ΜΕΡΟΣ ΙV ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΣΕ ΘΑΝΑΤΙΚΗ ΑΝΑΚΡΙΣΗ
Ανακρίσεις από θανατικό ανακριτή, κλπ.

14. Σε κάθε θανατική ανάκριση-

(α) ο θανατικός ανακριτής λαμβάνει με όρκο τέτοια μαρτυρία που δυνατό να εξασφαλιστεί σχετικά με την ταυτότητα του αποθανόντος και το χρόνο, τόπο και τρόπο του θανάτου το·

(β) κάθε ενδιαφερόμενο μέρος δύναται να εμφανιστεί είτε με δικηγόρο είτε προσωπικά και να εξετάσει, αντεξετάσει ή επανεξετάσει, ανάλογα με την περίπτωση, οποιοδήποτε μάρτυρα.

Διατάξεις που αφορούν την επιθεώρηση πτώματος

15.-(1) Κατά ή πριν από την πρώτη συνεδρίαση θανατικής ανάκρισης σε πτώμα, ο θανατικός ανακριτής επιθεωρεί το πτώμα ή ικανοποιείται ότι το πτώμα επιθεωρήθηκε από αστυνομικό, επαγγελματία ιατρό ή τοπική αρχή:

Νοείται ότι, όταν θανατική ανάκριση σε πτώμα άρχισε προηγουμένως δεν είναι αναγκαίο με επανάληψη, συνέχιση, ή μεταγενέστερη θανατική ανάκριση να επιθεωρηθεί το πτώμα για δεύτερη φορά.

(2) Διάταγμα που εξουσιοδοτεί την ταφή ή άλλη διάθεση πτώματος επί του οποίου αποφασίστηκε να διεξαχθεί θανατική ανάκριση δύναται να εκδοθεί από το θανατικό ανακριτή σε οποιοδήποτε χρόνο μετά την επιθεώρηση του πτώματος.

(3) Αν το πτώμα τάφηκε και δεν επιθεωρήθηκε με τον τρόπο που προβλέπεται στο εδάφιο (1), ο θανατικός ανακριτής διατάσσει την εκταφή του πτώματος για το σκοπό επιθεώρησης κατά τον τρόπο που προβλέπεται στο άρθρο 5 εκτός αν αυτός πιστοποιεί ότι κατά τη γνώμη του καμιά ουσιαστική πληροφορία δεν θα εξασφαλιζόταν με αυτή.

(4) Σε οποιαδήποτε περίπτωση κατά την οποία ο θανατικός ανακριτής επιθεώρησε ο ίδιος το πτώμα πιστοποιεί το γεγονός στα πρακτικά της θανατικής ανάκρισης, και σε άλλες περιπτώσεις καταχωρεί μαρτυρία, αν υπάρχει, για την επιθεώρηση του πτώματος από επαγγελματία ιατρό ή την αρχή.

Θανατικός ανακριτής δύναται να κλητεύει μάρτυρες

16.-(1) Θανατικός ανακριτής που διεξάγει θανατική ανάκριση έχει και δύναται να ασκεί όλες τις εξουσίες επαρχιακού δικαστή αναφορικά με την κλήτευση και τον εξαναγκασμό της παράστασης μαρτύρων και της απαίτησης όπως αυτοί δώσουν μαρτυρία, και αναφορικά με την προσαγωγή οποιουδήποτε εγγράφου ή πράγματος κατά τη θανατική ανάκριση.

(2) Κάθε κλήση και ένταλμα σύλληψης για προσαγωγή γίνεται γραπτώς με υπογραφή του δικαστικού ανακριτή.

(3) [Καταργήθηκε].

(4) Οι διατάξεις οποιουδήποτε Νόμου σε ισχύ που αφορούν κλήσεις, εντάλματα και κλήσεις προσαγωγής που εκδίδονται από επαρχιακό δικαστή ή πταισματοδίκη εφαρμόζονται σε κλήσεις, εντάλματα και κλήσεις προσαγωγής που εκδίδονται από θανατικό ανακριτή.

Θανατικός ανακριτής δεν δεσμεύεται από κανόνες απόδειξης

17. Θανατικός ανακριτής που διεξάγει θανατική ανάκριση δεν δεσμεύεται από οποιουσδήποτε κανόνες απόδειξης οι οποίοι δυνατό να αναφέρονται σε αστική ή ποινική διαδικασία, αλλά αν οποιοσδήποτε μάρτυρας ενίσταται να απαντήσει σε οποιαδήποτε ερώτηση για το λόγο ότι αυτή τείνει να τον ενοχοποιήσει, δεν απαιτείται από αυτόν να απαντήσει στην ερώτηση ούτε υπόκειται σε οποιαδήποτε ποινή επειδή αρνήθηκε να απαντήσει με τον τρόπο αυτό.

Πως καταγράφεται μαρτυρία

18.-(1) Ο θανατικός ανακριτής καταγράφει τα πρακτικά της διαδικασίας και τις σημειώσεις της μαρτυρίας τα οποία υπογράφονται από αυτόν και φυλάσσονται ως πρακτικά της θανατικής ανάκρισης:

Νοείται ότι, αν ο θανατικός ανακριτής διατάσσει με τον τρόπο αυτό, τα πρακτικά αυτά και οι σημειώσεις δύνανται να λαμβάνονται στενογραφημένα και αποστενογράφηση αυτών των στενογραφημένων σημειώσεων θεωρείται ως το πρακτικό της θανατικής ανάκρισης.

(2) Σε οποιαδήποτε ποινική διαδικασία ενώπιον οποιουδήποτε Δικαστηρίου κατά την οποία οποιοδήποτε πρόσωπο κατηγορείται ότι προκάλεσε το θάνατο προσώπου, για τα αίτια του θανάτου του οποίου διεξάχθηκε θανατική ανάκριση, οι σημειώσεις της μαρτυρίας οποιουδήποτε μάρτυρα που αποτελούν μέρος των πρακτικών της θανατικής ανάκρισης, όπως προνοείται στο άρθρο αυτό ή αντίγραφο αυτών που φέρεται ότι υπογράφτηκε και πιστοποιήθηκε ως πιστό αντίγραφο από τον πρωτοκολλητή του Δικαστηρίου που έχει τη φύλαξη τέτοιων πρακτικών δύνανται να προσαχθούν ως μαρτυρία, εκτός αν με άλλο τρόπο δεν είναι νομικά αποδεκτές, αν αποδειχθεί ότι ο μάρτυρας απουσιάζει από τη Δημοκρατία ή είναι νεκρός ή παράφρονας.

Εξουσία για λήψη μαρτυρίας μάρτυρα που αδυνατεί να παραστεί

19. Όταν εντός της δικαιοδοσίας του θανατικού ανακριτή πρόσωπο που είναι ικανό να δώσει ουσιαστική μαρτυρία σχετικά με οποιαδήποτε θανατική ανάκριση, αδυνατεί, εξαιτίας ασθένειας ή άλλης αιτίας που φαίνεται ικανοποιητική στο θανατικό ανακριτή, να παραστεί στον τόπο όπου συνήθως συνεδριάζει ο θανατικός ανακριτής, είναι νόμιμο για το θανατικό ανακριτή να λάβει τη μαρτυρία του προσώπου αυτού στον τόπο όπου βρίσκεται το πρόσωπο αυτό.

Εντολές

20.-(1) Οποτεδήποτε κατά τη διεξαγωγή οποιασδήποτε θανατικής ανάκρισης φαίνεται στο θανατικό ανακριτή ότι οποιοδήποτε πρόσωπο εκτός της δικαιοδοσίας του θανατικού ανακριτή, είναι ικανό να δώσει ουσιαστική μαρτυρία σχετικά με την ανάκριση και ότι η προσέλευση του προσώπου αυτού δεν δύναται να εξασφαλιστεί χωρίς καθυστέρηση, δαπάνη ή ενόχληση, η οποία, υπό της περιστάσεις της υπόθεσης, θα ήταν αδικαιολόγητη, ο θανατικός ανακριτής υποβάλλει αίτηση στον Πρόεδρο του Επαρχιακού Δικαστηρίου (ο οποίος στο εξής στο άρθρο αυτό αναφέρεται ως “ο Πρόεδρος”) εντός των ορίων της τοπικής δικαιοδοσίας του οποίου διαμένει το πρόσωπο αυτό, και δίδει τους λόγους της αίτησης και μετά ο Πρόεδρος δύναται-

(α) να εκδώσει εντολή σε οποιοδήποτε επαρχιακό δικαστή εντός των ορίων της τοπικής δικαιοδοσίας του οποίου το πρόσωπο αυτό διαμένει, να λάβει τη μαρτυρία του προσώπου αυτού͘ ή

(β) να απορρίψει την αίτηση.

(2) Ο επαρχιακός δικαστής στον οποίο εκδίδεται η εντολή μεταβαίνει στον τόπο όπου βρίσκεται ο μάρτυρας, ή κλητεύει το μάρτυρα ενώπιον του και καταγράφει τη μαρτυρία του κατά τον ίδιο τρόπο, και δύναται για το σκοπό αυτό να ασκήσει τις ίδιες εξουσίες όπως ο θανατικός ανακριτής.

(3) Οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο μέρος δύναται να εμφανιστεί ενώπιον τέτοιου επαρχιακού δικαστή με δικηγόρο ή προσωπικά, και δύναται να εξετάσει, αντεξετάσει και επανεξετάσει, ανάλογα με την περίπτωση, τον εν λόγω μάρτυρα.

(4) Μετά που θα εκτελεστεί κανονικά η εντολή αυτή επιστρέφεται, μαζί με την κατάθεση του μάρτυρα που εξετάστηκε δυνάμει αυτής, στον Πρόεδρο, ο οποίος αποστέλλει την εντολή, τα επιστρεφόμενα έγγραφα της και την ένορκη κατάθεση του θανατικού ανακριτή που υπέβαλε την αίτηση για αυτή.

(5) Κατόπι παραλαβής αυτών από τον πιο πάνω θανατικό ανακριτή η εντολή αυτή, τα επιστρεφόμενα έγγραφα της, και η κατάθεση καταχωρούνται μαζί και αποτελούν μέρος της διαδικασίας της θανατικής ανάκρισης που αφορούν αυτά.

Θανατική ανάκριση την Κυριακή ή δημόσια αργία ή κεκλεισμένων των θυρών

21.-(1) Θανατικός ανακριτής δύναται νόμιμα να διεξάγει θανατικές ανακρίσεις Κυριακή ή δημόσια αργία.

(2) Αν ο θανατικός ανακριτής θεωρεί σκόπιμο για το συμφέρον της δικαιοσύνης όπως οποιαδήποτε θανατική ανάκριση διεξαχθεί κεκλεισμένων των θυρών, διεξάγει αυτή κεκλεισμένων των θυρών.

(3) Οποτεδήποτε θανατική ανάκριση διεξάγεται κεκλεισμένων των θυρών ο θανατικός ανακριτής καταγράφει τους λόγους για τη διεξαγωγή αυτής με τον τρόπο αυτό.

Αναβολή θανατικής ανάκρισης

22. Θανατικός ανακριτής που διεξάγει θανατική ανάκριση σε οποιοδήποτε τόπο δύναται να αναβάλει τη θανατική ανάκριση για άλλη ημέρα και δύναται να διατάξει όπως η θανατική ανάκριση που αναβλήθηκε διεξαχθεί στον ίδιο ή οποιοδήποτε άλλο τόπο.

Αναστολή θανατικής ανάκρισης και επανάληψης της

23.-(1) Αν κατά τη διεξαγωγή θανατικής ανάκρισης, ο θανατικός ανακριτής είναι της γνώμης ότι παρουσιάστηκαν ικανοποιητικοί λόγοι για την έναρξη ποινικής διαδικασίας αναφορικά με το θάνατο εναντίον οποιουδήποτε προσώπου που τελεί υπό κράτηση ή του οποίου η σύλληψη σχεδιάζεται, ο θανατικός ανακριτής αναστέλλει τη θανατική ανάκριση μέχρις ότου η ποινική διαδικασία κατά του προσώπου που κατηγορήθηκε συμπληρωθεί.

(2) Όταν θανατική ανάκριση αναστέλλεται σύμφωνα με το εδάφιο (1), ο θανατικός ανακριτής δύναται να επαναλάβει και συμπληρώσει τη θανατική ανάκριση μετά τη συμπλήρωση της ποινικής διαδικασίας αν είναι της γνώμης ότι πιθανόν να προκύψει δημόσιο όφελος ενεργώντας με τον τρόπο αυτό αλλά, αν αυτός είναι της γνώμης ότι δεν θα προκύψει δημόσιο όφελος ενεργώντας με τον τρόπο αυτό βεβαιώνει τη γνώμη του για αυτό και διαβιβάζει στο Γενικό Εισαγγελέα αντίγραφο της διαδικασίας της θανατικής ανάκρισης:

Νοείται ότι, αν κατά τη διεξαγωγή της ποινικής διαδικασίας οποιοδήποτε πρόσωπο κατηγορήθηκε δυνάμει κατηγορητηρίου ενώπιον Κακουργιοδικείου, τότε κατά την επανάληψη της θανατικής ανάκρισης καμιά βεβαίωση πορίσματος δεν κατηγορεί εκείνο το πρόσωπο με αδίκημα για το οποίο αυτό ηδύνατο να καταδικαστεί βάσει τέτοιου κατηγορητηρίου ή δεν περιέχει οποιοδήποτε εύρημα το οποίο είναι ασυμβίβαστο με τον καθορισμό οποιουδήποτε θέματος με το αποτέλεσμα εκείνης της διαδικασίας.

(3) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (2) όταν θανατική ανάκριση αναστέλλεται σύμφωνα με το εδάφιο (1), και διαπιστώνεται ότι το πρόσωπο που πρέπει να κατηγορηθεί δεν δύναται να βρεθεί, ο θανατικός ανακριτής επαναλαμβάνει και περατώνει τη θανατική ανάκριση.

(4) Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού, η φράση “η ποινική διαδικασία” σημαίνει τη διαδικασία σε συνοπτική δίκη ή ενώπιον οποιουδήποτε Δικαστηρίου στο οποίο το πρόσωπο που κατηγορείται παραπέμπεται για δίκη ή κατηγορείται ή ενώπιον του οποίου εκδικάζεται έφεση κατά της καταδίκης του προσώπου εκείνου, και ποινική διαδικασία δεν θεωρείται ότι συμπληρώθηκε μέχρις ότου καμιά περαιτέρω έφεση να μη δύναται να γίνει κατά τη διάρκεια της χωρίς να δοθεί παράταση χρόνου, από οποιοδήποτε δικαστήριο προς το οποίο χωρεί έφεση.

Έκδοση κλήσης ή εντάλματος

24. Αν, κατά τη διεξαγωγή ή κατά την αποπεράτωση οποιασδήποτε θανατικής ανάκρισης, ο θανατικός ανακριτής είναι της γνώμης ότι αποκαλύπτονται επαρκείς λόγοι για πρόσαψη κατηγορίας κατά οποιουδήποτε προσώπου αναφορικά με το θάνατο, αυτός δύναται να εκδώσει κλήση ή ένταλμα για να εξασφαλίσει την παράσταση τέτοιου προσώπου ενώπιον οποιουδήποτε Δικαστηρίου που έχει δικαιοδοσία, και δύναται να δεσμεύει οποιοδήποτε μάρτυρα που εξετάστηκε από ή ενώπιον του με εγγύηση με ή χωρίς εγγυητή για να εμφανιστεί και δώσει μαρτυρία ενώπιον τέτοιου Δικαστηρίου.

Βεβαίωση πορίσματος

25. Μετά την επιθεώρηση, αν υπάρχει, του πτώματος και την ακρόαση της μαρτυρίας, ο θανατικός ανακριτής που διεξάγει τη θανατική ανάκριση εκδίδει την ετυμηγορία του και τη βεβαιώνει με βεβαίωση πορίσματος γραπτώς όπως εκτίθεται στον Τύπο Δ του Πρώτου Παραρτήματος που δείχνει κατά την έκταση κατά την οποία οι λεπτομέρειες αυτές αποδείχθηκαν σε αυτόν, ποιός ήταν ο αποθανών και πως, πότε και που ο αποθανών απέθανε:

Νοείται ότι, όταν θανατική ανάκριση αφορά το θάνατο προσώπου που εκτελέστηκε δυνάμει θανατικού εντάλματος, η ετυμηγορία και η βεβαίωση πορίσματος περιλαμβάνουν εύρημα, κατά πόσο ο θάνατος ήταν ακαριαίος και το πρόσωπο που εκτελέστηκε ήταν το πρόσωπο που αναφέρεται στο ένταλμα αυτό. Η βεβαίωση πορίσματος και η ετυμηγορία γίνονται και υπογράφονται εις διπλούν και ένα από τα πρωτότυπα παραδίδεται στο Διοικητή της επαρχίας εντός της οποίας πραγματοποιήθηκε η εκτέλεση.

Όταν ένοχο μέρος είναι άγνωστο

26. Αν, κατά την αποπεράτωση της θανατικής ανάκρισης, ο θανατικός ανακριτής είναι της γνώμης ότι υπάρχει λόγος υποψίας ότι κάποιο πρόσωπο είναι ένοχο για αδίκημα σε σχέση με το ζήτημα που εξετάστηκε, αλλά δεν δύναται να εξακριβώσει ποιο είναι το πρόσωπο αυτό, βεβαιώνει τη γνώμη του για τούτο και διαβιβάζει αντίγραφο της διαδικασίας στον υπεύθυνο αστυνομικό της επαρχίας στην οποία διεξάγεται η θανατική ανάκριση.

Όταν ένοχο μέρος δεν δύναται να βρεθεί

27. Όταν αντίγραφο της διαδικασίας οποιασδήποτε θανατικής ανάκρισης διαβιβάστηκε στον υπεύθυνο αστυνομικό της επαρχίας δυνάμει του άρθρου 26 και το ένοχο πρόσωπο δεν βρέθηκε, και αν, κατά τη γνώμη του υπεύθυνου αστυνομικού της επαρχίας, δεν υπάρχει πιθανότητα το πρόσωπο αυτό να βρεθεί, ο αστυνομικός αυτός βεβαιώνει τη γνώμη του για αυτό και διαβιβάζει το αντίγραφο της διαδικασίας στο Γενικό Εισαγγελέα.

Επιστροφή βεβαιώσεων πορίσματος και εξουσίες αναθεώρησης από Πρόεδρο Επαρχιακού Δικαστηρίου

28.-(1) Το πρωτότυπο κάθε βεβαίωσης πορίσματος που περιλαμβάνει τα πρακτικά της θανατικής ανάκρισης και τις εγγυήσεις των μαρτύρων, αν υπάρχουν, διαβιβάζονται από το θανατικό ανακριτή, όσο το δυνατό πιο γρήγορα, στον Πρόεδρο Επαρχιακού Δικαστηρίου, και δεν είναι αναγκαίο για τον θανατικό ανακριτή να κάνει ή να κρατά αντίγραφο αυτών. Ο Πρωτοκολλητής του Δικαστηρίου αυτού αναλαμβάνει την ευθύνη της διαδικασίας αυτής και δύναται να εκδίδει αντίγραφα αυτής σε οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατόπι καταβολής του τέλους που καθορίζεται για την παροχή αντιγράφων των πρακτικών Δικαστηρίου.

(2) Ο Πρόεδρος Επαρχιακού Δικαστηρίου, δύναται να εξετάζει τα πρακτικά οποιασδήποτε τέτοιας διαδικασίας για να ικανοποιηθεί ως προς την ορθότητα, νομιμότητα ή καταλληλότητα οποιουδήποτε ευρήματος ή ετυμηγορίας και ως προς την κανονικότητα της διαδικασίας αυτής.

(3) Όταν ο Πρόεδρος Επαρχιακού Δικαστηρίου, εξαιτίας της εξέτασης αυτής, δεν ικανοποιείται ως προς την ορθότητα, νομιμότητα ή καταλληλότητα οποιουδήποτε ευρήματος ή ετυμηγορίας αυτός δύναται, αφού παράσχει στο Γενικό Εισαγγελέα ευκαιρία να ακουστεί, να ασκήσει οποιαδήποτε από τις εξουσίες που παρέχονται σε αυτόν από το εδάφιο (1) του άρθρου 30.

(4) Όταν ο Πρόεδρος Επαρχιακού Δικαστηρίου, εξαιτίας της εξέτασης αυτής δεν ικανοποιείται ως προς την κανονικότητα της διαδικασίας, αυτός δύναται να προβεί σε τέτοια ενέργεια, που δεν συνεπάγεται αλλαγή του ευρήματος ή ετυμηγορίας, ως ήθελε θεωρήσει αναγκαίο για θεραπεία της αντικανονικότητας αυτής.

Τριμηνιαίοι κατάλογοι βεβαιώσεων πορισμάτων να αποστέλλονται στον Αρχιπρωτοκολλητή

29.-(1) Κάθε πρωτοκολλητής Επαρχιακού Δικαστηρίου αποστέλλει στον Αρχιπρωτοκολλητή στο τέλος κάθε τριμήνου κατάλογο όλων των βεβαιώσεων πορισμάτων των οποίων ανέλαβε τη φύλαξη κατά τη διάρκει των προηγούμενων τριών μηνών.

(2) Οι κατάλογοι αυτοί περιλαμβάνουν τον αριθμό και έτος της διαδικασίας, το όνομα του αποθανόντος και λεπτομέρειες για την ετυμηγορία του θανατικού ανακριτή και καταχωρούνται και αποτελούν μέρος του αρχείου του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Εξουσίες Προέδρου Επαρχιακού Δικαστηρίου σε αίτηση από ή δυνάμει εξουσιοδότησης του Γενικού Εισαγγελέα

30.-(1) Όταν ο Πρόεδρος Επαρχιακού Δικαστηρίου, κατόπι αίτησης που υποβλήθηκε από ή δυνάμει εξουσιοδότησης του Γενικού Εισαγγελέα, ικανοποιηθεί ότι, είναι αναγκαίο ή επιθυμητό να πράξει με τον τρόπο αυτό, αυτός δύναται-

(α) να διατάξει να διεξάχθει θανατική ανάκριση αναφορικά με το θάνατο οποιουδήποτε προσώπου͘

(β) να διατάξει το επανάνοιγμα οποιασδήποτε θανατικής ανάκρισης για τη λήψη περαιτέρω μαρτυρίας, ή για τη συμπερίληψη στις διαδικασίες αυτής και για τη μελέτη της μαρτυρίας που ήδη λήφθηκε, οποιασδήποτε μαρτυρίας που λήφθηκε σε οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία η οποία δυνατό να είναι σχετική με οποιοδήποτε ζήτημα που δύναται να αποφασιστεί σε τέτοια θανατική ανάκριση, και για την καταχώρηση νέας ετυμηγορίας επί των διαδικασιών ως συνόλου͘

(γ) να ακυρώσει την ετυμηγορία σε οποιαδήποτε θανατική ανάκριση και να την αντικαταστήσει με κάποια άλλη ετυμηγορία η οποία φαίνεται να είναι νόμιμη και σύμφωνη με τη μαρτυρία που καταχωρήθηκε ή συμπεριλήφθηκε όπως προβλέπεται πιο πάνω στο άρθρο αυτό͘ ή

(δ) να ακυρώσει οποιαδήποτε θανατική ανάκριση, με ή χωρίς διαταγή για διεξαγωγή νέας θανατικής ανάκρισης.

(2) Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται σε όλες τις θανατικές ανακρίσεις και τις ετυμηγορίες τους, είτε τέτοιες θανατικές ανακρίσεις και ετυμηγορίες είναι σύμφωνες με τις διατάξεις του Νόμου αυτού είτε όχι.

(3) Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού η φράση “δικαστική διαδικασία” σημαίνει διαδικασία ενώπιον οποιουδήποτε Δικαστηρίου, επιτροπής ή προσώπου που έχει βάσει νόμου εξουσία να ακούει, λαμβάνει και εξετάζει ένορκη μαρτυρία.

Μεταβίβαση εξουσιών από το Γενικό Εισαγγελέα

31. Ο Γενικός Εισαγγελέας δύναται να διατάξει γραπτώς οπως όλες ή οποιεσδήποτε από τις εξουσίες με τις οποίες έχει περιβληθεί δυνάμει των άρθρων 28 και 30 περιέλθουν εκάστοτε στο Γενικό Νομικό Σύμβουλο ή σε Δικηγόρο της Δημοκρατίας και η άσκηση των εξουσιών αυτών από το Γενικό Νομικό Σύμβουλο ή το Δικηγόρο της Δημοκρατίας ενεργεί τότε ωσάν αυτές να είχαν ασκηθεί από το Γενικό Εισαγγελέα:

Νοείται ότι ο Γενικός Εισαγγελέας δύναται γραπτώς να ανακαλέσει οποιαδήποτε διαταγή που εκδόθηκε από αυτόν δυνάμει του άρθρου αυτού.