ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΛΟΙΩΝ - ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ
Μέτρα για την ασφάλεια του πλοίου, από τον πλοίαρχο και τον έχοντα την εκμετάλλευση

4.-(1) Ο πλοίαρχος και ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου έχουν έκαστος την υποχρέωση να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την ασφάλεια του πλοίου και τη διαφύλαξη αυτής καθώς και για την αποτροπή οποιασδήποτε παράνομης πράξης σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου ΧΙ-2 της Σύμβασης SOLAS, του Κώδικα ISPS και του Κανονισμού (ΕΚ) 725/2004.

(2) Ο πλοίαρχος και ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου έχουν έκαστος την υποχρέωση, όταν το πλοίο βρίσκεται σε περιοχές κινδύνου ή σε περιοχές υψηλού κινδύνου, να λαμβάνουν τα επιπρόσθετα μέτρα που ορίζονται με εγκύκλιο ως αναγκαία για την ασφάλεια του πλοίου και τη διαφύλαξη αυτής καθώς και για την αποτροπή οποιασδήποτε παράνομης πράξης.

(3) Ο πλοίαρχος και ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου δύνανται να λαμβάνουν, πέραν των όσων αναφέρονται στα εδάφια (1) και (2) του παρόντος άρθρου, οποιαδήποτε άλλα πρόσθετα μέτρα για την ασφάλεια του πλοίου και τη διαφύλαξη αυτής καθώς και για την αποτροπή οποιασδήποτε παράνομης πράξης υπό την προϋπόθεση ότι αυτά δεν αντιβαίνουν τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή άλλου νόμου της Δημοκρατίας ή τις διατάξεις της νομοθεσίας κράτους μέσα στα εσωτερικά ή χωρικά ύδατα ή τη συνορεύουσα ζώνη του οποίου βρίσκεται ή διαπλέει το πλοίο.

Υποχρεώσεις και δικαιώματα πλοιάρχου, προσωπικού του πλοίου και των άλλων επιβαινόντων

5.- (1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 4 του παρόντος Νόμου, ο πλοίαρχος και το προσωπικό του πλοίου έχουν την υποχρέωση να υλοποιούν τα απαιτούμενα μέτρα για την ασφάλεια του πλοίου και να καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια με σκοπό να αποτρέψουν κάθε παράνομη πράξη.

(2) Ο πλοίαρχος, το προσωπικό και άλλοι επιβαίνοντες του πλοίου δύνανται, από κοινού ή μεμονωμένα, να ενεργήσουν με σκοπό να αποτρέψουν παράνομη πράξη.

(3) Ο πλοίαρχος, το προσωπικό και άλλοι επιβαίνοντες του πλοίου, όταν το πλοίο βρίσκεται σε περιοχές υψηλού κινδύνου, δύνανται, από κοινού ή μεμονωμένα, να χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο με σκοπό να αποτρέψουν παράνομη πράξη η οποία δύναται να θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια, τη σωματική ακεραιότητα ή τη ζωή των ή να οδηγήσει στην απαγωγή ή την περιαγωγή σε ομηρία επιβαινόντων.

Υποχρέωση ενημέρωσης της Αρμόδιας Αρχής

6.-(1)(α) Ο πλοίαρχος και ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου έχουν έκαστος την υποχρέωση να αναφέρουν πάραυτα στην Αρμόδια Αρχή οποιαδήποτε διάπραξη ή απόπειρα διάπραξης παράνομης πράξης, να παρέχουν τις σχετικές με το συμβάν πληροφορίες καθώς και τις πληροφορίες που αναφέρονται στο Μέρος Ι του Τρίτου Παραρτήματος του παρόντος Νόμου.

(β) Ο πλοίαρχος και ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου έχουν έκαστος την υποχρέωση να τηρούν έγκαιρα ενήμερη την Αρμόδια Αρχή αναφορικά με οποιεσδήποτε σχετικές εξελίξεις και να παρέχουν σε αυτή οποιεσδήποτε άλλες σχετικές με το συμβάν πληροφορίες τους ζητηθούν.

(γ) Ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου-

(i) δύναται να παρέχει, στο βαθμό που κρίνεται σκόπιμο ή είναι δυνατό υπό τις περιστάσεις, σχετικές πληροφορίες στους οικείους των επιβαινόντων καθώς και στις αρχές των κρατών των οποίων οι επιβαίνοντες είναι υπήκοοι∙ και

(ii) έχει την υποχρέωση να ενημερώνει ανάλογα τους οικείους των επιβαινόντων που έχουν απαχθεί, συλληφθεί ή περιέλθει σε ομηρία ή που έχουν υποστεί σωματική βλάβη ή αποβιώσει ή των οποίων αγνοείται η τύχη ή η τύχη των σωρών τους, λόγω διάπραξης ή απόπειρας διάπραξης παράνομης πράξης, καθώς και να τηρεί αυτούς ενήμερους, στο βαθμό που κρίνεται σκόπιμο ή είναι δυνατόν υπό τις περιστάσεις, αναφορικά με οποιεσδήποτε σχετικές με το συμβάν εξελίξεις.

(2) Ο πλοίαρχος του πλοίου έχει την υποχρέωση να διαβιβάσει πάραυτα στην Αρμόδια Αρχή οποιαδήποτε πληροφορία περιέρχεται στην αντίληψη του σε σχέση με διάπραξη ή απόπειρα διάπραξης παράνομης πράξης εναντίον άλλου κυπριακού ή αλλοδαπού πλοίου ή των επιβαινόντων σε αυτό ή του φορτίου που μεταφέρεται από αυτό και να παρέχει όποιες άλλες σχετικές με το συμβάν πληροφορίες του ζητηθούν από την Αρμόδια Αρχή σε σχέση με τούτο.

(3) Η Αρμόδια Αρχή δύναται και έχει εξουσία, σε σχέση με τα όσα αναφέρονται στα εδάφια (1) και (2) του παρόντος άρθρου, να δίνει στο πλοίαρχο ή/και τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου που επηρεάζεται ή σε άλλα πλοία που βρίσκονται στην, ή κατευθύνονται προς την, ίδια περιοχή οποιεσδήποτε σχετικές οδηγίες κρίνει υπό τις περιστάσεις σκόπιμες καθώς και να λάβει οποιαδήποτε σχετική ενέργεια κρίνει υπό τις περιστάσεις αναγκαία.

(4) Η Αρμόδια Αρχή έχει την υποχρέωση, σε σχέση με τα όσα αναφέρονται στο εδάφιο (2) του παρόντος άρθρου, να ενημερώσει ανάλογα και το συντομότερο δυνατό τις αρμόδιες αρχές του κράτους της σημαίας του αλλοδαπού πλοίου που επηρεάζεται καθώς και να λάβει οποιαδήποτε ενέργεια κρίνει υπό τις περιστάσεις αναγκαία.

(5) Η Αρμόδια Αρχή δύναται και έχει εξουσία να ενημερώνει, στο βαθμό που κρίνεται σκόπιμο ή είναι δυνατό υπό τις περιστάσεις, τις διπλωματικές ή/και προξενικές αρχές των κρατών των οποίων υπήκοοι επέβαιναν του πλοίου, σε σχέση με οποιαδήποτε διάπραξη ή απόπειρα διάπραξης παράνομης πράξης και να τηρεί αυτές ενήμερες αναφορικά με οποιεσδήποτε σχετικές εξελίξεις.

Σύλληψη, έρευνα, φυλάκιση, κατάσχεση και κατακράτηση σε διεθνή ύδατα: Εξουσίες πλοιάρχου και πληρώματος

7.- (1) Ο πλοίαρχος και κάθε μέλος του πληρώματος του πλοίου δύνανται έκαστος ξεχωριστά ή από κοινού να προβούν-

(α) όταν το πλοίο βρίσκεται σε διεθνή ύδατα, σε σύλληψη και έρευνα οποιουδήποτε προσώπου βρίσκεται πάνω στο πλοίο το οποίο έχει διαπράξει ή διαπράττει ή αποπειράται να διαπράξει παράνομη πράξη εναντίον του πλοίου ή των επιβαινόντων σε αυτό ή του φορτίου που μεταφέρεται από αυτό∙

(β) όταν το πλοίο βρίσκεται σε διεθνή ύδατα, σε κατάσχεση οποιουδήποτε αντικειμένου προκύψει από την κατά την παράγραφο (α) του παρόντος εδαφίου έρευνα καθώς και οποιουδήποτε όπλου, συσκευής, οργάνου, εξοπλισμού, μέσου ή αντικειμένου χρησιμοποιήθηκε για τη διάπραξη της παράνομης πράξης ή εκ πρώτης όψεως υπήρχε πρόθεση να χρησιμοποιηθεί για το σκοπό αυτό∙

(γ) σε σύλληψη και φυλάκιση των προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του παρόντος εδαφίου και σε κατακράτηση και φύλαξη ως τεκμηρίων των όσων αναφέρονται στην παράγραφο (β) του παρόντος εδαφίου μέχρι την παράδοση αυτών στις αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας ή στις αρμόδιες αρχές άλλου κράτους σύμφωνα με τις οδηγίες της Αρμόδιας Αρχής.

(2) Κάθε σύλληψη, έρευνα, φυλάκιση, κατάσχεση, κατακράτηση ή φύλαξη που γίνεται από τον πλοίαρχο ή/και το πλήρωμα του πλοίου δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου συνιστά κατ’ αναλογίαν σύλληψη, έρευνα, φυλάκιση, κατάσχεση, κατακράτηση και φύλαξη που έγινε στην έννοια των διατάξεων του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155 και Νόμοι του 1972 έως (Αρ. 2) του 2012.

(3) Η αναφορά σε επιβαίνοντες στον παρόντα Νόμο δεν περιλαμβάνει αναφορά σε οποιοδήποτε πρόσωπο συλληφθεί, ή/και φυλακισθεί δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, εκτός εάν ρητώς αναφέρεται τούτο.

(4) Η αναφορά σε όπλα ή/και σε ειδικό εξοπλισμό ασφάλειας στον παρόντα Νόμο δεν περιλαμβάνει αναφορά σε όπλο, εξοπλισμό, μέσο ή αντικείμενο που έχει κατακρατηθεί ή/και φυλαχθεί δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, εκτός εάν ρητώς αναφέρεται τούτο.

Σύλληψη, έρευνα, φυλάκιση, κατάσχεση και κατακράτηση σε διεθνή ύδατα: Αναφορές και ενημέρωση

8.-(1)(α) Ο πλοίαρχος του πλοίου έχει την υποχρέωση να αναφέρει πάραυτα στην Αρμόδια Αρχή για οποιαδήποτε κατά το εδάφιο (1) του άρθρου 7 του παρόντος Νόμου σύλληψη, έρευνα, φυλάκιση, κατάσχεση, κατακράτηση ή φύλαξη και να παρέχει τις σχετικές με το συμβάν πληροφορίες καθώς και τις πληροφορίες που αναφέρονται στα Μέρη Ι και ΙΙ του Τρίτου Παραρτήματος του παρόντος Νόμου.

(β) Ο πλοίαρχος του πλοίου έχει την υποχρέωση να παρέχει οποιεσδήποτε άλλες σχετικές με το συμβάν πληροφορίες του ζητηθούν από την Αρμόδια Αρχή.

(γ) Ο πλοίαρχος του πλοίου έχει επίσης την υποχρέωση, όταν το πλοίο βρίσκεται σε λιμένα ή λιμενική εγκατάσταση στην επικράτεια κράτους, ή σε υπεράκτια εγκατάσταση στη δικαιοδοσία κράτους, να ενημερώνει, εκτός εάν έχει διαφορετικές οδηγίες από την Αρμόδια Αρχή, τις αρμόδιες αρχές του εν λόγω κράτους για οποιανδήποτε κατά το εδάφιο (1) του άρθρου 7 του παρόντος Νόμου ενέργεια.

(2) Η Αρμόδια Αρχή έχει την υποχρέωση και την εξουσία να δίνει στο πλοίαρχο και τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου οδηγίες για τις ενέργειες που αυτοί πρέπει να προβούν ή να προβαίνουν σε σχέση με οποιοδήποτε πρόσωπο ή/και όπλο, εξοπλισμό, μέσο ή αντικείμενο που έχει συλληφθεί ή/και φυλακισθεί δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 7 του παρόντος Νόμου μέχρι την παράδοση αυτών σε αρμόδιες αρχές και ως προς τούτο ενεργεί μετά από συνεννόηση και σε συνεργασία με τις άλλες αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας.

Σύλληψη, έρευνα, φυλάκιση, κατάσχεση και κατακράτηση σε διεθνή ύδατα: Υποχρεώσεις πλοιάρχου

9.-(1)(α) Ο πλοίαρχος του πλοίου έχει την υποχρέωση να εποπτεύει και να ελέγχει τη φυλάκιση και φρούρηση πάνω στο, μεταφορά από το, και αποβίβαση από το, πλοίο οποιουδήποτε πρόσωπου έχει συλληφθεί ή/και φυλακισθεί δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 7 του παρόντος Νόμου.

(β) Ο πλοίαρχος του πλοίου έχει την υποχρέωση να μεριμνά για την ικανοποιητική σίτιση, διαμονή, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, και ασφάλεια οποιουδήποτε προσώπου έχει συλληφθεί ή/και φυλακισθεί δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 7 του παρόντος Νόμου μέχρι την αποβίβαση του από το πλοίο.

(2)(α) Ο πλοίαρχος του πλοίου έχει την υποχρέωση να εποπτεύει και να ελέγχει την αποθήκευση και φύλαξη πάνω στο, τη μεταφορά από το, και την εκφόρτωση από το, πλοίο οποιουδήποτε όπλου, συσκευής, οργάνου, εξοπλισμού, μέσου ή αντικειμένου έχει κατακρατηθεί δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 7 του παρόντος Νόμου.

(β) Η αποθήκευση πάνω στο πλοίο οποιουδήποτε όπλου, συσκευής, οργάνου, εξοπλισμού, μέσου ή αντικειμένου έχει κατακρατηθεί δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 7 του παρόντος Νόμου γίνεται με τρόπο ο οποίος διασφαλίζει ότι οι επιβαίνοντες, τα πρόσωπα που έχουν συλληφθεί ή/και φυλακισθεί δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 7 του παρόντος Νόμου και οποιοδήποτε πρόσωπο διαπράττει ή αποπειράται να διαπράξει παράνομη πράξη δε θα έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης σε αυτά.

Σύλληψη, έρευνα, φυλάκιση, κατάσχεση και κατακράτηση σε διεθνή ύδατα: Υποχρεώσεις και εξουσίες της Αρμόδιας Αρχής

10.-(1) Η Αρμοδία Αρχή έχει την υποχρέωση και την εξουσία να δίνει στο πλοίαρχο του πλοίου οδηγίες για, και αναφορικά με, την παράδοση από αυτόν οποιουδήποτε πρόσωπου έχει συλληφθεί ή/και φυλακισθεί ή/και όπλου, συσκευής, οργάνου, εξοπλισμού, μέσου ή αντικειμένου έχει κατασχεθεί ή/και κατακρατηθεί δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 7 του παρόντος Νόμου στις αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας ή στις αρμόδιες αρχές άλλου κράτους και ως προς τούτο ενεργεί μετά από συνεννόηση και σε συνεργασία με τις άλλες αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας.

(2) Η Αρμόδια Αρχή, μετά από συνεννόηση με τις άλλες αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας, δύναται και έχει εξουσία να δίνει, σε περίπτωση που κρίνει ότι η εφαρμογή διατάξεων του παρόντος άρθρου δύναται να θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια του πλοίου ή για οποιουσδήποτε άλλους λόγους κρίνει εκ των περιστάσεων σκόπιμους, στον πλοίαρχο διαφορετικές ή επιπρόσθετες ή συμπληρωματικές οδηγίες.

Σύλληψη ή/και κατακράτηση σε χωρικά ύδατα από τον πλοίαρχο ή/και το πλήρωμα του πλοίου

11.-(1)(α) Ο πλοίαρχος και κάθε μέλος του πληρώματος του πλοίου δύνανται έκαστος ξεχωριστά ή από κοινού να προβούν όταν το πλοίο βρίσκεται εντός των χωρικών υδάτων κράτους-

(i) σε σύλληψη οποιουδήποτε προσώπου βρίσκεται πάνω στο πλοίο το οποίο έχει διαπράξει ή διαπράττει ή αποπειράται να διαπράξει παράνομη πράξη εναντίον πλοίου ή των επιβαινόντων σε αυτό ή/και κατακράτηση του φορτίου που μεταφέρεται από αυτό∙ και

(ii) σε κατακράτηση όπλου, συσκευής, οργάνου, εξοπλισμού, μέσου ή αντικειμένου που χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξη της παράνομης πράξης ή εκ πρώτης όψεως υπήρχε πρόθεση να χρησιμοποιηθούν για το σκοπό αυτό.

(β) Η αναφορά σε επιβαίνοντες στον παρόντα Νόμο δεν περιλαμβάνει αναφορά σε οποιοδήποτε πρόσωπο συλληφθεί δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (α) του παρόντος εδαφίου, εκτός εάν ρητώς αναφέρεται τούτο.

(γ) Η αναφορά σε όπλα ή/και σε ειδικό εξοπλισμό ασφάλειας στον παρόντα Νόμο δεν περιλαμβάνει αναφορά σε όπλο, εξοπλισμό, μέσο ή αντικείμενο που έχει κατασχεθεί ή/και κατακρατηθεί δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (α) του παρόντος εδαφίου, εκτός εάν ρητώς αναφέρεται τούτο.

(2) Ο πλοίαρχος του πλοίου έχει την υποχρέωση να αναφέρει πάραυτα στις αρμόδιες αρχές του κράτους στην επικράτεια του οποίου το πλοίο βρισκόταν κατά το χρόνο οποιασδήποτε κατά την παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου ενέργειας.

(3)(α) Ο πλοίαρχος του πλοίου έχει την υποχρέωση να αναφέρει πάραυτα στην Αρμόδια Αρχή οποιανδήποτε κατά την παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου ενέργεια και να παρέχει τις σχετικές με το συμβάν πληροφορίες καθώς και τις πληροφορίες που αναφέρονται στα Μέρη Ι και ΙΙ του Τρίτου Παραρτήματος του παρόντος Νόμου.

(β) Ο πλοίαρχος του πλοίου έχει την υποχρέωση να παρέχει οποιεσδήποτε άλλες σχετικές με το συμβάν πληροφορίες του ζητηθούν από την Αρμόδια Αρχή.

(4) Ο πλοίαρχος του πλοίου έχει την υποχρέωση να παραδώσει στις αρμόδιες αρχές του κράτους στην επικράτεια του οποίου βρισκόταν το πλοίο, κατά το χρόνο οποιασδήποτε ενέργειας σύμφωνα με την παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου κάθε πρόσωπο που έχει συλληφθεί και κάθε όπλο, εξοπλισμό, μέσο ή αντικείμενο που έχει κατακρατηθεί δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου και να αναφέρει τούτο στην Αρμόδια Αρχή.

(5) Η Αρμόδια Αρχή έχει την υποχρέωση και την εξουσία, σε περίπτωση που το κράτος στην επικράτεια του οποίου το πλοίο βρισκόταν κατά το χρόνο οποιασδήποτε κατά την παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου σύλληψης δεν προβαίνει σε ενέργειες για την παραλαβή των κατά την παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου συλληφθέντων και κατακρατηθέντων, να δίνει στον πλοίαρχο οδηγίες για την περαιτέρω μεταχείριση αυτών, όπως κρίνει υπό τις περιστάσεις σκόπιμο και ως προς τούτο ενεργεί μετά από συνεννόηση και σε συνεργασία με τις άλλες αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας.

(6) Η Αρμόδια Αρχή, μετά από συνεννόηση με τις άλλες αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας, έχει την υποχρέωση και την εξουσία να δίνει, στον πλοίαρχο διαφορετικές ή επιπρόσθετες ή συμπληρωματικές οδηγίες, σε περίπτωση που κρίνει ότι η εφαρμογή διατάξεων του παρόντος άρθρου δύναται να θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια του πλοίου ή για οποιουσδήποτε άλλους λόγους κρίνει εκ των περιστάσεων σκόπιμους.

Χρήση υπηρεσιών ιδιωτικής εταιρείας προστασίας πλοίων

12.-(1)(α) Ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου δύναται να αναθέσει σε ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων με γραπτή σύμβαση την υλοποίηση ορισμένων από τα μέτρα που αναφέρονται στα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 4 του παρόντος Νόμου ή ορισμένων ή όλων από τα πρόσθετα μέτρα που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 4 του παρόντος Νόμου.

(β) Σε τέτοια περίπτωση ο πλοίαρχος και ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου δεν απαλλάσσονται από τις υποχρεώσεις που υπέχουν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(2)(α) Ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου δύναται, όταν το πλοίο θα βρίσκεται σε περιοχές υψηλού κινδύνου, να επιτρέπει τη χρήση, από την ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων, όπλων, για την ασφάλεια του πλοίου.

(β) Η χρήση όπλων από την ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων συνιστά επιπλέον μέτρο που αποφασίζεται από τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου στα πλαίσια των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 4 του παρόντος Νόμου.

(3)(α) Ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου δύναται να επιτρέπει, για την ασφάλεια του πλοίου, τη χρήση, από την ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων ή από το προσωπικό του πλοίου, ειδικού εξοπλισμού ασφαλείας.

(β) Η χρήση ειδικού εξοπλισμού ασφαλείας από την ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων ή από το προσωπικό του πλοίου συνιστά επιπλέον μέτρο που αποφασίζεται από τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου στα πλαίσια των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 4 του παρόντος Νόμου.

(γ) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου αναφορικά με τη χρήση ειδικού εξοπλισμού ασφαλείας από την ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων ισχύουν και εφαρμόζονται κατά αναλογία σε σχέση με τη χρήση ειδικού εξοπλισμού ασφαλείας από το προσωπικό του πλοίου.

(4) Ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου οφείλει να υποβάλει στην Αρμόδια Αρχή αίτηση για έκδοση του πιστοποιητικού που αναφέρεται στο εδάφιο (3) του άρθρου 13 του παρόντος Νόμου πριν προβεί σε οποιαδήποτε υλοποίηση των δυνατοτήτων που παρέχονται από τις διατάξεις της παραγράφου (α) των εδάφιων (1), (2) και (3) του παρόντος άρθρου.

(5) Απαγορεύεται η υλοποίηση, πάνω σε πλοία, των μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου ή/και η χρήση όπλων που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου ή/και ειδικού εξοπλισμού ασφαλείας που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (3) του παρόντος άρθρου από ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων πριν την έκδοση του προβλεπόμενου στο εδάφιο (3) του άρθρου 13 του παρόντος Νόμου πιστοποιητικού ή μετά την αναστολή ή την ακύρωση ή την εκπνοή της ισχύος του κατά τα προβλεπόμενα στον παρόντα Νόμο.

(6) Πρόσωπο το οποίο ενεργεί κατά παράβαση της απαγόρευσης που τίθεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (5) του παρόντος άρθρου, διαπράττει ποινικό αδίκημα, τιμωρούμενο με ποινή φυλάκισης μέχρι δεκαπέντε (15) έτη ή χρηματική ποινή μέχρι εβδομήντα πέντε χιλιάδες ευρώ (€75 000) ή με αμφότερες τις ποινές.

Διαδικασία έκδοσης πιστοποιητικού χρήσης υπηρεσιών ιδιωτικής εταιρείας προστασίας πλοίων

13.-(1) Η αίτηση για την έκδοση πιστοποιητικού χρήσης υπηρεσιών ιδιωτικής εταιρείας προστασίας πλοίων υποβάλλεται από τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου ή από τον αντιπρόσωπο του στη Δημοκρατία σε επίσημη γλώσσα της Δημοκρατίας ή σε γλώσσα κατανοητή από την Αρμόδια Αρχή και περιέχει τις πληροφορίες και συνοδεύεται από τα αποδεικτικά στοιχεία που αναφέρονται στο εδάφιο (2) του παρόντος άρθρου.

(2) Οι πληροφορίες που απαιτείται να περιέχονται στην αίτηση και τα αναγκαία αποδεικτικά στοιχεία που πρέπει να τη συνοδεύουν είναι αυτά που αναφέρονται στο Τέταρτο Παράρτημα του παρόντος Νόμου.

(3) Η Αρμόδια Αρχή, εφόσον ικανοποιηθεί από την αίτηση και τις πληροφορίες και τα στοιχεία που υποβλήθηκαν ενώπιον της σε σχέση με αυτή, εκδίδει στον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου πιστοποιητικό με το οποίο βεβαιώνει ότι, για την ασφάλεια του πλοίου, επιτρέπεται-

(α) η υλοποίηση των μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 12 του παρόντος Νόμου∙

(β) η φόρτωση πάνω στο, μεταφορά από το, και η εκφόρτωση από το, πλοίο των όπλων ή/και του ειδικού εξοπλισμού ασφαλείας∙

(γ) η χρήση όπλων ή/και ειδικού εξοπλισμού ασφαλείας∙

από την ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων με την οποία έχει ή προτίθεται να συνάψει γραπτή σύμβαση και η οποία είναι κάτοχος πιστοποιητικού που έχει εκδοθεί δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 22 του παρόντος Νόμου το οποίο είναι σε ισχύ και περιλαμβάνει το είδος των υπηρεσιών ασφαλείας και τον τύπο του πλοίου που τον αφορά.

(4) Η Αρμόδια Αρχή έχει την υποχρέωση να αναγράφει στο πιστοποιητικό-

(α) το όνομα, τον τύπο και τα διακριτικά στοιχεία του πλοίου∙

(β) το όνομα και τη διεύθυνση του έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου∙

(γ) το όνομα και τη διεύθυνση του εγγεγραμμένου γραφείου της ιδιωτικής εταιρείας προστασίας πλοίων∙

(δ) το όνομα και τη διεύθυνση του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου της ιδιωτικής εταιρείας προστασίας πλοίων, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους (β) και (γ) του εδαφίου (2) του άρθρου 20 του παρόντος Νόμου∙

(ε) την ημερομηνία έκδοσης και την ημερομηνία έναρξης και λήξης της ισχύος του πιστοποιητικού που εκδόθηκε στην ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 22 του παρόντος Νόμου∙

(στ) τις υπηρεσίες που η ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων δύναται να προσφέρει στο πλοίο, τα ταξίδια ή τα δρομολόγια του πλοίου και τα όπλα ή/και τον ειδικό εξοπλισμό ασφαλείας που δύναται να χρησιμοποιεί∙

(ζ) την ημερομηνία υπογραφής της γραπτής σύμβασης, την περίοδο της ισχύος της και οποιοδήποτε άλλο με αυτή σχετικό στοιχείο∙

(η) την ημερομηνία έκδοσης και την ημερομηνία έναρξης και λήξης της ισχύος του πιστοποιητικού∙ και

(θ) οποιουσδήποτε όρους ή προϋποθέσεις ή πληροφορίες που κρίνει σκόπιμο ή αναγκαίο.

(5) Ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου δύναται να υποβάλει στην Αρμόδια Αρχή αίτηση με την οποία να ζητεί να πληροφορηθεί κατά πόσο θα είναι δυνατή η έκδοση του πιστοποιητικού που αναφέρεται στο εδάφιο (3) του παρόντος άρθρου και για το σκοπό αυτό ισχύουν και εφαρμόζονται κατά αναλογία οι διατάξεις του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου και με την επιφύλαξη ότι ο αιτητής δύναται να υποβάλει τη γραπτή σύμβαση που προτίθεται να συνάψει.

(6) Απαγορεύεται η έκδοση του πιστοποιητικού που αναφέρεται στο εδάφιο (3) του παρόντος άρθρου σε περίπτωση που-

(α) το νομικό πρόσωπο που αναφέρεται στην αίτηση που υποβλήθηκε ως ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων δεν κατέχει πιστοποιητικό που εκδόθηκε δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 22 του παρόντος Νόμου∙ ή

(β) η ισχύς του πιστοποιητικού που εκδόθηκε στην ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων έχει λήξει ή ανασταλεί ή ακυρωθεί ή πρόκειται να ανασταλεί ή ακυρωθεί∙ ή

(γ) η ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων δεν έχει υποβάλει έκδοση νέου πιστοποιητικού ή για την παράταση της ισχύος αυτού που κατέχει και οι υπηρεσίες που θα παρασχεθούν περιλαμβάνουν χρονική περίοδο που λήγει μετά τη λήξη της ισχύος του πιστοποιητικού που κατέχει∙ ή

(δ) η Αρμόδια Αρχή προτίθεται να μην προβεί σε έκδοση νέου πιστοποιητικού στην ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων μετά τη λήξη της ισχύος αυτού που κατέχει ή προτίθεται να μην προβεί σε παράταση της ισχύος αυτού που κατέχει και οι υπηρεσίες που θα παρασχεθούν περιλαμβάνουν χρονική περίοδο που λήγει μετά τη λήξη της ισχύος του πιστοποιητικού που κατέχει∙ ή

(ε) η Αρμόδια Αρχή έχει ή προτίθεται να προβεί σε τροποποίηση ή αντικατάσταση του πιστοποιητικού που εκδόθηκε στην ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων και εκ τούτου αυτή δεν είναι ή δε θα είναι σε θέση να παράσχει τις υπηρεσίες∙ ή

(στ) ο τύπος του πλοίου δεν περιλαμβάνεται στο πιστοποιητικό που εκδόθηκε στην ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων∙ ή

(ζ) οι ιδιωτικοί φρουροί πλοίων που θα επιβιβαστούν στο πλοίο δεν περιλαμβάνονται στο πιστοποιητικό που εκδόθηκε στην ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων∙ ή

(η) δεν έχει υποβληθεί αντίγραφο της υπογεγραμμένης και από τα δυο μέρη γραπτής σύμβασης.

Συνομολόγηση της ιδιωτικής γραπτής σύμβασης με ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων

14.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντα Νόμου, ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου έχει την υποχρέωση να βεβαιωθεί, όταν υπογράφει τη γραπτή σύμβαση-

(α) ότι η ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων είναι κάτοχος πιστοποιητικού που έχει εκδοθεί δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 22 του παρόντος Νόμου το οποίο είναι σε ισχύ και περιλαμβάνει το είδος των υπηρεσιών ασφαλείας και τον τύπο του πλοίου που τον αφορά∙

(β) ότι η ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων έχει ικανοποιητική για αυτόν ασφάλιση για καταβολή αποζημιώσεων∙

(γ) ότι οι ιδιωτικοί φρουροί πλοίων οι οποίοι θα επιβιβαστούν πάνω στο πλοίο, για υλοποίηση της γραπτής σύμβασης, αναφέρονται στο πιστοποιητικό που έχει εκδοθεί στην ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 22 του παρόντος Νόμου∙

(δ) ότι οι πιο πάνω ιδιωτικοί φρουροί πλοίων είναι σε θέση να επικοινωνούν, να συνομιλούν και να συζητούν σχετικά θέματα με τον πλοίαρχο και το προσωπικό του πλοίου· και

(ε) τηρούμενων των διατάξεων του εδάφιου (3) του παρόντος άρθρου, ότι η γραπτή συμφωνία δεν περιέχει πρόνοιες που είναι αντίθετες ή δεν συνάδουν με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή οπουδήποτε άλλου νόμου της Δημοκρατίας ή κανονιστικής ή διοικητικής πράξης που έχει εκδοθεί ή εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων αυτών.

(2)(α) Ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου έχει την υποχρέωση να βεβαιωθεί ότι η γραπτή σύμβαση που υπογράφει αναφέρει ρητώς-

(i) το όνομα, το επώνυμο, την υπηκοότητα και τον αριθμό της ταυτότητος ή του διαβατηρίου ή του ταξιδιωτικού εγγράφου του κάθε ενός από τους ιδιωτικούς φρουρούς πλοίων οι οποίοι θα επιβιβαστούν πάνω στο πλοίο για υλοποίηση της γραπτής σύμβασης καθώς και τον προϊστάμενο και αναπληρωτή προϊστάμενο των πιο πάνω·

(ii) τα όπλα ή/και τον ειδικό εξοπλισμό ασφαλείας που επιτρέπει να χρησιμοποιηθούν, εάν χρειαστεί, για την ασφάλεια του πλοίου·

(iii) τις προϋποθέσεις ή τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες επιτρέπει τη χρήση όπλων ή/και τη χρήση ειδικού εξοπλισμού για την ασφάλεια του πλοίου· και

(iv) τη διαδικασία που θα ακολουθηθεί για τροποποίηση των όσων αναφέρονται στην υποπαράγραφο (iii) της παρούσας παραγράφου.

(β) Σε περίπτωση που οι πληροφορίες που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (i) έως (iii) του παρόντος εδαφίου θα οριστικοποιηθούν ή καθοριστούν μετά την υπογραφή της γραπτής σύμβασης ο έχων την διαχείριση του πλοίου έχει την υποχρέωση να υποβάλει στην Αρμόδια Αρχή την υπογεγραμμένη και από τα δυο μέρη τροποποίηση της γραπτής σύμβασης πριν την έκδοση πιστοποιητικού δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 13 του παρόντος Νόμου.

(3) Ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου έχει την υποχρέωση να εξασφαλίσει σχετική έγκριση της Αρμόδιας Αρχής και η Αρμόδια Αρχή δύναται να δίδει υπό όρους σχετικές προς τούτο εγκρίσεις σε περίπτωση που η γραπτή συμφωνία περιέχει πρόνοιες ή/και ρυθμίσεις οι οποίες δεν ταυτίζονται αλλά δύνανταιι να θεωρηθούν ότι είναι ισοδύναμες με-

(i) τις διατάξεις του Κεφαλαίου ΧΙ-2 της Σύμβασης SOLAS, του Κώδικα ISPS ή/και του Κανονισμού (ΕΚ) 725/2004· ή

(ii) άλλες διατάξεις της Σύμβασης SOLAS· ή

(iii) τις διατάξεις του παρόντος Νόμου αναφορικά με τα επιπρόσθετα μέτρα που ορίζονται με εγκύκλιο ως αναγκαία για την ασφάλεια του πλοίου και τη διαφύλαξη αυτής καθώς και για την αποτροπή οποιασδήποτε παράνομης πράξης· ή

(iv) τις διατάξεις του παρόντος Νόμου αναφορικά με θέματα αστικής ευθύνης ή/και ενημέρωσης της Αρμόδιας Αρχής.

Αστική ευθύνη του έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου

15.-(1) Ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου έχει την υποχρέωση να καταβάλλει στους επιβαίνοντες αποζημιώσεις για ζημιά που υπόκεινται εξ υπαιτιότητας ή αμέλειας της ιδιωτικής εταιρείας προστασίας πλοίων ή εξ υπαιτιότητας ή αμέλειας των ιδιωτικών φρουρών πλοίων ή άλλων πρόσωπων που αυτή εργοδοτεί και τα οποία ήταν πάνω στο πλοίο με άδεια του πλοιάρχου του πλοίου, εφόσον η ζημιά προήλθε λόγω συντρέχουσας υπαιτιότητας ή αμέλειας του έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου, του πλοιάρχου ή του προσωπικού του πλοίου.

(2)(α) Ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου έχει την υποχρέωση να καταβάλλει στην ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων, στους ιδιωτικούς φρουρούς πλοίων και στα άλλα πρόσωπα που αυτή εργοδοτεί και τα οποία ήταν πάνω στο πλοίο με άδεια του πλοιάρχου του πλοίου αποζημιώσεις για ζημιά που υπόκεινται εξ υπαιτιότητας ή αμέλειας του έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου, του πλοιάρχου ή του προσωπικού του πλοίου.

(β) Η ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων δύναται να απαλλάξει, μερικώς ή πλήρως, με συγκεκριμένη αναφορά στη γραπτή σύμβαση τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου από την κατά την παράγραφο (α) του παρόντος εδαφίου υποχρέωση.

(3) Ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου περιορίζει, ως ο πλοιοκτήτης, την κατά το εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου και την παράγραφο (α) του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου ευθύνη του στα όρια και στα πλαίσια των διατάξεων της Σύμβασης LLMC 1976/96.

Ενημέρωση της Αρμόδιας Αρχής περί υλοποίησης της γραπτής ιδιωτικής σύμβασης

16.- Ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου έχει την υποχρέωση να αναφέρει πάραυτα στην Αρμόδια Αρχή σε κάθε περίπτωση που-

(1) ολοκληρώνεται η υλοποίηση γραπτής σύμβασης και να αναφέρει το όνομα και τα διακριτικά στοιχεία του πλοίου και την ημερομηνία και ώρα που ολοκληρώθηκε η υλοποίηση της γραπτής σύμβασης που επηρεάζεται∙

(2) συμφωνεί ή ζητά τροποποιήσεις στις προϋποθέσεις ή στις περιστάσεις κάτω από τις οποίες επιτρέπει τη χρήση όπλων ή/και τη χρήση ειδικού εξοπλισμού για την ασφάλεια του πλοίου και να αναφέρει σχετικές πληροφορίες και το όνομα και τα διακριτικά στοιχεία του πλοίου που επηρεάζεται∙ και

(3) λαμβάνει πληροφορίες σε σχέση με τα όσα αναφέρονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 26 του παρόντος Νόμου και το όνομα και τα διακριτικά στοιχεία του πλοίου που επηρεάζεται.

Υποχρεώσεις πλοιάρχου και έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου

17.-(1) Ο πλοίαρχος και ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου έχουν έκαστος την υποχρέωση-

(α) να επιτηρούν, εποπτεύουν και να ελέγχουν την υλοποίηση της γραπτής σύμβασης από την ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων και την υλοποίηση αυτής και τις δραστηριότητες των ιδιωτικών φρουρών πλοίων πάνω στο πλοίο λαμβάνοντας υπόψη τις πληροφορίες που αναφέρονται στο πιστοποιητικό που εκδόθηκε δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 13 του παρόντος Νόμου∙

(β) να βεβαιώνονται ότι η ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων και τυχόν ιδιωτικοί φρουροί πλοίων που βρίσκονται πάνω στο πλοίο δεν προβαίνουν ούτε διενεργούν καμιά ενέργεια σε σχέση με την ασφάλεια του πλοίου μετά-

(i) το τερματισμό ή τη λήξη της γραπτής σύμβασης ή μετά την ακύρωση της ισχύος πιστοποιητικού που εκδόθηκε δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 13 του παρόντος Νόμου∙ ή

(ii) την αναστολή της ισχύος πιστοποιητικού που εκδόθηκε δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 13 του παρόντος Νόμου, μόνο σε ότι αφορά τους λόγους για τους οποίους η ισχύς αυτού αναστάληκε∙ και

(γ) να αναφέρουν πάραυτα στην Αρμόδια Αρχή όλες τις ενέργειες της ιδιωτικής εταιρείας προστασίας πλοίων και των ιδιωτικών φρουρών πλοίων που πιστεύουν ότι παραβαίνουν τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(2) Ο πλοίαρχος και ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου έχουν έκαστος την υποχρέωση, σε περίπτωση ακύρωσης ή αναστολής της ισχύος πιστοποιητικού που εκδόθηκε δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 13 του παρόντος Νόμου ή σε περίπτωση απροειδοποίητου μονομερούς τερματισμού της γραπτής σύμβασης από την ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων, να προβαίνουν πάραυτα στις αναγκαίες ενέργειες ούτως ώστε να υλοποιούνται τα μέτρα που αναφέρονται στα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 4 του παρόντος Νόμου.

Υποχρεώσεις αναφορικά με τη φόρτωση, τη αποθήκευση, τη μεταφορά, και την εκφόρτωση όπλων και ειδικού εξοπλισμού ασφαλείας

18.-(1) Ο πλοίαρχος του πλοίου έχει την υποχρέωση να επιτηρεί, εποπτεύει και να ελέγχει τη φόρτωση σε, την αποθήκευση πάνω, τη μεταφορά από, και την εκφόρτωση από, πλοίο όπλων και του ειδικού εξοπλισμού ασφαλείας για χρήση από ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων στα πλαίσια των διατάξεων της παραγράφου (α) των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 12 του παρόντος Νόμου.

(2) Η αποθήκευση πάνω σε πλοίο όπλων ή ειδικού εξοπλισμού ασφαλείας για χρήση από ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων γίνεται με τρόπο ο οποίος διασφαλίζει ότι οι επιβαίνοντες και οποιοδήποτε πρόσωπο διαπράττει ή αποπειράται να διαπράξει παράνομη ενέργεια δε θα έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης σε αυτά.

(3) Η αποθήκευση πάνω σε πλοίο ειδικού εξοπλισμού ασφαλείας για χρήση από ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων γίνεται με τρόπο ο οποίος διασφαλίζει ότι η ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων θα έχει πρόσβαση σε αυτό μόνον όταν η χρήση του είναι αναγκαία.

(4) Η αποθήκευση πάνω σε πλοίο όπλων για χρήση από ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων γίνεται με τρόπο ο οποίος διασφαλίζει ότι η ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων θα έχει πρόσβαση σε αυτά μόνον όταν το πλοίο βρίσκεται σε περιοχές υψηλού κινδύνου και όταν η χρήση του είναι αναγκαία.

(5) Τα όπλα και ο ειδικός εξοπλισμός ασφαλείας που φορτώνεται σε, αποθηκεύεται πάνω, και μεταφέρεται από, πλοίο για χρήση από ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων στα πλαίσια των διατάξεων της παραγράφου (α) των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 12 του παρόντος Νόμου ανήκουν στην ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων και παραμένουν στην κυριότητα αυτής μετά από την εκφόρτωση τους από το πλοίο.

Υποχρεώσεις σε περίπτωση χρήσης όπλων και ειδικού εξοπλισμού ασφαλείας

19.-(1) Ο πλοίαρχος και ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου έχουν έκαστος την υποχρέωση να αναφέρουν στην Αρμόδια Αρχή το συντομότερο δυνατό κάθε περίπτωση που γίνεται χρήση όπλων ή/και ειδικού εξοπλισμού ασφαλείας και να παρέχουν τις σχετικές με το συμβάν πληροφορίες καθώς και τις πληροφορίες που αναφέρονται στα Μέρη Ι και ΙΙΙ του Τρίτου Παραρτήματος του παρόντος Νόμου.

(2) Ο πλοίαρχος και ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου έχουν έκαστος την υποχρέωση να παρέχουν οποιεσδήποτε άλλες σχετικές με το συμβάν πληροφορίες τους ζητηθούν από την Αρμόδια Αρχή.