ΜΕΡΟΣ VIΙΙ ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Αρχιεπιθεωρητής και επιθεωρητές

84.-(1)Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (3), για σκοπούς εποπτείας, επιθεώρησης, ελέγχου και αποτελεσματικής εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 35 και των λοιπών διατάξεων του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων κανονισμών και/ ή διαταγμάτων και τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), η Αρμόδια Αρχή, με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ορίζει λειτουργούς του Υπουργείου της ως εντεταλμένους επιθεωρητές.

(2)(α) Η Αρμόδια Αρχή, με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ορίζει ένα εκ των εντεταλμένων επιθεωρητών ως Αρχιεπιθεωρητή.

(β) Ο Αρχιεπιθεωρητής ρυθμίζει τις περιπτώσεις και τον τρόπο κατά τον οποίο οι επιθεωρητές ασκούν τις εξουσίες τους και εκτελούν τα καθήκοντά τους.

(γ) Η Αρμόδια Αρχή δύναται να ορίσει αναπληρωτή Αρχιεπιθεωρητή, ο οποίος αντικαθιστά τον Αρχιεπιθεωρητή σε περίπτωση απουσίας, ασθένειας ή ανικανότητας αυτού.

(3) Η Αρμόδια Αρχή δύναται, με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να εξουσιοδοτεί γραπτώς, δεόντως προσοντούχα πρόσωπα που δεν υπηρετούν στη δημόσια υπηρεσία, για να εκτελούν οποιαδήποτε από τις εξουσίες και τα καθήκοντα επιθεωρητή που ορίζονται στην εξουσιοδότηση.

(4) Πρόσωπο που εξουσιοδοτείται δυνάμει του εδαφίου (3) τελεί υπό την επίβλεψη και υπόκειται στις οδηγίες του Αρχιεπιθεωρητή.

(5) Πρόσωπο που εξουσιοδοτείται δυνάμει του εδαφίου (3) λαμβάνει ως αμοιβή χρηματικό ποσό που καθορίζεται με κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(6) Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, οι επιθεωρητές και τα πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται με βάση το εδάφιο (3) οφείλουν:

(α) να επιδεικνύουν κατάλληλες ταυτότητες που εκδίδει η Αρμόδια Αρχή, στις οποίες αναγράφεται η ιδιότητά τους, και

(β) να ενεργούν στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους.

Καθήκοντα και εξουσίες επιθεωρητών

85.-(1)Οι επιθεωρητές πραγματοποιούν τακτικούς και έκτακτους ελέγχους των εγκαταστάσεων και των διεργασιών που διεξάγονται από το φορέα εκμετάλλευσης, για να διαπιστώνεται κατά πόσο όλες οι εργασίες παραγωγής προϊόντων και επεξεργασίας και διάθεσης αποβλήτων, περιλαμβανομένων και των εργασιών αποκατάστασης των χώρων μετά τον τερματισμό της λειτουργίας των εγκαταστάσεων, εκτελούνται σύμφωνα με τους όρους λειτουργίας της Άδειας και τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(2) Ο επιθεωρητής δύναται, για σκοπούς διεκπεραίωσης των καθηκόντων του, να ασκεί οποιαδήποτε ή από όλες τις πιο κάτω εξουσίες-

(α) να εισέρχεται ελεύθερα και χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση σε οποιαδήποτε εγκατάσταση στην οποία έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι διεξάγεται ή θα διεξάγεται δραστηριότητα ή πρόκειται να διεξαχθεί διεργασία, η οποία δυνατό να οδηγήσει σε παράβαση οποιασδήποτε διάταξης του παρόντος Νόμου και/ ή όρου λειτουργίας της Άδειας,

(β) να ασκεί το ανωτέρω δικαίωμα εισόδου και ελέγχου, συνοδευόμενος από αστυνομικό, αν έχει εύλογη αιτία να υποψιάζεται σοβαρή παρεμπόδισή του στην άσκηση των εξουσιών του,

(γ) να φέρει οποιοδήποτε εξοπλισμό ή οποιαδήποτε υλικά απαιτούνται για την άσκηση των εξουσιών του,

(δ) να συνοδεύεται από άλλα πρόσωπα, τα οποία τον βοηθούν στην άσκηση των εξουσιών του,

(ε) να προβαίνει σε οποιαδήποτε εξέταση ή διερεύνηση, όπως ο ίδιος κρίνει αναγκαίο υπό τις περιστάσεις,

(στ) να διενεργεί δοκιμές, μετρήσεις και δειγματοληψίες οι οποίες κρίνονται αναγκαίες για τη σωστή άσκηση των εξουσιών του ή να διευθετεί τη διενέργειά τους από προσοντούχο πρόσωπο,

(ζ) να επιθεωρεί, εξετάζει και ελέγχει τη λειτουργία οποιωνδήποτε μηχανημάτων, συσκευών ή εξοπλισμού που βρίσκονται στην εγκατάσταση και να προβαίνει σε μετρήσεις, κινηματογραφήσεις ή στη λήψη φωτογραφιών, όπως κρίνει αναγκαίο, για τη σωστή άσκηση των εξουσιών του,

(η) να ζητά την παρουσίαση για επιθεώρηση οποιωνδήποτε βιβλίων ή εγγράφων ή οποιωνδήποτε άλλων πληροφοριών σε όποια μορφή και αν βρίσκονται, τα οποία έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι περιέχουν πληροφορίες σχετιζόμενες με το σκοπό της διερεύνησης,

(θ) να κατάσχει, κατακρατεί και μεταφέρει οποιοδήποτε αντικείμενο ή οποιοδήποτε δείγμα οποιασδήποτε ουσίας που δυνατό να απαιτείται για σκοπούς περαιτέρω διερεύνησης ή για να διασφαλίσει ότι είναι διαθέσιμο ως τεκμήριο σε οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία,

(ι) να ζητά από το φορέα εκμετάλλευσης ή οποιονδήποτε από τους αντιπροσώπους του ή τους εργοδοτουμένους του:

(i) να του παράσχει ασφαλή πρόσβαση προς οποιοδήποτε μέρος της εγκατάστασης,

(ii) να θέσει στη διάθεσή του οποιαδήποτε ευλόγως διαθέσιμα μέσα για τη διεξαγωγή οποιωνδήποτε δοκιμών, μετρήσεων, επιθεωρήσεων ή εξετάσεων κρίνονται αναγκαίες για τους σκοπούς της διερεύνησης,

(ια) να δίνει οδηγίες όπως η εγκατάσταση ή οποιοδήποτε μέρος της ή οποιοσδήποτε εξοπλισμός ή μηχάνημα ή ουσία μέσα σε αυτό, παραμένει ως έχει για όσο χρονικό διάστημα θεωρεί εύλογα αναγκαίο, για σκοπούς οποιασδήποτε δοκιμής, μέτρησης, εξέτασης και ελέγχου λειτουργίας, όπως αναφέρεται στην παράγραφο (στ) και/ ή (ζ), νοουμένου ότι η συμμόρφωση προς τις οδηγίες για σταθερές συνθήκες λειτουργίας δεν συνεπάγεται τη διακοπή οποιουδήποτε ουσιώδους μέρους της παραγωγικής διεργασίας ή οποιαδήποτε αρνητική επίπτωση στην παραγωγική διεργασία, και/ ή

(ιβ) να ζητά-

(i) από το φορέα εκμετάλλευσης της εγκατάστασης, ή

(ii) από οποιοδήποτε πρόσωπο, βρίσκεται στην εγκατάσταση, ή

(iii) από οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι είχε απασχοληθεί στην εγκατάσταση ή είχε σχέση με την εγκατάσταση καθ’ οιονδήποτε χρόνο κατά τη διάρκεια των προηγούμενων τριών (3) μηνών,

οποιεσδήποτε πληροφορίες μπορεί να έχει ή προς τις οποίες έχει πρόσβαση και που είναι σχετικές με το σκοπό της έρευνας ή διερεύνησης.

(3) Ο Αρχιεπιθεωρητής έχει εξουσία να ζητά όπως του παρέχονται σημεία δειγματοληψίας και επιθεώρησης τα οποία είναι ευλόγως απαραίτητα για τη διεξαγωγή οποιωνδήποτε δοκιμών, μετρήσεων, επιθεωρήσεων ή εξετάσεων.

(4) Τα αποτελέσματα των μετρήσεων και αναλύσεων των δειγμάτων που λαμβάνονται από την Αρμόδια Αρχή, στο πλαίσιο εφαρμογής του παρόντος Νόμου, τεκμαίρονται ως ορθά.

Ειδοποίηση βελτίωσης και απαγορευτική ειδοποίηση

86.-(1)Σε περίπτωση που επιθεωρητής διαπιστώσει παράβαση οποιουδήποτε όρου λειτουργίας της Άδειας μπορεί να επιδώσει στον φορέα εκμετάλλευσης ειδοποίηση βελτίωσης, στην οποία αναφέρεται-

(α) ότι ο επιθεωρητής διαπίστωσε παράβαση όρου λειτουργίας της Άδειας,

(β) ο όρος λειτουργίας της Άδειας αναφορικά με τον οποίο διαπιστώθηκε η παράβαση, και

(γ) η χρονική περίοδος, εντός της οποίας πρέπει να τερματιστεί η παράβαση.

(2) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (4), σε περίπτωση που επιθεωρητής διαπιστώσει ότι ο φορέας εκμετάλλευσης δεν συμμορφώνεται με την ειδοποίηση βελτίωσης εντός της καθορισμένης χρονικής περιόδου σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1), μπορεί να επιδώσει στο φορέα εκμετάλλευσης ή σε περίπτωση αδυναμίας επίδοσης σε αυτόν, σε οποιοδήποτε πρόσωπο έχει την εποπτεία της λειτουργίας της εγκατάστασης, απαγορευτική ειδοποίηση.

(3) Η απαγορευτική ειδοποίηση που αναφέρεται στο εδάφιο (2) αναφέρει -

(α) τα συγκεκριμένα μέτρα που καθορίζονται στην ειδοποίηση βελτίωσης τα οποία κατά τη γνώμη του επιθεωρητή, παρέλειψε να εφαρμόσει ο φορέας εκμετάλλευσης,

(β) τα μέτρα, τα οποία πρέπει να ληφθούν αμέσως για να τερματιστεί το συντομότερο δυνατό η λειτουργία της εγκατάστασης ή σχετικού τμήματός της και

(γ) ότι η εγκατάσταση δεν πρέπει να επαναρχίσει τη λειτουργία της μέχρις ότου ο φορέας εκμετάλλευσης συμμορφωθεί πλήρως με τα μέτρα που καθορίζονται στην ειδοποίηση βελτίωσης.

(4) Σε περίπτωση που επιθεωρητής διαπιστώσει ότι εγκατάσταση λειτουργεί ή πρόκειται να λειτουργήσει κατά τρόπο που ενδέχεται, λόγω πυρκαγιάς, έκρηξης ή εκπομπής οποιασδήποτε τοξικής ουσίας ή λόγω παράβασης των όρων λειτουργίας της Άδειάς της, να δημιουργήσει κίνδυνο σοβαρής βλάβης οποιουδήποτε προσώπου ή του περιβάλλοντος, μπορεί να επιδώσει στο φορέα εκμετάλλευσης ή, σε περίπτωση αδυναμίας επίδοσης σε αυτόν, σε οποιοδήποτε πρόσωπο έχει την εποπτεία της λειτουργίας της εγκατάστασης, απαγορευτική ειδοποίηση.

(5)(α) Η απαγορευτική ειδοποίηση, που αναφέρεται στο εδάφιο (4) αναφέρει-

(i) τους λόγους για τους οποίους, κατά την άποψη του επιθεωρητή, δημιουργείται ή πρόκειται να δημιουργηθεί ο προαναφερθέντας κίνδυνος,

(ii) οδηγίες για συγκεκριμένα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για εξάλειψη ή μείωση του κινδύνου και

(iii) τη χρονική περίοδο, μετά την παρέλευση της οποίας η εγκατάσταση οφείλει να αναστείλει τη λειτουργία της, αν δεν εκλείψουν οι λόγοι που δημιουργούν ή πρόκειται να δημιουργήσουν τον προαναφερθέντα κίνδυνο και δεν ληφθούν τα μέτρα για τα οποία έδωσε οδηγίες, σύμφωνα με την υποπαράγραφο (ii).

(β) Σε περίπτωση που επιθεωρητής έχει τη γνώμη ότι ο κίνδυνος είναι άμεσος, η απαγορευτική ειδοποίηση αναφέρει τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν αμέσως από το φορέα εκμετάλλευσης για να τερματιστεί το συντομότερο δυνατό η λειτουργία της εγκατάστασης και επιβάλλει όπως η εγκατάσταση δεν επαναρχίσει τη λειτουργία της μέχρις ότου εκλείψουν οι λόγοι που δημιουργούν ή πρόκειται να δημιουργήσουν τον προαναφερθέντα κίνδυνο και ληφθούν τα μέτρα που αναφέρονται στην απαγορευτική ειδοποίηση.

(7) Κανένας δημόσιος λειτουργός δεν φέρει ευθύνη αποκλειστικά και μόνο λόγω οποιωνδήποτε δυσμενών επιπτώσεων που προκύπτουν από συμμόρφωση προσώπου προς ειδοποίηση βελτίωσης και/ ή απαγορευτική ειδοποίηση, εκτός αν αποδειχθεί ότι δεν ενεργούσε καλόπιστα.

Αδικήματα και ποινές

87.-(1) Πρόσωπο, το οποίο προβαίνει σε οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου και/ ή οποιωνδήποτε κανονισμών και/ ή διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει αυτού και ειδικότερα των άρθρων 8, 12, 13, 16, 17, 20, 21, 26, 32, 34, 47, 48, 40, 51, 52, 54, 62, 63, 66, 67, 68, 69, 70, 74, 75, 78, 82 και 86, είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) χρόνια ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ (500.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

(2) Πρόσωπο, το οποίο -

(α) παρεμποδίζει επιθεωρητή στην εκτέλεση των καθηκόντων και εξουσιών που του ανατίθενται με βάση τον παρόντα Νόμο,

(β) παρεμποδίζει οποιοδήποτε αστυνομικό ή πρόσωπο που, σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 85 συνοδεύει επιθεωρητή, να εισέλθει στα υποστατικά της εγκατάστασης ή να παράσχει βοήθεια στον επιθεωρητή,

(γ) αρνείται να παράσχει στον επιθεωρητή ή σε πρόσωπο που τον συνοδεύει, σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 85, ασφαλή πρόσβαση σε οποιοδήποτε μέρος των υποστατικών της εγκατάστασης, και/ ή

(δ) αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με αξίωση επιθεωρητή που υποβάλλεται με βάση τις παραγράφους (η), (ι), (ια) και (ιβ) του εδαφίου (2) του άρθρου 85,

είναι ένοχο αδικήματος, και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (10.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

Προσωρινά διατάγματα

88.-(1)Για οποιοδήποτε από τα αδικήματα που αναφέρονται στο εδάφιο (4) του άρθρου 18, στο άρθρο 20 και στα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 87, για τα οποία έχει προσαφθεί κατηγορία εναντίον προσώπου, μπορεί να ζητηθεί η έκδοση προσωρινού διατάγματος, απαγορεύοντας τη συνέχιση ή την επανάληψη της ισχυριζόμενης παράνομης πράξης ή παράλειψης, η οποία προκαλεί τη ρύπανση μέχρι την τελική εκδίκαση της υπόθεσης, αναφορικά με την οποία έχει προσαφθεί η κατηγορία.

(2) Το εν λόγω διάταγμα εκδίδεται από τον Πρόεδρο Επαρχιακού Δικαστηρίου, κατόπιν αίτησης είτε του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας είτε από μέρους και εξ ονόματος της ενδιαφερόμενης αρχής τοπικής αυτοδιοίκησης.

(3) Οι προϋποθέσεις έκδοσης προσωρινού διατάγματος διέπονται, τηρουμένων των αναλογιών, από το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, το άρθρο 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, και τους σχετικούς περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικούς Κανονισμούς, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται.

(4) Το προσωρινό διάταγμα που αναφέρεται στο εδάφιο (3) μπορεί να εκδοθεί και μετά από μονομερή (ex parte) αίτηση, κατ’ εφαρμογή και τηρουμένων των αναλογιών, του άρθρου 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου και του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται και των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται στην περίπτωση αυτή, για σκοπούς καταχώρησης ένστασης ή για να καταδειχθεί εκ μέρους του αντιδίκου λόγος ώστε να παύσει το εκδοθέν διάταγμα να παραμένει σε ισχύ, η σχετική προθεσμία που δύναται να τεθεί από το Δικαστήριο δεν υπερβαίνει τις δεκατέσσερις (14) μέρες.

(5) Πρόσωπο, το οποίο παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με διάταγμα που εκδόθηκε δυνάμει του εδαφίου (1), είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) χρόνια ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ (€500.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

Ποινική ευθύνη νομικών προσώπων και αξιωματούχων τους

89.-(1)Σε περίπτωση που διαπράττεται οποιοδήποτε αδίκημα από αυτά που αναφέρονται στο εδάφιο (4) του άρθρου 18, στο άρθρο 20 και στα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 87 ή κατά παράβαση κανονισμών και/ ή διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου, από νομικό πρόσωπο επ’ ωφελεία του και αποδεικνύεται ότι το αδίκημα αυτό έχει διαπραχθεί με τη συναίνεση ή τη συμπαιγνία ή αποδίδεται σε έλλειψη εποπτείας ή ελέγχου ή άλλη παράλειψη προσώπου, το οποίο κατέχει ιθύνουσα θέση εντός του νομικού προσώπου και ενεργεί ατομικά ή ως μέλος οργάνου του νομικού προσώπου, με βάση-

(α) εξουσία αντιπροσώπευσης του νομικού προσώπου,

(β) εξουσία λήψης αποφάσεων εξ ονόματος του νομικού προσώπου, ή

(γ) εξουσία άσκησης ελέγχου εντός του νομικού προσώπου,

τότε το πρόσωπο αυτό, καθώς επίσης και το νομικό πρόσωπο, είναι ένοχοι αδικήματος και υπόκεινται σε ποινική δίωξη σε σχέση με το εν λόγω αδίκημα.

(2) Όταν μέλος νομικού προσώπου, που δεν είναι διευθύνων σύμβουλος ή διευθυντής νομικού προσώπου, ασκεί αρμοδιότητες διευθύνοντος συμβούλου ή διευθυντή, τότε εφαρμόζονται, σε σχέση με τις πράξεις ή παραλείψεις του, οι διατάξεις του εδαφίου (1), ως εάν το πρόσωπο αυτό να ήταν διευθύνων σύμβουλος ή διευθυντής του νομικού προσώπου.

Εξώδικη ρύθμιση αδικημάτων

90.-(1)(α) Σε περίπτωση που ο Αρχιεπιθεωρητής ή επιθεωρητής έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι οποιοδήποτε πρόσωπο διαπράττει ή έχει διαπράξει οποιοδήποτε αδίκημα εκ των αναφερομένων στο εδάφιο (4) του άρθρου 18, στο άρθρο 20 και στα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 87, έχει εξουσία να προβεί σε εξώδικη ρύθμιση του αδικήματος.

(β) Το ποσό της εξώδικης ρύθμισης που καθορίζεται είναι ανάλογο με τη σοβαρότητα του αδικήματος, αλλά δεν υπερβαίνει τα τέσσερις χιλιάδες ευρώ (€4.000).

(2) Για τους σκοπούς της εξώδικης ρύθμισης που αναφέρεται στο εδάφιο (1), ο επιθεωρητής επιδίδει στο πρόσωπο που πιστεύει ότι διέπραξε το αδίκημα σχετική ειδοποίηση, στην οποία καθορίζεται το αδίκημα, ο χρόνος της διάπραξής του και το χρηματικό ποσό που το πρόσωπο καλείται να καταβάλει.

(3) Σε περίπτωση που η πράξη ή η παράλειψη, την οποία ο επιθεωρητής θεωρεί, σύμφωνα με το εδάφιο (1), ότι συνιστά αδίκημα δεν τερματιστεί εντός σαράντα οκτώ (48) ωρών από την ημερομηνία επίδοσης της ειδοποίησης που αναφέρεται στο εδάφιο (2), τότε ο επιθεωρητής καθορίζει ποσό εξωδίκου προστίμου διπλάσιο του αρχικού ποσού και σε περίπτωση που η πράξη ή η παράλειψη επαναληφθεί, ο Αρχιεπιθεωρητής προβαίνει στις αναγκαίες ενέργειες για ποινική δίωξη του παραβάτη ενώπιον δικαστηρίου.

(4) Τηρουμένων των διατάξεων του εδάφιου (3), αν η πράξη ή η παράλειψη, την οποία ο επιθεωρητής θεωρεί, σύμφωνα με το εδάφιο (1), ότι συνιστά αδίκημα δεν τερματιστεί σύμφωνα με τις οδηγίες του εντός σαράντα οκτώ (48) ωρών από την ημερομηνία επίδοσης της ειδοποίησης που αναφέρεται στο εδάφιο (2), τότε για κάθε μέρα που η πράξη ή η παράληψη συνεχίζεται ή επαναλαμβάνεται θεωρείται ότι διαπράττεται νέο αδίκημα, για το οποίο ο Αρχιεπιθεωρητής προβαίνει στις αναγκαίες ενέργειες για ποινική δίωξη του παραβάτη ενώπιον δικαστηρίου.

(5) Κάθε ποσό που καταβάλλεται με βάση τα εδάφια (1) ή (2) θεωρείται χρηματική ποινή που επιβλήθηκε λόγω καταδίκης για το σχετικό αδίκημα.

(6) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), αν το χρηματικό ποσό που αναφέρεται στα εδάφια (1) ή (3) καταβληθεί πριν από τη χρονική περίοδο δεκατεσσάρων (14) ημερών από την ημερομηνία έκδοσης της ειδοποίησης, εκδίδεται απόδειξη και ουδεμία ποινική δίωξη ασκείται αναφορικά με τη διάπραξη του σχετικού αδικήματος.

(7) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), μετά την εξώδικη ρύθμιση του αδικήματος, την καταβολή του ποσού και την έκδοση της απόδειξης όπως αναφέρεται στο εδάφιο (6), δεν χωρεί οποιαδήποτε περαιτέρω ποινική διαδικασία σχετικά με το αδίκημα και η προσαγωγή στο δικαστήριο της απόδειξης που αναφέρεται στο εδάφιο (6) αποτελεί πλήρη απόδειξη των γεγονότων που αναφέρονται σε αυτήν και συνεπάγεται την απαλλαγή του κατηγορούμενου.

(8) Η εξώδικη ρύθμιση αδικήματος και η καταβολή του σχετικού ποσού σύμφωνα με τις πιο πάνω διατάξεις δεν θεωρείται ως καταδίκη. σε περίπτωση όμως καταδικαστικής απόφασης για διάπραξη άλλου παρόμοιας φύσης αδικήματος, το δικαστήριο μπορεί να λάβει υπόψη τα πιο πάνω γεγονότα για σκοπούς επιμέτρησης της ποινής.

Αποκατάσταση περιβαλλοντικής ζημιάς

91.-(1)Σε περίπτωση που, ως αποτέλεσμα διάπραξης οποιουδήποτε αδικήματος εκ των αναφερομένων στο εδάφιο (4) του άρθρου 18, στο άρθρο 20 και στα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 87, έχει προκληθεί ρύπανση στα νερά ή στο έδαφος, η Αρμόδια Αρχή μπορεί να αξιώσει γραπτώς από πρόσωπο να προβεί σε εξάλειψη ή περιορισμό της ρύπανσης, λαμβάνοντας μέσα σε εύλογο χρόνο και σύμφωνα με τις οδηγίες της Αρμόδιας Αρχής τα κατάλληλα μέτρα που αυτή καθορίζει.

(2) Σε περίπτωση που το πρόσωπο που αναφέρεται στο εδάφιο (1) αρνηθεί ή παραλείψει να συμμορφωθεί με την ανωτέρω γραπτή αξίωση, τότε τα μέτρα προς εξάλειψη ή περιορισμό της ρύπανσης μπορούν να ληφθούν από την ίδια την Αρμόδια Αρχή και οι σχετικές δαπάνες εισπράττονται από το εν λόγω πρόσωπο ως αστικό χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.

Έκδοση Κανονισμών

92.-(1)Το Υπουργικό Συμβούλιο εκδίδει Κανονισμούς που απαιτούνται για τη ρύθμιση οποιουδήποτε θέματος, το οποίο χρήζει καθορισμού και για την καλύτερη εφαρμογή του παρόντος Νόμου, οι οποίοι δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

(2) Ειδικότερα, το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί να εκδώσει Κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή του άρθρου 31 και του εδαφίου (5) του άρθρου 84, δυνάμει των οποίων-

(α) ρυθμίζονται οποιαδήποτε θέματα σχετικά με τον προσδιορισμό, την υιοθέτηση ή την εφαρμογή βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών, αφού ληφθούν υπόψη, είτε γενικά είτε για συγκεκριμένες περιπτώσεις, το κόστος και το όφελος που μπορεί να προκύψει από οποιοδήποτε μέτρο, καθώς και οι αρχές της πρόνοιας και προληπτικής δράσης και αφού συνυπολογιστούν οι παράγοντες και τα στοιχεία που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙΙ και

(β) επιβάλλεται η λήψη συγκεκριμένων μέτρων για πρόληψη, μείωση ή εξάλειψη της ρύπανσης από τη λειτουργία της εγκατάστασης και για την τήρηση ποιοτικών προτύπων περιβάλλοντος.

Έκδοση διαταγμάτων

93.-(1) Η Αρμόδια Αρχή δύναται να εκδίδει διατάγματα, με τα οποία ρυθμίζονται τεχνικής και διοικητικής φύσεως θέματα.

(2) Ειδικότερα και χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (1), τα πιο πάνω διατάγματα μπορούν να προβλέπουν για όλα ή μερικά από τα ακόλουθα θέματα:

(α) τη διαδικασία εγγραφής σε Μητρώο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (2) του άρθρου 8,

(β) τον καθορισμό του ειδικού εντύπου αίτησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 9,

(γ) τον καθορισμό γενικών όρων λειτουργίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 και του άρθρου 29,

(δ) τις κατευθυντήριες γραμμές ως προς το τι θεωρούνται σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην ατμόσφαιρα, στα νερά και/ ή στο έδαφος, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3) του άρθρου 18,

(ε) τον καθορισμό προδιαγραφών αναφορικά με ρυπαντικές ουσίες που μπορεί να εκπέμπονται από εγκαταστάσεις που ασκούν συγκεκριμένο τύπο δραστηριότητας του Παραρτήματος ΙV, καθώς και με ισοδύναμες παραμέτρους ή τεχνικά μέτρα που εξασφαλίζουν αντίστοιχο επίπεδο περιβαλλοντικής προστασίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 27,

(στ) τον καθορισμό απαιτήσεων αναφορικά με τις μεθόδους και τις διαδικασίες που πρέπει να εφαρμόζονται κατά τη διενέργεια δειγματοληψιών, αναλύσεων και μετρήσεων που έχουν ως σκοπό την παρακολούθηση των εκπομπής ρυπαντικών ουσιών στον αέρα, στα νερά ή/και στο έδαφος, είτε αυτές διενεργούνται από τον ίδιο το φορέα εκμετάλλευσης ή το νόμιμο αντιπρόσωπό του, είτε από ανεξάρτητα χημικά ή/και μικροβιολογικά εργαστήρια.

(ζ) τον καθορισμό του περιεχομένου της βασικής έκθεσης που απαιτείται σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 34, με βάση σχετικές κατευθυντήριες γραμμές που δημοσιεύονται από την Επιτροπή,

(η) τον καθορισμό των κριτηρίων με βάση τα οποία καταρτίζονται τα σχέδια περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων, σύμφωνα με το άρθρο 35, καθώς και τα κριτήρια για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών κινδύνων, με βάση τις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές που δημοσιεύονται από την Επιτροπή,

(θ) τον καταρτισμό καταλόγων κατηγοριών αποβλήτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3) του άρθρου 61,

(ι) τη θέσπιση κανόνων που διέπουν τις εγκρίσεις, σύμφωνα με την παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 67,

(ια) τον καθορισμό του ύψους των τελών που επιβάλλονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 94, και

(ιβ) τις τροποποιήσεις των Παραρτημάτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 96.

Τέλη

94.-(1)(α) Κατά την υποβολή της αίτησης για τη χορήγηση Άδειας, ο αιτητής καταβάλλει τέλος, το οποίο η Αρμόδια Αρχή κρίνει επαρκές για την κάλυψη των εξόδων που συνεπάγεται η εξέταση της αίτησης και η έκδοση της Άδειας.

(β) Το ύψος του τέλους καθορίζεται με διάταγμα της Αρμόδιας Αρχής, που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

(2) Η Αρμόδια Αρχή, με διάταγμά της που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας δύναται να επιβάλει τέλος για την ανάκτηση του κόστους για τη διεξαγωγή μετρήσεων της συγκέντρωσης εκπομπών και για τη διεξαγωγή δειγματοληψιών και αναλύσεων υγρών και/ ή στερεών αποβλήτων.

Τήρηση Αρχείου

95.-(1)Η Αρμόδια Αρχή τηρεί Αρχείο, στο οποίο καταχωρούνται οι ακόλουθες πληροφορίες:

(α) αιτήσεις για τη χορήγηση ή ανανέωση Αδειών και οι αποφάσεις που λαμβάνονται,

(β) τροποποιήσεις Αδειών ή των όρων λειτουργίας τους,

(γ) ανακλήσεις Αδειών,

(δ) οι πληροφορίες που προβλέπονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 36,

(ε) οι απόψεις ή παραστάσεις οποιουδήποτε προσώπου που υποβάλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (ζ) του εδαφίου (1) του άρθρου 37, και οι έγγραφες θέσεις των μερών που υποβάλλονται δυνάμει του σημείου 4.2 του Παραρτήματος VIII,

(στ) οποιεσδήποτε εκθέσεις παρακολούθησης και αποτελέσματα από μετρήσεις και αναλύσεις που λαμβάνουν χώρα κατ’ εφαρμογή των όρων λειτουργίας της Άδειας,

(ζ) όλα τα αδικήματα που έχουν διαπραχθεί κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου και/ ή Κανονισμών και/ ή διαταγμάτων που εκδόθηκαν δυνάμει αυτού και οι ποινές που επιβλήθηκαν.

(2) Το Αρχείο βρίσκεται στη διάθεση του κοινού και μπορεί να τύχει επιθεώρησης στα γραφεία της Αρμόδιας Αρχής κατά τις εργάσιμες ημέρες και ώρες.

(3) Η λήψη πληροφοριών από το Αρχείο διέπεται από τις διατάξεις του περί της Πρόσβασης του Κοινού σε Πληροφορίες που είναι Σχετικές με το Περιβάλλον Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

(4) Ανεξαρτήτως των διατάξεων των ανωτέρω εδαφίων, των άρθρων 36, 37, 38, 39, 40 και του Παραρτήματος VΙΙΙ, η Αρμόδια Αρχή τηρεί σε ιστοσελίδα στο διαδίκτυο κατάλογο με πληροφορίες και στοιχεία για όλες τις εγκαταστάσεις στις οποίες χορηγεί Άδεια, περιλαμβανομένων των ακολούθων:

(α) η ονομασία της εγκατάστασης,

(β) η φύση και ο τύπος δραστηριότητας που ασκεί η εγκατάσταση,

(γ) η τοποθεσία της εγκατάστασης,

(δ) η ημερομηνία έκδοσης της Άδειας, και

(ε) η ημερομηνία λήξης της Άδειας.

Τροποποιήσεις Παραρτημάτων

96. Οι τροποποιήσεις που κρίνονται αναγκαίες για την προσαρμογή των Παραρτημάτων στην επιστημονική και τεχνική πρόοδο και τη συμμόρφωση με διεθνείς υποχρεώσεις της Δημοκρατίας, θεσπίζονται με διάταγμα της Αρμόδιας Αρχής, που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

Έκθεση προς την Επιτροπή

97.-(1)Η Αρμόδια Αρχή διαβιβάζει στην Επιτροπή, σε ηλεκτρονική μορφή, πληροφορίες σχετικά με -

(α) τα μέτρα που λαμβάνονται για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου,

(β) τα αντιπροσωπευτικά στοιχεία σχετικά με τις εκπομπές και άλλες μορφές ρύπανσης,

(γ) τις οριακές τιμές εκπομπής και την εφαρμογή των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 26 και 27, ιδίως όσον αφορά τη χορήγηση παρεκκλίσεων, σύμφωνα με το εδάφιο (5) του άρθρου 27, και

(δ) την πρόοδο ως προς την ανάπτυξη και την εφαρμογή αναδυόμενων τεχνικών, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 44.

(2)(α)Από 1η Ιανουαρίου 2016, η Αρμόδια Αρχή πραγματοποιεί ετήσιες απογραφές-

(i) των εκπομπών διοξειδίων του αζώτου,

(ii) των εκπομπών οξειδίων του θείου,

(iii) των εκπομπών σκόνης, και

(iv) της θερμικής ισχύος,

κάθε εγκατάστασης που εμπίπτει στις διατάξεις του Μέρους IV.

(β) Έχοντας υπόψη τους κανόνες συνυπολογισμού που προβλέπονται στο άρθρο 46, η Αρμόδια Αρχή λαμβάνει, για κάθε εγκατάσταση καύσης, στοιχεία για-

(i) τη συνολική ονομαστική θερμική ισχύ (MW) της εγκατάστασης καύσης·

(ii) το είδος της εγκατάστασης καύσης: λέβητας, αεριοστρόβιλος, αεριοκίνητη μηχανή, ντιζελοκίνητη μηχανή, άλλο (διευκρίνιση)·

(iii) την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας της εγκατάστασης καύσης·

(iv) τις συνολικές ετήσιες εκπομπές (τόνοι ανά έτος) διοξειδίου του αζώτου, οξειδίων του θείου και σκόνης (ως σύνολο ακυρούμενων σωματιδίων)·

(v)(i) τον αριθμό των ωρών λειτουργίας της εγκατάστασης καύσης· και

(vi) τις συνολικές ετήσιες εισροές ενέργειας, σε σχέση με την καθαρή θερμιδική ισχύ (TJ ανά έτος), κατανεμημένες στις ακόλουθες κατηγορίες καυσίμων: άνθρακας, λιγνίτης, βιομάζα, τύρφη, άλλα στερεά καύσιμα (διευκρίνιση του τύπου), υγρά καύσιμα, φυσικό αέριο, άλλα αέρια (διευκρίνιση του τύπου).

(γ) Τα ετήσια στοιχεία ανά εγκατάσταση που περιλαμβάνονται στις απογραφές που αναφέρονται στην παράγραφο (β), τίθενται στη διάθεση της Επιτροπής από την Αρμόδια Αρχή, εφόσον ζητηθούν.

(δ) Ανά τριετία και εντός δώδεκα (12) μηνών από τη λήξη της τριετούς περιόδου αναφοράς, η Αρμόδια Αρχή θέτει στη διάθεση της Επιτροπής σύνοψη των απογραφών, στην οποία αναφέρονται χωριστά τα στοιχεία για τις εγκαταστάσεις καύσης εντός των διυλιστηρίων.

(3) Από την 1η Ιανουαρίου 2016, η Αρμόδια Αρχή αναφέρει ετησίως στην Επιτροπή , στοιχεία για-

(α) τις εγκαταστάσεις καύσης, στις οποίες εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 48, το περιεχόμενο σε θείο του χρησιμοποιούμενου εγχώριου στερεού καυσίμου και το ποσοστό αποθείωσης που έχει επιτευχθεί, υπολογιζόμενα ως μηνιαίοι μέσοι όροι. για το πρώτο έτος που εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 48, αναφέρεται επίσης η τεχνική αιτιολόγηση για τη μη σκοπιμότητα της συμμόρφωσης προς τις οριακές τιμές εκπομπής, σύμφωνα με τα εδάφια (2), (3) και (4) του άρθρου 47· και

(β) τις εγκαταστάσεις καύσης, οι οποίες δεν λειτουργούν περισσότερες από χίλιες πεντακόσιες (1500) ώρες λειτουργίας ετησίως ως κυλιόμενος μέσος όρος πενταετίας, τον αριθμό των ωρών λειτουργίας ανά έτος.