Συνοπτικός τίτλος

1. Ο παρών Νόμος καλείται ο περί Ταμείου Προνοίας Κοινοτικών Υπαλλήλων Νόμος 1963.

Ερμηνεία

2.-(1) Εν τω παρόντι Νόμω, εκτός εάν εκ του κειμένου προκύπτη άλλο τι-

"Γενικός Λογιστής" σημαίνει τον Γενικόν Λογιστήν της Συνελεύσεως.

"Εισφορά" σημαίνει το ποσόν το καταβαλλόμενον εις το Ταμείον υπό μέλους αυτού βάσει του παρόντος Νόμου.

"Επιτροπή" σημαίνει την Διαχειριστικήν Επιτροπήν του Ταμείου Προνοίας Κοινοτικών Υπαλλήλων την διοριζομένην συμφώνως τω άρθρω 4.

"Επιτροπή Διοικήσεως" σημαίνει την Επιτροπήν Διοικήσεως της Συνελεύσεως.

"Κατάθεσις" σημαίνει το ποσόν το καταβαλλόμενον εις το Ταμείον υπό της Συνελεύσεως βάσει του παρόντος Νόμου.

"Κυβέρνησις" σημαίνει την Κυβέρνησιν της Κυπριακής Δημοκρατίας.

"Μέλος" σημαίνει τον μη συντάξιμον υπάλληλον όστις καταβάλλει εισφοράς εις το Ταμείον.

"Μη συντάξιμος υπάλληλος" σημαίνει πρόσωπον υπηρετούν εις Γραφείον υπό την Συνέλευσιν και κατέχον οργανικήν υπαλληλικήν θέσιν ήτις δεν είναι κατά νόμον συντάξιμος, αλλά δεν περιλαμβάνει πρόσωπον υπηρετούν επί συμβάσει ή επί προσωρινή βάσει από μηνός εις μήνα, ή τακτικόν ή έκτακτον εργάτην εν τη υπηρεσία της Συνελεύσεως.

"Μισθός" σημαίνει τον βασικόν μισθόν της θέσεως και δεν περιλαμβάνει οιονδήποτε επίδομα.

"Συνέλευσις" σημαίνει την Ελληνικήν Κοινοτικήν Συνέλευσιν.

"Ταμείον" σημαίνει το Ταμείον Προνοίας Κοινοτικών Υπαλλήλων το ιδρυόμενον δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(2) Διά τους σκοπούς του παρόντος Νόμου η οικογένεια μέλους θεωρείται ότι περιλαμβάνει την μητέρα, τον πατέρα, την σύζυγον και τα τέκνα, αλλ' ουδέν άλλο πρόσωπον.

Ίδρυσις του Ταμείου

3. Ιδρύεται Ταμείον καλούμενον Ταμείον Προνοίας Κοινοτικών Υπαλλήλων.

Διαχειριστική Επιτροπή και διαχείρισις του Ταμείου

4.-(1) Διορίζεται, υπό της Επιτροπής Διοικήσεως, Επιτροπή καλούμενη Διαχειριστική Επιτροπή του Ταμείου Προνοίας Κοινοτικών Υπαλλήλων (εν τοις επομένοις καλουμένη Επιτροπή) ήτις διαχειρίζεται το Ταμείον συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος Νόμου. Η Επιτροπή αύτη συντίθεται ως ακολούθως:

(α) εκ του Γενικού Λογιστού της Συνελεύσεως ως Προέδρου αυτής,

(β) εκ δύο μελών του Ταμείου υποδεικνυομένων υπό των λοιπών μελών,

(γ) εκ δύο ετέρων προσώπων διοριζομένων υπό της Επιτροπής Διοικήσεως.

(2) Η Επιτροπή συντάσσει κανονισμόν περί της λειτουργίας αυτής, εγκρινόμενον υπό της Επιτροπής Διοικήσεως.

(3) Εκ του Ταμείου διενεργούνται πληρωμαί βάσει του παρόντος Νόμου ως και πληρωμαί προς κάλυψιν δαπανών διαχειρίσεως αυτού.

(4) Η Επιτροπή δύναται να επενδύη από καιρού εις καιρόν διαθέσιμα χρήματα καθ' ον τρόπον ήθελε θεωρήσει κατάλληλον, τη εγκρίσει της Επιτροπής Διοικήσεως.

(5) Ο Γενικός Λογιστής οφείλει να τηρή χωριστούς λογαριασμούς των χρημάτων και της περιουσίας του Ταμείου, ούτοι δε ελέγχονται υπό του Γενικού Ελεγκτού της Συνελεύσεως.

(6) Η Επιτροπή υποβάλλει εις την Επιτροπήν Διοικήσεως το ταχύτερον μετά την 31 ην ημέραν του Δεκεμβρίου εκάστου έτους πλήρη έκθεσιν επί της λειτουργίας του Ταμείου και εξηλεγμένην κατάστασιν λογαριασμών δεικνύουσαν τας μετά του Ταμείου συναλλαγάς, κατά το λήξαν έτος.

Μέλη του Ταμείου

5. Πας μη συντάξιμος υπάλληλος υποχρεούται να γίνη μέλος του Ταμείου.

Εισφοραί

6. Έκαστον μέλος καταβάλλει μηνιαίαν εισφοράν εις το Ταμείον ίσην προς το εν εικοστόν του μηνιαίου μισθού αυτού. Το ποσόν της εισφοράς αφαιρείται υπό του Γενικού Λογιστού από τας μηνιαίας απολαβάς του μέλους, υπολογίζεται δε, εις το πλησιέστερον πολλαπλάσιον των πέντε μιλς, επί του πλήρους μισθού του μέλους έστω και εάν τούτο είναι επ' αδεία με το ήμισυ του μισθού ή και άνευ μισθού:

Νοείται ότι εάν μέλος τι απουσιάζει επ' αδεία με το ήμισυ του μισθού ή άνευ μισθού διά περίοδον υπερβαίνουσαν τους δύο συνεχείς μήνας, τούτο δύναται να εκλέξη όπως η εισφορά του διαρκούσης της πέραν των δύο μηνών περιόδου είναι ίση προς το εν εικοστόν του πραγματικού μισθού του καταβαλλομένου κατά την εν λόγω περίοδον.

Καταθέσεις

7. Ποσόν ίσον προς την εισφοράν εκάστου μέλους κατατίθεται υπό της Συνελεύσεως εις το Ταμείον εις πίστιν του μέλους τούτου καθ' ην ημερομηνίαν η τοιαύτη εισφορά καταβάλλεται εις το Ταμείον.

Τόκος

8.-(1) Επί των εισφορών και των καταθέσεων πιστούται τόκος κεχωρισμένως, το δε ύψος αυτού καθορίζεται καθ' έκαστον έτος υπό της Επιτροπής, τη εγκρίσει της Επιτροπής Διοικήσεως.

(2) O τόκος υπολογίζεται επί του συνόλου των εις πίστιν του μέλους εισφορών και καταθέσεων κατά την πρώτην ημέραν του έτους δι' ο υπολογίζεται ο τόκος, ασχέτως οιωνδήποτε ποσών αποσυρθέντων διαρκούντος του έτους τούτου.

(3) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ο τόκος υπολογίζεται μέχρι της 31ης ημέρας του Δεκεμβρίου εκάστου έτους, μετά ταύτα δε προστίθεται εις το κεφάλαιον και αποτελεί μέρος αυτού και διά τους σκοπούς του παρόντος Νόμου θεωρείται ως μέρος των εισφορών ή των καταθέσεων, αναλόγως της περιπτώσεως.

Πληροφορίαι προς τα μέλη

9. O Γενικός Λογιστής οφείλει, όταν προς τούτο παρακληθή υφ' οιουδήποτε μέλους, να πληροφορήση τούτο περί των εν τω Ταμείω εις πίστιν του ποσών κατά την 31 ην ημέραν του Δεκεμβρίου του αμέσως προηγουμένου έτους.

Εισφοραί δύνανται να αποσυρθούν εις ωρισμένας περιπτώσεις

10.-(1) Τη εγκρίσει της Επιτροπής ή, εις επείγουσαν περίπτωσιν, τη εγκρίσει του Γενικού Λογιστού εισφοραί δύνανται να αποσυρθούν υπό του μέλους, εάν τούτο ήθελε κριθή επιθυμητόν, διά σκοπούς ως οι ακόλουθοι:

(α) Πληρωμή των εξόδων νοσηλείας του μέλους ή της οικογενείας αυτού.

(β) Πληρωμή της δαπάνης διά την κηδείαν μέλους της οικογενείας αυτού.

(γ) Πληρωμή των εξόδων ταξιδιού εις το εξωτερικόν διά μέλος της οικογενείας αυτού ή διά τον αδελφόν ή αδελφήν αυτού προς θεραπείαν, κατόπιν ιατρικής συμβουλής, όταν το τοιούτο πρόσωπον εξαρτάται πλήρως ή κυρίως εκ του μέλους ή

συνήθως διαμένει μετ' αυτού.

(2) Οιονδήποτε ποσόν ούτως αποσυρθέν εκ των εισφορών δυνάμει του εδαφίου (1) δέον να επιστρέφηται υπό του μέλους εις ουχί περισσοτέρας των είκοσι τεσσάρων ίσων μηνιαίων δόσεων κατά την κρίσιν της Επιτροπής αρχομένων από του μηνός του επομένου εκείνου καθ' ον το ποσόν έχει αποσυρθή. Αι δόσεις δύνανται να αφαιρούνται εκ των μηνιαίων απολαβών του μέλους.

Κλείσιμον λογαριασμών

11.-(1) Άμα τω τερματισμώ της υπηρεσίας μέλους τινός ή τω θανάτω αυτού κλείεται ο λογαριασμός αυτού, αφού πιστωθή διά τόκου μέχρι και συμπεριλαμβανομένης της προτεραίας του τερματισμού της υπηρεσίας ή του θανάτου, βάσει του ύψους του τόκου του καθορισθέντος διά το αμέσως προηγούμενον έτος.

(2) Ειδοποίησις εν σχέσει προς το κλείσιμον του λογαριασμού δίδεται υπό του Γενικού Λογιστού εις το μέλος, αν τούτο ευρίσκεται εν τη ζωή, ή εις παν άλλο πρόσωπον αναφερόμενον εις το άρθρον 13 το οποίον, κατά την γνώμην του Γενικού Λογιστού, πρέπει να λάβη τοιαύτην ειδοποίησιν.

Τερματισμός υπηρεσίας μέλους

12.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, εάν μέλος τι αποχωρή της υπηρεσίας της Συνελεύσεως υπό μίαν των κάτωθι περιπτώσεων, επιστρέφεται εις αυτό το εν τω Ταμείω εις πίστιν του ευρισκόμενον ποσόν κατά το κλείσιμον του λογαριασμού συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρου 11(1):

(α)Όταν το μέλος αφυπηρετή διά λόγους υγείας κατόπιν ιατρικής πιστοποιήσεως του Ιατροσυμβουλίου της Συνελεύσεως ότι δεν δύναται, λόγω σωματικής ή πνευματικής ανικανότητος, να εκτελέση τα καθήκοντα της θέσεως αυτού.

(β)Όταν η θέσις αυτού καταργήται.

(γ) Όταν το μέλος συμπληρώνη το καθωρισμένον όριον ηλικίας.

(δ) Όταν το θήλυ μέλος αποχωρή μετά διετή τουλάχιστον υπηρεσίαν διότι συνήψεν ή πρόκειται να συνάψη γάμον.

(2) Διά τους σκοπούς της υποπαραγράφου (γ) του εδαφίου (1), όριον ηλικίας δι' υποχρεωτικήν αφυπηρέτησιν ορίζεται το εξηκοστόν έτος, αλλ' η Επιτροπή Διοικήσεως δύναται να υποχρεώση οιονδήποτε μέλος ή να τω επιτρέψη όπως αφυπηρετήση οποτεδήποτε μετά την συμπλήρωσιν του πεντηκοστού πέμπτου έτους της ηλικίας του:

Νοείται ότι, εάν η υπηρεσία μέλους τινός υπό την Συνέλευσιν ακολουθή άνευ διακοπής υπηρεσίας επί μονίμου βάσεως παρά τη Κυβερνήσει και εάν τούτο εν τη Κυβερνητική υπηρεσία είχεν ως όριον ηλικίας δι' αφυπηρέτησιν το πεντηκοστόν πέμπτον έτος τότε το μέλος τούτο εξακολουθεί να διατηρή το όριον εκείνο, αλλ' η Επιτροπή Διοικήσεως δικαιούται να υποχρεώση το μέλος τούτο ή τω επιτρέψη όπως αφυπηρετήση οποτεδήποτε μετά την συμπλήρωσιν του πεντηκοστού έτους.

Θάνατος μέλους

13.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου εάν μέλος τι αποθάνη ενώ ευρίσκεται εν τη υπηρεσία της Συνελεύσεως το εν τω Ταμείω εις πίστιν αυτού ευρισκόμενον ποσόν κατά το κλείσιμον του λογαριασμού συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρου 11(1), πληρώνεται εις το πρόσωπον ή τα πρόσωπα άτινα δικαιούνται κατά νόμον να λάβουν τούτο:

Νοείται ότι ο Γενικός Λογιστής δύναται να προβή εις πληρωμάς μη υπερβαινούσας τας είκοσι λίρας εις εκάστην περίπτωσιν, προς κάλυψιν των δαπανών της κηδείας του αποβιώσαντος ή προς άμεσον ανακούφισιν της οικογενείας αυτού, εάν κατά την γνώμην αυτού τοιαύτη ανακούφισις χρειάζεται.

(2) Τα δυνάμει του άρθρου τούτου πληρωνόμενα ποσά καταβάλλονται εκ του Ταμείου και αι τοιαύται πληρωμαί είναι έγκυροι και δεσμευτικαί έναντι οιασδήποτε απαιτήσεως γενομένης προς την Συνέλευσιν, την Επιτροπήν ή τον Γενικόν Λογιστήν υφ' οιουδήποτε άλλου προσώπου όσον αφορά το εν τω Ταμείω εις πίστιν του αποβιώσαντος ποσόν.

Παραίτησις ή απόλυσις

14. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, όταν μέλος τι απολυθή ή παραιτηθή ή εγκαταλείψη την υπηρεσίαν άνευ αδείας, καταβάλλεται εις αυτό το ποσόν των εισφορών αυτού μετά των τόκων υπολογιζομένων συμφώνως προς το άρθρον 11(1). (Δύναται δε να καταβληθή εις το μέλος τούτο τοσούτον ποσοστόν των καταθέσεων και των τόκων υπολογιζομένων ως ανωτέρω, όσον η Επιτροπή, τη εγκρίσει της Επιτροπής Διοικήσεως, ήθελε αποφασίσει). Οιαιδήποτε καταθέσεις ή μέρος αυτών μη καταβληθείσαι εις το μέλος παραμένουν εν τω Ταμείω προς όφελος των υπολοίπων μελών.

Διορισμός εις συντάξιμον θέσιν

15.-(1) Εάν μέλος τι διορισθή εις κατά νόμον συντάξιμον θέσιν εις την υπηρεσίαν της Συνελεύσεως αι διατάξεις του άρθρου 11 του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται ως εάν η υπηρεσία αυτού να είχε τερματισθή υπό τας περιστάσεις τας οριζομένας εν τω άρθρω 12(1):

Νοείται ότι ο λογαριασμός αυτού εξακολουθεί να πιστούται διά τόκου συμφώνως προς τας διατάξεις των άρθρων 8 και 11(1) του παρόντος Νόμου.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, όταν το ούτω διοριζόμενον μέλος αργότερον εγκαταλείψη την υπηρεσίαν της Συνελεύσεως ή όταν αποθάνη ενώ ευρίσκεται εν τη υπηρεσία αυτής τότε οιονδήποτε εις πίστιν του ποσόν εν τω Ταμείω καταβάλλεται εις το μέλος τούτο ή εις οιονδήποτε άλλο πρόσωπον εις ο δύναται να καταβληθή δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή άλλως πως.

(3) Το ούτω διοριζόμενον μέλος εάν υπηρετή υπό δοκιμασίαν δύναται να εκλέξη όπως εξακολουθήση διαρκούσης της περιόδου δοκιμασίας να υπόκειται εις τας διατάξεις του παρόντος Νόμου, εν τοιαύτη δε περιπτώσει θεωρείται ως μέλος του Ταμείου:

Νοείται ότι εάν ο διορισμός του μέλους τούτου επικυρωθή οποτεδήποτε αι διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται εις αυτό από της ημέρας της τοιαύτης επικυρώσεως. Οιαδήποτε εκλογή δυνάμει του παρόντος εδαφίου δέον να γίνη εγγράφως προς την Επιτροπήν και είναι αμετάκλητος.

Δικαίωμα εκλογής παρεχόμενον εις μέλος διοριζόμενον εις συντάξιμον θέσιν

16.-(1) Μέλος τι διοριζόμενον εις κατά νόμον συντάξιμον θέσιν δύναται, εφ' όσον ο διορισμός του επικυρωθή, εντός περιόδου τριών μηνών από της ισχύος του παρόντος Νόμου ή από της ημερομηνίας της επικυρώσεως του διορισμού ή άλλης περαιτέρω περιόδου ην η Επιτροπή Διοικήσεως εις ειδικήν περίπτωσιν ήθελεν επιτρέψει, να εκλέξη:

(α) όπως η περίοδος της υπηρεσίας καθ' ην ήτο μέλος του Ταμείου προ του διορισμού του εις συντάξιμον θέσιν υπολογισθή ως συντάξιμος υπηρεσία, οπότε, άμα τη ασκήσει τοιαύτης εκλογής, καταβάλλεται εις αυτό ολόκληρον το ποσόν των εν τω Ταμείω εις πίστιν αυτού εισφορών μετά των τόκων υπολογιζομένων μέχρι του τέλους του μηνός του προηγουμένου εκείνου καθ' ον ασκείται η εκλογή, το δε ποσόν των καταθέσεων μετά των τόκων υπολογιζομένων ως ανωτέρω περιέρχεται εις την Συνέλευσιν, ή

(β) όπως η περίοδος της υπηρεσίας καθ' ην ήτο μέλος του Ταμείου προ του διορισμού του εις συντάξιμον θέσιν, ληφθή υπ' όψιν μόνον ως περίοδος υπηρεσίας απαιτουμένης προς προσδιορισμόν, δυνάμει του περί Συντάξεων Νόμου, κατά πόσον έχει αρκετήν υπηρεσίαν διά να δικαιούται συντάξεως ή φιλοδωρήματος, οπότε αι

διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 15 του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται εις την περίπτωσιν του.

(2) Η απόφασις του μέλους τούτου όσον αφορά την ανωτέρω εκλογήν δέον να κοινοποιηθή εγγράφως προς την Επιτροπήν και πάσα τοιαύτη απόφασις είναι αμετάκλητος.

Εισφοραί, κ.λ.π., δεν εκχωρούνται

17. Αι εισφοραί και αι καταθέσεις ως και οι τόκοι επ' αυτών, δεν εκχωρούνται ή μεταβιβάζονται και ούτε υπόκεινται εις κατάσχεσιν ή δήμευσιν εν σχέσει προς οιονδήποτε χρέος ή προς οιανδήποτε απαίτησιν.

Ποσά οφειλόμενα εις την Συνέλευσιν

18. Παν ποσόν οφειλόμενον εις την Συνέλευσιν υπό μέλους τινός δύναται να αφαιρήται εξ οιουδήποτε ποσού καταβαλλομένου εκ του Ταμείου εις το μέλος τούτο.

Κανονισμοί

19. Κανονισμοί δύνανται να ψηφίζωνται υπό της Συνελεύσεως προς ρύθμισιν των λεπτομερειών της εφαρμογής του παρόντος Νόμου.

Μεταβατική διάταξις

20. Παρά τας διατάξεις του παρόντος Νόμου, εις την περίπτωσιν μη συνταξίμου υπαλλήλου διορισθέντος εις την υπηρεσίαν της Συνελεύσεως προ της 31ης Ιανουαρίου 1961, του οποίου η υπό την Συνέλευσιν υπηρεσία ακολουθεί άνευ διακοπής περίοδον υπηρεσίας παρά τη Κυβερνήσει κατά την διάρκειαν της οποίας ούτος ήτο μέλος του Ταμείου Προνοίας των Κυβερνητικών Υπαλλήλων, οιονδήποτε ποσόν ευρισκόμενον εις πίστιν αυτού παρά τω εν λόγω Ταμείω Προνοίας ή πληρωθησόμενον εις αυτόν βάσει του περί Αποζημιώσεως Δικαιούχων Υπαλλήλων Νόμου 52 του 1962 δύναται, τη εγκρίσει της Επιτροπής Διοικήσεως κατόπιν εγγράφου αιτήσεως του ενδιαφερομένου υπαλλήλου υποβαλλομένης εντός εξ μηνών από της ισχύος του παρόντος Νόμου, να κατατεθή εις πίστιν αυτού εις το Ταμείον, εφαρμοζομένου εν προκειμένω του παρόντος Νόμου αναδρομικώς από της ημερομηνίας καθ' ην ο υπάλληλος ούτος διωρίσθη εις την υπηρεσίαν της Συνελεύσεως. Εν τοιαύτη περιπτώσει η ως άνω αναφερομένη περίοδος υπηρεσίας παρά τη Κυβερνήσει δύναται να αναγνωρισθή υπό της Συνελεύσεως διά τους σκοπούς της καταβολής ωφελημάτων αφυπηρετήσεως βάσει της εκάστοτε ισχυούσης νομοθεσίας.