ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ ΕΞΟΥΣΙΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΣΥΛΛΟΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ
Εξουσία προς συλλογή πληροφοριών

7.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου και οποιασδήποτε άλλης σχετικής νομοθεσίας, η Επιτροπή δύναται να ζητά και να συλλέγει πληροφορίες, οι οποίες είναι απαραίτητες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της και να απαιτεί μέσα σε ταχθείσα προθεσμία με γραπτό αίτημά της, την παροχή τέτοιων πληροφοριών από αθλητή, αθλητικό παράγοντα, εκπρόσωπο αθλητή, αθλητική ομοσπονδία, αθλητικό σωματείο και από κάθε άλλο πρόσωπο που εμπίπτει εντός των αρμοδιοτήτων ελέγχου της, καθώς και από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που η Επιτροπή, εύλογα θεωρεί ότι είναι σε θέση να δώσει τις αιτούμενες πληροφορίες και στοιχεία.

(2) Κατά την άσκηση των εξουσιών της, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), η Επιτροπή δύναται να συλλέγει οποιεσδήποτε σχετικές εκθέσεις και οπτικοακουστικό υλικό που αφορά συγκεκριμένο αθλητικό γεγονός, όπως αυτό ορίζεται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου και δυνατόν να σχετίζεται με διερευνώμενο αδίκημα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και της κειμένης νομοθεσίας.

(3) Στο γραπτό αίτημα της Επιτροπής δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), καθορίζεται ο σκοπός της έρευνας, η διάταξη στην οποία βασίζεται η εξουσία της Επιτροπής, η τασσόμενη προς παροχή των πληροφοριών προθεσμία και οι ενδεχόμενες κυρώσεις σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με την προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) υποχρέωση παροχής πληροφοριών.

(4) Οποιοδήποτε πρόσωπο, στο οποίο απευθύνεται το αίτημα της Επιτροπής για συλλογή πληροφοριών έχει υποχρέωση προς έγκαιρη, πλήρη και ακριβή παροχή των ζητούμενων πληροφοριών, νοουμένου ότι το αίτημα δεν αφορά έλεγχο και συλλογή κειμένων που συνιστούν αλληλογραφία ή επικοινωνία, οπότε σε τέτοια περίπτωση, το πρόσωπο που υπόκειται στην έρευνα έχει το δικαίωμα να αρνηθεί την παροχή των στοιχείων αυτών στην Επιτροπή:

Νοείται ότι σε περίπτωση που πρόσωπο σκόπιμα και χωρίς νόμιμη αιτία αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις πιο πάνω διατάξεις είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή και τις δύο (2) αυτές ποινές.

(5) Οι πληροφορίες που παρέχονται στην Επιτροπή κατά την άσκηση της εξουσίας της είναι εμπιστευτικής φύσεως και δύναται να χρησιμοποιηθούν μόνο για τους σκοπούς άσκησης των αρμοδιοτήτων της:

Νοείται ότι, αν κατά τη συλλογή πληροφοριών προκύψουν οποιαδήποτε στοιχεία, τα οποία δυνατό να συνιστούν ενδεχόμενη παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή της κειμένης νομοθεσίας, πέραν από αυτήν που διερευνάται από την Επιτροπή σύμφωνα με το γραπτό της αίτημα, τότε τα στοιχεία αυτά δύναται να αποτελέσουν ικανή βάση για λήψη περαιτέρω μέτρων κατά τα προβλεπόμενα στον παρόντα Νόμο.

(6) Υπό την επιφύλαξη των όρων και περιορισμών που προβλέπονται στις διατάξεις του εδαφίου (3) αναφορικά με τον έλεγχο και τη συλλογή στοιχείων που συνιστούν αλληλογραφία ή επικοινωνία, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, η υποχρέωση παροχής πληροφοριών που προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (4) περιλαμβάνει την υποχρέωση προς προσκόμιση, παράθεση και κατάθεση κάθε είδους γραπτών στοιχείων και πληροφοριών, περιλαμβανομένων των πρακτικών των συνεδριάσεων αθλητικού σωματείου, αθλητικής ομοσπονδίας ή οποιουδήποτε νομικού προσώπου και πληροφοριών αποθηκευμένων σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές, τα οποία σχετίζονται με πράξεις ή ενέργειες που αποσκοπούν σε πράξεις διαφθοράς, που τιμωρούνται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου:

(7) Οποιοδήποτε πρόσωπο λαμβάνει αίτημα της Επιτροπής για παροχή πληροφοριών δυνάμει του παρόντος άρθρου οφείλει να μην το κοινοποιεί με οποιοδήποτε τρόπο σε οποιονδήποτε και να το χειρίζεται με πλήρη εμπιστευτικότητα.

Καθήκον εχεμύθειας

8.-(1) Κάθε μέλος της Επιτροπής, καθώς επίσης και κάθε ερευνών λειτουργός που διορίζεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 10 -

(α) Έχει υποχρέωση τήρησης πλήρους εχεμύθειας σε σχέση με τις πληροφορίες, τα έγγραφα ή άλλα στοιχεία που έρχονται σε γνώση του στο πλαίσιο της άσκησης των αρμοδιοτήτων του, και

(β) αναλαμβάνει γραπτώς την υποχρέωση τήρησης του καθήκοντος εχεμύθειας που προβλέπεται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου, η οποία τον δεσμεύει κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης των καθηκόντων του καθώς και για περίοδο δύο (2) ετών μετά την ολοκλήρωση τους.

(2) Παράβαση του καθήκοντος εχεμύθειας, που προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (1) συνιστά αδίκημα, το οποίο τιμωρείται με ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις είκοσι χιλιάδες ευρώ (€20.000) ή και τις δύο (2) αυτές ποινές.

(3) Η καταδίκη σε ποινικό αδίκημα ή η διαπίστωση διάπραξης πειθαρχικού παραπτώματος για παράβαση του καθήκοντος εχεμύθειας από μέλος της Επιτροπής ή από ερευνώντα λειτουργό, πέραν της ποινικής ή πειθαρχικής δίωξης του, επιφέρει την άμεση απομάκρυνσή του από τα καθήκοντα του στην Επιτροπή και ή τα καθήκοντα του ως ερευνώντα λειτουργού και σε τέτοια περίπτωση, το εν λόγω πρόσωπο υποχρεούται να παραδώσει στην Επιτροπή όλα τα έγγραφα που είναι στη κατοχή του και/ή το υλικό που συνέλεξε μέχρι εκείνη τη στιγμή, για την ολοκλήρωση της έρευνας.

Ενέργειες της Επιτροπής σε περίπτωση παράβασης

9. Η Επιτροπή, σε περίπτωση που κατά την άσκηση της εξουσίας της προς συλλογή πληροφοριών ή κατά την διενέργεια ελέγχου ή από στοιχεία που με οποιοδήποτε τρόπο τίθενται ενώπιον της, διαπιστώσει το ενδεχόμενο παράβασης των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή της κειμένης νομοθεσίας ενεργεί ως ακολούθως:

(α) Σε περίπτωση που η ενδεχόμενη παράβαση δυνατόν να συνιστά αδίκημα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή της κειμένης νομοθεσίας, συντάσσει πόρισμα ή έκθεση γεγονότων και τα υποβάλλει μαζί με όλα τα στοιχεία που κατέχει, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, στο Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας:

Νοείται ότι, η Επιτροπή δύναται να ζητά και να λαμβάνει ενημέρωση αναφορικά με την πορεία των ως άνω προβλεπόμενων υποθέσεων από τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας,

(β) σε περίπτωση που διαπιστώνει ενδεχόμενη διάπραξη πειθαρχικού αδικήματος συντάσσει πόρισμα ή έκθεση γεγονότων και παραπέμπει την υπόθεση στην οικεία αθλητική ομοσπονδία για διενέργεια πειθαρχικής έρευνας, ανεξαρτήτως τυχόν ποινικής ευθύνης,

(γ) σε περίπτωση που η παράβαση αφορά άρνηση παροχής πληροφοριών κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 7 του παρόντος Νόμου, απευθύνεται στο δικαστήριο με σκοπό την έκδοση διατάγματος για την παροχή των πιο πάνω πληροφοριών.

Διορισμός ερευνώντος λειτουργού

10.-(1) Για τους σκοπούς οποιασδήποτε έρευνας που διενεργείται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η Επιτροπή δύναται να ορίζει μέλος της ή και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, ως ερευνώντα λειτουργό:

Νοείται ότι τα άτομα που διορίζονται ως ερευνώντες λειτουργοί απαγορεύεται να έχουν οποιοδήποτε οικονομικό ή άλλον συμφέρον σε σχέση με την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους.

(2) Η έρευνα διεξάγεται το ταχύτερο δυνατό.

(3) Κατά τη διεξαγωγή της έρευνας, ο ερευνών λειτουργός δύναται να ασκεί τις εξουσίες προς συλλογή πληροφοριών με τις οποίες περιβάλλεται η Επιτροπή βάσει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(4) Ο ερευνών λειτουργός δύναται να καλεί, να ακούει μαρτυρία και να παίρνει γραπτή ή ηχογραφημένη, κατά την κρίση του κατάθεση από πρόσωπα που δυνατό να έχουν στοιχεία ή να γνωρίζουν οτιδήποτε σχετικό με την υπόθεση, τα οποία πρόσωπα οφείλουν να προσέρχονται ενώπιον του και να παρέχουν τις πληροφορίες που κατέχουν, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (4) του άρθρου 7.

(5) Ο ερευνών λειτουργός, αφού ολοκληρώσει την έρευνά του συντάσσει πόρισμα στο οποίο περιλαμβάνονται οι απόψεις και/ή εισηγήσεις επί των ευρημάτων του, το οποίο υποβάλλει στην Επιτροπή μαζί με όλα τα σχετικά με την υπόθεση έγγραφα.

(6) Η τελική απόφαση της Επιτροπής λαμβάνεται κατά πλειοψηφία των μελών της δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 3.