ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ
Συνεδρίες του Συμβουλίου

41.-(1) Το Συμβούλιο συγκαλείται από τον κοινοτάρχη και κωλυομένου αυτού από τον αναπληρωτή κοινοτάρχη, τουλάχιστον μία φορά τον μήνα ή εκτάκτως, εάν κριθεί σκόπιμο από αυτό ή το αιτηθεί γραπτώς τουλάχιστον το ένα τρίτο των μελών του.

(2) Σε περίπτωση που τη σύγκληση του Συμβουλίου αιτηθεί γραπτώς τουλάχιστον το ένα τρίτο των μελών του, η σύγκληση αυτού διενεργείται εντός επτά (7) ημερών από τη λήψη του αιτήματος και, εάν ο κοινοτάρχης ή ο αναπληρωτής κοινοτάρχης αρνείται να συγκαλέσει συνεδρία του Συμβουλίου, οι υπογράφοντες το αίτημα δύναται να συγκαλέσουν οι ίδιοι συνεδρίαση του Συμβουλίου.

(3) Κάθε συνεδρία του Συμβουλίου πραγματοποιείται ύστερα από γραπτή ειδοποίηση προς τα μέλη του τουλάχιστον τρεις (3) ημέρες πριν από την ημέρα της συνεδρίας, η οποία περιλαμβάνει την ημερήσια διάταξη της συνεδρίας, τον τόπο και το χρόνο διεξαγωγής της και αποστέλλεται σε ταχυδρομική ή ηλεκτρονική διεύθυνση ή μέσω τηλεομοιοτύπου.

(4) Απαρτία σε συνεδρία του Συμβουλίου επιτυγχάνεται όταν παρίσταται το ήμισυ των μελών του πλέον ενός, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο.

(5) Σε περίπτωση που δεν επιτυγχάνεται απαρτία, η συνεδρία του Συμβουλίου αναβάλλεται και επανασυγκαλείται σε μεταγενέστερο χρόνο, οπότε το Συμβούλιο επιλαμβάνεται των θεμάτων που περιλαμβάνονται στην ημερήσια διάταξη της συνεδρίας, εφόσον παρίσταται το ήμισυ των μελών του πλέον ενός μέλους.

(6) Των συνεδριάσεων του Συμβουλίου προεδρεύει ο κοινοτάρχης και κωλυομένου αυτού ο αναπληρωτής κοινοτάρχης, σε περίπτωση δε κωλύματος αυτού, το γηραιότερο από τα παρόντα μέλη του Συμβουλίου.

(7) Οι αποφάσεις στις συνεδρίες του Συμβουλίου λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο,  σε περίπτωση δε ισοψηφίας, ο προεδρεύων της συνεδρίας έχει νικώσα ψήφο.

(8) Η εγκυρότητα των αποφάσεων του Συμβουλίου δεν επηρεάζεται όταν  θέση μέλους του Συμβουλίου είναι κενή, νοουμένου ότι υπάρχει απαρτία.

(9) Οι συνεδρίες του Συμβουλίου διεξάγονται κεκλεισμένων των θυρών, εκτός εάν το Συμβούλιο αποφασίσει σε ειδικές περιπτώσεις κατά τις οποίες το υπό συζήτηση θέμα είναι μεγάλης σημασίας για τα μέλη της  κοινότητας να είναι δημόσιες και ανοικτές για το κοινό.

(10) Σε περίπτωση κατά την οποία η συνεδρία του Συμβουλίου είναι δημόσια, η σύγκληση αυτής ανακοινώνεται με την ανάρτηση σχετικής ανακοίνωσης στην ιστοσελίδα αυτού, εάν υπάρχει, ή/και στον πίνακα ανακοινώσεών του.

(11) Κάθε συνεδρία του Συμβουλίου περιορίζεται στα θέματα που καθορίζονται στην ημερήσια διάταξη.

(12) Οι αποφάσεις του Συμβουλίου, τηρουμένων των διατάξεων του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου, αναρτώνται στην ιστοσελίδα του Συμβουλίου, εάν υπάρχει, ή/και στον πίνακα ανακοινώσεων αυτού.

Τήρηση πρακτικών

42.-(1) Αποτελεί καθήκον του κοινοτάρχη, ως προέδρου του Συμβουλίου, να μεριμνά για την τήρηση άρτιων και λεπτομερών πρακτικών, στα οποία να καταγράφονται επαρκώς αιτιολογημένες οι αποφάσεις του Συμβουλίου, σε περίπτωση δε κατά την οποία συγκεκριμένη απόφαση λήφθηκε κατά πλειοψηφία, καταγράφεται και η απόφαση της μειοψηφίας:

Νοείται ότι, τα πρακτικά δύναται να τηρούνται από πρόσωπο δεόντως εξουσιοδοτημένο για το σκοπό αυτόν από το Συμβούλιο.

(2) Τα πρακτικά καταχωρίζονται σε ειδικό βιβλίο ή μητρώο που τηρείται για τον σκοπό αυτό και επικυρώνονται στην αμέσως επόμενη συνεδρία του Συμβουλίου.

(3) Μετά την επικύρωσή τους τα πρακτικά υπογράφονται από τον κοινοτάρχη ή τον προεδρεύοντα της συνεδρίας και κοινοποιούνται σε όλα τα μέλη του Συμβουλίου και στον Έπαρχο πριν από την επόμενη τακτική συνεδρία και εν πάση περιπτώσει εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την ημέρα διεξαγωγής της συνεδρίας:

Νοείται ότι, ο Έπαρχος έχει την εξουσία να ασκεί έλεγχο νομιμότητας των αποφάσεων του Συμβουλίου:

Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση που απαιτείται έγκριση των αποφάσεων του Συμβουλίου από τον Υπουργό ή/και τον Υπουργό Οικονομικών ή/και τον Έπαρχο, ανάλογα με την περίπτωση, δυνάμει των διατάξεων του περί της Δημοσιονομικής Ευθύνης και του Δημοσιονομικού Πλαισίου Νόμου, οι εν λόγω αποφάσεις υποβάλλονται σε αυτούς προς έγκριση και εγκρίνονται ή απορρίπτονται εντός ενός (1) μηνός από την ημερομηνία υποβολής τους σε αυτούς και ενημερώνεται δεόντως το Συμβούλιο.

Εκτέλεση αποφάσεων του Συμβουλίου

43. Αποτελεί καθήκον του κοινοτάρχη να φροντίζει για την εκτέλεση των αποφάσεων του Συμβουλίου, καθώς και να φροντίζει ώστε, όταν η εκτέλεση απόφασης απαιτεί δαπάνη, αυτή να είναι σύμφωνη με τον προϋπολογισμό ο οποίος έχει εγκριθεί.

Φύλαξη τίτλων, σφραγίδας κτλ.

44. Ο κοινοτάρχης είναι υπεύθυνος και έχει τη φροντίδα της φύλαξης των τίτλων, των αρχείων, των εγγράφων και της σφραγίδας του Συμβουλίου:

Νοείται ότι ο κοινοτάρχης μπορεί να ορίζει το γραμματέα ή άλλο υπάλληλο του Συμβουλίου υπεύθυνο για τη φύλαξη των τίτλων, των αρχείων, των εγγράφων και της σφραγίδας του Συμβουλίου.

Παράλειψη εκτέλεσης καθήκοντος που επιβάλλεται από τον παρόντα Νόμο

45. Σε περίπτωση κατά την οποία ο κοινοτάρχης και το Συμβούλιο παραλείπουν να εκτελέσουν οποιοδήποτε επιβαλλόμενο από τον παρόντα Νόμο καθήκον ή να εφαρμόσουν οποιαδήποτε διάταξη του, ο Υπουργός δύναται να καλέσει τον κοινοτάρχη και το Συμβούλιο να εκτελέσουν μέσα σε εύλογη προθεσμία το καθήκον αυτό ή να προβούν στην εφαρμογή της διάταξης του παρόντος Νόμου. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, ο Υπουργός έχει την εξουσία να διορίσει τον Έπαρχο αρμόδιο για την εκτέλεση ή την εφαρμογή των πιο πάνω και το Συμβούλιο επιβαρύνεται με τα αναγκαία για το σκοπό αυτό έξοδα.

Αρμοδιότητες, καθήκοντα και δικαιώματα του κοινοτάρχη

46. Ο κοινοτάρχης έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:

(α) Είναι η εκτελεστική αρχή του Συμβουλίου και προϊσταται των υπηρεσιών του.

(β) Εκπροσωπεί το Συμβούλιο σε όλες τις επίσημες σχέσεις του, καθώς και ενώπιον των δικαστηρίων και των άλλων αρχών της Δημοκρατίας.

(γ) Καταρτίζει την ημερήσια διάταξη και συγκαλεί τις συνεδρίες του Συμβουλίου στις οποίες προεδρεύει.

(δ) Εκτελεί τις αποφάσεις του Συμβουλίου.

(ε) Υπογράφει ή εξουσιοδοτεί το γραμματέα να υπογράφει οποιαδήποτε άδεια χορηγείται με βάση τις πρόνοιες του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών του Συμβουλίου.

(στ) Τηρεί το νόμο και την τάξη στην κοινότητα.

(ζ) Παρέχει το συντομότερο δυνατό πληροφορίες στον πλησιέστερο αστυνομικό σταθμό για κάθε σοβαρό αδίκημα ή ατύχημα που συμβαίνει στην κοινότητα του.

(η) Ενημερώνει την κοινότητα για όλες τις γνωστοποιήσεις, τις προκηρύξεις και τα άλλα επίσημα έγγραφα που τυχόν αποστέλλονται σε αυτόν από τον Έπαρχο ή από άλλη αρχή της Δημοκρατίας.

(θ) Διατηρεί σφραγίδα ως κοινοτάρχης την οποία τοποθετεί σε όλα τα πιστοποιητικά και τα έγγραφα τα οποία απαιτείται να σφραγίζονται από αυτόν.

(ι) Εκτελεί τα καθήκοντα που του επιβάλλονται από τον περί Καταχωρήσεως Γεννήσεων και Θανάτων Νόμο.

(ια) Βοηθά το Διευθυντή του Τμήματος Κτηματολογίου  και Χωρομετρίας ή Επαρχιακό Κτηματολογικό Λειτουργό ή εξουσιοδοτημένο  αντιπρόσωπο αυτών, σε σχέση με την ανάρτηση αγγελιών, αποφάσεων, γνωστοποιήσεων ή άλλων ειδοποιήσεων, οι οποίες, σύμφωνα με τις διατάξεις οποιωνδήποτε νόμων, επιβάλλεται να αναρτηθούν από αυτούς σε συγκεκριμένο δήμο, ενορία ή κοινότητα και εκδίδει πιστοποιητικό ανάρτησης σύμφωνα με τις διατάξεις του εκάστοτε σε ισχύ νόμου, ο οποίος επιβάλλει τέτοια ανάρτηση και αναφέρει στον Επαρχιακό Κτηματολογικό Λειτουργό της επαρχίας του το θάνατο κάθε προσώπου που κατέχει ακίνητη ιδιοκτησία ή που έχει συμφέρον σε ακίνητη ιδιοκτησία μαζί με κατάλογο της ιδιοκτησίας αυτής και των κληρονόμων του αποβιώσαντος. Επίσης αναφέρει την έλλειψη κληρονόμων που θα δικαιούνταν να κληρονομήσουν την ιδιοκτησία αυτή.

(ιβ) Παρέχει οποιοδήποτε πιστοποιητικό για κινητή ή ακίνητη ιδιοκτησία, όταν δεν υπάρχει εμπόδιο που να δικαιολογεί την άρνηση παροχής τέτοιου πιστοποιητικού.

(γ) Εκτελεί γενικά όλα τα καθήκοντα ή τις εξουσίες που ανατίθενται ή επιβάλλονται σε αυτόν από τον παρόντα Νόμο ή από Κανονισμό που εκδίδεται δυνάμει του Νόμου αυτού ή οποιουδήποτε άλλο νόμου.

Καθήκοντα μελών του Συμβουλίου

47. Αποτελεί καθήκον και δικαίωμα κάθε μέλους του Συμβουλίου να εκτελεί όλα τα καθήκοντα που επιβάλλονται σε αυτό από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου νόμου.

Αποζημίωση κοινοτάρχη, δικαιώματα και ποινική ευθύνη κοινοτάρχη και μελών του Συμβουλίου

48.-(1) Ο κοινοτάρχης δικαιούται αποζημίωση, σύμφωνα με τον περί Κοινοταρχών (Αποζημίωση) Νόμο, η οποία προβλέπεται στον εκάστοτε εγκεκριμένο προϋπολογισμό της κοινότητας και η οποία συνάδει με την εκάστοτε αποζημίωση που εγκρίνεται από το Υπουργικό Συμβούλιο για τα διοικητικά συμβούλια ημικρατικών και άλλων οργανισμών που συστήνονται δυνάμει νόμου.

(1Α) Τα μέλη του Συμβουλίου λαμβάνουν τέτοια αποζημίωση, όπως αυτή προβλέπεται στον εκάστοτε εγκεκριμένο προϋπολογισμό της κοινότητας και η οποία συνάδει με την εκάστοτε αποζημίωση που εγκρίνεται από το Υπουργικό Συμβούλιο για τα διοικητικά συμβούλια ημικρατικών και άλλων οργανισμών που συστήνονται δυνάμει νόμου.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του περί Κοινοταρχών (Αποζημίωση) Νόμου, ο κοινοτάρχης και τα μέλη του Συμβουλίου δικαιούνται να πάρουν τα δικαιώματα που εκτίθενται στο Μέρος Ι και Μέρος ΙΙ αντίστοιχα του Δεύτερου Πίνακα σχετικά με τα διάφορα θέματα που αναφέρονται σε αυτόν, καθώς και κάθε δικαίωμα το οποίο καθορίζεται στον παρόντα Νόμο ή σε οποιοδήποτε άλλο νόμο:

Νοείται ότι κανένα δικαίωμα δεν καταβάλλεται σε κοινοτάρχη ή σε μέλος του Συμβουλίου για τα καθοριζόμενα στο Μέρος Ι του Δεύτερου Πίνακα θέματα από συνταξιούχο πρόσωπο του οποίου η μηνιαία σύνταξη δεν υπερβαίνει το ποσό των επτακοσίων πενήντα ευρώ (€750).

(3) Κοινοτάρχης ή μέλος του Συμβουλίου που-

(α) Ενεργεί κατά παράβαση του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου ή

(β) εν γνώσει του εκδίδει ψεύτικο πιστοποιητικό

είναι ένοχος αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται, για κάθε τέτοιο αδίκημα, σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες λίρες, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη ποινή δυνατό να του επιβληθεί δυνάμει οποιουδήποτε άλλου νόμου.

(4) Εκτός αν προνοείται διαφορετικά  στον παρόντα Νόμο ή σε οποιοδήποτε άλλο νόμο, όταν σε κοινότητα υπάρχει ελληνικό και τουρκικό Συμβούλιο και εγείρεται διαφορά ως προς το ποιος κοινοτάρχης ή ποιο Συμβούλιο ασκεί τις αρμοδιότητες που παρέχονται με βάση τον παρόντα Νόμο ή οποιοδήποτε άλλο νόμο, η διαφορά αυτή παραπέμπτεται στον Έπαρχο, του οποίου η απόφαση είναι τελεσίδικη.