Ανάκληση ιδιότητας του πρόσφυγα

6Α.-(1) Η ιδιότητα του πρόσφυγα ανακαλείται, όταν ο Προϊστάμενος-

(α) διαπιστώνει ότι η εκ μέρους του ενδιαφερόμενου προσώπου διαστρέβλωση ή παράλειψη γεγονότων, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης πλαστών εγγράφων, υπήρξε αποφασιστική για τη χορήγηση του καθεστώτος πρόσφυγα∙ ή

(β) διαπιστώνει ότι ο αιτητής θα έπρεπε να είχε αποκλεισθεί ή αποκλείεται από το καθεστώς πρόσφυγα, σύμφωνα με το άρθρο 5. ή

(γ) θεωρεί ότι, για εύλογους λόγους, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο συνιστά κίνδυνο για την ασφάλεια της Δημοκρατίας∙ ή

(δ) θεωρεί ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο συνιστά κίνδυνο για την κυπριακή κοινωνία, επειδή καταδικάστηκε τελεσίδικα για τη διάπραξη ιδιαίτερα σοβαρού εγκλήματος.

(1Α) Σε περίπτωση υποβολής αίτησης από πρόσωπο το οποίο εμπίπτει σε οποιαδήποτε από τις κατηγορίες που αναφέρονται στις παραγράφους (γ) και (δ) του εδαφίου (1), ο Προϊστάμενος απορρίπτει με απόφασή του την αίτηση, σε σχέση με το καθεστώς πρόσφυγα.

(2) Σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος, μετά από διερεύνηση της υπόθεσης σύμφωνα με την κανονική διαδικασία εξέτασης αιτήσεων του άρθρου 13 κατ’ αναλογία, διαπιστώσει ότι συντρέχει μία από τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1), ανακαλεί την ιδιότητα του πρόσφυγα από το ενδιαφερόμενο πρόσωπο με γραπτή και αιτιολογημένη απόφασή του στην οποία αναφέρει τους πραγματικούς και νομικούς λόγους στους οποίους αυτή βασίζεται και με την οποία ενημερώνει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο περί του δικαιώματός του να προσφύγει κατά της απόφασης στην Αναθεωρητική Αρχή δυνάμει του άρθρου 28Ε του παρόντος Νόμου ή στο Ανώτατο Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, καθώς και για τη φύση και μορφή αυτών των προσφυγών και για τις προθεσμίες άσκησής τους σύμφωνα με τις ίδιες διατάξεις∙η εν λόγω απόφαση κοινοποιείται στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο.

(3) Τα εδάφια (1Β), (1Γ) και (1Δ) του άρθρου 6 εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, στη διαδικασία και την απόφαση ανάκλησης του καθεστώτος πρόσφυγα σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

(4) Τα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 18δις, η παράγραφος (β) του εδαφίου (1) και το εδάφιο (1Α) του άρθρου 31Α, καθώς και το εδάφιο (2) του άρθρου 31Γ εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, αναφορικά με απόφαση του Προϊσταμένου δυνάμει του παρόντος άρθρου.

(5) Πρόσωπα στα οποία τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) ή του εδαφίου (1Α) απολαύουν, για όσο χρόνο είναι παρόντα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, των δικαιωμάτων που προβλέπονται στα Άρθρα 3, 4, 16, 22, 31, 32 και 33 της Σύμβασης.