Προσωρινά διατάγματα

88.-(1)Για οποιοδήποτε από τα αδικήματα που αναφέρονται στο εδάφιο (4) του άρθρου 18, στο άρθρο 20 και στα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 87, για τα οποία έχει προσαφθεί κατηγορία εναντίον προσώπου, μπορεί να ζητηθεί η έκδοση προσωρινού διατάγματος, απαγορεύοντας τη συνέχιση ή την επανάληψη της ισχυριζόμενης παράνομης πράξης ή παράλειψης, η οποία προκαλεί τη ρύπανση μέχρι την τελική εκδίκαση της υπόθεσης, αναφορικά με την οποία έχει προσαφθεί η κατηγορία.

(2) Το εν λόγω διάταγμα εκδίδεται από τον Πρόεδρο Επαρχιακού Δικαστηρίου, κατόπιν αίτησης είτε του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας είτε από μέρους και εξ ονόματος της ενδιαφερόμενης αρχής τοπικής αυτοδιοίκησης.

(3) Οι προϋποθέσεις έκδοσης προσωρινού διατάγματος διέπονται, τηρουμένων των αναλογιών, από το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, το άρθρο 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, και τους σχετικούς περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικούς Κανονισμούς, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται.

(4) Το προσωρινό διάταγμα που αναφέρεται στο εδάφιο (3) μπορεί να εκδοθεί και μετά από μονομερή (ex parte) αίτηση, κατ’ εφαρμογή και τηρουμένων των αναλογιών, του άρθρου 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου και του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται και των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται στην περίπτωση αυτή, για σκοπούς καταχώρησης ένστασης ή για να καταδειχθεί εκ μέρους του αντιδίκου λόγος ώστε να παύσει το εκδοθέν διάταγμα να παραμένει σε ισχύ, η σχετική προθεσμία που δύναται να τεθεί από το Δικαστήριο δεν υπερβαίνει τις δεκατέσσερις (14) μέρες.

(5) Πρόσωπο, το οποίο παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με διάταγμα που εκδόθηκε δυνάμει του εδαφίου (1), είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) χρόνια ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ (€500.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.