Εφαρμογή του παρόντος Νόμου σε Συνεργατικές Εταιρείες

35.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (2) και (3), ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται σε εταιρείες που συστάθηκαν δυνάμει του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου:

Νοείται ότι, στην Κεντρική Τράπεζα θα παρέχονται από την Υπηρεσία Εποπτείας Συνεργατικών Εταιρειών (που στο εξής θα αναφέρεται ως «η Υπηρεσία») όλα τα αναγκαία στοιχεία και πληροφορίες που αφορούν τα συνεργατικά πιστωτικά ιδρύματα που λειτουργούν δυνάμει του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου, για σκοπούς διασφάλισης της σταθερότητας του χρηματοοικονομικού συστήματος, νομισματοπιστωτικής πολιτικής, παρακολούθησης του ισοζυγίου πληρωμών και πληροφόρησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ή διεθνούς οργανισμού στον οποίο συμμετέχει η Δημοκρατία:

Νοείται περαιτέρω ότι, αναφορικά με τα πιο πάνω υποβληθέντα στοιχεία, η Κεντρική Τράπεζα δύναται να διεξάγει, από κοινού με την Υπηρεσία, επί τόπου επαλήθευση στα συνεργατικά πιστωτικά ιδρύματα.

(2) Συνεργατικές εταιρείες που ιδρύθηκαν με κύριο σκοπό τη διεξαγωγή τραπεζικών εργασιών προς όφελος των μελών τους τα οποία είναι τα ίδια συνεργατικές εταιρείες υπόκεινται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου με εξαίρεση το εδάφιο (1) του άρθρου 14 και ο όρος "τράπεζα" στον παρόντα Νόμο θεωρείται ότι περιλαμβάνει τέτοιες εταιρείες:

Νοείται ότι, στην περίπτωση των συνδεδεμένων με τον Κεντρικό Φορέα συνεργατικών πιστωτικών ιδρυμάτων κατά τα οριζόμενα στους εκάστοτε σε ισχύ περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμους, αυτά υπόκεινται   στις διατάξεις του παρόντος Νόμου, εξαιρουμένου του εδαφίου (1) του άρθρου 14, στην έκταση που αυτό απαιτείται για σκοπούς διεξαγωγής της ενοποιημένης εποπτείας της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας Λτδ και των συνδεδεμένων με αυτή συνεργατικών πιστωτικών ιδρυμάτων. Για το σκοπό αυτό, παρέχονται στην Κεντρική Τράπεζα από την Υπηρεσία όλα τα αναγκαία στοιχεία και πληροφορίες που αφορούν τα συνδεδεμένα συνεργατικά πιστωτικά ιδρύματα, ενώ η Κεντρική Τράπεζα δύναται όποτε το θεωρήσει αναγκαίο να διενεργεί, από κοινού με την Υπηρεσία, δειγματοληπτικούς ελέγχους στα εν λόγω Ιδρύματα.

(3) Σε περίπτωση που η Κεντρική Τράπεζα, κατά την εξέταση των στοιχείων και πληροφοριών που της παρέχονται δυνάμει του παρόντος άρθρου, διαπιστώσει ότι η κεφαλαιακή επάρκεια, η ρευστότητα και η αξία των στοιχείων του ενεργητικού συνεργατικού πιστωτικού ιδρύματος έχουν, κατά τη γνώμη της Κεντρικής Τράπεζας, αλλοιωθεί ή επηρεαστεί δυσμενώς ή υφίσταται κίνδυνος να αλλοιωθούν ή επηρεαστούν δυσμενώς ή υφίσταται κίνδυνος να ελαττωθεί η ικανότητα του συνεργατικού πιστωτικού ιδρύματος για έγκαιρη αντιμετώπιση των υποχρεώσεών του έναντι των καταθετών ή πιστωτών του ή κρίνεται αναγκαίο να ληφθούν μέτρα για εξασφάλιση των συμφερόντων των καταθετών ή πιστωτών του, ή συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα δεν συμμορφώνεται με οποιαδήποτε από τις υποχρεώσεις του που προκύπτουν από τον περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο και των βάσει αυτού εκδιδόμενων Θεσμών, αποφάσεων, διαταγμάτων ή οδηγιών,  η Κεντρική Τράπεζα, αφού λάβει υπόψη κατά πόσο το συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα κατέχει άδεια λειτουργίας δυνάμει της παραγράφου (α) ή (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 41Β του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου, δύναται να εκδίδει δεσμευτικές οδηγίες προς τον Έφορο της Υπηρεσίας για τη λήψη, εντός καθορισμένης προθεσμίας που δύναται η Κεντρική Τράπεζα να αποφασίζει, όλων ή οποιωνδήποτε από τα μέτρα που προβλέπονται στα άρθρα 41Ε και 41ΣΤ του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου ή σε απόφαση, διάταγμα, Θεσμό ή οδηγία, που εκδίδεται ή καθίσταται εφαρμοστέα δυνάμει του άρθρου 15Α, 41Ζ ή 41Ι του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου.

(4)Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται ανεξάρτητα από τις διατάξεις του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου και οποιωνδήποτε Θεσμών, αποφάσεων, διαταγμάτων ή οδηγιών εκδίδονται δυνάμει αυτού.