ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ ΑΣΤΙΚA AΔΙΚΗΜΑΤΑ
Αστικό αδίκημα της παρενόχλησης και της παρενοχλητικής παρακολούθησης

7.-(1) Πρόσωπο, το οποίο προβαίνει σε συμπεριφορά η οποία προκαλεί παρενόχληση, ενώ γνωρίζει ή όφειλε να γνωρίζει ότι η συμπεριφορά αυτή προκαλεί παρενόχληση, διαπράττει το αστικό αδίκημα της παρενόχλησης.

(2) Πρόσωπο, το οποίο προβαίνει σε συμπεριφορά η οποία συνιστά παρακολούθηση και προκαλεί παρενόχληση, ενώ γνωρίζει ή όφειλε να γνωρίζει ότι η συμπεριφορά αυτή προκαλεί παρενόχληση, διαπράττει το αστικό αδίκημα της παρενοχλητικής παρακολούθησης:

Νοείται ότι, για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, οι προβλεπόμενες στο εδάφιο (4) του άρθρου 4 συμπεριφορές συνιστούν παρακολούθηση.

(3) Για τους σκοπούς των εδαφίων (1) και (2), πρόσωπο θεωρείται ότι όφειλε να γνωρίζει ότι η συμπεριφορά στην οποία προβαίνει προκαλεί παρενόχληση, στην περίπτωση που ένα λογικό πρόσωπο υπό τις ίδιες περιστάσεις θα θεωρούσε ότι η συμπεριφορά αυτή προκαλεί παρενόχληση.

Καταχώριση αγωγής

8. Πρόσωπο, εναντίον του οποίου διαπράχθηκε οποιοδήποτε από τα προβλεπόμενα στο άρθρο 7 αστικά αδικήματα, δύναται να καταχωρίσει αγωγή εναντίον του προσώπου που διέπραξε το εν λόγω αδίκημα.

Ειδικές υπερασπίσεις

9. Σε αγωγή για παρενόχληση ή/και παρενοχλητική παρακολούθηση δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8 συνιστά υπεράσπιση-

(α) ότι ο εναγόμενος προέβη στην εν λόγω συμπεριφορά ως εκ της επαγγελματικής ιδιότητάς του προς το σκοπό αποτροπής ή/και διερεύνησης ποινικού αδικήματος∙ ή/και

(β) ότι ο εναγόμενος προέβη στην εν λόγω συμπεριφορά με βάση τις διατάξεις οποιασδήποτε νομοθεσίας ή/και δικαστικού διατάγματος ή/και με σκοπό τη συμμόρφωση με όρο ή/και απαίτηση επιβαλλόμενη σε οποιοδήποτε πρόσωπο δυνάμει νομοθεσίας ή/και δικαστικού διατάγματος∙ ή/και

(γ) η επίδικη συμπεριφορά ήταν εύλογη υπό τις περιστάσεις.

Εξουσία Δικαστηρίου για έκδοση ενδιάμεσου διατάγματος

10.-(1) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου και των προνοιών οποιουδήποτε διαδικαστικού κανονισμού, δικαστήριο το οποίο εκδικάζει αγωγή που καταχωρίζεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Μέρους, ανεξαρτήτως εάν αυτό ασκεί πρωτοβάθμια ή δευτεροβάθμια δικαιοδοσία, δύναται να εκδώσει ενδιάμεσο διάταγμα με το οποίο επιβάλλει στον καθ’ ου η αίτηση οποιαδήποτε απαγόρευση ή/και περιορισμό θεωρεί αναγκαίο ή/και επιθυμητό υπό τις περιστάσεις, με σκοπό την ασφάλεια ή/και την προστασία του αιτητή.

(2) Δικαστήριο ασκούν την εξουσία του δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), δύναται να εκδώσει ενδιάμεσο διάταγμα με το οποίο, μεταξύ άλλων-

(α) περιορίζει ή/και απαγορεύει στον καθ’ ου η αίτηση να προσεγγίζει ή/και να ακολουθεί τον αιτητή∙

(β) περιορίζει ή/και απαγορεύει την πρόσβαση του καθ’ ου η αίτηση στον τόπο διαμονής ή/και εργασίας του αιτητή ή/και σε ακίνητη ή κινητή περιουσία που ανήκει ή κατέχεται ολικώς ή μερικώς από τον αιτητή∙

(γ) απαγορεύει στον καθ’ ου η αίτηση να επικοινωνεί με τον αιτητή.

(3) Το προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) διάταγμα εκδίδεται κατόπιν αίτησης που υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση στην οποία καταγράφονται γεγονότα ή/και στοιχεία τα οποία αποτελούν εκ πρώτης όψεως απόδειξη ότι λαμβάνει χώραν παρενοχλητική παρακολούθηση ή παρενόχληση ή υφίσταται κίνδυνος επανάληψης ή εξακολούθησης συμπεριφοράς που συνιστά παρενοχλητική παρακολούθηση ή παρενόχληση του ενάγοντος ή μέλους της οικογένειάς του.

(4) Διάταγμα εκδοθέν δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) ισχύει για περίοδο που δεν υπερβαίνει τις οκτώ (8) ημέρες από την ημέρα επίδοσής του στον καθ’ ου η αίτηση και είναι επιστρεπτέο στο δικαστήριο εντός της περιόδου αυτής σε μέρα και ώρα που θα ορίσει το δικαστήριο.

(5) Ο διάδικος εναντίον του οποίου εξεδόθη διάταγμα δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) δύναται να ζητήσει την ακύρωση ή την τροποποίηση του διατάγματος πριν από τη λήξη της καθοριζόμενης σε αυτό περίοδο.

(6) Πρόσωπο, εναντίον του οποίου εκδόθηκε διάταγμα δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) και το οποίο παραβαίνει οποιονδήποτε από τους όρους αυτού, είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τέσσερις χιλιάδες ευρώ (€4.000) ή σε αμφότερες τις ποινές.

Επιδίκαση αποζημιώσεων

11. Δικαστήριο, το οποίο εκδικάζει αγωγή που καταχωρίστηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Μέρους, δύναται να επιδικάσει αποζημιώσεις ιδίως για ψυχική βλάβη ή/και οδύνη ή/και ανησυχία ή/και αγωνία ή/και για τη ζημιά ή/και βλάβη που προκλήθηκε συνεπεία της διάπραξης του αστικού αδικήματος.

Περιοριστικά μέτρα κατά την έκδοση απόφασης επί της αγωγής

12. Δικαστήριο, το οποίο εκδικάζει αγωγή που καταχωρίστηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Μέρους δύναται, κατά την έκδοση της τελικής απόφασης, να επιβάλει περιοριστικά μέτρα υπό την προϋπόθεση ότι δικογραφείται η αξίωση επιβολής περιοριστικών μέτρων.