ΜΕΡΟΣ V ΕΝΣΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ
Ενστάσεις

52. Τηρουμένου του άρθρου 53, μπορεί να υποβληθεί ένσταση στον Υπουργό Οικονομικών σε σχέση με οποιοδήποτε από τα ακόλουθα θέματα—

(α) Την εγγραφή ή ακύρωση της εγγραφής οποιουδήποτε προσώπου δυνάμει του παρόντος Νόμου·

(β) το Φ.Π.Α. τον επιβλητέο επί της παράδοσης οποιωνδήποτε αγαθών ή της παροχής οποιωνδήποτε υπηρεσιών ή της εισαγωγής αγαθών στη Δημοκρατία·

(γ) το ποσό οποιουδήποτε φόρου εισροών που μπορεί να εκπέσει οποιοδήποτε πρόσωπο·

(δ) την αναλογία φόρου εισροών που είναι επιτρεπόμενη δυνάμει του άρθρου 21·

(ε) απαίτηση από υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο δυνάμει του άρθρου 22·

(στ) απαίτηση επιστροφής φόρου δυνάμει του άρθρου 27 του παρόντος Νόμου ή του άρθρου 31 του Νόμου του 1990

(ζ) οποιαδήποτε απόρριψη αίτησης δυνάμει του άρθρου 32·

(η) την απαίτηση κατάθεσης εγγύησης δυνάμει του άρθρου 37(7) ή της παραγράφου 3(2) του Δέκατου Παραρτήματος·

(θ) οποιαδήποτε επιβολή πρόσθετου φόρου, χρηματικής επιβάρυνσης ή τόκου δυνάμει του άρθρου 45·

(ια) βεβαίωση Φ.Π.Α. δυνάμει του άρθρου 49·

(ιβ) την έκδοση βεβαίωσης φόρου με βάση το άρθρο 50(2)·

(ιγ) απαίτηση για την επιστροφή ποσού δυνάμει του άρθρου 51 ·

(ιδ) οποιαδήποτε οδηγία ή συμπληρωματική οδηγία που εκδίδεται δυνάμει της παραγράφου 2 του Πρώτου Παραρτήματος·

(ιε) οποιαδήποτε απόφαση που λαμβάνεται δυνάμει της παραγράφου 1 του Τέταρτου Παραρτήματος του παρόντος Νόμου ή του άρθρου 23(6) του Νόμου του 1990

(ιστ) τον καθορισμό της αξίας συναλλαγών με μέθοδο που περιγράφεται σε γνωστοποίηση που δημοσιεύεται σύμφωνα με την παράγραφο 1(3) του Δέκατου Παραρτήματος·

(ιζ) οποιαδήποτε άρνηση εξουσιοδότησης ή τερματισμό εξουσιοδότησης σε σχέση με σχέδιο που θεσπίζεται με βάση Κανονισμούς που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 1(4) του Δέκατου Παραρτήματος·

(ιη) οποιεσδήποτε απαιτήσεις που επιβάλλονται από τον Έφορο σε συγκεκριμένη περίπτωση δυνάμει της παραγράφου 2(2)(β) του Δέκατου Παραρτήματος.

Περαιτέρω διατάξεις αναφορικά με ενστάσεις

53.—(1) Ένσταση με βάση το άρθρο 52 υποβάλλεται μέσα σε εξήντα ημέρες από την ημερομηνία κοινοποίησης της σχετικής απόφασης ή πράξης του Εφόρου στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο.

(2) Η ένσταση δεν εξετάζεται εκτός αν ο ενιστάμενος έχει υποβάλει όλες τις φορολογικές δηλώσεις που απαιτείται να υποβάλει δυνάμει της παραγράφου 1(1) του Δέκατου Παραρτήματος και, εκτός στην περίπτωση ένστασης εναντίον απόφασης σε σχέση με θέμα που αναφέρεται στο άρθρο 52(η), έχει καταβάλει τα ποσά που εμφαίνονται σε εκείνες τις δηλώσεις ως καταβλητέα από αυτόν.

(3) Όταν η ένσταση είναι εναντίον απόφασης σε σχέση με θέμα που αναφέρεται στο άρθρο 52(β), (θ) ή (ια) δεν εξετάζεται εκτός αν το ποσό που έχει καθορίσει ο Έφορος ότι είναι καταβλητέο ως Φ.Π.Α. έχει καταβληθεί σε αυτόν ή έχει παρασχεθεί ανάλογη εγγύηση σε αυτόν.

(4) Κατά το χειρισμό ένστασης ο Υπουργός Οικονομικών εξετάζει τη νομιμότητα και τη σκοπιμότητα της απόφασης ή πράξης του Εφόρου εναντίον της οποίας υποβλήθηκε η ένσταση και αποφασίζει το αργότερο μέσα σε 60 ημέρες από την υποβολή της κατά πόσο την αποδέχεται ή την απορρίπτει εξ ολοκλήρου ή μερικώς.

(5) Όταν ο Υπουργός Οικονομικών εξετάζει ένσταση σε σχέση με θέμα που αναφέρεται στο άρθρο 52(ια) και διαπιστώνει ότι το ποσό που καθορίζεται στη βεβαίωση Φ.Π.Α. είναι λιγότερο από ότι έπρεπε να ήταν, δύναται να εκδώσει απόφαση καθορίζοντας το ορθό ποσό.

(6) Όταν, ύστερα από εξέταση ένστασης, ο Υπουργός Οικονομικών αποφασίζει—

(α) Ότι ολόκληρο ή μέρος του ποσού που καταβλήθηκε δυνάμει του εδαφίου (3) πιο πάνω δεν είναι οφειλόμενο· ή

(β) ότι ολόκληρο ή μέρος οποιουδήποτε πιστωτικού υπολοίπου Φ.Π.Α. οφειλόμενου στον ενιστάμενο δεν έχει καταβληθεί από τον Έφορο,

τότε το μέρος εκείνου του ποσού που αποφασίζεται ότι δεν είναι οφειλόμενο ή ότι δεν είχε καταβληθεί, επιστρέφεται (ή, ανάλογα με την περίπτωση, καταβάλλεται) μαζί με τόκο προς 9% ετησίως.

(7) Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύνανται να προβλέπουν για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου και ειδικότερα για τον καθορισμό της διαδικασίας υποβολής και εξέτασης της ένστασης.

Προσφυγές

54. Εάν ως αποτέλεσμα ακυρωτικής απόφασης του Ανώτατου Δικαστηρίου με βάση το άρθρο 146 του Συντάγματος ο Έφορος οφείλει να καταβάλει ή να επιστρέψει σε κάποιο πρόσωπο συγκεκριμένο ποσό χρημάτων, περιλαμβανομένου και του ποσού που εισέπραξε με βάση το άρθρο 53(3), τότε επιστρέφει ή καταβάλλει το εν λόγω ποσό με τόκο προς εννέα τοις εκατόν (9%) ετησίως.