Κριτήρια και απαιτήσεις για την εισδοχή και διαμονή εποχιακού εργαζόμενου

18ΧΔ.-(1) Αίτηση για εισδοχή υπηκόου τρίτης χώρας ως εποχιακού εργαζομένου συνοδεύεται από-

(α) Συμβόλαιο απασχόλησης ή δεσμευτική προσφορά εργασίας για θέση εποχιακού εργαζομένου θεωρημένο ή θεωρημένη, αντίστοιχα, από το Τμήμα Εργασίας, όπου διευκρινίζονται τα ακόλουθα:

(i) Ο τόπος και το είδος της εργασίας·

(ii) η διάρκεια της απασχόλησης·

(iii) το ποσό της αμοιβής·

(iv) ο αριθμός των ωρών εργασίας ανά εβδομάδα ή ανά μήνα·

(v) το ύψος του ενδεχόμενου επιδόματος αδείας·

(vi) ει δυνατόν, η ημερομηνία έναρξης της απασχόλησης·

(vii) κατά περίπτωση, άλλοι σχετικοί όροι εργασίας∙

(β) αποδεικτικά στοιχεία ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας καλύπτεται από ασφάλιση ασθενείας που καλύπτει το σύνολο των κινδύνων οι οποίοι συνήθως καλύπτονται σε ασφαλιστικά συμβόλαια για Κύπριους υπηκόους, όσον αφορά τις περιόδους κατά τις οποίες δεν του παρέχεται, λόγω της σύμβασης εργασίας του ή σε συνδυασμό με αυτήν, ανάλογη ασφαλιστική κάλυψη και αντίστοιχα δικαιώματα σε παροχές, ένεκα της εργασίας του στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές·

(γ) βεβαίωση του Τμήματος Εργασίας, περί του ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας εργαζόμενος θα διαθέτει κατάλληλο κατάλυμα, ή ότι θα του παρασχεθεί τέτοιο κατάλυμα, το οποίο να πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 18ΨΣΤ∙

(δ) χρηματική ή τραπεζική εγγύηση, το ύψος και η μορφή της οποίας καθορίζεται με απόφαση της αρμόδιας αρχής, για κάλυψη του τυχόν κόστους επιστροφής του υπηκόου τρίτης χώρας∙ η εγγύηση επιστρέφεται όταν ο υπήκοος τρίτης χώρας αναχωρήσει μόνιμα από τη Δημοκρατία χωρίς να επιβαρυνθεί με έξοδα η Δημοκρατία ή όταν για το συγκεκριμένο υπήκοο τρίτης χώρας έχει καταβληθεί νέα εγγύηση το είδος και το ύψος της οποίας καθορίζεται με απόφαση της αρμόδιας αρχής:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που έχει επιβαρυνθεί η Δημοκρατία για τα προαναφερόμενα έξοδα, επιστρέφεται το υπόλοιπο της εγγύησης που δεν έχει χρησιμοποιηθεί.

(2) Ο Διευθυντής του Τμήματος Εργασίας δεν θεωρεί συμβόλαιο απασχόλησης ή δεσμευτική προσφορά εργασίας, για τους σκοπούς της παραγράφου (α) του εδαφίου (1), εκτός εάν -

(α) Ικανοποιηθεί ότι το εν λόγω συμβόλαιο ή η προσφορά συνάδει με το κυπριακό δίκαιο και τις συλλογικές συμβάσεις ή πρακτικές που ισχύουν στη Δημοκρατία∙ και

(β) όπου στο συμβόλαιο απασχόλησης ή στη δεσμευτική προσφορά εργασίας ορίζεται ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας θα ασκήσει νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα, όπως ορίζεται στον περί Αναγνώρισης των Επαγγελματικών Προσόντων Νόμο του 2008, του υποβληθούν από τον αιτητή έγγραφα που να πιστοποιούν ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο κυπριακό δίκαιο για την άσκηση του εν λόγω επαγγέλματος.

(3) Στη βάση των εγγράφων που αναφέρονται στο εδάφιο (1), απαιτείται όπως οι εποχιακοί εργαζόμενοι-

(α) Δεν προσφεύγουν στο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας της Δημοκρατίας, αναφορικά με αίτηση περί εισδοχής υπηκόου τρίτης χώρας, ως εποχιακού εργαζομένου, για διαμονή η διάρκεια της οποίας δεν υπερβαίνει τις ενενήντα (90) ημέρες∙ και

(β) διαθέτουν επαρκείς πόρους για τη συντήρησή τους κατά τη διάρκεια της διαμονής τους ώστε να μην προσφεύγουν στο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας της Δημοκρατίας, αναφορικά με αίτηση περί εισδοχής υπηκόου τρίτης χώρας, ως εποχιακού εργαζομένου, για διαμονή η διάρκεια της οποίας υπερβαίνει τις ενενήντα (90) ημέρες.

(4)(α) Κατά την εξέταση αίτησης για τη χορήγηση της άδειας της αναφερόμενης στο άρθρο 18Ψ(1), η αρμόδια αρχή διασφαλίζει ότι ο υπήκοος της τρίτης χώρας δεν συνιστά κίνδυνο παράνομης μετανάστευσης και ότι προτίθεται να εγκαταλείψει το έδαφος της Δημοκρατίας το αργότερο κατά την ημερομηνία λήξης της άδειάς του.

(β) Κατά την υποβολή αίτησης περί εισδοχής υπηκόου τρίτης χώρας, ως εποχιακού εργαζομένου, για διαμονή η διάρκεια της οποίας υπερβαίνει τις ενενήντα (90) ημέρες, απαιτείται έγκυρο ταξιδιωτικό έγγραφο του υπηκόου τρίτης χώρας, η περίοδος ισχύος του οποίου υπερβαίνει την προβλεπόμενη διάρκεια διαμονής για το σκοπό εποχιακής εργασίας κατά τρεις (3) μήνες και η ημερομηνία έκδοσης του οποίου εμπίπτει εντός της τελευταίας δεκαετίας.

(5) Δεν γίνονται δεκτοί οι υπήκοοι τρίτων χωρών που θεωρούνται απειλή για τη δημόσια τάξη, τη δημόσια ασφάλεια ή, κατά την έννοια του κατ’ αναλογία εφαρμοστέου άρθρου 18ΚΒ(2), τη δημόσια υγεία.