ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ - ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΑΣΚΗΣΕΩΝ ΑΛΛΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ
Άσκηση ασφαλιστικών εργασιών. Ποινικό αδίκημα

12.—(1) Επιτρέπεται η άσκηση ασφαλιστικών εργασιών στη Δημοκρατία μόνο από—

(α) Κυπριακή ασφαλιστική εταιρεία που κατέχει άδεια ασκήσεως ασφαλιστικών εργασιών, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 18 έως 22 του παρόντος Νόμου·

(β) αλλοδαπή ασφαλιστική επιχείρηση που εγγράφεται δυνάμει του περί Εταιρειών Νόμου και κατέχει άδεια ασκήσεως ασφαλιστικών εργασιών κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 25 και 26 του παρόντος Νόμου·

(γ) την Ένωση Ασφαλιστών Λλόυδς Λονδίνου, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 29 του παρόντος Νόμου· και

(δ) σε περίπτωση προσχώρησης της Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και από την ημερομηνία προσχώρησής της—

(i) ασφαλιστική επιχείρηση Κράτους Μέλους της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., είτε υπό καθεστώς ελεύθερης εγκατάστασης είτε και υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 32, 34, 35 και 37 του παρόντος Νόμου, εφόσον η επιχείρηση αυτή περιβάλλεται μία νομική μορφή από αυτές που καθορίζονται στο άρθρο 8(1)(α) της Πρώτης Οδηγίας 73/239/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 24ης Ιουλίου 1973 περί συντονισμού των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ανάληψη δραστηριότητας πρωτασφαλίσεως, εκτός των ασφαλίσεων ζωής, και την άσκηση αυτής, όπως τροποποιείται εκάστοτε, και στο άρθρο 8 της Πρώτης Οδηγίας 79/267/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 5ης Μαρτίου 1979 περί συντονισμού των νομοθετικών κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ανάληψη της δραστηριότητας της πρωτασφαλίσεως ζωής και την άσκηση αυτής, όπως τροποποιείται εκάστοτε, και διαλαμβάνεται στο συνημμένο στον παρόντα Νόμο Τρίτο Παράρτημα·

(ii) ασφαλιστική επιχείρηση με έδρα στην Ελβετική Συνομοσπονδία, υπό καθεστώς ελεύθερης εγκατάστασης, για ασφαλίσεις μόνο του Κλάδου Γενικής Φύσεως, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 37 του παρόντος Νόμου·

(iii) από την προβλεπόμενη στο άρθρο 8 της Πρώτης Οδηγίας 73/239/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 24ης Ιουλίου 1973 περί συντονισμού των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ανάληψη δραστηριότητας πρωτασφαλίσεως, εκτός των ασφαλίσεων ζωής, και την άσκηση αυτής, όπως τροποποιείται εκάστοτε και στο άρθρο 8 της Πρώτης Οδηγίας 79/267/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 5ης Μαρτίου 1979 περί συντονισμού των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ανάληψη της δραστηριότητας των πρωτασφαλίσεων ζωής και την άσκηση αυτής, όπως τροποποιείται εκάστοτε, ευρωπαϊκή εταιρεία, όταν αυτή δημιουργηθεί·

(iν)  αντασφαλιστική επιχείρηση Κράτους Μέλους της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., είτε υπό καθεστώς ελεύθερης εγκατάστασης είτε και υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, εφ’ όσον η επιχείρηση αυτή περιβάλλεται μία νομική μορφή από αυτές που καθορίζονται στο Τρίτο Παράρτημα.

(ν) ευρωπαϊκή δημόσια εταιρεία περιορισμένης ευθύνης (SE) όπως αυτή προβλέπεται στο άρθρο 1 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2157/2001 του Συμβουλίου της 8ης Οκτωβρίου 2001 περί του καταστατικού της ευρωπαϊκής εταιρείας (SE), και συμπεριλαμβάνει SE η οποία εγγράφηκε ή θα εγγραφεί στη Δημοκρατία σύμφωνα με τον περί Εταιρειών Νόμο.

(2) Παράβαση των διατάξεων του άρθρου αυτού συνιστά ποινικό αδίκημα τιμωρούμενο με ποινή φυλακίσεως μέχρι πέντε ετών ή με χρηματική ποινή μέχρις εκατό χιλιάδων λιρών ή και με τις δύο αυτές ποινές.

Νοείται ότι σε περίπτωση που έχει συναφθεί ασφαλιστικήσύμβαση ή έχει εκδοθεί ασφαλιστήριο από ασφαλιστικήεπιχείρηση που δεν κατέχει άδεια ασκήσεως ασφαλιστικώνεργασιών,  η σύμβαση ή το ασφαλιστήριο δεν καθίσταταιάκυρο και η εν λόγω ασφαλιστική επιχείρηση δεναπαλλάττεται από τυχόν υποχρεώσεις της που απορρέουναπό αυτά.

Απαγόρευση ασκήσεως εργασιών άλλων από τις ασφαλιστικές και επιβολή διοικητικού προστίμου

13.—(1) Απαγορεύεται στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, που μνημονεύονται στο προηγούμενο άρθρο, να ασκούν εντός της Δημοκρατίας εργασίες άλλες από τις ασφαλιστικές. Σε ότι αφορά τις κυπριακές ασφαλιστικές εταιρείες, η απαγόρευση αυτή ισχύει και για τις εκτός της Δημοκρατίας εργασίες τους.

(2) Απαγορεύεται στις αντασφαλιστικές επιχειρήσεις να ασκούν εργασίες άλλες από τις αντασφαλιστικές και τις συναφείς με αυτές πράξεις:

Νοείται ότι, στην έννοια των συναφών πράξεων περιλαμβάνονται:

(i) η παροχή αναλογιστικών και στατιστικών συμβουλών, η ανάλυση κινδύνων και η έρευνα προς εξυπηρέτηση των πελατών της αντασφαλιστικής επιχείρησης. και

(ii) οι  δραστηριότητες εταιρειών που συμμετέχουν στον χρηματοπιστωτικό τομέα όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 2 του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμο του 2007.

(3) Παράβαση των διατάξεων του άρθρου αυτού συνεπάγεται την επιβολή διοικητικού προστίμου, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 201 του παρόντος Νόμου.

Σύσταση άλλων εταιρειών από ασφαλιστικές επιχειρήσεις. Συμμετοχή σε άλλες εταιρείες

14.—(1) Επιτρέπεται σε ασφαλιστικές επιχειρήσεις να προβαίνουν στη σύσταση άλλων εταιρειών, δυνάμει του περί Εταιρειών Νόμου ή να μετέχουν σε τέτοιες εταιρείες έστω και αν οι εταιρείες αυτές δεν έχουν ως σκοπό τους την άσκηση ασφαλιστικών εργασιών.

(2) Προς το σκοπό συστάσεως των εταιρειών αυτών ή συμμετοχής τους στις εταιρείες αυτές, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις δύνανται να διαθέτουν μέρος των στοιχείων του ενεργητικού τους που υπερβαίνει τα τεχνικά τους αποθέματα και το περιθώριο φερεγγυότητάς τους, αφού προηγουμένως γνωστοποιήσουν στον Έφορο το ύψος των κεφαλαίων που προτίθενται να χρησιμοποιήσουν για τη σύσταση ή τη συμμετοχή τους σε άλλη εταιρεία:

Νοείται ότι, προκειμένου να συσταθεί από ασφαλιστική επιχείρηση θυγατρική εταιρεία ή η ασφαλιστική επιχείρηση να συμμετάσχει σε άλλη εταιρεία σε ποσοστό που υπερβαίνει το 50%, με την προβλεπόμενη στο εδάφιο αυτό γνωστοποίηση, θα συνυποβάλλεται βεβαίωση από τον εγκεκριμένο ελεγκτή της ασφαλιστικής επιχείρησης καθώς και από εγκεκριμένο ελεγκτή, άλλον από τον ελεγκτή της επιχείρησης που θα πιστοποιεί ότι η σκοπούμενη σύσταση ή συμμετοχή δε θα επηρεάσει με οποιοδήποτε τρόπο τα τεχνικά της αποθέματα και το περιθώριο φερεγγυότητάς της. Σε περίπτωση εντούτοις που δεν υποβάλλεται η βεβαίωση αυτή, δεν επιτρέπεται η σύσταση της θυγατρικής εταιρείας ή η συμμετοχή αυτή, εκτός κατόπιν σχετικής εγκρίσεως του Εφόρου.