Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών

19.-(1)(α) Τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (β) του εδαφίου αυτού, καθιδρύεται Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών η οποία θα διενεργεί τον υποχρεωτικό έλεγχο των λογαριασμών και της εν γένει οικονομικής διαχείρισης εκάστης εγγεγραμμένης εταιρείας.

(β) Ο υποχρεωτικός έλεγχος των λογαριασμών του οικονομικού έτους, που λήγει την 31 Δεκεμβρίου 2013 και στη συνέχεια κάθε οικονομικού έτους, των ΣΠΙ το σύνολο του ενεργητικού ή των καταθέσεων των οποίων υπερβαίνει το καθοριζόμενο από την Κεντρική Τράπεζα  όριο, δεν διενεργείται από την Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών, αλλά από εγκεκριμένους ελεγκτές που διορίζονται από τη γενική συνέλευση των μελών των εν λόγω ΣΠΙ και εξασφαλίζουν τη ρητή έγκριση της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου σύμφωνα με τον περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

(γ) Για τους σκοπούς της παραγράφου (β) του εδαφίου αυτού, ο όρος «εγκεκριμένος ελεγκτής»  έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

(2) Η Υπηρεσία είναι νομικόν πρόσωπον μετ’ εξουσίας να συμβάλληται, να ενάγη ή ενάγεται υπό την ιδίαν αυτής επωνυμίαν και να πράττη παν ό,τι είναι αναγκαίον διά τους σκοπούς λειτουργίας της.

(3) Η Υπηρεσία διοικείται υπό Επιτροπής αποτελουμένης εκ πέντε μελών απάντων διοριζομένων υπό του Υπουργικού Συμβουλίου, ως ακολούθως:

(α) δύο μελών διοριζομένων εκ καταλόγου τεσσάρων προσώπων υποδεικνυομένων υπό της Παγκυπρίου Συνεργατικής Συνομοσπονδίας·

(β) τριών ετέρων μελών, άτινα ήθελε κρίνει ότι κέκτηνται πείραν και ικανότητα αναφορικώς προς τον έλεγχον και την λειτουργίαν των συνεργατικών εταιρειών.

(4) Το Υπουργικόν Συμβούλιον κατά τον διορισμόν των μελών της Επιτροπής ορίζει μεταξύ αυτών τον Πρόεδρον αυτής.

(5) Η θητεία των μελών της Επιτροπής είναι τριετής:

Νοείται ότι το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται καθ’ οιονδήποτε χρόνον προ της λήξεως της θητείας αυτών να παύση οιονδήποτε μέλος, και να διορίση, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), νέον μέλος διά την μη εκπνεύσασαν περίοδον θητείας του ούτω παυθέντος μέλους.

(6) Παν μέλος της Επιτροπής δύναται να παραιτηθή της θέσεως του δι’ εγγράφου γνωστοποιήσεως απευθυνομένης προς τον Υπουργόν:

Νοείται ότι το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), να διορίση νέον μέλος διά την μη εκπνεύσασαν περίοδον θητείας του παραιτηθέντος μέλους.

(7) Η Επιτροπή δύναται να ενεργή ανεξαρτήτως της χηρείας οιασδήποτε θέσεως αυτής.

(8) Εν περιπτώσει προσωρινής απουσίας ή προσωρινού κωλύματος του Προέδρου ή ετέρου μέλους της Επιτροπής, το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), να διορίση έτερον πρόσωπον ίνα ενεργή ως Πρόεδρος ή μέλος, αναλόγως της περιπτώσεως, διαρκούσης της τοιαύτης απουσίας ή του κωλύματος.

(9) Η Επιτροπή δύναται, τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, διά κανονισμών εγκρινομένων υπό του Υπουργού, να ρυθμίζη τα των εργασιών αυτής, τα της συγκλήσεως των συνεδριάσεων αυτής, την κατά τας συνεδρίας ακολουθουμένην διαδικασίαν και την τήρησιν των πρακτικών, την απαιτουμένην απαρτίαν και την λήψιν των αποφάσεων.

(10)(α) Η Υπηρεσία έχει ίδιον γραφείον και υπηρεσίαν αναγκαίαν διά την εκτέλεσιν των σκοπών της.

(β) Των υπηρεσιών της Υπηρεσίας προϊσταται Διευθυντής έχων τα υπό του περί Εταιρειών Νόμου απαιτούμενα διά τον έλεγχον δημοσίων εταιρειών προσόντα.

(γ) Ο Διευθυντής και το υπόλοιπον προσωπικόν διορίζονται κατά τον καθωρισμένον διά κανονισμών εκδιδομένων δυνάμει του παρόντος άρθρου τρόπον.

(δ) Ο Διευθυντής είναι το ανώτατον εκτελεστικόν όργανον της Υπηρεσίας, προϊσταται της υπηρεσίας αυτής, μεριμνά διά την εκτέλεσιν των αποφάσεων της Επιτροπής και ασκεί παν έτερον καθήκον ως ήθελε καθορισθή υποκείμενος εις τας οδηγίας της Επιτροπής.

(ε) Η Επιτροπή δύναται να εξουσιοδοτή τον Διευθυντήν όπως αποφασίζη και ενεργή αντί της Επιτροπής εφ’ οιουδήποτε θέματος της αρμοδιότητος αυτής.

(ζ) Η διάρθρωσις των υπηρεσιών της Υπηρεσίας, τα προσόντα και οι όροι υπηρεσίας του Διευθυντού και του λοιπού προσωπικού και τα ωφελήματα αφυπηρετήσεως θέλουσι καθορισθή διά Κανονισμών εκδιδομένων δυνάμει του παρόντος άρθρου.

(η) Ο ετήσιος προϋπολογισμός της Ελεγκτικής Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών εγκρίνεται από την επιτροπή και αποστέλλεται, με μέριμνα του προέδρου της, στη Βουλή των Αντιπροσώπων για σκοπούς ενημέρωσης της.

(10Α) Η Επιτροπή και ένα έκαστο μέλος της δεν υπέχει οποιαδήποτε ευθύνη σε περίπτωση αγωγής, αίτησης ή άλλης νομικής διαδικασίας για αποζημιώσεις σχετικά με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της δυνάμει του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Θεσμών, εκτός εάν αποδειχθεί ότι η πράξη ή η παράλειψη δεν έγινε καλή τη πίστει ή είναι αποτέλεσμα σοβαρής αμέλειας.

(10Β) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (10Γ), η Επιτροπή και ένα έκαστο μέλος της δεν υπέχει οποιαδήποτε ευθύνη σε περίπτωση αγωγής, αίτησης ή άλλης νομικής διαδιακσίας για αποζημιώσεις σχετικά με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Ελεγκτικής Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών δυνάμει του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Θεσμών.

(10Γ) Ο Διευθυντής ή οποιοδήποτε πρόσωπο υπηρετεί στην Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών δεν υπέχει αστικής ευθύνης σχετικά με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη κατά την άσκηση των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων του δυνάμει του παρόντος Νόμου, εκτός εάν αποδειχθεί ότι η πράξη ή η παράλειψη έγινε κακόπιστα ή οφείλεται σε σοβαρή αμέλεια.

(11)(α) Η Υπηρεσία έχει εξουσία να ελέγχει τους λογαριασμούς και γενικά την οικονομική διαχείριση κάθε εγγεγραμμένης συνεργατικής εταιρείας, τηρουμένων των διατάξεων των παραγράφων (α) και (β) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου:

Νοείται ότι η Υπηρεσία μπορεί, να ασκεί τον έλεγχο των λογαριασμών και της οικονομικής διαχείρισης οποιασδήποτε εταιρείας, με προσοντούχους λογιστές οι οποίοι δεν ανήκουν στην Υπηρεσία, τους οποίους διορίζει για το σκοπό αυτό, κατόπιν σύστασης του Εφόρου και και με την έγκριση του Υπουργού.

(β) Κατά τη διεξαγωγή του ελέγχου κάθε πρόσωπο που είναι  επιφορτισμένο με τον έλεγχο εταιρείας έχει την ίδια εξουσία και δύναται να ασκεί τα ίδια δικαιώματα όπως και οι ελεγκτές των εταιρειών δυνάμει των διατάξεων του εκάστοτε ισχύοντος περί Εταιρειών Νόμου και το πρόσωπο το οποίο έχει στην κατοχή του οποιοδήποτε έγγραφο το οποίον αφορά στην υπό έλεγχο περίοδον ή που δύναται να παράσχει οποιαδήποτε πληροφορία έχει καθήκον να θέσει το έγγραφο ή να παράσχει την πληροφορία αυτή στον επιφορτισμένο με τον έλεγχο της εταιρείας υπάλληλο, διαφορετικά υπόκειται στις ίδιες κυρώσεις και ευθύνες όπως προβλέπει ο περί Εταιρειών Νόμος, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσται.

(γ) Οι λογαριασμοί κάθε εταιρείας θα πρέπει να είναι έτοιμοι για έλεγχο μέσα σε τρείς μήνες ή προκειμένου περί ΣΠΙ μέσα σ’ ένα μήνα από τη λήξη του οικονομικού της έτους.

(δ) Αμέσως μόλις τελειώσει ο έλεγχος των λογαριασμών η Υπηρεσία οφείλει να υποβάλει στην εταιρεία τους ελεγμένους λογαριασμούς και τη σχετική με αυτούς έκθεσή της και αντίγραφο των ως άνω υποβάλλεται στον Έφορο:

Νοείται ότι αντίγραφο των ελεγμένων λογαριασμών και της έκθεσης του ελεγκτή υποβάλλεται στον Έφορο και από τους εγκεκριμένους ελεγκτές που αναφέρονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου.

(ε)  Τα ελεγκτικά δικαιώματα και έξοδα ελέγχου καταβάλλονται κατά τον καθορισμένο τρόπο στην Υπηρεσία.

(12) Οι λογαριασμοί της Υπηρεσίας ελέγχονται κατά τον καθωρισμένον τρόπον και χρόνον υπό προσοντούχου ελεγκτού διοριζομένου υπό του Υπουργού τη εισηγήσει του Εφόρου.

(13)(α) Το ταχύτερον δυνατόν μετά την λήξιν εκάστου έτους, εν πάση δε περιπτώσει ουχί βραδύτερον της 30ής Ιουνίου, η Επιτροπή οφείλει να υποβάλη τω Υπουργώ, μέσω του Εφόρου, ετησίαν έκθεσιν επί της ασκήσεως των εν τω παρόντι άρθρω αναφερομένων αρμοδιοτήτων και καθηκόντων της Υπηρεσίας. Εν τη ετησία εκθέσει δέον όπως περιλαμβάνωνται αντίγραφα των ηλεγμένων λογαριασμών και της εκθέσεως του ελεγκτού της Υπηρεσίας.

(β) Μετά την υποβολήν της ετησίας εκθέσεως της Επιτροπής εις τον Υπουργόν, αντίγραφον αυτής υποβάλλεται υπό του Υπουργού εις το Υπουργικόν Συμβούλιον και την Βουλήν των Αντιπροσώπων.

(14)(α) Το Ταμείον εξελέγξεως και Επιθεωρήσεως το οποίον συνεστήθη δυνάμει των διά του παρόντος Νόμου καταργουμένων Νόμων και των δυνάμει τούτων εκδοθέντων Θεσμών διαλύεται από της ημερομηνίας ενάρξεως της ισχύος του παρόντος άρθρου.

(Α1) Για τη διάλυση του Ταμείου διορίζεται ως εκκαθαριστής ο Επίσημος Παραλήπτης και Έφορος Εταιρειών ο οποίος θα προβεί στην εκκαθάριση αυτή σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου και των Κανονισμών που διέπουν την εκκαθάριση και διάλυση των Συνεργατικών Εταιρειών.

(β) Ανεξαρτήτως των διατάξεων οιουδήποτε ετέρου νόμου, οι κατά την ημέραν ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου ασκούντες ελεγκτικά καθήκοντα υπάλληλοι του Ταμείου Εξελέγξεως και Επιθεωρήσεως μεταφέρονται εις την Υπηρεσίαν και εξακολουθούν να υπηρετούν υπό τους αυτούς όρους ως και προ της τοιαύτης μεταφοράς. Εις περίπτωσιν καταργήσεως δι’ οιονδήποτε λόγον της θέσεως των ούτω πως μεταφερομένων υπαλλήλων ούτοι θεωρούνται ότι εξακολουθούν να κατέχουν την θέσιν των μετά πάντων των προνομίων και ωφελημάτων αυτής μέχρις ότου αφυπηρετήσουν ή διορισθούν ή προαχθούν είτε εις δημιουργηθείσαν θέσιν είτε σε άλλην θέσιν. Οι κατά την ιδίαν ημέραν υπηρετούντες λοιποί υπάλληλοι του ως προείρηται Ταμείου μεταφέρονται εις την Υπηρεσίαν και εξακολουθούν να υπηρετούν υπό τους αυτούς όρους ως και προ της τοιαύτης μεταφοράς των εφ’ όσον αι υπηρεσίαι των ήθελον κριθή υπό της Επιτροπής αναγκαίαι.

(15)(α) Το Υπουργικόν Συμβούλιον εκδίδει Κανονισμούς διά την καλυτέραν εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος άρθρου και διά τον καθορισμόν παντός θέματος το οποίον δυνάμει των διατάξεων τούτου χρήζει ή είναι δεκτικόν καθορισμού.

(β) Κανονισμοί εκδιδόμενοι επί τη βάσει του παρόντος άρθρου κατατίθενται εις την Βουλήν των Αντιπροσώπων. Εάν εντός τριάκοντα ημερών από της τοιαύτης καταθέσεως η Βουλή των Αντιπροσώπων δι’ αποφάσεως αυτής δεν τροποποποιήση ή ακυρώση τους ούτω κατατεθέντας Κανονισμούς, εν όλω ή εν μέρει, τότε ούτοι αμέσως μετά την πάροδον της ως άνω προθεσμίας δημοσιεύονται εν τη επισήμω Εφημερίδι της Δημοκρατίας και, εκτός εάν άλλως προνοήται εν αυτοίς, τίθενται εν ισχύι από της τοιαύτης δημοσιεύσεως. Εν περιπτώσει τροποποιήσεως τούτων, εν όλω ή εν μέρει, υπό της Βουλής των Αντιπροσώπων, ούτοι δημοσιεύονται εν τη επισήμω Εφημερίδι ως ήθελον ούτω τροποποιηθή υπ’ αυτής και, εκτός εάν άλλως προνοήται εν αυτοίς, τίθενται εν ισχύι από της τοιαύτης δημοσιεύσεως.

(16) [Καταργήθηκε].