Συνέπειες απόφασης άμεσης αναστολής ή αναστολής ή ανάκλησης άδειας

25.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία εκδοθεί απόφαση άμεσης αναστολής ή αναστολής ή ανάκλησης της άδειας λειτουργίας Κέντρου δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 23 ή 24, το Κέντρο αναστέλλει τη λειτουργία του και παραμένει κλειστό, δεν διενεργεί εισαγωγές νέων ασθενών ή ατόμων με αναπηρία, εκδίδει εξιτήριο σε υφιστάμενους κατά την επίδοση της απόφασης εσωτερικούς ασθενείς ή άτομα με αναπηρία ή μεριμνά για τη μεταφορά των προσώπων αυτών σε άλλο Κέντρο, άμεσα ή εντός προθεσμίας η οποία καθορίζεται στην απόφαση του Εφόρου, όπως ο Έφορος, κατά την κρίση του, διατάξει, ή συνεχίζει να παρέχει προσωρινά υπηρεσίες στα πρόσωπα αυτά έως ότου, κατά τη γνώμη του Εφόρου, είναι σε θέση να λάβουν εξιτήριο ή να μεταφερθούν σε άλλο Κέντρο:

Νοείται ότι, Κέντρο για το οποίο έχει εκδοθεί απόφαση δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 23 και 24 συνεχίζει να υπόκειται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου, τηρουμένων των αναλογιών, ωσάν να μην έχει ανασταλεί άμεσα, ανασταλεί ή ανακληθεί η άδεια λειτουργίας του:

Νοείται περαιτέρω ότι, η παραμονή των εσωτερικών ασθενών ή ατόμων με αναπηρία σε Κέντρο του οποίου η άδεια έχει ανασταλεί άμεσα, ανασταλεί ή ανακληθεί δεν ισοδυναμεί με συνέχιση της λειτουργίας του Κέντρου και δεν συνιστά ποινικό αδίκημα κατά τις διατάξεις του άρθρου 28.

(2) Εσωτερικοί ασθενείς ή άτομα με αναπηρία οι οποίοι δεν απολύονται ή μεταφέρονται σε άλλο Κέντρο όπως προβλέπεται στο εδάφιο (1) παραμένουν στο Κέντρο υπό την ευθύνη του επιστημονικού διευθυντή του Κέντρου του οποίου η άδεια λειτουργίας αναστάλθηκε προσωρινά, αναστάλθηκε ή ανακλήθηκε.

(3) Σε περίπτωση μεταφοράς εσωτερικών ασθενών ή ατόμων με αναπηρία σε άλλο Κέντρο σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), το κατά νόμον υπεύθυνο πρόσωπο του Κέντρου ευθύνεται για την ασφαλή μεταφορά τους και την πληρωμή δαπανών οι οποίες ενδέχεται να προκύψουν από την εν λόγω μεταφορά.