Εξουσία και ασυλίαι αντιπροσώπων

4.-(1) Έκαστος αντιπρόσωπος μέχρι λήξεως της θητείας αυτού αντιπροσωπεύει την οικείαν ομάδα εν σχέσει προς θέματα άτινα υπήγοντο εις την Ελληνικήν Κοινοτικήν Συνέλευσιν και προς τον σκοπόν τούτον-

(α) θα έχη το δικαίωμα όπως θέτη τας απόψεις της ομάδος αυτού επί οιουδήποτε τοιούτου θέματος όπερ αφορά εις ταύτην ή όπως προβαίνη εις αναγκαίας παραστάσεις επί των τοιούτων θεμάτων αφορώντων εις την ομάδα αυτού ενώπιον οιουδήποτε οργάνου ή επιτροπής της Βουλής των Αντιπροσώπων ή οργάνου ή αρχής της Δημοκρατίας·

(β) η Βουλή των Αντιπροσώπων δια της αρμόδιας αυτής επιτροπής προ της λήψεως οιουδήποτε νομοθετικού μέτρου επί οιουδήποτε τοιούτου θέματος και οιονδήποτε όργανον ή αρχή της Δημοκρατίας πριν ή προβή εις την άσκησιν διοικητικής αρμοδιότητος επί οιουδήποτε τοιούτου θέματος, ζητεί τις απόψεις του ειρημένου αντιπροσώπου της οικείας ομάδος τις οποίες και λαμβάνει σοβαρά υπόψιν˙

(γ) για τους σκοπούς των παραγράφων (α) και (β) η Βουλή των Αντιπροσώπων και οι διοικητικές αρχές, όργανα της Δημοκρατίας προβαίνουν αντιστοίχως στις ακόλουθες ενέργειες:

Προκειμένου για τη Βουλή των Αντιπροσώπων-

(i) Οι αρμόδιες κοινοβουλευτικές επιτροπές προσκαλούν στις συνεδρίες τους κατά τις οποίες εξετάζονται οποιαδήποτε μέτρα ή θέματα εκ των ανωτέρω τους αντιπροσώπους των οικείων θρησκευτικών ομάδων στους οποίους και αποστέλλουν προηγουμένως την ημερήσια διάταξη της συνεδρίας καθώς και τα σχετικά έγγραφα και τυχόν υλικό που αφορά το υπό συζήτηση θέμα.

(ii) Ο πρόεδρος της αρμόδιας κοινοβουλευτικής επιτροπής καλεί τους αντιπροσώπους των οικείων θρησκευτικών ομάδων να εκθέσουν προφορικά ή και γραπτά τις θέσεις τους ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής.

(iii) Στις αντίστοιχες εκθέσεις των αρμόδιων κοινοβουλευτικών επιτροπών καταγράφεται η παρουσία του αντιπροσώπου των οικείων θρησκευτικών ομάδων στη συνεδρία της επιτροπής και γίνεται σχετική αναφορά στις θέσεις τις οποίες αυτός έχει εκθέσει προφορικά ενώπιον της επιτροπής ή και έχει καταθέσει γραπτά.

(iv) Σε περίπτωση που η αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή καταλήγει επί ενός νομοθετικού μέτρου ή θέματος εκ των προαναφερομένων και στην ομόφωνη ή κατά πλειοψηφία θέση των μελών της διαπιστώνεται διαφωνία με τη θέση των αντιπροσώπων των οικείων θρησκευτικών ομάδων όπως αυτή εκφράστηκε στην επιτροπή, η επιτροπή σημειώνει στην έκθεσή της την εν λόγω διαφωνία ή και αιτιολογεί τους λόγους για την εν λόγω διαφωνία.

Προκειμένου για τα αρμόδια όργανα ή αρχές της Δημοκρατίας-

(i) Ενημερώνουν γραπτώς τους αντιπροσώπους των οικείων θρησκευτικών ομάδων για οποιοδήποτε ζήτημα εμπίπτει στα πιο πάνω θέματα τα οποία υπήγοντο στην αρμοδιότητα της Ελληνικής Κοινοτικής Συνελεύσεως και για το οποίο πρόκειται να ασκηθεί διοικητική αρμοδιότητα πριν να προβούν στην άσκηση της εν λόγω διοικητικής αρμοδιότητας.

(ii) Καλούν στη συνέχεια τους εν λόγω αντιπροσώπους των οικείων θρησκευτικών ομάδων για να εκφράσουν τις απόψεις τους είτε προφορικά είτε και γραπτά ενώπιον των αντίστοιχων διοικητικών υπηρεσιών.

(iii) Στην περίπτωση που οποιαδήποτε απόφαση ή μέτρο ή άσκηση διοικητικής αρμοδιότητας εκ μέρους των αρμόδιων οργάνων ή αρχών σε σχέση με τα ως άνω θέματα δε συνάδει με τη θέση που εκφράστηκε είτε προφορικώς είτε γραπτώς από τους αντιπροσώπους της οικείας θρησκευτικής ομάδας ανάλογα με την περίπτωση, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να αιτιολογούν γραπτώς τη μη υιοθέτηση της άποψης του αντιπροσώπου της οικείας θρησκευτικής ομάδας και να του κοινοποιούν την εν λόγω αιτιολόγηση.

(2) Οι εν τω εδαφίω (1) αντιπρόσωποι θα απολαύσωσι διαρκούσης της θητείας αυτών της αυτής ασυλίας ης απήλαυον τα μέλη της Ελληνικής Κοινοτικής Συνελεύσεως κατά την ημερομηνίαν ενάρξεως ισχύος των περί Μεταβιβάσεως της Ασκήσεως των Αρμοδιοτήτων της Ελληνικής Κοινοτικής Συνελεύσεως και περί Υπουργείου Παιδείας Νόμων του 1965 έως 1969.