20.-(1) Ο Έφορος, για σκοπούς ελέγχου και εποπτείας των Κέντρων ως προς τη συμμόρφωσή τους με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, τις πρόνοιες των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών και τους όρους και προϋποθέσεις που έχουν ενσωματωθεί στην άδεια ίδρυσης ή/και στην άδεια λειτουργίας την οποία έχουν εξασφαλίσει, δύναται, με γνωστοποίησή του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να διορίσει λειτουργούς του Υπουργείου οι οποίοι διαθέτουν προσόντα σχετικά με το αντικείμενο του παρόντος Νόμου, όπως αυτός θεωρεί αναγκαίο, ως εντεταλμένους επιθεωρητές:
(2) Κάθε εντεταλμένος επιθεωρητής έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες και εξουσίες:
(α) Στο πλαίσιο αξιολόγησης υποβληθείσας αίτησης για εξασφάλιση άδειας ίδρυσης Κέντρου, επισκέπτεται χώρους οι οποίοι προορίζονται να χρησιμοποιηθούν ως Κέντρα, ώστε να ελέγξει και διαπιστώσει κατά πόσον αυτά ανταποκρίνονται στα στοιχεία της υποβληθείσας αίτησης, καθώς και κατά πόσον πληρούν τις απαιτούμενες δυνάμει του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών προδιαγραφές·
(β) επισκέπτεται και διενεργεί ετήσιους και έκτακτους ελέγχους σε Κέντρο, ώστε να διαπιστώνει κατά πόσον αυτό συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών, των εγκυκλίων του Εφόρου και των όρων ή προϋποθέσεων που έχουν ενσωματωθεί στην άδεια ίδρυσης ή/και στην άδεια λειτουργίας του Κέντρου·
(γ) υποβάλλει εκθέσεις στον Έφορο σχετικά με τα απορρέοντα των ελέγχων και επιθεωρήσεων που διενεργεί στις οποίες περιλαμβάνονται οι διαπιστώσεις του σχετικά με τη συμμόρφωση του Κέντρου με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και τις πρόνοιες των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών, των εγκυκλίων του Εφόρου και των όρων ή προϋποθέσεων που έχουν ενσωματωθεί στην άδεια ίδρυσης ή/και στην άδεια λειτουργίας του Κέντρου·
(δ) αναφέρει στον Έφορο κάθε παραβίαση διάταξης του παρόντος Νόμου ή πρόνοιας των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών ή όρου άδειας εκδοθείσας δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου· και
(ε) εκτελεί ό,τι άλλο του ανατίθεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(3) Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 23 και 24, εντεταλμένος επιθεωρητής ο οποίος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του λαμβάνει γνώση πληροφορίας ή στοιχείου, δεν το αποκαλύπτει σε τρίτο πρόσωπο, εκτός για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των προνοιών των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών ή στο πλαίσιο δικαστικής διαδικασίας.
21.-(1) Ο Έφορος ή/και εντεταλμένος επιθεωρητής δύναται, κατά πάντα εύλογο χρόνο και αφού επιδείξει το αποδεικτικό της ιδιότητάς του, να ασκεί τις ακόλουθες εξουσίες:
(α) Εισόδου, ελεύθερα και χωρίς προηγούμενη προειδοποίηση, για σκοπούς διαπίστωσης της διάπραξης προβλεπόμενου στον παρόντα Νόμο αδικήματος σε υποστατικό ή χώρο για τον οποίο υπάρχει εύλογη υποψία ότι χρησιμοποιείται ή προορίζεται να χρησιμοποιηθεί ως Κέντρο κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των προνοιών των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών:
(β) εισόδου σε Κέντρο με σκοπό την άσκηση ετήσιου ή έκτακτου ελέγχου ή επιθεώρησης, ώστε να διαπιστωθεί κατά πόσο τηρούνται οι διατάξεις του παρόντος Νόμου και οι πρόνοιες των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών ή οι όροι και οι προϋποθέσεις που περιλαμβάνονται στην άδεια λειτουργίας του·
(γ) απαίτησης από το κατά νόμον υπεύθυνο πρόσωπο ή τον επιστημονικό διευθυντή ή τον ιδιοκτήτη ή άλλο υπεύθυνο κατά τη δεδομένη στιγμή πρόσωπο, κατά τον ετήσιο ή έκτακτο έλεγχο ή επιθεώρηση Κέντρου, την παρουσίαση βιβλίων εγγραφής, αρχείων ή άλλων εγγράφων τα οποία απαιτείται να τηρούνται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των προνοιών των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών·
(δ) απαίτησης από το κατά νόμον υπεύθυνο πρόσωπο ή τον επιστημονικό διευθυντή ή τον ιδιοκτήτη ή άλλο υπεύθυνο κατά τη δεδομένη στιγμή πρόσωπο της διενέργειας επιτόπιου δοκιμαστικού ελέγχου της λειτουργίας συσκευής ή εξοπλισμού που υπάρχει στο Κέντρο, των προνοιών των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών ή των όρων και προϋποθέσεων που περιλαμβάνονται στην άδεια λειτουργίας αυτού και, σε περίπτωση που διαπιστώνεται βλάβη ή κακή λειτουργία τους, απαίτησης της άμεσης αντικατάστασης ή επιδιόρθωσής τους.
(2) Ο Έφορος ή εντεταλμένος επιθεωρητής ο οποίος εισέρχεται σε Κέντρο ή σε υποστατικό ή άλλο χώρο δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) δύναται να συνοδεύεται από εξουσιοδοτημένα από τον Έφορο τρίτα πρόσωπα κατά την κρίση του Εφόρου, να φέρει εξοπλισμό όπως κρίνει αναγκαίο και, σε περίπτωση κατά την οποία εύλογα πιστεύει ότι στον χώρο αυτό έχουν παραβιαστεί οι διατάξεις του παρόντος Νόμου ή οι πρόνοιες των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών ή παραβιάζεται όρος άδειας ίδρυσης ή/και άδειας λειτουργίας ή έχει διαπραχθεί προβλεπόμενο στον παρόντα Νόμο αδίκημα, να κατασχέσει και να συλλέξει τέτοια αποδεικτικά στοιχεία που εύλογα πιστεύει ότι θα χρειαστούν σε μελλοντική διαδικασία επιβολής διοικητικών κυρώσεων ή ποινικής δίωξης για το αδίκημα αυτό.
(3) Το κατά νόμον υπεύθυνο πρόσωπο ή άλλο κατά τη δεδομένη στιγμή υπεύθυνο πρόσωπο Κέντρου στο οποίο διεξάγεται έλεγχος και επιθεώρηση δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, μεριμνά, ώστε να παρέχεται κάθε δυνατή διευκόλυνση στον Έφορο ή τον εντεταλμένο επιθεωρητή για την ταχεία και απρόσκοπτη διεκπεραίωση της επιθεώρησης.
22.-(1) Ο Έφορος, σε περίπτωση κατά την οποία διαπιστώνει παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των προνοιών των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών ή όρου ή προϋπόθεσης που ενσωματώνεται στην άδεια λειτουργίας του Κέντρου και ανεξάρτητα από το κατά πόσον τέτοια παράβαση συνιστά προβλεπόμενο στον παρόντα Νόμο ποινικό αδίκημα, δύναται να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο το ύψος του οποίου δεν υπερβαίνει τις εκατόν πενήντα χιλιάδες ευρώ (€150.000) ανά παράβαση, τηρουμένης της αρχής της αναλογικότητας, λαμβάνοντας υπόψη τη σοβαρότητα και το επαναλαμβανόμενο ή μη της παράβασης.
(2) Ο Έφορος, πριν από την επιβολή προβλεπόμενου στο παρόν άρθρο διοικητικού προστίμου, επιδίδει μέσω επιθεωρητή στο κατά νόμον υπεύθυνο πρόσωπο ειδοποίηση με τις εκ πρώτης όψεως διαπιστωθείσες παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή/και των προνοιών των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών ή των όρων ή προϋποθέσεων της άδειας ίδρυσης ή/και άδειας λειτουργίας του Κέντρου, ανάλογα με την περίπτωση, του παρέχει το δικαίωμα ακρόασης και το καλεί σε συμμόρφωση διά της άρσης των παραβάσεων εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της ειδοποίησης.
(3) Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με την προβλεπόμενη στο εδάφιο (2) ειδοποίηση, ο Έφορος επιδίδει μέσω επιθεωρητή στο κατά νόμον υπεύθυνο πρόσωπο ειδοποίηση επιβολής διοικητικού προστίμου, με την οποία καθορίζει-
(α) την υποχρέωση ή τις υποχρεώσεις που παραβιάζονται από το Κέντρο·
(β) το ύψος του επιβληθέντος διοικητικού προστίμου· και
(γ) προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης της ειδοποίησης μέσα στην οποία το κατά νόμον υπεύθυνο πρόσωπο του Κέντρου δύναται να υποβάλει γραπτή ένσταση στον Έφορο,
και τον καλεί σε άρση των παραβάσεων και επανόρθωση εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, το οποίο καθορίζει στην απόφασή του.
(4)(α) Το κατά νόμον υπεύθυνο πρόσωπο δύναται να υποβάλει ένσταση στον Έφορο εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της ειδοποίησης επιβολής προστίμου κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (3):
(β) Ο Έφορος εξετάζει την ένσταση, αποφασίζει επί αυτής και κοινοποιεί την απόφασή του προς το κατά νόμον υπεύθυνο πρόσωπο εντός τριάντα (30) ημερών από τη λήψη της.
(γ) Ο Έφορος δύναται-
(i) να εγκρίνει ή να απορρίψει, εν όλω ή εν μέρει, την ένσταση και να επικυρώσει την προσβληθείσα απόφαση, ανάλογα·
(ii) να τροποποιήσει προσβληθείσα απόφαση· ή
(iii) να προβεί στην έκδοση νέας απόφασης σε αντικατάσταση της προσβληθείσας απόφασης.
(δ) Ο Έφορος, κατά τη λήψη απόφασης δυνάμει των διατάξεων της υποπαραγράφου (iii) της παραγράφου (γ), δύναται να λάβει υπόψη γεγονότα μεταγενέστερα της έκδοσης της απόφασης που αποτελεί αντικείμενο της ένστασης.
(5) Το διοικητικό πρόστιμο εισπράττεται από τον Έφορο αφού παρέλθει άπρακτη η προθεσμία άσκησης ιεραρχικής προσφυγής δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 26 ή/και προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος ή, σε περίπτωση που ασκήθηκαν τέτοιες προσφυγές, μετά την έκδοση απόφασης στην ιεραρχική προσφυγή ή την έκδοση τελεσίδικης απόφασης δικαστηρίου, ανάλογα με την περίπτωση, που επικυρώνει την απόφαση επιβολής προστίμου.
(6) Σε περίπτωση παράλειψης καταβολής διοικητικού προστίμου που επιβάλλεται από τον Έφορο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ο Έφορος λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο προς τη Δημοκρατία.
(7) Το πρόστιμο καταβάλλεται στο λογιστήριο του Υπουργείου.
23.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία ο Έφορος, είτε μετά από επιθεώρηση δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 20 και 21 είτε άλλως πως, και ανεξάρτητα από την επιβολή ή μη διοικητικού προστίμου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22, κρίνει ότι-
(α) οι διατάξεις του παρόντος Νόμου ή οι πρόνοιες των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών ή οι όροι και προϋποθέσεις της άδειας λειτουργίας Κέντρου παραβιάζονται ή δεν τηρούνται σε συστηματική και επαναλαμβανόμενη βάση, ή δεν υπάρχει συμμόρφωση με προηγούμενες ειδοποιήσεις του για τις οποίες έχει ήδη επιβληθεί διοικητικό πρόστιμο. ή
(β) Κέντρο δεν λειτουργεί και δεν τυγχάνει διαχείρισης προς το καλύτερο συμφέρον της υγείας και της ευημερίας των ασθενών και ατόμων με αναπηρία και εν γένει για όλους του χρήστες των παρεχόμενων από αυτό υπηρεσιών, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται άμεσα η υγεία και η ευημερία τους,
δύναται με απόφασή του να αναστείλει την άδεια λειτουργίας του Κέντρου, έως ότου οι συνθήκες ή οι λόγοι που προκάλεσαν την αναστολή εκλείψουν ή αποκατασταθούν ή να ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας τέτοιου Κέντρου:
(2) Πριν από την έκδοση απόφασης αναστολής ή ανάκλησης δυνάμει του εδαφίου (1), ο Έφορος επιδίδει στο κατά νόμον υπεύθυνο πρόσωπο του Κέντρου γραπτή ειδοποίηση για την πρόθεσή του να εκδώσει τέτοια απόφαση, στην οποία αναφέρει τους λόγους της ενέργειάς του και παρέχει πληροφορίες για το προβλεπόμενο στο εδάφιο (4) δικαίωμα υποβολής παραστάσεων.
(3) Η προβλεπόμενη στο εδάφιο (2) γραπτή ειδοποίηση υπογράφεται από τον Έφορο και επιδίδεται στο κατά νόμον υπεύθυνο πρόσωπο του Κέντρου προσωπικά από εντεταλμένο επιθεωρητή ή ιδιώτη επιδότη.
(4) Το κατά νόμον υπεύθυνο πρόσωπο στο οποίο επιδίδεται η προβλεπόμενη στο εδάφιο (2) γραπτή ειδοποίηση δύναται, εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία της προς αυτόν επίδοσης της ειδοποίησης, να προβεί σε γραπτές παραστάσεις προς τον Έφορο.
(5) Εφόσον ο Έφορος έχει ζητήσει την συνδρομή της Τεχνικής Επιτροπής δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), η Τεχνική Επιτροπή-
(α) εξετάζει χωρίς καθυστέρηση τις υποβαλλόμενες παραστάσεις·
(β) δύναται να καλέσει το κατά νόμον υπεύθυνο πρόσωπο του Κέντρου σε προφορική ακρόαση και ανάπτυξη των παραστάσεών του· και
(γ) υποβάλλει χωρίς καθυστέρηση έκθεση με τη γνώμη της στον Έφορο.
(6) Ο Έφορος λαμβάνει την απόφασή του αναφορικά με την έκδοση απόφασης αναστολής ή ανάκλησης της άδειας λειτουργίας, αφού λάβει υπόψη του τις παραστάσεις του κατά νόμον υπεύθυνου προσώπου και την έκθεση της Τεχνικής Επιτροπής.
(7) Η απόφαση του Εφόρου να αναστείλει ή να ανακαλέσει άδεια λειτουργίας Κέντρου, καθώς και οι λόγοι τέτοιας αναστολής ή ανάκλησης δημοσιεύονται προς ενημέρωση του κοινού με τρόπο που αποφασίζει ο Έφορος.
24.-(1) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του άρθρου 23, σε περίπτωση κατά την οποία ο Έφορος κρίνει αναγκαίο και επείγον όπως Κέντρο αναστείλει άμεσα τη λειτουργία του για λόγους που επηρεάζουν τη δημόσια υγεία ή λόγω σοβαρής παραβίασης των συμφερόντων των ασθενών και των ατόμων με αναπηρία, εκδίδει απόφαση άμεσης αναστολής της λειτουργίας Κέντρου, η ισχύς της οποίας δεν υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες:
(2) Σε περίπτωση κατά την οποία επιδίδεται ειδοποίηση για πρόθεση έκδοσης απόφασης αναστολής ή ανάκλησης άδειας λειτουργίας δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 23 ενόσω βρίσκεται σε ισχύ απόφαση εκδοθείσα δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) και-
(α) η προβλεπόμενη στις διατάξεις του εδαφίου (4) του άρθρου 23 προθεσμία γνωστοποίησης στον Έφορο γραπτών παραστάσεων δεν έχει εκπνεύσει·
(β) επίκεινται ή υποβάλλονται παραστάσεις του κατά νόμον υπεύθυνου προσώπου του Κέντρου σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4) του άρθρου 23· ή
(γ) οι προβλεπόμενες στο εδάφιο (4) του άρθρου 23 παραστάσεις του κατά νόμον υπεύθυνου προσώπου έχουν ήδη υποβληθεί, αλλά ο Έφορος δεν έχει λάβει την έκθεση της Τεχνικής Επιτροπής ή, παρότι την έχει λάβει, δεν έχει ολοκληρώσει τη μελέτη της σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 23,
ο Έφορος δύναται, με νέα απόφαση η οποία επιδίδεται προσωπικά είτε από εντεταλμένο επιθεωρητή είτε από ιδιώτη επιδότη στο κατά νόμον υπεύθυνο πρόσωπο του Κέντρου, να επεκτείνει την περίοδο άμεσης αναστολής της λειτουργίας του Κέντρου, μέχρις ότου καταστεί δυνατό να αποφασίσει κατά πόσο θα ανακαλέσει την άδεια σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 23, αλλά κανένα τέτοιο διάστημα άμεσης αναστολής δεν μπορεί να υπερβαίνει σε διάρκεια τους έξι (6) μήνες από την ημερομηνία της αρχικής του έκδοσης.
(3) Η απόφαση του Εφόρου για άμεση αναστολή άδειας λειτουργίας Κέντρου, καθώς και οι λόγοι τέτοιας άμεσης αναστολής δημοσιεύονται προς ενημέρωση του κοινού με τρόπο που αποφασίζει ο Έφορος.
25.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία εκδοθεί απόφαση άμεσης αναστολής ή αναστολής ή ανάκλησης της άδειας λειτουργίας Κέντρου δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 23 ή 24, το Κέντρο αναστέλλει τη λειτουργία του και παραμένει κλειστό, δεν διενεργεί εισαγωγές νέων ασθενών ή ατόμων με αναπηρία, εκδίδει εξιτήριο σε υφιστάμενους κατά την επίδοση της απόφασης εσωτερικούς ασθενείς ή άτομα με αναπηρία ή μεριμνά για τη μεταφορά των προσώπων αυτών σε άλλο Κέντρο, άμεσα ή εντός προθεσμίας η οποία καθορίζεται στην απόφαση του Εφόρου, όπως ο Έφορος, κατά την κρίση του, διατάξει, ή συνεχίζει να παρέχει προσωρινά υπηρεσίες στα πρόσωπα αυτά έως ότου, κατά τη γνώμη του Εφόρου, είναι σε θέση να λάβουν εξιτήριο ή να μεταφερθούν σε άλλο Κέντρο:
(2) Εσωτερικοί ασθενείς ή άτομα με αναπηρία οι οποίοι δεν απολύονται ή μεταφέρονται σε άλλο Κέντρο όπως προβλέπεται στο εδάφιο (1) παραμένουν στο Κέντρο υπό την ευθύνη του επιστημονικού διευθυντή του Κέντρου του οποίου η άδεια λειτουργίας αναστάλθηκε προσωρινά, αναστάλθηκε ή ανακλήθηκε.
(3) Σε περίπτωση μεταφοράς εσωτερικών ασθενών ή ατόμων με αναπηρία σε άλλο Κέντρο σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), το κατά νόμον υπεύθυνο πρόσωπο του Κέντρου ευθύνεται για την ασφαλή μεταφορά τους και την πληρωμή δαπανών οι οποίες ενδέχεται να προκύψουν από την εν λόγω μεταφορά.
26.-(1) Απόφαση του Εφόρου για επιβολή διοικητικού προστίμου ή για άμεση αναστολή ή αναστολή ή ανάκληση άδειας λειτουργίας δύναται να προσβληθεί εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία παραλαβής ή επίδοσής της, ανάλογα με την περίπτωση, με ιεραρχική προσφυγή στον Υπουργό ή εντός εβδομήντα πέντε (75) ημερών με προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος.
(2) Εξαιρουμένης της απόφασης για άμεση αναστολή λειτουργίας Κέντρου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 24, απόφαση για αναστολή ή ανάκληση της άδειας λειτουργίας Κέντρου καθίσταται εκτελεστή με την πάροδο άπρακτης της προθεσμίας άσκησης ιεραρχικής προσφυγής δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) ή με την έκδοση απόφασης επί της ιεραρχικής προσφυγής.
(3) Ο Υπουργός, αφού δώσει την ευχέρεια στον προσφεύγοντα να ακουστεί ή/και να υποστηρίξει τους λόγους και τα γεγονότα που στηρίζουν την αίτησή του, εξετάζει την αίτηση εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από την άσκησή της.
(4) Ο Υπουργός, πριν από την έκδοση της απόφασής του, δύναται να αναθέσει σε λειτουργό ή επιτροπή λειτουργών του Υπουργείου να εξετάσει θέματα τα οποία αναφύονται από την ιεραρχική προσφυγή και να υποβάλει σε αυτόν σχετικό πόρισμα.
(5) Ο Υπουργός δύναται να-
(α) επιβεβαιώσει την προσβληθείσα απόφαση·
(β) ακυρώσει την προσβληθείσα απόφαση·
(γ) τροποποιήσει την προσβληθείσα απόφαση·
(δ) προβεί στην έκδοση νέας απόφασης σε αντικατάσταση της προσβληθείσας· ή
(ε) παραπέμψει την υπόθεση στον Έφορο, με εντολή να προβεί σε συγκεκριμένη ενέργεια.
(6) Ο Υπουργός, κατά τη λήψη απόφασης δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (5), δύναται να λάβει υπόψη γεγονότα μεταγενέστερα της έκδοσης της απόφασης του Εφόρου ή/και γεγονότα τα οποία ενδεχομένως να μην είχαν τεθεί ενώπιον του Εφόρου κατά την έκδοση της απόφασής του.
(7) Πρόσωπο το οποίο, αφού άσκησε ιεραρχική προσφυγή, δεν ικανοποιείται από την απόφαση του Υπουργού, δύναται να προσφύγει στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος.
27. Το κατά νόμον υπεύθυνο πρόσωπο υποβάλλει στον Έφορο μέχρι την 31η Μαρτίου κάθε έτους έκθεση, σε τύπο που ο Έφορος εκάστοτε καθορίζει, αναφορικά με τη λειτουργία του Κέντρου κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους, στην οποία περιέχονται πληροφορίες σε σχέση με τη λειτουργία του Κέντρου, τις παρεχόμενες υπηρεσίες αποκατάστασης και αποθεραπείας ανά θεματική, τη στελέχωση του Κέντρου από τη βασική ομάδα αποθεραπείας και αποκατάστασης και άλλους επαγγελματίες υγείας ή άλλους επαγγελματίες ή άλλο βοηθητικό ή διοικητικό προσωπικό, την οργάνωση του Κέντρου, καθώς και άλλα θέματα τα οποία αναφέρονται στον Τύπο υποβολής έκθεσης που καθορίζει ο Έφορος δυνάμει του παρόντος άρθρου.