Βλάβη συγκοινωνιών, κ.λ.π.

18.-(1) Στρατιωτικός, όστις εν καιρώ πολέμου, ενόπλου στάσεως, καταστάσεως εκτάκτου ανάγκης ή επιστρατεύσεως, καταστρέφει, βλάπτει ή αχρηστεύει-

(α) οδούς, σιδηροδρομικάς, τηλεγραφικάς ή τηλεφωνικάς συγκοινωνίας, εγκαταστάσεις, υλικά κατασκευής ή επισκευής αυτών, ή υπό του στρατού χρησιμοποιούμενα μεταφορικά μέσα οιαδήποτε~

(β) κτίρια, έργα, αποθήκας, εργοστάσια ή τεχνικάς εγκαταστάσεις, ανήκοντα εις τον στρατόν ή χρησιμοποιούμενα υπ’ αυτού ή προωρισμένα προς χρήσιν αυτού~

(γ) όπλα, πυρομαχικά ή έτερα πολεμικά υλικά, μηχανήματα ή συσκευασίας, προμηθείας του στρατού εις υλικόν στρατοπεδεύσεως ή εξαρτύσεως ή ιματισμού ή εις τρόφιμα,

είναι ένοχος κακουργήματος και τιμωρείται με ισόβια φυλάκιση.