, σε σχέση με οποιεσδήποτε εταιρικές μεταβολές των εγγεγραμμένων εταιρειών και να καθορίζουν τους όρους και τις προϋποθέσεις υποβολής των σχετικών στοιχείων και πληροφοριών.

(κθ) [Διαγράφηκε].

(3) Θεσμοί εκδιδόμενοι δυνάμει του παρόντος άρθρου κατατίθενται εις την Βουλήν των Αντιπροσώπων. Εάν εντός τριάκοντα ημερών από της τοιαύτης καταθέσεως η Βουλή των Αντιπροσώπων δι’ αποφάσεως αυτής δεν τροποποιήση ή ακυρώση τους ούτω κατατεθέντας Θεσμούς, εν όλω ή εν μέρει, τότε ούτοι αμέσως μετά την πάροδον της ως άνω προθεσμίας, δημοσιεύονται εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας και τίθενται εν ισχύι από της τοιαύτης δημοσιεύσεως. Εν περιπτώσει τροποποιήσεως τούτων, εν όλω ή εν μέρει, υπό της Βουλής των Αντιπροσώπων, ούτοι δημοσιεύονται εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας, ως ήθελον ούτω τροποποιηθή απ’ αυτής, και τίθενται εν ισχύι από της τοιαύτης δημοσιεύσεως.

53Α.-(1) [Διαγράφηκε].

(2) [Διαγράφηκε].

(3) [Διαγράφηκε].

(4) [Διαγράφηκε].

(5)Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 4Γ, σε περίπτωση κατά την οποία ο Έφορος, κατά την άσκηση των δυνάμει, του παρόντος Νόμου ή των Θεσμών, εξουσιών ή αρμοδιοτήτων του, διαπιστώσει ότι οποιαδήποτε εγγεγραμμένη εταιρεία-

(α) παραβιάζει ή παραλείπει να συμμορφωθεί προς οποιαδήποτε νόμιμα εκδιδόμενη προς τις εγγεγραμμένες εταιρείες εγκύκλιο του Εφόρου, ή

(β) παραβιάζει ή παραλείπει να συμμορφωθεί μέσα στην τακτή προθεσμία ή ελλείψει αυτής μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, προς οποιαδήποτε νόμιμα υποβαλλόμενη ή απευθυνόμενη προς αυτήν απαίτηση ή ειδοποίηση του Εφόρου, ή

(γ) συμμορφούμενη προς οποιαδήποτε τέτοια εγκύκλιο, απαίτηση ή ειδοποίηση του Εφόρου ή προς οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Θεσμών, παρέχει ή επιδεικνύει οποιαδήποτε παραπλανητικά, ανακριβή ή ελλιπή στοιχεία ή πληροφορίες, τα οποία εγνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα,

αφού προηγουμένως καλέσει σε απολογία την εγγεγραμμένη εταιρεία, έχει εξουσία να επιβάλλει για κάθε παράβαση διοικητικό πρόστιμο από  πεντακόσια  (€500) μέχρι πέντε (€5.000) χιλιάδες ευρώ , ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης, και σε περίπτωση που η παράβαση συνεχίζεται ο Έφορος έχει επιπρόσθετα την εξουσία να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο, ανάλογα με τη βαρύτητα της συνέχισης της παράβασης, από πενήντα (€50)  μέχρι διακόσια πενήντα (€250) ευρώ  για κάθε ημέρα συνέχισης της παράβασης.

ΜΕΡΟΣ XV ΧΡΕΗ ΟΦΕΙΛΟΜΕΝΑ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΙΝ
Είσπραξις ποσών οφειλομένων εις την Κυβέρνησιν

54.-(1) Άπαντα τα ποσά τα οφειλόμενα ως χρέη εις την Κυβέρνησιν υπό εγγεγραμμένης εταιρείας ή υπό αξιωματούχου ή μέλους ή πρώην μέλους εγγεγραμμένης εταιρείας περιλαμβανομένων οιωνδήποτε εξόδων επιδικασθέντων εις την Κυβέρνησιν δυνάμει του άρθρου 42, δύνανται να εισπραχθώσι κατά τον αυτόν τρόπον ως εισπράττονται αι καθυστερούμεναι πρόσοδοι.

(2) Ποσά οφειλόμενα εις την Κυβέρνησιν υπό εγγεγραμμένης εταιρείας και εισπρακτέα δυνάμει του εδαφίου (1) δύνανται να εισπραχθώσι, πρώτον, εκ της περιουσίας της τοιαύτης εταιρείας, δεύτερον, εν περιπτώσει εγγεγραμμένης εταιρείας της οποίας η ευθύνη των μελών είναι περιωρισμένη εκ των μελών, ή, εάν απεβίωσαν, εκ της κληρονομίας των, μέχρι του ορίου της ευθύνης των, και τρίτον, εν περιπτώσει άλλων εγγεγραμμένων εταιρειών, εκ των μελών ή εάν απεβίωσαν, εκ της κληρονομίας των.

ΜΕΡΟΣ XVI ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Απαγόρευσις της χρήσεως της λέξεως “συνεργατική”

55.-(1) Ουδέν πρόσωπον, πλην εγγεγραμμένης εταιρείας, θα εμπορεύηται ή διεξάγη εργασίας υφ’ οιανδήποτε επωνυμίαν ή τίτλον μέρος του οποίου αποτελεί η λέξις “συνεργατική”, άνευ της εγκρίσεως του Υπουργικού Συμβουλίου:

Νοείται ότι ουδέν των εν τω παρόντι άρθρω διαλαμβανομένων εφαρμόζεται εις την χρησιμοποίησιν υπό οιουδήποτε προσώπου, ή των διαδόχων αυτού εν τω συμφέροντι οιασδήποτε επωνυμίας ή τίτλου υπό την οποίαν εμπορεύετο ή διεξήγαγε τας εργασίας του προ της 12ης Μαϊου του 1923.

(2) Πας όστις παραβαίνει τας διατάξεις του παρόντος άρθρου είναι ένοχος ποινικού αδικήματος και υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας £750 και εις περαιτέρω χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας £125 δι’ εκάστην ημέραν καθ’ ην εξακολουθεί η παράβασις μετά την καταδίκην.

Ιεραρχική προσφυγή

56.-(1) Οποιοσδήποτε δεν ικανοποιείται από απόφαση του Εφόρου που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, δύναται εντός προθεσμίας δεκαπέντε  (15) ημερών  από  την κοινοποίηση της απόφασης, να την προσβάλει στον Υπουργό με έγγραφη αίτησή του, στην οποία να εκθέτει τους λόγους που την υποστηρίζουν.

(2) Ο Υπουργός εξετάζει την εις αυτόν γενομένην προσφυγήν άνευ υπαιτίου βραδύτητος, αποφασίζει επί ταύτης και κοινοποιεί αμελλητί την απόφασιν αυτού εις τον προσφεύγοντα.

(3) Ο Υπουργός, πριν ή εκδώση την απόφασιν αυτού, δύναται κατά την κρίσιν του να ακούση ή δώση την ευκαιρίαν εις τον προσφεύγοντα όπως υποστηρίξη τους λόγους εφ’ ων στηρίζεται η προσφυγή.

(4) Ο Υπουργός δύναται να αναθέση εις λειτουργόν ή επιτροπήν λειτουργών του Υπουργείου του όπως εξετάση ωρισμένα θέματα αναφυόμενα εν τη προσφυγή και υποβάλη εις αυτόν το πόρισμα της τοιαύτης εξετάσεως προ της υπό του Υπουργού εκδόσεως της αποφάσεως αυτού επί της προσφυγής.

(5) Ο μη ικανοποιηθείς εκ της αποφάσεως του Υπουργού δύναται να προσφύγη εις το Δικαστήριον, αλλά μέχρι της υπό του Υπουργού εκδόσεως της αποφάσεως αυτού, εν περιπτώσει προσφυγής εις αυτόν, ή, εν περιπτώσει μη προσφυγής εις αυτόν, μέχρι της παρελεύσεως της εις το εδάφιον (1) προβλεπομένης προθεσμίας διά την καταχώρισιν προσφυγής, η απόφασις του Εφόρου δεν καθίσταται εκτελεστή.

(6) Ουδέν των εν τω παρόντι άρθρω διαλαμβανομένων επηρεάζει καθ’ οιονδήποτε τρόπον οιανδήποτε ενώπιον του δικαστηρίου εκκρεμούσαν κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος Νόμου υπόθεσιν.

Αδικήματα και ποιναί

57.-(1) Σε περίπτωση που εγγεγραμμένη εταιρεία ή οποιοδήποτε αξιωματούχος της-

(α) παραλείπει να δώσει οποιαδήποτε ειδοποίηση ή να αποστείλει οποιαδήποτε έκθεση ή έγγραφο ή να τελέσει ή να επιτρέψει την τέλεση οποιασδήποτε πράξης η οποία απαιτείται υπό του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει τούτου εκδιδόμενων Θεσμών∙

(β)σκοπίμως αρνείται ή παραλείπει να τελέσει οποιαδήποτε πράξη ή να παράσχει οποιαδήποτε πληροφορία η οποία απαιτείται από τον Έφορο ή άλλο εξουσιοδοτημένο πρόσωπο για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ή των Θεσμών∙

(γ)πράττει οτιδήποτε το οποίο απαγορεύεται υπό του παρόντος Νόμου ή υπό των Θεσμών,

υπόκειται στις προβλεπόμενες στο άρθρο 41ΙΗ κυρώσεις.

(2) Σε περίπτωση που εγγεγραμμένη εταιρεία σκοπίμως παρέχει ψευδείς ή ελλιπείς εκθέσεις ή πληροφορίες, τόσο η εταιρεία όσο και οποιοσδήποτε αξιωματούχος της εκτελεί οποιαδήποτε από τις εν λόγω πράξεις είναι ένοχοι ποινικού αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης τους, υπόκεινται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο χρόνια ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εκατόν χιλιάδες ευρώ ή και στις δύο αυτές ποινές.

Ευθύνη μελών επιτροπείας για ετήσιους λογαριασμούς και ετήσια έκθεση διαχείρισης

57Α.-(1) Τα μέλη της επιτροπείας εγγεγραμμένης εταιρείας, ενεργώντας στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους βάσει της συνεργατικής νομοθεσίας, έχουν συλλογικά το καθήκον και την ευθύνη έναντι της εταιρείας να εξασφαλίζουν ότι οι ετήσιοι λογαριασμοί και καταστάσεις και, ανάλογα με την περίπτωση, οι ετήσιοι ενοποιημένοι λογαριασμοί και καταστάσεις, συντάσσονται και δημοσιεύονται ως προς το περιεχόμενό τους σύμφωνα με  τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα και τις  πρόνοιες του εδαφίου (2) του άρθρου αυτού.

(2) Ανεξάρτητα από τις πρόνοιες του εδαφίου (1), οι εγγεγραμμένες εταιρείες έχουν υποχρέωση να παρουσιάζουν στους ετήσιους και ενοποιημένους λογαριασμούς τους ξεχωριστά τις συνολικές αμοιβές που επιβλήθηκαν από τους εγκεκριμένοι ελεγκτές κατά το οικονομικό έτος για τον υποχρεωτικό έλεγχο των ετήσιων λογαριασμών, τις συνολικές αμοιβές για άλλες  υπηρεσίες εξακρίβωσης, τις συνολικές αμοιβές για υπηρεσίες φορολογικών συμβουλών και τις συνολικές αμοιβές που επιβλήθηκαν για λοιπές μη ελεγκτικές υπηρεσίες.

(3) Τα μέλη της επιτροπείας εγγεγραμμένης εταιρείας, ενεργώντας στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, βάσει της συνεργατικής νομοθεσίας, έχουν συλλογικά  το καθήκον και την ευθύνη έναντι της εταιρείας να εξασφαλίζουν ότι η ετήσια έκθεση διαχείρισης συντάσσεται και δημοσιεύεται ως προς το περιεχόμενό της ως ακολούθως:

(α) Η ετήσια έκθεση διαχείρισης καταρτίζεται από την επιτροπεία της εγγεγραμμένης εταιρείας και περιλαμβάνει στοιχεία που κατ’ ελάχιστο απεικονίζουν την πραγματική εικόνα της εξέλιξης και των επιδόσεων των δραστηριοτήτων της εγγεγραμμένης εταιρείας και της θέσης της, καθώς και περιγραφή των κυριοτέρων κινδύνων και αβεβαιοτήτων που αντιμετωπίζει:

Νοείται ότι η εικόνα αυτή πρέπει να δίνει μια ισορροπημένη και περιεκτική ανάλυση της εξέλιξης και των επιδόσεων των δραστηριοτήτων της εγγεγραμμένης εταιρείας και της θέσης της, η οποία να αντιστοιχεί προς το μέγεθος και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων της.

(β) Για την κατανόηση της εξέλιξης των δραστηριοτήτων, των επιδόσεων ή της θέσης της εγγεγραμμένης εταιρείας, η ανάλυση περιλαμβάνει τόσο χρηματοοικονομικούς όσο και, όπου ενδείκνυται, μη χρηματοοικονομικούς βασικούς δείκτες επιδόσεων, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με εργασιακά και περιβαλλοντικά θέματα.

(γ) Στα πλαίσια της ανάλυσης αυτής, η ετήσια έκθεση διαχείρισης περιλαμβάνει, όπου ενδείκνυται, αναφορές και πρόσθετες επεξηγήσεις για τα ποσά που αναγράφονται στους ετήσιους και ενοποιημένους λογαριασμούς.

(δ) Η έκθεση πρέπει να παρέχει επίσης ενδείξεις για-

(i) κάθε σημαντικό γεγονός που συνέβη μετά τη λήξη του οικονομικού έτους,

(ii) την προβλεπόμενη εξέλιξη στις εργασίες της εγγεγραμμένης εταιρείας,

(iii) τις δραστηριότητες στον τομέα ερευνών και ανάπτυξης,

(iv) την ύπαρξη υποκαταστημάτων,

(v) τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι εγγεγραμμένες εταιρείες και τρόπους αντιμετώπισης και διαχείρισής τους,

(vi) χωρίς επηρεασμό των προνοιών της υποπαραγράφου (v), ειδικότερα σε σχέση με τη χρήση χρηματοπιστωτικών μέσων από την εγγεγραμμένη εταιρεία και στο βαθμό που απαιτείται για την ορθή εκτίμηση των στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού, της οικονομικής κατάστασης και του λογαριασμού αποτελεσμάτων, η έκθεση πρέπει να περιέχει ενδείξεις για -

1. τους στόχους και τις πολιτικές της εγγεγραμμένης εταιρείας όσον αφορά τη διαχείριση του κινδύνου χρηματοοικονομικής φύσης, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής της για την αντιστάθμιση κάθε σημαντικού τύπου προβλεπόμενης συναλλαγής για την οποία εφαρμόζονται πρακτικές, διαδικασίες και λογιστική αντιστάθμισης, και

2. το ότι η εγγεγραμμένη εταιρεία είναι εκτεθειμένη στον κίνδυνο μεταβολής των τιμών, στον πιστωτικό κίνδυνο, στον κίνδυνο ρευστότητας και στον κίνδυνο ταμειακών ροών.

(ε) Οι εγκεκριμένοι ελεγκτές εκφράζουν την γνώμη τους για το κατά πόσο η ετήσια έκθεση διαχείρισης συνάδει με τους ετήσιους και ενοποιημένους λογαριασμούς του ίδιου οικονομικού έτους.

(στ) Εξαιρούνται από την υποχρέωση κατάρτισης έκθεσης διαχείρισης, εγγεγραμμένες εταιρείες που δεν είναι ΣΠΙ και οι οποίες κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού δεν ξεπερνούν τα όρια τουλάχιστον δύο εκ των ακόλουθων τριών κριτηρίων:

(i) σύνολο ενεργητικού: 4.400.000 ευρώ,

(ii) σύνολο κύκλου εργασιών: 8.800.000 ευρώ,

(iii) μέσος όρος απασχοληθέντων κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους: 50 άτομα.

(ζ) Εξαιρούνται από την υποχρέωση που προβλέπεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (3) του άρθρου αυτού όσον αφορά τη μη χρηματοοικονομική πληροφόρηση, εγγεγραμμένες εταιρείες που δεν είναι ΣΠΙ και οι οποίες κατά το κλείσιμο του ισολογισμού δεν ξεπερνούν τα όρια τουλάχιστον δύο εκ των ακόλουθων τριών κριτηρίων:

(i) σύνολο ενεργητικού: 17.500.000 ευρώ,

(ii) σύνολο κύκλου εργασιών: 35.000.000 ευρώ,

(iii) μέσος όρος απασχοληθέντων κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους: 250 άτομα.

(4) (α) (i) Τηρουμένων των διατάξεων της υποπαραγράφου (ii), οι εγγεγραμμένες εταιρείες μεριμνούν ώστε, εντός έξι (6) μηνών από τη λήξη έκαστου οικονομικού έτους, στην έδρα τους να τίθενται στη διάθεση των μελών τους και του κοινού, οι ελεγμένοι ετήσιοι και ενοποιημένοι λογαριασμοί τους, η ετήσια έκθεση διαχείρισης και η έκθεση των εγκεκριμένων ελεγκτών, αντίγραφο των οποίων παραχωρείται μέσω απλής αίτησης και το αντίτιμό τους δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το διοικητικό τους κόστος, το οποίο καθορίζεται από τον Έφορο.

(ii) Τα ΣΠΙ συμμορφώνονται με τις σχετικές πρόνοιες του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσται, Νόμου.

(β) Οι ετήσιοι και ενοποιημένοι λογαριασμοί και η ετήσια έκθεση διαχείρισης που δημοσιεύονται σύμφωνα με την παράγραφο (α), πρέπει να έχουν τη μορφή και το περιεχόμενο βάσει των οποίων οι εγκεκριμένοι ελεγκτές έχουν συντάξει την έκθεσή τους.

(γ) Μαζί με τους ετήσιους και ενοποιημένους λογαριασμούς και κατά τον ίδιο τρόπο πρέπει να δημοσιεύονται:

(i) η προτεινόμενη διάθεση των κερδών ή η κάλυψη των ζημιών,

(ii) η διάθεση των κερδών ή η κάλυψη των ζημιών,

εφόσον τα στοιχεία αυτά δεν εμφανίζονται στους ετήσιους και ενοποιημένους λογαριασμούς.

(5) Κάθε εγγεγραμμένη εταιρεία υποβάλλει στον Έφορο, εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (4), τους ετήσιους και ενοποιημένους λογαριασμούς, την έκθεση διαχείρισης και την έκθεση των ελεγκτών και, προκειμένου περί ΣΠΙ υποβάλλει τα ίδια στοιχεία και στην Κεντρική Τράπεζα, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (1) του άρθρου 24 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου.

Μη εφαρμογή των διατάξεων του περί Εταιρειών Νόμου και του περί Συντεχνιών Νόμου

58. Αι διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου και του περί Συνεχνιών Νόμου δεν εφαρμόζονται εις εταιρείας αι οποίαι ενεγράφησαν ή λογίζεται ότι ενεγράφησαν δυνάμει του παρόντος Νόμου, εκτός όπου ορίζεται ειδικά στο παρόντα Νόμο.

Επιφύλαξις

59.-(1) Πάσα εταιρεία εγγεγραμμένη ή λογιζομένη ως εγγεγραμμένη δυνάμει των διατάξεων των διά του παρόντος Νόμου καταργουμένων Νόμων, και η οποία είναι εγγεγραμμένη κατά την ημερομηνίαν ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου, λογίζεται ως εγγραφείσα δυνάμει του παρόντος Νόμου και οι ειδικοί κανονισμοί της τοιαύτης εταιρείας, εφ’ όσον δεν αντίκεινται προς τας διατάξεις του παρόντος Νόμου, εξακολουθούν να ισχύωσι μέχρις ότου τροποποιηθώσι, αντικατασταθώσι ή ακυρωθώσι υπό ειδικών κανονισμών γενομένων δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(2) Άπαντες οι Θεσμοί οίτινες εξεδόθησαν δυνάμει των υπό του παρόντος Νόμου καταργουμένων Νόμων και οι οποίοι ισχύουν κατά την ημερομηνίαν ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου λογίζονται, εφ’ όσον δεν αντίκεινται προς τας διατάξεις του παρόντος Νόμου, ως εκδοθέντες δυνάμει του παρόντος Νόμου και εξακολουθούν να ισχύωσι μέχρις ότου τροποποιηθώσι, αντικατασταθώσι ή ακυρωθώσι υπό Θεσμών εκδιδομένων δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(3) Άπαντες οι δυνάμει των διά του παρόντος Νόμου καταργουμένων Νόμων γενόμενοι διορισμοί, τα εκδοθέντα διατάγματα, αι εκδοθείσαι γνωστοποιήσεις και ειδοποιήσεις και αι εγερθείσαι αγωγαί και έτεραι διαδικασίαι ως και άπαντες οι διορισμοί, διατάγματα, γνωστοποιήσεις, ειδοποιήσεις, αγωγαί και διαδικασίαι αίτινες λογίζονται ως γενόμεναι, εκδοθείσαι ή εγερθείσαι δυνάμει των διά του παρόντος Νόμου καταργουμένων Νόμων, λογίζονται, εφ’ όσον τούτο είναι δυνατόν, ως γενόμεναι, εκδοθείσαι και εγερθείσαι δυνάμει του παρόντος Νόμου και δύνανται να τροποποιηθούν, να αντικατασταθούν ή να ακυρωθούν από το όργανο που τα εξέδωσε, ανάλογα με την περίπτωση.

(4) Οσάκις εις οιονδήποτε Νόμον γίνεται αναφορά εις συνεργατικήν εταιρείαν ή συνεργατικήν πιστωτικήν εταιρείαν, εγγραφείσαν δυνάμει οιουδήποτε προϊσχύσαντος Νόμου, η τοιαύτη αναφορά λογίζεται ως γενομένη εις εταιρείαν εγγεγραμμένην ή λογιζομένην ως εγγεγραμμένην δυνάμει του παρόντος Νόμου.

Καταργήσεις

60. Οι περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμοι καταργούνται από της ημερομηνίας ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου.

Έναρξις ισχύος του παρόντος Νόμου

61. Η ισχύς του παρόντος Νόμου άρχεται από της 1ης Αυγούστου 1987, εκτός εάν το Υπουργικόν Συμβούλιον, διά γνωστοποιήσεως του δημοσιευομένης εις την επίσημον εφημερίδα της Δημοκρατίας ήθελεν ορίσει ενωρίτερον.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
[Διαγράφηκε]
Σημείωση
22 του Ν171(Ι)/2000Έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου

Ο παρών Νόμος τίθεται σε ισχύ από τη δημοσίευση του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με εξαίρεση το άρθρο 3 αυτού που τίθεται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου του 2002.

Σημείωση
16 του Ν.123(I)/2003Μεταβατική διάταξη αναφορικά με το Τμήμα Συνεργατικής Ανάπτυξης

Κάθε πρόσωπο, το οποίο αμέσως πριν την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου υπηρετούσε στο Τμήμα Συνεργατικής Ανάπτυξης, θεωρείται για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, μέλος του προσωπικού της Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών:

Νοείται ότι το ίδιο ισχύει και για πρόσωπα που θα προσληφθούν στην Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών για την πλήρωση κενών θέσεων του Τμήματος Συνεργατικής Ανάπτυξης.

Σημείωση
17 του Ν.123(I)/2003Μεταβατική διάταξη αναφορικά με εγγεγραμμένες εταιρείες που ασκούν εργασίες πιστωτικού ιδρύματος κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.123(Ι)/2003]

(1) Παρά τις διατάξεις του Μέρους VIA, το οποίο προβλέπεται στον περί Συνεργατικών Εταιρειών (Τροποποιητικό) Νόμο του 2003, εγγεγραμμένη εταιρεία, η οποία αμέσως πριν την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.123(Ι)/2003] ασκούσε εργασίες συνεργατικού πιστωτικού ιδρύματος, δικαιούται να διεξάγει  εργασίες  αποδοχής καταθέσεων στη  Δημοκρατία εφ’ όσον-

(α) Συμμορφωθεί προς τα προβλεπόμενα στο παρόν άρθρο· και

(β) το αργότερο μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2007, λάβει άδεια λειτουργίας:

Νοείται ότι οι εταιρείες αυτές δεν έχουν το δικαίωμα εγκατάστασης ή παροχής διασυνοριακών εργασιών σε κράτος μέλος, πριν την εξασφάλιση  άδειας λειτουργίας κατά τις διατάξεις του Μέρους VIA.

(2) Εγγεγραμμένη εταιρεία, η οποία αμέσως πριν την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.123(Ι)/2003] ασκούσε εργασίες συνεργατικού πιστωτικού ιδρύματος, οφείλει εντός περιόδου έξι μηνών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.123(Ι)/2003] να υποβάλει στον Έφορο -

(α) Ελεγμένους λογαριασμούς του αμέσως προηγούμενου οικονομικού έτους·

(β) πρόγραμμα δραστηριοτήτων·

(γ) σχέδιο χρονοδιαγράμματος συμμόρφωσης προς τις προϋποθέσεις απόκτησης άδειας λειτουργίας .

(3) Εγγεγραμμένη εταιρεία κατά τα εδάφια (1) και (2) οφείλει -

(α) Να εκτελεί μόνον τις εργασίες ή υπηρεσίες, οι οποίες  προβλέπονται στο πρόγραμμα δραστηριοτήτων της·

(β) να τηρεί το χρονοδιάγραμμα συμμόρφωσης προς τις προϋποθέσεις απόκτησης άδειας λειτουργίας·

(γ) να συμμορφώνεται προς τις εκάστοτε προβλεπόμενες υποχρεώσεις, που η Επιτροπή με απόφασή της που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, καθορίζει ως ελάχιστες προϋποθέσεις για την άσκηση εργασιών αποδοχής καταθέσεων:

Νοείται ότι η Επιτροπή, κατά την άσκηση της εξουσίας αυτής, δύναται να καθορίζει διαφορετικά επίπεδα ή προϋποθέσεις από τα προβλεπόμενα για τα αναγνωρισμένα συνεργατικά πιστωτικά ιδρύματα, λαμβάνοντας όμως υπόψη ανάλογες αρχές που στον παρόντα Νόμο [Σ.Σ.: δηλαδή στον Ν.123(Ι)/2003] ή στις ισχύουσες στη Δημοκρατία πράξεις της Ευρωπαϊκής Κοινότητας προβλέπουν για το θέμα την προληπτική εποπτεία των συνεργατικών πιστωτικών ιδρυμάτων.

(4) Ο Έφορος οποτεδήποτε διαπιστώνει ότι εγγεγραμμένη εταιρεία ανταποκρίνεται προς τις προϋποθέσεις για απόκτηση άδειας λειτουργίας ως αναγνωρισμένο συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα αφ’ εαυτής ή κατόπιν σύνδεσης της με τον Κεντρικό Φορέα, εκδίδει σχετική άδεια λειτουργίας.

(5) Ο Έφορος, ανεξαρτήτως των όσων προβλέπονται στο εδάφιο (1), έχει εξουσία με αιτιολογημένη απόφασή του να απαγορεύει σε εγγεγραμμένη εταιρεία που ασκεί εργασίες συνεργατικού πιστωτικού ιδρύματος τη δυνατότητα να ασκεί εργασίες αποδοχής καταθέσεων ή να της επιβάλλει οποιουσδήποτε όρους για την άσκηση των εργασιών της ή να της επιβάλει τις προβλεπόμενες από το άρθρο 41ΙΗ κυρώσεις, εάν -

(α) Η εταιρεία παραλείπει να υποβάλει τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (2) ή εάν τα υποβληθέντα στοιχεία είναι ελλιπή ή αποδεικνύεται ότι δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα·

(β) το σχέδιο χρονοδιαγράμματος συμμόρφωσης που υπέβαλε η εταιρεία είναι κατά την κρίση του Εφόρου μη ικανοποιητικό και η ίδια αρνείται να το αναθεωρήσει·

(γ) η εταιρεία παραλείπει να τηρεί το σχέδιο χρονοδιαγράμματος συμμόρφωσης·

(δ) η εταιρεία δεν τηρεί τις συνεχείς υποχρεώσεις, όπως αυτές προβλέπονται στις αποφάσεις που η Επιτροπή εκδίδει κατά τις διατάξεις της παραγράφου (γ) του εδαφίου 3.

(6) Οποιοσδήποτε, ο οποίος παρά την έκδοση απόφασης του Εφόρου σύμφωνα με το εδάφιο (5) συνεχίζει να ασκεί εργασίες αποδοχής καταθέσεων, διαπράττει αδίκημα που, σε περίπτωση καταδίκης τιμωρείται με ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τέσσερα έτη ή με χρηματικό ποσό που δεν υπερβαίνει τις εκατόν χιλιάδες λίρες (ΛΚ 100,000) ή και με τις δύο αυτές ποινές.

(7) Η Επιτροπή καθορίζει, με απόφασή της, που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας τις προϋποθέσεις και τις λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου σε σχέση με οποιαδήποτε εκτοπισμένη εταιρεία που ασκούσε εργασίες πιστωτικού ιδρύματος και που ήθελε επαναδραστηριοποιηθεί μετά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.123(Ι)/2003].

Σημείωση
17 του Ν.123(I)/2003Μεταβατική διάταξη αναφορικά με εγγεγραμμένες εταιρείες που ασκούν εργασίες πιστωτικού ιδρύματος κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.123(Ι)/2003]

(1) Παρά τις διατάξεις του Μέρους VIA, το οποίο προβλέπεται στον περί Συνεργατικών Εταιρειών (Τροποποιητικό) Νόμο του 2003, εγγεγραμμένη εταιρεία, η οποία αμέσως πριν την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.123(Ι)/2003] ασκούσε εργασίες συνεργατικού πιστωτικού ιδρύματος, δικαιούται να διεξάγει  εργασίες  αποδοχής καταθέσεων στη  Δημοκρατία εφ’ όσον-

(α) Συμμορφωθεί προς τα προβλεπόμενα στο παρόν άρθρο· και

(β) το αργότερο μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2007, λάβει άδεια λειτουργίας:

Νοείται ότι οι εταιρείες αυτές δεν έχουν το δικαίωμα εγκατάστασης ή παροχής διασυνοριακών εργασιών σε κράτος μέλος, πριν την εξασφάλιση  άδειας λειτουργίας κατά τις διατάξεις του Μέρους VIA.

(2) Εγγεγραμμένη εταιρεία, η οποία αμέσως πριν την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.123(Ι)/2003] ασκούσε εργασίες συνεργατικού πιστωτικού ιδρύματος, οφείλει εντός περιόδου έξι μηνών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.123(Ι)/2003] να υποβάλει στον Έφορο -

(α) Ελεγμένους λογαριασμούς του αμέσως προηγούμενου οικονομικού έτους·

(β) πρόγραμμα δραστηριοτήτων·

(γ) σχέδιο χρονοδιαγράμματος συμμόρφωσης προς τις προϋποθέσεις απόκτησης άδειας λειτουργίας .

(3) Εγγεγραμμένη εταιρεία κατά τα εδάφια (1) και (2) οφείλει -

(α) Να εκτελεί μόνον τις εργασίες ή υπηρεσίες, οι οποίες  προβλέπονται στο πρόγραμμα δραστηριοτήτων της·

(β) να τηρεί το χρονοδιάγραμμα συμμόρφωσης προς τις προϋποθέσεις απόκτησης άδειας λειτουργίας·

(γ) να συμμορφώνεται προς τις εκάστοτε προβλεπόμενες υποχρεώσεις, που η Επιτροπή με απόφασή της που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, καθορίζει ως ελάχιστες προϋποθέσεις για την άσκηση εργασιών αποδοχής καταθέσεων:

Νοείται ότι η Επιτροπή, κατά την άσκηση της εξουσίας αυτής, δύναται να καθορίζει διαφορετικά επίπεδα ή προϋποθέσεις από τα προβλεπόμενα για τα αναγνωρισμένα συνεργατικά πιστωτικά ιδρύματα, λαμβάνοντας όμως υπόψη ανάλογες αρχές που στον παρόντα Νόμο [Σ.Σ.: δηλαδή στον Ν.123(Ι)/2003] ή στις ισχύουσες στη Δημοκρατία πράξεις της Ευρωπαϊκής Κοινότητας προβλέπουν για το θέμα την προληπτική εποπτεία των συνεργατικών πιστωτικών ιδρυμάτων.

(4) Ο Έφορος οποτεδήποτε διαπιστώνει ότι εγγεγραμμένη εταιρεία ανταποκρίνεται προς τις προϋποθέσεις για απόκτηση άδειας λειτουργίας ως αναγνωρισμένο συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα αφ’ εαυτής ή κατόπιν σύνδεσης της με τον Κεντρικό Φορέα, εκδίδει σχετική άδεια λειτουργίας.

(5) Ο Έφορος, ανεξαρτήτως των όσων προβλέπονται στο εδάφιο (1), έχει εξουσία με αιτιολογημένη απόφασή του να απαγορεύει σε εγγεγραμμένη εταιρεία που ασκεί εργασίες συνεργατικού πιστωτικού ιδρύματος τη δυνατότητα να ασκεί εργασίες αποδοχής καταθέσεων ή να της επιβάλλει οποιουσδήποτε όρους για την άσκηση των εργασιών της ή να της επιβάλει τις προβλεπόμενες από το άρθρο 41ΙΗ κυρώσεις, εάν -

(α) Η εταιρεία παραλείπει να υποβάλει τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (2) ή εάν τα υποβληθέντα στοιχεία είναι ελλιπή ή αποδεικνύεται ότι δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα·

(β) το σχέδιο χρονοδιαγράμματος συμμόρφωσης που υπέβαλε η εταιρεία είναι κατά την κρίση του Εφόρου μη ικανοποιητικό και η ίδια αρνείται να το αναθεωρήσει·

(γ) η εταιρεία παραλείπει να τηρεί το σχέδιο χρονοδιαγράμματος συμμόρφωσης·

(δ) η εταιρεία δεν τηρεί τις συνεχείς υποχρεώσεις, όπως αυτές προβλέπονται στις αποφάσεις που η Επιτροπή εκδίδει κατά τις διατάξεις της παραγράφου (γ) του εδαφίου 3.

(6) Οποιοσδήποτε, ο οποίος παρά την έκδοση απόφασης του Εφόρου σύμφωνα με το εδάφιο (5) συνεχίζει να ασκεί εργασίες αποδοχής καταθέσεων, διαπράττει αδίκημα που, σε περίπτωση καταδίκης τιμωρείται με ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τέσσερα έτη ή με χρηματικό ποσό που δεν υπερβαίνει τις εκατόν χιλιάδες λίρες (ΛΚ 100,000) ή και με τις δύο αυτές ποινές.

(7) Η Επιτροπή καθορίζει, με απόφασή της, που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας τις προϋποθέσεις και τις λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου σε σχέση με οποιαδήποτε εκτοπισμένη εταιρεία που ασκούσε εργασίες πιστωτικού ιδρύματος και που ήθελε επαναδραστηριοποιηθεί μετά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.123(Ι)/2003].

Σημείωση
19 του Ν.123(Ι)/2003Έναρξη της ισχύος του Ν.123(I)/2003

(1) Υπό την επιφύλαξη του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου, ο Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.123(Ι)/2003] τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία δημοσίευσης του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

(2) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (1), οι παράγραφοι (β) και (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 41Α, το εδάφιο (4) του άρθρου 41Β και το άρθρο 41Γ του βασικού νόμου τίθενται σε ισχύ κατά την ημερομηνία προσχώρησης της Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Σημείωση
3 του Ν.124(I)/2003Έναρξη Ισχύος του Ν.124(I)/2003

Ο Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν.124(I)/2003] τίθεται σε ισχύ με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

Σημείωση
3 του Ν.23(I)/2005Έναρξη της ισχύος του Ν.23(I)/2005

Η ισχύς του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.23(Ι)/2005] αρχίζει τη 2α Απριλίου 2005.

Σημείωση
4 του Ν.29(I)/2007Έναρξη της ισχύος του Ν. 29(Ι)/2007

Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή o Ν. 29(I)/2007] τίθεται σε ισχύ την 1ην Νοεμβρίου 2007.

Σημείωση
3 του Ν.124(I)/2009Έναρξη ισχύος του Ν.124(I)/2009

Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 124(I)/2009] τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Υπηρεσιών Πληρωμών Νόμου του 2009.

Σημείωση
2 του Ν. 214(Ι)/2012 Τροποποίηση του βασικού νόμου με την αλλαγή της επωνυμίας της Υπηρεσίας Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών

2. (1) Ο βασικός νόμος τροποποιείται με την αντικατάσταση, στην αντίστοιχη γραμματική διατύπωση, της φράσης «Υπηρεσία Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών», οπουδήποτε αυτή απαντάται, με τη φράση «Υπηρεσία Εποπτείας Συνεργατικών Εταιρειών».

(2) Οποιαδήποτε αναφορά στους θεσμούς, σε διατάγματα, αποφάσεις και οδηγίες που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου ή σε οποιοδήποτε άλλο νόμο, κανονισμό ή οδηγία, σε «Επιτροπή Υπηρεσίας Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών», «Έφορο Υπηρεσίας Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών» και «Υπηρεσία Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών» σημαίνει την «Επιτροπή Υπηρεσίας Εποπτείας Συνεργατικών Εταιρειών», τον «Έφορο Υπηρεσίας Εποπτείας Συνεργατικών Εταιρειών» και την «Υπηρεσία Εποπτείας Συνεργατικών Εταιρειών», αντίστοιχα.

Σημείωση
2 του Ν. 214(Ι)/2012 Τροποποίηση του βασικού νόμου με την αλλαγή της επωνυμίας της Υπηρεσίας Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών

2. (1) Ο βασικός νόμος τροποποιείται με την αντικατάσταση, στην αντίστοιχη γραμματική διατύπωση, της φράσης «Υπηρεσία Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών», οπουδήποτε αυτή απαντάται, με τη φράση «Υπηρεσία Εποπτείας Συνεργατικών Εταιρειών».

(2) Οποιαδήποτε αναφορά στους θεσμούς, σε διατάγματα, αποφάσεις και οδηγίες που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου ή σε οποιοδήποτε άλλο νόμο, κανονισμό ή οδηγία, σε «Επιτροπή Υπηρεσίας Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών», «Έφορο Υπηρεσίας Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών» και «Υπηρεσία Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών» σημαίνει την «Επιτροπή Υπηρεσίας Εποπτείας Συνεργατικών Εταιρειών», τον «Έφορο Υπηρεσίας Εποπτείας Συνεργατικών Εταιρειών» και την «Υπηρεσία Εποπτείας Συνεργατικών Εταιρειών», αντίστοιχα.

Σημείωση
2 του Ν. 107(Ι)/2013Τροποποίηση του βασικού νόμου με την αλλαγή της επωνυμίας της Υπηρεσίας Εποπτείας Συνεργατικών Εταιρειών

(1) Ο βασικός νόμος τροποποιείται με την αντικατάσταση στην αντίστοιχη γραμματική διατύπωση, της φράσης «Υπηρεσία Εποπτείας Συνεργατικών Εταιρειών», οπουδήποτε αυτή απαντάται, με την φράση «Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών».

(2) Οποιαδήποτε αναφορά στους Θεσμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου ή σε οποιοδήποτε άλλο νόμο, κανονισμό ή οδηγία, σε «Επιτροπή Υπηρεσίας Εποπτείας Συνεργατικών Εταιρειών», «Έφορο Υπηρεσίας Εποπτείας Συνεργατικών Εταιρειών» και «Υπηρεσία Εποπτείας Συνεργατικών Εταιρειών» σημαίνει αντίστοιχα την «Επιτροπή Συνεργατικών Εταιρειών», τον «Έφορο Συνεργατικών Εταιρειών» και την «Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών».

Σημείωση
64 του Ν. 107(Ι)/2013Κατάργηση του άρθρου 17 του Ν.123(Ι)/2013, του άρθρου 15 του Ν.170(Ι)/2004 και του άρθρου 2(2) του Ν.214/(I)/2012

(1) Το άρθρο 17 του περί Συνεργατικών Εταιρειών (Τροποποιητικού) Νόμου του 2013 (Ν.123 (Ι)/2003) καταργείται.

(2) Το άρθρο 15 του περί Συνεργατικών Εταιρειών (Τροποποιητικού) (Αρ. 2) Νόμου του 2004 (Ν.170 (Ι) του 2004) καταργείται.

(3) Το εδάφιο (2) του άρθρου 2 του περί Συνεργατικών Εταιρειών (Τροποποιητικού) (Αρ. 3) Νόμου του 2012 (Ν.214(Ι)/2012) καταργείται.