(ΙΙ) ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
Δικαιοδοσία
Δικαιοδοσία εκκαθάρισης

209.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 22 του περί Δικαστηρίων Νόμου, το Επαρχιακό Δικαστήριο της επαρχίας όπου βρίσκεται το εγγεγραμμένο γραφείο εταιρείας έχει δικαιοδοσία εκκαθάρισης οποιασδήποτε εταιρείας εγγεγραμμένης στη Δημοκρατία:

Νοείται ότι για τον καθορισμό του κατά πόσο διαδικασία εμπίπτει στην αρμοδιότητα Ανώτερου Επαρχιακού Δικαστή ή Επαρχιακού Δικαστή, θα λαμβάνεται υπόψη το ποσό του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας που καταβλήθηκε ή πιστώθηκε ότι καταβλήθηκε:

Νοείται περαιτέρω ότι οποιοδήποτε παρεμπίπτον διάταγμα κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εκκαθάρισης, τηρουμένου του περί Δικαστηρίων Νόμου, δύναται να εκδοθεί από Ανώτερο Επαρχιακό Δικαστή ή Επαρχιακό Δικαστή, ανεξάρτητα από το εάν η διαδικασία δε θα ήταν της αρμοδιότητας Ανώτερου Επαρχιακού Δικαστή ή Επαρχιακού Δικαστή, σύμφωνα με τις πρόνοιες του παρόντος εδαφίου.

(2) Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού, η έκφραση “εγγεγραμμένο γραφείο” σημαίνει τον τόπο που ήταν τον περισσότερο καιρό το εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας κατά τους έξι μήνες που προηγήθηκαν αμέσως από την υποβολή της αίτησης για εκκαθάριση.

Παραπομπή διαδικασίας από ένα Δικαστήριο σε άλλο και έκθεση γεγονότων από το Δικαστήριο

210.-(1) Η εκκαθάριση εταιρείας από το Δικαστήριο ή οποιαδήποτε διαδικασία εκκαθάρισης δύναται, σε οποιοδήποτε χρόνο και σε οποιοδήποτε στάδιο, και είτε μετά είτε χωρίς αίτηση από οποιοδήποτε μέρος σε αυτή, να παραπεμφθεί από ένα Δικαστήριο σε άλλο Δικαστήριο ή δύναται να παραμείνει στο Δικαστήριο που άρχισε η διαδικασία αν και δεν είναι το Δικαστήριο στο οποίο έπρεπε να είχε εγερθεί.

(2) Οι εξουσίες παραπομπής που χορηγούνται από τις προηγούμενες διατάξεις του άρθρου αυτού δύνανται, τηρουμένων και σύμφωνα με τους γενικούς κανονισμούς, να ασκηθούν από τον Πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

(3) Αν οποιοδήποτε θέμα εγείρεται σε οποιαδήποτε διαδικασία εκκαθάρισης σε Δικαστήριο που όλα τα μέρη στη διαδικασία, ή ένα από αυτά και το Δικαστήριο, επιθυμούν αρχικά να αποφασιστεί από το Ανώτατο Δικαστήριο, το Δικαστήριο εκθέτει τα γεγονότα με τον τύπο ειδικής υπόθεσης για γνωμάτευση από το Ανώτατο Δικαστήριο, και τότε η ειδική υπόθεση και η διαδικασία, ή οποιαδήποτε από αυτές που δυνατό να απαιτείται, παραπέμπονται στο Ανώτατο Δικαστήριο για τους σκοπούς της απόφασης.

Περιπτώσεις που η Εταιρεία δύναται να εκκαθαριστεί από το Δικαστήριο
Περιπτώσεις που η εταιρεία δύναται να εκκαθαριστεί από το Δικαστήριο

211. Εταιρεία δύναται να εκκαθαριστεί από το Δικαστήριο αν-

(α) η εταιρεία έχει αποφασίσει με ειδικό ψήφισμα όπως η εταιρεία εκκαθαριστεί από το Δικαστήριο·

(β) γίνεται παράλειψη της παράδοσης στον έφορο εταιρειών της θέσμιας έκθεσης ή της σύγκλησης θέσμιας συνέλευσης·

(γ) η εταιρεία δεν αρχίζει τις εργασίες της μέσα σε ένα έτος από τη σύσταση της ή αναστέλλει τις εργασίες της για ένα ολόκληρο έτος·

(δ) ο αριθμός των μελών μειώνεται κάτω από επτά στην περίπτωση δημόσιας εταιρείας. Το Δικαστήριο χορηγεί στην εταιρεία επαρκή κατά την κρίση του προθεσμία για την άρση του λόγου διαλύσεως, και προχωρεί στην διάλυση μόνο αν η εταιρεία είτε δηλώσει εξ αρχής αδυναμία να αυξήσει τον αριθμό των μελών της, είτε δεν δυνηθεί να τον αυξήσει μέσα στην ταχθείσα προθεσμία·

(ε) η εταιρεία είναι ανίκανη να πληρώσει τα χρέη της·

(στ) το Δικαστήριο έχει τη γνώμη ότι είναι δίκαιο και σύμφωνο με το δίκαιο της επιείκειας να διαλυθεί η εταιρεία·

(ζ) η SE αποτυγχάνει να επανορθώσει την κατάσταση σύμφωνα με το άρθρο 64 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2157/2001 του Συμβουλίου της 8ης Οκτωβρίου 2001 περί του καταστατικού της ευρωπαϊκής εταιρείας (SE).

Ορισμός ανικανότητας πληρωμής των χρεών

212. Εταιρεία λογίζεται ότι είναι ανίκανη να πληρώσει τα χρέη της-

(α) αν πιστωτής, με εκχώρηση ή διαφορετικά, που του χρωστεί η εταιρεία ποσό που υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000), επέδωσε στην εταιρεία παραδίνοντας στο εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας απαίτηση η οποία απαιτεί από την εταιρεία να καταβάλει το ποσό που οφείλεται με τον τρόπο αυτό, και η εταιρεία για τις επόμενες τρεις εβδομάδες αμέλησε να καταβάλει το ποσό ή να εξασφαλίσει ή να το διευθετήσει προς εύλογη ικανοποίηση  του πιστωτή· ή

(β) αν εκτέλεση ή άλλη διαδικασία που λήφθηκε με δικαστική απόφαση, εντολή ή διάταγμα οποιουδήποτε Δικαστηρίου προς όφελος πιστωτή της εταιρείας, επιστρέφεται ολικά ή μερικά ανικανοποίητη· ή

(γ) αν αποδειχθεί, προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου ότι η εταιρεία είναι ανίκανη να πληρώσει τα χρέη της κατά το χρόνο που αυτά καθίστανται πληρωτέα και, για απόφαση κατά πόσο εταιρεία είναι ανίκανη να πληρώσει τα χρέη της κατά το χρόνο που αυτά καθίστανται πληρωτέα, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη τις ενδεχόμενες και μελλοντικές υποχρεώσεις της εταιρείας ·ή

(δ) αν αποδειχθεί, προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου, ότι η αξία των στοιχείων του ενεργητικού της εταιρείας είναι μικρότερη από το ποσό των υποχρεώσεών της, λαμβάνοντας υπόψη τις ενδεχόμενες και μελλοντικές υποχρεώσεις της.

Αίτηση Εκκαθάρισης και Συνέπειες της
Διατάξεις αναφορικά με αιτήσεις για εκκαθάριση

213.-(1) Αίτηση στο Δικαστήριο για την εκκαθάριση εταιρείας γίνεται με αίτηση που υποβάλλεται, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου αυτού, από οποιοδήποτε από τα ακόλουθα πρόσωπα:

(α) Την εταιρεία·

(β) πιστωτή ή πιστωτές, περιλαμβανομένων οποιωνδήποτε ενδεχόμενων ή μελλοντικών πιστωτών·

(γ) συνεισφορέα ή συνεισφορείς·

(δ) σύνδικο άλλου κράτους μέλους, όπως αυτός ορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο (β) του άρθρου 2 του Επίσημη Κανονισμού (ΕΚ) 1346/2000 του Συμβουλίου της 29ης Μαϊου περί των διαδικασιών αφερεγγυότητας και ο οποίος διορίζεται εντός του πλαισίου δικαστικών διαδικασιών δυνάμει της παραγράφου (1) του άρθρου 3 του Κανονισμού αυτού, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

(ε) προσωρινό σύνδικο, ο οποίος ορίζεται από δικαστήριο άλλου κράτους μέλους, σύμφωνα με το άρθρο 38 του Κανονισμού (ΕΚ) 1346/2000 του Συμβουλίου της 29ης Μαϊου περί των διαδικασιών αφερεγγυότητας·

(στ) εξεταστή·

(ζ) τον επίσημο παραλήπτη σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 222·

ή από όλα ή οποιαδήποτε από τα πρόσωπα αυτά, μαζί ή ξεχωριστά:

Νοείται ότι-

(α) συνεισφορέας δεν δικαιούται να υποβάλει αίτηση για εκκαθάριση εκτός αν-

(i) ο αριθμός των μελών σε περίπτωση δημόσιας εταιρείας μειώνεται σε λιγότερο από επτά· ή

(ii) οι μετοχές σχετικά με τις οποίες είναι συνεισφορέας, ή μερικές από αυτές, είτε παραχωρήθηκαν αρχικά σε αυτόν ή κατέχονται από αυτόν και είναι εγγεγραμμένες στο όνομα του τουλάχιστο για έξι μήνες κατά τη διάρκεια των δεκαοκτώ  μηνών πριν από την έναρξη της εκκαθάρισης, ή περιήλθαν σε αυτόν λόγω θανάτου προηγούμενου κατόχου· και

(β) αίτηση για εκκαθάριση, αν η βάση για την αίτηση είναι η παράλειψη παράδοσης στον έφορο της θέσμιας έκθεσης ή η συγκρότηση της θέσμιας συνέλευσης, δεν υποβάλλεται από οποιοδήποτε πρόσωπο άλλο από μέτοχο, ούτε πριν από την εκπνοή δεκατεσσάρων ημερών μετά την τελευταία ημέρα που έπρεπε να συγκροτηθεί η συνέλευση· και

(γ) το Δικαστήριο δεν ορίζει ημερομηνία για ακρόαση αίτησης για έγκριση που υποβλήθηκε από ενδεχόμενο ή μελλοντικό πιστωτή μέχρι να δοθεί τέτοια εγγύηση για έξοδα που το Δικαστήριο κρίνει εύλογη και μέχρι να αποδειχτεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση για εκκαθάριση προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου· και

(δ) σε περίπτωση που εμπίπτει στο εδάφιο (3) του άρθρου 163, αίτηση για εκκαθάριση δύναται να υποβληθεί από το Γενικό Εισαγγελέα.

(2) Όταν εταιρεία εκκαθαρίζεται εκούσια ή με επιτήρηση του Δικαστηρίου, αίτηση για εκκαθάριση δύναται να υποβληθεί από τον επίσημο παραλήπτη που είναι διαπιστευμένος στο Δικαστήριο όπως επίσης από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο εξουσιοδοτημένο για αυτό με βάση τις διατάξεις του άρθρου αυτού, αλλά το Δικαστήριο δεν εκδίδει διάταγμα εκκαθάρισης στην αίτηση εκτός αν ικανοποιηθεί ότι η εκούσια εκκαθάριση με επιτήρηση δεν δύναται να συνεχιστεί με την κατάλληλη προσοχή στα συμφέροντα των πιστωτών ή συνεισφορέων.

(3) Ο αιτητής, με την υποβολή της αίτησης για εκκαθάριση καταβάλλει στον επίσημο παραλήπτη τέλος, το οποίο καθορίζεται με Κανονισμούς οι οποίοι εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 333, για την κάλυψη των εξόδων που θα προκύψουν για την εκτέλεση του διατάγματος εκκαθάρισης, και το οποίο κατατίθεται στο Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας και οποιαδήποτε έξοδα γίνονται εκ μέρους του επίσημου παραλήπτη για την εκτέλεση του διατάγματος εκκαθάρισης αφαιρούνται από το Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας:

Νοείται ότι, ο πρωτοκολλητής του Δικαστηρίου δεν αποδέχεται την καταχώριση αίτησης για εκκαθάριση, εκτός εάν συνοδεύεται από την απόδειξη καταβολής του προβλεπόμενου στους πιο πάνω Κανονισμούς τέλους στον επίσημο παραλήπτη:

Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση κατά την οποία η αίτηση απορρίπτεται από το Δικαστήριο ή αποσύρεται από τον αιτητή, επιστρέφεται στον αιτητή ποσοστό του τέλους που καταβλήθηκε, το ύψος του οποίου καθορίζεται με Κανονισμούς οι οποίοι εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 333.

Εξουσίες Δικαστηρίου κατά την ακρόαση αίτησης

214.-(1) Κατά την ακρόαση αίτησης για εκκαθάριση, το Δικαστήριο δύναται να την απορρίψει, ή να αναβάλει την ακρόαση με όρους ή χωρίς όρους, ή να εκδώσει ενδιάμεσο διάταγμα, ή οποιοδήποτε άλλο διάταγμα θεωρήσει πρέπον, αλλά το Δικαστήριο δεν δύναται να αρνηθεί να εκδώσει διάταγμα εκκαθάρισης μόνο επειδή τα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας έχουν επιβαρυνθεί ή υποθηκευθεί για ποσό ίσο με ή που υπερβαίνει τα περιουσιακά εκείνα στοιχεία ή ότι η εταιρεία δεν έχει περιουσιακά στοιχεία.

(2) Όταν η αίτηση υποβάλλεται από μέλη της εταιρείας ως συνεισφορέων επειδή είναι δίκαιο και σύμφωνα με το δίκαιο της επιείκειας η εταιρεία να εκκαθαριστεί, το Δικαστήριο, αν έχει τη γνώμη-

(α) ότι οι αιτητές δικαιούνται σε θεραπεία είτε με την εκκαθάριση της εταιρείας ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο· και

(β) ότι στην απουσία οποιασδήποτε άλλης θεραπείας θα ήταν δίκαιο και σύμφωνα με το δίκαιο της επιείκειας η εταιρεία να εκκαθαριστεί,

εκδίδει διάταγμα για εκκαθάριση, εκτός αν έχει επίσης τη γνώμη συγχρόνως ότι υπάρχει άλλη θεραπεία για τους αιτητές και ότι αυτοί ενεργούν αδικαιολόγητα με το να ζητούν τη διάλυση της εταιρείας αντί την αναζήτηση της άλλης θεραπείας.

(3) Όταν η αίτηση υποβάλλεται για την παράλειψη παράδοσης στον έφορο της θέσμιας έκθεσης ή συγκρότησης της θέσμιας καταστατικής συνέλευσης, το Δικαστήριο δύναται-

(α) αντί της έκδοσης διατάγματος για εκκαθάριση να διατάξει να παραδοθεί η θέσμια έκθεση ή συγκροτηθεί συνέλευση· και

(β) να διατάξει να καταβληθούν τα έξοδα από οποιαδήποτε πρόσωπα που, κατά τη γνώμη του Δικαστηρίου, ευθύνονται για την παράλειψη.

Εξουσία αναστολής ή περιορισμού διαδικασίας εναντίον εταιρείας

215. Οποτεδήποτε μετά την υποβολή αίτησης για εκκαθάριση, και πριν από την έκδοση του διατάγματος εκκαθάρισης, η εταιρεία ή οποιοσδήποτε πιστωτής ή συνεισφορέας δύναται-

(α) όταν οποιαδήποτε αγωγή ή διαδικασία εναντίον της εταιρείας εκκρεμεί σε οποιοδήποτε Επαρχιακό Δικαστήριο ή στο Ανώτατο Δικαστήριο, να κάνει αίτηση στο Δικαστήριο στο οποίο εκκρεμεί η αγωγή ή διαδικασία για αναστολή διαδικασίας σε αυτή· και

(β) όταν οποιαδήποτε άλλη αγωγή ή διαδικασία εναντίον της εταιρείας εκκρεμεί, να κάνει αίτηση στο Δικαστήριο που έχει δικαιοδοσία εκκαθάρισης της εταιρείας για παρεμπόδιση της λήψης περαιτέρω επιπρόσθετης διαδικασίας στην αγωγή ή διαδικασία,

και το Δικαστήριο στο οποίο υποβάλλεται αίτηση δύναται, ανάλογα με την περίπτωση, να αναστείλει ή περιορίσει τη διαδικασία με τέτοιους όρους που ήθελε θεωρήσει σωστό.

Ακύρωση διάθεσης ιδιοκτησίας, κλπ., μετά την έναρξη διαδικασίας εκκαθάρισης

216. Κατά την εκκαθάριση εταιρείας από το Δικαστήριο οποιαδήποτε διάθεση της ιδιοκτησίας της εταιρείας, περιλαμβανομένων και αγωγίμων δικαιωμάτων, και οποιαδήποτε μεταβίβαση μετοχών, ή αλλαγή της υπόστασης των μελών της εταιρείας, που γίνεται μετά την έναρξη της εκκαθάρισης είναι άκυρη, εκτός αν το Δικαστήριο διατάξει διαφορετικά.

Ακύρωση κατασχέσεων στα χέρια τρίτου, κλπ. σε περίπτωση εκκαθάρισης

217. Όταν εταιρεία εκκαθαρίζεται από το Δικαστήριο, οποιαδήποτε κατάσχεση στα χέρια τρίτου, μεσεγγύηση, κατάσχεση ή εκτέλεση που αρχίζει εναντίον της περιουσίας ή αντικειμένων της εταιρείας μετά την έναρξη της εκκαθάρισης είναι εξολοκλήρου άκυρη.

Έναρξη Εκκαθάρισης
Έναρξη εκκαθάρισης από το Δικαστήριο

218.-(1) Όταν, πριν από την υποβολή αίτησης για την εκκαθάριση εταιρείας από το Δικαστήριο, εγκρίθηκε από την εταιρεία ψήφισμα για εκούσια εκκαθάριση, η εκκαθάριση της εταιρείας λογίζεται ότι αρχίζει το χρόνο έγκρισης του ψηφίσματος, και εκτός αν το Δικαστήριο, με την απόδειξη δόλου ή πλάνης, θεωρήσει σκόπιμο να διατάξει διαφορετικά, όλα τα μέτρα που λήφθηκαν στην εκούσια εκκαθάριση λογίζονται ότι λήφθηκαν έγκυρα.

(2) Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση, η εκκαθάριση εταιρείας από το Δικαστήριο λογίζεται ότι αρχίζει από το χρόνο της υποβολής της αίτησης για εκκαθάριση.

Συνέπειες Διατάγματος Εκκαθάρισης
Παράδοση αντιγράφου διατάγματος στον έφορο εταιρειών

219.-(1) Κατά την έκδοση διατάγ΅ατος εκκαθάρισης, αντίγραφο του διατάγ΅ατος παραδίδεται α΅έσως και εν πάση περιπτώσει όχι αργότερα από τρεις (3) εργάσιμες ημέρες από την έκδοσή του, από την εταιρεία ή όπως διαφορετικά δυνατό να καθοριστεί, στον έφορο εταιρειών ο οποίος προβαίνει στην εγγραφή του και στη δημοσίευσή του στην επίσημη ιστοσελίδα του Τμήματος Εφόρου Εταιρειών και Επίσημου Παραλήπτη.

(2) Ο αιτητής, σε περίπτωση που είναι άλλο πρόσωπο από τον επίσημο παραλήπτη, οφείλει όπως παραδώσει αντίγραφο της αίτησης και του διατάγματος εκκαθάρισης, στον επίσημο παραλήπτη και, όπου εφαρμόζεται, στον έφορο εταιρειών, στον Διευθυντή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, στον Διευθυντή του Τμήματος Εμπορικής Ναυτιλίας, στον Γενικό Διευθυντή του Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου και στον Διευθυντή του Τμήματος Οδικών Μεταφορών.

(3) Ο επίσημος παραλήπτης τηρεί σε ηλεκτρονική μορφή Αρχείο Εκκαθαρίσεων Εταιρειών, στο οποίο καταχωρίζονται όλα τα εκδιδόμενα διατάγματα εκκαθάρισης και συνεχίζουν να φυλάσσονται όλα τα διατάγματα εκκαθάρισης που εκδόθηκαν, μέχρι την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι, ο επίσημος παραλήπτης αναρτά στην επίσημη ιστοσελίδα του το Αρχείο Εκκαθαρίσεων Εταιρειών.

(4) Ο επίσημος παραλήπτης δύναται να παραχωρεί σε οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο το ηλεκτρονικό Αρχείο Εκκαθαρίσεων Εταιρειών, είτε εξ ολοκλήρου είτε μέρος αυτού.

(5) Ο επίσημος παραλήπτης δέχεται την ηλεκτρονική καταχώριση στο Αρχείο Εκκαθαρίσεων Εταιρειών που προβλέπεται στο εδάφιο (3), οποιουδήποτε εγγράφου, το οποίο κατατίθεται στο γραφείο του μέσα στα πλαίσια της διαδικασίας εκκαθάρισης, δυνάμει του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι, ο επίσημος παραλήπτης δεν αποδέχεται την ηλεκτρονική καταχώριση οποιουδήποτε εγγράφου, εάν αυτό δεν εμπίπτει στην κατηγορία ή στο είδος των εγγράφων τα οποία καθορίζονται με διάταγμα του Υπουργού που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

(6) Ο Διευθυντής του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, μόλις παραλάβει αντίγραφο του διατάγματος εκκαθάρισης εταιρείας, αφού ενημερώσει τον κάτοχο εμπράγματου βάρους ή απαγόρευσης, προβαίνει στη διαγραφή ή απάλειψη οποιουδήποτε εμπράγματου βάρους ή απαγόρευσης που έχει εγγραφεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου, το οποίο εμπράγματο βάρος ή απαγόρευση έχει εγγραφεί εντός της χρονικής περιόδου μεταξύ της εγγραφής της αίτησης εκκαθάρισης στο Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας και της εγγραφής του διατάγματος εκκαθάρισης στο Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας:

Νοείται ότι απαγορεύεται η εγγραφή οποιουδήποτε εμπράγματου βάρους ή απαγόρευσης στο Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας μετά την εγγραφή του διατάγματος εκκαθάρισης στο Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας.

Αγωγές αναστέλλονται με την έκδοση διατάγματος εκκαθάρισης

220. Όταν έχει εκδοθεί διάταγμα εκκαθάρισης ή έχει διοριστεί προσωρινός εκκαθαριστής, καμμιά αγωγή ή διαδικασία συνεχίζεται ή αρχίζει εναντίον της εταιρείας εκτός μετά από άδεια του Δικαστηρίου και με τέτοιους όρους που το Δικαστήριο δυνατό να επιβάλει.

Αποτέλεσμα διατάγματος εκκαθάρισης

221. Διάταγμα εκκαθάρισης εταιρείας ενεργεί σε όφελος όλων των πιστωτών και όλων των συνεισφορέων της εταιρείας ωσάν να εκδιδόταν μετά από κοινή αίτηση πιστωτή και συνεισφορέα.

Επίσημος Παραλήπτης σε Εκκαθάριση
Επίσημος Παραλήπτης και Έφορος είναι επίσημος παραλήπτης για σκοπούς εκκαθάρισης

222.-(1) Για τους σκοπούς του Νόμου αυτού στην έκταση που αναφέρεται στην εκκαθάριση εταιρειών από το Δικαστήριο, ο όρος “επίσημος παραλήπτης” σημαίνει τον Επίσημο Παραλήπτη και Έφορο και περιλαμβάνει οποιοδήποτε πρόσωπο που διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο για το σκοπό αυτό.

(2) Οποιοδήποτε τέτοιο άλλο πρόσωπο καλείται, για τους σκοπούς των καθηκόντων του με βάση το Νόμο αυτό, “ο επίσημος παραλήπτης” και τηρουμένων των οδηγιών του Επίσημου Παραλήπτη και Εφόρου, δύναται να τον αντιπροσωπεύει σε κάθε διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου ή σε οποιοδήποτε διοικητικό ή άλλο θέμα.

Διορισμός επίσημου παραλήπτη από το Δικαστήριο σε ορισμένες περιπτώσεις

223. Για το σκοπό εξασφάλισης της περισσότερο βολικής και οικονομικής διεξαγωγής της εκκαθάρισης, το Δικαστήριο δύναται, με αίτηση του Επίσημου Παραλήπτη και Εφόρου, να διορίσει οποιοδήποτε πρόσωπο να ενεργεί ως επίσημος παραλήπτης κατά τη διάρκεια εκείνης της εκκαθάρισης με βάση τις οδηγίες του Επίσημου Παραλήπτη και Εφόρου.

Δήλωση υποθέσεων της εταιρείας υποβάλλεται στον επίσημο παραλήπτη

224.-(1) Όταν το Δικαστήριο εξέδωσε διάταγμα εκκαθάρισης ή διόρισε προσωρινό εκκαθαριστή, εκτός αν το Δικαστήριο θεωρήσει σκόπιμο να διατάξει διαφορετικά και διατάσσει με τον τρόπο αυτό, καταρτίζεται και υποβάλλεται στον επίσημο παραλήπτη και στον εκκαθαριστή ή προσωρινό εκκαθαριστή, ανάλογα με την περίπτωση, νοουμένου ότι δεν είναι ο επίσημος παραλήπτης, δήλωση στον καθορισμένο τύπο, ως προς τις υποθέσεις της εταιρείας που βεβαιώνεται με ένορκη δήλωση, και περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

(α) Λεπτομέρειες των περιουσιακών στοιχείων, χρεών και υποχρεώσεων της εταιρείας·

(β) τα ονόματα, διαμονή πιστωτών της και επαγγέλματα των·

(γ) τις εξασφαλίσεις που κατέχονται από αυτούς, αντίστοιχα·

(δ) τις ημερομηνίες που οι παραχωρήθηκαν, αντίστοιχα· και

(ε) τέτοιες περαιτέρω ή άλλες πληροφορίες που δυνατό να καθοριστούν ή που ο επίσημος παραλήπτης ή ο εκκαθαριστής ή ο προσωρινός εκκαθαριστής δυνατό να απαιτήσει:

Νοείται ότι, όπου αίτηση στο δικαστήριο για εκκαθάριση έχει καταχωρισθεί από την εταιρεία, η εταιρεία μαζί με την αίτηση υποβάλλει δήλωση υποθέσεων της εταιρείας ως είχαν κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης:

Νοείται περαιτέρω ότι, ο εκκαθαριστής ή ο προσωρινός εκκαθαριστής καταθέτει στο Δικαστήριο την προβλεπόμενη στις διατάξεις του παρόντος εδαφίου δήλωση στον καθορισμένο τύπο και, σε περίπτωση κατά την οποία ο εκκαθαριστής ή προσωρινός εκκαθαριστής είναι πρόσωπο άλλο από τον επίσημο παραλήπτη, αντίγραφο της εν λόγω δήλωσης κοινοποιείται στον επίσημο παραλήπτη.

(2) Η δήλωση υποβάλλεται και βεβαιώνεται από ένα ή περισσότερα από τα πρόσωπα που κατά τη σχετική ημερομηνία είναι σύμβουλοι και από το πρόσωπο που κατά την ημερομηνία εκείνη είναι ο γραμματέας της εταιρείας, ή από τέτοια πρόσωπα που αναφέρονται πιο κάτω στο εδάφιο αυτό όπως ο επίσημος παραλήπτης ή ο εκκαθαριστής ή ο προσωρινός εκκαθαριστής, τηρουμένων των οδηγιών του Δικαστηρίου, δυνατό να απαιτήσει να υποβάλουν και βεβαιώσουν τη δήλωση, δηλαδή πρόσωπα-

(α) που είναι ή υπήρξαν αξιωματούχοι της εταιρείας·

(β) που έλαβαν μέρος στη σύσταση της εταιρείας οποτεδήποτε μέσα σε ένα έτος πριν από τη σχετική ημερομηνία·

(γ) που είναι στην υπηρεσία της εταιρείας ή ήταν στην υπηρεσία της εταιρείας μέσα στο έτος που αναφέρθηκε, και κατά τη γνώμη του επίσημου παραλήπτη ή του εκκαθαριστή ή του προσωρινού εκκαθαριστή, είναι πρόσωπα ικανά να δώσουν τις απαιτούμενες πληροφορίες·

(δ) που είναι ή ήταν μέσα στο αναφερόμενο έτος αξιωματούχοι ή στην υπηρεσία εταιρείας που είναι, ή μέσα στο αναφερόμενο έτος υπήρξε, αξιωματούχος της εταιρείας στην οποία αναφέρεται η δήλωση.

(3) Η δήλωση υποβάλλεται μέσα σε τριάντα ημέρες από τη σχετική ημερομηνία ή μέσα σε τέτοια χρονική παράταση που ο επίσημος παραλήπτης ή ο εκκαθαριστής ή ο προσωρινός εκκαθαριστής ή το Δικαστήριο δυνατό για ειδικούς λόγους, να ορίσει.

(4) Ο επίσημος παραλήπτης ή εκκαθαριστής ή προσωρινός εκκαθαριστής δύναται να αναθέσει σε τρίτα πρόσωπα να βοηθήσουν στην προετοιμασία και κατάρτιση της δήλωσης υποθέσεων και της ένορκης δήλωσης και δύναται να καταβάλει ως αμοιβή για τις υπηρεσίες αυτές από το ενεργητικό της εταιρείας τέτοια έξοδα και δαπάνες, που έχουν προκύψει κατά την προετοιμασία και κατάρτιση της δήλωσης υποθέσεων, όπως αυτός κρίνει εύλογα, τα οποία υπόκεινται σε έφεση στο Δικαστήριο.

(5) Αν οποιοδήποτε πρόσωπο, χωρίς εύλογη αιτία, παραλείπει να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του άρθρου αυτού, θα είναι ένοχο αδικήματος και θα υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα λίρες για κάθε ημέρα στη διάρκεια της οποίας συνεχίζεται η παράλειψη.

(6) Οποιοδήποτε πρόσωπο που δηλώνει εγγράφως ότι είναι πιστωτής ή συνεισφορέας της εταιρείας δικαιούται προσωπικά ή διά του αντιπροσώπου του να επιθεωρήσει σε κάθε εύλογο χρόνο, με την πληρωμή του καθορισμένου δικαιώματος, τη δήλωση που υποβλήθηκε σύμφωνα με το άρθρο αυτό και δικαιούται σε αντίγραφο της ή απόσπασμα της.

(7) Οποιοδήποτε πρόσωπο που δηλώνει ψεύτικα ότι είναι πιστωτής ή συνεισφορέας είναι ένοχος περιφρόνησης του Δικαστηρίου, και με αίτηση του εκκαθαριστή ή του προσωρινού εκκαθαριστή ή του επίσημου παραλήπτη, τιμωρείται ανάλογα.

(8) Στο άρθρο αυτό ο όρος “σχετική ημερομηνία” σημαίνει, στην περίπτωση που διορίζεται προσωρινός εκκαθαριστής, την ημερομηνία διορισμού του, και στην περίπτωση που δεν έγινε τέτοιος διορισμός, την ημερομηνία του διατάγματος εκκαθάρισης.

Έκθεση από επίσημο παραλήπτη

225.-(1) Σε περίπτωση έκδοσης διατάγματος εκκαθάρισης ο επίσημος παραλήπτης, αμέσως μόλις είναι πρακτικά δυνατό αλλά όχι αργότερα από τριάντα ημέρες πριν από τη συνέλευση των πιστωτών, ένα θα λάβει χώρα τέτοια συνέλευση, μετά τη λήψη της δήλωσης που υποβάλλεται με βάση το άρθρο 224, ή, σε περίπτωση που το Δικαστήριο διατάξει να μην υποβληθεί δήλωση, μόλις είναι πρακτικά δυνατό μετά την ημερομηνία του διατάγματος, υποβάλλει έκθεση στο Δικαστήριο και τη δημοσιεύει στην ιστοσελίδα του επίσημου παραλήπτη -

(α) ως προς το ποσό του κεφαλαίου που εκδόθηκε, δηλώθηκε και καταβλήθηκε και της υπολογισμένης αξίας του ενεργητικού και παθητικού· και

(β) ως προς την αιτία της χρεωκοπίας, αν η εταιρεία χρεωκόπησε· και

(γ) αν κατά τη γνώμη του είναι επιθυμητή περαιτέρω έρευνα αναφορικά με οποιοδήποτε θέμα που σχετίζεται με την προαγωγή, σύσταση ή χρεωκοπία της εταιρείας ή με τη διεξαγωγή των εργασιών της.

(2) Ο επίσημος παραλήπτης δύναται επίσης, αν το θεωρήσει πρέπον:

(α) Να διερευνά αν η εταιρεία έχει χρεοκοπήσει, τους λόγους της χρεωκοπίας και γενικά την προαγωγή, τη σύσταση, τις εργασίες, τις συναλλαγές και τις υποθέσεις της εταιρείας, και

(β) να κάνει περαιτέρω έκθεση, ή περαιτέρω εκθέσεις, που αναφέρουν τον τρόπο που συστάθηκε η εταιρεία και αν, κατά τη γνώμη του, διαπράχθηκε οποιαδήποτε απάτη από οποιοδήποτε πρόσωπο κατά την προαγωγή ή τη σύστασή της ή από οποιοδήποτε αξιωματούχο της εταιρείας σχετικά με την εταιρεία από τη σύστασή της, καθώς και οποιαδήποτε άλλα θέματα που κατά τη γνώμη του, είναι επιθυμητό όπως φέρει σε γνώση του Δικαστηρίου.

(2Α) Τηρουμένων των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου οικείου Νόμου, η έκθεση ή οι εκθέσεις του επίσημου παραλήπτη δυνάμει του παρόντος άρθρου, αποτελούν εκ πρώτης όψεως μαρτυρία των γεγονότων που αναφέρονται σε αυτές, σε οποιεσδήποτε διαδικασίες.

(3) Αν ο επίσημος παραλήπτης δηλώσει σε οποιαδήποτε τέτοια μεταγενέστερη έκθεση όπως προαναφέρθηκε ότι κατά τη γνώμη του διαπράχτηκε απάτη, το δικαστήριο αποκτά τις περαιτέρω εξουσίες που προνοούνται από άρθρο 256.

(3Α) Ο επίσημος παραλήπτης δύναται, με την έγκριση του Δικαστηρίου-

(α) κατά οποιοδήποτε χρόνο, να αποδεσμεύει οποιοδήποτε πρόσωπο από υποχρέωση η οποία του επιβλήθηκε σύμφωνα με το εδάφιο (1) ή (2) του άρθρου 224, ή

(β) κατά οποιοδήποτε χρόνο, να παρατείνει την περίοδο που αναφέρεται στο εδάφιο (3) του άρθρου 224:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που ο επίσημος παραλήπτης παραλείπει να ασκήσει τις εξουσίες που του παρέχονται δυνάμει του παρόντος εδαφίου, το Δικαστήριο, κατόπιν αίτησης από οποιοδήποτε πρόσωπο που του επιβλήθηκε υποχρέωση δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 224, αν το θεωρήσει πρέπον, δύναται να ασκήσει το ίδιο την εν λόγω εξουσία.

(4) Σε περίπτωση κατά την οποία ο εκκαθαριστής εταιρείας είναι πρόσωπο άλλο από τον επίσημο παραλήπτη, οι διατάξεις των εδαφίων (2), (2Α), (3) και (3Α) τυγχάνουν εφαρμογής ως εάν να αναφέρονταν στον εκκαθαριστή, αντί στον επίσημο παραλήπτη:

Νοείται ότι, σε περίπτωση κατά την οποία ο εκκαθαριστής είναι πρόσωπο άλλο από τον επίσημο παραλήπτη και ασκεί τις εξουσίες του δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (2), (2Α), (3) ή/και (3Α), αυτός ενημερώνει σχετικά τον επίσημο παραλήπτη:

Νοείται περαιτέρω ότι, όλα τα έξοδα σχετικά με την άσκηση των εξουσιών του επίσημου παραλήπτη ή του εκκαθαριστή δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου θα λογίζονται ως έξοδα της εκκαθάρισης.

Εκκαθαριστές
Εξουσία Δικαστηρίου να διορίζει εκκαθαριστές

226. Για το σκοπό διεξαγωγής της διαδικασίας εκκαθάρισης εταιρείας και εκτέλεσης τέτοιων καθηκόντων αναφορικά με αυτή που το Δικαστήριο δυνατό να επιβάλει, το Δικαστήριο δύναται, χωρίς να επηρεάζονται οι διατάξεις του άρθρου 228, να διορίζει εκκαθαριστή ή εκκαθαριστές.

Διορισμός και εξουσίες προσωρινού εκκαθαριστή

227.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου αυτού, το Δικαστήριο δύναται να διορίσει ως προσωρινό εκκαθαριστή σύμβουλο αφερεγγυότητας αδειοδοτημένο δυνάμει του περί Συμβούλων Αφερεγγυότητας Νόμου οποτεδήποτε μετά την υποβολή αίτησης για εκκαθάριση στο Δικαστήριο για προστασία του ενεργητικού και διατήρησης του καθεστώτος της εταιρείας.

(2) Ο διορισμός προσωρινού εκκαθαριστή δύναται να γίνει οποτεδήποτε πριν από την έκδοση διατάγματος εκκαθάρισης, και είτε ο επίσημος παραλήπτης είτε οποιοδήποτε άλλο κατάλληλο πρόσωπο δύναται να διοριστεί.

(2Α) Ο προσωρινός εκκαθαριστής ασκεί τις αρμοδιότητες τις οποίες το Δικαστήριο δυνατό να του αναθέσει.

(3) Όταν εκκαθαριστής διορίζεται προσωρινά από το Δικαστήριο, το Δικαστήριο δύναται να περιορίσει τις εξουσίες του με το διάταγμα που τον διορίζει.

Διορισμός, τίτλος, κλπ. εκκαθαριστών

228. Ανεξαρτήτως και χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 228Α, οι ακόλουθες διατάξεις σχετικά με εκκαθαριστές ισχύουν όταν εκδίδεται διάταγμα εκκαθάρισης-

(α) Ο επίσημος παραλήπτης καθίσταται λόγω του αξιώματός του εκκαθαριστής, εκτός εάν κατόπιν προγενέστερης του διατάγματος εκκαθάρισης αιτήσεως οποιουδήποτε καθοριζόμενου στο εδάφιο (1) του άρθρου 213 προσώπου προς το Δικαστήριο διοριστεί άλλο πρόσωπο ως εκκαθαριστής και είναι σε θέση να ενεργεί ως τέτοιος:

Νοείται ότι, αίτημα για διορισμό προσώπου άλλου από τον επίσημο παραλήπτη ως εκκαθαριστή δύναται να υποβληθεί είτε εξαρχής στο πλαίσιο της αίτησης εκκαθάρισης της εταιρείας είτε με αίτηση μεταγενέστερη της αίτησης εκκαθάρισης·

(α1) για σκοπούς διορισμού προσώπου άλλου από τον επίσημο παραλήπτη ως εκκαθαριστή σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α), το Δικαστήριο δύναται να λαμβάνει υπόψη τυχόν επιθυμίες ή θέσεις με την ακόλουθη σειρά προτεραιότητας:

(i) Tων πιστωτών και της πλειοψηφίας σε αξία αυτών·

(ii) του αιτητή·

(iii) της εταιρείας· και

(iv) των συνεισφορέων της εταιρείας,

οι οποίες τίθενται ενώπιόν του, χωρίς να απαιτείται σύγκληση συνελεύσεων πιστωτών ή συνεισφορέων ή πρόσκληση για υποβολή τέτοιων επιθυμιών ή θέσεων·

(α2)(i) σε περίπτωση κατά την οποία διοριστεί ως εκκαθαριστής πρόσωπο άλλο από τον επίσημο παραλήπτη δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (α) και υποβληθεί από προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) του άρθρου 213 πρόσωπο σχετικό αίτημα στον εκκαθαριστή για σύγκληση συνέλευσης πιστωτών, ο εκκαθαριστής, εντός εξήντα (60) ημερών από την υποβολή του αιτήματος, συγκαλεί και προεδρεύει ξεχωριστών συνελεύσεων των πιστωτών και των συνεισφορέων της υπό εκκαθάριση εταιρείας για τον σκοπό επιλογής νέου εκκαθαριστή της εταιρείας στη θέση αυτού που διορίστηκε δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (α)·

(ii) χωρίς επηρεασμό οποιασδήποτε άλλης διάταξης του παρόντος Νόμου, αίτημα για σύγκληση συνελεύσεων δυνάμει των διατάξεων της παρούσας παραγράφου δύναται να υποβληθεί εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση του διορισμού του εκκαθαριστή στον έφορο εταιρειών:

Νοείται ότι, ο εκκαθαριστής δεν έχει υποχρέωση σύγκλησης των συνελεύσεων, εκτός εάν έχει υπό τον έλεγχό του χρήματα της εταιρείας ικανοποιητικά για κάλυψη των σχετικών με τη σύγκληση και διεξαγωγή των συνελεύσεων εξόδων ή ο αιτητής της σύγκλησης της συνέλευσης πιστωτών τού παραχωρήσει το ποσό αυτό, σε περίπτωση που δεν έχει τέτοιο ποσό χρημάτων υπό τον έλεγχό του·

(β) κατά οποιοδήποτε χρόνο κατά τον οποίο ο επίσημος παραλήπτης είναι ο εκκαθαριστής της εταιρείας δύναται, εντός εξήντα ημερών από την επίδοση του διατάγματος του Δικαστηρίου που τον διορίζει εκκαθαριστή, να συγκαλεί και προεδρεύει ξεχωριστών συνελεύσεων των πιστωτών και συνεισφορέων της εταιρείας για τον σκοπό επιλογής προσώπου το οποίο θα είναι ο εκκαθαριστής της εταιρείας στη θέση του επίσημου παραλήπτη·

(γ) ο επίσημος παραλήπτης υποχρεούται-

(i) να αποφασίσει κατά πόσο θα ασκήσει την σύμφωνα με την παράγραφο (β) εξουσία του για σύγκληση συνελεύσεων, το αργότερο εντός περιόδου σαράντα ημερών από την ημέρα κατά την οποία γίνεται η επίδοση του διατάγματος που τον διορίζει, και

(ii) να κοινοποιήσει την απόφασή του στο Δικαστήριο και στους πιστωτές και συνεισφορείς της εταιρείας πριν από τη λήξη της περιόδου που καθορίζεται στην υποπαράγραφο (i), σε περίπτωση που αποφασίσει να μην ασκήσει την εξουσία του, σύμφωνα με την υποπαράγραφο (ί), και

(iii) είτε έχει αποφασίσει είτε όχι να ασκήσει την εξουσία του για σύγκληση συνελεύσεων, σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, αν αυτό του ζητηθεί κατά οποιοδήποτε χρόνο από το ένα δέκατο, σε αξία, των πιστωτών της εταιρείας, να συγκαλεί αμέσως ξεχωριστές συνελεύσεις των πιστωτών και συνεισφορέων της εταιρείας,

και, αναλόγως, όπου το καθήκον, που επιβάλλεται από την υποπαράγραφο (iii), προκύπτει προτού ο επίσημος παραλήπτης εκτελέσει το καθήκον που επιβάλλεται από τις υποπαραγράφους (ί) ή (ii), δεν υποχρεούται να εκτελέσει το δυνάμει των υποπαραγράφων (i) ή (ii) καθήκον.

(γγ) Η κοινοποίηση δυνάμει των διατάξεων της υποπαραγράφου (ίί) της παραγράφου (γ) στους πιστωτές της εταιρείας περιλαμβάνει επεξήγηση της εξουσίας που παρέχεται στους πιστωτές σύμφωνα με την υποπαράγραφο (iii) της παραγράφου (γ) να ζητήσουν από τον επίσημο παραλήπτη να συγκαλέσει συνελεύσεις των πιστωτών και συνεισφορέων της εταιρείας·

(γ1) σε περίπτωση κατά την οποία ο επίσημος παραλήπτης παραλείψει να ασκήσει τις εξουσίες ή να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στις παραγράφους (β) ή (γ), το Δικαστήριο δύναται, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται από προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) του άρθρου 213 πρόσωπο, να διατάξει τον επίσημο παραλήπτη ή να εξουσιοδοτήσει οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο να συγκαλέσει και να προεδρεύσει ξεχωριστών συνελεύσεων των πιστωτών και των συνεισφορέων της υπό εκκαθάριση εταιρείας για τον σκοπό επιλογής εκκαθαριστή της εταιρείας στη θέση του επίσημου παραλήπτη·

(δ) σε περίπτωση κατά την οποία δεν διορίζεται εκκαθαριστής από τους πιστωτές ή συνεισφορείς, ο επίσημος παραλήπτης ή το πρόσωπο που διορίστηκε ως εκκαθαριστής δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου είναι ο εκκαθαριστής·

(ε) ο επίσημος παραλήπτης είναι λόγω αξιώματος ο εκκαθαριστής σε περίπτωση που η θέση αυτή είναι κενή·

(στ) ο εκκαθαριστής περιγράφεται, όταν πρόσωπο άλλο από τον επίσημο παραλήπτη είναι εκκαθαριστής, με τον τίτλο “ο εκκαθαριστής”, και όταν ο επίσημος παραλήπτης είναι ο εκκαθαριστής, με τον τίτλο “ο επίσημος παραλήπτης και εκκαθαριστής”, της συγκεκριμένης εταιρείας σχετικά με την οποία διορίστηκε και όχι με το όνομα του.

Επιλογή εκκαθαριστή στις συνελεύσεις των πιστωτών και συνεισφορέων

228Α.-(1) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται σε περίπτωση κατά την οποία η εταιρεία εκκαθαρίζεται και συγκαλούνται ξεχωριστές συνελεύσεις των πιστωτών και των συνεισφορέων αυτής για τον σκοπό λήψης απόφασης για υποβολή αίτησης στο Δικαστήριο για διορισμό προσώπου, άλλου από τον επίσημο παραλήπτη, ως εκκαθαριστή.

(2) Οι πιστωτές και οι συνεισφορείς στις αντίστοιχες συνελεύσεις τους, δύνανται να υποδείξουν ένα πρόσωπο ως εκκαθαριστή.

(3) Ο εκκαθαριστής θα είναι το πρόσωπο που υποδεικνύεται από τους πιστωτές ή, όπου δεν έχει υποδειχθεί τέτοιο πρόσωπο από τους πιστωτές, το πρόσωπο που υποδεικνύεται από τους συνεισφορείς, εάν οι συνεισφορείς υποδείξουν τέτοιο πρόσωπο.

(4) Στην περίπτωση που υποδεικνύονται διαφορετικά πρόσωπα, οποιοσδήποτε συνεισφορέας ή πιστωτής δύναται, εντός επτά (7) ημερών μετά από την ημερομηνία κατά την οποία υποδείχθηκε πρόσωπο από τους πιστωτές, να αιτηθεί στο Δικαστήριο για 
διάταγμα-

(α) το οποίο να διορίζει το πρόσωπο που υπoδείχθηκε από τους συνεισφορείς ως εκκαθαριστή αντί, ή, μαζί με το πρόσωπο που υποδείχθηκε από τους πιστωτές, ή

(β) το οποίο να διορίζει άλλο πρόσωπο ως εκκαθαριστή, εκτός από το πρόσωπο που υποδεικνύεται από τους πιστωτές.

(5) Ψήφισμα εγκρίνεται σε συνέλευση των πιστωτών ή των συνεισφορέων όταν η πλειοψηφία, σε αξία, των παρόντων και ψηφιζόντων, προσωπικά ή μέσω αντιπροσώπου, έχουν ψηφίσει υπέρ του ψηφίσματος.

(6) Για τους σκοπούς του εδαφίου (5), η αξία των συνεισφορέων καθορίζεται από τον αριθμό των ψήφων που παρέχεται σε κάθε συνεισφορέα από το καταστατικό της εταιρείας.

Δημοσιοποίηση διορισμού εκκαθαριστή

228Β. Ευθύς αμέσως μετά τη συμπλήρωση των διαδικασιών διορισμού εκκαθαριστή δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 228 και 228Α, ο επίσημος παραλήπτης προβαίνει στη δημοσιοποίηση του διορισμού του εκκαθαριστή με ανάρτηση στην επίσημη ιστοσελίδα του.

Διατάξεις όταν διορίζεται εκκαθαριστής πρόσωπο άλλο από τον επίσημο παραλήπτη

229. Όταν, κατά την εκκαθάριση εταιρείας από το Δικαστήριο, διορίζεται, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 228 ή του άρθρου 228Α, εκκαθαριστής πρόσωπο άλλο από τον επίσημο παραλήπτη, το πρόσωπο εκείνο-

(α) δεν δύναται να ενεργεί ως εκκαθαριστής μέχρι να παραδώσει για εγγραφή στον έφορο εταιρειών ειδοποίηση για το διορισμό του και να παραχωρήσει ασφάλεια στον καθορισμένο τύπο προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου·

(β) παρέχει στον επίσημο παραλήπτη τέτοιες πληροφορίες και επιτρέπει και παρέχει τέτοιες διευκολύνσεις για την επιθεώρηση των βιβλίων και εγγράφων της εταιρείας και γενικά τέτοια βοήθεια που δυνατό να απαιτηθεί για να γίνει δυνατή η εκτέλεση των καθηκόντων από τον αξιωματούχο εκείνο σύμφωνα με το Νόμο αυτό.

Γενικές διατάξεις ως προς εκκαθαριστές

230.-(1) Εκκαθαριστής που διορίστηκε από τους πιστωτές δύναται να παραιτηθεί ή όταν δειχθεί αιτία, να παυθεί από το Δικαστήριο ή τους πιστωτές.

(2)(α) Όταν πρόσωπο άλλο από τον επίσημο παραλήπτη διορίζεται εκκαθαριστής, το πρόσωπο αυτό παίρνει τέτοιο μισθό ή αμοιβή με μορφή ποσοστών υπολογιζόμενου βάσει της αξίας του ενεργητικού που εξασφαλίζεται ή διανέμεται ή του ενός ή του άλλου σε συνδυασμό ή διαφορετικά, όπως το Δικαστήριο διατάξει ή ως οι πιστωτές ήθελαν καθορίσει ανάλογα με το χρόνο που διέθεσε ο εκκαθαριστής αναφορικά με θέματα που αφορούν την εκκαθάριση και, αν διοριστούν περισσότεροι από ένα πρόσωπο ως εκκαθαριστές, η αμοιβή τους κατανέμεται μεταξύ τους, σε τέτοια αναλογία που το Δικαστήριο διατάσσει ή οι πιστωτές αποφασίζουν.

(β) Εναπόκειται στους πιστωτές ή στην επιτροπή επιθεώρησης, αν υπάρχει, να καθορίσουν κατά πόσο η αμοιβή ήθελε ορισθεί ως ανωτέρω και να καθορίσει το ποσοστό που θα χρησιμοποιηθεί κατά τα ανωτέρω.

(γ) Για το σκοπό καθορισμού της αμοιβής, οι πιστωτές ή η επιτροπή επιθεώρησης λαμβάνουν υπόψη τα ακόλουθα:

(i) Την πολυπλοκότητα της υπόθεσης·

(ii) οτιδήποτε το οποίο σχετίζεται με την εκκαθάριση και επιβαρύνει τον εκκαθαριστή με οποιαδήποτε ευθύνη ιδιάζουσας φύσης ή βαθμού·

(iii) την αποτελεσματικότητα με την οποία ο εκκαθαριστής ασκεί ή άσκησε τα καθήκοντά του·

(ίν) την αξία και φύση του ενεργητικού με το οποίο ασχολήθηκε ο εκκαθαριστής.

(δ) Όπου η αμοιβή του εκκαθαριστή δεν καθορίζεται κατά τα ανωτέρω, αυτή θα συνάδει με την κλίμακα αμοιβής του επίσημου παραλήπτη.

(3) Κενή θέση εκκαθαριστή που διορίστηκε από το Δικαστήριο ή τους πιστωτές πληρούται από το Δικαστήριο.

(4) Αν πλέον από ένας εκκαθαριστής διοριστεί από το Δικαστήριο, το Δικαστήριο δηλώνει κατά πόσο οποιαδήποτε πράξη που απαιτείται ή προβλέπεται από το Νόμο αυτό να γίνει από τον εκκαθαριστή, πρέπει να γίνεται από όλους ή από ένα ή περισσότερα από τα πρόσωπα που διορίζονται.

(5) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 314, οι πράξεις του εκκαθαριστή είναι έγκυρες ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε παραλείψεις στο διορισμό ή τα προσόντα του που δυνατό να ανακαλυφθούν αργότερα.

Φύλαξη περιουσίας της εταιρείας

231. Όταν εκδόθηκε διάταγμα εκκαθάρισης ή όταν διορίστηκε προσωρινός εκκαθαριστής, ο εκκαθαριστής ή ο προσωρινός εκκαθαριστής, ανάλογα με την περίπτωση, λαμβάνει στον έλεγχο του ή στη φύλαξη του όλη την ιδιοκτησία και αγώγιμα δικαιώματα που η εταιρεία δικαιούται ή φαίνεται ότι δικαιούται.

Διάθεση ιδιοκτησίας στον εκκαθαριστή

232.-(1) Όταν εταιρεία εκκαθαρίζεται από το Δικαστήριο, το Δικαστήριο δύναται, μετά από αίτηση του εκκαθαριστή, να διατάξει με διάταγμα όπως, ολόκληρη ή οποιοδήποτε μέρος κάθε είδους ιδιοκτησίας που ανήκει στην εταιρεία ή κατέχεται από εμπιστευματοδόχους για λογαριασμό της, περιέλθει στον εκκαθαριστή με την επίσημη του ιδιότητα, και τότε η ιδιοκτησία στην οποία αναφέρεται το διάταγμα περιέρχεται ακολούθως σε αυτόν.

(2) Ο εκκαθαριστής δύναται, μετά την παραχώρηση τέτοιας ασφάλειας όπως το Δικαστήριο δυνατό να διατάξει, να εγείρει ή υπερασπίσει με την επίσημη του ιδιότητα οποιαδήποτε αγωγή ή άλλη νομική διαδικασία που σχετίζεται με την ιδιοκτησία αυτή ή η έγερση ή, υπεράσπιση της οποίας είναι αναγκαία με σκοπό την αποτελεσματική εκκαθάριση της εταιρείας και την ανάκτηση της ιδιοκτησίας της.

Γενικές εξουσίες και αρμοδιότητες εκκαθαριστή

233.-(1) Κατά την εκκαθάριση εταιρείας από το Δικαστήριο, ο εκκαθαριστής έχει εξουσία, μετά από έγκριση είτε του Δικαστηρίου ή της επιτροπής επιθεώρησης-

(α) να εγείρει ή υπερασπίσει οποιαδήποτε αγωγή ή άλλη νομική διαδικασία στο όνομα και εκ μέρους της εταιρείας·

(β) να συνεχίσει τις εργασίες της εταιρείας στην έκταση που αυτό είναι αναγκαίο για την επωφελή εκκαθάριση της·

(γ) να διορίζει δικηγόρο για να τον βοηθήσει στην εκτέλεση των καθηκόντων του·

(δ) να πληρώνει στο ακέραιο οποιαδήποτε τάξη πιστωτών·

(δδ) να λαμβάνει οποιαδήποτε απαιτούμενα χρήματα με ασφάλεια το ενεργητικό της εταιρείας·

(ε) να κάνει οποιοδήποτε συμβιβασμό ή διευθέτηση με τους πιστωτές ή πρόσωπα που ισχυρίζονται ότι είναι πιστωτές, ή που έχουν ή που ισχυρίζονται ότι έχουν οποιαδήποτε απαίτηση, παρούσα ή μελλοντική, βέβαιη ή ενδεχόμενη, εξακριβωμένη ή εκφρασμένη μόνο με αποζημιώσεις, εναντίον της εταιρείας, ή σύμφωνα  με τις οποίες η εταιρεία δυνατό να καταστεί υπεύθυνη·

(στ) να συμβιβάζει όλες τις κλήσεις και τις υποχρεώσεις σε κλήσεις, χρέη και υποχρεώσεις που δυνατό να καταλήξουν σε χρέη, και όλες τις απαιτήσεις, παρούσες ή μελλοντικές, βέβαιες ή ενδεχόμενες, εξακριβωμένες ή εκφρασμένες μόνο σε αποζημιώσεις, υπάρχουσες ή υποτιθέμενες ότι υπάρχουν μεταξύ της εταιρείας και συνεισφορέα ή φερόμενου συνεισφορέα ή άλλου χρεώστη ή προσώπου που ενδεχομένως έχει υποχρέωση προς την εταιρεία, και οποιαδήποτε θέματα με οποιοδήποτε τρόπο που σχετίζονται με ή επηρεάζουν τα περιουσιακά στοιχεία ή την εκκαθάριση της εταιρείας, με τέτοιους όρους που δυνατό να συμφωνηθεί, και αποδεχτεί οποιαδήποτε ασφάλεια για την εξόφληση οποιασδήποτε τέτοιας κλήσης, χρέους, υποχρέωσης ή απαίτησης και να δίδει εξολοκλήρου εξόφληση σχετικά με αυτά.

(1Α) Οι αρμοδιότητες του εκκαθαριστή εταιρείας η οποία εκκαθαρίζεται από το Δικαστήριο είναι να εξασφαλίσει ότι τα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας λαμβάνονται, ρευστοποιούνται και διανέμονται στους πιστωτές της εταιρείας και, αν υπάρχει υπόλοιπο, στα πρόσωπα που το δικαιούνται.

(2) Ο εκκαθαριστής σε εκκαθάριση από το Δικαστήριο, έχει εξουσία να-

(α) πωλεί την ακίνητη και προσωπική ιδιοκτησία και τα αγώγιμα δικαιώματα της εταιρείας με δημόσιο πλειστηριασμό ή ιδιωτική σύμβαση, με εξουσία να τη μεταβιβάσει εξολοκλήρου σε οποιοδήποτε πρόσωπο ή εταιρεία ή να την πωλήσει σε τεμάχια·

(β) κάνει όλες τις πράξεις και υπογράφει στο όνομα και για λογαριασμό της εταιρείας, όλα τα συμβόλαια, αποδείξεις και άλλα έγγραφα και για το σκοπό αυτό να χρησιμοποιεί, όταν αυτό είναι αναγκαίο, τη σφραγίδα της εταιρείας·

(γ) επαληθεύει, κατατάσσεται, και αξιώνει στην πτώχευση, αφερεγγυότητα ή κατάσχεση οποιουδήποτε συνεισφορέα για οποιοδήποτε υπόλοιπο εναντίον της περιουσίας του, και λαμβάνει μερίσματα αναφορικά με εκείνο το υπόλοιπο στην πτώχευση, αφερεγγυότητα ή κατάσχεση, ως ξεχωριστό χρέος που οφείλεται από τον πτωχεύσαντα ή τον αφερέγγυο, και κατά ποσοστό με τους άλλους πιστωτές ξεχωριστά·

(δ) εκδίδει, αποδέχεται, καταρτίζει και οπισθογραφεί οποιαδήποτε συναλλαγματική ή γραμμάτιο σε διαταγή στο όνομα και εκ μέρους της εταιρείας, με το ίδιο αποτέλεσμα  σχετικά με την ευθύνη της εταιρείας, ωσάν η συναλλαγματική ή το γραμμάτιο σε διαταγή, εκδόθηκε, έγινε αποδεκτό, καταρτίστηκε ή οπισθογραφήθηκε από και για λογαριασμό της εταιρείας στην πορεία των εργασιών της·

(ε) λαμβάνει οποιαδήποτε απαιτούμενα χρήματα με ασφάλεια το ενεργητικό της εταιρείας·

(στ) λαμβάνει με την επίσημη του ιδιότητα έγγραφα διαχείρισης για οποιοδήποτε αποβιώσαντα συνεισφορέα, και διενεργεί, με την επίσημη του ιδιότητα οποιαδήποτε πράξη που είναι αναγκαία για την είσπραξη χρημάτων που οφείλονται από συνεισφορέα ή την περιουσία του που δεν δύναται να γίνει βολικά στο όνομα της εταιρείας, και σε όλες αυτές τις περιπτώσεις τα οφειλόμενα χρήματα, για να δυνηθεί να λάβει τα έγγραφα διαχείρισης ή να ανακτήσει τα χρήματα, λογίζονται ότι οφείλονται στον ίδιο τον εκκαθαριστή·

(ζ) διορίζει αντιπρόσωπο για να εκτελέσει οποιαδήποτε εργασία που ο ίδιος ο εκκαθαριστής δεν δύναται να εκτελέσει·

(η) κάνει όλα τα άλλα πράγματα που δυνατό να είναι αναγκαία για εκκαθάριση των υποθέσεων της εταιρείας και τη διανομή του ενεργητικού της.

(2Α) Είναι καθήκον του εκκαθαριστή εταιρείας, η οποία εκκαθαρίζεται από το Δικαστήριο, αν αυτός δεν είναι ο επίσημος παραλήπτης-

(α) να παρέχει στον επίσημο παραλήπτη τέτοιες πληροφορίες·

(β) να παρουσιάζει στον επίσημο παραλήπτη και να επιτρέπει την επιθεώρηση από αυτόν τέτοιων βιβλίων, εγγράφων και άλλων αρχείων· και

(γ)  να δίνει στον επίσημο παραλήπτη τέτοια άλλη αρωγή,

τα οποία εύλογα δύναται να απαιτήσει ο επίσημος παραλήπτης για τους σκοπούς άσκησης των αρμοδιοτήτων του αναφορικά με την εκκαθάριση.

(3) Η άσκηση από τον εκκαθαριστή σε εκκαθάριση από το Δικαστήριο των εξουσιών που του παρέχονται από το άρθρο αυτό είναι υπό τον έλεγχο του Δικαστηρίου, και οποιοσδήποτε πιστωτής ή συνεισφορέας δύναται να αποταθεί στο Δικαστήριο σχετικά με οποιαδήποτε άσκηση ή προτεινόμενη άσκηση οποιωνδήποτε τέτοιων εξουσιών.

Εξουσία συνδιαλλαγής με εξασφαλισμένη περιουσία

233Α.-(1) Κατόπιν αίτησης από τον επίσημο παραλήπτη ή τον εκκαθαριστή, αν το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι η διάθεση οποιασδήποτε περιουσίας της εταιρείας, με ή χωρίς άλλα περιουσιακά στοιχεία, η οποία υπόκειται σε εξασφάλιση προς όφελος εξασφαλισμένου πιστωτή, ενδέχεται να οδηγήσει σε ευνοϊκότερη ρευστοποίηση των στοιχείων ενεργητικού της εταιρείας από άλλη που θα λάμβανε χώρα, το Δικαστήριο δύναται διά διατάγματος με το οποίο περιέρχεται η εξασφαλισμένη περιουσία στο όνομα του επίσημου παραλήπτη ή εκκαθαριστή, να εξουσιοδοτήσει τον επίσημο παραλήπτη ή τον εκκαθαριστή να λάβει στη φύλαξή του την εξασφαλισμένη περιουσία για τον σκοπό διάθεσής της ή την άσκηση των εξουσιών του σε σχέση με αυτή, ανάλογα με την περίπτωση, ωσάν να μην ήταν υποκείμενη στην εξασφάλιση.

(2) Όπου διατίθεται περιουσία σύμφωνα με το εδάφιο (1), ο κάτοχος της εξασφάλισης θα έχει την ίδια προτεραιότητα αναφορικά με την οποιαδήποτε περιουσία της εταιρείας η οποία άμεσα ή έμμεσα αντιπροσωπεύει την περιουσία που διατίθεται, όπως θα είχε αναφορικά με την περιουσία που υπόκειται στην εξασφάλιση.

(3) Εκτός όπου προνοείται διαφορετικά στο παρόν άρθρο, εξασφαλισμένη περιουσία δεν θα διατεθεί για ποσό μικρότερο του ποσού της εξασφάλισης, χωρίς την προηγούμενη έγγραφη σύμφωνη γνώμη του εξασφαλισμένου πιστωτή.

(4) Το διάταγμα του Δικαστηρίου που αναφέρεται στο εδάφιο (1) περιλαμβάνει όρο ότι τα καθαρά έσοδα από τη διάθεση κατά προτεραιότητα θα χρησιμοποιούνται πρώτα για εξόφληση των ποσών που εξασφαλίζονται με την επιβάρυνση και το οποιοδήποτε υπόλοιπο θα χρησιμοποιείται προς όφελος των μη εξασφαλισμένων πιστωτών.

(5)(α) Όπου ο επίσημος παραλήπτης ή ο εκκαθαριστής προτίθεται να χρησιμοποιήσει ή να διαθέσει εξασφαλισμένη περιουσία, κοινοποιεί την πρόθεσή του αυτή στον εξασφαλισμένο πιστωτή, ο οποίος, αν το επιθυμεί, δικαιούται να προσφύγει στο Δικαστήριο κατά της απόφασης αυτής του επίσημου παραλήπτη ή εκκαθαριστή.

(β) Σε περίπτωση που ο επίσημος παραλήπτης ή εκκαθαριστής προτίθεται να διαθέσει εξασφαλισμένη περιουσία για ποσό μικρότερο του ποσού της εξασφάλισης και χωρίς την προηγούμενη έγγραφη γνώμη του εξασφαλισμένου πιστωτή, ο εξασφαλισμένος πιστωτής δύναται να αιτηθεί στο Δικαστήριο για την εξέταση της προτιθέμενης διάθεσης του επίσημου παραλήπτη ή εκκαθαριστή.

(6) Οι προνομιούχοι πιστωτές, όπως αυτοί καθορίζονται στον παρόντα Νόμο, δεν θα έχουν οποιοδήποτε δικαίωμα ή προτεραιότητα αναφορικά με το προϊόν της διάθεσης εξασφαλισμένης περιουσίας που θα χρησιμοποιείται για εξόφληση των ποσών που εξασφαλίζονται με την επιβάρυνση, αλλά θα έχουν δικαίωμα προτεραιότητας αναφορικά με το οποιοδήποτε υπόλοιπο.

(7) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (6) του άρθρου 219, σε περίπτωση που ακίνητη περιουσία βαρύνεται με οποιοδήποτε εμπράγματο βάρος, προγενέστερο της εγγραφής του διατάγματος εκκαθάρισης στο Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, απαιτείται η έγγραφη δήλωση/συγκατάθεση του προηγούμενου ενυπόθηκου δανειστή ή κατόχου εμπράγματου βάρους ή ανάλογα με την περίπτωση, απόφαση Δικαστηρίου που να εξουσιοδοτεί την εκποίηση ή διάθεση του ενυπόθηκου ακινήτου χωρίς τη συγκατάθεση του προηγούμενου ενυπόθηκου δανειστή ή. του κατόχου εμπράγματου βάρους, υπό όρους και προϋποθέσεις που το Δικαστήριο ήθελε καθορίσει.

(8) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 18 του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου, για την μετεγγραφή του ακινήτου, ο επίσημος παραλήπτης ή εκκαθαριστής για τους σκοπούς εκποίησης ή/και διάθεσης ενυπόθηκου ακινήτου μεριμνά να διασφαλίσει τη μεταβίβαση και εγγραφή του ενυπόθηκου ακινήτου στο όνομα του αγοραστή ελεύθερου από κάθε μορφής· εμπράγματο βάρος, εξασφαλίζοντας για το σκοπό αυτό την έγγραφη  δήλωση/συγκατάθεση του κατόχου εμπραγμάτου βάρους ή απόφαση  Δικαστηρίου που να διατάσσει ή  εξουσιοδοτεί τη μεταβίβαση του ενυπόθηκου ακινήτου ελεύθερου από κάθε  εμπράγματο βάρος, ώστε το αρμόδιο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο να προβεί στη σχετική εγγραφή στο κτηματικό  μητρώο:

Νοείται ότι, στην προαναφερόμενη  έγγραφη δήλωση/συγκατάθεση θα αναφέρεται ρητά η υποχρέωση του ενυπόθηκου δανειστή ή του κατόχου του  εμπράγματου βάρους να αποσύρει ή/και να εξαλείψει ή/και να ακυρώσει την υποθήκη ή το εμπράγματο βάρος.

(9) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «εξασφάλιση» ή «εξασφαλισμένη  περιουσία» σημαίνει οποιοδήποτε εμπράγματο βάρος ή απαγόρευση  σύμφωνα με τον περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμο, οποιαδήποτε επιβάρυνση, δικαίωμα επίσχεσης ή άλλη εξασφάλιση.

’σκηση και έλεγχος των εξουσιών εκκαθαριστή

234.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του Νόμου αυτού, ο εκκαθαριστής εταιρείας που βρίσκεται υπό εκκαθάριση από το Δικαστήριο, κατά τη διαχείριση του ενεργητικού της εταιρείας και κατά τη διανομή της μεταξύ των πιστωτών της, λαμβάνει υπόψη οποιεσδήποτε οδηγίες που δυνατό να δοθούν με ψήφισμα από τους πιστωτές ή συνεισφορείς σε οποιαδήποτε γενική συνέλευση ή από την επιτροπή επιθεώρησης, και σε περίπτωση διαφωνίας οποιεσδήποτε οδηγίες που δίδονται από τους πιστωτές ή συνεισφορείς σε οποιαδήποτε γενική συνέλευση λογίζονται ότι υπερισχύουν οποιωνδήποτε οδηγιών που δίδονται από την επιτροπή επιθεώρησης.

(2) Ο εκκαθαριστής δύναται να συγκαλεί γενικές συνελεύσεις των πιστωτών ή συνεισφορέων για το σκοπό εξακρίβωσης των επιθυμιών τους, και οφείλει να συγκαλεί συνελεύσεις σε τέτοιους χρόνους που οι πιστωτές ή συνεισφορείς, με ψήφισμα, δυνατό να αποφασίσουν, είτε στη συνέλευση στην οποία διορίστηκε ο εκκαθαριστής είτε διαφορετικά, είτε όταν το απαιτήσουν εγγράφως πιστωτές ή συνεισφορείς που αντιπροσωπεύουν το ένα δέκατο σε αξία των οφειλών ή συνεισφορών, ανάλογα με την περίπτωση.

(3) Ο εκκαθαριστής δύναται να υποβάλει αίτηση στο Δικαστήριο για οδηγίες με τον καθορισμένο τρόπο σχετικά με οποιοδήποτε συγκεκριμένο θέμα που προκύπτει στη διάρκεια της εκκαθάρισης.

(4) Τηρουμένων των διατάξεων του Νόμου αυτού, ο εκκαθαριστής ασκεί τη δική του διακριτική εξουσία κατά τη διαχείριση της περιουσίας και τη διανομή της μεταξύ των πιστωτών.

(5) Αν οποιοδήποτε πρόσωπο είναι δυσαρεστημένο από οποιαδήποτε πράξη ή απόφαση του εκκαθαριστή, το πρόσωπο εκείνο δύναται να υποβάλει αίτηση στο Δικαστήριο, και το Δικαστήριο δύναται να επικυρώσει ανατρέψει ή τροποποιήσει την πράξη ή την απόφαση για την οποία υπάρχει παράπονο, και να εκδώσει τέτοιο διάταγμα σε σχέση με τα πιο πάνω όπως θεωρεί δίκαιο.

Ο εκκαθαριστής να τηρεί βιβλία

235. Κάθε εκκαθαριστής εταιρείας που βρίσκεται υπό εκκαθάριση από το Δικαστήριο τηρεί, με τον καθορισμένο τρόπο, κατάλληλα βιβλία λογαριασμών και βιβλία πρακτικών στα οποία μεριμνά να γίνονται καταχωρήσεις ή πρακτικά διαδικασιών συνεδριάσεων, και τέτοιων άλλων ζητημάτων που δυνατό να καθοριστούν, και κάθε πιστωτής ή συνεισφορέας, τηρουμένου του ελέγχου από το Δικαστήριο, δύναται να επιθεωρεί τα βιβλία αυτά προσωπικά ή με αντιπρόσωπο του.

Πληρωμές από εκκαθαριστή σε τράπεζα

236.-(1) Κάθε εκκαθαριστής εταιρείας που βρίσκεται σε εκκαθάριση από το Δικαστήριο καταθέτει τα χρήματα που εισπράττονται από αυτόν σε τέτοια Τράπεζα που ο εκκαθαριστής δυνατό να επιλέξει και η Τράπεζα τον εφοδιάζει με απόδειξη των χρημάτων που κατατέθηκαν και ο εκκαθαριστής τηρεί για κάθε εκκαθάριση, στην οποία εμπλέκεται, χωριστό τραπεζικό λογαριασμό, ο οποίος θα είναι διαθέσιμος για έλεγχο από τους πιστωτές ή την επιτροπή επιθεώρησης, ανάλογα με την περίπτωση.

(2) Αν οποτεδήποτε οποιοσδήποτε τέτοιος εκκαθαριστής κατακρατεί για περισσότερες από δεκαπέντε (15) ημέρες ποσό που υπερβαίνει τα πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) ή οποιοδήποτε άλλο ποσό που ο επίσημος παραλήπτης ή η επιτροπή επιθεώρησης σε οποιαδήποτε συγκεκριμένη περίπτωση τον εξουσιοδοτεί να κατακρατεί, τότε, εκτός αν δώσει εξηγήσεις για την κατακράτηση για ικανοποίηση του επίσημου παραλήπτη ή της επιτροπής επιθεώρησης, καταβάλλει τόκο πάνω στο ποσό που κατακρατήθηκε με υπέρβαση είκοσι τοις εκατό ετησίως, και υπόκειται σε αποκοπή όλης ή τέτοιου μέρους της αμοιβής του που το Δικαστήριο θεωρεί δίκαιο, δύναται δε να παυθεί από τη θέση του από το Δικαστήριο, και υποχρεούται να καταβάλει οποιαδήποτε έξοδα που δημιουργήθηκαν από την παράλειψη του.

(3) Εκκαθαριστής εταιρείας που βρίσκεται σε εκκαθάριση από το Δικαστήριο δεν δύναται να καταθέτει ποσά που λήφθηκαν από αυτόν ως εκκαθαριστή στον προσωπικό τραπεζικό λογαριασμό του.

Έλεγχος λογαριασμών εκκαθαριστή

237.-(1) Κάθε εκκαθαριστής εταιρείας που βρίσκεται σε εκκαθάριση από το Δικαστήριο παραδίδει για εγγραφή, σε τέτοιους χρόνους όπως δυνατό να καθοριστεί, αλλά τουλάχιστο δύο φορές σε κάθε χρόνο στη διάρκεια της θητείας του, στον επίσημο παραλήπτη, ή όπως αυτός διατάσσει, λογαριασμό των εισπράξεων και πληρωμών του ως εκκαθαριστή.

(2) Ο λογαριασμός είναι σε καθορισμένο τύπο, καταρτίζεται σε διπλούν και βεβαιώνεται με θέσμια δήλωση στον καθορισμένο τύπο.

(3) Ο επίσημος παραλήπτης μεριμνά για τον έλεγχο του λογαριασμού και για το σκοπό του ελέγχου ο εκκαθαριστής εφοδιάζει τον επίσημο παραλήπτη με τέτοια δικαιολογητικά και πληροφορίες που ο επίσημος παραλήπτης δυνατό να απαιτήσει, και ο επίσημος παραλήπτης δύναται οποτεδήποτε να απαιτήσει την προσαγωγή οποιωνδήποτε βιβλίων ή λογαριασμών που τηρούνται από τον εκκαθαριστή και να τα εξετάσει.

(4) Μετά τον έλεγχο του λογαριασμού, ένα αντίγραφο καταχωρείται και φυλάγεται από τον επίσημο παραλήπτη, και το άλλο αντίγραφο παραδίνεται στο Δικαστήριο για καταχώρηση, και κάθε αντίγραφο δύναται να εξεταστεί από οποιοδήποτε πρόσωπο με πληρωμή του καθορισμένου τέλους.

(5) Ο εκκαθαριστής μεριμνά να εκτυπωθεί ο ελεγμένος λογαριασμός ή περίληψη του και αποστέλλει με το ταχυδρομείο αντίγραφο του λογαριασμού ή περίληψης σε κάθε πιστωτή και συνεισφορέα:

Νοείται ότι Υπουργός δύναται σε οποιαδήποτε περίπτωση να μην απαιτεί συμμόρφωση με όλες ή οποιεσδήποτε διατάξεις του εδαφίου αυτού.

(6) Οι λογαριασμοί του επίσημου παραλήπτη, όταν ενεργεί ως εκκαθαριστής με βάση το Νόμο αυτό, ελέγχονται με τέτοιο τρόπο που ο Γενικός Λογιστής δυνατό να διατάξει.

Έλεγχος εκκαθαριστών από τον επίσημο παραλήπτη

238.-(1) O επίσημος παραλήπτης λαμβάνει γνώση της συμπεριφοράς εκκαθαριστών εταιρειών που βρίσκονται σε εκκαθάριση από το Δικαστήριο, και, αν εκκαθαριστής δεν εκτελεί πιστά τα καθήκοντα του και δεν συμμορφώνεται σε όλες τις απαιτήσεις που του επιβάλλονται από το Νόμο, κανονισμούς ή διαφορετικά σχετικά με την εκτέλεση των καθηκόντων του, ή αν υποβληθεί παράπονο στον επίσημο παραλήπτη από οποιοδήποτε πιστωτή ή συνεισφορέα αναφορικά με αυτά, ο επίσημος παραλήπτης εξετάζει το θέμα και λαμβάνει τέτοια μέτρα αναφορικά με αυτό όπως ήθελε  θεωρήσει σκόπιμο.

(2) Ο επίσημος παραλήπτης δύναται σε οποιοδήποτε χρόνο να απαιτήσει από οποιοδήποτε εκκαθαριστή εταιρείας η οποία βρίσκεται υπό εκκαθάριση από το Δικαστήριο να απαντήσει οποιαδήποτε ερώτηση σχετικά με την εκκαθάριση που αυτός ασχολείται, και δύναται, αν ο επίσημος παραλήπτης, το θεωρήσει πρέπον, να υποβάλει αίτηση στο Δικαστήριο για να εξετάσει αυτόν ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ενόρκως σχετικά με την εκκαθάριση.

(3) Ο επίσημος παραλήπτης δύναται επίσης να διατάξει επί τόπου έρευνα των βιβλίων και δικαιολογητικών δαπάνης του εκκαθαριστή.

Απαλλαγή εκκαθαριστών

239.-(1) Όταν ο εκκαθαριστής εταιρείας που βρίσκεται υπό εκκαθάριση από το Δικαστήριο έχει ρευστοποιήσει ολόκληρη την ιδιοκτησία της εταιρείας, ή τέτοιο μέρος της που δύναται, κατά τη γνώμη του, να ρευστοποιηθεί χωρίς την άσκοπη παράταση της εκκαθάρισης, και έχει διανέμει τελικό μέρισμα, αν υπάρχει, στους πιστωτές και έχει ρυθμίσει τα δικαιώματα των συνεισφορέων μεταξύ τους, και έχει καταρτίσει τελική έκθεση στους συνεισφορείς, ή έχει παραιτηθεί, ή έχει παυθεί από το αξίωμα του, το Δικαστήριο δύναται, με αίτηση του να μεριμνήσει για να ετοιμαστεί έκθεση για τους λογαριασμούς τους, και με τη συμμόρφωση του στις απαιτήσεις του Δικαστηρίου, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη την έκθεση και οποιαδήποτε ένσταση που δυνατό να υποβληθεί από οποιοδήποτε πιστωτή ή συνεισφορέα ή πρόσωπο που έχει συμφέρον εναντίον της απαλλαγής του εκκαθαριστή, και είτε χορηγεί ή αρνείται να χορηγήσει την απαλλαγή αναλόγως.

(2) Όταν δεν χορηγήται απαλλαγή εκκαθαριστή, το Δικαστήριο δύναται, μετά από αίτηση από οποιοδήποτε πιστωτή ή συνεισφορέα ή ενδιαφερόμενο πρόσωπο, να εκδώσει τέτοιο διάταγμα που θεωρεί δίκαιο, και επιβαρύνει τον εκκαθαριστή με τις συνέπειες οποιασδήποτε πράξης ή παράλειψης που δυνατό να έχει διαπράξει κατά παράβαση του καθήκοντος του.

(3) Διάταγμα του Δικαστηρίου που απαλλάττει τον εκκαθαριστή, τον απαλλάσσει από κάθε ευθύνη σχετικά με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη που έγινε από αυτόν κατά τη διαχείριση των υποθέσεων της εταιρείας ή διαφορετικά σε σχέση με τη συμπεριφορά του ως εκκαθαριστή, αλλά το διάταγμα αυτό δύναται να ανακληθεί αν αποδειχτεί ότι λήφθηκε με δόλο ή αποσιώπηση ή απόκρυψη οποιουδήποτε ουσιώδους γεγονότος.

(4) Όταν ο εκκαθαριστής δεν έχει προηγουμένως παραιτηθεί ή παυθεί, η απαλλαγή του λογίζεται ως απομάκρυνση από το αξίωμα του.

Διάρκεια αναγκαστικής εκκαθάρισης

239Α.(1) H αναγκαστικής εκκαθάριση ολοκληρώνεται εντός χρονικής περιόδου δεκαοχτώ (18) μηνών από την έναρξή της.

(2) Όπου ο επίσημος παραλήπτης ή ο εκκαθαριστής κρίνει ότι δεν δύναται να ολοκληρωθεί η αναγκαστική εκκαθάριση εταιρείας εντός της περιόδου που αναφέρεται στο εδάφιο (1), αιτείται στο δικαστήριο παράταση της χρονικής περιόδου ολοκλήρωσης της εκκαθάρισης, ενημερώνοντας το Δικαστήριο σε ποιο στάδιο βρίσκεται η εκκαθάριση, και το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει διάταγμα για παράταση του χρόνου ολοκλήρωσης της αναγκαστικής εκκαθάρισης.

Επιτροπές Επιθεώρησης
Συνελεύσεις πιστωτών και συνεισφορέων για λήψη απόφασης κατά πόσο θα διοριστεί επιτροπή επιθεώρησης

240.-(1) Όταν έχει εκδοθεί διάταγμα εκκαθάρισης από το Δικαστήριο, αποτελεί καθήκον των ξεχωριστών συνελεύσεων των πιστωτών και συνεισφορέων που συγκαλέστηκαν με σκοπό την επιλογή προσώπου το οποίο θα είναι ο εκκαθαριστής και την εγκαθίδρυση επιτροπής επιθεώρησης, να βοηθήσουν τον εκκαθαριστή και να επιβλέψουν την άσκηση των λειτουργιών που τους ανατίθενται από ή σύμφωνα με τον Νόμο αυτό.

(2) Το Δικαστήριο δύναται να κάνει οποιοδήποτε διορισμό και διάταγμα που απαιτείται για να πραγματοποιηθεί οποιαδήποτε τέτοια απόφαση.

(2Α) Οι εξουσίες ή τα καθήκοντα της επιτροπής επιθεώρησης είναι, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:

(α) Ο καθορισμός της αμοιβής του εκκαθαριστή·

(β) η έγκριση συνέχισης των εργασιών της εταιρείας και υποβολή έκθεσης σε τρίμηνη βάση σε σχέση με τις εργασίες της·

(γ) η έγκριση έγερσης αγωγών ή υπεράσπισης της εταιρείας σε δικαστικές διαδικασίες που αφορούν την εταιρεία·

(δ) η άσκηση οποιωνδήποτε εξουσιών δυνάμει του άρθρου 233·

(ε) η διενέργεια κλήσεων δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (δ) του άρθρου 259·

(στ) η απαίτηση όπως ο εκκαθαριστής υποβάλει στην επιτροπή επιθεώρησης, έκθεση των διαδικασιών εκκαθάρισης και λογαριασμούς της εκκαθάρισης σε τέτοια χρονικά διαστήματα, ως ήθελε καθορίσει·

(ζ) η απαίτηση όπως οι λογαριασμοί του εκκαθαριστή ελεγχθούν από ανεξάρτητους λογιστές.

Σύνθεση και διαδικασία επιτροπής επιθεώρησης

241.-(1) Επιτροπή επιθεώρησης που διορίζεται σύμφωνα με το Νόμο αυτό αποτελείται από πιστωτές και συνεισφορείς της εταιρείας ή προσώπων που κατέχουν γενικά πληρεξούσια από τους πιστωτές και συνεισφορείς σε τέτοια αναλογία που δυνατό να συμφωνηθεί κατά τη συνέλευση πιστωτών και συνεισφορέων, ή σε περίπτωση διαφοράς, όπως το Δικαστήριο δυνατό να αποφασίσει.

(2) Η επιτροπή συνεδριάζει σε τέτοιο χρόνο που αυτή καθορίζει από καιρό σε καιρό, και αν δεν υπάρχει τέτοιος καθορισμός, τουλάχιστο μια φορά κάθε μήνα, και ο εκκαθαριστής ή οποιοδήποτε μέλος της επιτροπής δύναται επίσης να καλεί συνεδρίαση της επιτροπής όταν και όποτε το θεωρήσει αναγκαίο.

(3) Η επιτροπή λαμβάνει αποφάσεις με πλειοψηφία των μελών που είναι παρόντα στη συνεδρίαση αλλά δεν λαμβάνει αποφάσεις εκτός αν είναι παρούσα πλειοψηφία της επιτροπής.

(4) Μέλος της επιτροπής δύναται να παραιτηθεί με γραπτή ειδοποίηση υπογραμμένη από αυτό και με την παράδοση της στον εκκαθαριστή.

(5) Αν μέλος της επιτροπής πτωχεύσει ή συμβιβάζεται ή προβαίνει σε διευθέτηση με τους πιστωτές του ή απουσιάζει από πέντε συνεχείς συνεδριάσεις της επιτροπής χωρίς την άδεια των μελών εκείνων που μαζί με αυτό αντιπροσωπεύουν τους πιστωτές ή συνεισφορείς, ανάλογα με την περίπτωση, η θέση του τότε κενώνεται.

(6) Μέλος της επιτροπής δύναται να παυθεί με συνήθη ψήφισμα συνέλευσης πιστωτών, αν αυτός αντιπροσωπεύει τους πιστωτές, ή συνεισφορέων, αν αυτός αντιπροσωπεύει συνεισφορείς, για το οποίο δόθηκε ειδοποίηση επτά ημερών και αναφερόταν ο σκοπός της συνέλευσης.

(7) Με την κένωση θέσης στην επιτροπή ο εκκαθαριστής συγκαλεί αμέσως συνέλευση των πιστωτών ή συνεισφορέων, όπως απαιτεί η περίπτωση, για την πλήρωση της θέσης που κενώθηκε, και η συνέλευση δύναται, με ψήφισμα, να επαναδιορίσει τον ίδιο ή να διορίσει άλλο πιστωτή ή συνεισφορέα για πλήρωση της θέσης που κενώθηκε:

Νοείται ότι αν ο εκκαθαριστής, έχοντας υπόψη το στάδιο που βρίσκεται η εκκαθάριση, έχει τη γνώμη ότι δεν είναι αναγκαία η πλήρωση της θέσης δύναται να υποβάλει αίτηση στο Δικαστήριο και το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει διάταγμα ότι η θέση δεν θα πληρωθεί, εκτός στις περιστάσεις που δυνατό να οριστούν στο διάταγμα.

(7Α) Τα υφιστάμενα μέλη της επιτροπής επιθεώρησης, αν δεν είναι λιγότερα από δύο, δύνανται να ενεργούν ανεξάρτητα οποιωνδήποτε κενών θέσεων στην επιτροπή επιθεώρησης.

Όταν δεν υπάρχει επιτροπή επιθεώρησης

242. Όταν σε περίπτωση εκκαθάρισης εταιρείας, δεν υπάρχει επιτροπή επιθεώρησης, ο επίσημος παραλήπτης δύναται, μετά από αίτηση του εκκαθαριστή, να κάνει οποιαδήποτε πράξη ή πράγμα ή να δώσει οποιεσδήποτε οδηγίες ή άδεια για την οποία υπάρχει από το Νόμο αυτό εξουσιοδότηση ή απαίτηση να γίνει ή δοθεί από την επιτροπή.

Γενικές εξουσίες του Δικαστηρίου σε περίπτωση εκκαθάρισης από το Δικαστήριο
Εξουσία για αναστολή της εκκαθάρισης

243.-(1) Το Δικαστήριο δύναται σε οποιοδήποτε χρόνο μετά την έκδοση διατάγματος εκκαθάρισης, μετά από αίτηση είτε του εκκαθαριστή είτε του επίσημου παραλήπτη ή οποιουδήποτε πιστωτή ή συνεισφορέα, και αφού αποδειχθεί προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου ότι κάθε διαδικασία σχετικά με την εκκαθάριση έπρεπε να ανασταλεί ή να διακοπεί, να εκδώσει διάταγμα αναστολής ή διακοπής της διαδικασίας, είτε εξολοκλήρου ή για περιορισμένο χρονικό διάστημα με τέτοιους όρους και προϋποθέσεις που το Δικαστήριο κρίνει πρέπον.

(2) Μετά από αίτηση, με βάση το άρθρο αυτό, το Δικαστήριο δύναται, πριν από την έκδοση διατάγματος, να απαιτήσει από τον επίσημο παραλήπτη να υποβάλει έκθεση σχετικά με οποιαδήποτε γεγονότα ή θέματα που κατά τη γνώμη του, σχετίζονται με την αίτηση.

(3) Αντίγραφο κάθε διατάγ΅ατος που εκδίδεται ΅ε βάση τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, παραδίδεται αμέσως από την εταιρεία ή όπως διαφορετικά δυνατό να καθοριστεί, στον έφορο εταιρειών για εγγραφή και στον επίσημο παραλήπτη, ο οποίος το καταχωρίζει στα αρχεία που τηρεί αναφορικά με την εταιρεία

Κατάρτιση καταλόγου συνεισφορέων και διάθεση περιουσιακών στοιχείων

244.-(1) Μετά την έκδοση διατάγματος εκκαθάρισης, το Δικαστήριο καταρτίζει το συντομότερο δυνατό κατάλογο συνεισφορέων, και έχει εξουσία να διορθώνει το μητρώο μελών σε όλες τις περιπτώσεις που απαιτείται διόρθωση σύμφωνα με το Νόμο αυτό, και μεριμνά για την είσπραξη των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας και τη διάθεση τους για εξόφληση των υποχρεώσεων της εταιρείας:

Νοείται ότι όταν φαίνεται στο Δικαστήριο ότι δεν υπάρχει ανάγκη να γίνουν κλήσεις ή προσαρμογές στα δικαιώματα των συνεισφορέων, το Δικαστήριο δύναται να μην απαιτήσει την κατάρτιση καταλόγου συνεισφορέων.

(2) Ρυθμίζοντας τον κατάλογο των εισφορέων το Δικαστήριο πρέπει να διαχωρίζει μεταξύ προσώπων που είναι συνεισφορείς δικαιωματικά και προσώπων που είναι συνεισφορείς ως αντιπρόσωποι ή υπεύθυνοι για τα χρέη άλλων.

Παράδοση ιδιοκτησίας στον εκκαθαριστή

245. Το Δικαστήριο δύναται, οποτεδήποτε μετά την έκδοση διατάγματος εκκαθάρισης, να απαιτήσει από οποιοδήποτε συνεισφορέα που περιλαμβάνεται στον κατάλογο συνεισφορέων και οποιοδήποτε εμπιστευματοδόχο, παραλήπτη, τραπεζίτη, αντιπρόσωπο ή αξιωματούχο της εταιρείας, να πληρώσει, δώσει, μεταφέρει, παραδώσει ή μεταβιβάσει αμέσως, ή μέσα σε τέτοιο χρόνο που το Δικαστήριο διατάσσει, στον εκκαθαριστή οποιαδήποτε χρήματα, ιδιοκτησία ή βιβλία και έγγραφα στην κατοχή του στα οποία εκ πρώτης όψεως η εταιρεία δικαιούται.

Πληρωμή χρεών που οφείλονται στην εταιρεία από συνεισφορέα και έκταση στην οποία επιτρέπεται αντιστάθμιση

246.-(1) Το Δικαστήριο δύναται, οποτεδήποτε μετά την έκδοση διατάγματος εκκαθάρισης, να διατάξει οποιοδήποτε συνεισφορέα που περιλαμβάνεται στον κατάλογο συνεισφορέων να πληρώσει στην εταιρεία, με τον τρόπο που καθορίζεται στο διάταγμα, οποιαδήποτε χρήματα που οφείλονται από αυτόν ή απο την περιουσία του προσώπου που αντιπροσωπεύει, χωρίς να υπολογίζονται οποιαδήποτε χρήματα πληρωτέα από αυτόν ή την περιουσία δυνάμει οποιασδήποτε κλήσης σύμφωνα με το Νόμο αυτό.

(2) Το Δικαστήριο με την έκδοση οποιουδήποτε τέτοιου διατάγματος δύναται να παραχωρήσει σε οποιοδήποτε διευθυντή ή διαχειριστή που η ευθύνη του είναι απεριόριστη ή στην περιουσία του, με μορφή αντιστάθμισης, χρήματα που οφείλονται σε αυτόν ή στην περιουσία του από την εταιρεία με βάση οποιαδήποτε ανεξάρτητη συναλλαγή ή σύμβαση με την εταιρεία αλλά όχι χρήματα που οφείλονται σε αυτόν με την ιδιότητα του ως μέλους της εταιρείας σχετικά με οποιοδήποτε μέρισμα ή κέρδος.

(3) Όταν όλοι οι πιστωτές πληρωθούν στο ακέραιο, οποιαδήποτε χρήματα που οφείλονται με οποιοδήποτε τρόπο σε συνεισφορέα από την εταιρεία δύνανται να παραχωρηθούν σε αυτόν με μορφή αντιστάθμισης για οποιαδήποτε μεταγενέστερη κλήση.

Εξουσία του Δικαστηρίου να κάνει κλήσεις

247.-(1) Το Δικαστήριο δύναται, οποτεδήποτε μετά την έκδοση διατάγματος εκκαθάρισης, και είτε πριν από είτε μετά την εξακρίβωση της επάρκειας των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας, να κάνει κλήσεις προς όλους ή οποιουσδήποτε συνεισφορείς που περιλαμβάνονται στον κατάλογο συνεισφορέων κατά την έκταση της ευθύνης τους, για πληρωμή οποιωνδήποτε ποσών που το Δικαστήριο θεωρεί αναγκαία για την ικανοποίηση των χρεών και υποχρεώσεων της εταιρείας, και των εξόδων, τελών και δαπανών της εκκαθάρισης και για την προσαρμογή των δικαιωμάτων των συνεισφορέων μεταξύ τους, και να εκδώσει διάταγμα για την πληρωμή των κλήσεων που γίνονται με τον τρόπο αυτό.

(2) Όταν κάνει κλήση το Δικαστήριο δύναται να λάβει υπόψη την πιθανότητα ότι μερικοί από τους συνεισφορείς δυνατό να παραλείψουν να πληρώσουν την κλήση μερικώς ή εξολοκλήρου.

Πληρωμή σε τράπεζα χρημάτων που οφείλονται στην εταιρεία

248.-(1) Το Δικαστήριο δύναται να διατάξει οποιοδήποτε συνεισφορέα,  αγοραστή ή άλλο πρόσωπο που οφείλει χρήματα στην εταιρεία να πληρώσει το οφειλόμενο ποσό στην τράπεζα που γίνονται πληρωμές εκκαθαριστών σύμφωνα με το άρθρο 236 αντί στον εκκαθαριστή, και οποιοδήποτε τέτοιο διάταγμα δύναται να εκτελεστεί με τον ίδιο τρόπο ωσάν να διατασσόταν πληρωμή στον εκκαθαριστή.

(2) Όλα τα χρήματα και χρεώγραφα που πληρώθηκαν ή παραδόθηκαν στην τράπεζα αυτή σε περίπτωση εκκαθάρισης από το Δικαστήριο υπόκεινται από κάθε άποψη στα διατάγματα του Δικαστηρίου.

Διάταγμα σε συνεισφορέα αμάχητη μαρτυρία

249.-(1) Διάταγμα που εκδίδεται από το Δικαστήριο για συνεισφορέα, με την επιφύλαξη οποιουδήποτε δικαιώματος έφεσης, αποτελεί αμάχητη μαρτυρία ότι τα χρήματα, αν υπάρχουν, που φαίνονται από το διάταγμα ότι οφείλονται ή διατάσσεται να πληρωθούν, πραγματικά οφείλονται.

(2) Όλα τα άλλα τα συναφή θέματα που αναφέρονται στο διάταγμα θα θεωρούνται ως αληθινά έναντι όλων των προσώπων και σε όλες τις διαδικασίες εναντίον της περιουσίας συνεισφορέα που πέθανε, στην οποία περίπτωση το διάταγμα θα αποτελεί εκ πρώτης όψεως μαρτυρία για το σκοπό επιβάρυνσης της περιουσίας του, εκτός αν οι κληρονόμοι του ή κληροδόχοι του ήταν στον κατάλογο των συνεισφορέων κατά το χρόνο της έκδοσης του διατάγματος.

Διορισμός ειδικού διαχειριστή

250.-(1) Όταν σε οποιαδήποτε διαδικασία ο επίσημος παραλήπτης γίνεται ο εκκαθαριστής εταιρείας, δύναται, αν ικανοποιηθεί ότι η φύση της περιουσίας ή των εργασιών της εταιρείας, ή τα συμφέροντα των πιστωτών ή συνεισφορέων γενικά απαιτούν το διορισμό ειδικού διαχειριστή της περιουσίας ή εργασιών της εταιρείας άλλου από τον εαυτό του, να υποβάλει αίτηση στο Δικαστήριο, και το Δικαστήριο δύναται, με την αίτηση αυτή να διορίσει ειδικό διαχειριστή της αναφερόμενης περιουσίας ή εργασιών για να ενεργεί στη διάρκεια τέτοιου χρόνου όπως το Δικαστήριο δυνατό να διατάξει, με τέτοιες εξουσίες, περιλαμβανομένων των εξουσιών του παραλήπτη ή διαχειριστή, όπως δυνατό το Δικαστήριο, να του εμπιστευθεί.

(2) Ο ειδικός διαχειριστής δίνει τέτοια εγγύηση και υποβάλλει τέτοιους λογαριασμούς με τέτοιο τρόπο όπως το Δικαστήριο διατάσσει.

(3) Ο ειδικός διαχειριστής παίρνει τέτοια αμοιβή που δυνατό να οριστεί από το Δικαστήριο.

Εξουσία για αποκλεισμό πιστωτών που δεν επαλήθευσαν έγκαιρα

251.-(1) Το Δικαστήριο δύναται να ορίσει προθεσμία ή προθεσμίες μέσα στις οποίες οι πιστωτές θα επαληθεύσουν τις οφειλές ή απαιτήσεις τους ή θα αποκλείονται από το όφελος οποιασδήποτε διανομής που γίνεται πριν από την επαλήθευση των χρεών αυτών.

(2) (α) Όπου εταιρεία εκκαθαρίζεται από το Δικαστήριο, πρόσωπο το οποίο ισχυρίζεται ότι είναι πιστωτής της εταιρείας και επιθυμεί να ανακτήσει το χρέος του στο σύνολο ή μερικώς, πρέπει να υποβάλει επαλήθευση γραπτώς στον εκκαθαριστή, εντός τριάντα πέντε (35) ημερών από την ημερομηνία δημοσίευσης του διατάγματος εκκαθάρισης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

(β) Μετά από δεόντως αιτιολογημένο αίτημα πιστωτή, η προθεσμία των τριάντα πέντε (35) ημερών δύναται να παραταθεί, από τον επίσημο παραλήπτη ή εκκαθαριστή.

(3) (α) Η επαλήθευση δέον να γίνεται με τον τύπο που καθορίζεται στους περί Εταιρειών (Εκκαθάριση) Κανονισμούς και θα υπογράφεται από αυτόν ή από πρόσωπο εξουσιοδοτημένο προς τούτο και κάθε πιστωτής επιβαρύνεται τα έξοδα επαλήθευσης της απαίτησής του, περιλαμβανομένων των εξόδων της εξασφάλισης οποιωνδήποτε εγγράφων απαιτούνται ή μαρτυρίας που απαιτείται από τον εκκαθαριστή.

(β) Η επαλήθευση περιλαμβάνει ή αναφέρεται σε κατάσταση λογαριασμού που αποδεικνύει τις λεπτομέρειες του χρέους και ειδικεύει τις αποδείξεις πληρωμών, αν υπάρχουν, με τις οποίες το χρέος δύναται να υποστηριχτεί και, όπου εφαρμόζεται, τα ονόματα όλων των εγγυητών που έχουν ευθύνη σε σχέση με χρέος της εταιρείας και την έκταση της ευθύνης που προκύπτει από την εγγύηση, σύμφωνα με τη σύμβαση εγγύησης, κατά την ημερομηνία της επαλήθευσης. Ο επίσημος παραλήπτης ή εκκαθαριστής δύναται οποτεδήποτε να ζητήσει την προσαγωγή δικαιολογητικών δαπάνης.

(4) Επαλήθευση εκθέτει κατά πόσο ο πιστωτής είναι ή δεν είναι εξασφαλισμένος πιστωτής.

(5) Κάθε πιστωτής που κατέθεσε επαλήθευση δικαιούται να βλέπει και εξετάζει τις επαληθεύσεις άλλων πιστωτών πριν από την συνέλευση πιστωτών, και σε κάθε εύλογο χρόνο.

(6) Ο επίσημος παραλήπτης ή εκκαθαριστής εξετάζει άμεσα κάθε επαλήθευση και τους λόγους του χρέους και το αργότερο εντός είκοσι μίας (21) ημερών αποδέχεται ή απορρίπτει αυτή γραπτώς για σκοπούς μερίσματος,ολικώς ή μερικώς, ή απαιτεί περαιτέρω μαρτυρία προς υποστήριξή της. Αν απορρίπτει επαλήθευση, αναφέρει γραπτώς προς τον πιστωτή τους λόγους για την απόρριψη.

(7) Αν ο πιστωτής και, όπου εφαρμόζεται, ο εγγυητής δεν ικανοποιείται με την απόφαση του επίσημου παραλήπτη ή εκκαθαριστή αναφορικά με την επαλήθευσή του, δύναται με αίτησή του, να προσφύγει στο Δικαστήριο και η αίτηση δέον να γίνεται εντός είκοσι μίας (21) ημερών από την ημέρα που έλαβε γνώση της απόφασης του επίσημου παραλήπτη ή εκκαθαριστή.

(8) Το Δικαστήριο δύναται να αποφασίσει, σε σχέση με τα δικαιώματα του πιστωτή ή, όπου εφαρμόζεται, του εγγυητή, ο οποίος αποτείνεται σε αυτό, σύμφωνα με το εδάφιο (7) την επικύρωση, ή την ακύρωση ή τη διαφοροποίηση της απόφασης του επίσημου παραλήπτη ή εκκαθαριστή, λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις του περί Καταχρηστικών Ρητρών σε Καταναλωτικές Συμβάσεις Νόμου και του περί Ελευθεροποίησης του Επιτοκίου και Συναφών Θεμάτων Νόμου.

(9) Επαλήθευση πιστωτή, δύναται καθ' οιονδήποτε χρόνο με τη σύμφωνη γνώμη του εκκαθαριστή να αποσυρθεί ή να διαφοροποιηθεί σε σχέση με το ποσό που απαιτείται.

(10) Το Δικαστήριο δύναται να απαλείψει ή να μειώσει το ποσό που απαιτείται-

(α) κατόπιν αίτησης του επίσημου παραλήπτη ή εκκαθαριστή, όπου ο εκκαθαριστής πιστεύει ότι η επαλήθευση έχει γίνει. λανθασμένα αποδεκτή ή θα πρέπει να μειωθεί, ή

(β) κατόπιν αίτησης πιστωτή, αν ο επίσημος παραλήπτης ή εκκαθαριστής αρνηθεί να ενεργήσει επί του θέματος.

(11) Ο επίσημος παρdλήπτης ή εκκαθαριστής θα υπολογίσει την αξία οποιουδήποτε χρέους, το οποίο χρέος, λόγω του ότι είναι υπό οποιαδήποτε αίρεση ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο, δεν έχει συγκεκριμένη αξία και δύναται να αναπροσαρμόσει οποιοδήποτε υπολογισμό που έγινε προηγουμένως λόγω αλλαγής συνθηκών ή πληροφοριών που έχουν καταστεί διαθέσιμες στον εκκαθαριστή και να πληροφορήσει τον πιστωτή σχετικά:

Νοείται ότι, όπου η αξία του χρέους καθορίζεται κατά τον τρόπο που αναφέρεται στο εδάφιο αυτό, το ποσό που επαληθεύεται για τους σκοπούς της εκκαθάρισης θα είναι αυτό του υπολογισμού.

(12) Εκτός αν ο επίσημος παραλήπτης ή εκκαθαριστής το επιτρέψει, επαλήθευση αναφορικά με χρήματα που οφείλονται δυνάμει συναλλαγματικής, γραμματίου εις διαταγή, επιταγής ή άλλου αξιογράφου ή ασφάλειας, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή, εκτός εάν παρουσιαστούν το έγγραφο ή η ασφάλεια ή αντίγραφο αυτών δεόντως πιστοποιημένα από τον πιστωτή ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του ως πιστά αντίγραφα.

(13) (α) Εξασφαλισμένος πιστωτής, ο οποίος έχει διαθέσει την εξασφάλισή του, δύναται να επαληθεύσει για το υπόλοιπο ποσό χρέους, αφότου αφαιρεθεί το ποσό το οποίο έλαβε με τη διάθεση της εξασφάλισης και, αν ο εξασφαλισμένος πιστωτής παραδώσει την εξασφάλιση του, δύναται να επαληθεύσει για ολόκληρο το χρέος ως να ήταν μη εξασφαλισμένος.

(β) Εξασφαλισμένος πιστωτής ο οποίος δεν έχει διαθέσει την εξασφάλισή του δύναται να επαληθεύσει για το υπόλοιπο ποσό χρέους, αφού πρώτα αφαιρεθεί το ποσό της αξίας της εξασφάλισής του, όπως αυτή καθοριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 251Α.

(14) Για το σκοπό επαλήθευσης χρέους το οποίο δημιουργήθηκε ή είναι πληρωτέο σε συνάλλαγμα άλλο από το ευρώ, το ποσό του χρέους θα μετατρέπεται σε ευρώ, σύμφωνα με τον επίσημο δείκτη συναλλάγματος, κατά το χρόνο που η εταιρεία τέθηκε σε εκκαθάριση.

(15) (α) Όπου το χρέος που επαληθεύεται στα πλαίσια εκκαθάρισης επιφέρει τόκο, ο τόκος επαληθεύεται ως μέρος του χρέους, εκτός εάν είναι πληρωτέος σε σχέση με οιαδήποτε περίοδο μετά την έναρξη εκκαθάρισης εταιρείας.

(β) Οι απαιτήσεις πιστωτή δύνανται να περιλαμβάνουν τόκο επί του χρέους αναφορικά με περιόδους πριν η εταιρεία περιέλθει σε εκκαθάριση, παρά το γεγονός ότι προηγουμένως δεν είχε επιφυλαχθεί ή συμφωνηθεί τόκος, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

(i) Αν το χρέος είναι πληρωτέο δυνάμει γραπτής συμφωνίας και πληρωτέο σε συγκεκριμένο χρόνο, τόκος δύναται να απαιτηθεί για την περίοδο από την ημέρα συνομολόγησης της συμφωνίας μέχρι την ημέρα που η εταιρεία περιήλθε σε εκκαθάριση·

(ii) εάν το χρέος είναι πληρωτέο καθ' οιονδήποτε άλλο τρόπο, τόκος δύναται να απαιτηθεί εάν πριν από την ημερομηνία απαίτησης, απαίτηση πληρωμής του χρέους είχε γίνει γραπτώς, από ή εκ μέρους του πιστωτή και δόθηκε ειδοποίηση ότι τόκος θα ήταν πληρωτέος από την ημερομηνία της απαίτησης μέχρι την ημέρα πληρωμής

(iii) τόκος δυνάμει της υποπαραγράφου (ii) δύναται να απαιτηθεί μόνο για την περίοδο από την ημερομηνία απαίτησης μέχρι την ημερομηνία που η εταιρεία περιήλθε σε εκκαθάριση.

Εκτίμηση της περιουσίας που υπόκειται σε εξασφάλιση

251Α.-(1) Εξασφαλισμένος πιστωτής, εντός δέκα (10) ημερών από την ημερομηνία δημοσίευσης του διατάγματος εκκαθάρισης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, υποβάλλει στον επίσημο παραλήπτη ή εκκαθαριστή και, όπου εφαρμόζεται, σε εγγυητή προκαταρκτική εκτίμηση της αξίας της περιουσίας που υπόκειται σε εξασφάλιση.

(2) Το αργότερο εντός δέκα (10) ημερών από την ημέρα υποβολής της προκαταρκτικής εκτίμησης από τον πιστωτή δυνάμει του εδαφίου (1), ο επίσημος παραλήπτης ή εκκαθαριστής και, όπου εφαρμόζεται, ο εγγυητής-

(α)  συμφωνούν μεταξύ τους και με τον πιστωτή ως προς την αξία της περιουσίας που υπόκειται σε εξασφάλιση, και σε τέτοια περίπτωση η εν λόγω εκτίμηση είναι δεσμευτική για όλους, ή

(β)  διορίζουν ανεξάρτητο εκτιμητή, ή

(γ) αποτείνονται στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας για να διορίσει η ίδια ανεξάρτητο εκτιμητή.

(3) Ανεξάρτητος εκτιμητής που διορίζεται είτε δυνάμει της παραγράφου (α) του εδαφίου (2), είτε δυνάμει της παραγράφου (β) του εδαφίου (2), καθορίζει εντός το αργότερο δέκα (10) ημερών από το διορισμό του, την αξία της περιουσίας που υπόκειται σε εξασφάλιση, και, η εκτίμηση που γίνεται από τον εν λόγω εκτιμητή θα είναι δεσμευτική για τον επίσημο παραλήπτη ή εκκαθαριστή, τον εξασφαλισμένο πιστωτή και, όπου εφαρμόζεται, τον εγγυητή.

(4) Τα έξοδα της εκτίμησης που γίνεται δυνάμει του εδαφίου (3), καταβάλλονται κατ' αναλογία από τον εξασφαλισμένο πιστωτή, τον επίσημο παραλήπτη ή εκκαθαριστή και, όπου εφαρμόζεται, τον εγγυητή:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που ο επίσημος παραλήπτης ή εκκαθαριστής ή, όπου εφαρμόζεται, ο εγγυητής, αποδέχεται την προκαταρκτική εκτίμηση της αξίας της περιουσίας που υπόκειται σε εξασφάλιση που υποβάλλεται δυνάμει του εδαφίου (1) από τον εξασφαλισμένο πιστωτή, εξαιρείται από την υποχρέωση καταβολής εξόδων των εκτιμήσεων:

Νοείται περαιτέρω ότι, τα έξοδα που καταβάλλονται από τον επίσημο παραλήπτη ή εκκαθαριστή δυνάμει του παρόντος εδαφίου, θεωρούνται ως έξοδα και δαπάνες της εκκαθάρισης.

(5) Για του σκοπούς του παρόντος άρθρου-

"εκτιμητής" σημαίνει αδειούχο εκτιμητή, ο οποίος είναι εγγεγραμμένο μέλος στο Μητρώο Μελών του Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου δυνάμει του περί Επιστημονικού Επιμελητηρίου Κύπρου Νόμου·

"αξία της περιουσίας που υπόκειται σε εξασφάλιση" σημαίνει το ποσό το οποίο η περιουσία θα μπορούσε να αναμένεται ότι θα αποφέρει, εάν διατίθετο στην ελεύθερη αγορά από πωλητή που ενεργεί εκούσια, σε αγοραστή που ενεργεί εκούσια, λαμβάνοντας υπόψη ότι η εταιρεία βρίσκεται υπό εκκαθάριση·

"Υπηρεσία Αφερεγγυότητας" σημαίνει την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας ως ορίζεται σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Συμβούλων Αφερεγγυότητας Νόμου.

Αναπροσαρμογή δικαιωμάτων συνεισφορέων

252. Το Δικαστήριο αναπροσαρμόζει τα δικαιώματα των συνεισφορέων μεταξύ τους και διανέμει οποιοδήποτε περίσσευμα μεταξύ των προσώπων που δικαιούνται σε αυτό.

Επιθεώρηση βιβλίων από πιστωτές και συνεισφορείς

253.-(1) Το Δικαστήριο δύναται, οποτεδήποτε μετά την έκδοση διατάγματος εκκαθάρισης, να εκδώσει τέτοιο διάταγμα για επιθεώρηση των βιβλίων και εγγράφων της εταιρείας από πιστωτές και συνεισφορείς όπως το Δικαστήριο θεωρεί δίκαιο, και οποιαδήποτε βιβλία και έγγραφα στην κατοχή της εταιρείας δύνανται να επιθεωρηθούν από πιστωτές ή συνεισφορείς ανάλογα, αλλά όχι περαιτέρω ή διαφορετικά.

(2) Καμιά διάταξη στο άρθρο αυτό δεν εκλαμβάνεται ότι αποκλείει ή περιορίζει οποιαδήποτε θέσμια δικαιώματα κυβερνητικού τμήματος ή προσώπου που ενεργεί με βάση την εξουσιοδότηση κυβερνητικού τμήματος.

Εξουσία για διαταγή όπως τα έξοδα εκκαθάρισης πληρωθούν από περιουσιακά στοιχεία

254. Το Δικαστήριο δύναται, σε περίπτωση που τα περιουσιακά στοιχεία είναι ανεπαρκή για ικανοποίηση των υποχρεώσεων, να εκδώσει διάταγμα για την πληρωμή από τα περιουσιακά στοιχεία των εξόδων, τελών και δαπανών που προκλήθηκαν κατά την εκκαθάριση με τέτοια σειρά προτεραιότητας όπως το Δικαστήριο θεωρεί δίκαιο.

Εξουσία για κλήτευση προσώπων που υπάρχει υποψία ότι έχουν περιουσία της εταιρείας κλπ.

255.-(1) Το Δικαστήριο δύναται, οποτεδήποτε μετά το διορισμό προσωρινού εκκαθαριστή ή την έκδοση διατάγματος εκκαθάρισης, να καλέσει ενώπιον του οποιοδήποτε αξιωματούχο της εταιρείας ή πρόσωπο που είναι γνωστό ή για το οποίο υπάρχει υποψία ότι έχει στην κατοχή του οποιαδήποτε περιουσία της εταιρείας ή που πιστεύεται ότι χρωστεί στην εταιρεία, ή οποιοδήποτε πρόσωπο που το Δικαστήριο κρίνει ικανό να δώσει πληροφορίες αναφορικά με την ίδρυση, εμπορία, συναλλαγές, υποθέσεις ή περιουσία της εταιρείας.

(2) Το Δικαστήριο δύναται να το εξετάσει ενόρκως αναφορικά με τα αναφερόμενα θέματα είτε προφορικά είτε με βάση γραπτό ερωτηματολόγιο, και δύναται να καταγράψει τις απαντήσεις του και να απαιτήσει να τις υπογράψει.

(3) Το Δικαστήριο δύναται να απαιτήσει από αυτό να προσαγάγει οποιαδήποτε βιβλία και έγγραφα που βρίσκονται στη φύλαξη ή εξουσία του που σχετίζονται με την εταιρεία, αλλά, όταν αυτό αξιώνει ότι κατέχει δικαίωμα παρακράτησης πάνω στα βιβλία και έγγραφα που προσάγονται από αυτό η προσαγωγή θα είναι χωρίς βλάβη εκείνου του δικαιώματος παρακράτησης, και το Δικαστήριο έχει αρμοδιότητα κατά την εκκαθάριση να αποφασίσει πάνω σε όλα τα θέματα που σχετίζονται με εκείνο το δικαίωμα παρακράτησης.

(4) Αν οποιοδήποτε με αυτό τον τρόπο κλητευμένο πρόσωπο, αφού του προσφερθεί λογικό ποσό για τα έξοδα του, αρνείται να παρουσιαστεί ενώπιον του Δικαστηρίου μέσα στον ορισμένο χρόνο, χωρίς να έχει οποιοδήποτε νομικό κώλυμα (που κοινοποιείται στο Δικαστήριο κατά το χρόνο της συνεδρίας του και που γίνεται αποδεχτό από αυτό) το Δικαστήριο δύναται να μεριμνήσει για τη σύλληψη του και την προσαγωγή του στο Δικαστήριο για εξέταση.

Εξουσία να διατάσσεται δημόσια εξέταση ιδρυτών και αξιωματούχων

256.-(1) Όταν εκδόθηκε διάταγμα εκκαθάρισης εταιρείας από το Δικαστήριο, και ο επίσημος παραλήπτης έκανε περαιτέρω έκθεση σύμφωνα με το Νόμο αυτό που δηλώνει ότι κατά τη γνώμη του διαπράχτηκε δόλος από οποιοδήποτε πρόσωπο κατά την ίδρυση ή σύσταση της ή από οποιοδήποτε αξιωματούχο της εταιρείας σχετικά με την εταιρεία από τη σύσταση της, το Δικαστήριο δύναται, μετά από μελέτη της έκθεσης, να διατάξει όπως το πρόσωπο εκείνο ή ο αξιωματούχος παρουσιαστεί στο Δικαστήριο σε ημέρα που ορίζεται από το Δικαστήριο με σκοπό να εξεταστεί δημόσια για την ίδρυση ή σύσταση ή τη διεξαγωγή των εργασιών της εταιρείας ή ως προς τη συμπεριφορά και συναλλαγές του ως αξιωματούχος της.

(2) Ο επίσημος παραλήπτης λαμβάνει μέρος στην εξέταση, και δύναται, για το σκοπό αυτό, αν εξουσιοδοτηθεί από το Δικαστήριο, ειδικά για αυτό, να προσλάβει δικηγόρο.

(3) Ο εκκαθαριστής, όταν ο επίσημος παραλήπτης δεν είναι ο εκκαθαριστής, και οποιοσδήποτε πιστωτής ή συνεισφορέας δύναται να λάβει μέρος στην εξέταση είτε προσωπικά είτε με δικηγόρο.

(4) Το Δικαστήριο δύναται να υποβάλει στο εξεταζόμενο πρόσωπο τέτοιες ερωτήσεις που το Δικαστήριο θεωρεί σωστό.

(5) Το εξεταζόμενο πρόσωπο εξετάζεται ενόρκως και απαντά όλες τις ερωτήσεις που το Δικαστήριο δυνατό να υποβάλει ή επιτρέψει να υποβληθούν σε αυτό.

(6) Πρόσωπο το οποίο διατάχτηκε να εξεταστεί με βάση το άρθρο αυτό, με έξοδα του, πριν από την εξέταση του, εφοδιάζεται με αντίγραφο της έκθεσης του επίσημου παραλήπτη, και δύναται με δικά του έξοδα να προσλάβει δικηγόρο, που θα είναι ελεύθερος να υποβάλει σε αυτό τέτοιες ερωτήσεις που το Δικαστήριο δυνατό να θεωρήσει δίκαιο για να δυνηθεί να εξηγήσει ή τροποποιήσει οποιεσδήποτε απαντήσεις που δόθηκαν από αυτό:

Νοείται ότι, αν οποιοδήποτε τέτοιο πρόσωπο υποβάλλει αίτηση το Δικαστήριο για να το απαλλάξει από οποιεσδήποτε κατηγορίες που έγιναν ή προτάθηκαν εναντίον του, είναι καθήκον του επίσημου παραλήπτη να εμφανιστεί στην ακρόαση της αίτησης και να επισύρει την προσοχή του Δικαστηρίου σε οποιαδήποτε θέματα που φαίνονται σχετικά στον επίσημο παραλήπτη, και αν το Δικαστήριο μετά την ακρόαση οποιασδήποτε μαρτυρίας που δόθηκε ή μαρτύρων που κλήθηκαν από τον επίσημο παραλήπτη, αποδέχεται την αίτηση, το Δικαστήριο δύναται να επιδικάσει στον αιτητή τέτοια έξοδα που κατά την κρίση του δυνατό να θεωρήσει σωστό.

(7) Πρακτικά της εξέτασης καταγράφονται, και διαβάζονται σε ή από, και υπογράφονται από, το εξεταζόμενο πρόσωπο, και δύνανται μετά να χρησιμοποιηθούν ως μαρτυρία εναντίον του, και επιτρέπεται η επιθεώρηση τους από οποιοδήποτε πιστωτή ή συνεισφορέα σε κάθε εύλογο χρόνο.

(8) Το Δικαστήριο δύναται, αν το θεωρεί σωστό, να αναβάλλει την εξέταση από καιρό σε καιρό.

Δημόσια εξέταση

256Α.-(1) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του άρθρου 256, όπου μία εταιρεία εκκαθαρίζεται από το Δικαστήριο, ο επίσημος παραλήπτης ή ο εκκαθαριστής δύναται, κατά οποιοδήποτε χρόνο πριν από τη διάλυση της εταιρείας, να αποταθεί στο Δικαστήριο για δημόσια εξέταση οποιουδήποτε προσώπου το οποίο-

(α)  είναι ή ήταν αξιωματούχος της εταιρείας, ή

(β)  έχει ενεργήσει εξεταστής, ή  ως  εκκαθαριστής,

(γ)  είναι συνεισφορέας της εταιρείας, ή

(δ)  οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, εκτός από αυτά που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (β), το οποίο έχει ή είχε σχέση ή έχει λάβει μέρος στην προαγωγή, σύσταση ή διεύθυνση της εταιρείας.

(2) Εκτός το Δικαστήριο διατάξει διαφορετικά ο παραλήπτης ή ο εκκαθαριστής προβαίνει σε αίτηση σύμφωνα με το εδάφιο (1) αν αυτό ζητηθεί από-

(α) το ένα δεύτερο σε αξία των πιστωτών της εταιρείας, ή

(β) τα τρία τέταρτα σε αξία των συνεισφορέων της εταιρείας.

(3) Κατόπιν αίτησης σύμφωνα με το εδάφιο (1), το Δικαστήριο θα δώσει οδηγίες όπως διενεργηθεί δημόσια εξέταση του προσώπου με το οποίο σχετίζεται η αίτηση, σε ημέρα που θα καθορίσει το Δικαστήριο, και το πρόσωπο αυτό θα παραστεί στο Δικαστήριο κατά την ημέρα εκείνη και θα εξεταστεί δημόσια, αναφορικά με την προαγωγή, σύσταση ή διεύθυνση της εταιρείας ή αναφορικά με τη διεκπεραίωση των εργασιών και υποθέσεών της ή την συμπεριφορά ή τις συναλλαγές του σε σχέση με την εταιρεία.

(4) Τα ακόλουθα πρόσωπα δύνανται να λάβουν μέρος στη δημόσια εξέταση προσώπου σύμφωνα με το όρθρο αυτό και δύνανται να προβαίνουν σε ερωτήσεις στο πρόσωπο αναφορικά με τα θέματα που αναφέρονται στο εδάφιο (3):

(α) Ο επίσημος παραλήπτης·

(β) ο εκκαθαριστής της εταιρείας·

(γ) ο εξεταστής της εταιρείας·

(δ) οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο έχει διοριστεί ως ειδικός διαχειριστής της περιουσίας ή των εργασιών της εταιρείας·

(ε) οποιοσδήποτε πιστωτής της εταιρείας που έχει υποβάλει αποδεικτικά απαίτησης κατά την εκκαθάριση·

(στ) οποιοσδήποτε συνεισφορέας της εταιρείας.

(5) Για σκοπούς του παρόντος άρθρου, ο επίσημος παραλήπτης δύναται να διορίζει δικηγόρο, τα έξοδα του οπαίου θα επιβαρύνουν την περιουσία της εταιρείας.

Ποινικά αδικήματα

256Β.-(1) Αν πρόσωπο, χωρίς εύλογη αιτία, παραλείψει κατά οποιοδήποτε χρόνο να παρουσιαστεί, στην σύμφωνα με το άρθρο 256Α δημόσια εξέταση, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια ευρώ (€1.000) ή σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα έτος ή και στις δύο ποινές μαζί.

(2) Σε περίπτωση κατά την οποία οποιοδήποτε πρόσωπο, χωρίς εύλογη αιτία, παραλείψει κατά οποιοδήποτε χρόνο να παρουσιαστεί στη σύμφωνα με το άρθρο 256Α δημόσια εξέτασή του ή όπου υπάρχει εύλογη υποψία ότι το πρόσωπο αυτό έχει διαφύγει ή πρόκειται να διαφύγει, με σκοπό να αποφύγει ή να καθυστερήσει την εξέτασή του, το Δικαστήριο τηρουμένων των σχετικών με την έκδοση και εκτέλεση δικαστικών ενταλμάτων διατάξεων του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, δύναται να εκδώσει ένταλμα-

(α) σύλληψης του προσώπου αυτού, ή/και

(β) έρευνας, το οποίο δύναται να περιλαμβάνει και κατάσχεση οποιωνδήποτε βιβλίων, εγγράφων, αρχείων, χρημάτων ή αγαθών στην κατοχή του προσώπου.

(3) (α) Σε περίπτωση που εφαρμόζεται η παράγραφος (α) του εδαφίου (2), τηρουμένων των διατάξεων του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, το Δικαστήριο δύναται να διατάξει όπως το πρόσωπο που συνελήφθηκε, δυνάμει σχετικού δικαστικού εντάλματος, παραμείνει υπό κράτηση αν δεν έχει συμπληρωθεί η διεξαγωγή των ανακρίσεων σύμφωνα με το άρθρο 24 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου.

(β) Σε περίπτωση που εφαρμόζεται η υποπαράγραφος (β) του εδαφίου (2), οτιδήποτε κατασχέθηκε δυνάμει δικαστικού εντάλματος, το Δικαστήριο, δύναται να διατάξει όπως αυτό κατακρατηθεί σύμφωνα με το άρθρο 32 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου.

Εξουσία για τη σύλληψη συνεισφορέα που διαφεύγει

257. Το Δικαστήριο δύναται, οποτεδήποτε είτε πριν από είτε μετά την έκδοση διατάγματος εκκαθάρισης, με απόδειξη πιθανής υποψίας ότι συνεισφορέας πρόκειται να εγκαταλείψει τη Δημοκρατία ή διαφορετικά να διαφύγει ή να απομακρύνει ή αποκρύψει οποιαδήποτε περιουσία του με σκοπό την αποφυγή πληρωμής κλήσεων ή την αποφυγή εξέτασης σχετικά με τις υποθέσεις της εταιρείας, να διατάξει τη σύλληψη του συνεισφορέα και την κατάσχεση των βιβλίων και εγγράφων και κινητής περιουσίας του και αυτός και αυτά να φυλαχτούν με ασφάλεια για τέτοιο χρόνο που το Δικαστήριο δυνατό να διατάξει.

Οι εξουσίες του Δικαστηρίου είναι συσσωρευτικές

258. Οποιεσδήποτε εξουσίες που χορηγούνται στο Δικαστήριο από το Νόμο αυτό είναι συσσωρευτικές και όχι για περιορισμό οποιωνδήποτε υφιστάμενων εξουσιών για την έναρξη διαδικασίας εναντίον οποιουδήποτε συνεισφορέα ή χρεώστη, για την ανάκτηση οποιωνδήποτε κλήσεων ή άλλων ποσών.

Εκχώρηση στον εκκαθαριστή ορισμένων εξουσιών του Δικαστηρίου

259. Δύναται να γίνει διάταξη με γενικούς κανόνες για να γίνει δυνατή ή που να απαιτείται όπως όλες ή οποιεσδήποτε από τις εξουσίες και καθήκοντα που χορηγούνται και επιβάλλονται στο Δικαστήριο με το Νόμο αυτό σχετικά με τα ακόλουθα θέματα:

(α) τη σύγκληση και διεξαγωγή συνεδριάσεων για εξακρίβωση των επιθυμιών των πιστωτών και συνεισφορέων

(β) την κατάρτιση καταλόγων συνεισφορέων και τη διόρθωση του μητρώου μελών όταν αυτό απαιτείται, και την είσπραξη και διάθεση των στοιχείων ενεργητικού

(γ) την πληρωμή, παράδοση, μεταφορά, παράδοση ή μεταβίβαση χρημάτων, ιδιοκτησίας, βιβλίων ή εγγράφων στον εκκαθαριστή

(δ) τη διενέργεια κλήσεων

(ε) τον καθορισμό χρόνου μέσα στον οποίο χρέη και απαιτήσεις πρέπει να αποδεικτούν,

ασκούνται ή εκτελούνται από τον εκκαθαριστή ως λειτουργό του Δικαστηρίου, και υπό τον έλεγχο του Δικαστηρίου:

Νοείται ότι ο εκκαθαριστής δεν δύναται, χωρίς την ειδική άδεια του Δικαστηρίου, να διορθώσει το μητρώο των μελών, και δεν θα κάνει οποιαδήποτε κλήση χωρίς είτε την ειδική άδεια του Δικαστηρίου είτε την έγκριση της επιτροπής επιθεώρησης.

Πρόωρη διάλυση

259Α.-(1) Όπου το Δικαστήριο έχει εκδώσει διάλυση διάταγμα για εκκαθάριση εταιρείας και ο εκκαθαριστής της εταιρείας αποφαίνεται -

(α) ότι τα ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας είναι ανεπαρκή για να καλύψουν τα έξοδα της εκκαθάρισης, και

(β) ότι οι υποθέσεις της εταιρείας δεν απαιτούν περαιτέρω διερεύνηση,

δύναται, κατά οποιοδήποτε χρόνο, να αποταθεί στο Δικαστήριο για την πρόωρη διάλυση της εταιρείας.

(2) Ο εκκαθαριστής, προτού υποβάλει την προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) αίτηση στο Δικαστήριο, ειδοποιεί για την πρόθεσή του αυτή τους πιστωτές και συνεισφορείς της εταιρείας τριάντα (30) ημέρες πριν από την υποβολή της εν λόγω αίτησης:

Νοείται ότι, σε περίπτωση κατά την οποία ο εκκαθαριστής είναι πρόσωπο άλλο από τον επίσημο παραλήπτη, ο εκκαθαριστής κοινοποιεί και στον επίσημο παραλήπτη την πρόθεσή του για υποβολή της προβλεπόμενης στο εδάφιο (1) αίτησης τριάντα (30) ημέρες πριν από την υποβολή της.

(3) Με τη λήξη της περιόδου που αναφέρεται στο εδάφιο (2), παύει, τηρουμένων οποιωνδήποτε οδηγιών σύμφωνα με το άρθρο 259Β, να απαιτείται από τον εκκαθαριστή να εκτελέσει οποιαδήποτε καθήκοντα που επιβλήθηκαν σε αυτόν σε σχέση με την εταιρεία, τους πιστωτές ή τους συνεισφορείς της, σύμφωνα με οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου, εκτός από την υποχρέωση να υποβάλει αίτηση, σύμφωνα με το εδάφιο (1).

(4) Με τη λήψη της αίτησης του εκκαθαριστή, σύμφωνα με το εδάφιο (2), το Δικαστήριο επιλαμβάνεται άμεσα της αίτησης αυτής και εκδίδει το ανάλογο διάταγμα.

(5) Εφόσον εκδοθεί διάταγμα πρόωρης διάλυσης από το Δικαστήριο δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (4), ο εκκαθαριστής κοινοποιεί εντός τριάντα (30) ημερών το εν λόγω διάταγμα στον έφορο εταιρειών και, εκτός εάν το Δικαστήριο διατάξει διαφορετικά, η εταιρεία διαλύεται από την ημερομηνία έκδοσης του διατάγματος:

Νοείται ότι, σε περίπτωση κατά την οποία ο εκκαθαριστής είναι πρόσωπο άλλο από τον επίσημο παραλήπτη, ο εκκαθαριστής κοινοποιεί το διάταγμα και στον επίσημο παραλήπτη.

(6) Κατά οποιοδήποτε χρόνο πριν από τη λήξη της περιόδου που αναφέρεται στο εδάφιο (2), το Δικαστήριο δύναται, κατόπιν αίτησης του εκκαθαριστή ή οποιουδήποτε άλλου ενδιαφερόμενου προσώπου, να δώσει οδηγίες σύμφωνα με το άρθρο 259Β.

Συνέπειες ειδοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 259Α

259Β.-(1) Όπου έχει δοθεί ειδοποίηση σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 259Α, ο εκκαθαριστής ή οποιοσδήποτε πιστωτής ή συνεισφορέας της εταιρείας δύναται να αιτηθεί στο Δικαστήριο, για την έκδοση οδηγιών.

(2) Οι λόγοι για τους οποίους δύναται να γίνει αίτηση είναι οι ακόλουθοι:

(α) Τα ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας είναι επαρκή για την κάλυψη των δαπανών της εκκαθάρισης·

(β) οι υποθέσεις της απαιτούν κάποια διερεύνηση· ή εταιρείας περαιτέρω·

(γ) για οποιοδήποτε άλλο λόγο, η πρόωρη διάλυση της εταιρείας δεν ενδείκνυται.

(3) Το Δικαστήριο δύναται να δώσει τέτοιες οδηγίες όπως θεωρεί κατάλληλες για να καταστεί δυνατή η εκκαθάριση της εταιρείας ως να μην δόθηκε καμία ειδοποίηση σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 259Α.

Διάλυση εταιρείας

260.-(1) Όταν οι υποθέσεις εταιρείας έχουν πλήρως εκκαθαριστεί, το Δικαστήριο, αν ο εκκαθαριστής υποβάλει αίτηση για το σκοπό αυτό, εκδίδει διάταγμα για τη διάλυση της εταιρείας από την ημερομηνία του διατάγματος και η εταιρεία ακολούθως διαλύεται.

(2) Αντίγραφο του διατάγ΅ατος παραδίδεται από τον εκκαθαριστή ΅έσα σε δεκατέσσερις (14) η΅έρες από την η΅ερο΅ηνία έκδοσης του διατάγματος για εγγραφή στον έφορο εταιρειών.

(3) Αν ο εκκαθαριστής παραλείψει να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του άρθρου αυτού, αυτός υπόκειται σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις είκοσι πέντε λίρες για κάθε ημέρα κατά τη διάρκεια της οποίας αυτός ευθύνεται για παράλειψη.