Για σκοπούς εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Οδηγία (ΕΕ) 2023/977 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 10ης Μαΐου 2023 σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου των κρατών μελών και την κατάργηση της απόφασης-πλαισίου 2006/960/ΔΕΥ του Συμβουλίου»,
Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:
1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί της Ανταλλαγής Πληροφοριών Μεταξύ των Αρχών Επιβολής του Νόμου Νόμος του 2025.
2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«άμεσα προσβάσιμες πληροφορίες» σημαίνει τις πληροφορίες οι οποίες τηρούνται σε βάση δεδομένων και δύναται να έχει άμεση πρόσβαση σε αυτές το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας ή η αρμόδια αρχή επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας·
«αρμόδια αρχή επιβολής του νόμου άλλου κράτους μέλους» σημαίνει την αστυνομική, την τελωνειακή ή οποιαδήποτε άλλη αρχή κράτους μέλους άλλου από τη Δημοκρατία, η οποία είναι αρμόδια δυνάμει του εθνικού της δικαίου να ασκεί εξουσία και να λαμβάνει μέτρα καταναγκασμού για σκοπούς πρόληψης, εξακρίβωσης ή διερεύνησης αξιόποινων πράξεων, καθώς και οποιαδήποτε αρχή συμμετέχει σε κοινές οντότητες, συσταθείσες μεταξύ δύο (2) ή περισσότερων κρατών μελών με σκοπό την πρόληψη, την εξακρίβωση ή τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων, αλλά ο όρος αυτός δεν περιλαμβάνει υπηρεσίες ή μονάδες οι οποίες ασχολούνται κυρίως με ζητήματα εθνικής ασφάλειας και υπαλλήλους-συνδέσμους οι οποίοι αποσπώνται σύμφωνα με το άρθρο 47 της Σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν της 14ης Ιουνίου 1985 μεταξύ των κυβερνήσεων των κρατών της Οικονομικής Ένωσης Μπενελούξ, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και της Γαλλικής Δημοκρατίας, σχετικά με τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα∙
«αρμόδια αρχή επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας» σημαίνει οποιαδήποτε αρχή η οποία προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 10∙
«δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τις διατάξεις του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα από Αρμόδιες Αρχές για τους Σκοπούς της Πρόληψης, Διερεύνησης, Ανίχνευσης ή Δίωξης Ποινικών Αδικημάτων ή της Εκτέλεσης Ποινικών Κυρώσεων και για την Ελεύθερη Κυκλοφορία των Δεδομένων αυτών Νόμου·
«διαθέσιμες πληροφορίες» σημαίνει τις άμεσα προσβάσιμες πληροφορίες και τις έμμεσα προσβάσιμες πληροφορίες·
«Εθνική Μονάδα Ευρωπόλ» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τις διατάξεις του περί της Σύστασης και Λειτουργίας Εθνικής Μονάδας Ευρωπόλ Νόμου∙
«έμμεσα προσβάσιμες πληροφορίες» σημαίνει τις πληροφορίες τις οποίες το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας ή η αρμόδια αρχή επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας δύναται να λάβει από άλλες δημόσιες αρχές ή από ιδιωτικούς φορείς εγκατεστημένους στη Δημοκρατία, όπου αυτό επιτρέπεται σύμφωνα με οποιονδήποτε νόμο της Δημοκρατίας, χωρίς τη χρήση μέτρων καταναγκασμού·
«ενιαίο σημείο επαφής άλλου κράτους μέλους» συνιστά την κεντρική οντότητα κράτους μέλους άλλου από τη Δημοκρατία, η οποία είναι υπεύθυνη για τον συντονισμό και τη διευκόλυνση της ανταλλαγής πληροφοριών δυνάμει των προνοιών της Οδηγίας (ΕΕ) 2023/977·
«ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας» είναι η κεντρική οντότητα της Δημοκρατίας η οποία προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 6 και είναι υπεύθυνη για τον συντονισμό και τη διευκόλυνση της ανταλλαγής πληροφοριών δυνάμει των προνοιών της Οδηγίας (ΕΕ) 2023/977∙
«εντεταλμένη αρχή επιβολής του νόμου άλλου κράτους μέλους» σημαίνει την αρμόδια αρχή επιβολής του νόμου κράτους μέλους άλλου από τη Δημοκρατία, η οποία είναι εξουσιοδοτημένη να υποβάλλει αιτήματα παροχής πληροφοριών στα ενιαία σημεία επαφής άλλων κρατών μελών, μεταξύ των οποίων και της Δημοκρατίας·
«εντεταλμένη αρχή επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας» σημαίνει την εκάστοτε αρμόδια αρχή επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας η οποία δύναται να υποβάλλει αιτήματα παροχής πληροφοριών στο ενιαίο σημείο επαφής άλλου κράτους μέλους σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 12·
«Επιτροπή» σημαίνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή·
«Κανονισμός (ΕΕ) 2016/794» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) 2016/674 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Μαΐου 2016 για τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (Ευρωπόλ) και την αντικατάσταση και κατάργηση των αποφάσεων του Συμβουλίου 2009/371/ΔΕΥ, 2009/934/ΔΕΥ, 2009/935/ΔΕΥ, 2009/936/ΔΕΥ και 2009/968/ΔΕΥ»·
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πλην της Δημοκρατίας, ή συνδεδεμένο κράτος που συμμετέχει στην Οδηγία (ΕΕ) 2023/977·
«Οδηγία (ΕΕ) 2023/977» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Οδηγία (ΕΕ) 2023/977 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 10ης Μαΐου 2023 σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου των κρατών μελών και την κατάργηση της απόφασης-πλαισίου 2006/960/ΔΕΥ του Συμβουλίου»·
«πληροφορίες» σημαίνει οποιοδήποτε περιεχόμενο αφορά ένα ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή γεγονότα ή περιστάσεις και είναι σημαντικό για τις αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου για σκοπούς εκτέλεσης των καθηκόντων τους βάσει οποιουδήποτε νόμου της Δημοκρατίας για την πρόληψη, την εξακρίβωση ή τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων, περιλαμβανομένων των στοιχείων που διαθέτουν οι διωκτικές αρχές·
«σοβαρή αξιόποινη πράξη» σημαίνει οποιοδήποτε αδίκημα προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 12 του περί Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης και των Διαδικασιών Παράδοσης Εκζητουμένων Μεταξύ των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης Νόμου ή των παραγράφων 1 και 2 του Άρθρου 3 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/794·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως.
3. Ο παρών Νόμος θεσπίζει κανόνες σχετικά με την επαρκή και ταχεία ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας και των αρμοδίων αρχών επιβολής του νόμου άλλων κρατών μελών με σκοπό την πρόληψη, εξακρίβωση ή διερεύνηση αξιόποινων πράξεων, οι οποίοι κανόνες αφορούν τα ακόλουθα:
(α) Αιτήματα παροχής πληροφοριών τα οποία υποβάλλονται στο ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας και στα ενιαία σημεία επαφής άλλων κρατών μελών, ειδικότερα όσον αφορά το περιεχόμενο των εν λόγω αιτημάτων, την παροχή πληροφοριών δυνάμει των εν λόγω αιτημάτων, τις γλώσσες εργασίας του ενιαίου σημείου επαφής της Δημοκρατίας με τα ενιαία σημεία επαφής των άλλων κρατών μελών, τις υποχρεωτικές προθεσμίες για την παροχή των ζητούμενων πληροφοριών, καθώς και τους λόγους απόρριψης των εν λόγω αιτημάτων∙
(β) την παροχή από τη Δημοκρατία, κατόπιν ιδίας πρωτοβουλίας, σχετικών πληροφοριών στα ενιαία σημεία επαφής άλλων κρατών μελών ή στις αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου άλλων κρατών μελών, ειδικότερα όσον αφορά τις περιπτώσεις και τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να παρέχονται οι πληροφορίες αυτές∙
(γ) τον προεπιλεγμένο δίαυλο επικοινωνίας που πρέπει να χρησιμοποιείται για όλες τις ανταλλαγές πληροφοριών δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στο ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας και στα ενιαία σημεία επαφής των άλλων κρατών μελών σε σχέση με τις ανταλλαγές πληροφοριών απευθείας μεταξύ των αρμόδιων αρχών επιβολής του νόμου των κρατών μελών∙ και
(δ) τον καθορισμό, την οργάνωση, τα καθήκοντα, τη σύνθεση και τις αρμοδιότητες του ενιαίου σημείου επαφής της Δημοκρατίας, περιλαμβανομένης της εγκατάστασης και λειτουργίας ενιαίου ηλεκτρονικού συστήματος διαχείρισης υποθέσεων για την εκπλήρωση των καθηκόντων του δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
4.-(1) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου δεν εφαρμόζονται κατά την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας και των αρμόδιων αρχών επιβολής του νόμου άλλων κρατών μελών με σκοπό την πρόληψη, εξακρίβωση ή διερεύνηση αξιόποινων πράξεων, σε περίπτωση κατά την οποία αυτές ρυθμίζονται ειδικότερα από άλλες νομικές πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή πραγματοποιούνται δυνάμει υποχρεώσεων της Δημοκρατίας οι οποίες απορρέουν από διμερή ή διεθνή σύμβαση που έχει συνάψει με τον ίδιο σκοπό.
(2) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου δεν επιβάλλουν στο ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας ή στην αρμόδια αρχή επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας τις ακόλουθες υποχρεώσεις:
(α) Να λαμβάνει πληροφορίες με τη χρήση μέτρων καταναγκασμού·
(β) να αποθηκεύει πληροφορίες με μοναδικό σκοπό την παροχή τους στις αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου άλλων κρατών μελών· και
(γ) να παρέχει πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου άλλων κρατών μελών, προκειμένου αυτές να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά στοιχεία σε δικαστικές διαδικασίες.
(3) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου δεν θεσπίζουν δικαίωμα χρήσης των πληροφοριών που παρέχονται σύμφωνα με αυτές ως αποδεικτικά στοιχεία σε δικαστικές διαδικασίες, εκτός εάν η Δημοκρατία ή άλλο κράτος μέλος που παρέχει τις εν λόγω πληροφορίες δώσει τη συγκατάθεσή του για τη χρήση τους ως αποδεικτικών στοιχείων σε δικαστικές διαδικασίες.
5. Οι αρχές βάσει των οποίων διεξάγεται η ανταλλαγή πληροφοριών είναι οι ακόλουθες:
(α) Αρχή της διαθεσιμότητας, δηλαδή παροχή των διαθέσιμων πληροφοριών στα ενιαία σημεία επαφής άλλων κρατών μελών ή στις αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου άλλων κρατών μελών·
(β) αρχή της ισότιμης πρόσβασης, δηλαδή οι προϋποθέσεις για την αίτηση παροχής πληροφοριών και η παροχή πληροφοριών στα ενιαία σημεία επαφής άλλων κρατών μελών ή στις αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου άλλων κρατών μελών είναι ισοδύναμες με εκείνες που ισχύουν για την αίτηση και την παροχή παρόμοιων πληροφοριών εντός της Δημοκρατίας·
(γ) αρχή της εμπιστευτικότητας, δηλαδή οι πληροφορίες οι οποίες παρέχονται από άλλο κράτος μέλος στο ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας ή στις αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας και οι οποίες χαρακτηρίζονται ως εμπιστευτικές από τη νομοθεσία του κράτους μέλους που τις παρείχε προστατεύονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις οι οποίες προβλέπονται σε οποιαδήποτε νομοθεσία της Δημοκρατίας, παρέχοντας παρόμοιο επίπεδο εμπιστευτικότητας∙
(δ) αρχή της κυριότητας των δεδομένων, δηλαδή όταν οι ζητούμενες πληροφορίες είχαν ληφθεί αρχικά από άλλο κράτος μέλος ή τρίτο κράτος, αυτές παρέχονται σε άλλο κράτος μέλος ή στην Ευρωπόλ, κατόπιν λήψης συγκατάθεσης του κράτους μέλους ή του τρίτου κράτους που τις παρείχε αρχικά και υπό τους όρους χρήσης που επιβάλλει· και
(ε) αρχή της αξιοπιστίας των δεδομένων, δηλαδή τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία ανταλλάσσονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και τα οποία διαπιστώνεται ότι είναι ανακριβή, ελλιπή ή δεν είναι πλέον επικαιροποιημένα, διαγράφονται ή διορθώνονται ή περιορίζεται η επεξεργασία τους, όπου αρμόζει, και ο αποδέκτης ενημερώνεται χωρίς καθυστέρηση.
6.-(1) Ως ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας καθορίζεται η Διεύθυνση Ευρωπαϊκής Ένωσης και Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας του Αρχηγείου Αστυνομίας.
(2) To ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας στελεχώνεται από μέλη της Αστυνομίας Κύπρου και περιλαμβάνει εκπροσώπους τουλάχιστον από τις ακόλουθες υπηρεσίες:
(α) Την Εθνική Μονάδα Ευρωπόλ∙
(β) το Εθνικό Γραφείο SIRENE, το οποίο συστάθηκε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 7 του περί της Λειτουργίας και Χρήσης στη Δημοκρατία του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν (SIS) Νόμου∙ και
(γ) το Εθνικό Κεντρικό Γραφείο της Ιντερπόλ, το οποίο συστάθηκε δυνάμει του άρθρου 32 του Καταστατικού του Διεθνούς Οργανισμού Εγκληματολογικής Αστυνομίας – Ιντερπόλ.
(3) Ο Αρχηγός της Αστυνομίας ορίζει τον επικεφαλής του ενιαίου σημείου επαφής της Δημοκρατίας.
(4) Σε περίπτωση κατά την οποία, για σκοπούς επαρκούς και ταχείας ανταλλαγής πληροφοριών δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, απαιτείται η στελέχωση του ενιαίου σημείου επαφής της Δημοκρατίας από λειτουργούς άλλων αρμόδιων αρχών επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας, η απόφαση λαμβάνεται κατόπιν διαβούλευσης του Αρχηγού της Αστυνομίας με την εν λόγω αρμόδια αρχή επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας.
(5) Η Αστυνομία Κύπρου, εντός ενός (1) μηνός από τον ορισμό του ενιαίου σημείου επαφής της Δημοκρατίας, ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή, καθώς και σε περίπτωση οποιασδήποτε αλλαγής στη στελέχωσή του ή στον ορισμό του.
7.-(1) Το προσωπικό του ενιαίου σημείου επαφής της Δημοκρατίας διαθέτει τα κατάλληλα προσόντα για την εκτέλεση των καθηκόντων του δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Στο προσωπικό του ενιαίου σημείου επαφής της Δημοκρατίας παρέχεται επαρκής και τακτική κατάρτιση, ιδίως όσον αφορά τα ακόλουθα:
(α) Τα εργαλεία επεξεργασίας δεδομένων τα οποία χρησιμοποιεί το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας, ιδίως το Σύστημα SIENA και το σύστημα διαχείρισης υποθέσεων·
(β) την εφαρμογή του ενωσιακού και του εθνικού δικαίου που αφορά τις δραστηριότητες του ενιαίου σημείου επαφής της Δημοκρατίας δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ιδίως όσον αφορά την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, περιλαμβανομένων των διατάξεων του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα από Αρμόδιες Αρχές για τους Σκοπούς Πρόληψης, Διερεύνησης, Ανίχνευσης ή Δίωξης Ποινικών Αδικημάτων ή της Εκτέλεσης Ποινικών Κυρώσεων και για την Ελεύθερη Κυκλοφορία των Δεδομένων αυτών Νόμου, για τη διασυνοριακή συνεργασία μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου και των διατάξεων του παρόντος Νόμου, του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/794 και του περί της Σύστασης και Λειτουργίας Εθνικής Μονάδας Ευρωπόλ Νόμου και για τον χειρισμό εμπιστευτικών πληροφοριών· και
(γ) τη χρήση των γλωσσών που περιλαμβάνονται στον κατάλογο τον οποίο καταρτίζει το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20.
8.-(1) Το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας είναι κατάλληλα εξοπλισμένο και έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
(α) Λαμβάνει και αξιολογεί αιτήματα παροχής πληροφοριών τα οποία υποβάλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12, στις γλώσσες που κοινοποιήθηκαν στην Επιτροπή σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 20∙
(β) διαβιβάζει τα αιτήματα παροχής πληροφοριών στις σχετικές αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας και, όπου απαιτείται, συντονίζει την επεξεργασία των εν λόγω αιτημάτων και την παροχή των εν λόγω πληροφοριών·
(γ) συντονίζει την ανάλυση και τη διάρθρωση των πληροφοριών με σκοπό την παροχή τους στα ενιαία σημεία επαφής των άλλων κρατών μελών και στις αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου των άλλων κρατών μελών·
(δ) παρέχει, κατόπιν αιτήματος ή με ιδία πρωτοβουλία, πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου άλλων κρατών μελών ή στα ενιαία σημεία επαφής άλλων των κρατών μελών σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 13 και 15·
(ε) απορρίπτει την παροχή πληροφοριών σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 και, εάν απαιτείται, ζητά διευκρινίσεις ή αποσαφηνίσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4) του εν λόγω άρθρου· και
(στ) αποστέλλει αιτήματα παροχής πληροφοριών στα ενιαία σημεία επαφής άλλων κρατών μελών σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 και, εάν απαιτείται, παρέχει διευκρινίσεις ή αποσαφηνίσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (9) του εν λόγω άρθρου.
(2) Το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας-
(α) έχει πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες τις οποίες διαθέτουν στη διάθεσή τους οι αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας, στον βαθμό που αυτό είναι αναγκαίο για την εκτέλεση των καθηκόντων του·
(β) εκτελεί τα καθήκοντά του είκοσι τέσσερις (24) ώρες το εικοσιτετράωρο, επτά (7) ημέρες την εβδομάδα· και
(γ) διαθέτει κατάλληλα καταρτισμένο προσωπικό, επιχειρησιακά εργαλεία, τεχνικούς και οικονομικούς πόρους, εγκαταστάσεις και τις ικανότητες, μεταξύ άλλων, μετάφρασης, που απαιτούνται για την επαρκή και ταχεία εκτέλεση των καθηκόντων του σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και ιδίως εντός των προθεσμιών οι οποίες προβλέπονται στις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 13.
(3) Οι αρχές οι οποίες είναι αρμόδιες για τη χορήγηση των δικαστικών αδειών που τυχόν απαιτούνται βάσει οποιασδήποτε νομοθεσίας της Δημοκρατίας και σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17, είναι διαθέσιμες, κατόπιν κλήσης, είκοσι τέσσερις (24) ώρες το εικοσιτετράωρο, επτά (7) ημέρες την εβδομάδα.
9.-(1) Για σκοπούς εκτέλεσης των καθηκόντων του δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, στο ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας λειτουργεί ως αποθετήριο ενιαίο ηλεκτρονικό σύστημα διαχείρισης υποθέσεων, του οποίου η ευθύνη διαχείρισης ανήκει στο ενιαίο σημείο διαχείρισης και έχει κατ’ ελάχιστον τις ακόλουθες λειτουργίες και δυνατότητες:
(α) Καταγραφή των εισερχόμενων και εξερχόμενων αιτημάτων παροχής πληροφοριών τα οποία προβλέπονται στις διατάξεις των άρθρων 13 και 16, καθώς και κάθε άλλης επικοινωνίας σχετικά με τα εν λόγω αιτήματα με τα ενιαία σημεία επαφής των άλλων κρατών μελών ή με τις αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου των άλλων κρατών μελών, περιλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με τις απορρίψεις αιτημάτων παροχής πληροφοριών τα οποία προβλέπονται στις διατάξεις του εδαφίου (3) του άρθρου 14, καθώς και τα αιτήματα για διευκρινίσεις ή αποσαφηνίσεις τα οποία προβλέπονται στις διατάξεις του εδαφίου (9) του άρθρου 12 και του εδαφίου (4) του άρθρου 14∙
(β) καταγραφή της επικοινωνίας του ενιαίου σημείου επαφής της Δημοκρατίας με τις αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 8·
(γ) καταγραφή της παροχής πληροφοριών στα ενιαία σημεία επαφής άλλων κρατών μελών ή στις αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου άλλων κρατών μελών, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 13, 15 και 16∙
(δ) διασταύρωση των εισερχόμενων αιτημάτων παροχής πληροφοριών που προβλέπονται στις διατάξεις των άρθρων 13 και 16, με τις πληροφορίες που διαθέτει το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας, περιλαμβανομένων των πληροφοριών που παρέχονται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4) του άρθρου 13 και του εδαφίου (5) του άρθρου 15 και άλλων σχετικών πληροφοριών που καταγράφονται στο σύστημα διαχείρισης υποθέσεων·
(ε) διασφάλιση επαρκούς και ταχείας παρακολούθησης των εισερχόμενων αιτημάτων παροχής πληροφοριών όπως προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 12, ιδίως με σκοπό την τήρηση των προθεσμιών για την παροχή των ζητούμενων πληροφοριών οι οποίες προβλέπονται στις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 13∙
(στ) διαλειτουργικότητα με το Σύστημα SIENA, διασφαλίζοντας ιδίως ότι οι εισερχόμενες επικοινωνίες μέσω του εν λόγω συστήματος δύναται να καταγράφονται απευθείας στο σύστημα διαχείρισης υποθέσεων και ότι οι εξερχόμενες επικοινωνίες μέσω αυτού δύναται να αποστέλλονται απευθείας από το σύστημα διαχείρισης υποθέσεων·
(ζ) παραγωγή στατιστικών στοιχείων σχετικά με τις ανταλλαγές πληροφοριών δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου για σκοπούς αξιολόγησης και παρακολούθησης, ιδίως για τους σκοπούς των διατάξεων του άρθρου 23· και
(η) καταγραφή της πρόσβασης και άλλων δραστηριοτήτων επεξεργασίας σε σχέση με τις πληροφορίες οι οποίες περιέχονται στο σύστημα διαχείρισης υποθέσεων, για σκοπούς λογοδοσίας και κυβερνοασφάλειας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 27 του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα από Αρμόδιες Αρχές για τους σκοπούς Πρόληψης, Διερεύνησης, Ανίχνευσης ή Δίωξης Ποινικών Αδικημάτων ή της Εκτέλεσης Ποινικών Κυρώσεων και για την Ελεύθερη Κυκλοφορία των Δεδομένων αυτών Νόμου.
(2) Ο Αρχηγός της Αστυνομίας διασφαλίζει ότι οι κίνδυνοι κυβερνοασφάλειας οι οποίοι σχετίζονται με το σύστημα διαχείρισης υποθέσεων, ιδίως όσον αφορά την αρχιτεκτονική, τη διακυβέρνηση και τον έλεγχό του, αντιμετωπίζονται με σύνεση και αποτελεσματικότητα και ότι προβλέπονται επαρκείς διασφαλίσεις κατά της μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης και κατάχρησης του συστήματος.
(3) Ο Αρχηγός της Αστυνομίας διασφαλίζει ότι το σύστημα διαχείρισης υποθέσεων περιέχει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μόνο για όσο διάστημα είναι αναγκαίο και αναλογικό για την εκτέλεση των καθηκόντων τα οποία ανατίθενται στο ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, τα οποία στη συνέχεια διαγράφονται αμετάκλητα.
(4) Το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας επανεξετάζει για πρώτη φορά το αργότερο έξι (6) μήνες μετά την ολοκλήρωση της ανταλλαγής πληροφοριών και στη συνέχεια σε τακτική βάση, κατά πόσο υπάρχει συμμόρφωση με τις διατάξεις του εδαφίου (3).
10. Ως αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας ορίζονται-
(α) η Αστυνομία Κύπρου∙
(β) το Τμήμα Τελωνείων του Υπουργείου Οικονομικών∙
(γ) το Τμήμα Φορολογίας του Υπουργείου Οικονομικών∙ και
(δ) οποιαδήποτε άλλη αρχή της Δημοκρατίας ασκεί δυνάμει οποιουδήποτε νόμου της Δημοκρατίας εξουσία και λαμβάνει μέτρα καταναγκασμού για σκοπούς πρόληψης, εξακρίβωσης ή διερεύνησης αξιόποινων πράξεων και καθορίζεται με Διάταγμα του Υπουργού, το οποίο δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
11.-(1) Το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας και οι αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας προωθούν τη συνεργασία με τα ενιαία σημεία επαφής άλλων κρατών μελών και τις αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου των άλλων κρατών μελών για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Ο επικεφαλής του ενιαίου σημείου επαφής της Δημοκρατίας ή εκπρόσωπός του συμμετέχει σε συζητήσεις και δραστηριότητες οι οποίες πραγματοποιούνται με ομολόγους του άλλων κρατών μελών, με σκοπό την αξιολόγηση της ποιοτικής στάθμης της συνεργασίας μεταξύ των ενιαίων σημείων επαφής, τη συζήτηση αναγκαίων τεχνικών ή οργανωτικών μέτρων, σε περίπτωση που ανακύπτουν δυσκολίες και την αποσαφήνιση διαδικασιών, όπου αυτό απαιτείται.
12.-(1) Αίτημα παροχής πληροφοριών προς το ενιαίο σημείο επαφής άλλου κράτους μέλους δύναται να υποβληθεί από το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (5), (6), (7) και (8).
(2) Αίτημα παροχής πληροφοριών προς το ενιαίο σημείο επαφής άλλου κράτους μέλους δύναται να υποβληθεί από εντεταλμένη αρχή επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (4), (5), (6), (7) και (8).
(3) Η Αστυνομία Κύπρου υποβάλλει στην Επιτροπή κατάλογο με τα στοιχεία των εντεταλμένων αρχών επιβολής του νόμου και ενημερώνει την Επιτροπή για κάθε αλλαγή στον κατάλογο αυτό.
(4) Εντεταλμένη αρχή επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας η οποία υποβάλλει αίτημα παροχής πληροφοριών προς το ενιαίο σημείο επαφής άλλου κράτους μέλους αποστέλλει παράλληλα αντίγραφο του εν λόγω αιτήματος στο ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας, εκτός εάν η εν λόγω αποστολή θέτει σε κίνδυνο-
(α) ιδιαίτερα ευαίσθητη έρευνα η οποία βρίσκεται υπό εξέλιξη και για την οποία η επεξεργασία πληροφοριών απαιτεί ένα κατάλληλο επίπεδο εμπιστευτικότητας·
(β) διαχείριση περιπτώσεων τρομοκρατίας οι οποίες δεν αφορούν καταστάσεις έκτακτης ανάγκης ή διαχείρισης κρίσεων· και/ή
(γ) την ασφάλεια προσώπου.
(5) Αίτημα παροχής πληροφοριών υποβάλλεται στο ενιαίο σημείο επαφής άλλου κράτους μέλους, νοουμένου ότι υφίστανται αντικειμενικοί λόγοι να θεωρείται ότι οι ζητούμενες πληροφορίες είναι-
(α) αναγκαίες και αναλογικές για την επίτευξη του σκοπού του παρόντος Νόμου∙ και
(β) διαθέσιμες στο εν λόγω κράτος μέλος.
(6)(α) Με το αίτημα παροχής πληροφοριών το οποίο υποβάλλεται προς το ενιαίο σημείο επαφής άλλου κράτους μέλους παρέχονται διευκρινίσεις κατά πόσο αυτό κρίνεται ως επείγον, ώστε να αιτιολογείται η επείγουσα φύση του.
(β) Για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου (α), ως επείγον θεωρείται ένα αίτημα για το οποίο, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης, υπάρχουν αντικειμενικοί λόγοι να θεωρείται ότι οι ζητούμενες πληροφορίες πληρούν μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(i) Είναι απαραίτητες για την πρόληψη άμεσης και σοβαρής απειλής για τη δημόσια ασφάλεια της Δημοκρατίας ή άλλου κράτους μέλους·
(ii) είναι αναγκαίες για την αποτροπή άμεσης απειλής για τη ζωή ή τη σωματική ακεραιότητα προσώπου·
(iii) είναι αναγκαίες για την έκδοση απόφασης η οποία ενδέχεται να συνεπάγεται τη διατήρηση περιοριστικών μέτρων τα οποία ισοδυναμούν με στέρηση της ελευθερίας· και/ή
(iv) διατρέχουν άμεσο κίνδυνο απώλειας της σημασίας τους, εάν δεν παρασχεθούν επειγόντως και θεωρούνται σημαντικές για την πρόληψη, εξακρίβωση ή διερεύνηση αξιόποινων πράξεων.
(7) Στο ως άνω προβλεπόμενο αίτημα παροχής πληροφοριών περιέχονται όλες οι απαραίτητες λεπτομέρειες, ώστε να καταστεί δυνατή η επαρκής και ταχεία επεξεργασία του, στις οποίες περιλαμβάνονται τουλάχιστον τα εξής:
(α) Λεπτομερέστερος, όσο το δυνατόν, προσδιορισμός, υπό τις δεδομένες περιστάσεις, των ζητούμενων πληροφοριών·
(β) περιγραφή του σκοπού για τον οποίο ζητούνται οι πληροφορίες, περιλαμβανομένης της περιγραφής των πραγματικών περιστατικών και της αναφοράς του υποκείμενου αδικήματος·
(γ) καθορισμός των αντικειμενικών λόγων για τους οποίους θεωρείται ότι οι ζητούμενες πληροφορίες είναι διαθέσιμες στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα·
(δ) επεξήγηση της σχέσης μεταξύ του σκοπού για τον οποίο ζητούνται οι πληροφορίες και κάθε φυσικού ή νομικού προσώπου ή οντότητας τους οποίους αφορούν οι πληροφορίες·
(ε) καθορισμός των λόγων για τους οποίους το αίτημα θεωρείται επείγον σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (6)· και
(στ) καταγραφή των περιορισμών στη χρήση των πληροφοριών που περιλαμβάνονται στο αίτημα για σκοπούς άλλους από εκείνους για τους οποίους έχει υποβληθεί.
(8) Το αίτημα παροχής πληροφοριών υποβάλλεται προς το ενιαίο σημείο επαφής άλλου κράτους μέλους σε μία από τις γλώσσες οι οποίες περιλαμβάνονται στον κατάλογο ο οποίος καταρτίζεται από το άλλο κράτος μέλος.
(9) Σε περίπτωση κατά την οποία το ενιαίο σημείο επαφής του άλλου κράτους μέλους ζητεί από το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας ή από την αιτούσα εντεταλμένη αρχή επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας διευκρινίσεις ή αποσαφηνίσεις οι οποίες είναι απαραίτητες για την επεξεργασία πληροφοριών που σε διαφορετική περίπτωση θα είχαν απορριφθεί, το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας ή η αιτούσα εντεταλμένη αρχή επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας παρέχει τις απαραίτητες διευκρινίσεις ή αποσαφηνίσεις:
13.-(1) Το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας παρέχει τις πληροφορίες οι οποίες ζητούνται σε αίτημα παροχής πληροφοριών από το ενιαίο σημείο επαφής άλλου κράτους μέλους ή την εντεταλμένη αρχή επιβολής του νόμου άλλου κράτους μέλους το οποίο υποβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 12, το συντομότερο δυνατόν και σε κάθε περίπτωση εντός των ακόλουθων προθεσμιών:
(α) Οκτώ (8) ωρών, σε περίπτωση επειγόντων αιτημάτων σχετικά με άμεσα προσβάσιμες πληροφορίες·
(β) τριών (3) ημερολογιακών ημερών, σε περίπτωση επειγόντων αιτημάτων τα οποία αφορούν έμμεσα προσβάσιμες πληροφορίες· και
(γ) επτά (7) ημερολογιακών ημερών, για όλα τα άλλα αιτήματα:
(2) Σε περίπτωση κατά την οποία για την παραχώρηση των ζητούμενων πληροφοριών απαιτείται η προηγούμενη εξασφάλιση δικαστικής άδειας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17, το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας δύναται να παρεκκλίνει από τις προθεσμίες οι οποίες προβλέπονται στις διατάξεις του εδαφίου (1) και σε τέτοια περίπτωση-
(α) ενημερώνει αμέσως το αιτούμενο ενιαίο σημείο επαφής άλλου κράτους μέλους ή την αιτούμενη εντεταλμένη αρχή επιβολής του νόμου άλλου κράτους μέλους, ανάλογα με την περίπτωση, σχετικά με την αναμενόμενη καθυστέρηση, προσδιορίζοντας τη διάρκεια της αναμενόμενης καθυστέρησης και τους σχετικούς λόγους· και
(β) τηρεί ενήμερο το αιτούμενο ενιαίο σημείο επαφής άλλου κράτους μέλους ή την αιτούμενη εντεταλμένη αρχή επιβολής του νόμου άλλου κράτους μέλους, ανάλογα με την περίπτωση, παρέχοντας τις ζητούμενες πληροφορίες το συντομότερο δυνατόν μετά τη λήψη της δικαστικής άδειας.
(3) Το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας παρέχει τις πληροφορίες που ζητούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 στο αιτούμενο ενιαίο σημείο επαφής άλλου κράτους μέλους ή στην αιτούμενη εντεταλμένη αρχή επιβολής του νόμου άλλου κράτους μέλους, ανάλογα με την περίπτωση, στη γλώσσα στην οποία υποβλήθηκε το εν λόγω αίτημα παροχής πληροφοριών.
(4) Σε περίπτωση αποστολής πληροφοριών σε εντεταλμένη αρχή επιβολής του νόμου του άλλου κράτους μέλους, το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας αποστέλλει ταυτόχρονα αντίγραφο των ζητούμενων πληροφοριών και στο ενιαίο σημείο επαφής του άλλου κράτους μέλους , εκτός και εάν αυτό θα έθετε σε κίνδυνο-
(α) ιδιαίτερα ευαίσθητη έρευνα η οποία είναι υπό εξέλιξη και για την οποία η επεξεργασία πληροφοριών απαιτεί κατάλληλο επίπεδο εμπιστευτικότητας·
(β) τη διαχείριση περιπτώσεων τρομοκρατίας οι οποίες δεν αφορούν καταστάσεις έκτακτης ανάγκης ή διαχείρισης κρίσεων· και/ή
(γ) την ασφάλεια προσώπου.
14.-(1) Το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας δύναται να αρνηθεί την παροχή πληροφοριών οι οποίες ζητούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12, σε περίπτωση κατά την οποία συντρέχει οποιοσδήποτε από τους ακόλουθους λόγους:
(α) Οι ζητούμενες πληροφορίες δεν είναι διαθέσιμες στο ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας και στις αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας·
(β) το αίτημα παροχής πληροφοριών δεν πληροί τις απαιτήσεις οι οποίες προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 12·
(γ) η δικαστική άδεια η οποία απαιτείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17 απορρίφθηκε·
(δ) οι ζητούμενες πληροφορίες αποτελούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα πέραν εκείνων που εμπίπτουν στις κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα οι οποίες προβλέπονται στις διατάξεις της υποπαραγράφου (ii) της παραγράφου (α) του άρθρου 19·
(ε) έχει διαπιστωθεί ότι οι ζητούμενες πληροφορίες είναι ανακριβείς, ελλιπείς ή δεν είναι πλέον επικαιροποιημένες και δεν δύναται να παρασχεθούν σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (1), (2) και (3) του άρθρου 9 του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα από Αρμόδιες Αρχές για τους σκοπούς Πρόληψης, Διερεύνησης, Ανίχνευσης ή Δίωξης Ποινικών Αδικημάτων ή της Εκτέλεσης Ποινικών Κυρώσεων και για την Ελεύθερη Κυκλοφορία των Δεδομένων αυτών Νόμου·
(στ) υπάρχουν αντικειμενικοί λόγοι να θεωρείται ότι η παροχή των ζητούμενων πληροφοριών-
(i) είναι αντίθετη ή επιζήμια προς ουσιώδη συμφέροντα εθνικής ασφάλειας της Δημοκρατίας·
(ii) θέτει σε κίνδυνο την επιτυχία υπό εξέλιξη έρευνας για ποινικό αδίκημα ή την ασφάλεια προσώπου· και/ή
(iii) βλάπτει αδικαιολόγητα τα προστατευόμενα σημαντικά συμφέροντα νομικού προσώπου·
(ζ) το αίτημα αφορά-
(i) ποινικό αδίκημα το οποίο τιμωρείται σύμφωνα με οποιονδήποτε νόμο της Δημοκρατίας με προβλεπόμενη ποινή φυλάκισης μικρότερη ή ίση του ενός (1) έτους· ή
(ii) ζήτημα το οποίο δεν συνιστά ποινικό αδίκημα σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο· και/ή
(η) οι ζητούμενες πληροφορίες λήφθηκαν αρχικά από άλλο κράτος μέλος ή τρίτη χώρα που δεν έχει δώσει τη συγκατάθεσή του για την παροχή των πληροφοριών.
(2)(α) Κατά την αξιολόγηση του αιτήματος, το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας και οι αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας, όπου διαβιβάστηκε περαιτέρω το αίτημα, επιδεικνύουν τη δέουσα επιμέλεια, ώστε να εξετάσουν κατά πόσο το αίτημα παροχής πληροφοριών που υποβάλλεται είναι σύμφωνο με τις απαιτήσεις οι οποίες προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 12, ιδίως κατά πόσο υπάρχει πρόδηλη παραβίαση θεμελιωδών δικαιωμάτων.
(β) Η απόρριψη του αιτήματος παροχής πληροφοριών αφορά μόνο το μέρος των ζητούμενων πληροφοριών στο οποίο αναφέρονται οι λόγοι οι οποίοι προβλέπονται στις διατάξεις του εδαφίου (1) και, κατά περίπτωση, δεν θίγει την υποχρέωση παροχής των λοιπών μερών των πληροφοριών σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(3) Το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας ενημερώνει το αιτούν ενιαίο σημείο επαφής άλλου κράτους μέλους ή την αιτούσα εντεταλμένη αρχή επιβολής του νόμου άλλου κράτους μέλους, ανάλογα με την περίπτωση, σχετικά με την απόρριψη του αιτήματος παροχής πληροφοριών και τους λόγους της απόρριψης, εντός των προβλεπόμενων στις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 13 προθεσμιών.
(4) Όπου απαιτείται, το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας ζητεί αμέσως από το αιτούν ενιαίο σημείο επαφής άλλου κράτους μέλους ή την αιτούσα εντεταλμένη αρχή επιβολής του νόμου άλλου κράτους μέλους, ανάλογα με την περίπτωση, τις απαραίτητες διευκρινίσεις ή αποσαφηνίσεις για την επεξεργασία πληροφοριών που σε διαφορετική περίπτωση θα είχαν απορριφθεί:
(5) Οι απορρίψεις των αιτημάτων παροχής πληροφοριών, οι λόγοι για τις εν λόγω απορρίψεις, τα αιτήματα για διευκρινίσεις ή αποσαφηνίσεις και οι διευκρινίσεις ή αποσαφηνίσεις που προβλέπονται στις διατάξεις του εδαφίου (4), καθώς και κάθε άλλη κοινοποίηση σχετικά με τα αιτήματα παροχής πληροφοριών που υποβάλλονται στο ενιαίο σημείο επαφής άλλου κράτους μέλους διαβιβάζονται στη γλώσσα που υποβλήθηκε το αίτημα.
15.-(1) Υπηρεσίες, τμήματα και ανεξάρτητες αρχές της Δημοκρατίας δύνανται να παρέχουν, με ιδία πρωτοβουλία, μέσω του ενιαίου σημείου επαφής της Δημοκρατίας ή των αρμοδίων αρχών επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας, πληροφορίες που έχουν στη διάθεσή τους, στα ενιαία σημεία επαφής ή στις αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου άλλων κρατών μελών, σε περίπτωση κατά την οποία υφίστανται αντικειμενικοί λόγοι να θεωρείται ότι οι πληροφορίες αυτές δύναται να είναι σημαντικές για τα εν λόγω άλλα κράτη μέλη για σκοπούς πρόληψης, εξακρίβωσης ή διερεύνησης αξιόποινων πράξεων.
(2) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (3), το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας ή οι αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας παρέχουν, με ιδία πρωτοβουλία, πληροφορίες που έχουν στη διάθεσή τους, στα ενιαία σημεία επαφής ή στις αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου άλλων κρατών μελών, σε περίπτωση κατά την οποία υφίστανται αντικειμενικοί λόγοι να θεωρείται ότι οι πληροφορίες αυτές δύναται να είναι σημαντικές για τα εν λόγω κράτη μέλη για σκοπούς πρόληψης, εξακρίβωσης ή διερεύνησης σοβαρών αξιόποινων πράξεων.
(3) Η υποχρέωση παροχής των πληροφοριών δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2) δεν υφίσταται σε περίπτωση κατά την οποία για τις πληροφορίες αυτές συντρέχουν οι λόγοι που προβλέπονται στις διατάξεις των παραγράφων (γ) και/ή (στ) του εδαφίου (1) του άρθρου 14.
(4) Η παροχή πληροφοριών προς το ενιαίο σημείο επαφής του άλλου κράτους μέλους σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) και (2) διενεργείται σε μία από τις γλώσσες που περιλαμβάνονται στον κατάλογο που καταρτίζεται από το εν λόγω άλλο κράτος μέλος.
(5) Σε περίπτωση κατά την οποία το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας παρέχει πληροφορίες με ιδία πρωτοβουλία στην αρμόδια αρχή επιβολής του νόμου άλλου κράτους μέλους, αποστέλλει παράλληλα αντίγραφο των εν λόγω πληροφοριών στο ενιαίο σημείο επαφής του εν λόγω άλλου κράτους μέλους.
(6) Σε περίπτωση κατά την οποία αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας παρέχουν πληροφορίες με ιδία πρωτοβουλία σε ενιαίο σημείο επαφής ή αρμόδια αρχή επιβολής του νόμου άλλου κράτους μέλους, αποστέλλουν παράλληλα αντίγραφο των εν λόγω πληροφοριών στο ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας και, όπου αρμόζει, στο ενιαίο σημείο επαφής του εν λόγω άλλου κράτους μέλους, εκτός εάν αυτό θα έθετε σε κίνδυνο-
(α) ιδιαίτερα ευαίσθητη έρευνα η οποία είναι υπό εξέλιξη και για την οποία η επεξεργασία πληροφοριών απαιτεί ένα κατάλληλο επίπεδο εμπιστευτικότητας·
(β) τη διαχείριση περιπτώσεων τρομοκρατίας οι οποίες δεν αφορούν καταστάσεις έκτακτης ανάγκης ή διαχείρισης κρίσεων· και/ή
(γ) την ασφάλεια προσώπου.
16.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας υποβάλλει αίτημα παροχής πληροφοριών απευθείας στην αρμόδια αρχή επιβολής του νόμου άλλου κράτους μέλους, αποστέλλει παράλληλα αντίγραφο του εν λόγω αιτήματος στο ενιαίο σημείο επαφής του εν λόγω άλλου κράτους μέλους.
(2) Σε περίπτωση κατά την οποία αρμόδια αρχή επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας παρέχει πληροφορίες σε αίτημα το οποίο έλαβε από ενιαίο σημείο επαφής άλλου κράτους μέλους, αποστέλλει παράλληλα αντίγραφο των εν λόγω πληροφοριών στο ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας.
(3) Σε περίπτωση κατά την οποία αρμόδια αρχή επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας υποβάλλει αίτημα παροχής πληροφοριών ή παρέχει πληροφορίες κατόπιν σχετικού αιτήματος απευθείας σε μία αρμόδια αρχή επιβολής του νόμου άλλου κράτους μέλους αποστέλλει παράλληλα αντίγραφο του εν λόγω αιτήματος ή των εν λόγω πληροφοριών στο ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας και στο ενιαίο σημείο επαφής του εν λόγω άλλου κράτους μέλους, εκτός εάν αυτό θα έθετε σε κίνδυνο-
(α) ιδιαίτερα ευαίσθητη έρευνα η οποία είναι υπό εξέλιξη και για την οποία η επεξεργασία πληροφοριών απαιτεί ένα κατάλληλο επίπεδο εμπιστευτικότητας·
(β) τη διαχείριση περιπτώσεων τρομοκρατίας οι οποίες δεν αφορούν καταστάσεις έκτακτης ανάγκης ή διαχείρισης κρίσεων· και/ή
(γ) την ασφάλεια προσώπου.
17.-(1) Για την παροχή πληροφοριών στο ενιαίο σημείο επαφής άλλου κράτους μέλους ή στις αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου άλλων κρατών μελών σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους ΙΙΙ και του Μέρους IV δεν απαιτείται δικαστική άδεια, νοουμένου ότι δεν προβλέπεται τέτοια απαίτηση δυνάμει των διατάξεων οποιουδήποτε νόμου της Δημοκρατίας για την παροχή παρόμοιων πληροφοριών εντός της Δημοκρατίας.
(2) Σε περίπτωση κατά την οποία απαιτείται δικαστική άδεια δυνάμει διάταξης οποιουδήποτε νόμου της Δημοκρατίας για την παροχή πληροφοριών στο ενιαίο σημείο επαφής άλλου κράτους μέλους ή στις αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου άλλου κράτους μέλους σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους ΙΙΙ και του Μέρους IV, το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας ή οι αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας λαμβάνουν αμέσως όλα τα αναγκαία μέτρα σύμφωνα με τις διατάξεις της οικείας νομοθεσίας, ώστε να λάβουν την εν λόγω δικαστική άδεια το συντομότερο δυνατόν.
(3) Τα αιτήματα για δικαστική άδεια τα οποία προβλέπονται στις διατάξεις του εδαφίου (2) αξιολογούνται και οι σχετικές αποφάσεις λαμβάνονται σύμφωνα με την οικεία νομοθεσία της Δημοκρατίας.
18.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), οι πληροφορίες που παρέχονται από άλλο κράτος μέλος στο ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας ή στις αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας δύναται να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά στοιχεία ενώπιον δικαστικής αρχής, νοουμένου ότι λαμβάνεται η προς τούτο συγκατάθεση του άλλου κράτους μέλους που παρέχει τις πληροφορίες.
(2) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), οι πληροφορίες που έχουν παρασχεθεί από τη Δημοκρατία μέσω του ενιαίου σημείου επαφής της Δημοκρατίας ή μέσω των αρμόδιων αρχών επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας, κατόπιν αίτησης του άλλου κράτους μέλους, δύναται να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά στοιχεία ενώπιον δικαστικής αρχής άλλου κράτους μέλους, νοουμένου ότι παραχωρείται η συγκατάθεση του ιδιοκτήτη της πληροφορίας.
(3) Οι διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) δεν θίγουν διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες που έχει συνάψει η Δημοκρατία με άλλα κράτη μέλη ή το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με την αμοιβαία δικαστική συνδρομή.
19. Το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας ή οι αρμόδιες αρχές, σε περίπτωση κατά την οποία παρέχουν πληροφορίες δυνάμει των διατάξεων του Μέρους III και του Μέρους IV οι οποίες συνιστούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα-
(α) διασφαλίζει ότι-
(i) τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα είναι ακριβή, πλήρη και επικαιροποιημένα σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (1), (2) και (3) του άρθρου 9 του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα από Αρμόδιες Αρχές για τους σκοπούς Πρόληψης, Διερεύνησης, Ανίχνευσης ή Δίωξης Ποινικών Αδικημάτων ή της Εκτέλεσης Ποινικών Κυρώσεων και για την Ελεύθερη Κυκλοφορία των Δεδομένων αυτών Νόμου· και
(ii) οι κατηγορίες των εν λόγω δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που παρέχονται ανά κατηγορία υποκειμένου δεδομένων εξακολουθούν να περιορίζονται σε εκείνες που προβλέπονται στο Τμήμα Β του Παραρτήματος II του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/794 και είναι απαραίτητες και αναλογικές για την επίτευξη του στόχου του αιτήματος· και
(β) παρέχει στο μέτρο του δυνατού, τα αναγκαία στοιχεία που επιτρέπουν στο ενιαίο σημείο επαφής ή στην αρμόδια αρχή επιβολής του νόμου του άλλου κράτους μέλους να αξιολογήσει τον βαθμό ακρίβειας, πληρότητας και αξιοπιστίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και τον βαθμό επικαιροποίησής τους.
20.-(1) Το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας καταρτίζει και επικαιροποιεί κατάλογο με μία ή περισσότερες γλώσσες με τις οποίες είναι σε θέση να ανταλλάσσει πληροφορίες:
(2) Το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας κοινοποιεί στην Επιτροπή τον κατάλογο γλωσσών που κατήρτισε δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), καθώς και τυχόν επικαιροποιήσεις του.
21.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας ή οι αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας αποστέλλουν αιτήματα παροχής πληροφοριών, παρέχουν πληροφορίες σύμφωνα με τα εν λόγω αιτήματα ή παρέχουν πληροφορίες με ιδία πρωτοβουλία δυνάμει των διατάξεων του Μέρους ΙΙΙ και Μέρους IV, το προσωπικό του ενιαίου σημείου επαφής της Δημοκρατίας ή των αρμόδιων αρχών επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας αξιολογούν, ανά περίπτωση και με την επιφύλαξη των διατάξεων του Άρθρου 7 παράγραφος 7 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/794, κατά πόσον είναι αναγκαίο να σταλεί αντίγραφο των ζητούμενων πληροφοριών ή των πληροφοριών που παρασχέθηκαν στην Ευρωπόλ, εφόσον οι πληροφορίες τις οποίες αφορά η κοινοποίηση αφορούν αδικήματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των στόχων της Ευρωπόλ και καθορίζονται στο άρθρο 3 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/794.
(2) Σε περίπτωση κατά την οποία αποστέλλεται στην Ευρωπόλ αντίγραφο αιτήματος παροχής πληροφοριών ή αντίγραφο πληροφοριών σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), οι σκοποί της επεξεργασίας των πληροφοριών και τυχόν περιορισμοί στην εν λόγω επεξεργασία σύμφωνα με το Άρθρο 19 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/794 κοινοποιούνται στην Ευρωπόλ:
22.-(1) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (2), το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας ή οι αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας χρησιμοποιούν την εφαρμογή δικτύου ασφαλούς ανταλλαγής πληροφοριών της Ευρωπόλ υπό την ονομασία SIENA για να αποστέλλουν αιτήματα παροχής πληροφοριών ή να παρέχουν πληροφορίες προς απάντηση των αιτημάτων ή να παρέχουν πληροφορίες με ιδία πρωτοβουλία δυνάμει των διατάξεων του Μέρους ΙΙΙ και του Μέρους ΙV ή του άρθρου 21.
(2) Το Σύστημα SIENA δύναται να μην χρησιμοποιείται σε περίπτωση κατά την οποία-
(α) η ανταλλαγή πληροφοριών απαιτεί τη συμμετοχή τρίτων χωρών ή διεθνών οργανισμών ή υπάρχουν αντικειμενικοί λόγοι να θεωρείται ότι η συμμετοχή αυτή θα είναι αναγκαία σε μεταγενέστερο στάδιο, μεταξύ άλλων, μέσω του διαύλου επικοινωνίας της Ιντερπόλ·
(β) η επείγουσα φύση του αιτήματος παροχής πληροφοριών απαιτεί την προσωρινή χρήση άλλου διαύλου επικοινωνίας· και/ή
(γ) ένα απρόβλεπτο τεχνικό ή επιχειρησιακό συμβάν εμποδίζει το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας ή τις αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας στη χρήση του Συστήματος SIENA για την ανταλλαγή πληροφοριών.
(3) Το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας και οι αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας που συμμετέχουν στην ανταλλαγή πληροφοριών δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου συνδέονται απευθείας με το Σύστημα SIENA, μεταξύ άλλων, από κινητές συσκευές, κατά περίπτωση.
23.-(1) Το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας και οι αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας τηρούν ετήσια στατιστικά στοιχεία σχετικά με τις ανταλλαγές πληροφοριών που πραγματοποιήθηκαν με άλλα κράτη μέλη δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του εδαφίου (1), οι αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας αποστέλλουν τα στατιστικά στοιχεία που αφορούν το προηγούμενο ημερολογιακό έτος στο ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας έως την 31η Ιανουαρίου κάθε έτους.
(3) Το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας παρέχει στην Επιτροπή τα στατιστικά στοιχεία σχετικά με τις ανταλλαγές πληροφοριών με άλλα κράτη μέλη που πραγματοποιήθηκαν κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος έως την 1η Μαρτίου κάθε έτους.
(4) Τα στατιστικά στοιχεία τα οποία παρέχονται δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (1) και (2) περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα:
(α) Τον αριθμό των αιτημάτων παροχής πληροφοριών που υποβάλλονται από το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας και από τις αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας·
(β) τον αριθμό των αιτημάτων παροχής πληροφοριών που έλαβε το ενιαίο σημείο επαφής της Δημοκρατίας και οι αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου της Δημοκρατίας, καθώς και τον αριθμό των αιτημάτων παροχής πληροφοριών στα οποία απάντησαν, με ανάλυση ανά επείγοντα και μη επείγοντα αιτήματα, και ανά αιτούν κράτος μέλος·
(γ) τον αριθμό των αιτημάτων παροχής πληροφοριών που απορρίφθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14, ανά αιτούν κράτος μέλος και τον λόγο απόρριψης· και
(δ) τον αριθμό των περιπτώσεων στις οποίες δεν τηρήθηκαν οι προθεσμίες οι οποίες προβλέπονται στις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 13, λόγω του ότι ήταν αναγκαίο να ληφθεί δικαστική άδεια σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του εν λόγω άρθρου, ανά κράτος μέλος που υπέβαλε τα σχετικά αιτήματα παροχής πληροφοριών.