Καθορισμός κριτηρίων αειφορίας των βιοκαυσίμων

10Δ.-(1) Ανεξαρτήτως του εάν οι πρώτες ύλες καλλιεργήθηκαν εντός ή εκτός της επικράτειας της Δημοκρατίας ή της Κοινότητας, η ενέργεια από βιοκαύσιμα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 10Β, μόνο εφόσον αυτά πληρούν τα  κριτήρια αειφορίας που καθορίζονται στα εδάφια (2) έως (6):

Νοείται ότι τα βιοκαύσιμα που παράγονται από απόβλητα και κατάλοιπα, πλην των καταλοίπων της γεωργίας, της υδατοκαλλιέργειας, της αλιείας και της δασοκομίας χρειάζεται να πληρούν μόνο τα κριτήρια αειφορίας που καθορίζονται στο εδάφιο (2), προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 10Β.

(2)(α) Η μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που επιτυγχάνεται με τη χρήση βιοκαυσίμων που λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς που αναφέρονται στις διατάξεις του εδαφίου (1) πρέπει να είναι τουλάχιστον εξήντα τοις εκατόν (60%) για βιοκαύσιμα παραγόμενα σε εγκαταστάσεις που τέθηκαν σε λειτουργία μετά τις 5 Οκτωβρίου 2015:

Νοείται ότι, μια εγκατάσταση θεωρείται ότι είναι σε λειτουργία εάν έχει διεξαχθεί πραγματική παραγωγή βιοκαύσιμων ή βιορευστών.

(β) Στην περίπτωση εγκαταστάσεων που βρίσκονταν σε λειτουργία κατά ή πριν τις 5 Οκτωβρίου 2015, για τους σκοπούς που αναφέρονται στις διατάξεις του εδαφίου (1), η μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που επιτυγχάνεται με τη χρήση βιοκαυσίμων είναι τουλάχιστον τριάντα πέντε τοις εκατόν (35%) έως την 31η Δεκεμβρίου 2017 και τουλάχιστον πενήντα τοις εκατόν (50%) από την 1η Ιανουαρίου 2018.

(γ) Η μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που επιτυγχάνεται με τη χρήση βιοκαυσίμων υπολογίζεται σύμφωνα με τη μεθοδολογία που καθορίζεται σε Διάταγμα του Υπουργού που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (ιη) του άρθρου 5 και του εδαφίου (9) του άρθρου 16.

(3) Τα βιοκαύσιμα που λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς που αναφέρονται στο εδάφιο (1) δεν πρέπει να έχουν παραχθεί από πρώτες ύλες προερχόμενες από εδάφη με υψηλή αξία βιοποικιλότητας, δηλαδή από εδάφη που είχαν έναν από τους ακόλουθους χαρακτηρισμούς τον Ιανουάριο του 2008 ή μετέπειτα, είτε τα εδάφη αυτά εξακολουθούν να έχουν αυτόν το χαρακτηρισμό, είτε όχι:

(α) πρωτογενή δάση και άλλες δασωμένες εκτάσεις, δηλαδή δάση και άλλες δασωμένες εκτάσεις γηγενών ειδών, εφόσον δεν υπάρχει σαφής ένδειξη ανθρώπινης δραστηριότητας και δεν έχουν διαταραχθεί σημαντικά οι οικολογικές διεργασίες·

(β) ζώνες που ορίστηκαν:

(i) εκ του νόμου ή από τη σχετική αρμόδια αρχή για σκοπούς προστασίας της φύσης· ή

(ii) την προστασία σπάνιων, απειλούμενων ή υπό εξαφάνιση οικοσυστημάτων ή ειδών που αναγνωρίζονται από διεθνείς συμφωνίες ή συμπεριλαμβάνονται σε καταλόγους που καταρτίζονται από διακυβερνητικούς οργανισμούς ή από τη Διεθνή Ένωση για τη Διατήρηση της Φύσης, με την επιφύλαξη της αναγνώρισής τους από την Επιτροπή,

εκτός εάν υποβάλλονται στοιχεία ότι η παραγωγή των εν λόγω πρώτων υλών δεν θίγει αυτούς τους σκοπούς προστασίας της φύσης·

(γ) λειμώνες υψηλής βιοποικιλότητας, που είναι:

(i) φυσικός λειμώνας ο οποίος θα παραμείνει λειμώνας ελλείψει ανθρώπινων δραστηριοτήτων και ο οποίος διατηρεί τη σύνθεση των φυσικών ειδών και τα οικολογικά χαρακτηριστικά και διεργασίες· ή

(ii) μη φυσικός λειμώνας ο οποίος θα παύσει να είναι λειμώνας ελλείψει ανθρώπινων δραστηριοτήτων και ο οποίος παρουσιάζει μεγάλο πλούτο ειδών και καμία υποβάθμιση, εκτός αν υποβάλλονται στοιχεία ότι η συγκομιδή πρώτων υλών είναι απαραίτητη για τη διατήρηση του χαρακτηρισμού του ως λειμώνα.

(4) Τα βιοκαύσιμα που λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς που αναφέρονται στο εδάφιο (1) δεν πρέπει να έχουν παραχθεί από πρώτες ύλες προερχόμενες από εδάφη υψηλών αποθεμάτων άνθρακα, δηλαδή από εδάφη που είχαν τον Ιανουάριο του 2008 και δεν έχουν πλέον, έναν από τους ακόλουθους χαρακτηρισμούς:

(α) υγροβιότοποι, δηλαδή εδάφη καλυπτόμενα ή κορεσμένα από νερό μόνιμα ή για σημαντικό μέρος του έτους·

(β) συνεχώς δασωμένες περιοχές, δηλαδή εκτάσεις με επιφάνεια μεγαλύτερη από 1 εκτάριο με δένδρα ύψους άνω των 5 μέτρων και με συγκόμωση που καλύπτει πέραν του 30 %, ή με δένδρα ικανά να φθάσουν τα όρια αυτά επί τόπου·

(γ) έκταση με επιφάνεια μεγαλύτερη από 1 εκτάριο με δέντρα ύψους άνω των 5 μέτρων και συγκόμωση που καλύπτει μεταξύ 10 % και 30% ή με δέντρα ικανά να φτάσουν τα όρια αυτά επιτόπου, εκτός εάν παρασχεθούν στοιχεία ότι το απόθεμα άνθρακα της περιοχής πριν και μετά τη μετατροπή είναι τέτοιο ώστε, όταν εφαρμοστεί η μεθοδολογία που καθορίζεται με Διάταγμα του Υπουργού που εκδίδεται δυνάμει της παραγράφου (ιη) του άρθρου 5 και του εδαφίου (9) του άρθρου 16, θα πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στο εδάφιο (2):

Νοείται ότι, οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου δεν πρέπει να εφαρμόζονται εάν, κατά τον χρόνο λήψης των πρώτων υλών, το έδαφος είχε τον ίδιο χαρακτηρισμό με εκείνον που είχε τον Ιανουάριο του 2008.

(5) Τα βιοκαύσιμα που λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς που αναφέρονται στο εδάφιο (1) δεν πρέπει να έχουν παραχθεί από πρώτες ύλες προερχόμενες από εδάφη που ήταν τυρφώνες τον Ιανουάριο του 2008, εκτός εάν παρασχεθούν στοιχεία ότι η καλλιέργεια και συγκομιδή αυτής της πρώτης ύλης δεν συνεπάγεται την αποστράγγιση προηγουμένως μη αποστραγγισμένου εδάφους.

(6) Οι γεωργικές πρώτες ύλες που καλλιεργούνται στη Δημοκρατία και στην Κοινότητα και χρησιμοποιούνται για την παραγωγή βιοκαυσίμων, τα οποία λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς που αναφέρονται στο εδάφιο (1), πρέπει να λαμβάνονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις και τα πρότυπα που προβλέπονται στις διατάξεις υπό τον τίτλο «Περιβάλλον», στο Μέρος Α και στο σημείο 9 του Παραρτήματος II του Κανονισμού (EΚ) αριθ. 73/2009 του Συμβουλίου, της 19ης Ιανουαρίου 2009, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα άμεσης στήριξης για τους γεωργούς στο πλαίσιο της κοινής αγροτικής πολιτικής και τη θέσπιση ορισμένων καθεστώτων στήριξης για τους γεωργούς και σύμφωνα με τις ελάχιστες απαιτήσεις για καλή γεωργική και περιβαλλοντική κατάσταση που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 6(1) του εν λόγω Κανονισμού.

(7) Η αρμόδια αρχή μπορεί να αιτηθεί από την Επιτροπή όπως εξετάσει την εφαρμογή του άρθρου 7β της Οδηγίας 98/70/ΕΚ σε σχέση με πηγή βιοκαυσίμου και η Επιτροπή αποφασίζει αν η αρμόδια αρχή μπορεί να λάβει υπόψη τα βιοκαύσιμα που προέρχονται από τη συγκεκριμένη πηγή για τους σκοπούς του άρθρου 7α της Οδηγίας 98/70/ΕΚ.