Αδικήματα και ποιναί

18.-(1) Παν πρόσωπον το οποίον-

(α) χρησιμοποιεί τον όρον “τουριστικόν” ή “κέντρον αναψυχής” ή άλλον όρον παρόμοιον προς τούτον διά τον χαρακτηρισμόν κέντρου διά το οποίον δεν έχει εκδοθή άδεια λειτουργίας·

(β) διατηρεί ή λειτουργεί κέντρον άνευ αδείας λειτουργίας·

(γ) παραλείπει να εκδίδη ηριθμημένους λογαριασμούς κατά παράβασιν του άρθρου 15,

είναι ένοχον αδικήματος και, εν περιπτώσει καταδίκης, υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας πεντακοσίας λίρας ή εις φυλάκισιν μη υπερβαίνουσαν τους εξ μήνας ή εις αμφοτέρας τας ποινάς ταύτας, εάν δε η παράβασις συνεχισθή μετά την καταδίκην του, τούτο είναι ένοχον περαιτέρω αδικήματος και υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας £250 δι’ εκάστην ημέραν καθ’ ην συνεχίζεται η παράβασις.

(2) Επιπροσθέτως προς οιανδήποτε άλλην ποινήν προβλεπομένην υπό του παρόντος άρθρου, το Δικαστήριον επί τη καταδίκη οιουδήποτε προσώπου δι’ αδίκημα δυνάμει του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, δύναται κατά την κρίσιν του να διατάξη-

(α) την διακοπήν της λειτουργίας του κέντρου εν σχέσει προς το οποίον διεπράχθη το αδίκημα διά τοσούτο χρονικόν διάστημα όσον το Δικαστήριον ήθελε θεωρήσει πρέπον·

(β) την καταβολήν υπό του καταδικασθέντος προσώπου των εξόδων της δίκης.

(3) Εάν οιονδήποτε πρόσωπον, καθ’ ου εξεδόθη διάταγμα συμφώνως προς τας διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (2), παραλείψη να συμμορφωθή προς το εκδοθέν διάταγμα, ο Αστυνομικός Διευθυντής της Επαρχίας ή ο εκπρόσωπος αυτού εκτελεί το διάταγμα και αξιώνει την πληρωμήν των εξόδων άτινα προέκυψαν κατά την εκτέλεσιν του διατάγματος παρά του προσώπου καθ’ ου εξεδόθη τούτο. Τα έξοδα ταύτα θα θεωρώνται ως ποινή εντός της εννοίας του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου και η πληρωμή αυτών θα επιβάλληται συμφώνως προς τας διατάξεις του εν λόγω Νόμου.

(4) Παν πρόσωπον μη συμμορφούμενον προς διάταγμα εκδοθέν δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) είναι ένοχον αδικήματος και υπόκειται, εν περιπτώσει καταδίκης αυτού, εις φυλάκισιν διά χρονικόν διάστημα μη υπερβαίνον το εν έτος ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .1000 ή εις αμφοτέρας τας ποινάς ταύτας.

(5) Επιπροσθέτως προς οιανδήποτε άλλην ποινήν προβλεπομένην υπό του Νόμου και των Κανονισμών, το Δικαστήριον κέκτηται εξουσίαν να διατάξη παν πρόσωπον το οποίον ευρέθη ένοχον αδικήματος να συμμορφωθή προς τας σχετικάς διατάξεις του Νόμου ή των Κανονισμών εν σχέσει προς τας οποίας διεπράχθη το αδίκημα.

(6)(α) Το Δικαστήριον ενώπιον του οποίου εκδικάζεται κατηγορία προσαφθείσα εναντίον προσώπου τινός, δι’ αδίκημα διαπραχθέν κατά παράβασιν του εδαφίου (1) δύναται κατόπιν EX PARTE αιτήσεως να διατάξη αναστολήν πάσης εργασίας αναφορικώς προς την ανέγερσιν, κατασκευήν, διατήρησιν ή λειτουργίαν κέντρου μέχρι της τελικής εκδικάσεως της υποθέσεως αναφορικώς προς ην προσήφθη η κατηγορία:

Νοείται ότι η έκδοσις τοιούτου διατάγματος υπόκειται εις τας διατάξεις του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, των περί Δικαστηρίων Νόμων του 1960 έως 1972 και των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών.

(β) Εάν οιονδήποτε πρόσωπον κατά του οποίου εξεδόθη διάταγμα δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (α) παραλείπη ή αμελή να συμμορφωθή προς το τοιούτο διάταγμα εντός του χρόνου του καθοριζομένου εν αυτώ, είναι νόμιμον διά την αρμοδίαν αρχήν να εκτελή το τοιούτο διάταγμα και τα γενόμενα έξοδα διά την εκτέλεσιν τούτου καταβάλλονται εις την αρμοδίαν αρχήν υπό του προσώπου κατά του οποίου εξεδόθη το διάταγμα και τα τοιαύτα έξοδα λογίζονται ως ποινή εντός της εννοίας του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, και η πληρωμή αυτών θα επιβάλλεται συμφώνως προς τας διατάξεις του εν λόγω Νόμου·

(γ) Οιονδήποτε πρόσωπον κατά του οποίου εξεδόθη διάταγμα δυνάμει του παρόντος εδαφίου το οποίον αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθή προς το τοιούτο διάταγμα, είναι ένοχον αδικήματος, ανεξαρτήτως του εάν η αρμοδία αρχή εχώρησεν εις την εκτέλεσιν ή εξετέλεσε το τοιούτο διάταγμα, και υπόκειται εν περιπτώσει καταδίκης αυτού εις φυλάκισιν διά χρονικόν διάστημα μη υπερβαίνον τους τρεις μήνας ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας £150 ή εις αμφοτέρας τας ποινάς ταύτας.

(7) Πας όστις αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθή προς οιανδήποτε διάταξιν του παρόντος Νόμου εν τη οποία δεν γίνεται ειδική περί τούτου πρόνοια είναι ένοχον αδικήματος και υπόκειται εν περιπτώσει καταδίκης αυτού εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας £450 ή εις φυλάκισιν μη υπερβαίνουσαν τους εξ μήνας ή εις αμφοτέρας τας ποινάς ταύτας.