ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ
Αδικήματα βίας κατά γυναικών

5. Τα ακόλουθα αδικήματα λογίζονται ως αδικήματα βίας κατά γυναίκας:

(α) Οποιοδήποτε από τα αναφερόμενα στον Πίνακα αδικήματα·

(β) το προβλεπόμενο στο άρθρο 6 αδίκημα της άσκησης ψυχολογικής βίας·

(γ) το προβλεπόμενο στο άρθρο 7 αδίκημα της σεξουαλικής παρενόχλησης·

(δ) το προβλεπόμενο στο άρθρο 8 αδίκημα της άσκησης οικονομικής βίας·

(ε) το προβλεπόμενο στο άρθρο 9 αδίκημα της διάδοσης υλικού πορνογραφικού ή σεξουαλικού περιεχομένου·

(στ) το προβλεπόμενο στο άρθρο 10 αδίκημα της υποκίνησης παιδιού·

(στ1) το προβλεπόμενο στο άρθρο 10Α αδίκημα της γυναικοκτονίας·

(ζ) οποιοδήποτε αδίκημα εμπίπτει στον ορισμό του όρου «ενδοοικογενειακή βία».

Άσκηση Ψυχολογικής βίας

6. Πρόσωπο, το οποίο με τη συμπεριφορά του η οποία εκφράζεται με εξαναγκασμό, πίεση, υποτιμητικά σχόλια, εξύβριση ή απειλές πλήττει σοβαρά την ψυχολογική ακεραιότητα γυναίκας ή της προκαλεί πραγματικό φόβο, είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

Σεξουαλική παρενόχληση

7. Πρόσωπο, το οποίο προβαίνει σε ανεπιθύμητη από τη γυναίκα συμπεριφορά σεξουαλικής φύσεως η οποία εκφράζεται με λόγια ή με πράξεις και έχει ως σκοπό ή αποτέλεσμα την προσβολή της αξιοπρέπειας της γυναίκας, ιδιαίτερα όταν μέσω αυτής της συμπεριφοράς, το εν λόγω πρόσωπο δημιουργεί εκφοβιστικό, εχθρικό, υποβαθμιστικό, ταπεινωτικό ή προσβλητικό κλίμα προς τη γυναίκα αυτή, είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

Οικονομική βία

8. Σύζυγος ή σύντροφος γυναίκας οικονομικά εξαρτώμενης από αυτόν, ο οποίος της αποστερεί τα αναγκαία προς το ζην οικονομικά μέσα περιλαμβανομένης της διατροφής, της ιατρικής περίθαλψης, του ιματισμού και της στέγης, με σκοπό να της προκαλέσει σωματική ή/και ψυχολογική βλάβη ή/και με σκοπό να την εξαναγκάσει να προβεί σε οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη ή/και απερίσκεπτα, αδιαφορώντας εάν θα της προκαλέσει σωματική ή ψυχολογική βλάβη, είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή και στις δυο αυτές ποινές.

Διάδοση υλικού πορνογραφικού ή σεξουαλικού περιεχομένου

9.-(1) Πρόσωπο το οποίο αποστέλλει, διανέμει, κυκλοφορεί, δημοσιεύει, διαδίδει, αναπαράγει ή μεταδίδει με οποιαδήποτε ηλεκτρονικά, ψηφιακά, έντυπα ή άλλα μέσα οποιασδήποτε φύσης, υλικό με πορνογραφικό ή σεξουαλικό περιεχόμενο σε σχέση με γυναίκα, χωρίς τη συγκατάθεσή της, υπό συνθήκες εύλογης προσδοκίας ιδιωτικότητας, με σκοπό να την εκφοβίσει ή/και εξευτελίσει ή/και παρενοχλήσει ή/και να της προκαλέσει συναισθηματική διαταραχή και/ή οικονομική ή άλλη ζημία ή βλάβη ή/και για να αποκομίσει παράνομο οικονομικό όφελος, είναι ένοχο κακουργήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δεκατέσσερα (14) έτη.

(2) Πρόσωπο, το οποίο εκβιάζει ή απειλεί γυναίκα ότι χωρίς τη συγκατάθεσή της θα αποστείλει, διανείμει, δημοσιεύσει, διαδώσει, κυκλοφορήσει, αναπαράγει ή μεταδώσει με οποιαδήποτε ηλεκτρονικά, ψηφιακά έντυπα ή άλλα μέσα οποιασδήποτε φύσεως, υλικό με πορνογραφικό ή σεξουαλικό περιεχόμενο που απεικονίζει την ίδια, είναι ένοχο κακουργήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δεκατέσσερα (14) έτη.

(3) Πρόσωπο το οποίο αποπειράται να διαπράξει τα προβλεπόμενα στα εδάφια (1) και (2) αδικήματα είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη.

Υποκίνηση παιδιού προς διάπραξη αδικήματος

10. Πρόσωπο, το οποίο υποκινεί παιδί να διαπράξει αδίκημα που αναφέρεται στις παραγράφους (α), (β), (γ), (δ), (ε) ή (ζ) του άρθρου 5, είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται στην ίδια ποινή φυλάκισης ή χρηματική ποινή που φέρουν τα εν λόγω αδικήματα για τον αυτουργό.

Γυναικοκτονία

10Α. Πρόσωπο το οποίο επιφέρει το θάνατο γυναίκας με παράνομη πράξη ή παράλειψη είναι ένοχο του αδικήματος της γυναικοκτονίας και υπόκειται σε ποινή φυλάκισης διά βίου:

Νοείται ότι παράνομη παράλειψη συνιστά η υπαίτια αμέλεια παράλειψης εκτέλεσης καθήκοντος, αν και δεν υφίσταται πρόθεση πρόκλησης θανάτου.

(2) Επιπροσθέτως των προβλεπόμενων από τις διατάξεις του άρθρου 11 επιβαρυντικών περιστάσεων, το δικαστήριο κατά την επιμέτρηση και επιβολή της ποινής για το αδίκημα της γυναικοκτονίας λαμβάνει υπόψη, ως επιβαρυντικό παράγοντα, ότι ο θάνατος επήλθε ως αποτέλεσμα-

(α) άσκησης βίας από ερωτικό σύντροφο.

(β) βασανισμού ή άσκησης βίας λόγω μισογυνισμού.

(γ) άσκησης ενδοοικογενειακής βίας.

(δ) άσκησης βίας για λόγους τιμής.

(ε) άσκησης βίας για λόγους θρησκευτικών πεποιθήσεων.

(στ) άσκησης βίας λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού ή ταυτότητας φύλου.

(ζ) διάπραξης του αδικήματος του ακρωτηριασμού γυναικείων γεννητικών οργάνων, κατά τις διατάξεις του άρθρου 233Α του Ποινικού Κώδικα.

(η) άσκησης βίας με σκοπό ή στο πλαίσιο σεξουαλικής εκμετάλλευσης και/ή εμπορίας προσώπων και/ή διακίνησης ναρκωτικών και/ή οργανωμένου εγκλήματος.

(θ) άσκησης βίας προς επίτευξη παράνομης συνουσίας.

(ι) στοχευμένης άσκησης βίας εναντίον γυναικών, στο πλαίσιο ένοπλων συγκρούσεων.

(3) Για σκοπούς του παρόντος άρθρου-

"πρόκληση θανάτου" έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τις διατάξεις του άρθρου 211 του Ποινικού Κώδικα, οι οποίες εφαρμόζονται κατ' αναλογίαν για το αδίκημα της γυναικοκτονίας.

"εκμετάλλευση" και "εμπορία προσώπων" έχει την έννοια που αποδίδεται στους όρους αυτούς από τις διατάξεις του άρθρου 2 του περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Εμπορίας και της Εκμετάλλευσης Προσώπων και της Προστασίας των Θυμάτων Νόμου.

"ερωτικός σύντροφος" σημαίνει πρώην ή νυν σύζυγο και/ή σύντροφο, ανεξαρτήτως εάν αυτός έχει μοιραστεί ή μοιράζεται την ίδια κατοικία με το θύμα:

Νοείται ότι αναφορικά με τη διαπίστωση του χρόνου επέλευσης του θανάτου για σκοπούς διάπραξης του αδικήματος της γυναικοκτονίας, ισχύουν κατ' αναλογίαν οι περιορισμοί που τίθενται από τις διατάξεις του άρθρου 213 του Ποινικού Κώδικα.

Επιβαρυντικές περιστάσεις

11. Το Δικαστήριο, κατά την άσκηση των εξουσιών του προς επιμέτρηση και επιβολή ποινής για αδίκημα βίας κατά γυναίκας, λαμβάνει υπόψη ως επιβαρυντικές, εφόσον δεν αποτελούν ήδη μέρος των συστατικών στοιχείων του αδικήματος, τις ακόλουθες περιστάσεις:

(α) το αδίκημα διαπράχθηκε εναντίον προσώπου από πρώην ή νυν σύζυγο ή σύντροφο ή μέλος της οικογένειάς του ή από πρόσωπο που συζεί ή συζούσε με το θύμα ή από πρόσωπο το οποίο έχει καταχραστεί ή εκμεταλλευτεί θέση εξουσίας, εμπιστοσύνης ή επιρροής·

(β) το αδίκημα ή τα συναφή αδικήματα διαπράχθηκαν κατά συρροή∙

(γ) το αδίκημα διαπράχθηκε εναντίον προσώπου το οποίο είναι σε ευάλωτη θέση συνεπεία διανοητικής ή σωματικής αναπηρίας ή κατάστασης εξάρτησης ή κατά γυναίκας η οποία εγκυμονούσε κατά τον χρόνο διάπραξης του αδικήματος ή που τελούσε υπό άλλες ειδικές συνθήκες∙

(δ) το αδίκημα διαπράχθηκε εναντίον ή στην παρουσία παιδιού, ήτοι εντός του οπτικού ή ακουστικού πεδίου αυτού∙

(ε) το αδίκημα διαπράχθηκε από δύο (2) ή περισσότερα πρόσωπα ενεργούντα από κοινού∙

(στ) του αδικήματος προηγήθηκε η άσκηση ακραίας βίας, εξαναγκασμού ή απειλής ή αυτό συνοδεύθηκε από τέτοια βία, εξαναγκασμό ή απειλή∙

(ζ) το αδίκημα διαπράχθηκε με τη χρήση ή υπό την απειλή όπλου ή άλλου επικίνδυνου αντικειμένου·

(η) το αδίκημα είχε ως αποτέλεσμα την πρόκληση σοβαρής βλάβης στο θύμα∙

(θ) ο καταδικασθείς προηγουμένως είχε καταδικαστεί για αδίκημα της ίδιας φύσεως∙

(ι) το αδίκημα διαπράχθηκε από δημόσιο λειτουργό κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του:

Νοείται ότι, για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, «δημόσιος λειτουργός» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 4 του Ποινικού Κώδικα.

Ευθύνη νομικών προσώπων

12.-(1) Νομικό πρόσωπο έχει ευθύνη για τη διάπραξη αδικήματος βίας κατά γυναίκας, όταν αυτό διαπράττεται από πρόσωπο το οποίο ενεργεί, είτε ατομικά είτε ως μέλος οργάνου του εν λόγω νομικού προσώπου, το οποίο κατέχει σε αυτό θέση η οποία βασίζεται σε-

(α) εξουσία αντιπροσώπευσης του νομικού προσώπου, ή

(β) εξουσία να λαμβάνει αποφάσεις εκ μέρους του νομικού προσώπου, ή

(γ) εξουσία να ασκεί έλεγχο εντός του νομικού προσώπου.

(2) Άνευ επηρεασμού των διατάξεων του εδαφίου (1), νομικό πρόσωπο δύναται να θεωρηθεί ως υπεύθυνο για τη διάπραξη αδικήματος βίας κατά γυναίκας, σε περίπτωση κατά την οποία η ελλιπής εποπτεία ή ο ελλιπής έλεγχος από καθοριζόμενο στο εδάφιο (1) πρόσωπο, έχει καταστήσει δυνατή τη διάπραξη του εν λόγω αδικήματος από πρόσωπο το οποίο ενεργεί υπό τη δικαιοδοσία του.

(3) Η προβλεπόμενη στα εδάφια (1) και (2) ευθύνη νομικού προσώπου δεν αποκλείει την ποινική δίωξη φυσικού προσώπου το οποίο ενεργεί ως αυτουργός, ηθικός αυτουργός ή συνεργός σε αδίκημα βίας κατά γυναίκας.

(4) Νομικό πρόσωπο, το οποίο καταδικάζεται για τη διάπραξη αδικήματος βίας κατά γυναίκας, υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες ευρώ (€300.000):

Νοείται ότι, πέραν της ποινικής ευθύνης για τη διάπραξη αδικήματος βίας κατά γυναίκας, το νομικό πρόσωπο υπέχει αστική ευθύνη.

Επιπρόσθετες ποινές ή κυρώσεις κατά νομικού ή φυσικού προσώπου

13.-(1) Ανεξαρτήτως των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου Νόμου και ανεξαρτήτως της επιβολής οποιασδήποτε άλλης ποινής ή κύρωσης για τη διάπραξη αδικήματος βίας κατά γυναίκας, το Δικαστήριο δύναται, σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας ή κατά την επιβολή ποινής σε καταδικασθέντα, να διατάξει ως επιπρόσθετη ποινή ή κύρωση-

(α) τον αποκλεισμό από δημόσιες παροχές ή ενισχύσεις,

(β) τη διάλυση του νομικού προσώπου,

(γ) το προσωρινό ή το οριστικό κλείσιμο των υποστατικών ή εγκαταστάσεων που χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξη του αδικήματος,

(δ) την κατάσχεση και τη δήμευση οποιουδήποτε αντικειμένου ή μέσου, το οποίο χρησιμοποιήθηκε για τη διάπραξη αδικήματος βίας κατά γυναίκας.

(2) Παράλειψη συμμόρφωσης με διάταγμα του Δικαστηρίου που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), συνιστά ποινικό αδίκημα το οποίο τιμωρείται με ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εκατόν εβδομήντα χιλιάδες ευρώ (€170.000) ή και με τις δύο αυτές ποινές.

Εφαρμογή των διατάξεων άλλων νόμων

14.Για σκοπούς του παρόντος Νόμου στην περίπτωση, στον βαθμό και στην έκταση που οι διατάξεις τους δεν είναι αντίθετες με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι νόμοι:

(α) Ο περί Ποινικής Δικονομίας Νόμος·

(β) ο περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμος·

(γ) ο περί Προστασίας Μαρτύρων Νόμος·

(δ) ο περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμος·

(ε) ο περί της Θέσπισης Ελάχιστων Προτύπων σχετικά με τα Δικαιώματα, την Υποστήριξη και την Προστασία Θυμάτων της Εγκληματικότητας Νόμος.

Δικαιοδοσία δικαστηρίων

15.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 5 του Ποινικού Κώδικα, τα δικαστήρια της Δημοκρατίας έχουν δικαιοδοσία να εκδικάζουν αδικήματα βίας κατά γυναικών, εφόσον αυτά διαπράχθηκαν-

(α) επί πλοίου φέροντος τη σημαία τη Δημοκρατίας,

(β) επί αεροσκάφους το οποίο είναι εγγεγραμμένο σύμφωνα με τη νομοθεσία της Δημοκρατίας.

(2) Αδίκημα, το οποίο διαπράχθηκε επί πλοίου ή αεροσκάφους, όπως προβλέπεται στο εδάφιο (1), εκδικάζεται από αρμόδιο δικαστήριο της επαρχίας Λευκωσίας.

(3) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 5 του Ποινικού Κώδικα και παρά τις διατάξεις του άρθρου 6 αυτού, τα δικαστήρια της Δημοκρατίας έχουν δικαιοδοσία να εκδικάζουν αδικήματα βίας κατά των γυναικών, εφόσον αυτά διαπράττονται με τη βοήθεια συστήματος πληροφοριών στο οποίο υπάρχει πρόσβαση από το έδαφος της Δημοκρατίας, ανεξαρτήτως του εάν το σύστημα πληροφοριών ευρίσκεται ή όχι στο έδαφος της Δημοκρατίας.

Αποκλεισμός υπεράσπισης

16. Δεν αποτελεί υπεράσπιση ή ελαφρυντικό παράγοντα ή δικαιολογία σχετικά με αδίκημα βίας κατά γυναίκας, η επίκληση από τον κατηγορούμενο ότι το θύμα έχει παραβεί πολιτισμικούς, θρησκευτικούς, κοινωνικούς ή παραδοσιακούς κανόνες ή έθιμα αρμόζουσας συμπεριφοράς ή λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού ή ταυτότητας φύλου ή ότι το αδίκημα διαπράχθηκε για λόγους τιμής.

Καταγγελία από επαγγελματίες

17. Σε περίπτωση κατά την οποία πρόσωπο, στο πλαίσιο άσκησης του επαγγέλματός του ή των επαγγελματικών του καθηκόντων, είτε στον δημόσιο είτε στον ιδιωτικό τομέα, έχει επαρκείς λόγους να πιστεύει ότι έχει διαπραχθεί αδίκημα βίας κατά γυναίκας ή ότι αναμένεται να διαπραχθούν και άλλες πράξεις βίας εναντίον γυναίκας και προβαίνει σε καταγγελία στις διωκτικές αρχές, οι κανόνες εμπιστευτικότητας που προβλέπονται σε οποιονδήποτε εν ισχύι Νόμο δεν τυγχάνουν εφαρμογής σε σχέση με την καταγγελία, εκτός από την περίπτωση για την οποία η πληροφόρηση ελήφθη από δικηγόρο, στο πλαίσιο παροχής νομικής συμβουλής ή/και εκπροσώπησης ή/και υπεράσπισης προσώπου σε σχέση με ποινική ή αστική διαδικασία.