Ρύθμιση, έλεγχος και επιθεώρηση συστημάτων θέρμανσης

10.-(1) Τα προσβάσιμα τμήματα των συστημάτων θέρμανσης χώρου ή των συστημάτων συνδυασμού θέρμανσης και εξαερισμού χώρου ωφέλιμης ονομαστικής ισχύος μεγαλύτερης των 70 kW τυγχάνουν ρύθμισης, ελέγχου και επιθεώρησης σε τακτά χρονικά διαστήματα.

(2) Η επιθεώρηση που προβλέπεται στο εδάφιο (1) περιλαμβάνει αξιο- λόγηση του βαθμού απόδοσης της μονάδας παραγωγής θερμότητας και την εκτίμηση του μεγέθους της σε σχέση με τις θερμαντικές ανάγκες του κτιρίου και λαμβάνει υπόψη, ενδεχομένως, τις δυνατότητες του συστήματος θέρμανσης ή του συστήματος συνδυασμού θέρμανσης και εξαερισμού χώρου να βελτιστοποιήσει την απόδοσή του σε τυπικές ή μέσες συνθήκες λειτουργίας, ο δε επιθεωρητής συμβουλεύει τους χρήστες, όπου χρειάζεται, είτε για αντικατάσταση της μονάδας παραγωγής θερμότητας, είτε για άλλες τροποποιήσεις στο σύστημα θέρμανσης ή άλλες εναλλακτικές λύσεις.

(3) Η εκτίμηση του μεγέθους της μονάδας παραγωγής θερμότητας που αναφέρεται στο εδάφιο (2) δεν χρειάζεται να επαναλαμβάνεται, εάν δεν έχουν γίνει εν τω μεταξύ αλλαγές στο συγκεκριμένο σύστημα θέρμανσης ή στις απαιτήσεις θέρμανσης του κτιρίου.

(4) Μετά από την επιθεώρηση που αναφέρεται στο εδάφιο (1), παραδίδεται από τον επιθεωρητή στον ιδιοκτήτη ή ενοικιαστή του κτιρίου έκθεση επιθεώρησης συστήματος θέρμανσης, η οποία φυλάσσεται από τον ιδιοκτήτη ή ενοικιαστή του κτιρίου και παρουσιάζεται στην αρμόδια αρχή, όποτε αυτή τη ζητήσει.

(5) Μετά από τη ρύθμιση και τον έλεγχο που αναφέρεται στο εδάφιο (1), εκδίδεται σχετική βεβαίωση από τον εγκαταστάτη τεχνικών συστημάτων κτιρίου προς τον ιδιοκτήτη ή τον ενοικιαστή του κτιρίου, σύμφωνα με το τύπο που καθορίζεται με γνωστοποίηση του Υπουργού που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, η οποία φυλάσσεται από τον ιδιοκτήτη ή ενοικιαστή του κτιρίου και παρουσιάζεται στην αρμόδια αρχή, όποτε αυτή τη ζητήσει.

(6) Συστήματα θέρμανσης με λέβητα ωφέλιμης ονομαστικής ισχύος 20 kW έως 70kW δύναται να τύχουν προαιρετικά ρύθμισης ελέγχου και επιθεώρησης και στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται οι πρόνοιες των εδαφίων (2), (3), (4) και (5).

(7) Κτίρια τα οποία δεν χρησιμοποιούνται ως κατοικίες με συστήματα θέρμανσης ή συστήματα συνδυασμού θέρμανσης και εξαερισμού χώρου ωφέλιμης ονομαστικής ισχύος μεγαλύτερης των 290 kW πρέπει, έως το έτος 2025, να εξοπλιστούν με συστήματα αυτοματισμού και ελέγχου,  τα οποία να επιτρέπουν-

(α) τη συνεχή παρακολούθηση, καταγραφή, ανάλυση και δυνατότητα προσαρμογής της κατανάλωσης ενέργειας·

(β) τη συγκριτική αξιολόγηση της ενεργειακής απόδοσης του κτιρίου, εντοπίζοντας απώλειες στην αποδοτικότητα των τεχνικών συστημάτων του κτιρίου και ενημερώνοντας τον υπεύθυνο των εγκαταστάσεων ή της τεχνικής διαχείρισης του κτιρίου σχετικά με τις δυνατότητες βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης· και

(γ) την επικοινωνία με διασυνδεδεμένα τεχνικά συστήματα κτιρίου και άλλες συσκευές εντός του κτιρίου και τη διαλειτουργικότητα με τεχνικά συστήματα κτιρίου διαφορετικών κατοχυρωμένων τεχνολογιών, μηχανισμών ή κατασκευαστών.

(8) Η εγκατάσταση των συστημάτων  αυτοματισμού και ελέγχου που προβλέ- πεται στο εδάφιο (7) εφαρμόζεται, νοουμένου ότι κρίνεται ως η πλέον οικονομικά αποδοτική λύση έναντι των επιθεωρήσεων, καθώς η απόσβεσή τους πρέπει να είναι μικρότερη από τρία έτη και νοουμένου ότι τα τεχνικά συστήματα σε υφιστάμενα κτίρια μπορούν να ελεγχθούν χωρίς ουσιαστικές τροποποιήσεις.

(9) Οι διατάξεις το εδαφίου (1) δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις συστημάτων τα οποία ανεξαρτήτως ωφέλιμης ονομαστικής ισχύος έχουν εξοπλιστεί με συστήματα αυτοματισμού και ελέγχου τα οποία προβλέπονται στο εδάφιο (7) ή στις περιπτώσεις συστημάτων που καλύπτονται από σύμβαση ενεργειακής απόδοσης ή συμφωνηθέν κριτήριο ενεργειακής απόδοσης ή που τη λειτουργία τους έχει αναλάβει φορέας εκμετάλλευσης ή διαχειριστής δικτύου και ως εκ τούτου υπόκεινται σε μέτρα παρακολούθησης της απόδοσής τους.

(10) Η αρμόδια αρχή, εφόσον το κρίνει αναγκαίο εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές, ώστε να διασφαλίζεται ότι εξετάζεται επαρκώς η οικονομική αποδοτικότητα εφαρμογής των συστημάτων αυτοματισμού και ελέγχου που προβλέπεται στο εδάφιο (8) και ότι ο αντίκτυπος των μέτρων που αναφέρονται στο εδάφιο (9) είναι ισοδύναμος με τον αντίκτυπο των μέτρων που αναφέρονται στο εδάφιο (1).