ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Πειθαρχικό Συμβούλιο

13. Το Συμβούλιο ασκεί πειθαρχική εξουσία στους εγγεγραμμένους κουρείς και κομμωτές, καλούμενο σε τέτοια περίπτωση Πειθαρχικό Συμβούλιο.

Πειθαρχική δίωξη

14. Πειθαρχική δίωξη ασκείται εναντίον κουρέα ή κομμωτή στις ακόλουθες περιπτώσεις:

(α) Αν καταδικαστεί από αρμόδιο δικαστήριο για αδίκημα που περιλαμβάνει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα,

(β) αν κατά την κρίση του Συμβουλίου παρουσίασε, κατά την άσκηση του επαγγέλματος, διαγωγή επονείδιστη ή ασυμβίβαστη με το επάγγελμα του κουρέα ή του κομμωτή, ή

(γ) αν παραβεί τις επιβαλλόμενες υποχρεώσεις από τον παρόντα Νόμο ή τους Κανονισμούς που εκδίδονται με βάση αυτόν.

Πειθαρχική έρευνα

14Α.-(1) Εάν καταγγελθεί στο Συμβούλιο ότι ο εγγεγραμμένος κομμωτής ή κουρέας δυνατό να έχει διαπράξει πειθαρχικό αδίκημα, το Συμβούλιο μεριμνά αμέσως όπως διεξαχθεί έρευνα από μέλος του Συμβουλίου (στο εξής αναφερόμενο ως «ο ερευνών λειτουργός».).

(2) Ο ερευνών λειτουργός διεξάγει την έρευνα το ταχύτερο κατά δε την υπ' αυτού διεξαγωγή της έρευνας κέκτηται εξουσία όπως ακούσει οποιουσδήποτε μάρτυρες ή λάβει έγγραφες καταθέσεις από οποιοδήποτε πρόσωπο.

(3) Ο καταγγελθείς εγγεγραμμένος κομμωτής ή κουρέας δικαιούται να γνωρίζει την κατ' αυτού υπόθεση, παρέχεται δε σε αυτόν η ευκαιρία όπως εισακουσθεί.

(4) Μετά τη συμπλήρωση της έρευνας, ο ερευνών λειτουργός υποβάλλει έκθεση στον Πρόεδρο του Συμβουλίου, ο οποίος τη διαβιβάζει στο νομικό σύμβουλο του Συμβουλίου για γνωμοδότηση.

(5) Ο νομικός σύμβουλος συμβουλεύει το Συμβούλιο κατά πόσο δύναται να διατυπωθεί πειθαρχική κατηγορία κατά του καταγγελθέντος, σε περίπτωση δε καταφατικής γνωμοδοτήσεως, προβαίνει στις διατυπώσεις της κατηγορίας.

(6) Μόλις ληφθεί η υπό του νομικού συμβούλου διατυπωθείσα πειθαρχική κατηγορία, το Συμβούλιο επιλαμβάνεται αυτής, σύμφωνα με το άρθρο 14Β.

Πειθαρχική διαδικασία

14Β.-(1) Μέσα σε δύο (2) εβδομάδες από την ημερομηνία λήψεως της πειθαρχικής κατηγορίας, το Συμβούλιο μεριμνά όπως εκδοθεί κλήση, κατά τον καθορισμένο τύπο και επιδοθεί προς τον καταγγελθέντα κατά τον καθορισμένο τρόπο.

(2) Η υπό του Συμβουλίου εκδίκαση της υπόθεσης διεξάγεται, τηρουμένων των αναλογιών, κατά τον ίδιο τρόπο όπως η ακρόαση ποινικής υποθέσεως που εκδικάζεται συνοπτικώς:

Νοείται ότι, το Συμβούλιο δύναται να αποδεχθεί οποιαδήποτε μαρτυρία, έστω και εάν αυτή δεν θα γινόταν δεκτή σε ποινική διαδικασία.

(3) Το Συμβούλιο δύναται να-

(α) καλεί μάρτυρες και απαιτεί την προσέλευσή τους, καθώς και την προσέλευση του καταγγελθέντος, όπως γίνεται σε συνοπτικά διεξαγόμενες δίκες·

(β) απαιτεί την προσαγωγή παντός εγγράφου που σχετίζεται με την κατηγορία.

(4) Κάθε απόφαση του Συμβουλίου πρέπει να είναι αιτιολογημένη και να υπογράφεται από τον Πρόεδρο.

Πειθαρχικές κυρώσεις

15. Αν κομμωτής ή κουρέας-

(α) Καταδικαστεί για αδίκημα το οποίο ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα ·

(β) ευρεθεί, κατόπιν έρευνας του Συμβουλίου, ένοχος ανέντιμου ή επονειδίστου διαγωγής ή επέδειξε με την ιδιότητά του ως κομμωτής ή ως κουρέας διαγωγή που δε συνάδει με το επάγγελμά του · ή

(γ) αποδειχθεί ότι ενεγράφη ως κομμωτής ή κουρέας ή ότι του παρεσχέθη άδεια με ψευδείς ή δόλιες παραστάσεις, το Συμβούλιο μπορεί, ανάλογα με την περίπτωση, να διατάξει τη διαγραφή του ονόματος του από το Μητρώο ή την αναστολή της άδειας ασκήσεως επαγγέλματος του και κοινοποιεί αυτή την απόφασή του στον ενδιαφερόμενο με συστημένη επιστολή:

Νοείται ότι το Συμβούλιο μπορεί σε οποιοδήποτε χρόνο, είτε αυτεπάγγελτα είτε με αίτηση του ενδιαφερόμενου προσώπου, να διατάξει την επανεγ - γραφή του ονόματος αυτού του προσώπου στο Μητρώο, ατελώς ή με την καταβολή τέλους που θα καθορίσει το Συμβούλιο.

Ιεραρχική προσφυγή

16.—(1) Οποιοσδήποτε δεν ικανοποιείται από απόφαση του Συμβουλίου μπορεί μέσα σε τριάντα μέρες από την κοινοποίηση της απόφασης σ' αυτόν, με έγγραφη προσφυγή του στον Υπουργό, στην οποία εκτίθενται οι λόγοι προς υποστήριξη να προσβάλει αυτή την απόφαση.

(2) Ο Υπουργός εξετάζει την προσφυγή το ταχύτερο δυνατό, και αφού ακούσει ή δώσει την ευκαιρία στον προσφεύγοντα ή το δικαιούχο ή τον εκπρόσωπο του να υποστηρίξουν τους λόγους στους οποίους στηρίζεται η προσφυγή, αποφασίζει επ' αυτής και κοινοποιεί αμέσως την απόφασή τον στον προσφεύγοντα:

Νοείται ότι ο Υπουργός μπορεί να αναθέσει σε λειτουργό ή επιτροπή λειτουργών του Υπουργείου του όπως εξετάσει ορισμένα θέματα που αναφύονται κατά την εξέταση της προσφυγής και υποβάλει σ' αυτόν το πόρισμα αυτής της εξέτασης πριν την έκδοση της απόφασης του Υπουργού επί της προσφυγής.

(3) Οποιοσδήποτε δεν ικανοποιηθεί από την απόφαση του Υπουργού μπορεί να προσφύγει στο δικαστήριο.