Προοίμιο

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Συνοπτικός τίτλος

1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί της Διαδικασίας Ρύθμισης Ληξιπρόθεσμων Φορολογικών Οφειλών Νόμος του 2017.

Ερμηνεία

2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια:

«δήλωση» σημαίνει φορολογική δήλωση η οποία υποβάλλεται σύμφωνα με τις διατάξεις:

(α) Των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων του 1978 έως 2016·

(β) των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμων του 1990 έως 2000·

(γ) των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμων του 2000 έως 2016·

«Έφορος» σημαίνει τον Έφορο Φορολογίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Τμήματος Φορολογίας Νόμου∙

«οικεία νομοθεσία» σημαίνει τους νόμους δυνάμει των οποίων προκύπτει φορολογική οφειλή και τους δυνάμει αυτών εκδοθέντες Κανονισμούς∙

«οφειλέτης» σημαίνει πρόσωπο το οποίο έχει ληξιπρόθεσμη φορολογική οφειλή, προς το κράτος και περιλαμβάνει την επιβλητέα πρόσθετη επιβάρυνση∙

«πρόσθετη επιβάρυνση» σημαίνει χρηματική επιβάρυνση ή/και τόκο που επιβάλλεται δυνάμει των διατάξεων:

(α) των περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμων του 1961 έως 2002∙ ή/και

(β) των περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμων του 2002 έως 2016· ή/και

(γ) των περί Εκτάκτου Εισφοράς για την Άμυνα της Δημοκρατίας Νόμων του 1985 έως 2002. ή/και

(δ) των περί Έκτακτης Εισφοράς για την Άμυνα της Δημοκρατίας Νόμων του 2002 έως 2016. ή/και

(ε) των περί Φορολογίας Ακινήτου Ιδιοκτησίας Νόμων του 1980 έως 2016· ή/και

(στ) των περί Φορολογίας Κεφαλαιουχικών Κερδών Νόμων του 1980 έως 2016· ή/και

(ζ) των περί Φορολογίας Κληρονομιών Νόμων του 1962 έως 2000· ή/και

(η) των περί Έκτακτης Εισφοράς Εργοδοτουμένων, Συνταξιούχων και Αυτοτελώς Εργαζομένων του Ιδιωτικού Τομέα Νόμων του 2011 έως 2013, ή/και

(θ) των περί Εκτάκτου Εισφοράς (Προσωρινές Διατάξεις) Νόμων του 1974 έως 1991∙ ή/και

(ι) των περί Χαρτοσήμων Νόμων του 1963 έως 2015∙ ή/και

(ια) των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμων του 1990 έως 2000· ή/και

(ιβ) των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμων του 2000 έως 2016· ή/και

(ιγ) των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων του 1978 έως 2016∙

«ρύθμιση» σημαίνει την εξόφληση φορολογικής οφειλής σε δόσεις σύμφωνα με διαδικασία που προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου∙

«τρέχουσα οφειλή» σημαίνει οποιαδήποτε φορολογική οφειλή η οποία δεν εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 3∙

«φορολογική οφειλή» σημαίνει ληξιπρόθεσμη οφειλή που προκύπτει σύμφωνα με τις διατάξεις:

(α) των περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμων του 1961 έως 2002. ή / και

(β) των περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμων του 2002 έως 2016. ή/και

(γ) των περί Εκτάκτου Εισφοράς για την Άμυνα της Δημοκρατίας Νόμων του 1985 έως 2002. ή/και

(δ) των περί Έκτακτης Εισφοράς για την Άμυνα της Δημοκρατίας Νόμων του 2002 έως 2016. ή/και

(ε) των περί Φορολογίας Κεφαλαιουχικών Κερδών Νόμων του 1980 έως 2016. ή/και

(στ) των περί Φορολογίας Κληρονομιών Νόμων του 1962 έως 2000. ή/και

(ζ) των περί Φορολογίας Ακίνητου Ιδιοκτησίας Νόμων του 1980 έως 2016∙ ή/και

(η) των περί Εκτάκτου Εισφοράς (Προσωρινές Διατάξεις) Νόμων του 1974 έως 1991∙ ή/και

(θ) των περί Έκτακτης Εισφοράς Εργοδοτουμένων, Συνταξιούχων και Αυτοτελώς Εργαζομένων του Ιδιωτικού Τομέα Νόμων του 2011 έως 2013. ή/και

(ι) των περί Χαρτοσήμων Νόμων του 1963 έως 2015. ή/και

(ια) των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμων του 1990 έως 2000∙ ή/και

(ιβ) των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμων του 2000 έως 2016∙ ή/και

(ιγ) των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων του 1978 έως 2016.

Πεδίο εφαρμογής

3. Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται σε φορολογικές οφειλές που αφορούν σε-

(α) χρονικές περιόδους που προηγούνται της ημερομηνίας έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, οι οποίες καθορίζονται σε γνωστοποίηση του Εφόρου η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας· και

(β) χρονικές περιόδους μέχρι την 31ην Δεκεμβρίου 2019, εφόσον ο οφειλέτης είναι πρόσωπο το οποίο εμπίπτει σε μια από τις πιο κάτω κατηγορίες:

(i) Επιχειρήσεις και αυτοτελώς εργαζομένους υποκείμενους στο Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ), που παρουσιάζουν μείωση του κύκλου εργασιών τους για το έτος 2020 σε σύγκριση με το έτος 2019, τουλάχιστον κατά είκοσι πέντε τοις εκατό (25%), λόγω των περιοριστικών μέτρων που λήφθηκαν για αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας του COVID-19∙ και

(ii) επιχειρήσεις και αυτοτελώς εργαζομένους που εξαιρούνται από την υποχρέωση εγγραφής στο Μητρώο ΦΠΑ (Εγκεκριμένα Ιδιωτικά Φροντιστήρια, Ωδεία/Μουσικές Σχολές και Σχολές Χορού), που παρουσιάζουν μείωση του κύκλου εργασιών τους για το έτος 2020 σε σύγκριση με το έτος 2019, τουλάχιστον κατά είκοσι πέντε τοις εκατό (25%), λόγω των περιοριστικών μέτρων που λήφθηκαν για αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας του COVID-19:

Νοείται ότι, οι διατάξεις του παρόντος Νόμου δεν εφαρμόζονται σε υποθέσεις που αφορούν αδήλωτα χρηματικά ποσά, καταθέσεις ή εμβάσματα, που έγιναν ή εντοπίστηκαν στην Κύπρο ή στο εξωτερικό, προς όφελος ή/και για λογαριασμό των ιδίων φυσικών ή νομικών προσώπων:

Νοείται περαιτέρω ότι στην περίπτωση που η συνολική φορολογική οφειλή του οφειλέτη δεν υπερβαίνει τα πεντακόσια ευρώ (€500), το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Απόφασή του να εγκρίνει πρόταση του Υπουργού Οικονομικών η οποία υποβάλλεται έπειτα από εισήγηση του Εφόρου, για τη διαγραφή ποσού το οποίο ανέρχεται στα εκατόν ευρώ (€100), τη διαγραφή ολόκληρου του οφειλόμενου ποσού, χωρίς να απαιτείται η βάσει των διατάξεων του άρθρου 5, υποβολή αίτησης εκ μέρους του οφειλέτη.

Μη διεκδίκηση οφειλών με δικαστικά μέτρα

4.-(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της οικείας νομοθεσίας, δεν διεκδικείται οφειλή με την άσκηση ποινικής δίωξης νοουμένου ότι κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, ο Έφορος εγκρίνει την εξόφληση φορολογικής οφειλής σε μηνιαίες δόσεις σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 6 και 7.

(2) Πρόσθετη επιβάρυνση, η οποία επιβάλλεται για φορολογική οφειλή η οποία τελεί υπό ρύθμιση σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, δεν επαυξάνεται αναφορικά με περιόδους καθυστέρησης που επέρχονται μετά την ημερομηνία που ορίζεται από τον Έφορο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3.

Αίτηση για ρύθμιση φορολογικής οφειλής

5.-(1) Οφειλέτης, ο οποίος επιθυμεί να προβεί σε ρύθμιση φορολογικής οφειλής -

(α) σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) του άρθρου 3, δύναται να πράξει τούτο εντός έντεκα (11) μηνών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί της Διαδικασίας Ρύθμισης Ληξιπρόθεσμων Φορολογικών Οφειλών (Τροποποιητικού) Νόμου του 2020, με την υποβολή αίτησης στον τύπο και κατά τον τρόπο που καθορίζεται σε γνωστοποίηση του Εφόρου που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας· ή

(β) σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β) του άρθρου 3, δύναται να το πράξει εντός δώδεκα (12) μηνών από την ημερομηνία  έναρξης της ισχύος του περί της Διαδικασίας Ρύθμισης Ληξιπρόθεσμων Φορολογικών Οφειλών (Τροποποιητικού) Νόμου του 2021.

(2) Πρόσωπο δύναται να προβεί σε ρύθμιση της φορολογικής οφειλής ή/και επιβληθείσας πρόσθετης επιβάρυνσης, η οποία έχει προκύψει μετά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Διαδικασίας Ρύθμισης Ληξιπρόθεσμων Φορολογικών Οφειλών Νόμου του 2017 και αφορά σε περιόδους που εμπίπτουν στις διατάξεις του παρόντος Νόμου, εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης σε αυτό της φορολογικής οφειλής ή/και της πρόσθετης επιβάρυνσης:

Νοείται ότι, οι διατάξεις του πιο πάνω εδαφίου δεν εφαρμόζονται για τις περιόδους από την 1η Ιανουαρίου 2016 μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2019.

Εξέταση και απόφαση επί της αίτησης

6.-(1) Ο Έφορος προχωρεί σε εξέταση υποβληθείσας αίτησης για ρύθμιση, με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου το ταχύτερο, νοουμένου ότι ο αιτητής έχει υποβάλει όλες τις απαραίτητες δηλώσεις για όλες τις περιόδους που εντάσσονται στη ρύθμιση:

Νοείται ότι, για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου καμιά φορολογική δήλωση δεν θεωρείται υποβληθείσα, σε σχέση με-

(i) φορολογικές οφειλές που καθορίζονται στην παράγραφο (α) του άρθρου 3, εάν υποβληθεί μετά την 30ή Νοεμβρίου 2020∙

(ii) φορολογικές οφειλές που καθορίζονται στην παράγραφο (β) του άρθρου 3, εάν υποβληθεί μετά την 31η Δεκεμβρίου 2021.

(2) Ληφθείσα απόφαση του Εφόρου επί υποβληθείσας αίτησης κοινοποιείται στον αιτητή το ταχύτερο και εν πάση περιπτώσει εντός διαστήματος το οποίο δεν υπερβαίνει τις δεκαπέντε (15) ημέρες από την ημερομηνία λήψης της απόφασης μαζί με αναλυτική κατάσταση η οποία παρουσιάζει τα ποσά που συνιστούν τη φορολογική οφειλή και την αντίστοιχη πρόσθετη επιβάρυνση, το συνολικό ποσό της φορολογικής οφειλής, τον αριθμό των μηνιαίων δόσεων της ρύθμισης και το ποσό της καθορισθείσας μηνιαίας δόσης:

Νοείται ότι, παράλειψη του Εφόρου να απαντήσει σύμφωνα με τα πιο πάνω εντός του προβλεπόμενου διαστήματος θεωρείται αποδοχή της αίτησης και των εισηγήσεων του αιτητή.

(3) Ο αιτητής, σε διάστημα δεκαπέντε (15) ημερών από τη λήψη της απόφασης του Εφόρου, εφόσον αυτή είναι θετική, υποβάλλει στον Έφορο δήλωση αποδοχής της εγκριθείσας ρύθμισης στον τύπο και κατά τρόπο που καθορίζεται σε γνωστοποίηση του Εφόρου η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας:

Νοείται ότι, δήλωση αποδοχής υποβάλλεται και στην περίπτωση που λόγω παράλειψης του Εφόρου να απαντήσει σε υποβληθείσα αίτηση, θεωρείται ότι η υποβληθείσα αίτηση έγινε αποδεκτή.

(4) Η ρύθμιση παράγει έννομα αποτελέσματα αφ’ ης ο οφειλέτης έχει καταβάλει την πρώτη μηνιαία δόση της φορολογικής οφειλής, νοουμένου ότι δεν έχει δημιουργηθεί οποιαδήποτε νέα τρέχουσα οφειλή η οποία κατέστη ληξιπρόθεσμη σε ημερομηνία η οποία έπεται της ημερομηνίας που ορίζει ο Έφορος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3.

Αριθμός δόσεων και τρόπος καταβολής των υπαγόμενων στη ρύθμιση οφειλών

7.-(1) Η ρύθμιση της οφειλής γίνεται σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις, ο αριθμός των οποίων δεν υπερβαίνει –

(α) Τις πενήντα τέσσερις (54) δόσεις για οφειλή μέχρι εκατόν χιλιάδες ευρώ (€100.000), νοουμένου ότι κάθε δόση δεν δύναται να είναι μικρότερη από πενήντα ευρώ (€50)∙

(β) τις εξήντα (60) δόσεις για φορολογική οφειλή πάνω από εκατόν χιλιάδες ευρώ (€100.000), νοουμένου ότι κάθε δόση δεν δύναται να είναι μικρότερη από χίλια οκτακόσια πενήντα δύο ευρώ (€1.852):

Νοείται ότι, σε περίπτωση καθυστέρησης οφειλόμενης δόσης ενός (1) μηνός, ο οφειλέτης εξοφλεί το ποσό αυτής μαζί με την επόμενη δόση, διαφορετικά αυτό κατανέμεται εξίσου στις εναπομείνασες δόσεις της ρύθμισης.

(2) Η πρώτη δόση καταβάλλεται το αργότερο μέχρι την τελευταία ημέρα του μηνός κατά τον οποίο ο αιτητής υπέβαλε δήλωση αποδοχής της εγκριθείσας ρύθμισης, ενώ έκαστη των υπολοίπων δόσεων καταβάλλεται το αργότερο μέχρι την τελευταία ημέρα του μηνός στον οποίο αυτή αντιστοιχεί.

(3) Οι δόσεις καταβάλλονται στο Τμήμα Φορολογίας κατά τον τρόπο που καθορίζεται στην απόφαση του Εφόρου που κοινοποιήθηκε στον αιτητή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6:

Νοείται ότι, με την είσπραξη κάθε δόσης, επιπροσθέτως της απόδειξης είσπραξης, ο οφειλέτης δύναται να ζητεί και να λαμβάνει ενημερωτική κατάσταση για το υπόλοιπο της οφειλής του.

Προτεραιότητα εξόφλησης

8. Με το ποσό κάθε δόσης εξοφλούνται οφειλές κατά χρονολογική σειρά, αρχίζοντας από την παλαιότερη από τις εμπίπτουσες στη ρύθμιση οφειλές.

Διαγραφή πρόσθετων επιβαρύνσεων

9. Οφειλέτης απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής των πρόσθετων επιβαρύνσεων επί των υπό ρύθμιση φορολογικών οφειλών, ανάλογα με τον αριθμό των δόσεων που επιλέγονται προς εξόφληση της φορολογικής οφειλής, όπως ορίζεται σε γνωστοποίηση του Εφόρου η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

Συνέπειες παράβασης των όρων ρύθμισης

10.-(1) Η ρύθμιση ακυρώνεται αυτοδίκαια, εάν ο οφειλέτης –

(α) καθυστερεί να καταβάλει σωρευτικά οποιεσδήποτε πέντε (5) δόσεις. ή

(β) τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 3, παραλείπει να υποβάλει δήλωση ή/ και να καταβάλει τρέχουσα οφειλή εντός της καθορισμένης από την οικεία νομοθεσία προθεσμίας:

Νοείται ότι, οποιεσδήποτε δόσεις δεν καταβλήθηκαν εντός της περιόδου που αρχίζει την 1η Μαρτίου 2020 και λήγει την 31η Δεκεμβρίου 2020, και των δύο ημερομηνιών συμπεριλαμβανομένων, δεν συνυπολογίζονται στις πέντε (5) δόσεις που προβλέπονται στις διατάξεις της παραγράφου (α):

Νοείται περαιτέρω ότι, μετά την ακύρωση της ρύθμισης, το υπόλοιπο της οφειλής, τυγχάνει χειρισμού με βάση τις διατάξεις των οικείων νόμων για την παράλειψη καταβολής οφειλών.

Εκκρεμούσα ποινική δίωξη/ διαδικασία και επιδικασμένη οφειλή

11.-(1) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται κατ’ αναλογίαν, στην περίπτωση οφειλέτη εναντίον του οποίου εκκρεμεί ποινική δίωξη/διαδικασία σχετικά με φορολογική οφειλή, καθώς και στην περίπτωση επιδικασμένης οφειλής για την οποία εκκρεμεί η εκτέλεση διατάγματος δικαστηρίου.

(2) Σε περίπτωση οφειλέτη εναντίον του οποίου εκκρεμεί ποινική δίωξη/διαδικασία βάσει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ο οποίος επιλέγει να υπαχθεί σε ρύθμιση για εξόφληση οφειλής σε δόσεις βάσει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ο Έφορος αποτείνεται στο Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας πληροφορώντας τον σχετικά για σκοπούς αναστολής ποινικής δίωξης, εφόσον τούτο κριθεί σκόπιμο.

(3) Οφειλέτης εναντίον του οποίου εκκρεμεί εκτέλεση διατάγματος δικαστηρίου για επιδικασμένη φορολογική οφειλή, ο οποίος επιθυμεί να υπαχθεί σε ρύθμιση βάσει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, πληροφορεί τον Έφορο, ο οποίος ακολούθως ενημερώνει το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας:

Νοείται ότι, σε τέτοια περίπτωση σε συνεννόηση με τον Έφορο και εφόσον έχει επιτευχθεί ρύθμιση βάσει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, υποβάλλεται αίτηση (ex parte) στο δικαστήριο προς αναστολή εκτέλεσης και/ή συνέχισης της εκτέλεσης του δικαστικού διατάγματος:

Νοείται περαιτέρω ότι, άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον προσώπου στο οποίο καταβάλλεται ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα δυνάμει των διατάξεων του περί Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και Γενικότερα περί Κοινωνικών Παροχών Νόμου ή δημόσιο βοήθημα δυνάμει των διατάξεων του περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμου δεν επιτρέπεται καθ’ όλη την περίοδο κατά την οποία πρόσωπο είναι δικαιούχο ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος ή δημοσίου βοηθήματος:

Νοείται έτι περαιτέρω ότι, η ισχύς της ως άνω διάταξης ρυθμίζεται με γνωστοποίηση του Εφόρου η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

Δικαίωμα συμψηφισμού

12.-(1) Ρύθμιση, η οποία επετεύχθη σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ουδόλως εμποδίζει το συμψηφισμό οφειλών με οφειλές του κράτους προς τον οφειλέτη, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Διαχείρισης των Εσόδων και Δαπανών και του Λογιστικού της Δημοκρατίας Νόμου ή την εγγραφή επιβαρύνσεων δυνάμει του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου ή του περί Εισπράξεως Φόρων Νόμου.

(2) Ουδεμία διάταξη για παραγραφή της υποχρέωσης για καταβολή φορολογικής οφειλής όπου αυτή προβλέπεται σε οικεία νομοθεσία ή σε οποιοδήποτε άλλο νόμο ισχύει για οφειλές που εντάσσονται σε ρύθμιση βάσει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

Υποβολή ένστασης

13.-(1) Οφειλέτης ο οποίος δεν ικανοποιείται από οποιαδήποτε απόφαση εκδίδεται από τον Έφορο, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, έχει δικαίωμα να υποβάλει ένσταση στον Έφορο εντός δεκαπέντε (15) ημερών από τη γνωστοποίηση της απόφασης, αναφέροντας γραπτώς τους λόγους υποβολής της ένστασης και προσκομίζοντας τα αναγκαία υποστηρικτικά στοιχεία και έγγραφα.

(2) Ένσταση η οποία δεν συνοδεύεται από τα απαραίτητα υποστηρικτικά στοιχεία και έγγραφα δεν εξετάζεται:

Νοείται ότι, η υποβολή ένστασης δεν αναστέλλει την ισχύ της ληφθείσας απόφασης.

(3) Ο Έφορος εξετάζει την υποβληθείσα ένσταση, αποφασίζει επί αυτής και κοινοποιεί την απόφασή του στο πρόσωπο το οποίο υπέβαλε την ένσταση, εντός τριάντα (30) ημερών από τη λήψη της.

(4) Ο Έφορος κατά την εξέταση της ένστασης δύναται να αναθέτει σε λειτουργό του Τμήματος Φορολογίας ή σε άλλο πρόσωπο που βρίσκεται στην υπηρεσία του Τμήματος ή σε επιτροπή λειτουργών του Τμήματος, την εξέταση των θεμάτων που αναφύονται στην ένσταση και την υποβολή έκθεσης σε αυτόν πριν την έκδοση της απόφασής του.

(5) Ο Έφορος δύναται -

(α) Να απορρίψει, εν όλω ή εν μέρει, την ένσταση και να επικυρώσει την προσβληθείσα απόφαση, ανάλογα∙

(β) να εγκρίνει, εν όλω ή εν μέρει, την ένσταση και να ακυρώσει την προσβληθείσα απόφαση, ανάλογα∙

(γ) να τροποποιήσει προσβληθείσα απόφαση∙

(δ) να προβεί στην έκδοση νέας απόφασης σε αντικατάσταση της προσβληθείσας απόφασης.

(6) Ο Έφορος κατά τη λήψη οποιασδήποτε απόφασης δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (δ) του εδαφίου (5) δύναται να λάβει υπόψη και γεγονότα μεταγενέστερα της έκδοσης της απόφασης που αποτελεί αντικείμενο της ένστασης.

Εκχώρηση εξουσιών του Εφόρου

14. Ο Έφορος δύναται να εκχωρεί οποιαδήποτε από τις εξουσίες που του παρέχονται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου σε οποιοδήποτε λειτουργό του Τμήματος Φορολογίας ή σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο δεόντως εξουσιοδοτημένο προς τούτο και σε τέτοια περίπτωση η εκχώρηση των σχετικών εξουσιών δύναται να υπόκειται σε τέτοιους όρους, εξαιρέσεις και επιφυλάξεις ως ο Έφορος ήθελε καθορίσει στην εξουσιοδότηση.

Εξουσία Εφόρου να αποφασίζει για ορισμένα ζητήματα

15. Ο Έφορος δύναται να αποφασίζει για οποιοδήποτε θέμα διαδικαστικής φύσης το οποίο χρήζει διευκρίνισης ή για ό,τι άλλο απαιτείται προς συμπλήρωση αναφυόμενων διαδικαστικών κενών, με σκοπό την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

Εξουσιοδότηση Εφόρου

16. Οποιαδήποτε υποχρέωση του Εφόρου δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, δύναται αντί αυτού να αναληφθεί από οποιοδήποτε λειτουργό του Τμήματος Φορολογίας ή άλλο πρόσωπο που ενεργεί δυνάμει εξουσιοδότησης του Εφόρου και οποιαδήποτε δήλωση ή/και κοινοποίηση υπογραμμένη από αυτόν, η οποία πιστοποιεί ότι οι εν λόγω ενεργούν δυνάμει εξουσιοδότησής του, αποτελεί απόδειξη σε οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία.

Απόδειξη με βάση πιστοποιητικό

17.-(1) Οποιοδήποτε πιστοποιητικό του Εφόρου ή εξουσιοδοτημένου από αυτόν λειτουργού ή προσώπου με το οποίο βεβαιώνονται -

(α) Τα στοιχεία ή/και οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στην αίτηση για ρύθμιση οφειλής∙

(β) η ημερομηνία υποβολής της αίτησης για ρύθμιση με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου∙

(γ) η καταβολή οποιασδήποτε μηνιαίας δόσης ή ποσού από οφειλέτη,

αποτελεί ικανοποιητική απόδειξη για το γεγονός που βεβαιώνεται με αυτό, εκτός εάν αποδειχθεί το αντίθετο.

Διευθετήσεις προγενέστερες της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου

18. Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου ουδόλως επηρεάζουν διευθετήσεις για εξόφληση οφειλών σε δόσεις, με βάση συμφωνία που επετεύχθη μεταξύ του Εφόρου και οποιουδήποτε οφειλέτη πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι, οφειλέτης έχει το δικαίωμα υποβολής αίτησης για ρύθμιση των εν λόγω οφειλών σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

Έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου

19. Ο παρών Νόμος τίθεται σε ισχύ σε ημερομηνία που ορίζεται σε γνωστοποίηση του Εφόρου, η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

Σημείωση
4 του Ν. 129(Ι)/2017Έναρξη της ισχύος του Ν. 129(Ι)/2017

Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 129(Ι)/2017], τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

Σημείωση
5 του Ν. 11(I)/2020Έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 11(Ι)/2020]

Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 11(Ι)/2020] τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία δημοσίευσης του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

Σημείωση
6 του Ν. 79(Ι)/2021Έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 79(Ι)/2021]

Η ισχύς του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 79(Ι)/2021] αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.