Αποζημίωση κοινοτάρχη, δικαιώματα και ποινική ευθύνη κοινοτάρχη και μελών του Συμβουλίου

48.-(1) Ο κοινοτάρχης δικαιούται αποζημίωση, σύμφωνα με τον περί Κοινοταρχών (Αποζημίωση) Νόμο, η οποία προβλέπεται στον εκάστοτε εγκεκριμένο προϋπολογισμό της κοινότητας και η οποία συνάδει με την εκάστοτε αποζημίωση που εγκρίνεται από το Υπουργικό Συμβούλιο για τα διοικητικά συμβούλια ημικρατικών και άλλων οργανισμών που συστήνονται δυνάμει νόμου.

(1Α) Τα μέλη του Συμβουλίου λαμβάνουν τέτοια αποζημίωση, όπως αυτή προβλέπεται στον εκάστοτε εγκεκριμένο προϋπολογισμό της κοινότητας και η οποία συνάδει με την εκάστοτε αποζημίωση που εγκρίνεται από το Υπουργικό Συμβούλιο για τα διοικητικά συμβούλια ημικρατικών και άλλων οργανισμών που συστήνονται δυνάμει νόμου.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του περί Κοινοταρχών (Αποζημίωση) Νόμου, ο κοινοτάρχης και τα μέλη του Συμβουλίου δικαιούνται να πάρουν τα δικαιώματα που εκτίθενται στο Μέρος Ι και Μέρος ΙΙ αντίστοιχα του Δεύτερου Πίνακα σχετικά με τα διάφορα θέματα που αναφέρονται σε αυτόν, καθώς και κάθε δικαίωμα το οποίο καθορίζεται στον παρόντα Νόμο ή σε οποιοδήποτε άλλο νόμο:

Νοείται ότι κανένα δικαίωμα δεν καταβάλλεται σε κοινοτάρχη ή σε μέλος του Συμβουλίου για τα καθοριζόμενα στο Μέρος Ι του Δεύτερου Πίνακα θέματα από συνταξιούχο πρόσωπο του οποίου η μηνιαία σύνταξη δεν υπερβαίνει το ποσό των επτακοσίων πενήντα ευρώ (€750).

(3) Κοινοτάρχης ή μέλος του Συμβουλίου που-

(α) Ενεργεί κατά παράβαση του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου ή

(β) εν γνώσει του εκδίδει ψεύτικο πιστοποιητικό

είναι ένοχος αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται, για κάθε τέτοιο αδίκημα, σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες λίρες, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη ποινή δυνατό να του επιβληθεί δυνάμει οποιουδήποτε άλλου νόμου.

(4) Εκτός αν προνοείται διαφορετικά  στον παρόντα Νόμο ή σε οποιοδήποτε άλλο νόμο, όταν σε κοινότητα υπάρχει ελληνικό και τουρκικό Συμβούλιο και εγείρεται διαφορά ως προς το ποιος κοινοτάρχης ή ποιο Συμβούλιο ασκεί τις αρμοδιότητες που παρέχονται με βάση τον παρόντα Νόμο ή οποιοδήποτε άλλο νόμο, η διαφορά αυτή παραπέμπτεται στον Έπαρχο, του οποίου η απόφαση είναι τελεσίδικη.