22.-(1) Ο Έφορος, σε περίπτωση κατά την οποία διαπιστώνει παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των προνοιών των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών ή όρου ή προϋπόθεσης που ενσωματώνεται στην άδεια λειτουργίας του Κέντρου και ανεξάρτητα από το κατά πόσον τέτοια παράβαση συνιστά προβλεπόμενο στον παρόντα Νόμο ποινικό αδίκημα, δύναται να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο το ύψος του οποίου δεν υπερβαίνει τις εκατόν πενήντα χιλιάδες ευρώ (€150.000) ανά παράβαση, τηρουμένης της αρχής της αναλογικότητας, λαμβάνοντας υπόψη τη σοβαρότητα και το επαναλαμβανόμενο ή μη της παράβασης.
(2) Ο Έφορος, πριν από την επιβολή προβλεπόμενου στο παρόν άρθρο διοικητικού προστίμου, επιδίδει μέσω επιθεωρητή στο κατά νόμον υπεύθυνο πρόσωπο ειδοποίηση με τις εκ πρώτης όψεως διαπιστωθείσες παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή/και των προνοιών των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών ή των όρων ή προϋποθέσεων της άδειας ίδρυσης ή/και άδειας λειτουργίας του Κέντρου, ανάλογα με την περίπτωση, του παρέχει το δικαίωμα ακρόασης και το καλεί σε συμμόρφωση διά της άρσης των παραβάσεων εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της ειδοποίησης.
(3) Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με την προβλεπόμενη στο εδάφιο (2) ειδοποίηση, ο Έφορος επιδίδει μέσω επιθεωρητή στο κατά νόμον υπεύθυνο πρόσωπο ειδοποίηση επιβολής διοικητικού προστίμου, με την οποία καθορίζει-
(α) την υποχρέωση ή τις υποχρεώσεις που παραβιάζονται από το Κέντρο·
(β) το ύψος του επιβληθέντος διοικητικού προστίμου· και
(γ) προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης της ειδοποίησης μέσα στην οποία το κατά νόμον υπεύθυνο πρόσωπο του Κέντρου δύναται να υποβάλει γραπτή ένσταση στον Έφορο,
και τον καλεί σε άρση των παραβάσεων και επανόρθωση εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, το οποίο καθορίζει στην απόφασή του.
(4)(α) Το κατά νόμον υπεύθυνο πρόσωπο δύναται να υποβάλει ένσταση στον Έφορο εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της ειδοποίησης επιβολής προστίμου κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (3):
(β) Ο Έφορος εξετάζει την ένσταση, αποφασίζει επί αυτής και κοινοποιεί την απόφασή του προς το κατά νόμον υπεύθυνο πρόσωπο εντός τριάντα (30) ημερών από τη λήψη της.
(γ) Ο Έφορος δύναται-
(i) να εγκρίνει ή να απορρίψει, εν όλω ή εν μέρει, την ένσταση και να επικυρώσει την προσβληθείσα απόφαση, ανάλογα·
(ii) να τροποποιήσει προσβληθείσα απόφαση· ή
(iii) να προβεί στην έκδοση νέας απόφασης σε αντικατάσταση της προσβληθείσας απόφασης.
(δ) Ο Έφορος, κατά τη λήψη απόφασης δυνάμει των διατάξεων της υποπαραγράφου (iii) της παραγράφου (γ), δύναται να λάβει υπόψη γεγονότα μεταγενέστερα της έκδοσης της απόφασης που αποτελεί αντικείμενο της ένστασης.
(5) Το διοικητικό πρόστιμο εισπράττεται από τον Έφορο αφού παρέλθει άπρακτη η προθεσμία άσκησης ιεραρχικής προσφυγής δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 26 ή/και προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος ή, σε περίπτωση που ασκήθηκαν τέτοιες προσφυγές, μετά την έκδοση απόφασης στην ιεραρχική προσφυγή ή την έκδοση τελεσίδικης απόφασης δικαστηρίου, ανάλογα με την περίπτωση, που επικυρώνει την απόφαση επιβολής προστίμου.
(6) Σε περίπτωση παράλειψης καταβολής διοικητικού προστίμου που επιβάλλεται από τον Έφορο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ο Έφορος λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο προς τη Δημοκρατία.
(7) Το πρόστιμο καταβάλλεται στο λογιστήριο του Υπουργείου.