Ερμηνεία

2. Εν τω παρόντι Νόμω, εκτός εάν εκ του κειμένου προκύπτη διάφορος έννοια-

“άδεια λειτουργίας” σημαίνει την παρεχόμενη δυνάμει του Μέρους VIA άδεια για την άσκηση εργασιών αποδοχής καταθέσεων ή άλλων επιστρεπτέων κεφαλαίων από το κοινό, συμπεριλαμβανομένης άδειας λειτουργίας κατόπιν σύνδεσης εγγεγραμμένης εταιρείας με τον Κεντρικό Φορέα·

“αναγνωρισμένο συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα” σημαίνει την εγγεγραμμένη εταιρεία, στην οποία έχει παραχωρηθεί άδεια λειτουργίας και, η οποία δεν έχει ανακληθεί, αφού έχει διαπιστωθεί ότι ανταποκρίνεται προς τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο·

“αξιωματούχος” περιλαμβάνει τον πρόεδρον, γραμματέα, μέλος της επιτροπείας, μέλος του συμβουλίου ή έτερον πρόσωπον εξουσιοδοτημένον δυνάμει των διατάξεων των Θεσμών ή των ειδικών κανονισμών όπως δίδη οδηγίας αναφορικώς προς τας εργασίας εγγεγραμμένης εταιρείας·

“ασφαλιστική επιχείρηση” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τους περί της Ασκήσεως Ασφαλιστικών Εργασιών και Άλλων Συναφών θεμάτων Νόμους του 2002 μέχρι (Αρ. 6) του 2004·

“Δευτεροβάθμιος Συνεργατική Εταιρεία” σημαίνει συνεργατικήν εταιρείαν της οποίας έστω και εν μέλος είναι πρωτοβάθμιος συνεργατική εταιρεία·

“Δικαστήριον” σημαίνει το Επαρχιακόν Δικαστήριον της Επαρχίας όπου ευρίσκεται η εγγεγραμμένη διεύθυνσις της συνεργατικής εταιρείας·

“εγγεγραμμένη εταιρεία” σημαίνει συνεργατικήν εταιρείαν εγγεγραμμένην ή λογιζομένην ως εγγεγραμμένην δυνάμει του παρόντος Νόμου·

“ειδικοί κανονισμοί” σημαίνει τους εκάστοτε εν ισχύι εγγεγραμμένους ειδικούς κανονισμούς εγγεγραμμένης εταιρείας και περιλαμβάνει εγγεγραμμένην τροποποίησιν των ειδικών κανονισμών·

“Επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες” σημαίνει οποιεσδήποτε από τις υπηρεσίες και δραστηριότητες του Τμήματος Α του Πίνακα του Παραρτήματος, οι οποίες αφορούν οποιοδήποτε από τα μέσα που προσδιορίζονται στο Τμήμα Γ του Πίνακα του Παραρτήματος.

“επιμέρισμα” σημαίνει μερίδιον εκ των κερδών εγγεγραμμένης εταιρείας το οποίον διανέμεται μεταξύ των μελών της αναλόγως του ύψους των συναλλαγών των γενομένων υπ’ αυτών μετά της τοιαύτης εταιρείας εκ των οποίων και προέκυψαν τα κέρδη της εταιρείας·

“επιτροπεία” και “συμβούλιον” σημαίνει το όργανον το επιφορτισμένον με την διοίκησιν εγγεγραμμένης εταιρείας εις το οποίον ανετέθη η διαχείρισις των υποθέσεων αυτής·

“Επιτροπή” σημαίνει την υπό του άρθρου 5 καθιδρυόμενη Επιτροπή της Υπηρεσίας Εποπτείας Συνεργατικών Εταιρειών·

“επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών” ή, κατά ταυτόσημη έννοια, “Ε.Π.Ε.Υ.” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τους περί των Επιχειρήσεων Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών Νόμους του 2002 μέχρι (Αρ. 2) του 2004».

“εργασίες αποδοχής καταθέσεων” σημαίνει τις εργασίες αποδοχής καταθέσεων ή άλλων επιστρεπτέων κεφαλαίων από το κοινό·

“Έφορος” σημαίνει τον δυνάμει του άρθρου 4 διοριζόμενον Έφορον Υπηρεσίας Εποπτείας Συνεργατικών Εταιρειών·

“ηλεκτρονικό χρήμα” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Ηλεκτρονικού Χρήματος Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε αντικαθίσταται ή τροποποιείται·

“Θεσμοί” σημαίνει τους δυνάμει του παρόντος Νόμου εκδιδομένους Θεσμούς·

“κατάθεση” σημαίνει ποσό χρημάτων που καταβάλλεται ή εισπράττεται με όρους, βάσει των οποίων θα αποπληρωθεί με τόκο ή χωρίς τόκο ή υπέρ το άρτιο σε πρώτη ζήτηση ή σε τακτή προθεσμία ή υπό όρους που συμφωνούνται από ή εκ μέρους του προσώπου που καταβάλλει  και του  προσώπου που  εισπράττει  το  ποσό,  αλλά οι όροι αυτοί δε σχετίζονται με την πώληση ή τη διάθεση αγαθών ή περιουσιακών  στοιχείων, την  παροχή υπηρεσιών ή την έκδοση χρεωστικών ομολόγων ή μετοχών·

“Κεντρική Τράπεζα” σημαίνει την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου·

“Κεντρικός Φορέας” σημαίνει τη Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ·

“κράτος μέλος” σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

“κράτος μέλος καταγωγής” σημαίνει το κράτος μέλος όπου έχει χορηγηθεί άδεια λειτουργίας για την άσκηση εργασιών αποδοχής καταθέσεων·

“μέρισμα” σημαίνει κέρδη τα οποία διανέμονται επί τη βάσει του μετοχικού κεφαλαίου εγγεγραμμένης εταιρείας·

“μετοχές” ή “μετοχές τάξης Α΄” σημαίνει μετοχές εκδιδόμενες από εγγεγραμμένη εταιρεία, οι οποίες κατέχονται αποκλειστικά από τα μέλη της και διέπονται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και τους δυνάμει αυτού εκδιδόμενους θεσμούς·

“μετοχές τάξης Β΄” σημαίνει μετοχές εκδιδόμενες από εγγεγραμμένη εταιρεία, οι οποίες δεν παρέχουν στους κατόχους τους δικαίωμα ψήφου, δυνατό να κατέχονται και από πρόσωπα που δεν είναι μέλη της και διέπονται από τα εδάφια (4), (4Α)(α) και (4Β) του άρθρου 12Α και το εδάφιο (2) του άρθρου 31Α·

“μέτρα εξυγίανσης”  σημαίνει  οποιαδήποτε μέτρα αποσκοπούν στη διαφύλαξη ή στην αποκατάσταση της οικονομικής κατάστασης εγγεγραμμένης εταιρείας που ασκεί εργασίες συνεργατικού πιστωτικού ιδρύματος και περιλαμβάνουν μέτρα αναστολής πληρωμών ή αναστολής μέτρων εκτέλεσης εναντίον της περιουσίας εγγεγραμμένης εταιρείας·

“μέλος” περιλαμβάνει πρόσωπον ή εγγεγραμμένην εταιρείαν το οποίον ή η οποία συνυπογράφει την αίτησιν διά την εγγραφήν εταιρείας, και παν πρόσωπον ή πάσαν εγγεγραμμένην εταιρείαν το οποίον ή η οποία εγένετο δεκτόν ή δεκτή ως μέλος μετά την εγγραφήν συμφώνως προς τους Θεσμούς και τους ειδικούς κανονισμούς·

“μητρική εταιρεία” και “θυγατρική εταιρεία” έχουν την έννοια που τους αποδίδεται από το άρθρο 148 του περί Εταιρειών Νόμου·

“Οδηγία 2006/48/ΕΚ” σημαίνει την Οδηγία 2006/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 2006 σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων (αναδιατύπωση)·

“Παρεπόμενες υπηρεσίες” σημαίνει οποιεσδήποτε από τις υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στο Τμήμα Β του Πίνακα του Παραρτήματος, οι οποίες αφορούν οποιοδήποτε από τα μέσα που προσδιορίζονται στο Τμήμα Γ του Πίνακα του Παραρτήματος·

“περιουσία” σημαίνει παντός είδους κινητήν ή ακίνητον ιδιοκτησίαν κατεχομένην υπό εγγεγραμμένης εταιρείας και αναγκαίαν διά τους σκοπούς της τοιαύτης εταιρείας·

“πρόγραμμα δραστηριοτήτων” σημαίνει το πρόγραμμα, το οποίο περιλαμβάνει τις εργασίες και πράξεις που το συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα προτίθεται να αναπτύξει,   την   οργανωτική    διάρθρωση   που   έχει   ή προτίθεται  να αποκτήσει και οποιοδήποτε άλλο στοιχείο, πληροφορία ή μελέτη, η Επιτροπή ήθελε καθορίσει, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 41Ζ·

“προνομιούχες μετοχές” σημαίνει μετοχές εκδιδόμενες από εγγεγραμμένη εταιρεία οι οποίες δεν έχουν δικαίωμα ψήφου, δυνατό να κατέχονται και από πρόσωπα που δεν είναι μέλη της και διέπονται από τα εδάφια (4), (4Α)(β) και (4Β) του άρθρου 12Α·

“Πρωτοβάθμιος Συνεργατική Εταιρεία” σημαίνει συνεργατικήν εταιρείαν της οποίας τα μέλη είναι φυσικά πρόσωπα·

“Συμβουλευτική Επιτροπή” [Διαγράφηκε]

“συνεργατική νομοθεσία” σημαίνει τον παρόντα Νόμο,  τους Θεσμούς, τα διατάγματα, τις οδηγίες ή τις αποφάσεις που εκδίδονται δυνάμει αυτού·

“συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα” σημαίνει την εγγεγραμμένη εταιρεία, της οποίας η δραστηριότητα συνίσταται στην αποδοχή καταθέσεων ή άλλων επιστρεπτέων κεφαλαίων από το κοινό ή στη χορήγηση πιστώσεων για ίδιο λογαριασμό και περιλαμβάνει αναγνωρισμένα συνεργατικά πιστωτικά ιδρύματα ή  συνεργατικά πιστωτικά ιδρύματα κατόπιν σύνδεσής τους με τον Κεντρικό Φορέα ή άλλες εγγεγραμμένες εταιρείες, οι οποίες κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου ασκούν εργασίες που προσιδιάζουν προς τις πιο πάνω αναφερόμενες δραστηριότητες ή νομικά πρόσωπα ή ενώσεις προσώπων που έχουν συσταθεί ως συνεργατικοί οργανισμοί σε κράτος άλλο από τη Δημοκρατία και που έχουν δικαίωμα άσκησης στη Δημοκρατία δραστηριοτήτων συνεργατικού πιστωτικού ιδρύματος·

“τρίτη χώρα” σημαίνει κράτος άλλο από τη Δημοκρατία ή κράτος μέλος·

“Τριτοβάθμιος Συνεργατική Εταιρεία” σημαίνει συνεργατικήν εταιρείαν της οποίας έστω και εν μέλος είναι Δευτεροβάθμιος Συνεργατική Εταιρεία·

“Υπηρεσία” σημαίνει την υπό του άρθρου 19 καθιδρυομένην Ελεγκτικήν Υπηρεσίαν Συνεργατικών Εταιρειών·

“υποκατάστημα” σημαίνει τη χωρίς νομική προσωπικότητα μονάδα διεξαγωγής εργασιών συνεργατικού πιστωτικού ιδρύματος, η οποία ευρίσκεται σε  κράτος άλλο από το κράτος, στο οποίο έχει χορηγηθεί άδεια λειτουργίας για την άσκηση εργασιών αποδοχής καταθέσεων στο συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα·

“Υπουργός” σημαίνει τον Υπουργόν Εμπορίου και Βιομηχανίας·

“Χρηματοοικονομικά μέσα” σημαίνει τα μέσα που προσδιορίζονται στο Τμήμα Γ του Πίνακα του Παραρτήματος·