ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Περίοδος παράλληλης κυκλοφορίας

4. Για το χρονικό διάστημα του ενός μηνός από την ημερομηνία υιοθέτησης του ευρώ, τραπεζογραμμάτια και κέρματα σε λίρες διατηρούν την ιδιότητα του νομίμως κυκλοφορούντος χρήματος εντός των ορίων της επικράτειας της Δημοκρατίας και το χρονικό αυτό διάστημα θα αναφέρεται ως «η περίοδος παράλληλης κυκλοφορίας».

Μετατροπή τιμών και αξιών σε ευρώ και στρογγυλοποίηση

5.-(1) Κάθε χρηματικό ποσό εκφρασμένο-

(α) σε λίρες, που πρόκειται να καταβληθεί ή να καταλογισθεί σε ευρώ, ή

(β) σε ευρώ, που πρόκειται, κατά τη διάρκεια της περιόδου παράλληλης κυκλοφορίας, να καταβληθεί τοις μετρητοίς σε λίρες,

μετατρέπεται και στρογγυλοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 4 και 5 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1103/97.

(2) Χρηματικά ποσά σε ενδιάμεσους υπολογισμούς, τα οποία δεν πρόκειται να καταβληθούν ή να καταλογισθούν και εκφράζονται.

(α) σε λίρες, ή

(β) σε ευρώ κατά την περίοδο παράλληλης κυκλοφορίας, κατά τις ενδιάμεσες μετατροπές, στρογγυλοποιούνται τουλάχιστον στο τρίτο δεκαδικό ψηφίο, χωρίς να αποκλείεται συμβατικά μεγαλύτερος βαθμός ακρίβειας:

Νοείται ότι οι ενδιάμεσοι υπολογισμοί καλύπτουν όλα τα στάδια κατά τα οποία το μετατρεπόμενο χρηματικό ποσό δε συνιστά αφ’ εαυτού χρηματική οφειλή, αλλά αποτελεί στοιχείο σε μια αλληλουχία πράξεων η οποία δύναται να οδηγήσει στη δημιουργία χρηματικής οφειλής:

Νοείται περαιτέρω ότι η διάταξη του παρόντος εδαφίου δεν εφαρμόζεται σε μετατροπές νομισματικών ποσών μεταξύ κρατών μελών από μια εθνική νομισματική μονάδα σε άλλη.

(3) Διαφορές, από στρογγυλοποιήσεις χρηματικών ποσών σε ευρώ ή λίρες, που πρόκειται να καταβληθούν ή να καταλογισθούν, εφόσον προκύπτουν από την ορθή εφαρμογή των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1103/1997 και των διατάξεων του παρόντος Νόμου, δεν επηρεάζουν τον απαλλακτικό χαρακτήρα των σχετικών πληρωμών ή την ακρίβεια των σχετικών εγγράφων και δεν αναζητούνται.

Επαναφορά ποσών από λίρες σε ευρώ

6.-(1) Εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά σε οποιοδήποτε άλλο νόμο, σε περίπτωση κατά την οποία, σε οποιαδήποτε διάταξη νόμου ή κανονιστικής διοικητικής πράξης, που υιοθετήθηκε για σκοπούς εναρμόνισης με κοινοτική οδηγία, γίνεται αναφορά σε ποσό εκφρασμένο σε λίρες, αντί του εκφρασμένου σε ευρώ ποσού που διαλαμβάνεται στην οδηγία αυτή, από την ημερομηνία υιοθέτησης του ευρώ επαναφέρεται η αναφορά σε ευρώ, όπως αυτή περιέχεται στην εν λόγω κοινοτική οδηγία, με την αυτόματη διαγραφή του ποσού που είναι εκφρασμένο σε λίρες και την αντικατάστασή του με ποσό εκφρασμένο σε ευρώ, όπως περιέχεται στην εν λόγω οδηγία.

(2) Σε περίπτωση κατά την οποία σε οποιαδήποτε διάταξη νόμου ή κανονιστικής διοικητικής πράξης που υιοθετήθηκε για σκοπούς εναρμόνισης με το κοινοτικό κεκτημένο, γίνεται αναφορά συγχρόνως σε ποσό εκφρασμένο, τόσο σε λίρες, όσο και σε ευρώ, από την ημερομηνία υιοθέτησης του ευρώ, η αναφορά σε λίρες διαγράφεται αυτόματα.

Μετατροπή ποσών προεχομένων από όρια ποσών στο κοινοτικό κεκτημένο

6Α. Σε περίπτωση κατά την οποία, από τη μετατροπή σε ευρώ και στρογγυλοποίηση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 974/78, ποσού εκφρασμένου σε λίρες σε οποιαδήποτε διάταξη νόμου ή κανονιστικής διοικητικής πράξης που υιοθετήθηκε για σκοπούς εναρμόνισης με το κοινοτικό κεκτημένο, το οποίο προνοεί για όρια χρηματικών ποσών σε ευρώ, προκύπτει ποσό μικρότερο από το κατώτατο ή μεγαλύτερο από το ανώτατο προβλεπόμενο στο κοινοτικό κεκτημένο όριο, τότε το εν λόγω ποσό, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά σε οποιοδήποτε άλλο νόμο, αντικαθίσταται αυτόματα, με το πλησιέστερο ανώτατο ή κατώτατο, ανάλογα με την περίπτωση, όριο ποσού σε ευρώ που προβλέπεται στο κοινοτικό κεκτημένο.

Διπλή αναγραφή τιμών

7. -(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) και παρά τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 7 του περί της Αναγραφής της Τιμής Πώλησης και της Μοναδιαίας Τιμής των Προϊόντων που Προσφέρονται στους Καταναλωτές Νόμου, οι προμηθευτές υποχρεούνται σε διπλή αναγραφή τιμών, όπως προνοείται στις διατάξεις των εδαφίων (3) μέχρι και (7), για την περίοδο που αρχίζει την πρώτη ημέρα του μεθεπόμενου μήνα, μετά την ημερομηνία καθορισμού της τιμής μετατροπής, και τερματίζεται την 31η Δεκεμβρίου 2008:

Νοείται ότι για σκοπούς διπλής αναγραφής τιμών, μέχρι την παραμονή της ημερομηνίας υιοθέτησης του ευρώ, χρησιμοποιείται η λίρα ως βασική τιμή αναφοράς με την οποία υπολογίζονται τα πληρωτέα ποσά και το ευρώ ως ισότιμη αξία που αναγράφεται μόνο για πληροφοριακούς σκοπούς, ενώ, από την ημερομηνία υιοθέτησης του ευρώ και μετέπειτα, χρησιμοποιείται το ευρώ ως βασική τιμή αναφοράς και η λίρα ως ισότιμη αξία.

(2) Η διπλή αναγραφή τιμών δεν είναι υποχρεωτική αναφορικά με –

(α) τα ποσά που εμφαίνονται σε ετικέτες από ηλεκτρονικές ζυγαριές˙

(β) ποσά μικρότερα του ενός σεντ της λίρας (ΛΚ0,01), τα οποία περιλαμβάνονται σε τιμοκαταλόγους ή και σε διαφημίσεις˙

(γ) τις ψηφιακές απεικονίσεις τιμών σε οθόνες˙

(δ) τα εισιτήρια λεωφορείων˙

(ε) τα εισιτήρια που εκδίδονται από ηλεκτρονικά συστήματα, συμπεριλαμβανομένων αεροπορικών και ατμοπλοϊκών εισιτηρίων˙

(στ) τα παρκόμετρα˙

(ζ) τις αυτόματες μηχανές πώλησης.

(η) τις προπληρωμένες κάρτες κινητής τηλεφωνίας και καρτοτηλεφώνων˙

(θ) τις ακόλουθες μηχανές του Τμήματος Ταχυδρομικών Υπηρεσιών:

(i) ηλεκτρονικές ζυγαριές˙

(ii) συστημένων αντικειμένων˙

(iii) μηχανές προπληρωμής ταχυδρομικών τελών˙ και

(iv) αυτόματες μηχανές πώλησης αυτοκόλλητων ετικετών γραμματοσήμων.

(3) Η υποχρέωση διπλής αναγραφής τιμών, που προβλέπεται στο εδάφιο (1), περιλαμβάνει –

(α) την τελική τιμή πώλησης αγαθών, συμπεριλαμβανομένου του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, όταν αυτή αναγράφεται σε πινακίδες εντός του καταστήματος ή επί των προϊόντων, σε κουπόνια αγορών ή εκπτώσεων, σε τιμοκαταλόγους, σε προσφορές και όταν η τιμή αυτή αναφέρεται σε κάθε είδους διαφήμιση˙

(β) την τελική τιμή παροχής υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένου του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, όταν αυτή αναγράφεται σε πινακίδες εντός του χώρου παροχής υπηρεσιών, σε κουπόνια παροχής υπηρεσιών ή εκπτώσεων, σε τιμοκαταλόγους, σε προσφορές και όταν η τιμή αυτή αναγράφεται σε κάθε είδους διαφήμιση˙

(γ) το συνολικό πληρωτέο ποσό που αναγράφεται στις αποδείξεις λιανικής πώλησης ή στις αποδείξεις παροχής υπηρεσιών ή σε τιμολόγια για αγορά αγαθών ή/ και υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένου του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, εξαιρουμένων των επί μέρους στοιχείων:

Νοείται ότι προμηθευτής που κατά πάγια πρακτική, πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, εξέδιδε χειρόγραφες αποδείξεις λιανικής πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών δύναται να αναγράφει το συνολικό πληρωτέο ποσό μόνο σε λίρες, μέχρι την παραμονή της ημερομηνίας υιοθέτησης του ευρώ και μόνο σε ευρώ από την ημερομηνία υιοθέτησης του ευρώ και μετέπειτα:

Νοείται περαιτέρω ότι, αποδείξεις που εκδίδονται από ταμειακές μηχανές, οι οποίες δεν αποτελούν σημείο πώλησης που χρησιμοποιεί ηλεκτρονικό υπολογιστή, εξαιρούνται από τις διατάξεις της παραγράφου (γ) του παρόντος εδαφίου.

(4) Η διπλή αναγραφή τιμών γίνεται με τον τρόπο που προνοείται στις ακόλουθες παραγράφους:

(α) για τον υπολογισμό της ισότιμης αξίας, χρησιμοποιείται η τιμή μετατροπής και γίνεται στρογγυλοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 5, ενώ η χρησιμοποίηση της αντίστροφης τιμής μετατροπής απαγορεύεται σε κάθε περίπτωση˙

(β) η διπλή αναγραφή τιμών είναι σαφής, εύκολα αναγνωρίσιμη και ευανάγνωστη˙

(γ) κάθε προμηθευτής αναρτά σε περίοπτη θέση την τιμή μετατροπής καθώς και πίνακα μετατροπής, ο οποίος περιέχεται σε γνωστοποίηση του Υπουργού και ο οποίος περιλαμβάνει, τόσο τις αξίες των τραπεζογραμματίων και κερμάτων της λίρας εκφρασμένες σε ευρώ, όσο και τις αξίες των τραπεζογραμματίων και κερμάτων του ευρώ εκφρασμένες σε λίρες˙

(δ) στις αποδείξεις λιανικής πώλησης αγαθών και παροχής υπηρεσιών, οι οποίες εκδίδονται από ταμεία ή άλλα σημεία πώλησης που χρησιμοποιούν ηλεκτρονικούς υπολογιστές και στα τιμολόγια αναγράφεται η τιμή μετατροπής σε έξι δεκαδικά ψηφία.

(5) Παρά τις διατάξεις του εδαφίου (3), ο Υπουργός δύναται, σε περιπτώσεις που η διπλή αναγραφή τιμών, όπως προνοείται στο εν λόγω εδάφιο, δεν είναι πρακτικά ή τεχνικά εφικτή ή συνεπάγεται δυσανάλογο οικονομικό κόστος για τον προμηθευτή να εξαιρέσει με διάταγμα τις εν λόγω περιπτώσεις ή και να καθορίσει τον τρόπο με τον οποίο γίνεται η διπλή αναγραφή τιμών στις περιπτώσεις αυτές:

Νοείται ότι ο κατάλογος με τα ονόματα των προμηθευτών, οι οποίοι με διάταγμα του Υπουργού έχουν εξαιρεθεί από την υποχρέωση διπλής αναγραφής τιμών, κατατίθεται στη Βουλή των Αντιπροσώπων για σκοπούς ενημέρωσης.

(6) Με διάταγμα του Υπουργού, δύναται να καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με τα θέματα που απορρέουν από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

(7) Ανεξάρτητα από τις πρόνοιες των εδαφίων (5) και (6), ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας ή, ανάλογα με την περίπτωση, ο Έφορος Υπηρεσίας Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών, δύναται να εκδίδει Οδηγίες, οι οποίες καθορίζουν τις αναγκαίες λεπτομέρειες σχετικά με τα θέματα που απορρέουν από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, αναφορικά με τις τράπεζες ή τα συνεργατικά πιστωτικά ιδρύματα, αντίστοιχα.

Αντικατάσταση επιτοκίων

8. Από την ημερομηνία υιοθέτησης του ευρώ, οποιαδήποτε αναφορά μέσα σε ισχύουσες νομικές πράξεις –

(α) σε σταθερά επιτόκια, παραμένει ως έχει και μετά την εν λόγω ημερομηνία˙

(β) σε βασικό επιτόκιο οποιασδήποτε τράπεζας ή συνεργατικού πιστωτικού ιδρύματος σε κυπριακές λίρες, αντικαθίσταται από αναφορά σε βασικό επιτόκιο της εν λόγω τράπεζας ή του εν λόγω συνεργατικού πιστωτικού ιδρύματος σε ευρώ˙

(γ) σε διατραπεζικό επιτόκιο δανεισμού Λευκωσίας (NIBOR) αντικαθίσταται από αναφορά σε διατραπεζικό επιτόκιο δανεισμού ευρώ (EURIBOR), αντίστοιχης διάρκειας˙

(δ) σε καθοριζόμενα από την Κεντρική Τράπεζα επιτόκια, αντικαθίσταται από αναφορά στα αντίστοιχα επιτόκια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας:

Νοείται ότι για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου –

(i) το αντίστοιχο επιτόκιο της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης (Lombard) της Κεντρικής Τράπεζας είναι το επιτόκιο της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας,

(ii) το αντίστοιχο ελάχιστο επιτόκιο προσφοράς για τις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης και το αντίστοιχο μέγιστο επιτόκιο προσφοράς για τις πράξεις απορρόφησης ρευστότητας της Κεντρικής Τράπεζας είναι το ελάχιστο επιτόκιο προσφοράς για τις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, και

(iii) το αντίστοιχο επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων της Κεντρικής Τράπεζας είναι το επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας˙

(ε) σε επιτόκιο αναφοράς ή δείκτη επιτοκιακού χαρακτήρα, εκτός των αναφερόμενων επιτοκίων στις υποπαραγράφους (α) μέχρι (δ), αντικαθίσταται από αναφορά σε αντίστοιχο επιτόκιο ή δείκτη που ισχύει για το ευρώ:

Νοείται ότι οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δε θίγουν τη δυνατότητα των μερών να ορίσουν, με κοινή συμφωνία τους, ως ισχύον επιτόκιο αναφοράς οποιοδήποτε άλλο επιτόκιο:

Νοείται περαιτέρω ότι η αντικατάσταση επιτοκίων που προβλέπεται στο παρόν άρθρο δεν αποτελεί λόγο για καταγγελία, λύση ή τροποποίηση συμβάσεων, εκτός αν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά.

Αντικατάσταση χρηματικών ποινών και διοικητικών προστίμων

9.-(1) Από την ημερομηνία υιοθέτησης του ευρώ, τα προβλεπόμενα σε νόμους ή κανονιστικές διοικητικές πράξεις ανώτατα ποσά χρηματικών ποινών και διοικητικών προστίμων που εκφράζονται σε λίρες και περιέχονται στην Πρώτη Στήλη του Πίνακα Γνωστοποίησης του Υπουργού, που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας μέσα σε ένα μήνα από τον καθορισμό της τιμής μετατροπής, αντικαθίστανται με τα ποσά σε ευρώ που καθορίζονται, αντίστοιχα, στη Δεύτερη Στήλη του εν λόγω Πίνακα:

Νοείται ότι αν σε οποιοδήποτε νόμο ή κανονιστική διοικητική πράξη γίνεται αναφορά σε ανώτατο ποσό χρηματικής ποινής ή διοικητικού προστίμου που είναι εκφρασμένο σε λίρες και δεν περιέχεται στην Πρώτη Στήλη του Πίνακα, Γνωστοποίηση του Υπουργού, τότε, εφαρμόζονται οι πρόνοιες του άρθρου 14 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 974/98.

(2) Για τη μετατροπή σε ευρώ των χρηματικών ποινών της Πρώτης Στήλης του αναφερόμενου στο εδάφιο (1) Πίνακα, εφαρμόζονται οι πρόνοιες του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1103/97.

(3) Τα χρηματικά ποσά που θα προκύψουν από τη μετατροπή σύμφωνα με τα εδάφια (1) και (2) στρογγυλοποιούνται προς τα κάτω στο πλησιέστερο ευρώ.