Δικαίωμα κρατουμένων υποβολής αιτήματος για επ’ αδεία αποφυλάκιση, εξουσία του Συμβουλίου να εξετάζει αιτήματα και να θέτει όρους και περιορισμούς

14Α(1) Κρατούμενος που έχει εκτίσει το ήμισυ της ποινής φυλάκισής του η οποία υπερβαίνει τα δύο έτη ή που καταδικάστηκε σε ποινή ισόβιας φυλάκισης και έχει εκτίσει τουλάχιστον δώδεκα έτη της ποινής, δικαιούται να υποβάλει απευθείας στο Συμβούλιο Αποφυλάκισης γραπτό αίτημα για την υπό όρους αποφυλάκισή του επ’ αδεία, για συνέχιση της έκτισης της ποινής του για το εναπομένον μέρος αυτής εκτός των Φυλακών.

(2) Το Συμβούλιο Αποφυλάκισης εξετάζει, κατά τα διαλαμβανόμενα στον παρόντα Νόμο, τα αιτήματα κρατουμένων που υποβάλλονται σ’ αυτό σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου και του άρθρου 14Β και δύναται να αποφασίζει την υπό όρους αποφυλάκιση των κρατουμένων επ’ αδεία, για συνέχιση της έκτισης της ποινής ή των ποινών τους για το εναπομένον μέρος αυτής ή αυτών εκτός των Φυλακών ή να απορρίπτει τα αιτήματα.

(3) Το Συμβούλιο Αποφυλάκισης λαμβάνοντας υπόψη τους παράγοντες και τα στοιχεία που αναφέρονται στα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 14Η, αποφασίζει τους όρους και τους περιορισμούς που υπό τις περιστάσεις θεωρεί σκόπιμο να θέσει για την αποφυλάκιση κρατουμένου επ’ αδεία και δύναται να θέτει ως όρο ότι ο κρατούμενος κατά την έκτιση ολόκληρου ή οποιουδήποτε μέρους του εναπομένοντος μέρους της ποινής εκτός των Φυλακών, θα τελεί υπό την επίβλεψη και εποπτεία προσώπου όπως αναφέρεται στην απόφαση.

(4) Χωρίς βλάβη στην εξουσία του Συμβουλίου Αποφυλάκισης να αποφασίζει δυνάμει του εδαφίου (3) τους όρους και περιορισμούς που υπό τις περιστάσεις θεωρεί σκόπιμο να θέτει σε κάθε περίπτωση, οι εν λόγω όροι και περιορισμοί δύνανται, για σκοπούς μείωσης του κινδύνου υποτροπής του κρατουμένου, να περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων -

(α) απαγόρευση, για καθορισμένο στην απόφαση χρόνο, στη διαμονή, στην εργασία, στην επίσκεψη ή στη διακίνηση του κρατουμένου σε χώρους, τόπους, κτίρια, ή σε εγκαταστάσεις τους ή σε επαρχίες ή άλλα μέρη που προσδιορίζονται στην απόφαση του Συμβουλίου Αποφυλάκισης,

(β) απαγόρευση επαφής του κρατουμένου με οποιοδήποτε τρόπο, για καθορισμένο στην απόφαση χρόνο, με συγκεκριμένο πρόσωπο ή πρόσωπα ή με πρόσωπα συγκεκριμένης ηλικίας, επαγγέλματος ή κατηγορίας,

(γ) τήρηση δέσμευσης που αναλήφθηκε από τον κρατούμενο να υποβληθεί, εντός καθορισμένης στην απόφαση προθεσμίας, σε θεραπεία για απεξάρτησή του από ναρκωτικά, ή για απεξάρτηση ή κατάχρηση αλκοόλης ή θεραπεία από άλλη κατάσταση  εξάρτησής του που έκδηλα σχετίζεται με  τη διάπραξη ποινικά κολάσιμων πράξεων,

(δ) ανάληψη δέσμευσης από τον κρατούμενο εξεύρεσης, εντός καθορισμένης στην απόφαση προθεσμίας, εργασίας ή απασχόλησης, ή/και παρακολούθησης από αυτόν επιμορφωτικού ή εκπαιδευτικού προγράμματος ή προγράμματος επαγγελματικής αποκατάστασης:

Νοείται ότι η τήρηση από τον κρατούμενο των εκάστοτε όρων ή περιορισμών που θέτει το Συμβούλιο Αποφυλάκισης δυνάμει του παρόντος εδαφίου και του εδαφίου (3) για την αποφυλάκισή του επ’ αδεία όπως και οποιωνδήποτε πρόσθετων ή τροποποιηθέντων όρων ή περιορισμών δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 14Ε επιτηρείται από το κατά τα διαλαμβανόμενα στο εδάφιο (3) του παρόντος άρθρου πρόσωπο υπό του οποίου την επίβλεψη και εποπτεία τελεί ο κρατούμενος, το οποίο κατά περιόδους ενημερώνει γραπτώς το Συμβούλιο Αποφυλάκισης σε σχέση με την τήρησή τους και με την ένταξη του κρατουμένου στην κοινωνία.

(5)  Για τους σκοπούς υποβολής αιτήματος για υπό όρους αποφυλάκιση επ’ αδεία δυνάμει του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου και του άρθρου 14Β το ήμισυ της ποινής φυλάκισης που ο κρατούμενος πρέπει να έχει εκτίσει για να δικαιούται να υποβάλει αίτημα, είναι το ήμισυ της ποινής που του επέβαλε το Δικαστήριο.

(6)  Η δυνάμει του παρόντος Νόμου αποφυλάκιση κρατουμένων επ’ αδεία για συνέχιση της έκτισης της ποινής τους για το εναπομένον μέρος αυτής εκτός των Φυλακών αφορά τον τρόπο εκτέλεσης της ποινής που επιβλήθηκε από το Δικαστήριο ως η ποινή τυχόν να έχει μειωθεί ή μετατραπεί δυνάμει του Άρθρου 53.4 του Συντάγματος και για τους σκοπούς των άρθρων 14 μέχρι και 14Ν το εναπομένον μέρος της ποινής φυλάκισης που  έχει να συνεχίσει να εκτίει κρατούμενος εκτός των φυλακών είναι το εναπομένον μέρος της ποινής που του επιβλήθηκε από το Δικαστήριο ως τυχόν να έχει μειωθεί ή μετατραπεί δυνάμει του Άρθρου 53.4 του Συντάγματος.