Ειδοποίηση βελτίωσης και απαγορευτικής ειδοποίησης

45.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία ο Αρχιεπιθεωρητής ή ο Επιθεωρητής διαπιστώσει παράβαση οποιασδήποτε διάταξης του παρόντος Νόμου, δύναται να επιδώσει στον φορέα εκμετάλλευσης εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία διαπίστωσης της παράβασης ειδοποίηση βελτίωσης, η οποία να-

(α) αναφέρει ότι διαπίστωσε παράβαση διάταξης του παρόντος Νόμου,

(β) αναφέρει την ή τις πρόνοιες του Νόμου που έχουν παραβιαστεί, και να

(γ) καθορίζει χρονική περίοδο, όχι μικρότερη από είκοσι μία (21) ημέρες, μέσα στην οποία η παράβαση πρέπει να αρθεί.

(2) Σε περίπτωση που ο φορέας εκμετάλλευσης έχει ένσταση αναφορικά με την ειδοποίηση βελτίωσης που του επιδόθηκε δύναται εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία επίδοσης να υποβάλει γραπτώς ένσταση στην Αρμόδια Αρχή, η οποία εξετάζει κατόπιν ακρόασης των ενδιαφερομένων μερών και αποφασίζει εντός ευλόγου χρόνου κατά πόσο υπήρξε παράβαση. Σε περίπτωση που η Αρμόδια Αρχή αποφασίσει ότι υπήρξε παράβαση τότε ο φορέας εκμετάλλευσης πρέπει να συμμορφωθεί με την ειδοποίηση βελτίωσης εντός τριάντα (30) ημερών, η οποία διαπιστώνεται κατόπιν ελέγχου επιθεώρησης από τον Αρχιεπιθεωρητή ή Επιθεωρητή.

(3) Σε περίπτωση που ο Αρχιεπιθεωρητής ή ο Επιθεωρητής διαπιστώσει ότι ο φορέας εκμετάλλευσης δεν έχει συμμορφωθεί με τα μέτρα που ορίζονται στην ειδοποίηση βελτίωσης εντός της καθοριζόμενης χρονικής περιόδου, δύναται να επιδώσει εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία διαπίστωσης στο φορέα εκμετάλλευσης απαγορευτική ειδοποίηση.

(4) Η προβλεπόμενη στο εδάφιο (3) απαγορευτική ειδοποίηση-

(α) αναφέρει ότι ο Αρχιεπιθεωρητής ή ο Επιθεωρητής διαπίστωσε ότι ο φορέας εκμετάλλευσης δεν έχει συμμορφωθεί με τα μέτρα που ορίζονται στην ειδοποίηση βελτίωσης εντός της καθοριζόμενης χρονικής περιόδου,

(β) αναφέρει τους λόγους για τους οποίους, κατά την άποψη του Αρχιεπιθεωρητή ή Επιθεωρητή, δεν πληρούνται οι διατάξεις του παρόντος Νόμου,

(γ) περιέχει οδηγίες για συγκεκριμένα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για τήρηση των διατάξεων του παρόντος Νόμου,

(δ) ορίζει xρονική περίοδο μετά την παρέλευση της οποίας ο φορέας εκμετάλλευσης θα πρέπει να παύσει να λειτουργεί, αν δεν συμμορφωθεί με τις διατάξεις του Νόμου και αν δεν ληφθούν τα μέτρα για τα οποία έδωσε οδηγίες σύμφωνα με την παράγραφο (γ).

(5) Σε περίπτωση που ο φορέας εκμετάλλευσης έχει ένσταση αναφορικά με την επιβολή απαγορευτικής ειδοποίησης που του επιδόθηκε δύναται εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία επίδοσης να υποβάλει γραπτώς ένσταση στην Αρμόδια Αρχή, η οποία εξετάζει κατόπιν ακρόασης όλων των ενδιαφερομένων μερών και αποφασίζει εντός ευλόγου χρόνου τη διατήρηση της επιβολής της απαγορευτικής ειδοποίησης ή την άρση της.