Διαβούλευση με άλλες οικείες εποπτικές αρχές κατά την αξιολόγηση προτεινόμενης απόκτησης

17Β.-(1) Η Κεντρική Τράπεζα, κατά την αξιολόγηση της προτεινόμενης απόκτησης συμμετοχής, διαβουλεύεται εκτενώς με τις άλλες οικείες εποπτικές αρχές, εφόσον ο υποψήφιος αγοραστής είναι -

(α)  πιστωτικό ίδρυμα, ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, ή επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών ή εταιρεία διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, με άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος ή σε διαφορετικό κλάδο από αυτόν στον οποίο προτείνεται η απόκτηση συμμετοχής·

(β) η μητρική επιχείρηση πιστωτικού ιδρύματος, ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης, επιχείρησης παροχής επενδυτικών υπηρεσιών ή εταιρείας διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, με άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος ή σε διαφορετικό κλάδο από αυτόν στον οποίο προτείνεται η απόκτηση συμμετοχής· ή

(γ) φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ελέγχει πιστωτικό ίδρυμα, ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών ή εταιρεία διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, με άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος ή σε διαφορετικό κλάδο από αυτόν στον οποίο προτείνεται η απόκτηση συμμετοχής.

(2) Ως αρμόδια αρχή κράτους μέλους, η Κεντρική Τράπεζα συμμορφώνεται με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 19β της Οδηγίας 2006/48/ΕΚ, σύμφωνα με τις οποίες οι αρμόδιες αρχές παρέχουν, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, εκατέρωθεν, κάθε ουσιαστική ή σχετική πληροφορία για την αξιολόγηση της απόκτησης.  Στο πλαίσιο αυτό, οι αρμόδιες αρχές διαβιβάζουν εκατέρωθεν, κατόπιν αιτήματος, κάθε σχετική πληροφορία και γνωστοποιούν, με δική τους πρωτοβουλία, όλες τις ουσιαστικής σημασίας πληροφορίες.  Στην απόφαση της αρμόδιας αρχής που έχει εκδώσει την άδεια λειτουργίας του πιστωτικού ιδρύματος για το οποίο προτείνεται η απόκτηση συμμετοχής, πρέπει να επισημαίνονται τυχόν απόψεις ή επιφυλάξεις τις οποίες εξέφρασε η αρμόδια αρχή η οποία είναι υπεύθυνη για την εποπτεία του υποψήφιου αγοραστή.