ΜΕΡΟΣ VI ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΛΟΓΟΔΟΣΙΑΣ
Οικονομικές καταστάσεις του Ταμείου και του Οργανισμού

35.-(1) Ο Οργανισμός ετοιμάζει τις οικονομικές καταστάσεις του Ταμείου για κάθε οικονομικό έτος, σύμφωνα με διεθνώς αναγνωρισμένα λογιστικά πρότυπα:

Νοείται ότι, ο Οργανισμός δύναται να ετοιμάζει δύο τύπους οικονομικών καταστάσεων για το Ταμείο, εκ των οποίων ο ένας ετοιμάζεται σύμφωνα με διεθνώς αναγνωρισμένα λογιστικά πρότυπα όπως καθορίζει το Συμβούλιο και ο άλλος σύμφωνα με τα λογιστικά πρότυπα και τις οδηγίες που ορίζει ο Γενικός Λογιστής.

(2) Ο Οργανισμός υποχρεούται να ετοιμάζει τις οικονομικές καταστάσεις του Οργανισμού για κάθε οικονομικό έτος, σύμφωνα με διεθνώς αναγνωρισμένα λογιστικά πρότυπα:

Νοείται ότι Οργανισμός δύναται να ετοιμάζει δύο τύπους οικονομικών καταστάσεων του Οργανισμού, εκ των οποίων ο ένας ετοιμάζεται σύμφωνα με διεθνώς αναγνωρισμένα λογιστικά πρότυπα όπως ορίζει το Συμβούλιο και ο άλλος ετοιμάζεται σύμφωνα με τα λογιστικά πρότυπα και τις οδηγίες που ορίζει ο Γενικός Λογιστής.

Εξωτερικός έλεγχος του Ταμείου και του Οργανισμού

36.-(1) Για σκοπούς εξωτερικού ελέγχου, το Ταμείο υπόκειται στις διατάξεις του περί της Δημοσιονομικής Ευθύνης και του Δημοσιονομικού Πλαισίου Νόμου και σε έλεγχο από τον Γενικό Ελεγκτή.

(2) Οι λογαριασμοί, οι οικονομικές καταστάσεις και η οικονομική διαχείριση του Οργανισμού ελέγχονται από τον Γενικό Ελεγκτή σύμφωνα με διεθνώς αναγνωρισμένα ελεγκτικά πρότυπα.

(3) Ο Γενικός Ελεγκτής δύναται να αναθέσει τον έλεγχο του Οργανισμού, ο οποίος προβλέπεται στο εδάφιο (2), σε ιδιώτες εξωτερικούς ελεγκτές.

(4) Σε περίπτωση που ο Γενικός Ελεγκτής αναθέτει τον έλεγχο του Οργανισμού σε ιδιώτες εξωτερικούς ελεγκτές σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3) -

(α) Οι ιδιώτες εξωτερικοί ελεγκτές έχουν την ευθύνη να εκδώσουν την έκθεση ελέγχου του Οργανισμού και να στείλουν αντίγραφο της έκθεσης ελέγχου στον Γενικό Ελεγκτή. και

(β) η αμοιβή των ιδιωτών εξωτερικών ελεγκτών εγκρίνεται από τον Γενικό Ελεγκτή.

(5) Επιπρόσθετα από τον έλεγχο του Οργανισμού δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2), ο Γενικός Ελεγκτής δύναται, κατά την απόλυτη διακριτική του ευχέρεια, να διεξάγει οποιοδήποτε άλλο έλεγχο κρίνει σκόπιμο σχετικά με την οικονομική κατάσταση, τη συμμόρφωση ή την απόδοση του Οργανισμού.

(6) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, οι οικονομικές καταστάσεις του Ταμείου και του Οργανισμού που ετοιμάζονται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 35, υποβάλλονται στον Γενικό Ελεγκτή σε ημερομηνίες που καθορίζει ο ίδιος, αλλά το αργότερο εντός τριών (3) μηνών μετά τη λήξη του σχετικού οικονομικού έτους.

Ετήσια Έκθεση Ταμείου

37.-(1) Ο Οργανισμός καταρτίζει και υποβάλλει στον Υπουργό ετήσια έκθεση του Ταμείου σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4), μέσα σε προθεσμία έξι (6) μηνών από τη λήξη του οικονομικού έτους, ο δε Υπουργός ακολούθως ενημερώνει σχετικά το Υπουργικό Συμβούλιο.

(2) Ο Υπουργός, κατόπιν ενημέρωσης του Υπουργικού Συμβουλίου, υποβάλλει την ετήσια έκθεση που προβλέπεται στο εδάφιο (1) στη Βουλή των Αντιπροσώπων, συνοδευόμενη από τυχόν σχόλια του Υπουργικού Συμβουλίου.

(3) Κατόπιν υποβολής της ετήσιας έκθεσης στη Βουλή των Αντιπροσώπων, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2), ο Οργανισμός δημοσιεύει την ετήσια έκθεση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

(4) Η ετήσια έκθεση του Ταμείου περιλαμβάνει -

(α) Τις ελεγμένες οικονομικές καταστάσεις του Ταμείου συνοδευόμενες από την έκθεση ελέγχου·

(β) τις ελεγμένες οικονομικές καταστάσεις του Οργανισμού συνοδευόμενες από την έκθεση ελέγχου·

(γ) ανάλυση και επεξήγηση της απόδοσης του Ταμείου κατά τη διάρκεια του σχετικού οικονομικού έτους, περιλαμβανόμενης και σύγκρισης με τις προσδοκίες του Οργανισμού σχετικά με την απόδοση του Ταμείου·

(δ) τη Δήλωση Επενδυτικής Πολιτικής που προβλέπεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 31·

(ε) δήλωση υπογεγραμμένη από τον Πρόεδρο του Συμβουλίου και τον Εκτελεστικό Διευθυντή του Οργανισμού, η οποία πιστοποιεί κατά πόσο η Δήλωση Επενδυτικής Πολιτικής που προβλέπεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 31 έχει ακολουθηθεί καθ’ όλη τη διάρκεια του σχετικού οικονομικού έτους, λαμβανομένων υπόψη των γενικών αρχών που προβλέπονται στο άρθρο 29 του παρόντος Νόμου·

(στ) κατάλογο των εξωτερικών διαχειριστών επενδύσεων και θεματοφυλάκων που χρησιμοποίησε ο Οργανισμός σε σχέση με τις επενδύσεις και τη διαχείριση του Ταμείου κατά τη διάρκεια του σχετικού οικονομικού έτους και τις κατηγορίες επενδύσεων ή περιουσιακών στοιχείων για τις οποίες είχε ευθύνη ο καθένας·

(ζ) την εταιρική στρατηγική του Οργανισμού και επεξήγηση της προόδου που έχει πραγματοποιηθεί για επίτευξή της κατά τη διάρκεια του σχετικού οικονομικού έτους·

(η) επεξήγηση του πλαισίου διακυβέρνησης του Οργανισμού·

(θ) το ποσοστό των περιουσιακών στοιχείων του Ταμείου, το οποίο υπόκειται σε ειδικούς διακανονισμούς που προκύπτουν λόγω της μη ρευστοποιήσιμης φύσης τους∙

(ι) οποιουσδήποτε νέους διακανονισμούς για τη διαχείριση της ρευστότητας του Ταμείου∙

(ια) τα τρέχοντα χαρακτηριστικά κινδύνων του Ταμείου και τα συστήματα διαχείρισης κινδύνων, τα οποία χρησιμοποιούνται για τη διαχείριση των εν λόγω κινδύνων∙

(ιβ) τη συμβατότητα και τη συμμόρφωση των χαρακτηριστικών κινδύνων του Ταμείου, με τα όρια κινδύνου που έχουν τεθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (ζ) του εδαφίου (2) του άρθρου 31, για το έτος που αφορά η ετήσια έκθεση∙

(ιγ) την επάρκεια και την αποτελεσματικότητα της διαδικασίας διαχείρισης κινδύνων, αναφέροντας εάν έχουν ληφθεί ή πρόκειται να ληφθούν κατάλληλα διορθωτικά μέτρα σε περίπτωση υφιστάμενων ή αναμενόμενων αδυναμιών, για το έτος που αφορά η ετήσια έκθεση∙ και

(ιδ) οποιαδήποτε άλλα ζητήματα ο Οργανισμός κρίνει αναγκαία.

(5) Ο Οργανισμός δημοσιεύει κατάσταση για τις επενδύσεις του Ταμείου, η οποία αναθεωρείται τουλάχιστον μία φορά το χρόνο:

Νοείται ότι ο Οργανισμός δημοσιεύει σε τακτά χρονικά διαστήματα πληροφορίες αναφορικά με τον σχεδιασμό, την επενδυτική πολιτική, τους στόχους, τον έλεγχο και τις αποδόσεις του Ταμείου, που συνάδουν με τις εκάστοτε διεθνείς βέλτιστες πρακτικές όσον αφορά το περιεχόμενο, τον χρόνο και τον τρόπο δημοσίευσής τους.

Ενημέρωση Υπουργού

38.-(1) Ο Οργανισμός ενημερώνει αναλυτικά σε τακτά χρονικά διαστήματα τον Υπουργό για την απόδοση του Ταμείου.

(2) Ο Οργανισμός, με δική του πρωτοβουλία και ανά πάσα στιγμή, παρέχει στον Υπουργό οποιεσδήποτε εκθέσεις και πληροφορίες σχετικά με τις επενδύσεις και τη διαχείριση του Ταμείου, όταν κρίνει ότι οι εν λόγω εκθέσεις και πληροφορίες διευκολύνουν την εκτέλεση των καθηκόντων του Οργανισμού που προβλέπονται στο εδάφιο (1).

(3) Ο Υπουργός δύναται να ζητήσει από τον Οργανισμό έκθεση και πληροφορίες για διάφορα θέματα, σε χρόνο και σε μορφή που καθορίζει ο ίδιος, σε σχέση με τις επενδύσεις και τη διαχείριση του Ταμείου, καθώς και τη διοίκηση και τη λειτουργία του Οργανισμού.

(4) Ο Οργανισμός παρέχει κάθε αναγκαία πληροφορία για τη διεξαγωγή εξωτερικής ανεξάρτητης αξιολόγησης της λειτουργίας του, που ζητείται από τον Υπουργό σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (ζ) του άρθρου 7.

(5) Ο Υπουργός δύναται να δώσει στη δημοσιότητα οποιαδήποτε έκθεση και πληροφορία υποβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3), υπό την προϋπόθεση ότι τέτοια δημοσίευση δεν αντίκειται στην προστασία εμπιστευτικών πληροφοριών που προβλέπεται στο άρθρο 40.

(6) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ο Υπουργός δύναται να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές με τις οποίες καθορίζονται:

(α) Οι εκθέσεις που υποβάλλει ο Οργανισμός, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3)·

(β) τα διαστήματα που μεσολαβούν ανάμεσα στις υποβολές των εκθέσεων δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, τα οποία είναι τουλάχιστον τρίμηνα· και

(γ) κατά πόσο δημοσιεύονται οι εκθέσεις δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

Παρουσία στη Βουλή των Αντιπροσώπων

39. Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 10, ο Πρόεδρος του Συμβουλίου, και/ή ο Εκτελεστικός Διευθυντής του Οργανισμού παρευρίσκονται, κατόπιν αιτήματος της Βουλής των Αντιπροσώπων σε συνεδρία της Βουλής ή δύνανται με δική τους πρωτοβουλία να ζητήσουν ακρόαση από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, για σκοπούς ενημέρωσης για θέματα σχετικά με τις επενδύσεις και τη διαχείριση του Ταμείου και τη λειτουργία και διοίκηση του Οργανισμού.

Τήρηση απορρήτου και εμπιστευτικότητας

40.-(1) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (2), απαγορεύεται στον Πρόεδρο και τα μέλη του Συμβουλίου, στον Εκτελεστικό Διευθυντή και στο προσωπικό του Οργανισμού, να παρέχει, κοινοποιεί, αποκαλύπτει, εμπιστευτικές πληροφορίες που περιήλθαν στην κατοχή του κατά τη διάρκεια εκτέλεσης των καθηκόντων του:

Νοείται ότι, τα πρόσωπα που εμπίπτουν στις διατάξεις του πιο πάνω εδαφίου συνεχίζουν να έχουν την υποχρέωση τήρησης απορρήτου και μετά την αποχώρησή τους από τον Οργανισμό ή την παύση ή ολοκλήρωση των εργασιών που τους ανατέθηκαν από τον Οργανισμό.

(2) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) δεν εμποδίζουν την αποκάλυψη εμπιστευτικών πληροφοριών:

(α) Στη Βουλή των Αντιπροσώπων, στο Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, στο Γενικό Ελεγκτή, στο Γενικό Λογιστή, στην Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, στο Υπουργείο Οικονομικών και στη Στατιστική Υπηρεσία·

(β) σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο για το οποίο οι εν λόγω πληροφορίες είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των λειτουργιών του Οργανισμού και στην Επιτροπή Υπόδειξης κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 16 και 19·

(γ) οι οποίες χρειάζεται να αποκαλυφθούν διά νόμου ή διά διατάγματος δικαστηρίου αρμόδιας δικαιοδοσίας ή δυνάμει διεθνούς συνθήκης ή πρόνοιας της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης∙

(δ) για τις οποίες χορηγήθηκε σχετική συγκατάθεση από τον Οργανισμό ή από τρίτο πρόσωπο, ανάλογα με την περίπτωση, ως προβλέπεται στο εδάφιο (3).

(3) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου -

(α) Ο όρος «εμπιστευτικές πληροφορίες» σημαίνει πληροφορίες που χαρακτηρίζονται ως εμπιστευτικές δυνάμει Νόμου ή πληροφορίες που χαρακτηρίζονται ως εμπιστευτικές από τον Οργανισμό ή από τρίτο πρόσωπο στην περίπτωση πληροφοριών που υποβάλλονται στον Οργανισμό από το εν λόγω πρόσωπο, είτε αφορούν συγκεκριμένες πληροφορίες, είτε αφορούν πληροφορίες συγκεκριμένης κατηγορίας ή περιγραφής·

(β) ο όρος «σχετική συγκατάθεση» σημαίνει, στην περίπτωση πληροφοριών που ο Οργανισμός δηλώνει ως εμπιστευτικές, τη γραπτή συγκατάθεση του Οργανισμού και στην περίπτωση πληροφοριών που δηλώνονται ως εμπιστευτικές από άλλο πρόσωπο τη γραπτή συγκατάθεση του εν λόγω προσώπου.

(4) Πρόσωπο το οποίο παραβιάζει τις διατάξεις του παρόντος άρθρου είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.