Έλεγχος και ειδικός έλεγχος

59.-(1) Ο διαχειριστής έγκαιρα μετά τη λήξη του οικονομικού έτους διορίζει νόμιμο ελεγκτή ή νόμιμο ελεγκτικό γραφείο που έχει εξασφαλίσει άδεια δυνάμει των διατάξεων του περί Ελεγκτών και Υποχρεωτικών Ελέγχων των Ετήσιων και Ενοποιημένων Λογαριασμών Νόμου και εγκρίνεται από την Αρχή για τη διενέργεια του υποχρεωτικού ελέγχου των λογιστικών αρχείων και των οικονομικών καταστάσεων του διαχειριστή.

(2) Η Αρχή για την άσκηση των προβλεπόμενων στο εδάφιο (1) αρμοδιοτήτων της δύναται να ζητήσει τη συνδρομή του Γενικού Ελεγκτή της Δημοκρατίας, εάν το κρίνει σκόπιμο.

(3) Ο διαχειριστής υποβάλλει στην Αρχή εντός τριών (3) μηνών από το τέλος εκάστου οικονομικού του έτους, αντίγραφο των ελεγμένων οικονομικών καταστάσεων, της έκθεσης ελέγχου και οποιεσδήποτε επιπρόσθετες πληροφορίες ή αναφορές έχουν ζητηθεί από την Αρχή.

(4) Η Αρχή με γραπτή γνωστοποίησή της δύναται να απαιτεί από το διαχειριστή να διορίσει με δικά του έξοδα, ειδικό ελεγκτή ή άλλους ειδικούς οι οποίοι πρέπει να εγκριθούν εκ των προτέρων από αυτήν, και ο δε διαχειριστής αφού λάβει τη σχετική έγκριση τότε προβαίνει στο διορισμό τους.

(5) Ο ειδικός ο οποίος διορίζεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (4) εξετάζει και διερευνά τα θέματα που ορίζονται στη γραπτή γνωστοποίηση της Αρχής, υποβάλλει σχετική έκθεση και παρέχει σε αυτήν όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται από αυτήν εντός του χρόνου που καθορίζεται στη γνωστοποίηση της Αρχής .

(6) Παράλειψη συμμόρφωσης του διαχειριστή με τις διατάξεις των εδαφίων (1), (3) και (4) αποτελεί επαρκή λόγο για τη διεξαγωγή πειθαρχικής διαδικασίας εναντίον του από την Αρχή.