Ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ αρχών

132.-(1) Η Επιτροπή, μαζί με τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών που έχουν ορισθεί ως σημεία επικοινωνίας κατά τα προβλεπόμενα στο Άρθρο 56, παράγραφος 1, της Οδηγίας 2004/39/ΕΚ και για σκοπούς εφαρμογής της ίδιας Οδηγίας, ανταλλάσσουν αμέσως και σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1287/2006, όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την εκπλήρωση των καθηκόντων και την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής κατά τα οριζόμενα στον παρόντα Νόμο, και την εκπλήρωση των καθηκόντων και την άσκηση των αρμοδιοτήτων των αρμόδιων αρχών των άλλων κρατών μελών κατά τα προβλεπόμενα στην οικεία νομοθεσία τους που θεσπίζεται προς συμμόρφωση με την Οδηγία 2004/39/ΕΚ.

Οι αρμόδιες αρχές που ανταλλάσσουν πληροφορίες σύμφωνα με βάσει της Οδηγίας 2004/39/ΕΚ, δύνανται να ορίζουν κατά την εν λόγω ανταλλαγή ότι οι πληροφορίες δεν πρέπει να αποκαλυφθούν χωρίς τη ρητή συγκατάθεση τους, στη δε περίπτωση αυτή, οι πληροφορίες ανταλλάσσονται μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους οι εν λόγω αρχές έδωσαν τη συγκατάθεση τους.

(2) Η Επιτροπή δύναται να διαβιβάζει στις λοιπές Εποπτικές Αρχές και στις αρχές στη Δημοκρατία που είναι υπεύθυνες για την εποπτεία των συνταξιοδοτικών ταμείων, των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών και των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, τις πληροφορίες που λαμβάνει σύμφωνα με το εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου και τα άρθρα 115 και 136. Οι εν λόγω αρχές διαβιβάζουν τις πληροφορίες σε άλλους φορείς ή πρόσωπα μόνο με τη ρητή συγκατάθεση των προβλεπόμενων αρμόδιων αρχών στο εδάφιο (1) και μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους αυτές έχουν συναινέσει, πλην δεόντως αιτιολογημένων περιστάσεων. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, η Επιτροπή ενημερώνει αμέσως την αρμόδια αρχή που έστειλε τις πληροφορίες.

(2Α) Η Επιτροπή δύναται να ανταλλάζει πληροφορίες με τους πιο κάτω, για την εκπλήρωση των εποπτικών τους αρμοδιοτήτων:

(α) με αρχές στις οποίες έχει ανατεθεί το δημόσιο καθήκον εποπτείας άλλων οντοτήτων του χρηματοοικονομικού τομέα και με αρχές που έχουν την ευθύνη της εποπτείας των χρηματοοικονομικών αγορών∙

(β) με αρχές ή όργανα, επιφορτισμένα με την ευθύνη για τη διατήρηση της σταθερότητας του χρηματοοικονομικού συστήματος στα κράτη μέλη μέσω της χρήσης μακροπροληπτικών κανόνων∙

(γ) με όργανα ή αρχές εξυγίανσης που αποσκοπούν στην προστασία της σταθερότητας του χρηματοοικονομικού συστήματος∙

(δ) με συμβατικά ή θεσμικά συστήματα προστασίας όπως αναφέρονται στο Άρθρο 113, παράγραφος 7, του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013∙

(ε) με όργανα που συμμετέχουν στην εκκαθάριση και την πτώχευση ιδρυμάτων και σε άλλες παρεμφερείς διαδικασίες∙

(στ) με πρόσωπα τα οποία είναι επιφορτισμένα με το νόμιμο έλεγχο των λογαριασμών ιδρυμάτων, ασφαλιστικών επιχειρήσεων και χρηματοδοτικών ιδρυμάτων∙

(ζ) αρχών αρμόδιων για την εποπτεία των υπόχρεων οντο-τήτων που αναφέρονται στο Άρθρο 2, παράγραφος 1, σημεία 1) και 2) της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849, αναφορικά με τη συμμόρφωση με τον περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμο ή κατά περίπτωση, την Οδηγία (ΕΕ) 2015/849.

(3) Οι Εποπτικές Αρχές, οι αρχές στη Δημοκρατία που είναι υπεύθυνες για την εποπτεία των συνταξιοδοτικών ταμείων, των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών και των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, καθώς και οι άλλοι φορείς ή πρόσωπα που λαμβάνουν εμπιστευτικές πληροφορίες σύμφωνα με το παρόν άρθρο ή σύμφωνα με τα άρθρα 115 και 136 δύνανται να τις χρησιμοποιήσουν μόνο κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, ιδίως-

(α) Για να εξακριβώσουν εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις χορήγησης άδειας λειτουργίας ΚΕΠΕΥ, ως καθορίζονται στο Μέρος ΙΙΙ και να διευκολύνουν, σε ενοποιημένη ή μη βάση, τον έλεγχο της συμμόρφωσης τους με τις προϋποθέσεις λειτουργίας τους και με τις εν γένει υποχρεώσεις τους ως καθορίζονται στον παρόντα Νόμο, ειδικά όσον αφορά τις απαιτήσεις κεφαλαιακής επάρκειας, τη διοικητική και λογιστική οργάνωση και τους μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου·

(β) για να ελέγξουν την ορθή λειτουργία των τόπων διαπραγμάτευσης·

(γ) για να επιβάλουν κυρώσεις·

(δ) στο πλαίσιο διοικητικής προσφυγής κατά απόφασης αρμόδιας Εποπτικής Αρχής·

(ε) σε διαδικασίες ενώπιον δικαστικής αρχής·

(στ) στο πλαίσιο μηχανισμού εξωδικαστικής επίλυσης των καταγγελιών επενδυτών.

Η Επιτροπή δύναται να διαβιβάζει πληροφορίες, σε όργανα επιφορτισμένα με τη διαχείριση σχεδίων προστασίας καταθέσεων και αποζημίωσης επενδυτών, που είναι απαραίτητες για την εκπλήρωση της αποστολής τους.

Οι λαμβανόμενες πληροφορίες υπόκεινται, σε κάθε περίπτωση, σε απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου που είναι τουλάχιστον ισοδύναμες με εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 129.

(4) Το παρόν άρθρο και τα άρθρα 129 και 136 δεν εμποδίζουν την Επιτροπή, να διαβιβάζει στην ΕΑΚΑΑ, στο ΕΣΣΚ, στην Κεντρική Τράπεζα Κύπρου, στις κεντρικές τράπεζες άλλων κρατών μελών, στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών και στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, όταν ενεργούν υπό την ιδιότητα της νομισματικής αρχής, και κατά περίπτωση, στην ΕΑΑΕΣ, σε συμβατικά ή θεσμικά συστήματα προστασίας όπως αναφέρονται στο Άρθρο 113, παράγραφος 7, του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, και σε άλλες δημόσιες αρχές επιφορτισμένες με την εποπτεία ή την επίβλεψη των συστημάτων πληρωμών και διακανονισμού, εμπιστευτικές πληροφορίες που προορίζονται για την εκπλήρωση της αποστολής τους.  Παρομοίως, οι εν λόγω αρχές ή φορείς δεν εμποδίζονται να διαβιβάζουν στην Επιτροπή τις πληροφορίες που ενδέχεται να χρειαστεί για την εκτέλεση των αρμοδιοτήτων της που προβλέπει ο παρών Νόμος:

Νοείται ότι, σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης όπως προβλέπεται στο Άρθρο 114, της παραγράφου 1, της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ, η Επιτροπή διαβιβάζει αμελλητί πληροφορίες-

(α) στις κεντρικές τράπεζες του ΕΣΚΤ, όταν οι πληροφορίες αυτές είναι σημαντικές για την άσκηση των εκ του νόμου αρμοδιοτήτων του, περιλαμβανομένης της άσκησης νομισματικής πολιτικής και της συναφούς παροχής ρευστότητας, της επίβλεψης συστημάτων πληρωμών, εκκαθάρισης και διακανονισμού και της διαφύλαξης της σταθερότητας του χρηματοοικονομικού συστήματος·  και

(β) στο ΕΣΣΚ, όταν αυτές οι πληροφορίες είναι σημαντικές για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του· και

(γ) στην ΕΑΤ, όταν αυτές οι πληροφορίες είναι σημαντικές για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της.

(5) Σε περίπτωση που αίτημα κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 131 για συνεργασία σε δραστηριότητες εποπτείας, ελέγχου και έρευνας, ή αίτημα κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 132 για ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της Επιτροπής και των αρμόδιων αρχών των άλλων κρατών μελών, απορρίπτεται ή δεν προωθείται εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, η Επιτροπή δύναται να αναφέρει την περίπτωση αυτή στην ΕΑΚΑΑ.