Πρόσβαση των αιτητών στην αγορά εργαασίας

9Θ.-(1)(α) Με την παρέλευση της χρονικής περιόδου η οποία προβλέπονται στην παράγραφο (β), εάν δεν έχει εκδοθεί απόφαση επί της αίτησης και η καθυστέρηση αυτή δεν μπορεί να αποδοθεί στο αιτητή, ο αιτητής έχει δικαίωμα πρόσβασης στην αγορά εργασίας.

(β) Η χρονική περίοδος που αναφέρεται στην παράγραφο (α) αρχίζει από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης και λήγει εννέα (9) μήνες από την εν λόγω ημερομηνία:

Νοείται ότι, ο Υπουργός, με απόφασή του την οποία λαμβάνει μετά από διαβούλευσή του με τον Υπουργό Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και η οποία συνιστά κανονιστική διοικητική πράξη και η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, δύναται να ορίσει ότι η εν λόγω χρονική περίοδος λήγει σε διάστημα συντομότερο των εννέα (9) μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης.

(2)(α) Ο Υπουργός Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με διάταγμά του το οποίο –

(i) εκδίδει μετά από διαβούλευση με τον Υπουργό,

(ii) συνιστά κανονιστική διοικητική πράξη, και

(iii) δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας,

δύναται να θέτει το προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) δικαίωμα σε όρους και προϋποθέσεις που δεν θίγουν την ουσιαστική πρόσβαση των αιτητών στην αγορά εργασίας.

(β) Το  προβλεπόμενο  στην παράγραφο (α) διάταγμα δύναται να προβλέπει όρους και προϋποθέσεις που να διασφαλίζουν την προτεραιότητα πρόσβασης των ακόλουθων προσώπων στην αγορά εργασίας, έναντι των αιτητών:

(i) Των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

(ii) των υπηκόων των κρατών που είναι μέρη της Συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο,

(iii) των υπηκόων τρίτων χωρών που διαμένουν νόμιμα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές.

(3)  Το προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) δικαίωμα εργασίας -

(α) Δεν επηρεάζεται από την καταχώριση, δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, προσφυγής κατά αρνητικής απόφασης του Προϊσταμένου, η οποία προσφυγή τυχόν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα·

(β) τερματίζεται -

(i) με την άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας για άσκηση προσφυγής δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, κατά αρνητικής απόφασης του Προϊσταμένου, ή

(ii) με την κοινοποίηση στον αιτητή απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου η οποία απορρίπτει τυχόν προσφυγή του δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος κατά αρνητικής απόφασης του Προϊσταμένου.

(4)(α) Διαπράττει ποινικό αδίκημα αιτητής που απασχολείται κατά παράβαση του παρόντος άρθρου ή/και διατάγματος που εκδίδεται δυνάμει του παρόντος άρθρου και υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες (€2.000) ευρώ ή σε αμφότερες τις ποινές.

(β) Διαπράττει ποινικό αδίκημα εργοδότης που απασχολεί αιτητή κατά παράβαση του παρόντος άρθρου ή/και διατάγματος που εκδίδεται δυνάμει του παρόντος άρθρου και υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις οχτώ χιλιάδες ευρώ (€8.000) ή σε αμφότερες τις ποινές.