Ερμηνεία

2. Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια–

«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία∙

«διαβούλευση» σημαίνει την καθιέρωση διαλόγου και ανταλλαγής απόψεων μεταξύ του οργάνου εκπροσώπησης των εργαζομένων ή και των εκπροσώπων τους και του αρμόδιου οργάνου της SCE, σε χρόνο, με τρόπο και με περιεχόμενο που να επιτρέπει στους εκπροσώπους να διατυπώσουν γνώμη, βάσει της ενημέρωσης που τους παρέχεται, για μέτρα που μελετά το αρμόδιο όργανο, η οποία γνώμη ενδέχεται να ληφθεί υπόψη στη διαδικασία λήψης αποφάσεων εντός της SCE∙

«ειδική διαπραγματευτική ομάδα» σημαίνει ομάδα συσταθείσα σύμφωνα με το άρθρο 5 προκειμένου να διαπραγματευτεί με το αρμόδιο όργανο των συμμετεχουσών νομικών οντοτήτων τη θέσπιση ρυθμίσεων για το ρόλο των εργαζομένων εντός της SCE∙

«εκπρόσωποι των εργαζομένων» σημαίνει τους εκπρόσωπους των εργαζομένων που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία και πρακτική∙

«ενημέρωση» σημαίνει την ενημέρωση του οργάνου εκπροσώπησης των εργαζομένων ή και των εκπροσώπων τους από το αρμόδιο όργανο της SCE για τα ζητήματα που αφορούν την ίδια την SCE και οποιαδήποτε από τις θυγατρικές ή τις εγκαταστάσεις της που εδρεύουν σε άλλο κράτος μέλος ή για τα ζητήματα τα οποία υπερβαίνουν τις εξουσίες των οργάνων λήψης αποφάσεων σε ένα και μόνο κράτος μέλος, σε χρόνο, με τρόπο και με περιεχόμενο που να επιτρέπει στους εκπροσώπους των εργαζομένων να εκτιμήσουν εις βάθος τις τυχόν συνέπειες και, όταν ενδείκνυται, να προετοιμάσουν διαβουλεύσεις με το αρμόδιο όργανο της SCE∙

«Ευρωπαϊκή Συνεργατική Εταιρεία» ή «SCE» σημαίνει κάθε Ευρωπαϊκή Συνεταιριστική Εταιρεία που έχει συσταθεί σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1435/2003∙

«Έφορος» σημαίνει τον Έφορο Υπηρεσίας Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών κατά την έννοια του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου.

«θυγατρική συμμετέχουσας νομικής οντότητας ή μιας SCE» σημαίνει επιχείρηση επί της οποίας η νομική οντότητα ή η SCE ασκεί δεσπόζουσα επιρροή κατά την έννοια του άρθρου 5 του περί της Σύστασης Ευρωπαϊκών Επιτροπών Επιχειρήσεων Νόμου.

«Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1435/2003» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1435/2003 του Συμβουλίου της 22ας Ιουλίου 2003 περί του καταστατικού της ευρωπαϊκής συνεταιριστικής εταιρείας, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙

«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης∙

«Οδηγία 94/45/ΕΚ» σημαίνει την Οδηγία 94/45/ΕΚ του Συμβουλίου της 22ας Σεπτεμβρίου 1994 για τη θέσπιση μιας ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης ή μιας διαδικασίας σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας με σκοπό να ενημερώνονται οι εργαζόμενοι και να ζητείται η γνώμη τους, όπως αυτή εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙

«Οδηγία 97/74/ΕΚ» σημαίνει την Οδηγία 97/74/ΕΚ του Συμβουλίου της 15ης Δεκεμβρίου 1997 για την επέκταση, στο Ηνωμένο Βασίλειο, της οδηγίας 94/45/ΕΚ για τη θέσπιση μιας ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης ή μιας διαδικασίας σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας με σκοπό να ενημερώνονται οι εργαζόμενοι και να ζητείται η γνώμη τους, όπως αυτή εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

«όργανο εκπροσώπησης» σημαίνει το όργανο εκπροσώπησης των εργαζομένων που έχει συσταθεί με βάση τις συμφωνίες που προβλέπονται στο άρθρο 9 ή σύμφωνα με τα άρθρα 12 έως 15, με σκοπό την υλοποίηση της ενημέρωσης και της διαβούλευσης με τους εργαζομένους μιας SCE και των θυγατρικών και των εγκαταστάσεών της που έχουν την έδρα τους στην Κοινότητα και, ενδεχομένως, της άσκησης δικαιωμάτων συμμετοχής σε σχέση με την SCE∙

«ρόλος των εργαζομένων» σημαίνει οποιοδήποτε μηχανισμό, συμπεριλαμβανομένης της ενημέρωσης, της διαβούλευσης και της συμμετοχής, διά του οποίου οι εκπρόσωποι των εργαζομένων μπορούν να ασκήσουν επιρροή στις αποφάσεις που λαμβάνονται εντός μιας επιχείρησης∙

«συμμετέχουσες νομικές οντότητες» σημαίνει εταιρείες κατά την έννοια του άρθρου 48, δεύτερο εδάφιο της Συνθήκης περί Ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, συμπεριλαμβανομένων των συνεργατικών εταιρειών, καθώς και νομικών οντοτήτων που έχουν συσταθεί και διέπονται από το δίκαιο κράτους μέλους και συμμετέχουν άμεσα στη σύσταση μιας SCE∙

«συμμετοχή» σημαίνει την επιρροή του οργάνου εκπροσώπησης των εργαζομένων ή και των εκπροσώπων τους στις υποθέσεις μιας νομικής οντότητας, μέσω:

(α) Του δικαιώματος να εκλέγουν ή να διορίζουν ορισμένα από τα μέλη του εποπτικού ή του διοικητικού οργάνου της νομικής οντότητας, ή,

(β) του δικαιώματος να εισηγούνται ή και να απορρίπτουν το διορισμό ορισμένων ή όλων των μελών του εποπτικού ή του διοικητικού οργάνου της νομικής οντότητας.

«σχετικές θυγατρικές ή σχετικές εγκαταστάσεις» σημαίνει τις θυγατρικές ή τις εγκαταστάσεις της συμμετέχουσας νομικής οντότητας που πρόκειται να καταστούν θυγατρικές ή εγκαταστάσεις της SCE κατά τη σύστασή της.