Ρευστοποίηση Περιουσίας
Απόκτηση και μεταβίβαση περιουσίας

49.-(1) Με την κήρυξη χρεώστη σε πτώχευση, η περιουσία του πτωχεύσαντα περιέρχεται στο διαχειριστή. Μέχρις ότου διοριστεί διαχειριστής, για τους σκοπούς του άρθρου αυτού διαχειριστής είναι ο επίσημος παραλήπτης.

(2) Με το διορισμό διαχειριστή η περιουσία μεταφέρεται και περιέρχεται στο διαχειριστή που διορίζεται.

(3) Η περιουσία του πτωχεύσαντα μεταφέρεται από το διαχειριστή περιλαμβανομένου βάσει του όρου αυτού, του επίσημου παραλήπτη όταν αυτός πληρεί τη θέση διαχειριστή από καιρό σε καιρό εφόσον κατέχει το αξίωμα αυτό χωρίς οποιαδήποτε παραχώρηση, εκχώρηση ή μεταβίβαση.

(4) Για να προχωρήσει ο Επίσημος Παραλήπτης ή ο διαχειριστής σε εκποίηση, κατά τη διάρκεια ισχύος του διατάγματος πτώχευσης και πριν την ακύρωσή του, θα πρέπει η αξία της περιουσίας η οποία θα εκποιηθεί να είναι μεγαλύτερη από το κόστος της πτωχευτικής διαδικασίας για την εκποίηση και τη διανομή, διαφορετικά η περιουσία θα επιστρέφεται στον πτωχεύσαντα.

Κατοχή περιουσίας από διαχειριστή

50.-(1) Ο διαχειριστής το συντομότερο δυνατό, πρέπει να λάβει την κατοχή των συμβολαίων, βιβλίων και εγγράφων του πτωχεύσαντα, ως και όλα τα άλλα μέρη της περιουσίας του τα οποία δύνανται να παραδοθούν διά χειρός.

(2) Ο διαχειριστής σε σχέση και για το σκοπό ανάληψης ή κράτησης κατοχής της περιουσίας του πτωχεύσαντα είναι στην ίδια θέση ωσάν να ήταν διαχειριστής της περιουσίας ο οποίος διορίστηκε από το δικαστήριο και το δικαστήριο δύναται, ως εκ τούτου με αίτηση του, να επιβάλει τέτοια ανάληψη ή κράτηση.

(3) Όταν οποιοδήποτε μέρος της περιουσίας του πτωχεύσαντα αποτελείται από χρεώγραφα, μετοχές πλοίων, μετοχές, ή οποιαδήποτε άλλη περιουσία που μεταβιβάζεται σε βιβλία οποιασδήποτε εταιρείας, γραφείου, ή προσώπου, ο διαχειριστής δύναται να ασκήσει το δικαίωμα μεταβίβασης της περιουσίας κατά την ίδια έκταση όπως ο πτωχεύσας ήταν δυνατό να την ασκήσει αν αυτός δεν κηρυσσόταν σε πτώχευση.

(4) Όταν οποιοδήποτε μέρος της περιουσίας του πτωχεύσαντα αποτελείται από αγώγιμα δικαιώματα, τέτοια δικαιώματα, θεωρούνται ότι εκχωρήθηκαν δεόντως στο διαχειριστή.

(5) Οποιοσδήποτε ταμίας ή άλλος λειτουργός ή οποιοσδήποτε τραπεζίτης, πληρεξούσιος, ή αντιπρόσωπος πτωχεύσαντα, θα πληρώνει και παραδίδει στο διαχειριστή όλα τα χρήματα και αξιόγραφα που βρίσκονται στην κατοχή ή εξουσία του όπως τέτοιος λειτουργός, τραπεζίτης, πληρεξούσιος, ή αντιπρόσωπος ο οποίος δεν δικαιούται από το νόμο να κατακρατήσει εναντίον του πτωχεύσαντα ή διαχειριστή. Αν δεν ενεργήσει με τον τρόπο αυτό είναι ένοχος περιφρόνησης του Δικαστηρίου και δύναται να τιμωρηθεί ανάλογα με αίτηση του διαχειριστή.

Κατάσχεση της περιουσίας πτωχεύσαντα

51. Οποιοδήποτε πρόσωπο που ενεργεί δυνάμει εντάλματος του Δικαστηρίου δύναται να κατάσχει οποιοδήποτε μέρος της περιουσίας του πτωχεύσαντα που βρίσκεται στη φύλαξη ή κατοχή του πτωχεύσαντα ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου και προς το σκοπό τέτοιας κατάσχεσης δύναται να διαρρήξει οποιαδήποτε οικία, κτίριο ή δωμάτιο του πτωχεύσαντα όπου ο πτωχεύσας φέρεται να βρίσκεται, ή οποιοδήποτε κτίριο ή αποθήκη του πτωχεύσαντα όπου οποιαδήποτε περιουσία του φέρεται να βρίσκεται και όταν το Δικαστήριο ικανοποιείται ότι υπάρχει λόγος να πιστεύει ότι η περιουσία του πτωχεύσαντα κρύβεται σε οικία ή μέρος που δεν ανήκει σε αυτόν, το Δικαστήριο δύναται, αν το θεωρεί ορθό να παραχωρήσει ένταλμα έρευνας σε οποιοδήποτε αστυνομικό ή λειτουργό του Δικαστηρίου ο οποίος δύναται να το εκτελέσει σύμφωνα με το νόημα του.

Κατανομή μεριδίου αποδοχών ή μισθού σε πιστωτές

52.-(1) Αν ο πτωχεύσας είναι άτομο, το οποίο εργοδοτείται ή προσελήφθηκε στη δημόσια υπηρεσία της Κυβέρνησης ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, οι διαχειριστές θα εισπράξουν για διανομή μεταξύ των πιστωτών τόσο μέρος από τις αποδοχές ή το μισθό του πτωχεύσαντα όπως το Δικαστήριο δυνατό να διατάξει, μετά από αίτηση του διαχειριστή με τη συναίνεση του προϊστάμενου λειτουργού του Τμήματος από το οποίο καταβάλλονται οι αποδοχές ή ο μισθός.

(2) Αν ο πτωχεύσας εισπράττει μισθό ή εισόδημα άλλο από το πιο πάνω αναφερόμενο, ή δικαιούται το μισό του μισθού, ή σύνταξη, ή αποζημίωση που χορηγείται από το Τμήμα του Γενικού Λογιστή ή το λογιστήριο του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, ανάλογα με την περίπτωση, το Δικαστήριο, μετά από αίτηση του διαχειριστή εκδίδει από καιρό σε καιρό διάταγμα, το οποίο θεωρεί δίκαιο, για πληρωμή του μισθού, του εισοδήματος, του μισού μισθού, σύνταξης ή αποζημίωσης ή οποιουδήποτε μέρους αυτών, στο διαχειριστή ο οποίος τα διαθέτει κατά τρόπο που δυνατό να διατάξει το Δικαστήριο.

(3) Αν ο πτωχεύσας είναι μέλος διοικητικού συμβουλίου ή υπάλληλος νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου ή υπάλληλος φυσικού προσώπου, ή είναι αυτοεργοδοτούμενος, ο διαχειριστής θα εισπράξει για διανομή μεταξύ των πιστωτών, τόσο μέρος από τις αποδοχές ή το μισθό του πτωχεύσαντα, όπως το Δικαστήριο δυνατό να διατάξει, μετά από αίτηση του διαχειριστή.

(4) Κατά την έκδοση διατάγματος δυνάμει των εδαφίων (1), (2) ή (3), το Δικαστήριο δύναται να λαμβάνει υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές για τα λογικά έξοδα διαβίωσης, όπως αυτές εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 8 του περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Νόμο.

(5) Η διάρκεια του διατάγματος δυνάμει των εδαφίων (1), (2) ή (3) δεν δύναται να υπερβαίνει τα τρία έτη ανεξαρτήτως της επέλευσης της αυτοδίκαιης αποκατάστασης δυνάμει του άρθρου 27Α .

Αποκήρυξη μη επιθυμητής περιουσίας

53.-(1) Όταν μέρος της περιουσίας πτωχεύσαντα αποτελείται από γη οποιουδήποτε χρόνου κατοχής η οποία βαρύνεται από επαχθή συμβόλαια, μετοχές, ή χρεώγραφα εταιρείας, από μη επικερδείς συμβάσεις, από οποιαδήποτε άλλη περιουσία η οποία δεν δύναται να πωληθεί, ή δεν είναι ικανή να πωληθεί εξαιτίας του ότι ο κάτοχος αυτής είναι δεσμευμένος με την τέλεση επαχθής πράξης, ή με την πληρωμή χρηματικού ποσού, ο διαχειριστής ανεξάρτητα από το ότι προσπάθησε να πωλήσει ή έλαβε κατοχή περιουσίας, ή άσκησε πράξη κυριότητας αναφορικά με την περιουσία αυτή, δύναται, αλλά τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου αυτού, να αποκηρύξει την περιουσία με γραπτή δήλωση του υπογραμμένη από αυτόν, οποτεδήποτε μέσα σε δώδεκα μήνες από τον πρώτο διορισμό διαχειριστή:

Νοείται ότι όταν η ύπαρξη τέτοιας περιουσίας δεν περιέλθει σε γνώση του διαχειριστή μέσα σε ένα μήνα από το διορισμό αυτό, ο διαχειριστής δύναται να αποκηρύξει την περιουσία αυτή ως οποτεδήποτε μέσα σε δώδεκα μήνες αφότου έλαβε για πρώτη φορά γνώση, της ύπαρξης της, ή μέσα σε τέτοια παραταθείσα προθεσμία που το Δικαστήριο δυνατό να επιτρέψει.

(2) Η αποκήρυξη έχει ως αποτέλεσμα τον τερματισμό, από την ημερομηνία της αποκήρυξης, των δικαιωμάτων, συμφερόντων, και υποχρεώσεων του πτωχεύσαντα και της περιουσίας του για την οποία έγινε η αποκύρηξη ή αναφορικά με αυτή, και απαλλάσσει επίσης το διαχειριστή από κάθε προσωπική ευθύνη σε σχέση με την περιουσία η οποία αποκηρύχτηκε, από την ημερομηνία κατά την οποία παραχωρήθηκε σε αυτόν ή περιουσία, αλλά δεν επηρεάζει τα δικαιώματα ή τις υποχρεώσεις οποιουδήποτε άλλου προσώπου, πλην εφόσον είναι αναγκαίο για το σκοπό απαλλαγής από ευθύνη του πτωχεύσαντα, της περιουσίας του και του διαχειριστή.

(3) Διαχειριστής δεν δικαιούται να αποκηρύξει μίσθωση χωρίς άδεια του Δικαστηρίου, εκτός σε περιπτώσεις οι οποίες καθορίζονται με γενικούς κανονισμούς, και το Δικαστήριο δύναται, προτού παραχωρήσει την άδεια ή με την παραχώρηση αυτής, να απαιτήσει όπως επιδοθούν σε κάθε ενδιαφερόμενο πρόσωπο τέτοιες ειδοποιήσεις και να επιβάλει τέτοιους όρους ως προϋπόθεση για την παραχώρηση της άδειας και να εκδώσει τέτοια διατάγματα σε σχέση με προσαρτήματα, βελτιώσεις του μισθωτή και σε σχέση με άλλα ζητήματα που απορρέουν από την εκμίσθωση, όπως το Δικαστήριο κρίνει δίκαιο.

(4) Ο διαχειριστής δεν δικαιούται να αποκηρύξει περιουσία σύμφωνα με το άρθρο αυτό σε οποιαδήποτε περίπτωση κατά την οποία υποβάλλεται προς αυτόν γραπτή αίτηση από πρόσωπο, που έχει συμφέρον στην περιουσία, με την οποία καλείται να αποφασίσει αν θα την αποκηρύξει την περιουσία ή όχι, και ο διαχειριστής μέσα σε περίοδο είκοσι οκτώ ημερών από τη λήψη της αίτησης, ή μέσα στην παραταθείσα περίοδο που επιτράπηκε από το Δικαστήριο, αρνείται ή παραλείπει να ειδοποιήσει κατά πόσο αποκηρύττει την περιουσία, ή όχι και, στην περίπτωση σύμβασης, αν ο διαχειριστής, μετά από τέτοια αίτηση όπως αναφέρεται πιο πάνω, δεν αποκηρύττει τη σύμβαση μέσα στην περίοδο που προαναφέρθηκε ή μέσα στην περίοδο, που παρατάθηκε θεωρείται ότι υιοθέτησε τη σύμβαση.

(5) Το Δικαστήριο, μετά από αίτηση προσώπου το οποίο δικαιούται, έναντι του διαχειριστή, το όφελος οποιασδήποτε σύμβασης ή το οποίο υπόκειται το βάρος σύμβασης που συνάφθηκε με τον πτωχεύσαντα, δύναται να εκδώσει διάταγμα για ακύρωση της σύμβασης με τέτοιους όρους ως προς την πληρωμή από ή σε κάθε συμβαλλόμενο μέρος, αποζημιώσεων για τη μη εκπλήρωση της σύμβασης, ή άλλως πως, όπως το Δικαστήριο δύναται να θεωρήσει δίκαιο και αποζημίωση που πρέπει να πληρωθεί με βάσει του διατάγματος στο πρόσωπο αυτό δύναται να επαληθευτεί από αυτόν ως χρέος βάσει της πτώχευσης.

(6) Το Δικαστήριο, μετά από αίτηση προσώπου το οποίο είτε αξιώνει συμφέρον σε περιουσία η οποία αποκηρύχτηκε, ή έχει υποχρέωση για την οποία δεν υπήρξε απαλλαγή από το Νόμο σε σχέση με περιουσία η οποία αποκηρύχτηκε, αφού ακούσει οποιαδήποτε πρόσωπα τα οποία θεωρεί ορθό να ακούσει δύναται να εκδώσει διάταγμα για την παραχώρηση ή την παράδοση της περιουσίας στο πρόσωπο που έχει δικαίωμα σε αυτή ή σε πρόσωπο που θεωρεί δίκαιο ότι πρέπει η περιουσία να παραδοθεί ως αποζημίωση για τέτοια υποχρέωση όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, ή σε διαχειριστή αυτού και με όρους τους οποίους το Δικαστήριο θεωρεί δίκαιο και με την έκδοση του διατάγματος βάσει του οποίου παραχωρείται η περιουσία, η περιουσία που περιλαμβάνεται σ’ αυτό παραχωρείται ανάλογα στο πρόσωπο το οποίο αναφέρεται στο διάταγμα για το σκοπό αυτό χωρίς μεταβίβαση ή εκχώρηση:

Νοείται πάντοτε, όταν η περιουσία η οποία αποκηρύχτηκε είναι φύσης εκμίσθωσης, το Δικαστήριο δεν εκδίδει διάταγμα παραχώρησης προς όφελος προσώπου το οποίο αξιώνει μέσω του πτωχεύσαντα, είτε ως υπομισθωτής είτε ως ενυπόθηκος δανειστής από μεταβίβαση δικαιώματος εκτός με όρους ότι το πρόσωπο αυτό-

(α) υπόκειται στις ίδιες υποχρεώσεις και ευθύνες όπως ο πτωχεύσας υπόκειτο σε αυτές βάσει της εκμίσθωσης αναφορικά με την περιουσία κατά την ημερομηνία που καταχωρήθηκε η αίτηση πτώχευσης ή

(β) αν το Δικαστήριο θεωρεί ορθό, υπόκειται μόνο στις ίδιες υποχρεώσεις και ευθύνες ωσάν η εκμίσθωση να είχε εκχωρηθεί στο πρόσωπο αυτό κατά την ημερομηνία εκείνη

και σε κάθε περίπτωση (αν η περίπτωση το απαιτεί) ωσάν η εκμίσθωση περιλάμβανε μόνο την περιουσία που περιέχεται στο διάταγμα που παραχωρεί αυτήν, και οποιοσδήποτε ενυπόθηκος δανειστής ή υπεκμισθωτής αρνείται να αποδεχτεί διάταγμα που παραχωρεί περιουσία με τους όρους αυτούς αποκλείεται από κάθε συμφέρον που έχει στην περιουσία και από κάθε εξασφάλιση σε αυτήν και αν δεν υπάρχει πρόσωπο που να προβάλλει αξίωση η οποία απορρέει από τον πτωχεύσαντα, το οποίο είναι πρόθυμο να αποδεχτεί διάταγμα με τέτοιους όρους, το Δικαστήριο έχει εξουσία να παραχωρεί την περιουσία του πτωχεύσαντα και συμφέρον επί της περιουσίας σε οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο ευθύνεται είτε προσωπικά είτε από αντιπροσωπευτικό χαρακτήρα και είτε μόνο είτε από κοινού με τον πτωχεύσαντα προς εκπλήρωση των υποχρεώσεων του μισθωτή που απορρέουν από την εκμίσθωση αυτή, ελεύθερη και απαλλαγμένη από κάθε δικαίωμα, εμπράγματου βάρους και συμφερόντων που δημιουργήθηκαν από τον πτωχεύσαντα σε αυτήν.

(7) Όταν, με την απαλλαγή, παύση, παραίτηση ή θάνατο διαχειριστή πτώχευσης ενεργεί ως διαχειριστής επίσημος παραλήπτης, δύναται να αποκηρύξει οποιαδήποτε περιουσία από την οποία μπορούσε να παραιτηθεί ο διαχειριστής με βάση τις πιο πάνω διατάξεις, ανεξάρτητα αν παρήλθε ο καθορισμένος από το άρθρο αυτό χρόνος για αποκήρυξη, αλλά η εξουσία αυτή για αποκήρυξη δύναται να ασκηθεί μόνο μέσα σε δώδεκα μήνες μετά που ο επίσημος παραλήπτης έγινε διαχειριστής, υπό τις περιστάσεις που αναφέρθηκαν πιο πάνω, ή μετά που κατέστηκε ενήμερος της ύπαρξης τέτοιας περιουσίας, οποιαδήποτε από τις δύο περιόδους δυνατό να εκπνεύσει τελευταία.

(8) Πρόσωπο που ζημιώνεται από την ισχύ της αποκήρυξης βάσει του άρθρου αυτού θεωρείται ως πιστωτής του πτωχεύσαντα στην έκταση της ζημιάς που υπέστηκε και δύναται ανάλογα να επαληθεύσει τη ζημιά αυτή ως χρέος δυνάμενο να επαληθευτεί σε πτώχευση.

Εξουσίες διαχειριστή να διαχειρίζεται περιουσία και εξουσία συνδιαλλαγής εξασφαλισμένης περιουσίας

54.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του Νόμου αυτού, ο διαχειριστής δύναται να προβεί σε όλες ή σε οποιαδήποτε από τις παρακάτω ενέργειες:

(α) να πωλεί ολόκληρο ή μέρος της περιουσίας του πτωχεύσαντα (περιλαμβανομένης της εμπορικής εύνοιας της επιχείρησης, αν υπάρχει, και των καταχωρισμένων στα βιβλία χρεών  που οφείλονται ή θα καταστούν οφειλόμενα προς τον πτωχεύσαντα) με δημόσιο πλειστηριασμό ή ιδιωτική σύμβαση, με εξουσία να μεταβιβάζει ολόκληρη την περιουσία σε οποιοδήποτε πρόσωπο ή εταιρεία, ή να πωλεί αυτήν κατά τεμάχιο

(β) να παρέχει αποδείξεις για χρήματα που εισπράχθηκαν από αυτόν, οι οποίες αποδείξεις απαλλάσσουν αποτελεσματικά το πρόσωπο που πληρώνει τα χρήματα από οποιαδήποτε ευθύνη αναφορικά με τη διάθεση τους

(γ) να επαληθεύει, να κατατάσσεται ως πιστωτής, να αξιώνει και να εισπράττει μέρισμα αναφορικά με οποιαδήποτε χρέη που οφείλονται στον πτωχεύσαντα

(δ) να ασκεί οποιεσδήποτε εξουσίες, η ικανότητα της άσκησης των οποίων παραχωρείται στο διαχειριστή, με βάση το Νόμο αυτό και να εκτελεί οποιαδήποτε πληρεξούσια, συμβόλαια και άλλα έγγραφα με το σκοπό να καταστήσει αποτελεσματικές τις διατάξεις του Νόμου αυτού.

(2) Κατόπιν αίτησης από τον Επίσημο Παραλήπτη ή το διαχειριστή, αν το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι η διάθεση οποιασδήποτε εξασφαλισμένης περιουσίας του πτωχεύσαντα, με ή χωρίς άλλα περιουσιακά στοιχεία, η οποία υπόκειται σε εξασφάλιση προς όφελος εξασφαλισμένου πιστωτή, ενδέχεται να οδηγήσει σε ευνοϊκότερη ρευστοποίηση των στοιχείων ενεργητικού της περιουσίας του πτωχεύσαντα από άλλη που θα λάμβανε χώρα, το Δικαστήριο δύναται, διά διατάγματος με το οποίο περιέρχεται η εξασφαλισμένη περιουσία στο όνομα του Επίσημου Παραλήπτη ή του διαχειριστή, αντίστοιχα, να λάβει στη φύλαξή του την εξασφαλισμένη περιουσία για το σκοπό διάθεσής της ή την άσκηση των εξουσιών του σε σχέση με αυτή, ανάλογα με την περίπτωση, ως εάν να μην υπόκειται στην εξασφάλιση.

(3) Όπου διατίθεται περιουσία σύμφωνα με το εδάφιο (2), ο κάτοχος της εξασφάλισης θα έχει την ίδια προτεραιότητα αναφορικά με την οποιαδήποτε περιουσία του πτωχεύσαντα, η οποία άμεσα ή έμμεσα αντιπροσωπεύει την περιουσία που διατίθεται όπως θα είχε αναφορικά με την περιουσία που υπόκειται στην εξασφάλιση.

(4) Εκτός όπου προνοείται διαφορετικά στο παρόν άρθρο, εξασφαλισμένη περιουσία δεν θα διατεθεί για ποσό μικρότερο του ποσού της εξασφάλισης, χωρίς την προηγούμενη έγγραφη σύμφωνη γνώμη του εξασφαλισμένου πιστωτή.

(5) Το διάταγμα του Δικαστηρίου που αναφέρεται στο εδάφιο (2), θα περιλαμβάνει όρο ότι τα καθαρά έσοδα από τη διάθεση κατά προτεραιότητα θα χρησιμοποιούνται πρώτα για εξόφληση των ποσών που εξασφαλίζονται με την επιβάρυνση και το οποιοδήποτε υπόλοιπο θα χρησιμοποιείται προς όφελος των μη εξασφαλισμένων πιστωτών.

(6) Όπου ο Επίσημος Παραλήπτης ή ο διαχειριστής προτίθεται να χρησιμοποιήσει ή να διαθέσει εξασφαλισμένη περιουσία, κοινοποιεί την πρόθεσή του αυτή στον εξασφαλισμένο πιστωτή, ο οποίος, αν το επιθυμεί, δικαιούται να προσφύγει στο Δικαστήριο κατά της απόφασης αυτής του Επίσημου Παραλήπτη ή του διαχειριστή και σε περίπτωση που ο Επίσημος Παραλήπτης ή ο διαχειριστής προτίθεται να διαθέσει εξασφαλισμένη περιουσία για ποσό μικρότερο του ποσού της εξασφάλισης και χωρίς την προηγούμενη έγγραφη γνώμη του εξασφαλισμένου πιστωτή, ο εξασφαλισμένος πιστωτής δύναται να αιτηθεί στο Δικαστήριο για την εξέταση της προτιθέμενης διάθεσης του Επίσημου Παραλήπτη ή του διαχειριστή.

(7) Οι προνομιούχοι πιστωτές, όπως καθορίζονται στον παρόντα Νόμο, δεν θα έχουν οποιοδήποτε δικαίωμα ή προτεραιότητα αναφορικά με το προϊόν της διάθεσης εξασφαλισμένης περιουσίας που θα χρησιμοποιείται για εξόφληση των ποσών που εξασφαλίζονται με την επιβάρυνση, αλλά θα έχουν δικαίωμα προτεραιότητας αναφορικά με το οποιοδήποτε υπόλοιπο.

(8) Σε περίπτωση που ακίνητη περιουσία βαρύνεται με οποιοδήποτε εμπράγματο βάρος, προγενέστερο της εγγραφής του διατάγματος πτώχευσης στο Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, απαιτείται η έγγραφη δήλωση/συγκατάθεση του προηγούμενου ενυπόθηκου δανειστή ή κατόχου εμπράγματου βάρους ή, ανάλογα με την περίπτωση, απόφαση Δικαστηρίου που να εξουσιοδοτεί την εκποίηση ή διάθεση του ενυπόθηκου ακινήτου χωρίς την συγκατάθεση του προηγούμενου ενυπόθηκου δανειστή ή του κατόχου εμπράγματου βάρους, υπό όρους και προϋποθέσεις που το Δικαστήριο ήθελε καθορίσει.

(9) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 18 του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου, για την μετεγγραφή του ακινήτου, ο Επίσημος Παραλήπτης ή ο διαχειριστής για τους σκοπούς εκποίησης και/ή διάθεσης ενυπόθηκου ακινήτου θα μεριμνά να διασφαλίσει τη μεταβίβαση και την εγγραφή του ενυπόθηκου ακινήτου στο όνομα του αγοραστή, ελεύθερο από κάθε μορφής εμπράγματο βάρος, εξασφαλίζοντας για τον σκοπό αυτό την έγγραφη δήλωση/συγκατάθεση του κατόχου εμπραγμάτου βάρους ή απόφαση Δικαστηρίου που να διατάσσει ή να εξουσιοδοτεί την μεταβίβαση του ενυπόθηκου ακινήτου ελεύθερο από κάθε εμπράγματο βάρος ώστε το αρμόδιο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο να προβεί στην σχετική εγγραφή στο Κτηματικό Μητρώο:

Νοείται ότι, στην προαναφερόμενη έγγραφη δήλωση/συγκατάθεση θα αναφέρεται ρητά η υποχρέωση του ενυπόθηκου δανειστή ή του κατόχου του εμπράγματου βάρους, να αποσύρει ή/και να εξαλείψει ή/και να ακυρώσει την υποθήκη ή το εμπράγματο βάρος.

(10) ''Εξασφάλιση'' ή "εξασφαλισμένη περιουσία" για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, σημαίνει οποιοδήποτε εμπράγματο βάρος ή απαγόρευση σύμφωνα με τον περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμο, καθώς και οποιαδήποτε επιβάρυνση, δικαίωμα επίσχεσης ή άλλη εξασφάλιση.

Εξουσίες που δύνανται να ασκηθούν από διαχειριστή με άδεια της εποπτικής επιτροπής

55.-(1) Ο διαχειριστής δύναται με την άδεια της εποπτικής επιτροπής όπου αυτή υπάρχει, να προβεί σε όλες ή σε οποιεσδήποτε από τις παρακάτω ενέργειες:

(α) να διεξάγει τις εργασίες του πτωχεύσαντα, εφόσον είναι αναγκαίο προς το σκοπό επωφελούς εκκαθάρισης αυτής

(β) να εγείρει, λαμβάνει, ή υπερασπίζεται αγωγή ή άλλη νομική διαδικασία που σχετίζεται με την περιουσία του πτωχεύσαντα

(γ) να διορίζει δικηγόρο ή άλλο αντιπρόσωπο για τη λήψη οποιασδήποτε διαδικασίας ή για να προβεί σε οποιαδήποτε εργασία η οποία δυνατό να εγκριθεί από την εποπτική επιτροπή

(δ) να αποδέχεται ως αντιπαροχή για την πώληση οποιασδήποτε περιουσίας του πτωχεύσαντα χρηματικό ποσό πληρωτέο σε μελλοντικό χρόνο τηρουμένων τέτοιων όρων ως προς την εξασφάλιση και άλλως πως ως η εποπτική επιτροπή θεωρεί ορθό

(ε) να υποθηκεύει ή ενεχυριάζει οποιοδήποτε μέρος της περιουσίας του πτωχεύσαντα προς το σκοπό εξασφάλισης χρημάτων για την πληρωμή των χρεών του πτωχεύσαντα

(στ) να παραπέμπει οποιαδήποτε διαφορά σε διαιτησία, να συμβιβάζει χρέη, αξιώσεις και υποχρεώσεις, ανεξάρτητα αν είναι παρούσες ή μελλοντικές, καθορισμένες ή υπό αίρεση, εκκαθαρισμένες ή ανεκκαθάριστες, υφιστάμενες ή οι οποίες ενδεχομένως να υφίστανται μεταξύ του πτωχεύσαντα και προσώπου το οποίο φέρει ευθύνη έναντι του πτωχεύσαντα, με τη λήψη τέτοιων ποσών, που είναι πληρωτέα σε τέτοια χρονικά διαστήματα και γενικά με τέτοιους όρους που δυνατό να συμφωνηθούν

(ζ) να προβαίνει σε συμβιβασμό ή άλλη διευθέτηση την οποία θεωρεί κατάλληλη με τους πιστωτές ή με πρόσωπα που αξιώνουν ως πιστωτές, σχετικά με χρέη που δύνανται να επαληθευθούν στην πτώχευση

(η) να προβαίνει σε συμβιβασμό ή άλλη διευθέτηση την οποία θεωρεί σκόπιμη αναφορικά με οποιαδήποτε αξίωση που προκύπτει από την περιουσία του πτωχεύσαντα ή είναι συναφής προς αυτή, η οποία υποβλήθηκε ή είναι ικανή να υποβληθεί προς το διαχειριστή από οποιοδήποτε πρόσωπο ή από το διαχειριστή σε οποιοδήποτε πρόσωπο

(θ) να διανέμει σύμφωνα με την υφιστάμενη μεταξύ των πιστωτών μορφή, ανάλογα με την εκτιμημένη αξία αυτής, οποιαδήποτε περιουσία η οποία λόγω της ιδιαίτερης φύσης της ή άλλων ειδικών περιστατικών δεν δύναται να πωληθεί αμέσως ή επωφελώς.

(2) Η παραχωρούμενη για τους σκοπούς του άρθρου αυτού άδεια δεν είναι μια γενική άδεια για την τέλεση όλων ή οποιασδήποτε από τις πιο πάνω αναφερθείσες πράξεις, αλλά είναι μόνο άδεια για την τέλεση της συγκεκριμένης πράξης ή πράξεων για τις οποίες ζητείται η άδεια στη συγκεκριμένη περίπτωση ή περιπτώσεις.

Δικαίωμα διαχειριστή να επιθεωρεί αγαθά που ενεχυριάστηκαν, κλπ.

56. Όταν αγαθά οφειλέτη εναντίον του οποίου εκδόθηκε διάταγμα πτώχευσης κατέχονται από πρόσωπο υπό μορφή εχέγγυου, ενεχυρίασης ή άλλης εξασφάλισης, είναι νόμιμο για τον επίσημο παραλήπτη ή διαχειριστή, μετά που δίνει γραπτή ειδοποίηση για την πρόθεση του να πράξει με τον τρόπο αυτό να επιθεωρήσει τα αγαθά, και, όταν έχει δοθεί τέτοια ειδοποίηση, το πρόσωπο αυτό όπως αναφέρθηκε πιο πάνω δεν δικαιούται να εκποιήσει την προς αυτό δοθείσα εξασφάλιση μέχρις ότου δώσει στο διαχειριστή εύλογη ευκαιρία να επιθεωρήσει τα αγαθά και να ασκήσει το δικαίωμα εξαγοράς αν θεωρεί ορθό να πράξει με τον τρόπο αυτό.

Προστασία επίσημου παραλήπτη και διαχειριστή από προσωπική ευθύνη σε ορισμένες περιπτώσεις

57. Όταν ο επίσημος παραλήπτης ή διαχειριστής κατάσχεσε ή διέθεσε, αντικείμενα, περιουσία, ή άλλα αντικείμενα που βρίσκονται στην κατοχή ή στα υποστατικά πτωχεύσαντα, εναντίον του οποίου εκδόθηκε διάταγμα πτώχευσης, χωρίς ειδοποίηση για την ύπαρξη οποιασδήποτε αξίωσης από πρόσωπο σχετικά με αυτά και φανεί ακολούθως ότι τα αναφερθέντα, αντικείμενα, περιουσία, ή άλλα αντικείμενα δεν αποτελούσαν, κατά την ημερομηνία του διατάγματος πτώχευσης, την περιουσία του πτωχεύσαντα, ο επίσημος παραλήπτης ή ο διαχειριστής δεν ευθύνεται προσωπικά για οποιαδήποτε απώλεια ή ζημιά που προκύπτει από τέτοια κατάσχεση ή διάθεση την οποία υπέστηκε πρόσωπο που απαιτεί τέτοια περιουσία, ούτε για τα έξοδα της διαδικασίας που λήφθηκε για την απόδειξη της αξίωσης σε αυτά, εκτός αν το Δικαστήριο είναι της γνώμης ότι ο επίσημος παραλήπτης ή ο διαχειριστής κατέστει ένοχος αμέλειας αναφορικά με τα πιο πάνω.