ΜΕΡΟΣ V ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΦΟΡΩΣΑΙ ΕΙΣ ΥΠΟΘΗΚΑΣ
Δηλώσεις ενυποθήκου οφειλέτου και ενυποθήκου δανειστού και προσαγόμενα έγγραφα

21.-(1) Αι έγγραφοι δηλώσεις αίτινες προσάγονται τω Επαρχιακώ Κτηματολογικώ Γραφείω υπό του ενυποθήκου οφειλέτου και του ενυποθήκου δανειστού διαλαμβάνουσι τα ακόλουθα στοιχεία:

(α) περιγραφήν του ακινήτου εφ’ ου σκοπείται η σύστασις υποθήκης, γενομένην δι’ αναφοράς εις την τοποθεσίαν αυτού, τον αριθμόν και ημερομηνίαν εγγραφής και την μερίδα ή συμφέρον εφ’ ου σκοπείται η σύστασις υποθήκης

(β) βεβαίωσιν περί του εάν επήλθεν οιαδήποτε αλλαγή εις την κατάστασιν του ακινήτου εφ’ ου σκοπείται η σύστασις υποθήκης, ως αύτη περιγράφεται εν τη εγγραφή αυτού, και περί της φύσεως της τοιαύτης αλλαγής, και βεβαίωσιν περί του εάν υπάρχη οιαδήποτε υφισταμένη μίσθωσις του τοιούτου ακινήτου

(γ) εις την περίπτωσιν του ενυποθήκου οφειλέτου, σύμβασιν υποθήκης χαρτοσεσημασμένην συμφώνως ταις διατάξεσι του εκάστοτε εν ισχύϊ νόμου, εκθέτουσαν ότι εις πρώτην ζήτησιν ή κατά τινα ημερομηνίαν, καθωρισμένην ή δυναμένην να προσδιορισθή, ούτος επέχει υποχρέωσιν, τελούσαν υπό αίρεσιν ή απόλυτον τοιαύτην, όπως καταβάλη τω ενυποθήκω δανειστή χρηματικόν τι ποσόν, καθωρισμένον ή δυνάμενον να προσδιορισθή, ομού μετά τυχόν συμφωνηθέντος τόκου επί του ποσού τούτου ή μέρους αυτού, εις ποσοστόν καθωρισμένον ή δυνάμενον να προσδιορισθή δι’ αναφοράς εις οιονδήποτε έτερον ποσοστόν, και ομού μετά των εξόδων των διενεργουμένων εν περιπτώσει λήψεως νομίμων μέτρων προς είσπραξιν του ως είρηται ποσού και τόκου:

Νοείται ότι οσάκις συνιστάται υποθήκη προς εξασφάλισιν μελλούσης ή υπό αίρεσιν υποχρεώσεως, περιλαμβανομένης και υποχρεώσεως αφορώσης εις χρηματικόν τι ποσόν καταβλητέον διά δόσεων ή αφορώσης εις το υπόλοιπον τρέχοντος λογαριασμού, δέον όπως τυγχάνη καθορισμού το μέγιστον ποσόν της πιθανής υποχρεώσεως όπερ και θα λογίζηται ως το ποσόν προς εξασφάλισιν ούτινος συνιστάται η εν λόγω υποθήκη

(δ) εις την περίπτωσιν του ενυποθήκου οφειλέτου, βεβαίωσιν αυτού ότι ούτος είναι το πρόσωπον όπερ εμφαίνεται ως κύριος του τοιούτου ακινήτου και ότι συνεφώνησεν όπως υποθηκεύση τούτο υπέρ του κατονομαζομένου ως ενυποθήκου δανειστού προσώπου

(ε) εις την περίπτωσιν του ενυποθήκου δανειστού, βεβαίωσιν αυτού ότι συνεφώνησεν όπως αποδεχθή την συσταθησομένην επί του τοιούτου ακινήτου υποθήκην υπό τους όρους τους καθοριζομένους εν τη περί υποθήκης συμβάσει και εν τη βεβαιώσει του ενυποθήκου οφειλέτου

(στ) βεβαίωσιν αφορώσαν εις το γεγονός, ότι εκάτερος των συμβαλλομένων γνωρίζει τον έτερον και

(ζ) βεβαίωσιν των συμβαλλομένων ότι ούτοι επιθυμούσιν όπως η ως είρηται υποθήκη τύχη εγγραφής.

(2) Αι έγγραφοι δηλώσεις περί ων το εδάφιον (1) θα είναι εν τω τύπω Β τω καθοριζομένω εις το Δεύτερον Παράρτημα.

(3) Τα έτερα έγγραφα άτινα προσάγονται τω Επαρχιακώ Κτηματολογικώ Γραφείω καθ’ ον χρόνον διενεργείται η δήλωσις είναι τα ακόλουθα:

(α) το πιστοποιητικόν εγγραφής του ακινήτου εφ’ ου σκοπείται η σύστασις υποθήκης και

(β) δύο αντίτυπα των εν εδαφίω (1) αναγραφομένων δηλώσεων.

Αι υποθήκαι ασφάλεια υφισταμένης, μελλούσης ή υπό αίρεσιν υποχρεώσεως. Εγγυήσεις

22.-(1) Υποθήκη δύναται να συσταθή ως ασφάλεια διά την εκπλήρωσιν υφισταμένης, μελλούσης, ή υπό αίρεσιν υποχρεώσεως, περιλαμβανομένης και υποχρεώσεως αφορώσης εις χρηματικόν τι ποσόν καταβλητέον διά δόσεων ή εις το υπόλοιπον τρέχοντος λογαριασμού.

(2) Οσάκις συνιστάται υποθήκη προς εξασφάλισιν μελλούσης ή υπό αίρεσιν υποχρεώσεως ή περιοδικών πληρωμών ή υπολοίπου τρέχοντος λογαριασμού, υφίσταται δικαίωμα προτεραιότητος, ως προνοείται εν άρθροις 23 και 30, καθ’ όσον αφορά ολόκληρον το εκάστοτε οφειλόμενον δυνάμει της υποθήκης ποσόν, από της ημερομηνίας καθ’ ην το ακίνητον βαρύνεται διά ταύτης δυνάμει των διατάξεων του ως είρηται άρθρου 23.

(3) Την πληρωμήν του εξασφαλιζομένου δι’ υποθήκης ποσού δύναται να εγγυηθή οιονδήποτε πρόσωπον.

Συνέπειαι υποθήκης

23.-(1) Αφ’ ότου ήθελε γίνει αποδεκτή δήλωσις υποθήκης, το ακίνητον εφ’ ου συνέστη η υποθήκη και εφόσον διαρκεί αύτη βαρύνεται διά της πληρωμής του διά  ταύτης εξασφαλιζομένου ποσού, κατά προτεραιότητα έναντι πάσης ετέρας οφειλής και υποχρεώσεως του ενυποθήκου οφειλέτου ή του εκάστοτε κυρίου αυτού, εξαιρουμένων των οφειλών των εξασφαλιζομένων διά προηγουμένης δηλώσεως υποθήκης επί του αυτού ακινήτου ως και πάσης επιβαρύνσεως ήτις δυνάμει των διατάξεων οιουδήποτε εκάστοτε  εν ισχύϊ νόμου ικανοποιείται κατά προτεραιότητα έναντι οιασδήποτε ετέρας επιβαρύνσεως ή εμπραγμάτου βάρους:

Νοείται ότι οσάκις-

(α) τα δυνάμει των διατάξεων του εκάστοτε εν ισχύϊ νόμου εισπρακτέα επί τη εγγραφή της υποθήκης τέλη και δικαιώματα δεν καταβάλλωνται αμέσως μετά την δήλωσιν ή

(β) της δηλώσεως γενομένης παρά τινι ετέρω Επαρχιακώ Κτηματολογιώ Γραφείω ή παρά τινι παραρτήματι, η εγγραφή της υποθήκης ήρτηται εκ της ασκήσεως διακριτικής εξουσίας παρά του Διευθυντού συμφώνως ταις διατάξεσι του άρθρου 14,

η επιβάρυνσις του ακινήτου περί ου η δήλωσις υποθήκης διά της πληρωμής του εξασφαλιζομένου διά της υποθήκης ποσού τελεί υπό αίρεσιν πληρουμένην άμα τη καταβολή των τελών και δικαιωμάτων ως καθορίζεται εν άρθρω 15 ή, αναλόγως της περιπτώσεως, άμα ως ο Διευθυντής ήθελεν αποφασίσει εν τη ενασκήσει της δυνάμει του άρθρου 14 διακριτικής αυτού εξουσίας, όπως εγγράψη την υποθήκην:

Νοείται ότι εάν τα τοιαύτα τέλη και δικαιώματα καταβληθώσιν ως εν τοις ανωτέρω ή, αναλόγως της περιπτώσεως, ο Διευθυντής αποφασίση να εγγράψη την υποθήκην, το περί ου η δήλωσις υποθήκης ακίνητον θα θεωρήται βεβαρυμένον διά της πληρωμής του διά της υποθήκης εξασφαλιζομένου ποσού αναδρομικώς από της ημερομηνίας και του χρόνου καθ’ ον η δήλωσις υποθήκης εγένετο αποδεκτή.

(2) Τηρουμένων των εν εδαφίω (3) του άρθρου 12 του περί Ανακουφίσεως Αγροτών Οφειλετών Νόμου 1962 διαλαμβανομένων διατάξεων, το άνω ακίνητον θα παραμείνη βεβαρυμένον ως εν εδαφίω (1), μέχρις ου-

(α) τούτο απαλλαγή της υποθήκης συμφώνως τω άρθρω 34 ή

(β) εξαλειφθή η υποθήκη συμφώνως τω άρθρω 35 ή

(γ) ακυρωθή η υποθήκη συμφώνως τω άρθρω 36 ή

(δ) το τοιούτο ακίνητον πωληθή διά πλειστηριασμού συμφώνως ταις διατάξεσι του περί Ανακουφίσεως Αγροτών Οφειλετών Νόμου του 1962, ή του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, είτε, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (6) του άρθρου 41, συμφώνως ταις διατάξεσι του μερους VI ή

(ε) το τοιούτο ακίνητον υποστή αναγκαστικήν απαλλοτρίωσιν παρ’ οιουδήποτε προσώπου, οργανισμού ή αρχής δυνάμει των διατάξεων οιουδήποτε εκάστοτε εν ισχύϊ νόμου ή

(στ) εξοφληθή το διά της υποθήκης εξασφαλιζόμενον ποσόν εκ του προϊόντος πωλήσεως, διεξαχθείσης δυνάμει οιουδήποτε των εν παραγράφω (δ) αναφερομένων Νόμων, οιουδήποτε ετέρου ακινήτου περιλαμβανομένου εν τη αυτή υποθήκη.

Σιωπηρός όρος και υποχρεώσεις ενυποθήκου οφειλέτου

24. Εν πάση υποθήκη ακινήτου περιέχεται σιωπηρός όρος ότι ο ενυπόθηκος οφειλέτης κέκτηται δικαίωμα υποθηκεύσεως του τοιούτου ακινήτου, και εφ’ όσον δεν διαλαμβάνεται ρήτρα περί του εναντίου εν τη περί υποθήκης συμβάσει, ο ενυπόθηκος οφειλέτης ενέχεται έναντι του ενυποθήκου δανειστού-

(α) όπως καταβάλλη πάντα φόρον, τέλος και ετέραν δαπάνην αφορώσαν εις το ενυπόθηκον ακίνητον

(β) όπως επισκευάζη και διατηρή εις καλήν κατάστασιν πάσαν οικοδομήν ανεγερθείσαν ή ετέραν βελτίωσιν γενομένην επί του ενυποθήκου ακινήτου και όπως μη κατεδαφίση ή προκαλέση ζημίας εις ταύτας άνευ, της συναινέσεως του ενυποθήκου δανειστού:

Νοείται ότι ουδέν των εν τη παρούση παραγράφω διαλαμβανομένων δύναται να ερμηνευθή ως επιβάλλον τω ενυποθήκω οφειλέτη την υποχρέωσιν όπως προβαίνη εις οιανδήποτε επισκευήν δι’ ης αι τοιαύται οικοδομαί ή έτεραι βελτιώσεις θα περιήρχοντο εις κατάστασιν καλλιτέραν της καταστάσεως εις ην αύται ευρίσκοντο κατά την ημερομηνίαν καθ’ ην εγένετο η δήλωσις της υποθήκης

(γ) όπως εξακολουθή να διατηρή και καλλιεργή πάσαν γεωργικήν γαίαν περιλαμβανομένην εις το ενυπόθηκον ακίνητον, κατά τον προσήκοντα τρόπον και διά των σωφρόνων γεωργικών μεθόδων, και όπως μη αποκόπτη οιονδήποτε των επ’ αυτής φυομένων δένδρων, εκτός εάν τούτο γίνεται κατά την συνήθη σώφρονα γεωργικήν διαχείρισιν ή τη συναινέσει του ενυποθήκου δανειστού

(δ) όπως κατά πάντα εύλογον χρόνον εφ’ όσον η υποθήκη είναι συνεστημένη, και κατόπιν ευλόγου προειδοποιήσεως προς τον ενυπόθηκον οφειλέτην, επιτρέπη, εις τον ενυπόθηκον δανειστήν ή τον αντιπρόσωπον αυτού όπως εισέρχηται εις το  ενυπόθηκον ακίνητον και εξετάζη εις οίαν κατάστασιν επισκευής, συντηρήσεως ή, αναλόγως της περιπτώσεως, καλλιεργείας ευρίσκεται τούτο.

Δικαιώματα ενυποθήκου δανειστού

25. Εφ’ όσον υφίσταται συνεστημένη υποθήκη επί ακινήτου, ο ενυπόθηκος δανειστής κέκτηται έναντι του ενυποθήκου οφειλέτου το δικαίωμα όπως ζητήση και φυλάσση το πιστοποιητικόν εγγραφής του τοιούτου ακινήτου, και εάν ο ενυπόθηκος οφειλέτης ησφάλισεν ή πρόκειται να ασφαλίση τούτο εναντίον ζημιών ή φθοράς, να ζητήση και φυλάσση το ασφαλιστήριον ως και τας αποδείξεις πληρωμής των σχετικών ασφαλίστρων.

Εξουσία ενυποθήκου δανειστού προς προστασίαν του ενυποθήκου ακινήτου

26. Εφ’ όσον υφίσταται συνεστημένη υποθήκη επί ακινήτου ο ενυπόθηκος δανειστής κέκτηται συντρεχούσας και ισοδυνάμους μετά του ενυποθήκου οφειλέτου εξουσίας προς λήψιν δικαστικών μέτρων, αστικών ή ποινικών, εναντίον οιουδήποτε προσώπου διά την προστασίαν του τοιούτου ακινήτου από πάσης ζημίας ή φθοράς.

Υπερημερία πλήρωμής δόσεως τινός ή τόκου

27.-(1) Οσάκις εν συμβάσει υποθήκης προνοείται ότι το διά της υποθήκης εξασφαλιζόμενον ποσόν θα αποπληρωθή διά δόσεων πληρωτέων κατά τας εν τη συμβάσει καθωρισμένας ημερομηνίας, και η πληρωμή οιασδήποτε δόσεως καθίσταται υπερήμερος, ολόκληρον το ούτω εξασφαλιζόμενον ποσόν καθίσταται απαιτητόν από της ημερομηνίας καθ’ ην η πληρωμή της δόσεως κατέστη υπερήμερος, εκτός εάν η σύμβασις διαλαμβάνη ρήτραν περί του εναντίου.

(2) Οσάκις εν συμβάσει υποθήκης προνοείται ότι ο επί του διά της υποθήκης εξασφαλιζομένου ποσού πληρωτέος τόκος θα καταβάλληται εις τακτικά διαστήματα προ της καθωρισμένης διά την πληρωμήν του τοιούτου ποσού ημερομηνίας, και η πληρωμή τοιούτου τόκου καθίσταται υπερήμερος, ολόκληρον το ούτω εξασφαλιζόμενον ποσόν καθίσταται απαιτητόν από της ημερομηνίας καθ’ ην η πληρωμή του τόκου κατέστη υπερήμερος, εκτός εάν η σύμβασις διαλαμβάνη ρήτραν περί του εναντίου.

Αντικατάστασις εγγραφών εις υποθήκας

28.Ο Διευθυντής δύναται κατά νόμον να προβή εις νέαν εγγραφήν ή εγγραφάς εν σχέσει προς ακίνητον ή μέρος αυτού βαρυνόμενον διά της πληρωμής ποσού εξασφαλιζομένου δι’ υποθήκης, και να αντικαταστήση εν τη υποθήκη την προηγουμένην εγγραφήν του ως είρηται ακινήτου διά των ούτω γενομένων εγγραφών-

(α) οσάκις είναι τούτο αναγκαίον προς εφαρμογήν των διατάξεων οιουδήποτε εκάστοτε εν ισχύϊ νόμου ή

(β) οσάκις ο ενυπόθηκος οφειλέτης και ο ενυπόθηκος δανειστής και οιοσδήποτε εγγυητής του ενυποθήκου οφειλέτου παρέχωσιν έγγραφον διά τοιαύτην πράξιν συναίνεσιν:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα αρνούνται ή αμελούν να προσκομίσουν εντός τριάντα (30) ημερών από σχετική έγγραφη ειδοποίηση του Διευθυντή την έγγραφη συναίνεσή τους, ο Διευθυντής δύναται να αντικαταστήσει στην υποθήκη την εγγραφή του ακινήτου με τις νέες εγγραφές που θα εκδοθούν:

Νοείται περαιτέρω ότι εν πάση τοιαύτη περιπτώσει παραδίδεται τω ενυποθήκω δανειστή το πιστοποιητικόν της ούτω γενομένης νέας εγγραφής, το δε αφορών εις την προηγουμένην εγγραφήν τοιούτο επιστρέφεται τω Διευθυντή.

Μεταγενέστεραι υποθήκαι

29.-(1) Ο κύριος ακινήτου εφ’ ου συνέστη υποθήκη προς εξασφάλισιν της πληρωμής ποσού τινος δύναται, ανεξαρτήτως της υπάρξεως της τοιαύτης υποθήκης, να συστήση μίαν ή πλείονας προσέτι υποθήκας επί του αυτού ακινήτου δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου( αι διατάξεις του παρόντος Νόμου θα εφαρμόζωνται, τηρουμένων των αναλογιών, επί πάσης τοιαύτης μεταγενεστέρας υποθήκης ως και επί της το πρώτον συσταθείσης τοιαύτης:

Νοείται ότι-

(α) οσάκις σκοπείται η διενέργεια δηλώσεως οιασδήποτε μεταγενεστέρας υποθήκης παρά τω αρμοδίω Επαρχιακώ Κτηματολογικώ Γραφείω, προ της αποδοχής της δηλώσεως ο μέλλων ενυπόθηκος δανειστής βεβαιοί ενυπογράφως ότι έλαβε γνώσιν της υφισταμένης υποθήκης και πάντων των στοιχείων αυτής

(β) οσάκις η δήλωσις τοιαύτης μεταγενεστέρας υποθήκης διενεργείται παρ’ οιωδήποτε ετέρω Επαρχιακώ Κτηματολογικώ Γραφείω ή παρά τινι παραρτήματι, το πρόσωπον όπερ ου εγένετο η δήλωσις της τοιαύτης υποθήκης υπογράφει βεβαίωσιν συμφώνως τη παραγράφω (α) της παρούσης επιφυλάξεως, πριν ή ο Διευθυντής αποφασίση να εγγράψη την υποθήκην εν τη ενασκήσει της δυνάμει του άρθρου 14 παρασχεθείσης αυτώ διακριτικής εξουσίας.

(2) Απαγορεύεται η σύστασις μεταγενεστέρας υποθήκης συμφώνως τω εδαφίω (1), εκτός εάν το ενυπόθηκον ακίνητον περιλαμβάνη-

(α) παν ακίνητον περιλαμβανόμενον εις υφισταμένην υποθήκην επί του αυτού ακινήτου και

(β) ουδέν έτερον ακίνητον.

Τάξις υποθηκών

30. Η τάξις δύο ή πλειόνων υποθηκών επί του αυτού ακινήτου κανονίζεται αναλόγως της σειράς καθ’ ην αύται εδηλώθησαν εις το Επαρχιακόν Κτηματολογικόν Γραφείον ή παράρτημα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

Μεταβίβασις ακινήτου υποκειμένου εις υποθήκην και υποχρέωσις δικαιοδόχου

31.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου ο κύριος ακινήτου εφ’ ου συνέστη υποθήκη προς εξασφάλισιν της πληρωμής οιουδήποτε ποσού δύναται, παρά την ύπαρξιν της τοιαύτης υποθήκης και εφ’ όσον η περί αυτής σύμβασις δεν διαλαμβάνει ρήτραν περί του εναντίου, να μεταβιβάση το ως είρηται ακίνητον δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι-

(α) οσάκις η δήλωσις της τοιαύτης μεταβιβάσεως διενεργείται παρά τω αρμοδίω Επαρχιακώ Κτηματολογικώ Γραφείω, πριν ή γενή αποδεκτή η δήλωσις, ο δικαιοδόχος βεβαιοί  ενυπογράφως ότι έλαβε γνώσιν της υφισταμένης υποθήκης και πάντων των στοιχείων αυτής

(β) οσάκις η δήλωσις της τοιαύτης μεταβιβάσεως διενεργείται παρ’ οιωδήποτε ετέρω Επαρχιακώ Κτηματολογικώ Γραφείω ή παρά τινι παραρτήματι, ο δικαιοδόχος υπογράφει βεβαίωσιν συμφώνως τη παραγράφω (α) της παρούσης επιφυλάξεως πριν ή ο Διευθυντής αποφασίση να εγγράψη την μεταβίβασιν εν τη ενασκήσει της δυνάμει του άρθρου 14 παρασχεθείσης αυτώ διακριτικής εξουσίας

(γ) άμα ως πληρωθώσιν αι προϋποθέσεις της παραγτράφου (α) ή, αναλόγως της περιπτώσεως, της παραγράφου (β), ο Διευθυντής γνωστοποιεί εις τον ενυπόθηκον δανειστήν την μεταβίβασιν του ως είρηται ακινήτου, ως και το όνομα και την διεύθυνσιν του εν τη δηλώσει αναφερομένου ως δικαιοδόχου:

Νοείται ότι ο δικαιοδόχος οφείλει να καταβάλη άπαντα τα τέλη και δικαιώματα τα πληρωτέα δυνάμει των διατάξεων του εκάστοτε εν ισχύϊ νόμου διά την υπό του Διευθυντού διενεργηθησομένην τοιαύτην γνωστοποίησιν ευθύς ως ήθελον πληρωθή αι προϋποθέσεις της παραγράφου (α) ή, αναλόγως της περιπτώσεως, της παραγράφου (β).

(2) Οσάκις, στη σύμβαση υποθήκης, υπάρχει απαγορευτική ρήτρα για τη μεταβίβαση της κυριότητας ενυπόθηκου ακινήτου, τότε, για τη μεταβίβαση του ακινήτου αυτού, απαιτείται η έγγραφη συγκατάθεση τόσο του ενυπόθηκου δανειστή όσο και των εγγυητών στη σύμβαση, οπόταν το ακίνητο μεταβιβάζεται επιβαρυμένο με την υποθήκη.

(3) Απαγορεύεται η δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) μεταβίβασις ακινήτου εφ’ ου συνέστη υποθήκη προ της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου-

(α) μέχρις ου προσαχθή η διά την σκοπουμένην μεταβίβασιν έγγραφος συναίνεσις του ενυποθήκου δανειστού και παντός εγγυητού του ενυποθήκου οφειλέτου, υπογραφείσα ενώπιον του αρμοδίου λειτουργού ή τυχούσα πιστοποιήσεως παρά τινος αρμοδίας αρχής ως καθορίζεται εν εδαφίω (3) του άρθρου 10 ή

(β) οσάκις δεν είναι δυνατή η λήψις της αναφερομένης εν παραγράφω (α) εγγράφου συναινέσεως ενυποθήκου δανειστού ή οιουδήποε εγγυητού, ή οσάκις οιονδήποτε των άνω προσώπων άνευ ευλόγου αιτίας αρνείται να παράσχη την τοιαύτην συναίνεσιν, μέχρις ου το Επαρχιακόν Δικαστήριον διατάξη, τη αιτήσει του ενυποθήκου οφειλέτου, αποδοχήν της μεταβιβάσεως άνευ της προσαγωγής της τοιαύτης συναινέσεως:

Νοείται ότι το Δικαστήριον δεν διατάσσει αποδοχήν οιασδήποτε μεταβιβάσεως δυνάμει της παρούσης παραγράφου εκτός εάν εις τον ενυπόθηκον δανειστήν και εις πάντα εγγυητήν του ενυποθήκου οφειλέτου δοθή εύλογος γνωστοποίησις περί της αιτήσεως του ενυποθήκου οφειλέτου, καλούσα τα άνω πρόσωπα να δείξωσι τω δικαστηρίω λόγους δι’ ους τούτο έδει να απόσχη της εκδόσεως τοιούτου διατάγματος.

(4) Εις πάσαν μεταβίβασιν ακινήτου υποκειμένου εις υποθήκην συσταθείσαν προς εξασφάλισιν της πληρωμής οιουδήποτε ποσού, γενομένην δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), διαλαμβάνεται σιωπηρά συμφωνία δυνάμει της οποίας ο δικαιοδόχος υποχρεούται όπως εξασφαλίζη τον δικαιοπάροχον έναντι του ποσού της υποθήκης ως και διά πάσαν υποχρέωσιν απορρέουσαν εξ οιασδήποτε ρητής ή σιωπηράς συμφωνίας διαλαμβανομένης εν αυτή  δι’ ης βαρύνεται ο δικαιοπάροχος:

Νοείται ότι επί υποθήκης συσταθείσης προς εξασφάλισιν μελλούσης ή υπό αίρεσιν υποχρεώσεως αφορώσης εις περιοδικάς πληρωμάς ή υπόλοιπον τρέχοντος λογαριασμού, ουδέν των εν τω παρόντι εδαφίω διαλαμβανομένων εφαρμόζεται επί πληρωμής γενομένης υπό του ενυποθήκου δανειστού μετά την επίδοσιν της αναφερομένης εν παραγράφω (γ) του εδαφίου (1) γνωστοποιήσεως του Διευθυντού.

(5) Αι διατάξεις του εδαφίου (1) δεν τυγχάνουσιν εφαρμογής επί της διά πωλήσεως μεταβιβάσεως οιουδήποτε ακινήτου εφ’ ης εφαρμόζονται αι διατάξεις του άρθρου 24 ή 25 του περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμησις) Νόμου, εκτός εάν προ της αποδοχής της τοιαύτης δηλώσεως μεταβιβάσεως ο δικαιοπάροχος ικανοποιήση τον Διευθυντήν ως προνοείται εν παραγράφω (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 24 ή, αναλόγως της περιπτώσεως, του άρθρου 25 του ως είρηται Νόμου.

(6) Οσάκις ακίνητον εφ’ ου συνέστη υποθήκη προς εξασφάλισιν της πληρωμής οιουδήποτε ποσού μεταβιβάζηται δυνάμει του παρόντος άρθρου, τα δε επί τη μεταβιβάσει εισπρακτέα τέλη υπολογίζονται συμφώνως ταις διατάξεσι του εκάστοτε εν ισχύϊ νόμου επί της εκτετιμημένης αξίας του τοιούτου ακινήτου, τα τέλη ταύτα θα υπολογίζωνται εν αναφορά προς ολόκληρον την εκτετιμημένην αξίαν του ως είρηται ακινήτου, ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι η αξία του μεταβιβαζομένου ακινήτου δυνατόν να έχη επηρεασθή εκ του γεγονότος ότι τούτο βαρύνεται διά της πληρωμής του διά της ειρημένης υποθήκης εξασφαλιζομένου ποσού.

Μεταβίβασις υποθήκης

32.-(1) Ο ενυπόθηκος δανειστής οιουδήποτε ακινήτου δύναται, εκτός εάν η περί υποθήκης σύμβασις διαλαμβάνη ρήτραν περί του εναντίου να μεταβιβάση συμφώνως ταις διατάξεσι του παρόντος άρθρου την υπέρ αυτού συσταθείσαν υποθήκην εις οιονδήποτε έτερον πρόσωπον( τηρουμένων δε των εν τοις εφεξής διατάξεων, αι διατάξεις των άρθρων 5, 6, 8, 9, 10, 11, 12, 13, 14 και 15 θα εφαρμόζωνται, τηρουμένων των αναλογιών, επί μεταβιβάσεως υποθήκης καθ’ ον τρόπον και επί μεταβιβάσεως ακινήτων:

Νοείται ότι αι διατάξεις του παρόντος εδαφίου δεν τυγχάνουσιν εφαρμογής εφ’ οιασδήποτε υποθήκης δηλωθείσης προ της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου, μέχρις ου προσαχθή η διά την σκοπουμένην μεταβίβασιν έγγραφος συγκατάθεσις του ενυποθήκου οφειλέτου και παντός εγγυητού τούτου, υπογραφείσα ενώπιον του αρμοδίου λειτουργού ή τυχούσα πιστοποιήσεως παρά τινος αρμοδίας αρχής ως καθορίζεται εν εδαφίω (3) του άρθρου 10.

(2) Αι έγγραφοι δηλώσεις αι προσαγόμεναι τω Επαρχιακώ Κτηματολογικώ Γραφείω υπό του δικαιοπαρόχου και του δικαιοδοχου διαλαμβάνουσι τα ακόλουθα στοιχεία:

(α) εις την περίπτωσιν του δικαιοπαρόχου, βεβαίωσιν ότι-

(i) είναι ο εμφαινόμενος ως ενυπόθηκος δανειστής της συνεστημένης υποθήκης

(ii) κατά την ημερομηνίαν της μεταβιβάσεως το διά της υποθήκης εξασφαλιζόμενον ποσόν ή το εν τη βεβαιώσει καθοριζόμενον μέρος αυτού παραμένει εισέτι απλήρωτον

(iii) συνεφώνησεν όπως μεταβιβάση την συνεστημένην υποθήκην εις τον δικαιοδόχον

(β) εις την περίπτωσιν του δικαιοδόχου, βεβαίωσιν αυτού ότι συνεφώνησεν όπως αποδεχθή την μεταβίβασιν της εν τη βεβαιώσει του δικαιοπαρόχου καθοριζομένης υποθήκης

(γ) βεβαίωσιν αφορώσαν εις το γεγονός ότι εκάτερος των συμβαλλομένων γνωρίζει τον έτερον και παρέχουσαν στοιχεία οιασδήποτε μεταξύ αυτών υφισταμένης συγγενείας και

(δ) βεβαίωσιν των συμβαλλομένων ότι ούτοι επιθυμούσιν όπως η δηλωθείσα μεταβίβασις τύχη εγγραφής.

(3) Αι περί ων το εδαφίον (2) έγγραφοι δηλώσεις θα είναι εν τω τύπω Γ τω εκτιθεμένω εις το Δεύτερον Παράρτημα.

(4) Τω Επαρχιακώ Κτηματολογικώ Γραφείω προσάγονται ωσαύτως ομού μετά της δηλώσεως άπαντα τα έγγραφα άτινα, ότε η υποθήκη ενεγράφη, παρεδόθησαν τω δικαιοπαρόχω δυνάμει του άρθρου 16.

(5) Άμα τη αποδοχή δηλώσεως μεταβιβάσεως υποθήκης εις τον δικαιοδόχον περιέρχονται, από της ημερομηνίας της τοιαύτης δηλώσεως, άπαντα τα εν τη συμβάσει της υποθήκης προνοούμενα ή τα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου προκύπτοντα δικαιώματα, καθήκοντα, εξουσίαι και προνόμια του δικαιοπαρόχου:

Νοείται ότι οσάκις-

(α) τα δυνάμει των διατάξεων του εκάστοτε εν ισχύϊ νόμου εισπρακτέα επί τη εγγραφή μεταβιβάσεως υποθήκης τέλη και δικαιώματα δεν καταβάλλονται αμέσως μετά την διενέργειαν της δηλώσεως ή

(β) της δηλώσεως γενομένης παρά τινι ετέρω Επαρχιακώ Κτηματολογικώ Γραφείω ή παρά τινι παραρτήματι, η εγγραφή της μεταβιβάσεως ήρτηται εκ της ασκήσεως διακριτικής εξουσίας παρά του Διευθυντού συμφώνως ταις διατάξεσι του άρθρου 14,

η μεταβίβασις των εν τοις ανωτέρω δικαιωμάτων, καθηκόντων, εξουσιών και προνομίων τελεί υπό αίρεσιν πληρουμένην άμα τη καταβολή των τοιούτων τελών και δικαιωμάτων ως καθορίζεται εν άρθρω 15 ή, αναλόγως της περιπτώσεως, άμα ως ο Διευθυντής ήθελεν αποφασίσει εν τη ενασκήσει της παρασχεθείσης αυτώ υπό του άρθρου 14 διακριτικής εξουσίας όπως εγγράψη την μεταβίβασιν:

Νοείται ότι εάν τα τοιαύτα τέλη και δικαιώματα καταβληθώσιν ως εν τοις ανωτέρω ή, αναλόγως της περιπτώσεως, ο Διευθυντής αποφασίση να εγγράψη την μεταβίβασιν, τα άνω δικαιώματα, καθήκοντα, εξουσίαι και προνόμια θα λογίζωνται περιελθόντα τω δικαιοδόχω από της ημερομηνίας και του χρόνου καθ’ ον η δήλωσις μεταβιβάσεως εγένετο αποδεκτή.

(6) Η εγγραφή μεταβιβάσεως υποθήκης διενεργείται διά σημειώσεως επί του πιστοποιητικού της τοιαύτης υποθήκης ως και επί παντός αντιγράφου αυτού.

(7) Άμα τη εγγραφή μεταβιβάσεως υποθήκης συμφώνως τω εδαφίω (6) ο Διευθυντής-

(α) εκδίδει τω δικαιοδόχω πιστοποιητικόν της τοιαύτης υποθήκης, φέρον σημείωσιν ως προνοείται εν τω προειρημένω εδαφίω και συνοδευόμενον υπό των αναφερομένων εν εδαφίω (4) εγγράφων

(β) γνωστοποιεί εις τον ενυπόθηκον οφειλέτην και τον ενυπόθηκον δανειστήν οιασδήποτε μεταγενεστέρας υποθήκης συνεστημένης επί του αυτού ακινήτου την μεταβίβασιν της υποθήκης, και παρέχει το όνομα και την διεύθυνσιν του δικαιοδόχου ως τα στοιχεία ταύτα καθορίζονται εν τη δηλώσει:

Νοείται ότι τα δυνάμει  των διατάξεων του εκάστοτε εν ισχύϊ νόμου εισπρακτέα τέλη και δικαιώματα διά την υπό του Διευθυντού διενεργηθησομένην τοιαύτην γνωστοποίησιν καταβάλλονται υπό του δικαιοδόχου ομού μετά των πληρωτέων επί τη εγγραφή της μεταβιβάσεως τοιούτων.

(8) Μεταβίβασις υποθήκης γενομένη δυνάμει του παρόντος άρθρου ουδόλως επηρεάζει την προτεραιότητα της μεταβιβαζομένης υποθήκης καθ’ όσον αφορά εις την τάξιν μεταξύ της τοιαύτης υποθήκης και οιουδήποτε ετέρου εμπραγμάτου βάρους συνεστώτος επί του αυτού ακινήτου.

(9) Βεβαίωσις γενομένη δυνάμει της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) ουδόλως δεσμεύει τον ενυπόθηκον οφειλέτην.

Διάσπαση υποθήκης

32Α.-(1) Ο ενυπόθηκος δανειστής οιουδήποτε ακινήτου δύναται, εκτός εάν η περί υποθήκης σύμβαση διαλαμβάνει ρήτρα περί του εναντίου, να διασπάσει, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, την υπέρ αυτού συσταθείσα υποθήκη, που για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου θα αναφέρεται ως η «αρχική υποθήκη», σε δύο ή περισσότερες υποθήκες, που για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου θα αναφέρονται ως οι «μετά τη διάσπαση υποθήκες»:

Νοείται ότι, προτού ο ενυπόθηκος δανειστής προβεί στη διάσπαση της υποθήκης, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, κοινοποιεί την πρόθεσή του στον ενυπόθηκο οφειλέτη:

Νοείται περαιτέρω ότι η κοινοποίηση από τον ενυπόθηκο δανειστή προς τον ενυπόθηκο οφειλέτη γίνεται με αποστολή ειδοποίησης μέσω ταχυδρομείου ή τηλεομοιότυπου ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.

(2) H έγγραφη δήλωση που προσάγεται στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο από τον ενυπόθηκο δανειστή περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

(α) Τα στοιχεία της αρχικής υποθήκης·

(β) τον αριθμό των μετά τη διάσπαση υποθηκών, που θα προκύψουν από τη διάσπαση της αρχικής υποθήκης·

(γ) το ποσό που θα εξασφαλίζεται από καθεμιά από τις μετά τη διάσπαση υποθήκες:Νοείται ότι το σύνολο των ποσών που θα εξασφαλίζονται από όλες τις μετά τη διάσπαση υποθήκες δεν δύναται σε καμία περίπτωση να υπερβαίνει το ποσό που εξασφαλίζεται από την αρχική υποθήκη·

(δ) τη σειρά προτεραιότητας μεταξύ των μετά τη διάσπαση υποθηκών:

Νοείται ότι δεν επιτρέπεται η κατάταξη δύο ή περισσοτέρων μετά τη διάσπαση υποθηκών στην ίδια ακριβώς μεταξύ τους σειρά προτεραιότητας.

(3) Η έγγραφη δήλωση η οποία προβλέπεται στο εδάφιο (2) είναι κατά τον Τύπο «ΓΑ» που εκτίθεται στο Δεύτερο Παράρτημα.

(4) Ο Διευθυντής εγγράφει κάθε διάσπαση αρχικής υποθήκης που δηλώνεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου και η οποία γίνεται αποδεκτή από τον αρμόδιο, για τον σκοπό αυτό, υπάλληλο και δεν προκύπτει οποιαδήποτε υποχρέωση καταβολής οποιουδήποτε τέλους ή δικαιώματος σε σχέση με τη διάσπαση αυτή και η εγγραφή της διάσπασης γίνεται με την εγγραφή των μετά τη διάσπαση υποθηκών έναντι της εγγραφής της αρχικής υποθήκης και με την εγγραφή σημείωσης επί του πιστοποιητικού εγγραφής του ακινήτου που υπέκειτο στην αρχική υποθήκη και επί του πιστοποιητικού της αρχικής υποθήκης, καθώς επίσης και επί οποιωνδήποτε αντιγράφων αυτών.

(5) Με την εγγραφή της διάσπασης αρχικής υποθήκης σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4), ο Διευθυντής-

(α) Eκδίδει στον ενυπόθηκο δανειστή πιστοποιητικό για καθεμία από τις μετά τη διάσπαση υποθήκες, συνοδευόμενο από το πιστοποιητικό εγγραφής του υποθηκευμένου ακινήτου στο όνομα του ενυπόθηκου οφειλέτη∙

(β) σημειώνει την καθεμία από τις μετά τη διάσπαση υποθήκες στη σύμβαση και δήλωση της αρχικής υποθήκης∙

(γ) εκδίδει στον ενυπόθηκο οφειλέτη αντίγραφο του πιστοποιητικού εγγραφής της καθεμίας εκ των μετά τη διάσπαση υποθηκών.

(6) Οι μετά τη διάσπαση υποθήκες, ως σύνολο, διατηρούν την ίδια σειρά προτεραιότητας που είχε η αρχική υποθήκη σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο εμπράγματο βάρος το οποίο συστάθηκε επί του ακινήτου που υπέκειτο στην αρχική υποθήκη.

(7) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (6), η πρώτη σε σειρά προτεραιότητας υποθήκη μεταξύ των μετά τη διάσπαση υποθηκών, ως αυτή η σειρά θα καθοριστεί από τον ενυπόθηκο δανειστή σύμφωνα με την παράγραφο (δ) του εδαφίου (2), θα έπεται τυχόν εμπράγματου βάρους που, κατά την εγγραφή της διάσπασης, προηγείτο της αρχικής υποθήκης και η τελευταία σε σειρά προτεραιότητας υποθήκη μεταξύ των μετά τη διάσπαση υποθηκών, ως αυτή η σειρά θα καθοριστεί από τον ενυπόθηκο δανειστή σύμφωνα με την παράγραφο (δ) του εδαφίου (2), θα προηγείται τυχόν εμπράγματου βάρους που, κατά την εγγραφή της διάσπασης, έπετο της αρχικής υποθήκης κατά την εγγραφή της διάσπασης.

(8) Με εξαίρεση τη μεταξύ τους σειρά προτεραιότητας και το ποσό που θα εξασφαλίζεται από καθεμία από αυτές, θέματα τα οποία ρυθμίζονται στην έγγραφη δήλωση που θα καταχωρίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2), η καθεμιά από τις μετά τη διάσπαση υποθήκες διέπεται από τους όρους της αρχικής υποθήκης, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε πρόσθετων όρων αυτής, οι οποίοι παραμένουν ισχυροί, δεσμεύουν και διαβάζονται τηρουμένων των αναλογιών, έτσι ώστε να δεσμεύουν τα μέρη της αρχικής υποθήκης σε σχέση με καθεμία από τις μετά τη διάσπαση υποθήκες.

Μερική εξόφλησις υποθήκης

33.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), ο ενυπόθηκος δανειστής δύναται, εφ’ όσον το επιθυμή, να αποδεχθή την πληρωμήν ποσού ελάσσονος του ποσού του ενυποθήκου χρέους (εν τοις εφεξής εν τω παρόντι άρθρω και εν άρθρω 34 της τοιαύτης πληρωμής αναφερομένης ως “μερική πληρωμή”) προς μερικήν εξόφλησιν του τελευταίου μνησθέντος ποσού-

(α) είτε προ είτε μετά την καθωρισμένην προς πληρωμήν του ενυποθήκου χρέους ημερομηνίαν και

(β) είτε τούτο γίνεται έναντι της απαλλαγής εκ της τοιαύτης υποθήκης ολοκλήρου ή μέρους τινός ή μερίδος οιουδήποτε ακινήτου βαρυνομένου διά της πληρωμής του ενυποθήκου χρέους, είτε άλλως πως.

(2) Εν η περιπτώσει ήθελεν αναφυή το ερώτημα εάν μερική πληρωμή γενομένη υπό του ενυποθήκου οφειλέτου προς τον ενυπόθηκον δανειστήν αφορά εις το υπό της υποθήκης εξασφαλιζόμενον κεφάλαιον ή τους τόκους, εκτός εάν εγγράφως γίνεται πρόνοια περί του εναντίου, αύτη λογίζεται γενομένη προς εξόφλησιν παντός τόκου πληρωτέου και απαιτητού κατά τον χρόνον της πληρωμής, και εάν υπολειφθή οιονδήποτε ποσόν τότε προς μερικήν εξόφλησιν του κεφαλαίου ή οιουδήποτε μέρους αυτού όπερ ήθελε παραμείνει ανεξόφλητον κατά την ως είρηται ημερομηνίαν.

Απαλλαγή ακινήτου από υποθήκης

34.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (4), οιαδήποτε μερίς ακινήτου ήτις είναι μικροτέρα του συμφέροντος του ενυποθήκου οφειλέτου επί του περιλαμβανομένου εν τινι υποθήκη τοιούτου ακινήτου ή, εν η περιπτώσει δύο ή πλείονα ακίνητα περιλαμβάνονται εν τινι υποθήκη, οιονδήποτε των τοιούτων ακινήτων δύναται κατά πάντα χρόνον να απαλλαγή της υποθήκης υπό του ενυποθήκου δανειστού, είτε έναντι μερικής πληρωμής γενομένης υπό του ενυποθήκου οφειλέτου είτε δι’ έτερον τινα λόγον:

Νοείται ότι προσάγεται τω αρμοδίω υπαλλήλω η περί την τοιαύτην απαλλαγήν έγγραφος συναίνεσις του ενυποθήκου οφειλέτου και παντός εγγυητού αυτού, ομού μετά του εν εδαφίω (3) καθοριζομένου εγγράφου.

(2) Προς άρσιν οιασδήποτε αμφιβολίας, καθίσταται δήλον ότι οσάκις δύο ή πλείονα πρόσωπα ενέχονται αλληλεγγύως και κεχωρισμένως διά την πληρωμήν οιουδήποτε ποσού εξασφαλιζομένου δι’ υποθήκης, ως προνοείται εν τη εν εδαφίω (2) του άρθρου 4 διαλαμβανομένη επιφυλάξει, η εν εδαφίω (1) επιφύλαξις τυγχάνει εφαρμογής εφ’ απάντων των προσώπων τούτων, και εάν έτι το απαλλαχθησόμενον της υποθήκης ακίνητον ανήκη εις εν μόνον εξ αυτών.

(3) Η απαλλαγή του ακινήτου από της υποθήκης ως προνοείται εν εδαφίω (1) επέρχεται ως ακολούθως: ο ενυπόθηκος οφειλέτης μετά του ενυποθήκου δανειστού εμφανίζονται ενώπιον Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου ή παραρτήματος και προσάγουσι τω αρμοδίω λειτουργώ έγγραφον εν τω τύπω Δ ως εκτίθεται εν τω Δευτέρω Παραρτήματι, δι’ ου ζητείται η απαλλαγή του τοιούτου ακινήτου από της υποθήκης, το πιστοποιητικόν της υποθήκης, το πιστοποιητικόν εγγραφής του άνω ακινήτου και την έγγραφον συναίνεσιν παντός εγγυητού άμα τη προσαγωγή και καταθέσει του τοιούτου εγγράφου και πιστοποιητικών και, εφ’ όσον συντρέχη τοιαύτη περίπτωσις, των ως άνω συναινέσεων, εάν ο Διευθυντής πεισθή ότι τα πρόσωπα άτινα υπέγραψαν και προσήγαγον τω Επαρχιακώ Κτηματολογικώ Γραφείω ή παραρτήματι το άνω έγγραφον και πιστοποιητικά είναι τα εμφαινόμενα αντιστοίχως ως ενυπόθηκος οφειλέτης και ενυπόθηκος δανειστής πρόσωπα, ούτος προβαίνει εις την απαλλαγήν διά-

(α) της διαγραφής τηςαφορώσης  εις την υποθήκην σημειώσεως της γενομένης έναντι του ως είρηται ακινήτου εν τοις βιβλίοις του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου

(β) σημειώσεως επί του πιστοποιητικού υποθήκης ίνα δείκνυται ότι το ως είρηται ακίνητον απηλλάγη της τοιαύτης υποθήκης και διαγραφής της εις την υποθήκην αφορώσης σημειώσεως επί του πιστοποιητικού εγγραφής του ως είρηται ακινήτου

(γ) της επιστροφής του πιστοποιητικού υποθήκης εις τον ενυπόθηκον δανειστήν και

(δ) της επιστροφής του πιστοποιητικού εγγραφής του ως είρηται ακινήτου εις τον ενυπόθηκον οφειλέτην ή, οσάκις εγένετο η απαλλαγή μερίδος ακινήτου μικροτέρας του συμφέροντος του ενυποθήκου οφειλέτου επί του τοιούτου ακινήτου του περιλαμβανομένου εν τη υποθήκη, εις τον ενυπόθηκον δανειστήν.

(4) Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν τυγχάνουσιν εφαρμογής επί ακινήτου όπερ βαρύνεται διά της πληρωμής οιωνδήποτε ποσών προς εξασφάλισιν των οποίων συνέστησαν δύο ή πλείονες υποθήκαι επ’ αυτού, εκτός εάν συγχρόνως ληφθώσι μέτρα ως προνοείται εν εδαφίω (3) διά την απαλλαγήν του ακινήτου από πάσης τοιαύτης υποθήκης.

Εξάλειψη υποθήκης

35.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία εξοφλείται ή παύει να υφίσταται οποιαδήποτε υποχρέωση η οποία αφορά τη διά της υποθήκης παρασχεθείσα ασφάλεια, ο ενυπόθηκος δανειστής οφείλει όπως μεριμνήσει για την εξάλειψη της υποθήκης αυτής, εμφανιζόμενος ενώπιον Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου και προσκομίζοντας έγγραφο κατά τον Τύπο Ε, όπως εκτίθεται στο Δεύτερο Παράρτημα, με το οποίο ζητείται η εξάλειψη της υποθήκης και, νοουμένου ότι ο Διευθυντής πεισθεί ότι το πρόσωπο το οποίο υπέγραψε το εν λόγω έγγραφο είναι ο ενυπόθηκος δανειστής, διενεργεί την εξάλειψη της υποθήκης στο οικείο μητρώο του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας.

(2) Άνευ επηρεασμού των διατάξεων του εδαφίου (1), ο ενυπόθηκοςδανειστής δύναται, μέσω της διαδικτυακής πύλης του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, να προβεί στην εξάλειψη της υποθήκης ηλεκτρονικά.

(3) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (1) και (2), ο Διευθυντής, με την εξάλειψη της υποθήκης, ενημερώνει πάραυτα τον ενυπόθηκο οφειλέτη και τυχόν εγγυητές οι οποίοι είναι καταχωρισμένοι στο οικείο μητρώο του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας για την εξάλειψη της εν λόγω υποθήκης.

Ακύρωσις υποθήκης υπό του δικαστηρίου

36.-(1) Εις οιανδήποτε των ακολούθων περιστάσεων, ήτοι-

(α) εάν ο ενυπόθηκος δανειστής αρνήται ή αμελή να προβή εις την εξάλειψιν υποθήκης ως εν άρθρω 35, καίτοι η διά ταύτης εξασφαλιζομένη υποχρέωσις εξωφλήθη ή έπαυσεν υφισταμένη ή

(β) εάν ο ενυπόθηκος δανειστής αρνήται να αποδεχθή πληρωμήν του ποσού δι’ ο συνέστη η υποθήκη, αφού τούτο κατέστη πληρωτέον, και να προβή εις εξάλειψιν της υποθήκης ή

(γ) εάν ο ενυπόθηκος δανειστής είναι αγνώστου διαμονής, ή είναι εταιρεία ή συνεταιρισμός ουχί πλέον εν ζωή, ή απέθανε και ο προσωπικός αντιπρόσωπος ή οι κληρονόμοι αυτού είναι άγνωστοι, και εις οιανδήποτε των ως είρηται περιπτώσεων είτε ο ενυπόθηκος οφειλέτης αδυνατεί, ως εξ οιουδήποτε των προμνησθέντων λόγων, να πληρώση εις τον δικαιούχον το διά της υποθήκης εξασφαλιζόμενον ποσόν αφού τούτο κατέστη πληρωτέον, είτε ή διά της υποθήκης εξασφαλιζομένη υποχρέωσις εξωφλήθη ή έπαυσεν υφισταμένη,

ο ενυπόθηκος οφειλέτης δύναται να ζητήση παρά του Επαρχιακού Δικαστηρίου την έκδοσιν ακυρωτικού της υποθήκης διατάγματος, το δε Επαρχιακόν Δικαστήριον άμα τη υποβολή της τοιαύτης αιτήσεως δύναται να εκδώση το κατά το δοκούν δίκαιον υπό τας περιστάσεις διάταγμα, αναφορικώς προς την γνωστοποίησιν της γενομένης αιτήσεως προς οιονδήποτε πρόσωπον, την ακύρωσιν της υποθήκης, την κατάθεσιν χρηματικού τινος ποσού παρά τω Επαρχιακώ Δικαστηρίω, την διάθεσιν του ούτω κατατεθησομένου ποσού και οιονδήποτε έτερον συναφές ζήτημα.

(2) Άμα ως προσκομισθή τω Διευθυντή κεκυρωμένον αντίγραφον ακυρωτικού υποθήκης διατάγματος, εκδοθέντος ως εν εδαφίω (1), ούτος οφείλει να εκτελέση τούτο και να γνωστοποιήση το γεγονός εις πάντα ενυπόθηκον δανειστήν μεταγενεστέρας υποθήκης συνεστημένης επί του ακινήτου όπερ βαρύνεται διά της πληρωμής του ποσού του εξασφαλιζομένου διά της υποθήκης εις ην αφορά το ακυρωτικόν διάταγμα, ως εάν η τοιαύτη υποθήκη είχεν εξαλειφθή υπό του ενυποθήκου δανειστού δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 35.