ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΥΝ ΠΑΡΑΒΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι-ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής

31. Το παρόν Μέρος καθορίζει την προστασία που απολαμβάνουν πρόσωπα που αναφέρουν τα ακόλουθα:

(α) Πράξεις ή παραλείψεις που σχετίζονται με διάπραξη ή πιθανή διάπραξη ποινικού αδικήματος και ιδιαίτερα αδικημάτων διαφθοράς·

(β) πράξεις ή παραλείψεις που σχετίζονται με μη συμμόρφωση προσώπου με οποιαδήποτε νόμιμη υποχρέωση επιβάλλεται σε αυτό·

(γ) παραβάσεις που θέτουν ή πιθανόν να θέσουν σε κίνδυνο την ασφάλεια ή την υγεία οποιουδήποτε προσώπου·

(δ) παραβάσεις που προκαλούν ή πιθανόν να προκαλέσουν ζημιά στο περιβάλλον.

Προσωπικό πεδίο εφαρμογής

32.-(1) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται σε πρόσωπα τα οποία-

(α) εργάζονται στον ιδιωτικό ή τον δημόσιο τομέα και έχουν αποκτήσει πληροφορίες σχετικά με παραβάσεις σε εργασιακό πλαίσιο και πρόκειται για πρόσωπα τα οποία-

(i) έχουν την ιδιότητα του εργαζομένου κατά την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 45 της ΣΛΕΕ, περιλαμβανομένων των δημοσίων υπαλλήλων:

Νοείται ότι, στον ορισμό του όρου “εργαζόμενος” περιλαμβάνεται ο όρος “εργοδοτούμενος”·

(ii) έχουν την ιδιότητα του μη μισθωτού κατά την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τις διατάξεις του άρθρου 49 της ΣΛΕΕ:Νοείται ότι, στον ορισμό του όρου “μη μισθωτός” περιλαμβάνεται ο όρος “αυτοτελώς εργαζόμενος”·

(iii) έχουν την ιδιότητα του μετόχου ή ανήκουν στο διοικητικό, διαχειριστικό ή εποπτικό όργανο μίας επιχείρησης, περιλαμβανομένων μη εκτελεστικών μελών, εθελοντών και αμειβόμενων ή μη αμειβόμενων ασκουμένων∙

(iv) εργάζονται υπό την εποπτεία και τις οδηγίες αναδόχων, υπεργολάβων και προμηθευτών∙

(β) αναφέρουν ή αποκαλύπτουν δημόσια σχετικές με παραβάσεις πληροφορίες, οι οποίες έχουν αποκτηθεί στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης η οποία έχει έκτοτε λήξει·

(γ) δεν έχουν αρχίσει την εργασιακή σχέση, στην περίπτωση κατά την οποία πληροφορίες σχετικά με παραβάσεις έχουν αποκτηθεί κατά τη διάρκεια της διαδικασίας πρόσληψης ή σε άλλο στάδιο διαπραγμάτευσης πριν από τη σύναψη σύμβασης ή την έναρξη της εργοδότησης.

(2) Τα μέτρα για την προστασία των αναφερόντων τα οποία ορίζονται στο Κεφάλαιο V, εφαρμόζονται κατά περίπτωση σε-

(α) διαμεσολαβητές.

(β) τρίτα πρόσωπα που συνδέονται με τον αναφέροντα και που ενδεχομένως να υποστούν αντίποινα σε εργασιακό πλαίσιο, περιλαμβανομένων συναδέλφων του αναφέροντος ή συγγενών αυτού εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι τέταρτου βαθμού. και

(γ) νομικά πρόσωπα, τα οποία ο αναφέρων έχει στην ιδιοκτησία του, για τα οποία εργάζεται ή συνδέεται με άλλο τρόπο με εργασιακή σχέση.

Προϋποθέσεις για την προστασία των αναφερόντων

33.-(1) Πρόσωπο, από τα προβλεπόμενα στο άρθρο 32 το οποίο αναφέρει παραβάσεις σχετικά με πράξεις που καθορίζονται στο άρθρο 31, έχει δικαίωμα προστασίας δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Μέρους, εφόσον-

(α) είχε βάσιμους λόγους να θεωρεί ότι οι πληροφορίες σχετικά με παραβάσεις που ανέφερε ήταν αληθείς κατά τον χρόνο της αναφοράς και ότι οι πληροφορίες αυτές εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Μέρους. και

(β) υπέβαλε αναφορά είτε εσωτερικά, σύμφωνα με το άρθρο 34, είτε εξωτερικά σύμφωνα με το άρθρο 35, ή προέβη σε δημόσια αποκάλυψη, σύμφωνα με το άρθρο 36:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που πρόσωπο κατήγγειλε ή δημοσιοποίησε πληροφορίες σχετικά με παραβάσεις ανωνύμως, αλλά στη συνέχεια ταυτοποιήθηκε και υφίσταται αντίποινα, έχει δικαίωμα προστασίας δυνάμει των διατάξεων του Κεφαλαίου V, υπό τον όρο ότι πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο παρόν εδάφιο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ-ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΝΑΦΟΡΑ
Αναφορά μέσω εσωτερικών διαύλων αναφοράς

34. Πρόσωπο από τα προβλεπόμενα στο άρθρο 32 δύναται να παρέχει πληροφορίες σχετικά με παραβάσεις, αρχικά μέσω των εσωτερικών διαύλων αναφοράς, οι οποίοι προβλέπονται στο Κεφάλαιο ΙΙ του Μέρους ΙΙ, τηρουμένων των διαδικασιών που προβλέπονται στο εν λόγω Κεφάλαιο, πριν από την αναφορά σε αρμόδια αρχή, στις περιπτώσεις που η παράβαση μπορεί να αντιμετωπισθεί με αποτελεσματικότητα εσωτερικά και εφόσον ο αναφέρων θεωρεί ότι δεν υπάρχει κίνδυνος αντιποίνων:

Νοείται ότι, οι διατάξεις του Κεφαλαίου V του Μέρους ΙΙ, εφαρμόζονται κατ’ αναλογίαν και στις αναφορές που διενεργούνται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Μέρους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ-ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΑΝΑΦΟΡΑ
Αναφορά μέσω εξωτερικών διαύλων αναφοράς

35.-(1) Με την επιφύλαξη της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 36, ο αναφέρων αναφέρει πληροφορίες σχετικά με παραβάσεις χρησιμοποιώντας τους διαύλους και τις διαδικασίες που προβλέπονται στα άρθρα 11 και 12, αφού έχει προηγουμένως υποβάλει αναφορά μέσω του εσωτερικού διαύλου αναφοράς, ή υποβάλλοντας αναφορά απευθείας σε αρμόδια αρχή:

Νοείται ότι, οι διατάξεις του Κεφαλαίου V του Μέρους ΙΙ εφαρμόζονται κατ’ αναλογίαν και στις αναφορές του παρόντος Μέρους.

(2) Η διαδικασία του εσωτερικού διαύλου διακόπτεται στην περίπτωση κατά την οποία ο αναφέρων έχει υποβάλει αναφορά μέσω εσωτερικού διαύλου και, ενόσω εκκρεμεί η διαδικασία ενώπιον αυτού, υποβάλλει εξωτερική αναφορά:

Νοείται ότι, ο αναφέρων έχει υποχρέωση να ενημερώσει τον εσωτερικό δίαυλο αναφοράς προς τούτο.

(3)Σε περίπτωση κατά την οποία ο αναφέρων υποβάλλει ταυτόχρονα εξωτερική αναφορά σε περισσότερες από μία αρμόδιες αρχές, ενημερώνει αυτές σχετικά προς τούτο και οι αρμόδιες αρχές συντονίζονται μεταξύ τους για τον χειρισμό της αναφερόμενης παραβίασης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV-ΔΗΜΟΣΙΑ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ
Δημόσια αποκάλυψη

36.-(1) Πρόσωπο από τα προβλεπόμενα στο άρθρο 32 το οποίο προβαίνει σε δημόσια αποκάλυψη σχετικά με παραβάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Μέρους έχει δικαίωμα προστασίας δυνάμει των διατάξεων του Κεφαλαίου V, εάν πληρούται οποιαδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) Ο αναφέρων υπέβαλε προηγουμένως αναφορά εσωτερικά και εξωτερικά, ή μόνο εξωτερικά σύμφωνα με τα Κεφάλαια II και IΙΙ, αλλά δεν αναλαμβάνεται καμία ενδεδειγμένη ενέργεια ως ανταπόκριση στην αναφορά εντός του χρονικού διαστήματος που προβλέπεται στην παράγραφο (ε) του εδαφίου (1) του άρθρου 9 και στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 12· ή

(β) έχει βάσιμους λόγους να πιστεύει ότι-

(i) η  παραβίαση δυνατόν να συνιστά άμεσο ή έκδηλο κίνδυνο για το δημόσιο συμφέρον ή/και τη δημόσια υγεία, περιλαμβανομένων περιπτώσεων κατάστασης έκτακτης ανάγκης ή κινδύνου μη αναστρέψιμης βλάβης∙ ή

(ii) σε περίπτωση εξωτερικής αναφοράς, υπάρχει κίνδυνος αντιποίνων ή υπάρχει μικρή προοπτική να αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά η παράβαση, λόγω των ιδιαίτερων περιστάσεων της υπόθεσης, όπως όταν αποδεικτικά στοιχεία δυνατόν να συγκαλυφθούν ή να καταστραφούν ή όταν αρχή δυνατόν να βρίσκεται σε αθέμιτη σύμπραξη με τον υπαίτιο της παράβασης ή να είναι αναμεμειγμένη στην παράβαση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V-ΜΕΤΡΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Απαγόρευση αντιποίνων και μέτρα προστασίας

37. Οι διατάξεις του Κεφαλαίου VI του Μέρους ΙΙ εφαρμόζονται κατ’ αναλογίαν στις περιπτώσεις του παρόντος Κεφαλαίου και τα πρόσωπα που εμπίπτουν στο προσωπικό πεδίο εφαρμογής που προβλέπεται στο άρθρο 32 απολαμβάνουν τα ίδια μέτρα προστασίας ως καταγράφονται στο Κεφάλαιο VI του Μέρους ΙΙ.

Μέτρα επιείκειας σε περίπτωση συνεργασίας με τις διωκτικές αρχές

38. Ανεξάρτητα από τις προβλεπόμενες ποινές σε διατάξεις οποιουδήποτε Νόμου αναφορικά με αδικήματα διαφθοράς-

(α) το ανώτατο όριο ποινής που δυνατόν να επιβληθεί από το δικαστήριο σε πρόσωπο που καταδικάζεται, κατόπιν δικής του παραδοχής, για διάπραξη ή συμμετοχή σε αδίκημα διαφθοράς που αφορά δωροδοκία λειτουργού του δημοσίου ή αξιωματούχου, είναι το ήμισυ του ανώτατου ορίου της ποινής που προβλέπεται στον οικείο νόμο για το αδίκημα της διαφθοράς, εάν ως αποτέλεσμα της ουσιώδους του συνεργασίας με τις διωκτικές αρχές άρχισε η ποινική δίωξη εναντίον του λειτουργού του δημοσίου ή του αξιωματούχου.

(β) το ανώτατο όριο ποινής που δυνατόν να επιβληθεί από το δικαστήριο σε λειτουργό του δημοσίου ή αξιωματούχο που καταδικάζεται, κατόπιν δικής του παραδοχής, για διάπραξη ή συμμετοχή σε αδίκημα διαφθοράς, είναι το ήμισυ του ανώτατου ορίου της ποινής που προβλέπεται στον οικείο νόμο για το αδίκημα της διαφθοράς, εάν ως αποτέλεσμα της ουσιώδους του συνεργασίας με τις διωκτικές αρχές άρχισε η ποινική δίωξη εναντίον άλλων, ανώτερων του ιδίου λειτουργών του δημοσίου ή αξιωματούχων για τη συμμετοχή τους στο αδίκημα, και εάν μεταβιβάσει στο δημόσιο παν ληφθέν από τον ίδιο περιουσιακό όφελος.