Κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ των κρατών μελών καταγωγής και υποδοχής

381.-(1) Σε περίπτωση που ο κύριος τόπος επιχειρηματικής δραστηριότητας ασφαλιστικού διαμεσολαβητή, αντασφαλιστικού διαμεσολαβητή ή δευτερεύουσας δραστηριότητας διαμεσολαβητή, του οποίου το κράτος μέλος καταγωγής είναι η Δημοκρατία, βρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος, ο Έφορος δύναται να συμφωνήσει με την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής όπως αυτή ενεργεί ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής όσον αφορά τις διατάξεις των κεφαλαίων IV, V, VI και VII της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/97 και, σε τέτοια περίπτωση, ενημερώνει σχετικά και χωρίς καθυστέρηση τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή, τον αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή τον δευτερεύουσας δραστηριότητας διαμεσολαβητή και την EIOPA.

(2) Σε περίπτωση που ο κύριος τόπος επιχειρηματικής δραστηριότητας ασφαλιστικού διαμεσολαβητή, αντασφαλιστικού διαμεσολαβητή ή δευτερεύουσας δραστηριότητας διαμεσολαβητή, του οποίου το κράτος μέλος καταγωγής είναι άλλο από τη Δημοκρατία, βρίσκεται στη Δημοκρατία, ο Έφορος δύναται να συμφωνήσει με την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής όπως ο ίδιος ενεργεί ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής όσον αφορά τις διατάξεις  των κεφαλαίων IV, V, VI και VII της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/97.

(3) Ο Έφορος, ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής-

(α) Διασφαλίζει ότι οι υπηρεσίες που παρέχονται από την εγκατάσταση στη Δημοκρατία πληρούν τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα κεφάλαια V και VI της Οδηγίας  (ΕΕ) 2016/97 και στα μέτρα που θεσπίζονται δυνάμει αυτών∙

(β) δύναται να εξετάζει τις ρυθμίσεις εγκατάστασης και να ζητεί τις απαραίτητες αλλαγές, ώστε να μπορεί να επιβάλλει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα κεφάλαια V και VI της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/97 και τα μέτρα που θεσπίζονται δυνάμει αυτών,  όσον αφορά τις υπηρεσίες ή τις δραστηριότητες που προβλέπονται από την εγκατάσταση στη Δημοκρατία.