Εξουσίες διαχειριστή να διαχειρίζεται περιουσία και εξουσία συνδιαλλαγής εξασφαλισμένης περιουσίας

54.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του Νόμου αυτού, ο διαχειριστής δύναται να προβεί σε όλες ή σε οποιαδήποτε από τις παρακάτω ενέργειες:

(α) να πωλεί ολόκληρο ή μέρος της περιουσίας του πτωχεύσαντα (περιλαμβανομένης της εμπορικής εύνοιας της επιχείρησης, αν υπάρχει, και των καταχωρισμένων στα βιβλία χρεών  που οφείλονται ή θα καταστούν οφειλόμενα προς τον πτωχεύσαντα) με δημόσιο πλειστηριασμό ή ιδιωτική σύμβαση, με εξουσία να μεταβιβάζει ολόκληρη την περιουσία σε οποιοδήποτε πρόσωπο ή εταιρεία, ή να πωλεί αυτήν κατά τεμάχιο

(β) να παρέχει αποδείξεις για χρήματα που εισπράχθηκαν από αυτόν, οι οποίες αποδείξεις απαλλάσσουν αποτελεσματικά το πρόσωπο που πληρώνει τα χρήματα από οποιαδήποτε ευθύνη αναφορικά με τη διάθεση τους

(γ) να επαληθεύει, να κατατάσσεται ως πιστωτής, να αξιώνει και να εισπράττει μέρισμα αναφορικά με οποιαδήποτε χρέη που οφείλονται στον πτωχεύσαντα

(δ) να ασκεί οποιεσδήποτε εξουσίες, η ικανότητα της άσκησης των οποίων παραχωρείται στο διαχειριστή, με βάση το Νόμο αυτό και να εκτελεί οποιαδήποτε πληρεξούσια, συμβόλαια και άλλα έγγραφα με το σκοπό να καταστήσει αποτελεσματικές τις διατάξεις του Νόμου αυτού.

(2) Κατόπιν αίτησης από τον Επίσημο Παραλήπτη ή το διαχειριστή, αν το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι η διάθεση οποιασδήποτε εξασφαλισμένης περιουσίας του πτωχεύσαντα, με ή χωρίς άλλα περιουσιακά στοιχεία, η οποία υπόκειται σε εξασφάλιση προς όφελος εξασφαλισμένου πιστωτή, ενδέχεται να οδηγήσει σε ευνοϊκότερη ρευστοποίηση των στοιχείων ενεργητικού της περιουσίας του πτωχεύσαντα από άλλη που θα λάμβανε χώρα, το Δικαστήριο δύναται, διά διατάγματος με το οποίο περιέρχεται η εξασφαλισμένη περιουσία στο όνομα του Επίσημου Παραλήπτη ή του διαχειριστή, αντίστοιχα, να λάβει στη φύλαξή του την εξασφαλισμένη περιουσία για το σκοπό διάθεσής της ή την άσκηση των εξουσιών του σε σχέση με αυτή, ανάλογα με την περίπτωση, ως εάν να μην υπόκειται στην εξασφάλιση.

(3) Όπου διατίθεται περιουσία σύμφωνα με το εδάφιο (2), ο κάτοχος της εξασφάλισης θα έχει την ίδια προτεραιότητα αναφορικά με την οποιαδήποτε περιουσία του πτωχεύσαντα, η οποία άμεσα ή έμμεσα αντιπροσωπεύει την περιουσία που διατίθεται όπως θα είχε αναφορικά με την περιουσία που υπόκειται στην εξασφάλιση.

(4) Εκτός όπου προνοείται διαφορετικά στο παρόν άρθρο, εξασφαλισμένη περιουσία δεν θα διατεθεί για ποσό μικρότερο του ποσού της εξασφάλισης, χωρίς την προηγούμενη έγγραφη σύμφωνη γνώμη του εξασφαλισμένου πιστωτή.

(5) Το διάταγμα του Δικαστηρίου που αναφέρεται στο εδάφιο (2), θα περιλαμβάνει όρο ότι τα καθαρά έσοδα από τη διάθεση κατά προτεραιότητα θα χρησιμοποιούνται πρώτα για εξόφληση των ποσών που εξασφαλίζονται με την επιβάρυνση και το οποιοδήποτε υπόλοιπο θα χρησιμοποιείται προς όφελος των μη εξασφαλισμένων πιστωτών.

(6) Όπου ο Επίσημος Παραλήπτης ή ο διαχειριστής προτίθεται να χρησιμοποιήσει ή να διαθέσει εξασφαλισμένη περιουσία, κοινοποιεί την πρόθεσή του αυτή στον εξασφαλισμένο πιστωτή, ο οποίος, αν το επιθυμεί, δικαιούται να προσφύγει στο Δικαστήριο κατά της απόφασης αυτής του Επίσημου Παραλήπτη ή του διαχειριστή και σε περίπτωση που ο Επίσημος Παραλήπτης ή ο διαχειριστής προτίθεται να διαθέσει εξασφαλισμένη περιουσία για ποσό μικρότερο του ποσού της εξασφάλισης και χωρίς την προηγούμενη έγγραφη γνώμη του εξασφαλισμένου πιστωτή, ο εξασφαλισμένος πιστωτής δύναται να αιτηθεί στο Δικαστήριο για την εξέταση της προτιθέμενης διάθεσης του Επίσημου Παραλήπτη ή του διαχειριστή.

(7) Οι προνομιούχοι πιστωτές, όπως καθορίζονται στον παρόντα Νόμο, δεν θα έχουν οποιοδήποτε δικαίωμα ή προτεραιότητα αναφορικά με το προϊόν της διάθεσης εξασφαλισμένης περιουσίας που θα χρησιμοποιείται για εξόφληση των ποσών που εξασφαλίζονται με την επιβάρυνση, αλλά θα έχουν δικαίωμα προτεραιότητας αναφορικά με το οποιοδήποτε υπόλοιπο.

(8) Σε περίπτωση που ακίνητη περιουσία βαρύνεται με οποιοδήποτε εμπράγματο βάρος, προγενέστερο της εγγραφής του διατάγματος πτώχευσης στο Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, απαιτείται η έγγραφη δήλωση/συγκατάθεση του προηγούμενου ενυπόθηκου δανειστή ή κατόχου εμπράγματου βάρους ή, ανάλογα με την περίπτωση, απόφαση Δικαστηρίου που να εξουσιοδοτεί την εκποίηση ή διάθεση του ενυπόθηκου ακινήτου χωρίς την συγκατάθεση του προηγούμενου ενυπόθηκου δανειστή ή του κατόχου εμπράγματου βάρους, υπό όρους και προϋποθέσεις που το Δικαστήριο ήθελε καθορίσει.

(9) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 18 του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου, για την μετεγγραφή του ακινήτου, ο Επίσημος Παραλήπτης ή ο διαχειριστής για τους σκοπούς εκποίησης και/ή διάθεσης ενυπόθηκου ακινήτου θα μεριμνά να διασφαλίσει τη μεταβίβαση και την εγγραφή του ενυπόθηκου ακινήτου στο όνομα του αγοραστή, ελεύθερο από κάθε μορφής εμπράγματο βάρος, εξασφαλίζοντας για τον σκοπό αυτό την έγγραφη δήλωση/συγκατάθεση του κατόχου εμπραγμάτου βάρους ή απόφαση Δικαστηρίου που να διατάσσει ή να εξουσιοδοτεί την μεταβίβαση του ενυπόθηκου ακινήτου ελεύθερο από κάθε εμπράγματο βάρος ώστε το αρμόδιο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο να προβεί στην σχετική εγγραφή στο Κτηματικό Μητρώο:

Νοείται ότι, στην προαναφερόμενη έγγραφη δήλωση/συγκατάθεση θα αναφέρεται ρητά η υποχρέωση του ενυπόθηκου δανειστή ή του κατόχου του εμπράγματου βάρους, να αποσύρει ή/και να εξαλείψει ή/και να ακυρώσει την υποθήκη ή το εμπράγματο βάρος.

(10) ''Εξασφάλιση'' ή "εξασφαλισμένη περιουσία" για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, σημαίνει οποιοδήποτε εμπράγματο βάρος ή απαγόρευση σύμφωνα με τον περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμο, καθώς και οποιαδήποτε επιβάρυνση, δικαίωμα επίσχεσης ή άλλη εξασφάλιση.