ΜΕΡΟΣ ΕΝΝΑΤΟ Η ΕΠΙΒΟΛΗ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ
Αρχές ρυθμιστικής παρέμβασης κατόπιν διαδικασίας εξέτασης αγοράς

46.-(1) Εξαιρουμένων των περιπτώσεων όπου ρητώς προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο, ρυθμιστικές υποχρεώσεις επιβάλλονται σε πρόσωπα που έχουν καθοριστεί από τον Επίτροπο ως έχοντα σημαντική ισχύ σε μια σχετική αγορά με την έκδοση Απόφασης όπως ορίζεται στο εδάφιο (3) του παρόντος άρθρου και η διαδικασία εξέτασης αγοράς, η οποία περιλαμβάνει τα στάδια ορισμού σχετικής αγοράς, ανάλυσης του καθεστώτος του ανταγωνισμού σε σχετική αγορά, καθώς και την επιβολή ρυθμιστικών υποχρεώσεων σε πρόσωπο με σημαντική ισχύ σε σχετική αγορά, ορίζεται από τον Επίτροπο σε σχετικό Διάταγμα.

(2) Στην περίπτωση που ο Επίτροπος αποφασίσει ότι, στη σχετική αγορά που έχει ορίσει, υπάρχει αποτελεσματικός ανταγωνισμός, δεν επιβάλλει ρυθμιστικές υποχρεώσεις και εάν ισχύουν ρυθμιστικά μέτρα τα αποσύρει μετά την πάροδο εύλογης περιόδου προειδοποίησης που δίνεται στα επηρεαζόμενα μέρη με την έκδοση σχετικής Απόφασης.

(3) Στην περίπτωση που ο Επίτροπος αποφασίσει ότι, στη σχετική αγορά που έχει ορίσει, δεν υπάρχει αποτελεσματικός ανταγωνισμός, προχωρά στον ορισμό ενός ή περισσότερων προσώπων με σημαντική ισχύ στην αγορά και επιβάλλει σε αυτό ή αυτά τουλάχιστον μια αναλογική ρυθμιστική υποχρέωση με την έκδοση σχετικής Απόφασης.

(4) Ο Επίτροπος, μετά το πέρας της διαδικασίας εξέτασης μιας σχετικής αγοράς, σύμφωνα με τα εδάφια (1), (2) και (3) του παρόντος άρθρου, διαβουλεύεται με τα ενδιαφερόμενα μέρη και την Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού, επί του προσχεδίου εγγράφου κοινοποίησης, για το σύνολο της διαδικασίας, τόσο πριν τη διαβούλευση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το BEREC και τις Ρυθμιστικές Αρχές των άλλων κρατών μελών κατά τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 50 καθώς και πριν την έκδοση Απόφασης, η οποία αφορά στο σύνολο της διαδικασίας εξέτασης της αγοράς.

(5) Η διαδικασία διαβούλευσης, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, παρέχει σε όλα τα μέρη την ευκαιρία  να  σχολιάσουν   το   προσχέδιο  του   εγγράφου  κοινοποίησης και της απόφασης εντός καθορισμένης προθεσμίας, η οποία σε κάθε περίπτωση δεν θα είναι μικρότερη των δεκαπέντε (15) ημερών.  Ο Επίτροπος διασφαλίζει την ύπαρξη ενός κεντρικού σημείου πληροφόρησης, μέσω του οποίου θα είναι δυνατή η πρόσβαση σε όλες τις διαβουλεύσεις, και ότι τα αποτελέσματα αυτής της διαδικασίας διαβούλευσης θα δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα του με την επιφύλαξη του δικαιώματος των ενδιαφερομένων μερών να προστατεύσουν τις εμπιστευτικές πληροφορίες τους δυνάμει της συγκεκριμένης προστασίας που παρέχεται από το άρθρο 25 του παρόντος Νόμου.

(6) Κατά την εκτέλεση των εξουσιών του, δυνάμει του παρόντος Μέρους, ο Επίτροπος έχει την εξουσία να ζητά από όλα τα πρόσωπα που παρέχουν δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην Κύπρο, όλες τις  πληροφορίες που κρίνονται απαραίτητες, ώστε να του δοθεί η δυνατότητα να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του κατά την υιοθέτηση μιας απόφασης δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(7) Η διαδικασία εξέτασης αγοράς, η οποία περιλαμβάνει τον ορισμό της σχετικής αγοράς, τη διενέργεια αναλύσεως του επιπέδου του ανταγωνισμού στη σχετική αγορά και τον προσδιορισμό των κατάλληλων και αναλογικών ρυθμίσεων, διενεργείται από τον Επίτροπο-

(α) εντός τριών (3) ετών για αγορές για τις οποίες εκδόθηκε Απόφαση Επιτρόπου με την οποία υιοθετήθηκε ρυθμιστικό μέτρο που αφορά στην σχετική αγορά και η περίοδος αυτή δύναται να παραταθεί για περίοδο μέχρι τριών (3) ετών στις περιπτώσεις εκείνες όπου ο Επίτροπος κοινοποιήσει αιτιολογημένο αίτημα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν φέρει αντίρρηση εντός ενός μηνός από την κοινοποίηση του αιτιολογημένου αιτήματος του Επιτρόπου,

(β) εντός δύο (2) ετών για αγορές οι οποίες περιλαμβάνονται στο Διάταγμα που εκδίδεται δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 47 και θα εξεταστούν για πρώτη φορά.

(8) Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όπου ο Επίτροπος θεωρεί ότι αυτό επιβάλλεται ώστε να διασφαλιστεί ο υγιής ανταγωνισμός και να διαφυλαχθούν τα δικαιώματα των τελικών χρηστών, δύναται να εκδώσει προσωρινή Απόφαση με την οποία να λαμβάνει αναλογικά και προσωρινά μέτρα χωρίς να διενεργήσει δημόσια διαβούλευση, ή χωρίς να διαβουλευθεί με  τις  Εθνικές Ρυθμιστικές Αρχές στα άλλα Κράτη Μέλη, ή την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ή τον BEREC. Όπου λαμβάνονται επείγοντα μέτρα βάσει του παρόντος άρθρου, ο Επίτροπος ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τον BEREC και τις Ρυθμιστικές Αρχές στα άλλα κράτη μέλη σχετικά με τα μέτρα που έχουν ληφθεί, με σχετική κοινοποίηση.  Οι κοινοποιήσεις αυτές αιτιολογούνται πλήρως από τον Επίτροπο και κοινοποιούνται χωρίς καθυστέρηση. Ο Επίτροπος έχει δικαίωμα να μονιμοποιήσει αυτά τα μέτρα ή να παρατείνει την ισχύ τους αφού ακολουθηθεί η διαδικασία που περιγράφεται στα άρθρα 47 μέχρι 50Β.

(9) Στην περίπτωση διακρατικών αγορών που καθορίζονται σε απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι επηρεαζόμενες Ρυθμιστικές Αρχές πραγματοποιούν από κοινού την εξέταση αγοράς, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τους, τις κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και αποφασίζουν από κοινού για την τυχόν επιβολή, διατήρηση, τροποποίηση ή άρση, εκεί όπου υφίστανται, των ρυθμιστικών υποχρεώσεων.

(10) Σε περίπτωση που δεν έχει ολοκληρωθεί η εξέταση για σχετική αγορά που προσδιορίζεται στη σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εντός των προθεσμιών που αναφέρονται στο εδάφιο (7), το BEREC παρέχει συνδρομή στον Επίτροπο, κατόπιν σχετικού αιτήματος, για την ολοκλήρωση της εξέτασης της συγκεκριμένης σχετικής αγοράς και την κοινοποίηση των αποτελεσμάτων της στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή εντός έξι (6) μηνών, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στα άρθρα 50Α και 50Β του παρόντος Νόμου.

Ορισμός σχετικών αγορών

47.-(1) Ο Επίτροπος καθορίζει με Διάταγμα τις αγορές οι οποίες υπόκεινται σε εκ των προτέρων ρύθμιση αλλά και την διαδικασία ορισμού περαιτέρω σχετικών αγορών, με βάση τις συνθήκες που επικρατούν στην Κυπριακή Αγορά, λαμβάνοντας υπόψη το ενωσιακό δίκαιο, την εκάστοτε Σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και τις Κατευθυντήριες Γραμμές, καθώς και τις αρχές του δικαίου του ανταγωνισμού και οι αγορές που υπόκεινται σε εκ των προτέρων ρύθμιση αποτελούν σημείο εκκίνησης για τη διαδικασία Εξέτασης Αγοράς, μέρος των αποτελεσμάτων της οποίας είναι ο ορισμός σχετικής αγοράς.

(2) [Διαγράφηκε].

(3) Οι σχετικές αγορές που ορίζονται για το σκοπό ανάλυσης του καθεστώτος του ανταγωνισμού και επιβολής ρυθμιστικών υποχρεώσεων βάσει του παρόντος Νόμου δεν συνιστούν περιορισμό αναφορικά με τον ορισμό αγορών βάσει του περί της Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμου του 2008.

Διαδικασία ανάλυσης αγοράς

48. (1) Μετά την ολοκλήρωση του ορισμού σχετικής αγοράς σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο Άρθρο 46, ο Επίτροπος διεξάγει ανάλυση του καθεστώτος του ανταγωνισμού για τη σχετική αγορά.

(2) Όπου, ως αποτέλεσμα της ανάλυσης του ανταγωνισμού σε μια σχετική αγορά, ο Επίτροπος διαπιστώνει ότι η σχετική αγορά δεν είναι επαρκώς ανταγωνιστική, ο Επίτροπος θα ορίζει πρόσωπο ή πρόσωπα με Σημαντική Ισχύ στη σχετική αγορά αυτή.

(3) Πρόσωπο θεωρείται ότι κατέχει σημαντική ισχύ σε σχετική αγορά εφόσον, είτε ατομικά είτε σε συνεργασία με άλλα πρόσωπα, ευρίσκεται σε θέση ισοδύναμη προς δεσπόζουσα θέση, η οποία νοείται ως θέση οικονομικής ισχύος που επιτρέπει σε πρόσωπο ή σε πρόσωπα να συμπεριφέρεται, σε σημαντικό βαθμό, ανεξάρτητα από τους ανταγωνιστές, τους πελάτες και, τελικά, τους καταναλωτές.

(4) Εάν ένα πρόσωπο έχει σημαντική ισχύ σε μια σχετική αγορά (πρώτη αγορά), είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι έχει σημαντική ισχύ σε μια στενά συνδεδεμένη με αυτήν αγορά (δεύτερη αγορά), εάν οι δεσμοί μεταξύ των δύο αγορών είναι τέτοιοι ώστε να είναι δυνατή η εκμετάλλευση της ισχύος στην πρώτη αγορά με αποτέλεσμα την ενδυνάμωση της θέσης της επιχείρησης στη δεύτερη αγορά.  Κατά συνέπεια, είναι δυνατό να ληφθούν, στη δεύτερη αγορά, διορθωτικά μέτρα με στόχο την αποτροπή του φαινομένου αυτού, σύμφωνα με τα άρθρα 56, 57, 58 και 60 του παρόντος Νόμου.  Σε περίπτωση που τα μέτρα αυτά  αποδειχθούν  ανεπαρκή, είναι δυνατό να επιβληθούν μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 65 του παρόντος Νόμου.

(5) Όπου, ως αποτέλεσμα της ανάλυσης του επιπέδου του ανταγωνισμού σε μια σχετική αγορά, ο Επίτροπος διαπιστώνει ότι είναι επαρκώς ανταγωνιστική, δεν πρέπει να επιβάλλει ή να διατηρεί οποιαδήποτε από τις ρυθμιστικές υποχρεώσεις που αναφέρονται στο Άρθρο 49 και αίρει τις υπάρχουσες υποχρεώσεις οι οποίες επιβλήθηκαν με προηγούμενη σχετική Απόφασή του, παρέχοντας στα ενδιαφερόμενα μέρη κατάλληλο χρόνο ειδοποίησης πριν από την άρση αυτή.

(6) Η εξέταση σχετικής αγοράς που διεξάγεται από τον Επίτροπο λαμβάνει υπόψη τις αναμενόμενες ή προβλεπόμενες τεχνολογικές ή οικονομικές εξελίξεις για την περίοδο μέχρι την επόμενη εξέταση της σχετικής αγοράς.

Επιλογή διορθωτικών ρυθμίσεων

49. (1) Ο εντοπισμός προσώπου ή προσώπων που έχουν Σημαντική Ισχύ σε μια σχετική αγορά, ατομικά ή συλλογικά οδηγεί στην επιλογή από τον Επίτροπο μιας εύλογης διορθωτικής ρύθμισης ή ρυθμίσεων, οι οποίες θα είναι αναλογικές για τους ακόλουθους στόχους:

(α) προώθηση του ανταγωνισμού στην παροχή δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφών ευκολιών και υπηρεσιών με τους ακόλουθους τρόπους:

(i) εξασφαλίζοντας ότι οι χρήστες, συμπεριλαμβανομένων των μειονεκτούντων χρηστών, αποκομίζουν το μέγιστο όφελος όσον αφορά την επιλογή, την τιμή και την ποιότητα·

(ii) εξασφαλίζοντας ότι δεν υφίσταται στρέβλωση ούτε περιορισμός του ανταγωνισμού στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών·

(iii) ενθαρρύνοντας αποτελεσματικές επενδύσεις ως προς την υποδομή και υποστηρίζοντας την καινοτομία, και (δδ) ενθαρρύνοντας την αποτελεσματική χρήση και εξασφαλίζοντας την ουσιαστική διαχείριση των πόρων αριθμοδότησης, και

(β) συμβολή στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς μέσω, μεταξύ άλλων: (αα) της άρσης των τελευταίων εμποδίων στην παροχή δικτύων ηλεκτρονικών υπηρεσιών, συναφών ευκολιών και υπηρεσιών και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε ευρωπαϊκό επίπεδο·

(i) της ενθάρρυνσης της σύστασης και της ανάπτυξης διευρωπαϊκών δικτύων και της διαλειτουργικότητας πανευρωπαϊκών υπηρεσιών, και διατερματικής δυνατότητας διασύνδεσης·

(ii) της εξασφάλισης ότι, σε παρόμοιες περιπτώσεις, δεν γίνεται διάκριση στην αντιμετώπιση των προσώπων που παρέχουν δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, και

(iii) της συνεργασίας μεταξύ τους και με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και του BEREC, κατά διαφανή τρόπο, ώστε να εξασφαλίζονται, η ανάπτυξη μιας συνεπούς κανονιστικής πρακτικής και η συνεπής εφαρμογή των νομικών υποχρεώσεων δυνάμει του Δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(2) Κατά την επιλογή της κατάλληλης κανονιστικής ρύθμισης ή ρυθμίσεων για την επίτευξη της διατήρησης του αποτελεσματικού ανταγωνισμού, ο Επίτροπος λαμβάνει ιδιαίτερα υπόψη το επιθυμητό της τεχνολογικής ουδετερότητας του αποτελέσματος των κανονιστικών ρυθμίσεων.

(3) Όπου η διαπίστωση έλλειψης αποτελεσματικού ανταγωνισμού σχετίζεται με αποτυχία της αγοράς αναφορικά με τις υποχρεώσεις πρόσβασης ή διασύνδεσης που εμπίπτουν στο πεδίο των Άρθρων 56-61 του παρόντος Νόμου, ο Επίτροπος θα επιβάλλει μία ή περισσότερες από τις ρυθμίσεις που παρατίθενται στις διατάξεις αυτές και αναλύονται στο Μέρος 10, με την επιφύλαξη του εδαφίου (3) του άρθρου 53 του παρόντος Νόμου.

(4) Όπου η διαπίστωση έλλειψης αποτελεσματικού ανταγωνισμού σχετίζεται με ζητήματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Μέρους 11 του παρόντος Νόμου, ο Επίτροπος θα επιβάλει μία ή περισσότερες από τις ρυθμίσεις που παρατίθενται στις διατάξεις αυτές.

(5) [Διαγράφηκε].

(6) [Διαγράφηκε].

(7) [Διαγράφηκε].

Διαδικασία διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη και την Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού

50. (1) Κατά την εκτέλεση των υποχρεώσεων του, βάσει του παρόντος Μέρους, ο Επίτροπος διαβουλεύεται με όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς στα πλαίσια Δημόσιας Διαβούλευσης, καθώς και με την Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού.

(2) Κατά την εκτέλεση των υποχρεώσεων του, βάσει του παρόντος Μέρους, ο Επίτροπος διαβουλεύεται με τα ενδιαφερόμενα μέρη, σε κατάλληλο στάδιο της εξέτασης κάθε σχετικής αγοράς και σε κατάλληλη χρονική περίοδο, πριν την οριστικοποίηση του εγγράφου κοινοποίησης των αποτελεσμάτων της εξέτασης αγοράς στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τον BEREC και τις Ρυθμιστικές Αρχές των άλλων κρατών μελών.  Οι όροι και οι διαδικασίες που ακολουθούνται από τον Επίτροπο τίθενται σε σχετικό Διάταγμα.

(3) Κατά την εκτέλεση των υποχρεώσεών του βάσει του παρόντος Μέρους, ο Επίτροπος θα συνεργάζεται και θα διαβουλεύεται με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με σκοπό να παρέχονται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή επαρκείς πληροφορίες προκειμένου να εκτελεί αποτελεσματικά το εποπτικό ρόλο που απαιτείται από αυτήν δυνάμει του Κοινοτικού δικαίου αναφορικά με τις λειτουργίες που θα εκτελούνται από τον Επίτροπο δυνάμει του παρόντος μέρους, συμπεριλαμβανομένων των εξής:

(α) γνωστοποίηση ρυθμιστικών μέτρων στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, παρέχοντας σε αυτή επαρκή χρόνο προκειμένου να γνωστοποιήσει στον Επίτροπο τις απόψεις της επί των σχεδίων ρυθμίσεων

(β) γνωστοποίηση πληροφοριών στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε περίπτωση που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει σοβαρές αμφιβολίες αναφορικά με την συμμόρφωση του σχεδίου ρυθμίσεως με το κοινοτικό δίκαιο

(γ) γνωστοποίηση πληροφοριών στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε περίπτωση που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητήσει διευκρινίσεις επί των στοιχείων της αγοράς ή των αναλύσεων που διεξήχθησαν από τον Επίτροπο κατά την εκτέλεση των λειτουργιών του δυνάμει του παρόντος Μέρους

(δ) κοινοποίηση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή της τελικής απόφασης που λαμβάνεται σε συνδυασμό με οποιαδήποτε λειτουργία που εκτελείται από τον Επίτροπο βάσει του παρόντος Μέρους, συμπεριλαμβανομένων των επωνυμιών των προσώπων που καθορίσθηκαν ως έχοντα Σημαντική Ισχύ στην Αγορά και των υποχρεώσεων που επιβλήθηκαν σε αυτά, σύμφωνα με τις απαιτήσεις σχετικά με τις κοινοποιήσεις και τις δημοσιεύσεις οι οποίες τίθενται στο Άρθρα 36(2) της οδηγίας 2002/22/ΕΚ. Ο τρόπος και η μορφή συνεργασίας και διαβούλευσης δυνάμει του παρόντος Άρθρου καθορίζεται με σχετικό διάταγμα.

(4) Κατά την εκτέλεση των υποχρεώσεών του βάσει του παρόντος Μέρους, ο Επίτροπος θα ακολουθήσει το μηχανισμό κοινοποίησης που καθορίζεται με Διάταγμα, όταν επιδιώκει να ασκήσει το δικαίωμα υιοθέτησης προσωρινών μέτρων δυνάμει του εδαφίου (7) του Άρθρου 49 του παρόντος Νόμου.

(5) Κατά την εκτέλεση των υποχρεώσεών του βάσει του παρόντος Μέρους, ο Επίτροπος υποχρεούται να διαβουλεύεται με τα ενδιαφερόμενα μέρη σε ένα κατάλληλο στάδιο της εξέτασης και για κατάλληλη χρονική περίοδο πριν την υιοθέτηση μέτρων σχετικά με τον ορισμό αγοράς, την ανάλυση αγοράς ή την επιλογή κανονιστικών υποχρεώσεων. Οι όροι και οι διαδικασίες που θα ακολουθηθούν από τον Επίτροπο θα τίθενται σε σχετικό Διάταγμα ως περιγράφεται στο Άρθρο 26 του παρόντος Νόμου.

Ενοποίηση της εσωτερικής αγοράς των ηλεκτρονικών επικοινωνιών

50Α.-(1) Κατά την εκτέλεση των υποχρεώσεών του, βάσει του παρόντος Μέρους, ο Επίτροπος συνεργάζεται και διαβουλεύεται με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το BEREC και τις Ρυθμιστικές Αρχές των άλλων κρατών μελών.

(2) Στο πλαίσιο αυτής της συνεργασίας ο Επίτροπος, αφού ολοκληρώσει τη Δημόσια Διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη όπως προνοείται στο άρθρο 50 του παρόντος Νόμου και εφόσον  προτίθεται  να  επιβάλει,  να  αποσύρει  ή να μην εισαγάγει ρυθμιστικά μέτρα τα οποία εμπίπτουν στις πρόνοιες των άρθρων 47, 48, 49, 53 και 55 του παρόντος Νόμου και επηρεάζουν το  εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών, κοινοποιεί τα αποτελέσματα της εξέτασης αγοράς και την αιτιολογία, στην οποία βασίζεται η επιλογή του, σε σχέση με την επιβολή, απόσυρση ή μη εισαγωγή ρυθμιστικών μέτρων, ταυτόχρονα, στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το BEREC και στις Ρυθμιστικές Αρχές των άλλων κρατών μελών.

(3) Κατά την εκτέλεση των υποχρεώσεων του, βάσει του παρόντος Μέρους, ο Επίτροπος ακολουθεί μηχανισμό κοινοποίησης, ως εκάστοτε υιοθετείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

(4) Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ο BEREC και οι Ρυθμιστικές Αρχές των άλλων κρατών μελών δύνανται να κοινοποιήσουν σχόλια επί του εγγράφου κοινοποίησης στον Επίτροπο, εντός περιόδου ενός (1) μηνός, από την ημερομηνία που τους αποστάληκε το έγγραφο κοινοποίησης.

(5) Σε περίπτωση που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκδίδει συστάσεις που έχουν ως σκοπό να αποκλείσουν εμπόδια στην Εσωτερική Αγορά, ο Επίτροπος λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη τις συστάσεις αυτές και ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για κάθε απόκλιση από αυτές.

Διαδικασία για ομοιόμορφη ρυθμιστική πρακτική

50Β.-(1) Όταν σχεδιαζόμενο μέτρο αποσκοπεί στην επιβολή, τροποποίηση ή άρση υποχρέωσης φορέα εκμετάλλευσης, κατ’ εφαρμογή των προαναφερόμενων άρθρων, η Επιτροπή δύναται, εντός της περιόδου του ενός μηνός που προβλέπεται στο άρθρο 50Α του παρόντος Νόμου, να γνωστοποιήσει στον Επίτροπο και στο BEREC τους λόγους για τους οποίους, είτε θεωρεί ότι το σχέδιο μέτρου δημιουργεί φραγμούς στην ενιαία αγορά, είτε αμφισβητεί σοβαρά τη συμβατότητά του με τη νομοθεσία της Ένωσης.

(2) Εάν η ένσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αφορά στον ορισμό της σχετικής αγοράς σε περίπτωση που αυτή δεν συμπίπτει με τις σχετικές αγορές, που περιλαμβάνονται στη σχετική σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ή στην ανάλυση του καθεστώτος του ανταγωνισμού  στη  σχετική  αγορά, τότε ο Επίτροπος δεν προβαίνει σε καμία ενέργεια στη βάση των αποτελεσμάτων της εξέτασης της σχετικής αγοράς για περίοδο δύο (2) μηνών, εντός της οποίας η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενημερώνει τον Επίτροπο με αιτιολογημένη θέση κατά πόσο αυτή επιθυμεί την απόσυρση της πρότασης του Επιτρόπου όπως αυτή εκφράζεται στο έγγραφο κοινοποίησης ή κατά πόσο αυτή αποφάσισε την απόσυρση των ενστάσεών της, αναφορικά με το περιεχόμενο του εγγράφου κοινοποίησης. Στην περίπτωση που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητήσει την απόσυρση του εγγράφου κοινοποίησης, ο Επίτροπος θα πρέπει να αποσύρει ή να τροποποιήσει το έγγραφο κοινοποίησης εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία της Απόφασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.  Σε περίπτωση τροποποίησης, ο Επίτροπος οφείλει να ακολουθήσει τη διαδικασία διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη πριν την εκ νέου κοινοποίηση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

(3) Εάν η ένσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αφορά στις ρυθμιστικές υποχρεώσεις που ο Επίτροπος εισηγείται στο έγγραφο κοινοποίησης να επιβάλει ή να αποσύρει, τότε ο Επίτροπος δεν προβαίνει σε καμία ενέργεια στη βάση των αποτελεσμάτων της εξέτασης της σχετικής αγοράς για περίοδο τριών (3) μηνών, εντός της οποίας η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα ενημερώσει τον Επίτροπο με αιτιολογημένη θέση για τις ενστάσεις της.

(4) Κατά την περίοδο των τριών (3) μηνών που προβλέπεται στο εδάφιο (3), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το BEREC και ο Επίτροπος συνεργάζονται στενά με στόχο την εξεύρεση του καταλληλότερου και αποτελεσματικότερου μέτρου, υπό το πρίσμα των στόχων του παρόντος Νόμου, λαμβάνοντας ταυτόχρονα δεόντως υπόψη τις απόψεις των φορέων της αγοράς και την ανάγκη να εξασφαλισθεί η εφαρμογή ομοιόμορφης ρυθμιστικής πρακτικής στην εσωτερική αγορά.

(5) Εντός έξι (6) εβδομάδων από την έναρξη της αναφερόμενης τρίμηνης (3) περιόδου, το BEREC γνωμοδοτεί, αποφασίζοντας με πλειοψηφία των μελών του, σχετικά με την αναφερόμενη στο εδάφιο (3) ένσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κατά πόσο το σχέδιο μέτρου πρέπει να τροποποιηθεί ή να αποσυρθεί και, εφόσον απαιτείται, καταθέτει συγκεκριμένες προτάσεις προς το σκοπό αυτό.  Η γνωμοδότηση αυτή αιτιολογείται και δημοσιοποιείται.

(6) Εάν στη γνωμοδότησή του το BEREC συμμερίζεται τις σοβαρές αμφιβολίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, συνεργάζεται στενά με τον Επίτροπο για την εξεύρεση του καταλληλότερου και αποτελεσματικότερου μέτρου.  Πριν την εκπνοή της τρίμηνης περιόδου, ο Επίτροπος δύναται:

(α) να τροποποιήσει ή να αποσύρει το ρυθμιστικό μέτρο έχοντας λάβει ιδιαιτέρως υπόψη την ένσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής καθώς και τη γνώμη και τις συστάσεις του BEREC·

(β) να διατηρήσει το ρυθμιστικό μέτρο.

(7) Σε περίπτωση που το BEREC δεν  συμμερίζεται τις σοβαρές αμφιβολίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ή δεν γνωμοδοτεί ή σε περίπτωση που ο Επίτροπος τροποποιεί ή διατηρεί το σχέδιο μέτρου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δύναται, εντός ενός (1) μηνός από την εκπνοή της τρίμηνης (3) περιόδου, και έχοντας λάβει ιδιαιτέρως υπόψη τη γνώμη του BEREC, εφόσον έχει αυτός γνωμοδοτήσει:

(α) να εκδώσει σύσταση απαιτώντας από τον Επίτροπο να τροποποιήσει ή να αποσύρει το σχέδιο μέτρου, περιλαμβανομένων συγκεκριμένων προτάσεων προς τον σκοπό αυτό, και  εκθέτοντας τους λόγους στη βάση των οποίων αιτιολογείται η σύστασή της, ιδίως σε περίπτωση που το BEREC δεν συμμερίζεται τις σοβαρές αμφιβολίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ή

(β) να λάβει απόφαση με την οποία αίρει τις αναφερθείσες επιφυλάξεις της.

(8) Εντός ενός (1) μηνός από την έκδοση της σύστασης ή την άρση των επιφυλάξεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο Επίτροπος κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στο BEREC το μέτρο το οποίο υιοθετεί.  Η εν λόγω χρονική περίοδος δύναται να παραταθεί προκειμένου να δοθεί στον Επίτροπο η ευχέρεια να διοργανώσει δημόσια διαβούλευση, εάν κρίνει ότι χρειάζεται κατά τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 50 του παρόντος Νόμου.

(9) Σε περίπτωση που ο Επίτροπος αποφασίσει να μην τροποποιήσει ή αποσύρει το σχέδιο μέτρου, παρέχει τεκμηριωμένη αιτιολόγηση για την ενέργειά του αυτή.

(10) Ο Επίτροπος δύναται να αποσύρει το προτεινόμενο σχέδιο μέτρου σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας.

(11) Εάν με την εκπνοή της περιόδου του ενός (1) μηνός, που αναφέρεται στο άρθρο 50Α του παρόντος νόμου, δεν υπάρξει κοινοποίηση σχολίων εκ μέρους της  Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο Επίτροπος δύναται να εγκρίνει το μέτρο, λαμβάνοντας υπόψη οποιαδήποτε σχόλια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του BEREC ή άλλης  Ρυθμιστικής Αρχής κράτους μέλους.