ΜΕΡΟΣ VII ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΞΑΙΡΟΥΝΤΑΙ ΑΠΟ ΜΕΡΟΣ ΤΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΝΟΜΟΥ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΆΡΘΡΟΥ 6
Άδεια ασκήσεως ασφαλιστικών εργασιών επιχειρήσεων που εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου 6 του Νόμου

350.-(1) Ασφαλιστικές επιχειρήσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 6 του παρόντος Νόμου και δεν υποβάλλουν αίτηση για παραχώρηση άδειας ασκήσεως ασφαλιστικών εργασιών δυνάμει του άρθρου 14, υποβάλλουν αίτηση για παραχώρηση άδειας δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

(2) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας και σε σχέση με τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις του άρθρου 6, με εξαίρεση τις διατάξεις των παραγράφων (α) και (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 40, των άρθρων 45 και 46, του εδαφίου (2) του άρθρου 106, του άρθρου 107, των άρθρων 109 έως 134, του άρθρου 140 και των άρθρων 158 έως 176.

(3) Άδεια άσκησης ασφαλιστικών εργασιών που παραχωρείται δυνάμει του παρόντος Μέρους, σε επιχειρήσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 6, περιορίζει το δικαίωμα άσκησης των εν λόγω εργασιών μόνο στη Δημοκρατία.

Υπολογισμός τεχνικών προβλέψεων

351.-(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 79 του παρόντος Νόμου, για τον υπολογισμό των τεχνικών προβλέψεων, δύνανται να χρησιμοποιηθούν άλλες, γενικά αποδεκτές αναλογιστικές ή στατιστικές μέθοδοι υπό την αίρεση της εκ των προτέρων έγκρισης του Εφόρου.

(2) Ο Έφορος δύναται να εκδίδει Οδηγίες αναφορικά με τον τρόπο υπολογισμού των τεχνικών προβλέψεων, οι οποίες είναι υποχρεωτικές και πρέπει να τηρούνται σε συνεχή βάση.

Υπολογισμός βασικών ιδίων Κεφαλαίων

352. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 94 του παρόντος Νόμου, σε σχέση με των υπολογισμό των βασικών ίδιων κεφαλαίων της επιχείρησης, λαμβάνονται υπόψη μόνο τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία θεωρούνται ως εγκεκριμένες επενδύσεις ελεύθερα από κάθε προβλεπόμενη υποχρέωση.

Εγκεκριμένες επενδύσεις ασφαλιστικών επιχειρήσεων του άρθρου 6

353.-(1) Για τους σκοπούς τους παρόντος Μέρους «εγκεκριμένες επενδύσεις» σημαίνει επενδύσεις που πληρούν τις προϋποθέσεις του παρόντος άρθρου καθώς επίσης και-

(α) Τις κατηγορίες των επενδύσεων, στις οποίες οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις του άρθρου 6 του παρόντος Νόμου θα δύνανται να τοποθετούν τα περιουσιακά τους στοιχεία∙ και

(β) ποσοστιαίους περιορισμούς αναφορικά με τα ποσά που δύνανται να επενδυθούν σε κάθε κατηγορία επένδυσης

και οι οποίες περιλαμβάνονται σε Οδηγίες που εκδίδει κατά καιρούς ο Έφορος, εφεξής καλούμενες «οδηγίες για εγκεκριμένες επενδύσεις», οι οποίες υπόκεινται σε αναθεώρηση όποτε ο Έφορος το κρίνει σκόπιμο.

(2) Οι οδηγίες για εγκεκριμένες επενδύσεις που εκδίδονται κατά τα οριζόμενα στο προηγούμενο εδάφιο δεν δύνανται να επιβάλλουν στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις του άρθρου 6 την υποχρέωση προς τοποθέτηση περιουσιακών στοιχείων σε συγκεκριμένη κατηγορία εγκεκριμένων επενδύσεων, δύνανται όμως να προβλέπουν κανόνες αποτίμησης των περιουσιακών στοιχείων που περιλαμβάνονται στις εγκεκριμένες επενδύσεις, καθώς και οποιαδήποτε άλλα κριτήρια και προϋποθέσεις για σκοπούς καλύτερης λειτουργίας.

(3) Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε αντίθετη διάταξη του παρόντος Νόμου, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις του άρθρου 6 επενδύουν σε εγκεκριμένες επενδύσεις ελεύθερες από κάθε εμπράγματο βάρος.

(4) Οι εγκεκριμένες επενδύσεις, στις οποίες οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις του άρθρου 6 οφείλουν να τοποθετούν περιουσιακά στοιχεία πρέπει να τηρούνται ξεχωριστά, σε σχέση με το ύψος και το είδος τους και ταξινομούνται στις ακόλουθες κατηγορίες-

(α) Εγκεκριμένες επενδύσεις ασφάλισης Γενικής Φύσεως·

(β) εγκεκριμένες επενδύσεις ασφάλισης Ζωής που συνδέονται με επενδυτικά κεφάλαια (κλάδος III του Πρώτου Παραρτήματος)·

(γ) εγκεκριμένες επενδύσεις ασφάλισης εργασιών διαχείρισης ταμείου ομαδικής συνταξιοδοτήσεως και εργασίες που εξαρτώνται από τη διάρκεια της ανθρώπινης Ζωής που καθορίζονται ή προβλέπονται από τη νομοθεσία κοινωνικών ασφαλίσεων (κλάδοι VII και VIII του Πρώτου Παραρτήματος)·

(δ) εγκεκριμένες επενδύσεις ασφάλισης Ζωής που δεν εμπίπτουν στις κατηγορίες (ii) και (iii) του παρόντος εδαφίου·

(ε) εγκεκριμένες επενδύσεις για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας.

(5) Για σκοπούς κάλυψης των τεχνικών προβλέψεων που αφορούν ασφαλιστήρια της ασφάλισης Ζωής που συνδέονται με επενδυτικά κεφάλαια και ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου γενικού ή ειδικού νόμου, επιτρέπεται σε ασφαλιστική επιχείρηση του άρθρου 6 η απόκτηση μετοχών της μητρικής της, νοουμένου ότι τέτοια απόκτηση δεν θα υπερβαίνει το ποσοστό συμμετοχής στο μετοχικό κεφάλαιο της μητρικής της επιχείρησης, όπως αυτό θα καθορίζεται στις εκάστοτε Οδηγίες για Εγκεκριμένες Επενδύσεις και νοουμένου ότι για την απόκτηση τέτοιων μετοχών θα τηρούνται οποιαδήποτε άλλα κριτήρια και προϋποθέσεις που θα περιλαμβάνονται στις Οδηγίες για Εγκεκριμένες Επενδύσεις.

(6) Απαγορεύεται στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις του άρθρου 6 να επενδύουν περιουσιακά τους στοιχεία, που καλύπτουν τις τεχνικές τους προβλέψεις –

(α) Σε κατηγορίες άλλες από αυτές που καθορίζονται στις Οδηγίες για Εγκεκριμένες Επενδύσεις που εκάστοτε ισχύουν· και

(β) κατά τρόπο που να υπερβαίνουν τους ποσοστιαίους περιορισμούς που καθορίζονται στις Οδηγίες αυτές.

(7) Κατ’ εξαίρεση των διατάξεων του εδαφίου (5), σε εξαιρετικές και δικαιολογημένες περιπτώσεις ο Έφορος δύναται, με δεόντως αιτιολογημένη απόφασή του, να επιτρέψει σε ασφαλιστική επιχείρησή του άρθρου 6 κατ΄ αίτησή της-

(α) να προβεί σε επενδύσεις για καθορισμένο χρόνο σε άλλες κατηγορίες εγκεκριμένων επενδύσεων για την κάλυψη των τεχνικών της προβλέψεων· ή/και

(β) να παρεκκλίνει για ορισμένο χρόνο από τους ποσοστιαίους περιορισμούς,που καθορίζονται στις Οδηγίες για εγκεκριμένες επενδύσεις.

(8) Ασφαλιστική επιχείρηση και οποιοδήποτε πρόσωπο που ενεργεί κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος άρθρου υπόκειται σε διοικητικό πρόστιμο σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 399 και 400 του παρόντος Νόμου.

Υπολογισμός κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητας

354. Οι κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας των ασφαλιστικών επιχειρήσεων του άρθρου 6 του παρόντος Νόμου, υπολογίζονται ως το μεγαλύτερο ποσό από:

(α) Τρεις φορές τη γραμμική συνάρτηση των ελάχιστων κεφαλαιακών απαιτήσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 136 του παρόντος Νόμου· και

(β) το απόλυτο κατώτατο όριο των ελάχιστων κεφαλαιακών απαιτήσεων σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (δ) του εδαφίου (1), του άρθρου 136.

Κανονισμοί

355. Κανονισμοί που κατατίθενται στη Βουλή των Αντιπροσώπων για έγκριση, δύνανται να καθορίζουν οποιεσδήποτε περαιτέρω λεπτομέρειες αναφορικά με τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις που διέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 6 του παρόντος Νόμου και τις διατάξεις του παρόντος Μέρους.