Συνοπτικός τίτλος

1. Ο περί Συντάξεων του Προέδρου και των Μελών της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμος του 1987 και ο περί Συντάξεων του Προέδρου και των Μελών της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Τροποποιητικός) Νόμος του 1991 θα αναφέρονται μαζί ως οι περί Συντάξεων του Προέδρου και των Μελών της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμοι του 1987 μέχρι 1991.

Ερμηνεία

2. Εις τον παρόντα Νόμον, εκτός εάν εκ του κειμένου προκύπτη διάφορος έννοια-

“αντιμισθία” σημαίνει την αντιμισθίαν την καθοριζομένην δυνάμει του άρθρου 6 των περί Δημοσίας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων του 1969 έως 1987 αλλά δεν περιλαμβάνει την 13ην αντιμισθίαν·

“μέλος” σημαίνει τον Πρόεδρον ή οιονδήποτε μέλος της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας·

“συντάξιμος υπηρεσία” σημαίνει την άσκησιν του αξιώματος του μέλους διά συνεχή ή διακεκομμένην περίοδον ουχί ολιγωτέραν των τεσσαράκοντα οκτώ συμπεπληρωμένων μηνών, εκτός εάν οι εκάστοτε εν ισχύι οικείοι νόμοι προβλέπουν βραχυτέραν περίοδον θητείας, οπότε “συντάξιμος υπηρεσία” θα σημαίνει την υπό του μέλους άσκησιν του αξιώματος του διά συνεχή ή διακεκομμένην περίοδον ουχί ολικωτέραν της υπό των οικείων τούτων νόμων, των ισχυόντων κατά τον χρόνον του αρχικού διορισμού του, προβλεπομένης θητείας:

Νοείται ότι διά τον υπολογισμόν της ολικής συνταξίμου υπηρεσίας περίοδος άνω των δεκαπέντε ημερών λογίζεται ως συμπεπληρωμένος μην.

Σύνταξις Προέδρου και μελών της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας

3.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, σε κάθε μέλος το οποίο:

(α) Κατέχει ή κατείχε οποτεδήποτε το αξίωμα του μέλους· και

(β) συμπληρώνει ή συμπλήρωσε οποτεδήποτε συντάξιμη υπηρεσία,

χορηγείται ετήσια σύνταξη ίση με το ένα τετρακοσιοστό της ετήσιας αντιμισθίας του κατά την ημερομηνία της αποχώρησης του για κάθε συμπληρωμένο μήνα της συντάξιμης υπηρεσίας του αλλά που να μην υπερβαίνει το ένα δεύτερο της αντιμισθίας αυτής και εφάπαξ ποσό ίσο με την ετήσια σύνταξη πολλαπλασιαζόμενη επί δεκατέσσερα και διαρούμενου του προκύπτοντος ποσού διά τρία.

(2) Η εν τω εδαφίω (1) προβλεπομένη σύνταξις καταβάλλεται εις μηνιαίας δόσεις της πρώτης αρχομένης από της επομένης της συμπληρώσεως του εξηκοστού έτους της ηλικίας του συνταξιοδοτουμένου· εάν όμως ούτος συνεχίζη να κατέχη το αξίωμα μετά την συμπλήρωσιν του εξηκοστού έτους, η καταβολή της συντάξεως άρχεται από της επομένης της αποχωρήσεως του.

(3) Η καταβολή της εν τω εδαφίω (1) συντάξεως αναστέλλεται εις την περίπτωσιν και καθ’ ο διάστημα ο συνταξιοδοτούμενος ήθελεν αναλάβει οιονδήποτε έτερον λειτούργημα ή αξίωμα ή θέσιν ή οιανδήποτε έμμισθον υπηρεσίαν εν τη Δημοκρατία.

Σύνταξη χηρών και τέκνων..

4. Οι συντάξεις που καταβάλλονται στις χήρες και τα τέκνα μελών θα ρυθμίζονται από τον εκάστοτε ισχύοντα νόμο που αφορά τις συντάξεις των δημόσιων υπαλλήλων.

Καταβολή εισφορών..

5.-(1) Παν άρρεν πρόσωπον δικαιούμενον εις σύνταξιν δυνάμει του παρόντος Νόμου καταβάλλει εισφοράν ίσην προς τα τρία τέταρτα τοις εκατόν (0.75%) της εκάστοτε ετησίας αντιμισθίας αυτού μέχρι ποσού ίσου προς το ανώτατον όριον των ασφαλιστέων αποδοχών αυτού και προς εν και τρία τέταρτα τοις εκατόν (1.75%) της εκάστοτε ετησίας αντιμισθίας αυτού πέραν του ανωτάτου ορίου των ασφαλιστέων αυτού αποδοχών. Το ύψος των εκάστοτε ασφαλιστέων αποδοχών καθορίζεται βάσει των περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμων ή παντός νόμου τροποποιούντος ή αντικαθιστώντος αυτούς.

(2) Η καταβολή των εισφορών άρχεται από της ημερομηνίας ενάρξεως ισχύος του παρόντος Νόμου και τερματίζεται όταν ο εισφορεύς παύση να κατέχη το αξίωμα του μέλους. Αι εισφοραί αφαιρούνται εκ των υστέρων μηνιαίως εκ της αντιμισθίας του εισφορέως.

(3) Παν άρρεν πρόσωπον δικαιούμενον εις σύνταξιν δυνάμει του παρόντος Νόμου το οποίον είχε προηγουμένην υπηρεσίαν δύναται να ασκήση εκλογήν όπως καταβάλη εισφοράς δι’ οιανδήποτε περίοδον προηγουμένης υπηρεσίας του· η εκλογή ασκείται δι’ εγγράφου απευθυνομένου προς τον Γενικόν Λογιστήν εντός περιόδου τριών μηνών από της ενάρξεως ισχύος του παρόντος Νόμου. Αι εν λόγω εισφοραί είναι είσαι προς εν και τρία τέταρτα τοις εκατόν (1.75%) της κατά τον χρόνον της ασκήσεως της εκλογής ετησίας αντιμισθίας αυτού αναφορικά προς υπηρεσίαν μέχρι της 5ης Οκτωβρίου 1980 και δι’ υπηρεσίαν μετά την 5ην Οκτωβρίου 1980 είναι προς τρία τέταρτα τοις εκατόν (0.75%) της κατά τον χρόνον της ασκήσεως της εκλογής ετησίας αντιμισθίας αυτού μέχρι ποσού ίσου προς το ανώτατον όριον των ασφαλιστέων αποδοχών αυτού και προς εν και τρία τέταρτα τοις εκατόν (1.75%) της κατά τον χρόνον της ασκήσεως της εκλογής ετησίας αντιμισθίας αυτού πέραν του ανωτάτου ορίου των ασφαλιστέων αποδοχών. Το πληρωτέον ποσόν αφαιρείται εκ της αντιμισθίας του εισφορέως εις τοιαύτας δόσεις ως ο Γενικός Λογιστής ήθελε καθορίσει.

Επιστροφή εισφορών

6.-(1) Εάν-

(α) εισφορεύς αποθάνη ή παύση να είναι μέλος και δεν είχε νυμφευθή καθ’ όλην την χρονικήν περίοδον της υπηρεσίας του διά την οποίαν κατεβλήθησαν εισφοραί· ή

(β) εισφορεύς αποθάνη ή παύση να είναι μέλος προ της συμπληρώσεως συνταξίμου υπηρεσίας,

το σύνολον των εισφορών του επιστρέφεται εις αυτόν ή, αναλόγως της περιπτώσεως, εις τους νομίμους κληρονόμους του.

(2) Οσάκις οιαιδήποτε εισφοραί δέον να επιστραφούν δυνάμει του παρόντος άρθρου επιστρέφονται αύται μεθ’ απλού τόκου προς τοσούτον επιτόκιον όσον ο Υπουργός Οικονομικών ήθελεν εκάστοτε καθορίσει.

Καταργήθηκε

7. Καταργήθηκε.

Αυξήσεις συντάξεως..

8.-(1) Εάν μετά την αποχώρησιν προσώπου από του αξιώματος του μέλους και προ της ημερομηνίας καταβολής της συντάξεως έλαβε χώραν αύξησις συντάξεων συνταξιούχων κρατικών υπαλλήλων δυνάμει οιουδήποτε Νόμου προνοούντος περί αυξήσεως συντάξεων ή δυνάμει οιουδήποτε διατάγματος του Υπουργικού Συμβουλίου προνοούντος περί τιμαριθμικής αυξήσεως των συντάξεων, η καταβλητέα εις τον δικαιούμενον σύνταξις αυξάνεται κατά το αυτό ποσοστόν καθ’ ο ηυξήθησαν αι ρηθείσαι συντάξεις, κατά τον ίδιον δε τρόπον αυξάνονται και αι δυνάμει του παρόντος Νόμου χορηγούμεναι συντάξεις εις χήρας και τέκνα.

(2) Αι δυνάμει του παρόντος Νόμου χορηγούμεναι συντάξεις αυξάνονται κατά το αυτό ποσοστόν κατά το οποίον αυξάνονται αι συντάξεις συνταξιούχων κρατικών υπαλλήλων δυνάμει οιουδήποτε Νόμου προνοούντος περί αυξήσεως συντάξεων ή δυνάμει οιουδήποτε διατάγματος του Υπουργικού Συμβουλίου προνοούντος περί τιμαριθμικής αυξήσεως των συντάξεων.

Εφ’ άπαξ φιλοδώρημα εις περίπτωσιν θανάτου εν υπηρεσία

9. Εάν μέλος αποθάνη καθ’ οιονδήποτε χρόνον εν υπηρεσία χορηγείται εις τους νομίμους κληρονόμους του εφ’ άπαξ φιλοδώρημα, απηλλαγμένον φόρου εισοδήματος, ίσον προς την αντιμισθίαν ενός έτους.

Υπολογισμός συντάξεων εν περιπτώσει υπηρεσίας εις πλέον του ενός αξιώματος, κλπ.

10.-(1) Παν μέλος το οποίον δικαιούται εις σύνταξιν δυνάμει του παρόντος Νόμου και ήσκησεν ένα ή περισσότερα αξιώματα εκ των προβλεπομένων υπό του σχετικού Νόμου συνεπλήρωσε δε εις όλας τας περιπτώσεις την διά το αξίωμα τούτο προβλεπομένην συντάξιμον υπηρεσίαν, δικαιούται να λάβη σύνταξιν υπολογιζομένην ως ακολούθως:

(α) Υπολογίζονται αι δυνάμει του υπό του σχετικού Νόμου χορηγούμεναι συντάξεις αναφορικώς προς έκαστον αξίωμα επί τη βάσει της συνταξίμου υπηρεσίας και των τελευταίων απολαβών κατά την αποχώρησιν του συνταξιοδοτουμένου εξ εκάστου αξιώματος καθώς και η υπό του παρόντος Νόμου χορηγουμένη σύνταξις·

(β) εάν το σύνολον των ούτω πως υπολογιζομένων ετήσιων συντάξεων δεν υπερβαίνει το ένα δεύτερο των υψηλοτέρων απολαβών δι’ οιονδήποτε των ως άνω αξιωμάτων, περιλαμβανομένου και του αξιώματος του μέλους, ο συνταξιοδοτούμενος δικαιούται να λάβη σύνταξιν ίσην προς το σύνολον των τοιούτων συντάξεων·

(γ) εάν το σύνολον των ούτων πως υπολογιζομένων ετήσιων συντάξεων υπερβαίνει το ένα δεύτερο των υψηλοτέρων απολαβών δι’ οιονδήποτε των ως άνω αξιωμάτων, περιλαμβανομένου και του αξιώματος του μέλους, ο συνταξιοδοτούμενος δικαιούται να λάβη σύνταξιν ίσην προς τα δύο τρίτα των υψηλοτέρων απολαβών δι’ οιονδήποτε των ως άνω αξιωμάτων.

(2) Πας όστις αφυπηρέτησε προς ανάληψιν δημοσίου λειτουργήματος ασυμβιβάστου προς το αξίωμα ή την θέσιν ην κατείχε εν τη κρατική υπηρεσία και του εχορηγήθη επιπρόσθετος σύνταξις υπό του Υπουργικού Συμβουλίου συμφώνως προς τας διατάξεις της οικείας περί συντάξεων νομοθεσίας, και συνεπλήρωσε την δυνάμει του παρόντος Νόμου απαιτουμένην συντάξιμον υπηρεσίαν καθώς και την δυνάμει του σχετικού Νόμου απαιτουμένην συντάξιμον υπηρεσίαν δικαιούται να λάβη σύνταξιν υπολογιζομένην ως ακολούθως-

(α) Υπολογίζονται αι δυνάμει του παρόντος Νόμου και του σχετικού Νόμου χορηγούμεναι εις αυτόν συντάξεις·

(β) αι ούτω πως υπολογιζόμεναι συντάξεις προστίθενται ομού μετά των εν τω εδαφίω (2) αναφερομένων συντάξεων·

(γ) εάν το σύνολον των προστιθεμένων ως ύπερθεν ετήσιων συντάξεων δεν υπερβαίνει το ένα δεύτερο των υψηλοτέρων απολαβών διά το λειτούργημα ή το αξίωμα του ή την θέσιν ην κατείχεν εν τη κρατική υπηρεσία προ της αποχωρήσεως του ή της αφυπηρετήσεως του, αναλόγως της περιπτώσεως, ο συνταξιοδοτούμενος δικαιούται να λάβη το σύνολον των τοιούτων συντάξεων·

(δ) Αν το σύνολο των ετήσιων συντάξεων που προστίθενται υπερβαίνει το ένα δεύτερο των ψηλότερων απολαβών για το λειτούργημα ή το αξίωμα του ή τη θέση την οποία κατείχε στην κρατική υπηρεσία πριν από την αποχώρηση ή την αφυπηρέτηση του, ανάλογα με την περίπτωση, ο συνταξιοδοτούμενος δικαιούται να λάβει το σύνολο των συντάξεων αυτών, αλλά από τους μήνες της επιπρόσθετης σύνταξης αφαιρούνται από την ημερομηνία έναρξης καταβολής της σύνταξης για το δημόσιο λειτούργημα οι μήνες της υπηρεσίας στο δημόσιο λειτούργημα για τους οποίους κερδίθηκε σύνταξη πέραν του ενός δευτέρου των ψηλότερων απολαβών.

(3) Πρόσωπο που αφυπηρέτησε από την Κρατική Υπηρεσία για ανάληψη του αξιώματος του μέλους, δικαιούται από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Συντάξεων του Προέδρου και των Μελών της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Τροποποιητικού) Νόμου του 1990 ή από την ημερομηνία έναρξης καταβολής της σύνταξης για το αξίωμα του μέλους, αν η τελευταία είναι μεταγενέστερη, σε αναθεώρηση της ετήσιας σύνταξης που του καταβάλλεται ή θα του καταβάλλεται όπως προνοείται από την παράγραφο (δ) του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου.

(4) Πας όστις δικαιούται εις σύνταξιν δυνάμει του παρόντος Νόμου δεν δικαιούται να λάβη σύνταξιν αναφορικώς προς περίοδον συνταξίμου υπηρεσίας διά την οποίαν έλαβε φιλοδώρημα δυνάμει οιουδήποτε Νόμου ή αποφάσεως του Υπουργικού Συμβουλίου εκτός εάν εκλέξη ευθύς μετά την αποχώρησιν του, ή εντός τριών μηνών από της ημερομηνίας ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου, να επιστρέψη το χορηγηθέν εις αυτόν φιλοδώρημα μεθ’ απλού τόκου προς τοσούτον επιτόκιον όσον ο Υπουργός Οικονομικών ήθελεν εκάστοτε καθορίσει.

(5) Διά τους σκοπούς του παρόντος άρθρου-

“κρατική υπηρεσία” σημαίνει πάσαν υπαγομένην εις την Δημοκρατίαν υπηρεσίαν·

“σχετικός Νόμος” σημαίνει τους περί Συντάξεων (Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος της Δημοκρατίας, Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, Υπουργοί και Μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων) Νόμους του 1980 έως 1986 και οιονδήποτε νόμον τροποποιούντα ή αντικαθιστώντα αυτούς.

Φιλοδώρημα εις περίπτωσιν μη συμπληρώσεως συνταξίμου υπηρεσίας

11. Πας όστις μετά την ημερομηνίαν ενάρξεως ισχύος του παρόντος Νόμου κατέχει, διά περίοδον ολιγωτέραν της υπό του άρθρου 2 του παρόντος Νόμου καθοριζομένης περιόδου συνταξίμου υπηρεσίας αλλά ουχί ολιγωτέραν των δώδεκα συμπεπληρωμένων μηνών, το αξίωμα του μέλους λαμβάνει, όταν παύση να κατέχη το αξίωμα αυτού, ως φιλοδώρημα, απηλλαγμένον φόρου εισοδήματος, ποσόν ίσον προς το εν όγδοον της μηνιαίας αντιμισθίας την οποίαν ούτος ελάμβανεν ευθύς προτού παύση να κατέχη το αξίωμα αυτού, πολλαπλασιαζόμενον επί τον αριθμόν των συμπεπληρωμένων μηνών καθ’ ους κατείχε το αξίωμα αυτού.