ΜΕΡΟΣ V ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΑ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ
Ερμηνεία όρων

44. Για σκοπούς του παρόντος Μέρους-

"πληροφορία" σημαίνει κάθε μορφής γραπτή ή προφορική πληροφορία ή έγγραφα, και περιλαμβάνει πληροφορία που δυνατό να είναι καταχωρημένη σε ηλεκτρονικό υπολογιστή·

"προνομιούχα πληροφορία" σημαίνει-

(α) Επικοινωνία μεταξύ δικηγόρου και πελάτη για σκοπούς παροχής νομικής συμβουλής ή για την παροχή επαγγελματικών υπηρεσιών σχετικά με οποιαδήποτε νομική διαδικασία είτε αυτή άρχισε είτε όχι, η αποκάλυψη της οποίας σε οποιαδήποτε νομική διαδικασία προστατεύεται από το προνόμιο της εμπιστευτικότητας σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία:

Νοείται ότι επικοινωνία μεταξύ δικηγόρου και πελάτη με σκοπό τη διάπραξη καθορισμένου αδικήματος δε συνιστά προνομιούχα πληροφορία˙

(β) οποιαδήποτε άλλη πληροφορία η οποία δε γίνεται αποδεκτή ενώπιον δικαστηρίου για λόγους προστασίας του δημόσιου συμφέροντος σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.

Διάταγμα αποκάλυψης

45. (1) Άνευ επηρεασμού των διατάξεων άλλων Νόμων, σε σχέση με τη λήψη πληροφοριών ή εγγράφων κατά τη διάρκεια της διεξαγωγής ανακρίσεων για το ενδεχόμενο διάπραξης αδικημάτων, για σκοπούς ανάλυσης χρηματοοικονομικών συναλλαγών ή έρευνας σχετικά με τη διάπραξη καθορισμένων αδικημάτων ή σχετικά με έρευνα για διακρίβωση εσόδων ή μέσων, περιλαμβανομένου του εντοπισμού άλλων συναφών περιουσιακών στοιχείων για σκοπό δέσμευσης και/ή δήμευσης, το δικαστήριο δύναται κατόπιν μονομερούς αίτησης του ανακριτή της υπόθεσης να εκδώσει διάταγμα αποκάλυψης σύμφωνα με τις πρόνοιες του παρόντος Μέρους.

(2) Για σκοπούς του παρόντος άρθρου έρευνα περιλαμβάνει και έρευνα που διεξάγεται στο εξωτερικό και ανακριτής της υπόθεσης σε σχέση με έρευνα που διεξάγεται στο εξωτερικό περιλαμβάνει οποιοδήποτε ανακριτή δυνάμει του σχετικού νόμου της Δημοκρατίας ο οποίος συνεργάζεται με τον ανακριτή της υπόθεσης.

(3) Πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται διάταγμα αποκάλυψης δυνάμει του άρθρου 46 έχει υποχρέωση να γνωστοποιεί πάραυτα στον ανακριτή και οποιαδήποτε μεταγενέστερη αλλαγή στις πληροφορίες που έχουν ήδη παρασχεθεί δυνάμει του άρθρου αυτού και/ή οποιεσδήποτε μεταγενέστερες πληροφορίες που αφορούν το αντικείμενο του διατάγματος αποκάλυψης.

Προϋποθέσεις για έκδοση διατάγματος αποκάλυψης

46. (1) Το δικαστήριο ενώπιον του οποίου υποβάλλεται αίτηση για έκδοση διατάγματος αποκάλυψης δύναται, αν πεισθεί ότι συντρέχουν οι αναφερόμενες στο εδάφιο (2) προϋποθέσεις, να εκδώσει διάταγμα το οποίο καλείται διάταγμα αποκάλυψης, απευθυνόμενο προς το πρόσωπο το οποίο, κατά την άποψή του, έχει στην κατοχή του την πληροφορία που αναφέρεται στην αίτηση με το οποίο καλεί το εν λόγω πρόσωπο όπως αποκαλύψει ή παραδώσει την πληροφορία στον ανακριτή ή/και σε άλλο κατονομαζόμενο στο διάταγμα πρόσωπο μέσα σε επτά ημέρες ή μέσα σε άλλη μεγαλύτερη ή μικρότερη προθεσμία την οποία ήθελε ορίσει το δικαστήριο στο διάταγμα αν ήθελε κρίνει αυτό υπό τις περιστάσεις σκόπιμο.

(2) Οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1) είναι οι ακόλουθες -

(α) (i) Η ύπαρξη εύλογης υποψίας ότι συγκεκριμένο πρόσωπο διέπραξε ή έχει ωφεληθεί από τη διάπραξη καθορισμένου αδικήματος, ή η ύπαρξη χρηματοοικονομικής συναλλαγής η οποία δημιουργεί εύλογη υποψία ότι πρόσωπο ενέχεται σε αδικήματα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας ή ότι η συναλλαγή ενδέχεται να σχετίζεται με τέτοια αδικήματα˙

(ii) [Διαγράφηκε]˙

(β) η ύπαρξη εύλογης υποψίας ότι η εν λόγω πληροφορία είτε μόνη της είτε σε συνδυασμό με άλλα στοιχεία ενδέχεται να είναι ουσιαστικής σημασίας στις έρευνες για τις οποίες έχει υποβληθεί η αίτηση για αποκάλυψη˙

(γ) το ότι η πληροφορία δεν εμπίπτει στην κατηγορία των προνομιούχων πληροφοριών˙

(δ) η ύπαρξη εύλογης αιτίας ότι είναι προς το δημόσιο συμφέρον να παρασχεθεί ή να αποκαλυφθεί η πληροφορία, λαμβανομένου υπόψη-

(i) του οφέλους το οποίο ενδέχεται να προκύψει για την έρευνα από την αποκάλυψη ή παροχή της εν λόγω πληροφορίας˙ και

(ii) των συνθηκών κατοχής της εν λόγω πληροφορίας από τον κάτοχό της.

(3) Το διάταγμα αποκάλυψης-

(α) Εκδίδεται και σε σχέση με πληροφορία που βρίσκεται στην κατοχή κρατικού λειτουργού˙

(β) εφαρμόζεται ανεξάρτητα από οποιαδήποτε νομική ή άλλη διάταξη δυνάμει της οποίας δημιουργείται υποχρέωση για τήρηση μυστικότητας ή επιβάλλονται οποιοιδήποτε περιορισμοί στην αποκάλυψη πληροφορίας˙

(γ) δεν παρέχει δικαίωμα αποκάλυψης ή παράδοσης πληροφοριών οι οποίες είναι προνομιούχες˙

(δ) επιδίδεται μόνον στο πρόσωπο το οποίο έχει στην κατοχή του την πληροφορία που αναφέρεται στην αίτηση.

Πληροφορίες από ηλεκτρονικό υπολογιστή

47. Στις περιπτώσεις όπου η αιτούμενη πληροφορία περιέχεται σε ηλεκτρονικό υπολογιστή τότε-

(α) Αν με το σχετικό διάταγμα διατάσσεται η αποκάλυψή της, η εντολή εκτελείται σε ορατή και αναγνώσιμη μορφή.

(β) αν με το σχετικό διάταγμα διατάσσεται η παράδοση της πληροφορίας στον ανακριτή ή άλλο πρόσωπο, η εντολή εκτελείται ως εντολή για την παράδοση της πληροφορίας σε ορατή, αναγνώσιμη και φορητή μορφή.

Αδικήματα σε σχέση με αποκάλυψη πληροφοριών

48. (1) Υπόχρεη οντότητα, διευθυντής ή υπάλληλος αυτής δεν γνωστοποιεί στον οικείο πελάτη ή σε τρίτο πρόσωπο το γεγονός ότι διαβιβάστηκαν, διαβιβάζονται ή θα διαβιβαστούν πληροφορίες σχετικά με ύποπτες συναλλαγές στη Μονάδα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 69 ή ότι διεξάγεται ή δυνατό να διεξαχθεί ανάλυση τέτοιων πληροφοριών ή ύποπτων συναλλαγών, όσον αφορά τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.

(2) Δεν επιτρέπεται οποιοδήποτε πρόσωπο να προβεί σε οποιαδήποτε αποκάλυψη η οποία δυνατό να παρεμποδίσει ή να επηρεάσει δυσμενώς ανακρίσεις και έρευνες που διεξάγονται σχετικά με τη διακρίβωση εσόδων ή με τη διάπραξη καθορισμένων αδικημάτων, ενώ γνωρίζει ή έχει υποψίες ότι διεξάγονται οι εν λόγω ανακρίσεις και έρευνες:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που πρόσωπο το οποίο ασκεί την επαγγελματική δραστηριότητα ελεγκτή ή εξωτερικού λογιστή ή ανεξάρτητου επαγγελματία νομικού επιχειρεί να αποτρέψει πελάτη από το να εμπλακεί σε παράνομη δραστηριότητα, αυτό δεν λογίζεται ως αποκάλυψη πληροφοριών κατά την έννοια του παρόντος άρθρου.

(3) Πρόσωπο το οποίο παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος άρθρου διαπράττει ποινικό αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) χρόνια ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000) ή/και στις δύο αυτές ποινές.

Εξαίρεση από την απαγόρευση αποκάλυψης πληροφοριών

49. (1) Η προβλεπόμενη στο άρθρο 48 απαγόρευση αποκάλυψης πληροφοριών δεν εμποδίζει τη γνωστοποίηση μεταξύ πιστωτικών ιδρυμάτων και χρηματοπιστωτικών οργανισμών που βρίσκονται σε κράτη μέλη, υπό τον όρο να ανήκουν στον ίδιο όμιλο ή μεταξύ των εν λόγω οντοτήτων και των υποκαταστημάτων τους και των θυγατρικών που ευρίσκονται σε τρίτη χώρα, των οποίων το ιδιοκτησιακό καθεστώς έχουν κατά πλειοψηφία, εφόσον τα εν λόγω υποκαταστήματα και οι εν λόγω θυγατρικές συμμορφώνονται πλήρως προς τις πολιτικές και τις διαδικασίες που ισχύουν σε επίπεδο ομίλου, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών για την ανταλλαγή πληροφοριών εντός του ομίλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 68Α, και εφόσον οι εν λόγω πολιτικές και διαδικασίες ομίλου πληρούν τις απαιτήσεις που ορίζονται στην Οδηγία της Ε.Ε.:

Νοείται ότι η ανταλλαγή πληροφοριών αναφορικά με υπόνοιες ότι τα κεφάλαια αποτελούν προϊόντα παράνομων δραστηριοτήτων ή σχετίζονται με τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας που αναφέρονται στη Μονάδα αποτελούν αντικείμενο ανταλλαγής εντός του ομίλου, εκτός εάν η Μονάδα υποδείξει διαφορετικά.

(2) Η προβλεπόμενη στο άρθρο 48 απαγόρευση αποκάλυψης πληροφοριών δεν εμποδίζει τη γνωστοποίηση μεταξύ προσώπων που ασκούν επαγγελματικές δραστηριότητες ελεγκτών, εξωτερικών λογιστών, φορολογικών συμβούλων και ανεξάρτητων επαγγελματιών νομικών ή οντοτήτων από τρίτες χώρες που επιβάλλουν απαιτήσεις ισοδύναμες με εκείνες της Οδηγίας της Ε.Ε., τα οποία ασκούν τις επαγγελματικές δραστηριότητές τους, υπό οποιαδήποτε μορφή ενασχόλησης ή συνεργασίας, εντός του ίδιου νομικού προσώπου ή της ευρύτερης δομής στην οποία υπάγεται το νομικό πρόσωπο και η οποία διαθέτει κοινό ιδιοκτησιακό καθεστώς, διοίκηση ή έλεγχο της συμμόρφωσης προς τις σχετικές διατάξεις.

(3) Σε περιπτώσεις που αφορούν τον ίδιο πελάτη και την ίδια συναλλαγή, στην οποία συμμετέχουν δύο ή περισσότερες από τις αναφερόμενες στα εδάφια (1) και (2) υπόχρεες οντότητες, η προβλεπόμενη στο άρθρο 48 απαγόρευση αποκάλυψης πληροφοριών δεν εμποδίζει τη γνωστοποίηση μεταξύ των σχετικών υπόχρεων οντοτήτων, υπό την προϋπόθεση ότι προέρχονται από κράτος μέλος ή σε τρίτη χώρα που επιβάλλει απαιτήσεις ισοδύναμες με εκείνες της Οδηγίας της Ε.Ε., και ότι ανήκουν στον ίδιο επαγγελματικό κλάδο και υπόκεινται σε υποχρεώσεις όσον αφορά το επαγγελματικό απόρρητο και την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

(4) Γνωστοποίηση και ανταλλαγή πληροφοριών που γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (1), (2) και (3) δεν λογίζεται ως παραβίαση οποιουδήποτε συμβατικού ή άλλου νομικού περιορισμού στην αποκάλυψη πληροφοριών.

(5) Η προβλεπόμενη στο άρθρο 48 απαγόρευση αποκάλυψης πληροφοριών δεν εφαρμόζεται σε σχέση με γνωστοποίηση στις αρμόδιες Εποπτικές Αρχές, ή γνωστοποίηση για σκοπούς επιβολής του νόμου.